Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 330/2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης        330    /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αγγελική Δέτση, Εφέτη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, και τη γραμματέα Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου280 § 1 ΚΠολΔ, που έχει εφαρμογή και στην κατ’ έφεση δίκη (άρθρο 524 § 1 ΚΠολΔ, ως ισχύει), αν  διάδικος που δεν εμφανίστηκε κατά την εκφώνηση της υπόθεσης, προσέλθει κατά τη διάρκεια της συζήτησης και λάβει μέρος κανονικά σ’ αυτήν, θεωρείται ότι δικάζεται κατ’ αντιμωλίαν και είναι υποχρεωμένος να δεχτεί τη συζήτηση στο σημείο που βρίσκεται. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι, αν διάδικος συμμετάσχει σε οποιαδήποτε φάση της συζητήσεως, καταθέτοντας προτάσεις και προβάλλοντας ισχυρισμούς, δικονομικούς ή ουσιαστικούς, η υπόθεση δικάζεται κατ’ αντιμωλία (Κεραμέας/Κονδύλης/Νίκας, Ερμηνεία ΚΠολΔ, εκδ. 2000, υπό άρθρο 280, αρ. 2, Βαθρακοκοίλης, Ερμηνευτική-Νομολογιακή Ανάλυση του ΚΠολΔ, υπό άρθρο 280, αρ. 1). Στην προκειμένη υπόθεση φέρεται προς κρίση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η από 30-3-2018 και αρ. κατάθ. ……../2018 έφεση, κατά την αρχική εκφώνηση της οποίας στην προαναφερόμενη δημόσια συνεδρίαση ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσίβλητου, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμε με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, δεν  εμφανίστηκε, πλην όμως, όταν εκφωνήθηκε εκ νέου για την εξέταση του προτεινόμενου από την εκκαλούσα μάρτυρα, δήλωσε παράσταση και συμμετείχε στη συζήτηση της  υπόθεσης καταθέτοντας και προτάσεις. Συνεπώς, σύμφωνα με την παραπάνω μείζονα σκέψη, η παράσταση του εφεσίβλητου στην φάση αυτή της διαδικασίας είναι παραδεκτή και η υπόθεση δικάζεται κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ, αν ασκηθεί έφεση από τον διάδικο που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως. Στην περίπτωση δηλαδή, αυτή, αναδικάζεται η υπόθεση από το εφετείο, ενώπιον του οποίου η συζήτηση γίνεται πλέον προφορικά. Παρέχεται έτσι η ευκαιρία στον διάδικο, που δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, αλλά δικάστηκε ερήμην, όπως, εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως, ακουστεί και προβάλει στο εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως επανορθώνοντας με την έφεση τις συνέπειες, που η απουσία του ενδεχομένως, επέφερε, χωρίς να δεσμεύεται από τους περιορισμούς του άρθρου 527 ΚΠολΔ.

Η υπό κρίση έφεση  της ηττηθείσας εναγομένης κατά της υπ’ αρ. 762/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε  ερήμην της με την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών  και έκανε δεκτή την από 5-6-2017 (αρ. κατάθ. ………../2017) αγωγή του ήδη εφεσίβλητου, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, καθόσον από τα έγγραφα που προσκομίζονται δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, ότι έχει χωρήσει επίδοση της προσβαλλομένης απόφασης, ενώ δεν παρήλθε διετία από την δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης, που έλαβε χώρα στις 9-2-2018, αρμοδίως δε φέρεται για να δικαστεί από το παρόν Δικαστήριο (άρθρα 19, 495 § 1, 498, 500, 511, 513, 516, 517, 518 § 2 ΚΠολΔ). Επομένως,  και ενόψει ότι η εκκαλούσα προβάλλει πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, πρέπει  η έφεση να γίνει τυπικά και κατ’ ουσίαν δεκτή, ανεξάρτητα από τη βασιμότητα των λόγων της, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση ως προς όλες τις διατάξεις της, και, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο, να προχωρήσει σε εκδίκαση της αγωγής κατά την ίδια διαδικασία (άρθρα 528, 535 § 1 ΚΠολΔ).

Με την κρινόμενη αγωγή του ο ενάγων, ζητεί τη λύση του γάμου του με την εναγομένη, λόγω ότι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς, περισσότερο από δύο έτη, και να καταδικαστεί αυτή στη δικαστική του δαπάνη. Η αγωγή αυτή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1438, 1439 § 3 ΑΚ και 176 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1439 § 3 ΑΚ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 του Ν. 3719/2008, «εφόσον οι σύζυγοι βρίσκονται  σε διάσταση συνεχώς από δύο τουλάχιστον χρόνια ο κλονισμός τεκμαίρεται αμάχητα και το διαζύγιο μπορεί να ζητηθεί, έστω και αν ο λόγος του κλονισμού αφορά το πρόσωπο του ενάγοντος. Η συμπλήρωση του  χρόνου διάστασης δεν εμποδίζεται από μικρές διακοπές που έγιναν ως προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων ανάμεσα στους συζύγους». Από τη διάταξη αυτή, που καθιερώνει ως λόγο διαζυγίου τον αντικειμενικό κλονισμό της έγγαμης σχέσεως των συζυγών, προκύπτει ότι, εφόσον αποδειχθεί η διετής διάσταση, η οποία υπολογίζεται αναδρομικά όχι από τον χρόνο που είχε προσδιορισθεί αρχικά να συζητηθεί η αγωγή στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αλλά από τον χρόνο της μετ’ αναβολή πρώτης στο ακροατήριο κατ’ουσίαν συζήτησης της αγωγής, κατά τον οποίο σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 68, 69, 224, 269 και 281 ΚΠολΔ κρίνεται το κεκτημένο του καταγόμενου στη δίκη δικαιώματος, τεκμαίρεται αμάχητα ο κλονισμός των σχέσεων των συζύγων και το δικαστήριο προχωρεί στη λύση του γάμου. Ως διάσταση, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, νοείται εκείνη κατά την οποία οι σύζυγοι απομακρύνονται φυσικώς και ψυχικώς μεταξύ τους, με τη θέληση να μην έχουν πλέον κοινωνία βίου, ανεξάρτητα από το εάν η απομάκρυνση αυτή, ως πραγματικό γεγονός, είναι αποτέλεσμα της πρωτοβουλίας του ενός από τους συζύγους ή και των δύο και ανεξάρτητα από το εάν διαμένουν στην ίδια κατοικία, αλλά υπό καθεστώς χωρισμού από τραπέζης και κοίτης. Η υποκειμενική πρόθεση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης (ψυχικό στοιχείο), που δεν αφορά υποχρεωτικά τον ενάγοντα ή μπορεί να αφορά και τους δύο, δεν αρκεί να αποτελεί ενδόμυχη διάθεση ή επιθυμία, αλλά πρέπει να εκδηλώνεται και εξωτερικά. Συνήθως  η διάσταση συνοδεύεται και από την διακοπή του να κατοικούν ή διαμένουν οι σύζυγοι στην ίδια οικία, είναι ωστόσο νοητή αυτή (η διάσταση), έστω και αν συνεχίζουν εκείνοι να κατοικούν ή διαμένουν στην ίδια οικία, σε διαφορετικούς όμως χώρους της. Με το ανωτέρω περιεχόμενο  της διάστασης ο νόμος, για να διευκολύνει την προσπάθεια αποκατάστασης των συζυγικών σχέσεων, δεν θεωρεί ότι παρεμποδίζουν τη συμπλήρωση του χρόνου οι μικρές διακοπές της διάστασης, που γίνονται προς επίτευξη της αποκατάστασης, παρά το ότι στην περίπτωση αυτή ελλείπει η πρόθεση διακοπής της συμβίωσης.  Η διάσταση δεν αναιρείται, κατά μείζονα λόγο, από τυχόν επισκέψεις της οικογενειακής στέγης και από μέρους του απομακρυσθέντος από αυτή συζύγου, προς εκδήλωση ενδιαφέροντος για προβλήματα, που απασχολούν τη σύζυγο και τα τέκνα, που διαμένουν με αυτή, εάν δεν αναιρείται η σταθερή  πρόθεση διάστασης του συζυγικού δεσμού και εξακολουθεί να υπάρχει από της πλευράς τουλάχιστον του ενός συζύγου. Τα όποια διακοπτικά της ψυχικής και σωματικής απομάκρυνσης περιστατικά, που τυχόν επικαλείται ο εναγόμενος, στον εκ του άρθρου 1439 § 3 ΑΚ λόγο διαζυγίου, τείνουν σε αποδυνάμωση της έννοιας  της διάστασης, που αποτελεί στοιχείο της βάσης της αγωγής, και συνιστούν άρνηση, αν δε, κατά το στάδιο της αποδεικτικής διαδικασίας προκύψουν τέτοια διακοπτικά περιστατικά, εκτιμώνται ανελέγκτως από το δικαστήριο της ουσίας, αν αναιρούν ή όχι το στοιχείο  της διάστασης (ΟλΑΠ 20/1990 ΕλΔνη 1990.1604, ΑΠ 1262/2018, ΑΠ 1350/2017, ΑΠ 242/2015, ΑΠ 1068/2014, ΑΠ 2121/2014, ΕΔωδ 173/2017 ΝΟΜΟΣ).

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα αποδείξεως, που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμε με την εκκαλουμένη απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα ανταπόδειξης, που εξετάστηκε στο ακροατήριο αυτού του δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά : Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο στο …….. Κρήτης στις 6-3-1983. Από τον γάμο τους αυτόν απέκτησαν δύο παιδιά, τον .. και τον ….., ηλικίας, κατά τον χρόνο συζήτησης της υπόθεσης στον πρώτο βαθμό, 33 και 32 ετών αντίστοιχα. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων υπήρξε αρμονική, αλλά  από το έτος 2007 εμφανίστηκαν προβλήματα στη σχέση τους, τα οποία τους απομάκρυναν ψυχικά και σωματικά και οδήγησαν την εναγομένη να ασκήσει εναντίον του ενάγοντος την από 22-9-2008 και αρ. κατάθ. …./2008 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ζητώντας τη μετοίκηση του τελευταίου από τη συζυγική οικία, επί της οδού …. στον …. Αττικής και προσωρινή επιδίκαση διατροφής. Στην αίτηση αυτή η εναγομένη δήλωνε, μεταξύ άλλων, ότι έχει αποξενωθεί από τον ενάγοντα και για έναν χρόνο περίπου κοιμόντουσαν σε χωριστά κρεβάτια. Ωστόσο, η οριστική διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων επήλθε το καλοκαίρι του 2014, όταν ο ενάγων εγκαταστάθηκε σε ιδιόκτητη κατοικία του στο .. …. Κρήτης, με πρόθεση διάσπασης της έγγαμης συμβίωσης, έχοντας συνάψει εκεί εξωσυζυγική σχέση, ενώ η εναγομένη εξακολούθησε να διαμένει στην συζυγική κατοικία τους στον ….. Το γεγονός ότι ο ενάγων έκτοτε επισκεπτόταν κατά διαστήματα την εναγομένη, διαμένοντας στην μέχρι τότε κοινή κατοικία τους  στον Κορυδαλλό, και ενίοτε είχαν κοινή παρουσία σε κοινωνικές εκδηλώσεις κοινών φίλων αλλά και σε σημαντικές στιγμές μελών της οικογένειας του (ονομαστικές εορτές, γενέθλια),  συνιστά από μέρους του εκδήλωση ενδιαφέροντος για τα παιδιά του και τα εγγόνια του, που είχε εν τω μεταξύ αποκτήσει, χωρίς να αναιρεί την πρόθεση του για τη διάσπαση του συζυγικού δεσμού. Τούτο προκύπτει και από το ότι, μετά το 2014 οι διάδικοι ουδέποτε βρέθηκαν στην ίδια κλίνη, όπως ο ενάγων αναφέρει στις προτάσεις του, γεγονός που δεν αρνείται η εναγομένη. Έτσι από το καλοκαίρι του 2014, οπότε, όπως προαναφέρθηκε, ο ενάγων αποχώρησε από τη συζυγική στέγη, επήλθε η φυσική και ψυχική αποξένωση των διαδίκων, η οποία συνεχίστηκε μέχρι την ημέρα της συζήτησης της ένδικης αγωγής ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, δηλαδή μέχρι την 1-12-2017, και, συνεπώς, μέχρι την ημέρα αυτή συμπληρώθηκε, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην μείζονα σκέψη της απόφασης, η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 1439 § 3 του ΑΚ διετία, τεκμαιρομένου δε αμάχητα ότι η έγγαμη σχέση των διαδίκων έχει κλονιστεί τόσο ισχυρά, ώστε βάσιμα η εξακολούθησή της να είναι αφόρητη για τον ενάγοντα. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και να απαγγελθεί η λύση του μεταξύ των διαδίκων γάμου. Τα δικαστικά έξοδα για αμφότερους τους βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων λόγω της σχέσης τους ως συζύγων (άρθρα 179, 183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων την από 30-3-2018 (αρ. κατάθ. ………/2018) έφεση.

ΔΕΧΕΤΑΙ αυτήν τυπικά και κατ’ ουσίαν.

            ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την προσβαλλόμενη με αρ. 762/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση.

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 5-6-2017 αγωγή και

ΔΕΧΕΤΑΙ αυτήν.

ΑΠΑΓΓΕΛΛΕΙ τη λύση του μεταξύ των διαδίκων γάμου, που τελέστηκε στο Ηράκλειο Κρήτης στις 6-11-1983.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 13-6-2019.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ