Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 352/2019

Αριθμός 352 /2019

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές  Δήμητρα Τσουτσάνη, Πρόεδρο Εφετών, Αθανάσιο Θεοφάνη, Εφέτη, και Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη- Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα  Τ. Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 11.1.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2019 έφεση κατά της με αριθμό 4592/11.10.2018 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία αντιμωλία των διαδίκων, επί της με αριθμό ……./5.1.2017 αγωγής μετά το από ……./27.10.2017 δικόγραφο κλήσης προς συζήτηση της δεύτερης εναγομένης που επέσπευσε τη συζήτηση μόνο ως προς την ενάγουσα και όχι τις απλές ομοδίκους της λοιπές εναγόμενες, έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις με κατάθεση αυτής στη Γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και εμπροθέσμως εντός της γνήσιας τριακονθήμερης προθεσμίας, αφού όπως αποδεικνύεται από το προσκομιζόμενο μετ’επικλήσεως αντίγραφο της εκκαλουμένης αυτή κοινοποιήθηκε στην εκκαλούσα που εδρεύει στον Πειραιά στις 13.12.2018 (άρθρα 19, 495 παρ. 1 και 4, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517 και 518 παρ. 1 (όπως ισχύει μετά το ν. 4335/2015) του ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση να γίνει δεκτή κατά το τυπικό της μέρος και να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν κατά την ίδια παραπάνω τακτική διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό της συζήτησης της έχει καταβληθεί το ηλεκτρονικό παράβολο εφέσεως με αριθμό …./2019 ποσού 150 ευρώ, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4055/2012 και το άρθρο 35 παρ. 2 του ν. 4446/2016).

Με τη με αριθμό ……./5.1.2017 ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά αγωγής της η οποία προσδιορίστηκε προς συζήτηση με τη με αριθμό ………./27.10.2017 κλήση μόνο μεταξύ της ενάγουσας και της δεύτερης εναγομένης, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα εξέθετε ότι δυνάμει συμβάσεως έργου που κατήρτισε στον Πειραιά στις 1-4-2010 με τη δεύτερη εναγομένη ήδη εφεσίβλητη εταιρία με έδρα το Μοσχάτο Αττικής υπό την ιδιότητά της τελευταίας ως διαχειρίστριας και «άλλοτε τέως πλοιοκτήτριας» του ΕΤ/ΟΓ τύπου Ro Rο passenger σημαίας Κύπρου πλοίου με το όνομα «Ε», με αριθμό νηολογίου Λεμεσού ….., με ΙΜΟ …. και Δ.Δ.Σ …., το οποίο ελλιμενιζόταν στα ναυπηγεία Xαλκίδας ανέλαβε τις εργασίες επισκευής μονώσεων των καταστρωμάτων και του γκαράζ του. Ότι η ανάληψη του έργου έγινε με μεικτό σύστημα εργολαβικά κατ’αποκοπή με βάση τις συγκεκριμένες προσφορές και τις γενόμενες επιμετρήσεις και εν μέρει με βάση τα ημερομίσθια του εργατοτεχνικού προσωπικού. Ότι οι εργασίες αυτές άρχισαν στις 16-4-2010 και ολοκληρώθηκαν προσηκόντως στις 8-8-2010. Ότι μετά την από 4.8.2010 κοστολόγηση των εργασιών αυτών και την ολοκλήρωση του έργου  η συνολική απαίτησή της για τις επιμέρους εργασίες ανέρχεται στο ποσό των 371.171,50 ευρώ και ότι το εργολαβικό της αντάλλαγμα οριστικοποιήθηκε στις 10.1.2013 μετά από έλεγχο των επιμετρήσεων του εκτελεσθέντος έργου που διενεργήθηκε και έγινε αποδεκτός από την εφεσίβλητη, η οποία και συμφώνησε να της καταβάλει το ποσό των 371.171,50 ευρώ με επιταγές της Εθνικής Τράπεζας που θα εξέδιδε και το υπόλοιπο τοις μετρητοίς, πλην όμως και παρά τις οχλήσεις της, τις υποσχέσεις όλων των εναγομένων για εξόφληση, την ανεπιφύλακτη παράδοση του έργου σε αυτές και την αναγνώριση της οφειλής τους από αυτές μέχρι τον Οκτώβριο του 2016, δεν της κατέβαλαν κανένα ποσό. Ακολούθως και μετά την εν μέρει μετατροπή του αιτήματός της σε έντοκο αναγνωριστικό ως προς την ήδη εφεσίβλητη, αιτήθηκε να αναγνωρισθεί: ότι η ήδη εφεσίβλητη οφείλει να της καταβάλει για την παραπάνω αιτία το συνολικό ποσό των 371.171,50 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την παράδοση του έργου άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε υλική και τοπική αρμοδιότητα (14 παρ. 2, 18, 25 και 33 του 22 ΚΠολΔ) σε συνδυασμό με το άρθρο 51 του Ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), αλλά στη συνέχεια την απέρριψε λόγω νομικής αοριστίας ως προς την παθητική νομιμοποίηση της ήδη εφεσίβλητης. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται τώρα η εκκαλούσα ενάγουσα για εσφαλμένη εφαρμογή νόμου και ζητεί την εξαφάνιση της προκειμένου να γίνει δεκτή η αγωγή της.

Ο διαχειριστής πλοίου έχει ευρύτατες εξουσίες, οι οποίες αφορούν, τόσο την τεχνική, όσο και την εμπορική διαχείριση τούτου (πλοίου). Ειδικότερα, αυτός, μεταξύ άλλων, προσλαμβάνει τον πλοίαρχο και τα μέλη του πληρώματος, διαθέτει το αναγκαίο τεχνικό προσωπικό για τον έλεγχο του πλοίου και την διατήρηση του σε κατάσταση αξιοπλοΐας, μεριμνά για την επιθεώρηση τακτική ή έκτακτη, του πλοίου και την εκτέλεση των απαραίτητων επισκευών για την διατήρηση της κλάσεως του, συνάπτει συμβάσεις εφοδιασμού του πλοίου δια καυσίμων, τροφίμων, ανταλλακτικών και άλλων αναγκαίων υλικών, προβαίνει στην εκναύλωοη του πλοίου συμφώνως προς τις οδηγίες του πλοιοκτήτου κ.λπ. Η ανάγκη δε συντονισμού της διαχειρίσεως και περιορισμού των εξόδων της ελληνικής πλοιοκτησίας επιδιώκεται να ικανοποιηθή διά της αναθέσεως της διαχειρίσεως και εκπροσωπήσεως των πλοίων, τα οποία ανήκουν σε εταιρείες ελεγχόμενες υπό των ιδίων φυσικών προσώπων, σε άλλη εταιρεία ιδρυόμενη προς τον σκοπό αυτό υπό των εν λόγω προσώπων και μετόχων των πλοιοκτητριών εταιρειών υπό εμφανιζομένων παρενθέτων φυσικών προσώπων. Η τοιαύτη ανάθεση διαχειρίσεως δεν αποτελεί ενέργεια αθέμιτη ή παράνομη, ούτε προσδίδει καθ` εαυτήν την ιδιότητα του εκμεταλλευομένου το πλοίο στη διαχειρίστρια εταιρεία ή στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο ελέγχει κατά κύριο λόγο αυτή και την πλοιοκτήτρια εταιρεία. Ο διαχειριστής συναλλάσσεται μετά των ενδιαφερομένων για το πλοίο τρίτων επ` ονόματι και για λογαριασμό του πλοιοκτήτη, είναι δε άμεσος αντιπρόσωπος του. Συνεπώς, τα έννομα αποτελέσματα εκάστης υπ` αυτού επιχειρούμενης εντός των πλαισίων της γενικής ή ειδικής εξουσίας του, αφορούν ευθέως τον πλοιοκτήτη. Ο τελευταίος είναι το υποκείμενο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, οι οποίες απορρέουν εκ των δικαιοπραξιών των ενεργούμενων υπό του διαχειριστού υπό αυτή την ιδιότητα του, και αυτός ενέχεται έναντι των δανειστών. Μάλιστα, εφ` όσον ο διαχειριστής ενεργεί επ` ονόματι και για λογαριασμό του πλοιοκτήτου δεν καθίσταται υποκείμενο εκάστης δικαιοπραξίας συναπτόμενης υπό την ιδιότητα του αυτή και κατ` επέκταση, δεν ενέχεται ο ίδιος για την εκπλήρωση της. Έχει προσωπική ευθύνη μόνον όταν δεν δηλώνει ρητώς ότι ενεργεί για τον πλοιοκτήτη και δεν προκύπτει εκ των περιστάσεων ότι επιχειρεί την σχετική δικαιοπραξία γι` αυτόν, ως και όταν η δικαιοπραξία υπερβαίνει τα όρια της εξουσίας του. Προκύπτει, επομένως, ότι ο διαχειριστής διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στην εκμετάλλευση του πλοίου, δεν έχει όμως την βούληση ν` ασκήσει και δεν ασκεί την εκμετάλλευση του για δικό του λογαριασμό. Ο εκμεταλλευόμενος το πλοίο, πλοιοκτήτης ή μη, επωμίζεται τους οικονομικούς κινδύνους και απολαύει τα κέρδη. Οι δανειστές, οι οποίοι δημιουργούνται εκ της δράσεως του διαχειριστή, δύνανται να στραφούν κατά του εκμεταλλευομένου το πλοίο και ν` αξιώσουν υπ` αυτού την εκτέλεση της σχετικής συμβάσεως ή την καταβολή αποζημιώσεως δια την μη εκτέλεση της, δεν δικαιούνται όμως να ζητήσουν παρά του διαχειριστού την ικανοποίηση αυτής της απαιτήσεως. Περαιτέρω, εκ του συνδυασμού των διατάξεων των άρθρων 211, 212 και 216 του ΑΚ – οι οποίες εφαρμόζονται και στις εμπορικές σχέσεις, λόγω ελλείψεως ειδικών διατάξεων στον Εμπορικό Νόμο (βλ και ΕΠειρ 596/1999 ΕΝΔ 27.270, ΕΠειρ 299/1996 ΕΝΔ 24.277) – συνάγεται ότι, για την προστασία του συμφέροντος του τρίτου και την ασφάλεια των συναλλαγών, πρέπει, προκειμένου η δήλωση βουλήσεως να ενεργήσει υπέρ και κατά του αντιπροσωπευομένου, ο αντιπρόσωπος να αποκαλύπτει κατά τρόπο έκδηλο σ` εκείνον, προς τον οποίον γίνεται η δήλωση, ότι η ενέργεια της δικαιοπραξίας θα επέλθη ευθέως στο πρόσωπο του αντιπροσωπευομένου. Απαιτείται, δηλ., να προκύπτει σαφώς ότι η επιχειρούμενη δικαιοπραξία είναι δικαιοπραξία του αντιπροσωπευομένου, δοθέντος ότι ο νόμος αποδέχεται για την άμεση αντιπροσώπευση την “αρχή του εμφανούς”. Η κατά τον τρόπο αυτό φανερή δήλωση επ` ονόματι άλλου, υπάρχει όχι μόνον όταν ρητώς δηλώνει ο αντιπρόσωπος ότι ενεργεί για τον αντιπροσωπευόμενο, αλλά και όταν εκ των περιστάσεων προκύπτει ότι η δήλωση του αντιπροσώπου έγινε επ` ονόματι του αντιπροσωπευομένου (σιωπηρή αντιπροσώπευση), εξαιρέσει βεβαίως της περιπτώσεως κατά την οποία η δικαιοπραξία υπόκειται σε έγγραφο συστατικό τύπο. Πότε συνάγεται σαφώς εκ των περιστάσεων ότι η δήλωση βουλήσεως επιχειρείται επ` ονόματι άλλου, είναι ζήτημα που πρέπει να επιλύεται με την μέθοδο και τα κριτήρια της ερμηνείας δηλώσεως βουλήσεως, δηλ. δια της προσφυγής σε αντικειμενικά κριτήρια και όχι σε υποκειμενικές εντυπώσεις των συναλλασσομένων, εις τρόπον ώστε η λειτουργία της αμέσου αντιπροσωπεύσεως να αποκλείεται, χάριν της σταθερότητας των συναλλαγών, μόνον εάν τα περιστατικά, που υφίσταντο κατά την σύναψη της δικαιοπραξίας ήσαν τέτοια, ώστε εις πάντα συνετό άνθρωπο να ήταν επιτρεπτή η γένεση αμφιβολίας ως προς την ιδιότητα υπό την οποίαν ενήργησε ο αντισυμβαλλόμενος του (ΕφΠειρ 63/2013 ΕΝΑΥΤΔ 2013/114, Δ/ΝΗ 2014/181, ΕφΠειρ 832/2008, ΕΝΔ 37.13).

Με τους συναφείς πρώτο, δεύτερο και τρίτο λόγους της κρινόμενης εφέσεως η ήδη εκκαλούσα ενάγουσα παραπονείται για εσφαλμένη εφαρμογή νόμου καθώς κρίθηκε ότι η εφεσίβλητη διαχειρίστρια του πλοίου δεν νομιμοποιείται παθητικά για την καταβολή του εργολαβικού ανταλλάγματος αφού τα πρόσωπα που συμμετέχουν στο διοικητικό συμβούλιο της πλοιοκτήτριας είναι αυτά που συμμετέχουν στο διοικητικό συμβούλιο της διαχειρίστριας και για το λόγο αυτό εξάλλου ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου τα στοιχεία του οποίο αναφέρει στην έφεση υπέγραφε ως εκπρόσωπος όλως των εταιριών του. Οι λόγοι αυτοί εφέσεως ερείδονται επί εσφαλμένης προϋπόθεσης καθώς αφενός στην αγωγή δεν εκτίθονταν πραγματικά περιστατικά περί κατάχρησης νομικής προσωπικότητας όπως λχ ανεπαρκής χρηματοδότηση και η σύγχυση της εταιρικής με την ατομική περιουσία διευθύνοντος συμβούλου που θα συνεπάγονταν υπό προϋποθέσεις στην άρση αυτοτέλειας του νομικού προσώπου, καθώς η νομολογία δέχεται ότι δεν συνιστά καταχρηστική συμπεριφορά μόνη η συγκέντρωση των περισσότερων ή και όλων των μετοχών ανώνυμης εταιρείας ή των μεριδίων εταιρείας περιορισμένης ευθύνης σε ένα μόνον πρόσωπο, ακόμη και αν αυτό είναι ο διευθύνων σύμβουλος ή ο διαχειριστής της εταιρείας και την ελέγχει έτσι τυπικά και ουσιαστικά (ΟλΑΠ 5/1996), και αφετέρου όπως ήδη προαναφέρθηκε ο διαχειριστής που ενεργεί στο όνομα και για λογαριασμό του πλοιοκτήτη, δεν είναι αυτός ο αντισυμβαλλόμενος σε κάθε συναπτόμενη δικαιοπραξία με την ιδιότητα του αυτή, και κατ` επέκταση, δεν ευθύνεται ο ίδιος προς εκπλήρωση της. Έχει προσωπική ευθύνη μόνο, όταν δεν δηλώνει ρητώς ότι ενεργεί για τον πλοιοκτήτη και δεν συνάγεται από τις περιστάσεις ότι επιχειρεί τη σχετική δικαιοπραξία στο όνομα και για λογαριασμό του, καθώς και όταν η δικαιοπραξία υπερβαίνει τα όρια της εξουσίας του. Κρίνοντας τα ίδια το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά το νόμο ερμήνευσε και συνεπώς τα όσα περί του αντιθέτου αναφέρονται με τους τρεις συναφείς προαναφερόμενους λόγους εφέσεως είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

Κατά το άρθρο 75 παρ. 1 KΠολΔ στις περιπτώσεις απλής ομοδικίας κατά το άρθρο 74 ΚΠολΔ, κάθε ομόδικος εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά ενεργεί στη δίκη ανεξάρτητα από τους άλλους και οι πράξεις και οι παραλείψεις κάθε ομοδίκου δε βλάπτουν ούτε ωφελούν τους άλλους. Από τη ρύθμιση αυτή, με την οποία καθιερώνεται ο κανόνας της υποκείμενης ενέργειας των διαδικαστικών πράξεων των ομοδίκων, προκύπτει ότι επί απλής ομοδικίας η δικονομική θέση καθενός των ομοδίκων, είναι ανεξάρτητη έναντι των λοιπών, οι δε πράξεις και παραλείψεις αυτού ούτε ωφελούν ούτε βλάπτουν τους λοιπούς (ΑΠ 111/1999 Δνη 40,805, Π. Γέσιου -Φαλτσή «Η ομοδικία στην πολιτική δίκη σελ. 195). Με τον τρίτο λόγο της κρινόμενης εφέσεως η ήδη εκκαλούσα ενάγουσα παραπονείται για εσφαλμένη εφαρμογή νόμου καθώς η εκκαλουμένη απέρριψε σιωπηρά τον ισχυρισμό της περί μη νομίμου της με αριθμό ……../27.10.2017 κλήσης με την οποία η ήδη εφεσίβλητη επέσπευσε τη συζήτηση της με αριθμό ……./5.1.2017 αγωγής της μόνο για την ήδη εκκαλούσα ενάγουσα και την ίδια (εφεσίβλητη δεύτερη εναγομένη) και όχι και για τις ομοδίκους της. Πέραν του αλυσιτελούς του παραπάνω λόγου καθώς δεν εκτίθεται σε αυτόν ο λόγος για τον οποίο το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έπρεπε κατ’άρθρο 75 παρ. 2 του ΚΠολΔ να κρίνει αναγκαία την ενιαία διεξαγωγή της δίκης, η εφεσίβλητη ως απλή ομόδικος της φερόμενης πλοιοκτήτριας πρώτης εναγομένης και της φερόμενης ναυλώτριας τρίτης εναγομένης είχε δικονομικό δικαίωμα από την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 74 παρ. 1 του ΚΠολΔ να επισπεύσει τη συζήτηση της αγωγής μόνο για την ίδια και την ενάγουσα ήδη εκκαλούσα. Επομένως κρίνεται απορριπτέος ως αβάσιμος ο σχετικός τρίτος λόγος εφέσεως. Ακολούθως των ανωτέρω και εφόσον δεν υφίσταται άλλος λόγος προς έρευνα πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη έφεση ως ουσιαστικά αβάσιμη, να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου που καταβλήθηκε από την εκκαλούσα κατά την άσκηση της εφέσεως της στο δημόσιο ταμείο αφού το ένδικο μέσο απορρίπτεται (άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ) και τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της ηττηθείσας εκκαλούσας στην παρούσα έκκλητη δίκη, (αρθ.176,183 Κ.Πολ.Δ.) κατά τα ειδικότερα στο διατακτικό οριζόμενα.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων την από 11.1.2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/2019 έφεση κατά της με αριθμό 4592/11.10.2018 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία αντιμωλία των διαδίκων, επί της με αριθμό ……../5.1.2017 αγωγής

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει αυτή κατ΄ουσίαν

Επιβάλλει σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει συνολικά σε εξακόσια πενήντα (650) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του ηλεκτρονικού παραβόλου με αριθμό με αριθμό …./2019, ποσού 150 ευρώ που καταβλήθηκε από την εκκαλούσα κατά την άσκηση της εφέσεώς της

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 12η  Ιουνίου 2019  και δημοσιεύθηκε στις 21 Ιουνίου 2019 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.

 Η   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ