Αριθμός 347/2019
ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών, Παναγιώτη Χουζούρη, Εφέτη και Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη-Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Γ.Λ.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρεται προς συζήτηση η από 8-7-2016, με ΓΑΚ…./2016 και ΕΑΚ …./2016, έφεση της εδρεύουσας στη …. και νόμιμα εκπροσωπούμενης, ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……….» κατά της υπ’ αριθμ. 1348/2016 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία. Η έφεση αυτή έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1, 499, 500, 511, 513, 516, 517, 518 παρ. 2, 520 παρ. 1 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), εφόσον οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα της δικογραφίας επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης και, επιπλέον, δεν έχει παρέλθει διετία από τη δημοσίευσή της. Πρέπει, επομένως, εφόσον για το παραδεκτό αυτής καταβλήθηκε το παράβολο που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 4 ΚΠολΔ, όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012, το δε εδαφ. β’ αυτής προστέθηκε με το άρθρο 93 παρ 1 του ν. 4139/2013), να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρα 518 παρ. 2, 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ).
Επειδή από τις διατάξεις των άρθρων 914, 297, 298, 1142, 1171, 1172, 1179 και 1180 ΑΚ προκύπτει, ότι στην περίπτωση καταστροφής ξένου πράγματος με υπαίτια και παράνομη πράξη τρίτου, επί του οποίου άλλος έχει δικαίωμα επικαρπίας, η επικαρπία δεν αποσβήνεται αλλά εκτείνεται στο ποσό της οφειλόμενης από τον υπαίτιο αποζημίωσης για την αξία του καταστραφέντος πράγματος, μετατρεπομένης έτσι, της επικαρπίας πράγματος σε επικαρπία χρηματικής απαίτησης, δημιουργούμενης από το νόμο (άρθρο 1180 ΑΚ) κοινής ενεργητικής ενοχής, υποχρεουμένου του δανειστή (ψιλού κυρίου) και του επικαρπωτή να συμπράξουν από κοινού για την είσπραξη του κεφαλαίου της απαίτησης εις βάρος του υπαιτίου, με την άσκηση κατ’ αυτού από κοινού σχετικής περί αποζημιώσεως αγωγής, τελούντες μεταξύ τους σε σχέση αναγκαστικής ομοδικίας, υπό την έννοια του άρθρου 76 παρ.1 ΚΠολΔ, και μη εφαρμοζομένης στην περίπτωση αυτή της εφαρμοζόμενης επί αδιαιρέτου παροχής διάταξης του άρθρου 495 ΑΚ, κατά την οποία εκάτερος εξ αυτών νομιμοποιείται μόνος του στην άσκηση της περί αποζημιώσεως αγωγής, ζητώντας την καταβολή της παροχής προς όλους, εκτός αν μεταξύ του ψιλού κυρίου και του επικαρπωτή έχει συμφωνηθεί διαφορετικά και δή ότι το δικαίωμα της είσπραξης της αποζημίωσης ανήκει σε έναν εξ αυτών, ισχυρισμό τον οποίο πρέπει να επικαλείται αυτός με την αγωγή του εναντίον του υπαιτίου με την οποία ζητείται η καταβολή της αποζημίωσης. Περαιτέρω με τη διάταξη του άρθρου 1172 ΑΚ, το οποίο ρυθμίζει τις μεταξύ του ψιλού κυρίου και επικαρπωτή σχέσεις, μετά την καταστροφή του βαρυνομένου με επικαρπία πράγματος, οπότε όπως προαναφέρθηκε, το δικαίωμα της επικαρπίας, εκτείνεται στην υποκαθιστώσα το καταστραφέν πράγμα οφειλόμενη από τον υπαίτιο αποζημίωση, ορίζεται ότι ο επικαρπωτής ή ο ψιλός κύριος που εισέπραξε το ποσό της αποζημίωσης δικαιούται να απαιτήσει από τον άλλο να δαπανηθεί το ποσό αυτό για την αποκατάσταση ή την αντικατάσταση του πράγματος, επί του οποίου υφίστατο πριν την καταστροφή του δικαίωμα επικαρπίας, εφόσον μια τέτοια πράξη ανταποκρίνεται στους κανόνες της τακτικής εκμετάλλευσης. Όπως σαφώς προκύπτει από την τελευταία αυτή διάταξη, η ρυθμιστική της εμβέλεια αναφέρεται στις μεταξύ του ψιλού κυρίου και του επικαρπωτή σχέσεις, μετά την καταστροφή του πράγματος και όχι σε εκείνες μεταξύ ενός εκάστου εξ αυτών και του οφειλέτη της αποζημίωσης (ΑΠ 1824/2008 δημ/ση ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση, με την από 7-1-2011 και με ΓΑΚ …./2015 και ΕΑΚ …../2015 αγωγή τους, οι ενάγοντες και ήδη, εφεσίβλητοι, …………, ιστορούσαν ότι με το υπ’αριθμ. …./2006 συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Καλαβρίας, ………, που μεταγράφηκε στα βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Καλαβρίας, στον τόμο …. και με αριθμ……, κατέστησαν ψιλοί κύριοι, κατά ποσοστό 1% εξ αδιαιρέτου ο καθένας, ενός αγροτεμαχίου, εμβαδού 4.358,32 τ.μ., επί του οποίου ανεγέρθηκε μία προκατασκευασμένη διπλή κατοικία, αποτελούμενη από μία ισόγεια κατοικία, επιφάνειας 89,60τ.μ. και μία εφαπτομένη διώροφη κατοικία, επιφάνειας 139,60τ.μ.. Ότι το τίμημα συμφωνήθηκε στο συνολικό ποσό των 247.001,54 ευρώ και εξοφλήθηκε ολοσχερώς από τους ενάγοντες, στους οποίους η εναγόμενη παρέδωσε την άνω κατοικία, πλήρως αποπερατωμένη, περί τα μέσα Φεβρουάριου 2008. Ότι από υπαιτιότητα των προστηθέντων και των νομίμων εκπροσώπων της εναγόμενης, οι καμινάδες της ως άνω διπλής κατοικίας είχαν ουσιώδες πραγματικό ελάττωμα και συγκεκριμένα δεν έφεραν μόνωση με αντιπυρικό υλικό, με αποτέλεσμα, στις 28-12-2008, περί ώρα 14.00′, να εκδηλωθεί πυρκαγιά στην κατοικία, που ξεκίνησε από την καμινάδα του τζακιού της ισόγειας οικίας και επεκτάθηκε σε ολόκληρη την κατασκευή, την οποία και κατέστρεψε ολοσχερώς, μαζί με ολόκληρο τον, εντός αυτής υπάρχοντα κινητό εξοπλισμό της και όλα τα κινητά πράγματα κυριότητας των εναγόντων. Με βάση το ιστορικό αυτό και μετά από παραδεκτό και νόμιμο περιορισμό του κύριου αγωγικού αιτήματος, στο σύνολό του, από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, οι ενάγοντες ζητούσαν, ως συγκύριοι σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου, ο καθένας της καταστραφείσας οικίας και των κινητών πραγμάτων, να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγόμενης να καταβάλει στον καθένα, το ποσό των 216.959,55 ευρώ, ως αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία και το ποσό των 30.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστησαν, ήτοι, το συνολικό ποσό των 246.959,55 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, μέχρι την εξόφληση.
Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά, και χωρίς οι ενάγοντες να επικαλούνται συμφωνία μεταξύ αυτών και του επικαρπωτή πατέρα του πρώτου και πενθερού της δεύτερης, δυνάμει της οποίας την οφειλόμενη από την εναγόμενη αποζημίωση, δικαιούνται να εισπράξουν μόνον αυτοί, ζήτησαν να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγόμενης να καταβάλει στον καθένα, το συνολικό ποσό των 246.959,55 ευρώ, ως αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, που υπέστησαν από την καταστροφή της περιγραφόμενης στην αγωγή προκατασκευασμένης κατοικίας και ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης, που υπέστησαν από την καταστροφή αυτή.
Η αγωγή με το πιο πάνω περιεχόμενο κρίνεται απορριπτέα, ως απαράδεκτη, καθώς ασκήθηκε μόνον από τους ψιλούς κυρίους της περιγραφόμενης προκατασκευασμένης κατοικίας, η οποία, αποτελεί συστατικό του εμβαδού 4.358,32τ.μ. αγροτεμαχίου, κατά την έννοια του άρθρου 953ΑΚ, πάνω στο οποίο(συστατικό) επεκτείνεται η υπάρχουσα στο εν λόγω αγροτεμάχιο επικαρπία, παρά το ότι η κατοικία αυτή δεν είναι αυτοτελώς δεκτική επικαρπίας (βλ. Α. Γεωργιάδη- Μ.Σταθόπουλου «ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΞ», τόμΛ/Ι, σελ.45). Έτσι, επειδή τη θέση του κατεστραμμένου πράγματος παίρνει η αξίωση αποζημίωσης κατά του τρίτου και στη φάση αυτή η επικαρπία πράγματος μετατρέπεται σε επικαρπία απαίτησης και δη χρηματικής απαίτησης, κατ’ εφαρμογή, δε, της ΑΚ 1180, στην είσπραξη της απαίτησης δικαιούνται και υποχρεούνται ο κύριος και ο επικαρπωτής από κοινού, μη δικαιούμενων στην είσπραξη της αγοραίας αξίας της κυριότητας, μεν, του κυρίου, της επικαρπίας, δε, του επικαρπωτή, ούτε και έχοντος του καθενός απ’αυτούς δικαίωμα να εισπράξει ολόκληρη την αποζημίωση (βλ. Α. Γεωργιάδη- Μ. Σταθόπουλου, ό.π., σελ. 146 και 185 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφαση, έκρινε ως παραδεκτή την αγωγή και στη συνέχεια, ως νόμιμη και εν μέρει, ως κατ’ουσίαν βάσιμη και αναγνώρισε ότι η εναγόμενη και ήδη, εκκαλούσα, οφείλει στον καθέναν απ’τους ενάγοντες το ποσό των 160.787,05 ευρώ, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο, του απαραδέκτου της αγωγής, ερευνομένου αυτεπαγγέλτως, από το δευτεροβάθμιο τούτο δικαστήριο (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη, «Η έφεση», έκδ. 2015, παρ. 1358). Πρέπει, επομένως, αφού γίνει δεκτός ως και κατ’ουσίαν βάσιμος και ο σχετικός πρώτος λόγος της έφεσης και η έφεση στο σύνολό της, να εξαφανισθεί, κατ’άρθρ.535 ΚΠολΔ, η εκκαλούμενη απόφαση και να απορριφθεί ως απαράδεκτη η από 7-1-2011 και με ΓΑΚ …../2015 και ΕΑΚ …../2015 αγωγή, να συμψηφιστούν, δε, τα δικαστικά έξοδα, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, μεταξύ των διαδίκων, λόγω του δυσχερούς στην ερμηνεία του εφαρμοσθέντος κανόνα δικαίου (άρθρ. 183 και 179 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’αντιμωλίαν των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ουσίαν την έφεση κατά της υπ’αριθμ. 1348/2016 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη απόφαση.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ως απαράδεκτη την από 7-1-2011 και με ΓΑΚ …./2015 και ΕΑΚ …../2015 αγωγή.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 20 Μαΐου 2019.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Και αντ΄ αυτής,
ευρισκομένης σε
αναρρωτική άδεια,
ο αρχαιότερος της
συνθέσεως Εφέτης,
Παναγιώτης Χουζούρης.
Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, στις 21 Ιουνίου 2019, με άλλη σύνθεση, κωλυομένης της Προέδρου Εφετών, Αικατερίνης Νομικού, η οποία βρίσκεται σε αναρρωτική άδεια, αποτελουμένη από τους Δικαστές, Παναγιώτη Χουζούρη, Προεδρεύοντα Εφέτη, Παρασκευή Μπερσή και Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτες, και με Γραμματέα τη Γεωργία Λογοθέτη, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΕΦΕΤΗΣ