Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 348/2019

Αριθμός     348/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή, Ελένη Τοπούζη, Εφέτη που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από την Γραμματέα, Κ.Δ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

    Σύμφωνα με το άρθρο 520 παρ. 2 ΚΠολΔ “Πρόσθετοι λόγοι έφεσης ως προς τα κεφάλαια της απόφασης, που έχουν προσβληθεί με την έφεση και εκείνα που αναγκαστικά συνέχονται με τα κεφάλαια αυτά, ασκούνται μόνο με ιδιαίτερο δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου και, αφού συνταχθεί έκθεση κάτω από το δικόγραφο αυτό, κοινοποιείται στον εφεσίβλητο τριάντα ημέρες πριν από τη συζήτηση της έφεσης”. Από την πιο πάνω διάταξη προκύπτει, ότι για να είναι παραδεκτοί οι πρόσθετοι λόγοι πρέπει, εκτός άλλων, να αναφέρονται στα εκκληθέντα κεφάλαια της πρωτόδικης απόφασης ή στα αναγκαία με αυτά συνεχόμενα, άλλως απορρίπτονται ως απαράδεκτοι και αυτεπαγγέλτως. Ως αναγκαία συνεχόμενα κεφάλαια είναι οι διατάξεις της εκκαλούμενης απόφασης που έχουν τέτοια συνάφεια με τις επικληθείσες διατάξεις είτε διότι αποτελούν προκριματικό για την παραδοχή τους ζήτημα είτε γιατί πηγάζουν από την ίδια ιστορική αιτία και διαμορφώνουν ή προσιδιάζουν το αντικείμενο εκείνων, ώστε τυχόν διαφορετική κρίση του Εφετείου σχετικά με την πρωτόδικη απόφαση να επηρεάζει και την κρίση επί των εκκληθέντων με την έφεση κεφαλαίων (ΑΠ 76/2015, ΑΠ 238/2001, δημοσιευμένες στη Νόμος).

Στην προκειμένη περίπτωση,   ενώπιον του δικαστηρίου αυτού εκκρεμούν οι : Α) από 9.2.2018 και με αριθμό καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ/………../2018 και Β) από 22.3.2018 και με αριθμό καταθέσεως ……/2018  εφέσεις κατά της υπ’ αριθμ. 118/2018 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των οικογενειακών διαφορών (άρθρα 592 παρ.3, 610-613 ΚΠολΔ). Οι εφέσεις αυτές πρέπει, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 246 Κ.Πολ.Δ., σε συνδυασμό με άρθρο 524 παρ.1 ίδιου κώδικα, να συνεκδικαστούν, λόγω της συνάφειας που υπάρχει μεταξύ τους, αλλά και διότι έτσι επιταχύνεται και διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης, επί πλέον δε, επέρχεται και μείωση των εξόδων. Οι εν λόγω εφέσεις ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513, 516, 517 και 518 παρ.2 Κ.Πολ.Δ.) γεγονός, άλλωστε, που δεν αμφισβητείται από κανένα διάδικο, δεν προκύπτει δε κάτι το αντίθετο από τη σχετική δικογραφία. Επομένως, πρέπει να  γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν, περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, που εφάρμοσε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.).  Μαζί με τις ως άνω εφέσεις  πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικασθούν και οι ασκηθέντες  νομότυπα και εμπρόθεσμα από τον εκκαλούντα της υπό στοιχ.Α έφεσης με το από 16.4.2018 ιδιαίτερο δικόγραφο, που κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος δικαστηρίου στις 18.4.2018 (αριθμ.εκθ.καταθ ΓΑΚ/ΕΑΚ/……./2018) και επιδόθηκε στην εφεσίβλητη στις 23.4.2018 (βλ.την με αριθμ……/23.4.2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ……..) πρόσθετοι λόγοι έφεσης, οι οποίοι αφορούν σε κεφάλαια της απόφασης, που έχουν προσβληθεί με την ως άνω έφεση και συνέχονται αναγκαστικά με αυτά. Πρέπει,  συνεπώς να ακολουθήσει η ουσιαστική έρευνα, μαζί με αυτήν των λόγων των ως άνω εφέσεων των πρόσθετων λόγων της υπό στοιχ.Α έφεσης κατά την ίδια διαδικασία.

Ι. Από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489, 1493 και 1497 Α.Κ, όπως αυτές αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 15 του Ν.1329/1983, προκύπτει ότι στοιχεία θεμελιωτικά του δικαιώματος διατροφής τέκνου, τα οποία πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 216 παρ.1 α ΚΠολΔ,  να περιέχονται στη σχετική αγωγή για το ορισμένο αυτής, είναι η έλλειψη εισοδημάτων του ανηλίκου και η αδυναμία του να εργασθεί, τα περιουσιακά στοιχεία του εναγομένου γονέα του, οι ανάγκες του που είναι προσδιοριστικές του ύψους της διατροφής, η οποία πρέπει να του καταβληθεί και το αιτούμενο, για όλες αυτές τις ανάγκες του, συνολικό ύψος της δαπάνης που αποτελεί την, κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις, ανάλογη διατροφή του, χωρίς να απαιτείται να προσδιορίζεται στο δικόγραφο της αγωγής με ακρίβεια και το απαραίτητο για την κάλυψη κάθε επί μέρους ανάγκης του, που προκύπτει από τις συνθήκες της ζωής του χρηματικό ποσό (Εφ Πειρ 677/2014, ΕφΠατρ 748/2009, δημοσιευμένες στη Νόμος).

ΙΙ. Περαιτέρω, κατά δε το άρθρο 1441 ΑΚ, ως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 παρ.2 του Ν.4055/2012 και ίσχυε κατά το χρόνο έκδοσης της με αριθμό 5493/2013 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία λύθηκε κοινή συναινέσει ο γάμος των διαδίκων, κατά τα παρακάτω αναφερόμενα «οι σύζυγοι μπορούν με έγγραφη συμφωνία να λύσουν το γάμο τους, εφόσον έχει διαρκέσει τουλάχι­στον 6 μήνες πριν από την κατάρτισή της. Η συμφω­νία υπογράφεται από τα συμβαλλόμενα μέρη και από τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους ή μόνον από τους τελευταίους, εφόσον είναι εφοδιασμένοι με ειδικό πληρεξούσιο, το οποίο πρέπει να έχει δοθεί μέσα στον τελευταίο μήνα πριν από την υπογραφή του συμφωνη­τικού. Αν υπάρχουν ανήλικα τέκνα, για να λυθεί ο γάμος πρέπει η ανωτέρω συμφωνία να συνοδεύεται με άλλη έγγραφη συμφωνία των συζύγων που να ρυθμίζει την επιμέλεια των τέκνων και την επικοινωνία με αυτά, η οποία ισχύει ώσπου να εκδοθεί η απόφαση για το θέμα αυτό σύμφωνα με το άρθρο 1513 ΑΚ. Η κατά τα ανω­τέρω έγγραφη συμφωνία, καθώς και το έγγραφο συμ­φωνητικό που αφορά την επιμέλεια και την επικοινωνία των ανήλικων τέκνων ή τη διατροφή αυτών, εφόσον έχει συμφωνηθεί, υποβάλλονται μαζί με τα ειδικά πληρεξού­σια, όταν απαιτείται, στο αρμόδιο μονομελές πρωτοδι­κείο, το οποίο με απόφασή του, που εκδίδεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, επικυρώνει τις συμφωνίες και κηρύσσει τη λύση του γάμου, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις. Η απόφαση του μονομελούς πρωτοδικείου που αφορά την επιμέλεια, επικοινωνία και διατροφή ανήλικων τέκνων αποτελεί εκτελεστό τίτλο». Με την ως άνω τροποποίηση του 1441 ΑΚ επιδιώχθηκε η έκδοση συναινετικού διαζυγίου με τον ίδιο τρόπο που συστήθηκε ο γάμος, δηλ. με συμφωνία των συζύγων. Η συμφωνία, για την οποία είναι υποχρεωτική η παράσταση πληρεξουσίων δικηγόρων, υποβάλλεται στο δικαστήριο, που ελέγχει τη νομιμότητά της, επικυ­ρώνει αυτήν και κηρύσσει τη λύση του γάμου. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι πλέον το ως άνω τελευταίο εδάφιο της ΑΚ 1441, καθώς ο νομοθέτης για πρώτη φορά θεωρεί ότι η απόφαση του μονομελούς πρωτοδικείου στα πλαίσια της συναινετικής λύσης του γάμου μπορεί να αφορά και στη διατροφή των ανήλικων τέκνων κι επ` αυτού η απόφαση θα αποτελεί εκτελεστό τίτλο. Προκειμένου η απόφαση βέβαια να αφορά και στη διατροφή των ανήλικων τέκνων, θα πρέπει να έχει κατατεθεί σχετική συμ­φωνία των συζύγων στα πλαίσια της εκούσιας δικαιο­δοσίας.  Το Δικαστήριο, ωστόσο,  στη διαδικασία του συναι­νετικού διαζυγίου επιλύει γνήσια υπόθεση της εκούσιας δικαιοδοσίας, στο πλαίσιο της οποίας λαμβάνει ρυθμι­στικά μέτρα για τη διάπλαση έννομης σχέσης, δίχως να προβαίνει σε αναγνώριση ιδιωτικών δικαιωμάτων (ΑΠ 1003/2013 ΝοΒ 62(2014). 29, ΑΠ 1030/2001 ΕλλΔνη 42(2001). 1601, βλ. Μπέη, Εισαγωγή στη δικονομική σκέψη, § 25, σ. 357), απλώς επικυρώνει τις συμφωνίες των διαδίκων, δεν ρυθμίζει τίποτε το ίδιο και μόνον ως προς τις επικυρωμένες από το Δικαστήριο συμφωνίες των συζύγων η απόφαση αποτελεί εκτελεστό τίτλο από τον νόμο (βλ. Νικολόπουλου Π., Η εκτελεστότητα των συμφωνιών των συζύγων εν όψει λύσης του γάμου με συναινετικό διαζύγιο, ΕφΑΔ 2015. 699).  Ως εκ τούτου, κατά τη διαδικασία συναινετικής λύσης του γάμου με διαζύγιο, το ζήτημα της διατροφής δεν αποτελεί κύριο ζήτημα της δίκης, αλλά σωρεύεται για λόγους ταχύτητας, ενότητας στη λύση των οικογενειακών διαφορών,  οικονομίας της δίκης και  δικαστικής ενέργειας, χωρίς να αλλοιώνεται ωστόσο η φύση της δίκης και το αντικείμενό της που είναι απλώς η συναινετική λύση του γάμου με βάση τις συμφωνίες των μερών (συζύγων) για το διαζύγιο και τη ρύθμιση της επιμέλειας και της επικοινωνίας των ανηλί­κων τέκνων τους (για τα οποία και μόνο -και όχι για τη διατροφή- επιβάλλεται από την ΑΚ 1441 η προσκομιδή σχετικής συμφωνίας σε περίπτωση ύπαρξης ανηλίκων τέκνων των συζύγων), καθώς το Δικαστήριο δεν υπεισέρ­χεται σε κατ` ουσίαν κρίση επί των συμφωνιών των συμβαλλομένων μερών, τις οποίες απλώς και μόνο επικυρώ­νει, αφού δεν υπάρχει αντιδικία των συζύγων, αλλά σύμπλευση και συναίνεση (συμφωνία) τους, για την απόκτηση του εκτελεστού τίτλου, η δε συμφωνία για τη διατροφή, δεν αποτελεί καν υποχρεωτικό περιεχόμενο της αίτησης αυτής στην παρούσα διαδικασία, αφού και ενόψει της συναίνεσης των μερών προβλέπεται η δυνατότητα σώρευσης και η επιδίκαση, λόγω της συμφωνίας τους και όχι με υποχρεωτική διάταξη που απαγγέλει και διατάσσει το Δικαστήριο, για την εκτελεστότητά της, σύμ­φωνα με όσα επισημάνθηκαν ανωτέρω. Ως εκ τούτου, αφού η συμφω­νία περί διατροφής δεν είναι υποχρεωτική, έχει προσω­ρινό χαρακτήρα, επέχουσα κατά κάποιο τρόπο χαρα­κτήρα ασφαλιστικών μέτρων και δεν εμποδίζει την άσκηση σχετικής αγωγής διατροφής από τον δικαιούχο αυτής στο μέλλον ( βλ.  και ΕφΠειρ 677/2014, όπ.α)

ΙΙΙ. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489, 1493 του ΑΚ προκύπτει ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμος και συμβιώνουν, είτε έχει διακοπεί η συμβίωση, είτε έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν κοινή και ανάλογη με τις δυνάμεις τους υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμη και εάν αυτό έχει περιουσία, της οποίας όμως τα εισοδήματα ή το προϊόν της εργασίας του ή άλλα τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για τη διατροφή του. Και ναι μεν οι ως άνω διατάξεις, που ρυθμίζουν  την υποχρέωση διατροφής μεταξύ ανιόντων και κατιόντων, αποτελούν κανόνες αναγκαστικού δικαίου, δεν αποκλείουν, όμως, να ρυθμιστεί η διατροφή με σύμβαση  μεταξύ των ενδιαφερομένων ή να καταρτισθεί μεταξύ αυτών συμβιβασμός για τη διατροφή, η συμφωνία, όμως, προσδιορισμού της διατροφής τελεί υπό τον  περιορισμό του άρθρου 1499 ΑΚ,  σύμφωνα με το οποίο δεν επιτρέπεται να περιληφθεί σ` αυτήν όρος που περιέχει παραίτηση από τη διατροφή για το μέλλον. Η συμφωνία καθορισμού διατροφής είναι, λοιπόν, έγκυρη μόνο υπό την προϋπόθεση της μη παραιτήσεως για το μέλλον από την κατά νόμο διατροφή (ΑΠ 782/2003,ΕφΠειρ 677/2014, όπ.α, ΕφΘες 805/2003, δημοσιευμένες στη Νόμος).

Στην προκειμένη περίπτωση η ενάγουσα με την από 26.9.2018 και με αριθμ.εκθ.καταθ. ………../27.9.2016 αγωγή της, κατ ορθή εκτίμηση του δικογράφου, την οποία άσκησε για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου των διαδίκων, ….., που απέκτησε από το γάμο της με τον εναγόμενο, που λύθηκε κοινή συναινέσει με την με αριθμό 5493/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ισχυριζόμενη ότι έχει την επιμέλεια της ανήλικης, δυνάμει της από 30.5.2013 έγγραφης συμφωνίας των διαδίκων περί ρυθμίσεως της επιμέλειας του προσώπου της ανήλικης και επικοινωνίας του εναγόμενου με αυτήν, η οποία επικυρώθηκε με την προαναφερόμενη απόφαση,  ζητούσε, μετά τον παραδεκτό, κατ άρθρο 223 και 295 ΚΠολΔ, με τις προτάσεις της και με δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου της που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την πρωτοβάθμια απόφαση πρακτικά,  περιορισμό του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε εν μέρει αναγνωριστικό να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να προκαταβάλει σ αυτήν μηνιαίως, υπό την ανωτέρω ιδιότητά της, ως ασκούσας την επιμέλεια της ανήλικης και για λογαριασμό της,  εντός του πρώτου τριημέρου εκάστου μηνός ως συμμετοχή του για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών της ανήλικης, τις οποίες προσδιορίζει κατ είδος αλλά και συνολικά στην αγωγή της, καθώς η τελευταία (ανήλικη) αδυνατεί να αυτοδιατραφεί από δικά της εισοδήματα ή περιουσία, το ποσό των 3.000 ευρώ μηνιαίως και να αναγνωρισθεί ότι ο εναγόμενος υποχρεούται να της προκαταβάλει ως συμμετοχή του στην ανάλογη σε χρήμα διατροφή της ανήλικης, για την ως άνω αιτία, το ποσό των 4.500 ευρώ μηνιαίως, τα εν λόγω δε ποσά για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επομένη επίδοσης της κρινόμενης αγωγής, νομιμοτόκως από καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης και μέχρι την εξόφληση.  Επί της αγωγής αυτής, συζητήσεως γενομένης αντιμωλία των διαδίκων, εκδόθηκε η με αριθμό 118/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, το οποίο, αφού έκρινε καθ όλα ορισμένη και νόμιμη την αγωγή, έκανε εν μέρει δεκτή αυτήν ως βάσιμη και στην ουσία της και υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα, υπό την ως άνω ιδιότητά της, εντός του πρώτου τριημέρου εκάστου μηνός και για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επομένη επίδοσης της αγωγής, ως τακτική σε χρήμα διατροφή της ανήλικης, το ποσό των 2.000 ευρώ μηνιαίως, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας μέχρι την πλήρη εξόφληση. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται τώρα οι διάδικοι,  ο μεν εναγόμενος με την ως άνω έφεσή του και τους πρόσθετους λόγους αυτής η δε ενάγουσα με την προαναφερόμενη έφεσή της, για λόγους οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και ζητούν, κατ ορθή εκτίμηση των δικογράφων : α) η μεν ενάγουσα να εξαφανιστεί η πρωτοβάθμια απόφαση ώστε να γίνει εξ ολοκλήρου δεκτή η κρινόμενη αγωγή της και β) ο δε εναγόμενος επιδιώκοντας την εξαφάνιση της πρωτοβάθμιας απόφασης ώστε να απορριφθεί εξ ολοκλήρου η σε βάρος του αγωγή άλλως τη μεταρρύθμισή της με σκοπό την μείωση της επιδικασθείσας σε βάρος του διατροφής.

Ο εκκαλών-εναγόμενος με τον δεύτερο πρόσθετο λόγο της κρινόμενης έφεσής του ισχυρίζεται ότι η κρινόμενη αγωγή, η οποία, κατά τα προαναφερόμενα, κρίθηκε καθ όλα ορισμένη και νόμιμη από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, έπρεπε να απορριφθεί ως αόριστη και μη νόμιμη  για τους εξής λόγους: Με την από 30.5.2013 έγγραφη συμφωνία των διαδίκων, με την οποία, κατά τα προαναφερόμενα, ρυθμίστηκε η επιμέλεια του ανηλίκου και η επικοινωνία του με αυτόν, επικυρωθείσα με την με αριθμό 5493/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που απήγγειλε, κατά τα προαναφερόμενα, τη λύση του γάμου του με την ενάγουσα-εφεσίβλητη, στα πλαίσια έκδοσης συναινετικού διαζυγίου, ρυθμίστηκε και το δικαίωμα διατροφής του ανηλίκου, την υποχρέωση δε αυτή εγκύρως είχε αναλάβει εξ ολοκλήρου  η ενάγουσα-μητέρα του. Παρά, όμως, τη συμβατική αυτή ρύθμιση, κατά τον εκκαλούντα, του δικαιώματος διατροφής του ανηλίκου, με την ένδικη αγωγή δεν υποβλήθηκε αίτημα από την ενάγουσα περί μεταρρύθμισης της ανωτέρω συμφωνίας άλλως της ως άνω απόφασης που επικύρωσε αυτήν, επιπλέον δε, δεν προσδιορίσθηκαν, για το ορισμένο της, οι κατά την έγερση της αγωγής ανάγκες του ανηλίκου καθώς και οι ανάγκες αυτού κατά την κατάρτιση του ανωτέρω συμφωνητικού, καθώς και η  ουσιαστική μεταβολή των συνθηκών που επήλθε που να δικαιολογεί την άσκηση της κρινόμενης αγωγής. Ο λόγος αυτής της έφεσης τυγχάνει αβάσιμος και ως εκ τούτου απορριπτέος, διότι η αγωγή με το προαναφερόμενο περιεχόμενο και αίτημα, περιέχει όλα τα απαραίτητα για το ορισμένο αυτής στοιχεία, ως αυτά εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας (υπό στοιχ.Ι), ενώ προσέτι για το ορισμένο και νόμιμο αυτής, δεν απαιτείται, ως αβασίμως ισχυρίζεται ο εναγόμενος, αφ ενός μεν να παρατίθενται οι ανάγκες του ανηλίκου-συνθήκες στις οποίες είχε στηριχθεί η κατάρτιση της ως άνω συμφωνίας και η μεταβολή που επήλθε στις συνθήκες αυτές που δικαιολογούν την άσκησης της κρινόμενης αγωγής (σημειουμένου ότι οι ανάγκες του ανηλίκου, κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, που είναι προσδιοριστικές του ύψους της αιτούμενης διατροφής, εκτίθενται λεπτομερώς στο ένδικο δικόγραφο) αφ ετέρου δε να αιτηθεί η ενάγουσα με την κρινόμενη αγωγή τη μεταρρύθμιση της ως άνω συμφωνίας ή της προαναφερόμενης απόφασης που επικύρωσε αυτή, καθώς, κατά τα εκτενώς αναφερόμενα, στην υπό στοιχ.ΙΙ, νομική σκέψη της παρούσας, η ως άνω συμφωνία  περί διατροφής, στα πλαίσια έκδοσης του συναινετικού διαζυγίου, δεν είναι υποχρεωτική, έχει προσω­ρινό χαρακτήρα, και δεν εμποδίζει την άσκηση σχετικής αγωγής διατροφής, κατά την αμφισβητούμενη δικαιοδοσία,  από τον δικαιούχο αυτής στο μέλλον, ήτοι την ανήλικη, εκπροσωπούμενη από την ασκούσα την επιμέλεια αυτής μητέρα της, ως στην προκείμενη περίπτωση.

Εξάλλου, ο εναγόμενος-εκκαλών με τον πρώτο λόγο  της κρινόμενης έφεσης και τον πρώτο πρόσθετο λόγο αυτής, κατ ορθή εκτίμηση αυτών, επαναφέρει τον προταχθέντα και πρωτοδίκως ισχυρισμό του περί καταχρηστικής άσκησης του αγωγικού δικαιώματος, επικαλούμενος ότι με το από 30.5.2013 ως άνω ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ αυτού και της ενάγουσας συμφωνήθηκε  όπως αυτή αναλάβει την υποχρέωση να καταβάλει όλες τις εν γένει δαπάνες για την διαβίωση  του ανηλίκου στην κατοικία της και ως εκ τούτου ρυθμίστηκε εγκύρως δια της ως άνω συμβάσεως ο τρόπος καταβολής της διατροφής του ανηλίκου από τους γονείς του και δη ότι η εν λόγω αξίωση θα καλύπτονταν μόνο από την ενάγουσα-μητέρα της ανήλικης, όρος, που είχε ως συνέπεια την παραίτησή του από την αξίωση συμμετοχής του στα αποκτήματα της ενάγουσας, κατά τη διάρκεια του γάμου τους, ανερχόμενης στο ποσό των 700.000 ευρώ, τα οποία αυτός κατέβαλε για την ανέγερση και επίπλωση ενός πολυτελούς εξοχικού συγκροτήματος τριών  κατοικιών της ενάγουσας στο ….. Κεφαλληνίας, την οποία παραίτηση από την ως άνω αξίωσή του η ενάγουσα του ζήτησε προτείνοντάς του να αναλάβει αυτή την κάλυψη των διατροφικών αναγκών της ανήλικης κόρης τους και ότι επί τρία και πλέον χρόνια η εν λόγω συμφωνία τηρήθηκε από την ενάγουσα μέχρι την άσκηση της κρινόμενης αγωγής, η οποία έγινε αφού η ως άνω αξίωσή του  (περί συμμετοχής στα αποκτήματα) έχει υποπέσει σε παραγραφή. Έχοντας το ως άνω περιεχόμενο, η ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος είναι μη νόμιμη και απορριπτέα, καθόσον η προκείμενη αγωγή εγείρεται από την ενάγουσα, κατά τα προαναφερόμενα,  όχι για το εαυτό της ατομικά αλλά για λογαριασμό του δικαιούχου τέκνου της, το οποίο είναι και ο μόνος δικαιούχος του ένδικου  αγωγικού δικαιώματος, περί καταβολής διατροφής, και το οποίο, κατά τα αναφερόμενα ανωτέρω, ουδόλως δεσμεύεται από την ως άνω συμφωνία περί διατροφής ώστε να μην ασκήσει την ένδικη αγωγή διατροφής κατά του υπόχρεου εκ του νόμου, ενόψει των προαναφερόμενων στην υπό στοιχ.ΙΙΙ νομική σκέψη της παρούσας  πατέρα του, δοθέντος ότι  αφ ενός μεν η εν λόγω συμφωνία  έχει προσω­ρινό χαρακτήρα και δεν εμποδίζει την άσκηση σχετικής αγωγής διατροφής από τον δικαιούχο αυτής στο μέλλον αφ ετέρου δε, αν ήθελε θεωρηθεί ότι δια αυτής, συμφωνήθηκε η παραίτηση του ανηλίκου, δια της εκπροσώπου μητέρας του, από την  αξίωση διατροφής του κατά εναγομένου πατέρα του στο μέλλον, η ως άνω συμφωνία, ενόψει των προαναφερομένων, στη μείζονα σκέψη της παρούσας,  είναι απολύτως άκυρη και θεωρείται σαν να μη έγινε.  Κατόπιν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα, απορρίπτοντας ως μη νόμιμο τον ως άνω ισχυρισμό περί καταχρηστικής ασκήσεως του αγωγικού δικαιώματος, έστω και με διαφορετική εν μέρει αιτιολογία, την οποία αιτιολογία το Δικαστήριο τούτο αντικαθιστά με την ορθή παραπάνω αιτιολογία (αρθ. 534 Κ.Πολ.Δ), ορθά εφήρμοσε το νόμο, τα δε περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα από τον εκκαλούοντα-εναγόμενο στον ως άνω λόγο και πρόσθετο λόγο έφεσης κρίνονται ως αβάσιμα και απορριπτέα.

Ο εκκαλών με τον τρίτο λόγο της έφεσής του ισχυρίζεται ότι η εκκαλουμένη απόφαση έσφαλε διότι παρά το γεγονός ότι η ενάγουσα με την αγωγή της, κατόπιν του προαναφερόμενου περιορισμού της  αιτήματος αυτής από καταψηφιστικό  σε εν μέρει αναγνωριστικό, ζήτησε   να υποχρεωθεί αυτός να προκαταβάλει σ αυτήν μηνιαίως, υπό την ανωτέρω ιδιότητά της, ως ασκούσας την επιμέλεια της ανήλικης και για λογαριασμό της,  ως μηνιαία διατροφή της  το ποσό των 3.000 ευρώ μηνιαίως και να αναγνωρισθεί ότι  υποχρεούται να της προκαταβάλει για την ως άνω αιτία  το ποσό των 4.500 ευρώ μηνιαίως, η εκκαλουμένη τον υποχρέωσε να καταβάλει, με προσωρινά εκτελεστή απόφαση,  το ποσό των 2.000 ευρώ μηνιαίως, χωρίς να αναλύει ποιο από το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο καταψηφιστικό αίτημα της αγωγής και ποιο στο αναγνωριστικό. Ο λόγος αυτό της έφεσης τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος, καθώς, ουδόλως έσφαλε η εκκαλουμένη, αφού, κατά τα προαναφερόμενα το καταψηφιστικό αίτημα της αγωγής ανήρχετο σε 3.000 ευρώ και αυτή επιδίκασε έλασσον αυτού, ήτοι 2.000 ευρώ, με αποτέλεσμα να μην τίθεται θέμα διάκρισης  ποιο από το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο καταψηφιστικό αίτημα της αγωγής και ποιο στο αναγνωριστικό αυτής, ως αβασίμως ισχυρίζεται ο εκκαλών.

  1. IV. Το μέτρο της διατροφής από το νόμο μεταξύ των ανιόντων και κατιόντων, προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής του και περιλαμβάνει τα αναγκαία για τη συντήρηση και εν γένει εκπαίδευσή του έξοδα. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβιώσεως, που ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη επιτηρήσεως και εκπαιδεύσεως και την κατάσταση της υγείας του δικαιούχου, σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου. Για να καθοριστεί το ποσό της δικαιούμενης διατροφής αξιολογούνται κατ` αρχήν τα εισοδήματα των γονέων από οποιαδήποτε πηγή και στη συνέχεια προσδιορίζονται οι ανάγκες του τέκνου, καθοριστικό δε στοιχείο είναι οι συνθήκες της ζωής του, δηλαδή οι όροι διαβιώσεώς του, χωρίς όμως να ικανοποιούνται οι παράλογες αξιώσεις. Η δαπάνη για την εξυπηρέτηση στεγαστικών ή καταναλωτικών δανείων δεν προαφαιρείται από τα εισοδήματα του υπόχρεου, αλλά λαμβάνεται υπόψη ως επιπλέον βιοτική ανάγκη του (ΑΠ 120/2013, ΑΠ 680/2010, ΑΠ 204/2010, ΑΠ 837/2009, ΑΠ 471/2005, ΕφΔωδ 195/2013, δημοσιευμένες στη Νόμος). Ακολούθως, από τις διατάξεις των άρθρων 1389, 1390 και 1489 παρ. 2 του ΑΚ προκύπτει ότι ο γονέας, που ενάγεται ως υπόχρεος χρηματικής διατροφής τέκνου, έχει τη δυνατότητα, μεταξύ άλλων, να προβάλει αμυνόμενος, για τη μερική κατάλυση της αγωγής, ότι υπάρχει και άλλος γονέας, ο οποίος έχει οικονομικές δυνάμεις με τις οποίες, σε αναλογία προς τις δυνάμεις του εναγομένου, αν η έγγαμη συμβίωση εξακολουθούσε, θα υπείχε και εκείνος υποχρέωση συνεισφοράς στη διατροφή του κοινού τέκνου, με συνέπεια τον αντίστοιχο περιορισμό της υποχρέωσης του εναγομένου. Η προβολή του ισχυρισμού αυτού λειτουργεί ως ένσταση. Ωστόσο όμως, στην περίπτωση που με την αγωγή δεν ζητείται το σύνολο του ποσού, στο οποίο αποτιμώνται οι διατροφικές ανάγκες του δικαιούχου, αλλά μόνο το μέρος το οποίο κατά την άποψη του ενάγοντος πρέπει να βαρύνει τον εναγόμενο γονέα, σε αναλογία προς τις οικονομικές δυνάμεις αυτού και του άλλου γονέως (του εναγομένου), ο αμυντικός ισχυρισμός ότι η αναλογία αυτή είναι διαφορετική από εκείνη που αναφέρεται στην αγωγή, λειτουργεί ως άρνηση. Τότε, ο συσχετισμός των οικονομικών δυνάμεων των δύο γονέων πρέπει να γίνει από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως,σύμφωνα προς τα εκατέρωθεν αποδεικνυόμενα πραγματικά περιστατικά και ανεξάρτητα από την πληρότητα της σχετικής καταχώρισης του ισχυρισμού στα πρακτικά ή τις προτάσεις του εναγομένου (ΕφΘεσ 1101/2002, ΕφΠειρ 309/2016, δημοσιευμένες στη Νόμος).

Στην προκειμένη περίπτωση από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, οι οποίες δόθηκαν νομότυπα στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά,  από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, τα οποία νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι, τα οποία (έγγραφα)  λαμβάνονται υπόψη, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων (εγγράφων)  περιλαμβάνονται  και τα επικαλούμενα και προσαγόμενα από τον εκκαλούντα, υπ.αριθμ.16-53 έγγραφα, τα οποία, παρά τα αβασίμως υποστηριζόμενα από την εκκαλούσα, παραδεκτώς προσάγονται το πρώτον απ αυτόν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και παραδεκτώς  λαμβάνονται απ αυτό υπόψη, αφού ενώπιον του Εφετείου επιτρεπτώς προσκομίζονται και νέα αποδεικτικά μέσα, κατ άρθρο 529 παρ.1 ΚΠολΔ (ΑΠ 204/2017, ΑΠ 1114/2011, δημοσιευμένες στη Νόμος, ΑΠ 670/2015, ΤΝΠ ΔΣΑ), χωρίς η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σ` αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους   έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα και όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723) και  από  τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, τα οποία λαμβάνει υπόψη του το δικαστήριο αυτεπάγγελτα και χωρίς απόδειξη (άρθρο  336 παρ. 4 ΚΠολΔ) αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά:: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο, στην Μύκονο, στις …..,  από τον οποίο απέκτησαν  ένα ανήλικο τέκνο, τη ….., που γεννήθηκε στις 17.6.2002. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων δεν εξελίχθηκε ομαλά, από λόγους που δεν αφορούν την κρινόμενη υπόθεση, και ο γάμος τους λύθηκε κοινή συναινέσει με την με αριθμό 5493/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, εκδοθείσας κατά την διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας, που, ως συνομολογείται από τους διαδίκους, έχει καταστεί αμετάκλητη. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι το ως άνω ανήλικο τέκνο των διαδίκων, ηλικίας 14 ετών, κατά την άσκηση της αγωγής, δεν έχει περιουσία ή εισοδήματα από οποιαδήποτε πηγή και λόγω της ηλικίας του αδυνατεί βεβαίως να ασκήσει βιοποριστική εργασία. Επομένως και οι δύο γονείς  του, ενόψει των προαναφερομένων στη μείζονα σκέψη της παρούσας (υπό στοιχ.ΙΙΙ)  έχουν υποχρέωση να το διατρέφουν από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του. Ο εκκαλών-εφεσίβλητος-εναγόμενος πατέρας της ανήλικης μέχρι το τέλος του 2013 διατηρούσε την ιδιότητα του αντιπροέδρου διευθύνοντος συμβούλου της εταιρίας με την επωνυμία «………», αντικείμενο της οποίας είναι, μεταξύ άλλων, η εκμετάλλευση ενός ξενοδοχειακού συγκροτήματος με το διακριτικό τίτλο  «…….», κατηγορίας τριών αστέρων και δυναμικότητας 152 κλινών, που βρίσκεται στον Πειραιά, επί ακινήτου αποκλειστικής κυριότητας της εταιρίας. Από τις 4.2.2014 λαμβάνει σύνταξη από το ΙΚΑ, ανερχόμενη, κατά το επίδικο διάστημα, στο ποσό των 1.213,46 ευρώ καθαρά. Ωστόσο και μετά την συνταξιοδότησή του δεν σταμάτησε να ασχολείται με την διαχείριση της εταιρίας, η οποία τυγχάνει οικογενειακή επιχείρηση, αντλώντας, παρά τα αβασίμως υποστηριζόμενα απ αυτόν στην κρινόμενη έφεσή του  και απ αυτή εισοδήματα. Ειδικότερα,  το μετοχικό κεφάλαιο της εν λόγω εταιρίας, ανερχόμενο, κατόπιν αυξήσεως αυτού σε 2.445.084 ευρώ,  διαιρείται σε 611.271 μετοχές, αξίας εκάστης 4 ευρώ, στον δε εναγόμενο ανήκουν 275.071 ονομαστικές μετοχές, οι οποίες εκπροσωπούν ποσοστό 45% του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας. Η δε τελευταία, τα περιουσιακά στοιχεία της οποίας ανέρχονται σε 3.568.776,65 ευρώ, τα τελευταία χρόνια, και δη από το 2015 και έκτοτε,   ενόψει και της αυξήσεως του τουρισμού στην χώρα μας, παρουσίασε κέρδη από την εκμετάλλευση του εν λόγω ξενοδοχείου, ανερχόμενα το έτος 2015 σε 142.544,43 ευρώ, η πορεία της δε, παρά τα αβασίμως υποστηριζόμενα από τον εναγόμενο, σύμφωνα με τον οποίο είναι ζημιογόνα, είναι σταθερώς ανοδική και κερδοφόρα (βλ.ιδίως έκθεση διαχείρισης του διοικητικού συμβουλίου της εταιρίας για τη χρήση 2015). Ο εναγόμενος για το φορολογικό έτος 2015 δήλωσε φορολογητέο εισόδημα 18.471,56 ευρώ και προστιθέμενη διαφορά δαπανών 6.160,93 ευρώ, για το φορολογικό έτος 2014 δήλωσε εισόδημα 25.937,96 ευρώ και αυτοτελώς φορολογούμενα ποσά 60.361,09 ευρώ, που αποτελούσαν τόκους καταθέσεων τραπεζών ημεδαπής προέλευσης 15.835,54 ευρώ  και εισοδήματα που εξαιρούνται της εισφοράς (άρθρο 29 παρ.2 του Ν.3986/2011), ποσού 44.525,55 ευρώ( βλ. το με αριθμ.πρωτ……/13.9.2016 έγγραφο της ΔΟΥ Ε Πειραιά). Από τα ανωτέρω στοιχεία αποδεικνύεται ότι ο εναγόμενος στο παρελθόν διατηρούσε στην Ελλάδα σημαντικές τραπεζικές καταθέσεις στο όνομά του, τις οποίες, πλέον, κατά το χρόνο συζήτησης της παρούσας, δεν διατηρεί, αφού ως αποδείχθηκε, στα πλαίσια  κατάσχεσης εις χείρας τρίτου που προέβη η ενάγουσα προς εκτέλεση της εκκαλουμένης απόφασης, αυτός διατηρεί στο όνομά του, πλέον,  ένα μόνο τραπεζικό λογαριασμό, ήτοι στην τράπεζα .., στον οποίο κατατίθεται η σύνταξή του. Ωστόσο, ως  ο ίδιος κατέθεσε, στα πλαίσια της δίκης των ασφαλιστικών μέτρων  και δη αυτής που διεξήχθη με αφορμή την άσκηση της με αριθμό καταθ… …../18.4.2018 αιτήσεώς του  με βάση το άρθρο 912 παρ.1 και 2 ΚΠολΔ με την οποία ζήτησε την αναστολή εκτέλεσης της εκκαλουμένης αποφάσεως, τυγχάνει συνδικαιούχος κατάθεσης χρημάτων στο εξωτερικό με την αδελφή του και την μητέρα του, μη επακριβώς προσδιορισθέντος ύψους, πάντως ιδιαίτερα σημαντικού (βλ. την  με αριθμό 1227/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εκδοθείσας με αφορμή την ως άνω αίτηση). Στην προσκομιζόμενη  και επικαλούμενη δε απ αυτόν  δήλωσή του φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2017 δήλωσε εισόδημα από κύριες συντάξεις 16.734,92 ευρώ και από επικουρικές και μερίσματα 1.298,47 ευρώ. Αποδείχτηκε, επίσης, ότι είναι κύριος  δύο επιβατικών αυτοκινήτων, ήτοι του με αριθμ…… επιβατικού αυτοκινήτου, 2.464  κυβικών, εργοστασίου κατασκευής DAIMLER CΗRYSLER, τύπου WRANGLER, που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στις 14.7.2000 και ενός SMART, με αριθμό κυκλοφορίας ……., με ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας 26.5.2015 και ενός σκάφους,  με αριθμό  νηολογίου, ΛΕ . ., μήκους 8 μέτρων, έτους πρώτης νηολόγησης  2000. Οσον αφορά δε την ακίνητη περιουσία του αυτή αποτελείται από ένα διαμέρισμα 185,68 τμ με βοηθητικούς χώρους 182,54 τμ, κείμενο στη … Αττικής, επί της οδού ….., που αποτελούσε στο παρελθόν την συζυγική στέγη των διαδίκων, της οποίας, πλέον, μετά την μεταβίβαση ποσοστού 90% στην ενήλικη, από τον πρώτο γάμο του, κόρη του ……, είναι κύριος σε ποσοστό 10% . Το εν λόγω διαμέρισμα πλέον εκμισθώνεται αντί του ποσού των 1.500 ευρώ μηνιαίως, ο δε εναγόμενος λαμβάνει, εκ του λόγου αυτού, το ποσό των 150 ευρώ, που αντιστοιχεί στο ποσοστό κυριότητάς του. Οι αιτιάσεις της ενάγουσας-εκκαλούσας στην ένδικη έφεσή της ότι ο εναγόμενος-εκκαλών λαμβάνει μηνιαίο μίσθωμα από την εκμίσθωση της ως άνω  οικίας ποσού 3.000 ευρώ δεν αποδείχθηκαν, δεδομένου ότι αφ ενός μεν στο προσκομιζόμενο και επικαλούμενο απ αυτόν έντυπο δήλωσης της εν λόγω μίσθωσης της ΑΑΔΕ (Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων) προκύπτει ότι το μηνιαίο μίσθωμα ανέρχεται σε 1.500 ευρώ αφ ετέρου δε ουδόλως αποδείχθηκε ότι αυτός λαμβάνει, ως αυτή ισχυρίσθηκε,  όλο το μίσθωμα από την εκμίσθωσή του. Αυτός διαμένει κυρίως στην πρώην οικογενειακή  εξοχική  κατοικία, ήτοι  μία  μεζονέτα, στο … Αναβύσσου, την οποία μισθώνει με ετήσιο μίσθωμα 5.000 ευρώ, επιβαρυνόμενος ως εκ τούτου με μηνιαίες δαπάνες στέγασης 417 ευρώ καθώς και με τις συνήθεις λειτουργικές δαπάνες της κατοικίας αυτής (ύδρευση, ηλεκτροφωτισμός, κοινόχρηστα  κλπ), την οποία, πάντως,  δεν αποδείχθηκε, παρά τα αβασίμως υποστηριζόμενα από την ενάγουσα-εκκαλούσα ότι υπομισθώνει και ως εκ τούτου αποκομίζει κάποιο εισόδημα απ αυτή.  Άλλα εισοδήματα ή άλλη κινητή και ακίνητη περιουσία, πλην των προαναφερομένων, δεν αποδείχθηκε ότι έχει ο εναγόμενος-εκκαλών, ούτε επιβαρύνεται εκ του νόμου με έξοδα διατροφής τρίτου προσώπου, πλην της ως άνω ανήλικης κόρης του, αντιμετωπίζει δε  τις συνήθεις διατροφικές ανάγκες τις οποίες αντιμετωπίζουν άτομα της αυτής με τον εναγόμενο ηλικίας (ο εναγόμενος, γεννηθείς στις 4.2.1956, κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής διήνυε το 60ο της ηλικίας του), κοινωνικής και προσωπικής κατάστασης. Ενόψει όλων των ως άνω αποδειχθέντων, με βάση και τα διδάγματα της κοινής πείρας,  κατά την κρίση του Δικαστηρίου,  ο εναγόμενος-εκκαλών από τις ως άνω δραστηριότητές του αποκερδαίνει μηνιαίο εισόδημα ανερχόμενο τουλάχιστον στο ποσό των 8.000 ευρώ και όχι 18.000 ευρώ, ως αβασίμως ισχυρίζεται η ενάγουσα-εκκαλούσα  με την ένδικη έφεσή της και το σχετικό λόγο αυτής, ή μόνο  1.213,46 ευρώ καθαρά, ήτοι όσο η μηνιαία του σύνταξη, ως καθ υπερβολή επικαλείται ο εναγόμενος στην ένδικη έφεσή του. Διαφορετικό συμπέρασμα δε μπορεί να συναχθεί από τα ως άνω στοιχεία που εμφαίνονται στα προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τον εναγόμενο αντίγραφα της δήλωσης φορολογίας εισοδήματός του των ως άνω οικονομικών ετών, ιδίως δε της δήλωσης φορολογίας εισοδήματός του έτους 2017 που αυτός προσκομίζει και επικαλείται προς απόδειξη του ισχυρισμού του ότι το μοναδικό μηνιαίο εισόδημά του είναι η ως άνω σύνταξή του, δοθέντος ότι οι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος δεν αποτελούν αδιάψευστο κριτήριο του πραγματικού εισοδήματος του φορολογουμένου, εφόσον, δεν προκύπτει, ως στην προκείμενη υπόθεση, ότι έχει ελεγχθεί η ειλικρίνειά τους (ΑΠ 1330/2011, ΕφΠειρ 749/2016, δημοσιευμένες στη Νόμος). ΄Αλλωστε με τα ως άνω δηλωθέντα απ αυτόν εισοδήματα αφ ενός μεν δε μπορεί να δικαιολογηθεί η από μέρους του συντήρηση των ως άνω κινητών περιουσιακών στοιχείων, ήτοι δύο αυτοκινήτων και ενός σκάφους, αφ ετέρου δε η πολυτελής διαβίωσή του και δη τα συνεχή ταξίδια του στο εξωτερικό (Αμερική και Ευρώπη, διαμένοντας σε πολυτελή ξενοδοχεία  (βλ. σχετ. κατάθεση μάρτυρος απόδειξης, ………., η οποία εξετασθείσα πρωτόδικα, σε σχετική ερώτηση, κατέθεσε επί λέξει «….ο άνθρωπος είχε μάθει να ξοδεύει χρήματα να κάνει ταξίδια να περνάει όμορφα. Βέβαια πολυτελή ζωή, αφού είχε χρήματα γιατί να μην το κάνει άλλωστε……Πολλά ταξίδια κάνει ο κύριος ….. του αρέσει να ταξιδεύει και ταξιδεύει στο εξωτερικό για αναψυχή….Την έχει πάρει ( εννοεί την ανήλικη)……στην Αγγλία και στην Γαλλία αλλά και σχετική κατάθεση μάρτυρος ανταπόδειξης, …….. η οποία, μεταξύ άλλων, ερωτηθείσα για το θέμα αυτό, ήτοι αν  ο εναγόμενος κάνει  ταξίδια στο εξωτερικό  επί λέξει κατέθεσε «……Κάνει ναι ….Απ όσο γνωρίζω κάνει ταξίδια, τώρα αν είναι συχνά ή όχι δεν το γνωρίζω…..». Εξάλλου η μητέρα της ανήλικης, κατά το χρόνο συζήτησης πρωτόδικα της κρινόμενης αγωγής, εργαζόταν και εξακολουθεί να εργάζεται ως διευθύντρια μάρκετιγκ στην εταιρία με την επωνυμία «………», αντί μηνιαίου μισθού, ανερχόμενου στο ποσό των 1700  ευρώ,   χωρίς στο  ποσό αυτό να συνυπολογίζονται και τα μπόνους που, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας,  μετά βεβαιότητας, λαμβάνει, λόγω της φύσεως της ως άνω εργασίας της, στην εταιρία, μη επακριβώς καθ ύψος προσδιορισθέντα πάντως ουδόλως ευκαταφρόνητα.  Οι αιτιάσεις του εναγόμενου-εκκαλούντος στην κρινόμενη έφεσή του ότι η ως άνω ενάγουσα δεν είναι απλή υπάλληλος στην ως άνω εταιρία αλλά ανήκει σ αυτήν δεν αποδείχθηκαν από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού. Στο παρελθόν  και δη έως το μήνα Σεπτέμβριο του 2017 η ενάγουσα εργαζόταν στην εταιρία με την επωνυμία «……….», λαμβάνοντας μηνιαίο μισθό, ως η ίδια αναφέρει στην αγωγή της, 3.763,17 ευρώ, από την οποία παραιτήθηκε. Παρά, όμως, την ως άνω παραίτησή της εξακολουθεί να κατέχει, ως άλλωστε και στο παρελθόν,  το 33,33% των μετοχών της εν λόγω εταιρίας, που είναι ιδιαίτερα κερδοφόρα, λαμβάνοντας ετήσιο μέρισμα ανερχόμενο τουλάχιστον στο ποσό των 113.700 ευρώ  (βλ. την δήλωση φορολογίας εισοδήματος της ενάγουσας φορολογικού έτους 2017, σημειουμένου ότι κατά το φορολογικό έτος 2016 η ίδια δήλωσε ετήσιο μέρισμα  από την ως άνω εταιρία 113.700,39 ευρώ, ενώ το φορολογικό έτος 2015 303.200 ευρώ). Τυγχάνει ιδιοκτήτρια της κάτωθι ακίνητης περιουσίας και δη: 1) ενός ακινήτου, επιφανείας των κυρίων χώρων 251,20 τμ και των βοηθητικών 47,68 τμ, το οποίο βρίσκεται στη ….. Αττικής, που είναι η κύρια κατοικία αυτής και της ανήλικης 2) ενός οικοπέδου επιφανείας 625 τμ, που βρίσκεται στο …… Κεφαλληνίας εντός του οποίου έχουν ανεγερθεί τρεις πολυτελείς κατοικίες επιφανείας κυρίων χώρων η πρώτη 235,78 τμ, η δεύτερη 48 τμ και βοηθητικών 65 τμ και η τρίτη 79 τμ και βοηθητικών 70 τμ, τις οποίες προτίθεται μεν να εκμισθώσει, ώστε να αυξήσει τα μηνιαία έσοδά της,  πλην, όμως, το επίδικο χρονικό διάστημα ουδόλως προέκυψε ότι εκμισθώνει και ως εκ τούτου ότι αποκομίζει κάποιο εισόδημα απ αυτές, ως αβασίμως ισχυρίζεται ο εκκαλών. 3) ποσοστού 50% μίας οικίας,  μίας άλλης οικίας σε ποσοστό 40% και  δύο οικοπέδων σε ποσοστό 50%, όλων των ανωτέρω ακινήτων κειμένων στην νήσο Μύκονο Κυκλάδων, τα οποία δεν της αποφέρουν εισοδήματα. Είναι επίσης κυρία των κάτωθι οχημάτων, ήτοι  δύο αυτοκινήτων, με αριθμούς κυκλοφορίας …… και ……., 2979 κυβικών το καθένα, που κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά το 2006 αμφότερα καθώς και ενός σκάφους, μήκους 7 μέτρων (βλ. την ως άνω  δήλωση φορολογίας εισοδήματος της ενάγουσας φορολογικού έτους 2017), που νηολογήθηκε για πρώτη φορά το έτος 2009. Σημειωτέον ότι αυτή από την πώληση ενός ακινήτου συγκυριότητάς της, αντικειμενικής αξίας 1.075.234,56 ευρώ, αντί τιμήματος 800.000 ευρώ, που έλαβε χώρα στα τέλη του 2014 (και δη στις 13.11.2014, ως προκύπτει από το με αριθμό ……./2014 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου …….) εισέπραξε τουλάχιστον το ποσό των 300.000 ευρώ. Αλλα εισοδήματα, πόρους και περιουσία  (κινητή και ακίνητη) δεν αποδείχθηκε ότι διαθέτει η εκκαλούσα-ενάγουσα. Διαμένει, κατά τα προαναφερόμενα, με την ανήλικη κόρη της στην ως άνω ιδιόκτητη κατοικία της, στη …… Αττικής και ως εκ τούτου δε βαρύνεται με δαπάνες στέγασης, έχοντας να αντιμετωπίσει τις συνήθεις λειτουργικές δαπάνες αυτής (θέρμανση, κοινόχρηστα, ηλεκτροφωτισμός, ύδρευση κλπ), σημειουμένου ότι αυτή απασχολεί επιπλέον μία οικιακή βοηθό, αντί μηνιαίου μισθού 800 ευρώ καθώς και έναν κηπουρό, στον οποίο καταβάλει μηνιαίως 150 ευρώ. Αντιμετωπίζει δε τις συνήθεις διατροφικές ανάγκες, τις οποίες αντιμετωπίζουν άτομα της αυτής με την ενάγουσα ηλικίας (η ενάγουσα γεννήθηκε στις 22.3.1968) και κοινωνικής και προσωπικής κατάστασης. Επιβαρύνεται, προσέτι, με την αποπληρωμή τριών δανείων που έλαβε για την αποπεράτωση των ως άνω κατοικιών της, στη ….. και στο ……. Συγκεκριμένα, έχει λάβει α) στεγαστικό δάνειο, ποσού 665.000 ευρώ, για την αποπληρωμή του οποίου, κατά το έτος 2016 κατέβαλε 2.849,15 ευρώ μηνιαίως, ήδη δε κατόπιν τροποποίησης της εν λόγω σύμβασης για ένα έτος  θα καταβάλει μόνο τους τόκους β) καταναλωτικό δάνειο, ποσού 288.355,47 ευρώ, για την αποπληρωμή του οποίου το έτος 2016 κατέβαλε το ποσό των 653,81 ευρώ μηνιαίως, ήδη δε κατόπιν τροποποίησης αυτού για ένα έτος θα καταβάλει μόνο τους τόκους και γ) ένα τοκοχρεωλυτικό δάνειο, ποσού 46.644,53 ευρώ, για την αποπληρωμή του οποίου κατέβαλε το έτος 2016 το ποσό των 188,16 ευρώ μηνιαίως. Για την ασφαλιστική κάλυψη των ανωτέρω δανείων καταβάλει μηνιαίως το ποσό των 365 ευρώ, ενώ, τέλος, για την προσωπική της ασφάλιση  καταβάλει το ποσό των 100 ευρώ μηνιαίως. Τα ως άνω, όμως, ποσά,  ενόψει των προεκτεθέντων στην υπό στοιχ.ΙV μείζονα σκέψη δεν αφαιρούνται  από τα εισοδήματά της αλλά απλώς συνεκτιμώνται ως βιοτικές της ανάγκες. Ενόψει όλων των ως άνω αποδειχθέντων, με βάση και τα διδάγματα της κοινής πείρας, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η ενάγουσα-εκκαλούσα από τις ως άνω δραστηριότητές της (εργασία της και συμμετοχή της στην ως άνω εταιρία) αποκερδαίνει μηνιαίο εισόδημα ανερχόμενο τουλάχιστον στο ποσό των 12.500 ευρώ μηνιαίως και όχι 25.000 ευρώ, ως καθ υπερβολή ισχυρίζεται ο εκκαλών-εναγόμενος στην ένδικη έφεσή του ή μόνο 1.700 ευρώ, ήτοι όσο και ο μηνιαίος μισθός της, ως ισχυρίζεται αβασίμως και ομοίως καθ υπερβολή η εκκαλούσα-ενάγουσα στην ένδικη έφεσή της και στο σχετικό λόγο αυτής. Αλλωστε με το ως άνω επικαλούμενο απ αυτήν στην ένδικη έφεσή της ως μοναδικό εισόδημά της,  των 1700 ευρώ μηνιαίως  δε μπορεί να δικαιολογηθεί η πολυτελής διαβίωσή της, που περιλαμβάνει, κατά τα προαναφερόμενα, απασχόληση οικιακής βοηθού, αντί ποσού 800 ευρώ μηνιαίως, και κηπουρού για την κύρια κατοικία της, συντήρηση 2 οχημάτων και σκάφους,  καθώς και ταξίδια της στο εσωτερικό και εξωτερικό για ψυχαγωγία αυτής και της ανήλικης, για τα οποία αυτή καταβάλει, κατά μέσο όρο, ως αναφέρει η ίδια στην αγωγή της, το ποσό των  5.000 ευρώ ετησίως. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι το ανήλικο τέκνο των διαδίκων,  κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής, ήταν μαθήτρια της Γ τάξης του Γυμνασίου, φοιτούσε δε στο ………, τα ετήσια δίδακτρα του οποίου ανέρχονταν κατά το σχολικό έτος 2016-2017 και 2017-2018 στο ποσό των 14.813,40 ευρώ, ήτοι μηνιαίως 1.234,45 ευρώ. Το εν λόγω σχολείο ήταν επιλογής αμφοτέρων των διαδίκων για την καλύτερη μόρφωση της ανήλικης που είναι σε θέση και συμφώνησαν να της παρέχουν, ενόψει των ως άνω εισοδημάτων, καθώς  το εν λόγω σχολείο ακολουθεί πρόγραμμα εκπαίδευσης βασισμένο στο βρετανικό σύστημα για παιδιά ηλικίας 3-18 ετών, στρατηγικές ανάπτυξης της αριθμητικής και της γλωσσικής ικανότητας, παρέχει δε προετοιμασία για εισαγωγή στο Πανεπιστήμιο, μαθήματα όλων των επιπέδων για την ελληνική γλώσσα, τη φιλολογία και τον πολιτισμό και μία μεγάλη ποικιλία δραστηριοτήτων, εκτός διδακτέας ύλης όπως αθλητικός, μουσική, θέατρο και τέλος υπερσύγχρονο στάδιο αθλοπαιδιών και ποδοσφαίρου. Περαιτέρω, το ανήλικο φοιτά σε θερινό σχολείο στην Αγγλία και δη στο ….., περίπου για δύο εβδομάδες το καλοκαίρι, όπου πραγματοποιεί εξάσκηση στην αγγλική γλώσσα, αντί ετήσιας δαπάνης ποσού 2.550 ευρώ ετησίως, ήτοι 212,50 ευρώ μηνιαίως. Για την ασφάλιση της ανήλικης (ασφάλιση ζωής) σε ιδιωτική εταιρία απαιτείται το ποσό των 50 ευρώ μηνιαίως και για δαπάνη χρήσης κινητού τηλεφώνου το ποσό των 35 ευρώ μηνιαίως, κατά μέσο όρο. Δεν αποδείχθηκαν, όμως, από τη συνεκτίμηση του ως άνω αποδεικτικού υλικού οι αιτούμενες από την ενάγουσα-μητέρα της ανήλικης δαπάνες, για παρακολούθηση από την ανήλικη μαθημάτων pilateς καθώς και ιδιαιτέρων μαθημάτων αγγλικής και ελληνικής γλώσσας, αφού ουδόλως προσκομίζονται απ αυτή κάποιο έγγραφο, απόδειξη καταβολής των εν λόγω δαπανών ή βεβαίωση παρακολούθησης των ως άνω μαθημάτων. Αλλωστε, ενόψει της φοίτησης της ανήλικης στο ως άνω  ιδιωτικό σχολείο, που είναι αγγλόφωνο και κατά τα προαναφερόμενα παρέχει στους μαθητές του μαθήματα όλων των επιπέδων για την ελληνική γλώσσα αλλά και της φοίτησης της ανήλικης σε θερινό σχολείο στην Αγγλία για εξάσκηση της αγγλικής γλώσσας, αντί των προαναφερόμενων υψηλών ως άνω διδάκτρων, η καταβολή πρόσθετης δαπάνης για ιδιαίτερα μαθήματα αγγλικής και ελληνικής γλώσσας και αληθής υποτιθέμενη κρίνεται πολυτελής και παράλογη αξίωση και ως εκ τούτου δε δύναται να συνυπολογιστεί στις διατροφικές της ανάγκες. Τέλος το ανήλικο,  όπως προαναφέρθηκε,  διαμένει με τη μητέρα του σε διαμέρισμα ιδιοκτησίας της και ως εκ τούτου δε βαρύνεται με δαπάνες στέγασης παρά μόνο με την αναλογία του στις λειτουργικές δαπάνες της κατοικίας αυτής.  Οι λοιπές δαπάνες της ανήλικης για τροφή, ένδυση, υπόδηση, ψυχαγωγία, αγορά σχολικών ειδών και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη,  πέραν εκείνης που παρέχεται από τον ασφαλιστικό  της φορέα,  είναι οι συνήθεις δαπάνες που απαιτούνται για ανήλικα τέκνα της ηλικίας της,  των οποίων οι γονείς έχουν το ίδιο  κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο διαβίωσης με εκείνο των δικών τους γονέων, σημειουμένου ότι η ανήλικη για το επίδικο χρονικό διάστημα, λόγω των προβλημάτων δυσλεξίας που αντιμετωπίζει κρίθηκε αναγκαία η παρακολούθησή  της από αναπτυξιακό οπτομέτρη, η διάρκεια της οποίας υπολογίζεται τουλάχιστον σε 16 συνεδρίες, αντί 50 ευρώ η κάθε συνεδρία (βλ. το από 13.6.2016 έγγραφο του ως άνω ειδικού, ……..). Με βάση τα ως άνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, το δικαστήριο κρίνει ότι, για την ανάλογη με τις ανάγκες της προαναφερόμενης ανήλικης  διατροφή, όπως αυτές προκύπτουν από τις σημερινές συνθήκες της ζωής της και συγκεκριμένα τις ανάγκες της για στέγαση, ένδυση, διατροφή, εκπαίδευση, αγορά σχολικών ειδών, ιατρική παρακολούθηση, ψυχαγωγία και εν γένει συντήρησή της απαιτείται, λαμβανομένης υπόψη και της ως άνω οικονομικής καταστάσεως των γονέων της, το ποσό των 2.500 ευρώ μηνιαίως, απορριπτομένου του πέραν του ανωτέρω προσδιορισθέντος αιτουμένου από την ενάγουσα-εκκαλούσα με την ένδικη αγωγή και το σχετικό λόγο εφέσεώς της ποσού των 8.452,20 ευρώ μηνιαίως ως υπερβολικού  και αναπόδεικτου και ως εκ τούτου ουσία αβάσιμου. Σημειωτέον ότι  η ενάγουσα συμπεριλαμβάνει στο ως άνω ποσό  των 8.452,20 ευρώ μηνιαίως και αιτείται για λογαριασμό της ανήλικης το ποσό των 2.500 ευρώ και 182,50  ευρώ μηνιαίως ως συμμετοχή της στην αποπληρωμή των 3 δανείων και ασφάλισης αυτών που αυτή (ενάγουσα) έλαβε και αποτελούν ατομική της οφειλή και, κατά τα προαναφερόμενα, πρόσθετη βιοτική ανάγκη της ιδίας και όχι της ανήλικης και συνακόλουθα διατροφική ανάγκη και δαπάνη της τελευταίας.  Από το προαναφερόμενο χρηματικό ποσό ο εναγόμενος πατέρας της είναι σε θέση, με βάση την προαναφερθείσα οικονομική του δυνατότητα και την προσωπική του κατάσταση, συσχετιζόμενη με την αντίστοιχη οικονομική δυνατότητα και την προσωπική κατάσταση της ενάγουσας μητέρας της ανήλικης, να καλύψει, για το επίδικο χρονικό διάστημα, μέρος της απαιτούμενης γι αυτό μηνιαίας διατροφής τους και δη το ποσό των 1000 ευρώ μηνιαίως. Το υπόλοιπο μέρος της δικαιούμενης διατροφής της ανήλικης,  ήτοι το ποσό των 1.500 ευρώ βαρύνει την ενάγουσα-μητέρα της, με την παροχή των προσωπικών της υπηρεσιών στη φροντίδα και ανατροφή της που είναι αποτιμητές σε χρήμα και συνδέονται σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής με τη συνοίκηση μαζί της  καθώς και με τα εισοδήματα που μπορεί αποκομίζει  από τις ως άνω δραστηριότητές της.  Πρέπει να σημειωθεί ότι ο επιμερισμός αυτός της απαιτουμένης για την ανήλικη διατροφής, μεταξύ των γονέων της- διαδίκων, γίνεται  αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, κατά την προηγηθείσα υπό στοιχ. ΙV μείζονα σκέψη, χωρίς να απαιτείται η υποβολή ένστασης συνεισφοράς και της μητέρας της εκ μέρους του εναγομένου, την οποία αυτός ουδόλως προέβαλε, δεδομένου ότι με την αγωγή ζητείται όχι ολόκληρο το ποσό της απαιτουμένης για την εν λόγω ανήλικη διατροφής, αλλά μόνο το ποσό που αντιστοιχεί στην υποχρέωση συμμετοχής του εναγομένου στη διατροφή αυτή, μετά την αφαίρεση της συμμετοχής της μητέρας της.

Σύμφωνα με τα παραπάνω το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε διαφορετικά σε σχέση με την παρούσα, ως προς τις διατροφικές ανάγκες της ανήλικης, που αυτό προσδιόρισε στο ποσό των 3.500 ευρώ μηνιαίως καθώς και ως προς τα μηνιαία εισοδήματα των διαδίκων, που κατά την εκκαλουμένη ανέρχονται για μεν τον εναγόμενο στο ποσό των 10.000 ευρώ μηνιαίως για δε την ενάγουσα στο ποσό των 12.290,67 ευρώ και κατόπιν τούτου  έκρινε ότι ο εναγόμενος-πατέρας της μπορεί και υποχρεούται να καταβάλει ως μηνιαία διατροφή της το ποσό των 2.000 ευρώ μηνιαίως έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, ως βάσιμα παραπονείται ο εκκαλών-εναγόμενος με τους σχετικούς 2ο, 4ο, 5ο λόγους της έφεσης και τον 3ο πρόσθετο λόγο αυτής, κατ ορθή εκτίμησή τους.     Σύμφωνα με τα παραπάνω πρέπει, αφού απορριφθεί η υπό στοιχ.Β έφεση της εκκαλούσας ως ουσία αβάσιμη,   να γίνει δεκτή η υπό στοιχ.Α έφεση και το από 16.4.2018 δικόγραφο πρόσθετων λόγων, ως βάσιμες και στην ουσία τους, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη και αφού κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή ως βάσιμη και στην ουσία της και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα για λογαριασμό της ανήλικης κόρης των διαδίκων, ως τακτική μηνιαία διατροφή της, το ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από την επομένη επίδοσης της αγωγής, εντός του πρώτου τριημέρου εκάστου μηνός, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Τα δικαστικά έξοδα, τέλος,  των διαδίκων εκάστης έφεσης,  εκτός αυτών που έχουν προκαταβληθεί και βαρύνουν τον εναγόμενο, πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ τους,  διότι πρόκειται για διαφορά ανάμεσα σε γονείς και το τέκνο αυτών (άρθρα 179 και 183 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται  ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει με παρόντες τους διαδίκους

Συνεκδικάζει Α) την από 9.2.2018 και με αριθμό καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ/……/2018 και Β) από 22.3.2018 και με αριθμό καταθέσεως ……/2018    εφέσεις καθώς και Γ)  το από 16.4.2018 και  με αριθμ.εκθ.καταθ ΓΑΚ/ΕΑΚ/……/2018 δικόγραφο πρόσθετων λόγων έφεσης κατά της υπ’ αριθμ. 118/2018 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ΄ ουσίαν την από 22.3.2018 και με αριθμό καταθέσεως ……../2018    έφεση

Δέχεται τυπικά και κατ ουσίαν την από 9.2.2018 και με αριθμό καταθέσεως ΓΑΚ/ΕΑΚ/……../2018 έφεση και το  από 16.4.2018 ιδιαίτερο και  με αριθμ.εκθ.καταθ ΓΑΚ/ΕΑΚ/……../2018 δικόγραφο πρόσθετων λόγων έφεσης.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη απόφαση .

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει την αγωγή

Δέχεται εν μέρει την αγωγή

Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα, ως ασκούσα αποκλειστικά την επιμέλεια της ανήλικης κόρης των διαδίκων, …….. και για λογαριασμό της, ως μηνιαία τακτική διατροφή αυτής, το ποσό των χιλίων  (1000) ευρώ το μήνα, καταβλητέο εντός του πρώτου τριημέρου εκάστου μηνός και για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επομένη επίδοσης της αγωγής,  με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση της πληρωμής κάθε μηνιαίας παροχής μέχρι την εξόφληση.

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων, πέραν των προκαταβληθέντων από τον εναγόμενο..

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις  21 Ιουνίου  2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ