Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 402/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 Αριθμός απόφασης  402       /2019                     

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

————————————————————-

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Δανιήλ, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου και από τη Γραμματέα Κ.Δ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου τα κάτωθι αναφερόμενα δικόγραφα: α) Η από 9.3.2017 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ……../10.3.2017 και ……/23.2.2018) έφεση της όλω ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό ενάγουσας ναυτικής εταιρίας κατά της υπ’αριθμ.1955/2016 οριστικής απόφασης του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία απορρίφθηκε καθ’ολοκληρίαν ως ουσιαστικά αβάσιμη η ασκηθείσα κατά της εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρίας από 28.12.2015 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ……./29.12.2015) αγωγή της ανωτέρω εκκαλούσας, και β) το από 17.9.2018 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……./ 17.9.2018) δικόγραφο προσθέτων λόγων έφεσης της εκκαλούσας κατά της αυτής πρωτόδικης απόφασης, στρεφόμενο επίσης κατά της εφεσίβλητης, τα οποία (δικόγραφα) πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν λόγω της προφανούς μεταξύ τους συνάφειας και προς διευκόλυνση της διεξαγωγής της δίκης (άρθρο 246 του ΚΠολΔ).

Η κρινόμενη έφεση της εν όλω ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό ενάγουσας κατά της υπ’αριθμ.1955/2016 οριστικής απόφασης του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, και με την οποία απορρίφθηκε στο σύνολό της ως κατ’ουσίαν αβάσιμη η σε βάρος της εφεσίβλητης – ανώνυμης εταιρίας – ασκηθείσα από 28.12.2015 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………/29.12.2015) αγωγή της εκκαλούσας, διώκουσα την επιδίκαση στην τελευταία, αφενός μεν αποζημίωσης για την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας, αφετέρου δε χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής βλάβης, που φέρεται ότι υπέστη εξαιτίας της ειδικότερα εκτιθέμενης στο δικόγραφο – αντικείμενης στα χρηστά ήθη συμπεριφοράς της εναγομένης σε βάρος της, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511, 513 παρ.1 εδαφ.β΄, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ.2, 520 παρ.1 του ΚΠολΔ), με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 10.3.2017 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……./10.3.2017), προ πάσης επίδοσης της πρωτόδικης απόφασης, αφού τέτοια επίδοση δεν επικαλούνται οι διάδικοι, ούτε άλλωστε προκύπτει οίκοθεν από τα προσκομιζόμενα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αποδεικτικά μέσα, αλλά εντός της προβλεπομένης στη διάταξη του άρθρου 518 παρ.2 του ΚΠολΔ προθεσμίας των δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης, που έλαβε χώρα στις 18.10.2016 [όπως η ανωτέρω διάταξη ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α΄87), καθώς η ένδικη έφεση ασκήθηκε στις 10.3.2017, ήτοι μετά την 1η.1.2016 (άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 του ίδιου νόμου), αλλά και η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε, χωρίς να επιδοθεί στις 18.10.2016, όπως προεκτέθηκε, μετά την έναρξη ισχύος του ανωτέρω νόμου (στις 23.7.2015)], ενώ, επιπροσθέτως, έχει καταβληθεί από την εκκαλούσα κατά την κατάθεσή της το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ.4 του ΚΠολΔ παράβολο. Περαιτέρω, η αυτή ως άνω εκκαλούσα άσκησε κατά της ιδίας πρωτόδικης απόφασης απόφασης πρόσθετους λόγους  έφεσης με το από 17.9.2018 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……./17.9.2018) αυτοτελές δικόγραφό της, το οποίο κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος δευτεροβαθμίου δικαστηρίου στις 17.9.2018, και, αφού συντάχθηκε έκθεση κάτω απ’ αυτό, κοινοποιήθηκε  στην εφεσίβλητη αυθημερόν, ήτοι πλέον των τριάντα (30) ημερών προ της προσδιορισθείσας δικασίμου για τη συζήτηση της έφεσης (στις 18.10.2018), όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη υπ’αριθμ. …/17.9.2018 έκθεση επίδοσης του διορισμένου στο Πρωτοδικείο Πειραιώς Δικαστικού Επιμελητή ……., εμπρόθεσμα και νομότυπα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 520 παρ.2 του ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η ανωτέρω έφεση, καθώς και το δικόγραφο των προσθέτων λόγων αυτής, τα οποία αρμόδια φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 19 και 31 παρ.1 του ΚΠολΔ και 51 παρ.6 στοιχ.α΄του ν.2172/1993), να γίνουν τυπικά δεκτά και να διερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρα 522 και 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ) κατά την αυτή ως άνω τακτική διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση.

Η ενάγουσα, ναυτική εταιρία, διαχειρίστρια  του πλοίου με την ονομασία «AS», με την από 28.12.2015 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ……../29.12.2015) αγωγή της, που άσκησε ενώπιον του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, επικαλούμενη αντικειμενικά αντίθετη στα συναλλακτικά χρηστά ήθη συμπεριφορά της εναγομένης, ανώνυμης εταιρίας, που διαχειρίζεται το λιμένα του Πειραιά, μετά των εγκαταστάσεων, και του εξοπλισμού του, των δεξαμενών, μονίμων και πλωτών, στις οποίες εισέρχονται και επικάθονται πλοία και πλωτά ναυπηγήματα για τον καθαρισμό  των υφάλων, τον υφαλοχρωματισμό, ή την επιθεώρηση και επισκευή τους, και διατίθενται απ’αυτήν προς χρήση έναντι ανταλλάγματος στους πλοιοκτήτες, εφοπλιστές, διαχειριστές και εν γένει εκμεταλλευόμενους αυτά συμπεριλαμβανομένων, καθόσον παρανόμως αξίωσε να εισπράξει από την ίδια (την ενάγουσα) επιπλέον ποσό 26.424,96 ευρώ, το οποίο, όμως δε δικαιούται να απαιτήσει, και ως προς το οποίο συνέταξε στη συνέχεια χρηματικό κατάλογο, που απέστειλε στη Δ.Ο.Υ. Πλοίων, προκειμένου η τελευταία με τη σειρά της να προβεί σε βεβαίωση σε βάρος της της εν λόγω οφειλής ως δημοσίου εσόδου, την οποία αυτή (η ενάγουσα) καλείται πλέον να καταβάλει, αιτιώμενη αβάσιμα και κατά τρόπο αντίθετο στις κρατούσες στη συγκεκριμένη κατηγορία συναλλαγών αντιλήψεις υπέρβαση με υπαιτιότητά της (της ενάγουσας) του αρχικά δηλωθέντος χρόνου παραμονής του πλοίου της στη Μεγάλη Πλωτή Δεξαμενή της Επισκευαστικής Βάσης Περάματος, που της παραχωρήθηκε προς χρήση για την εκτέλεση εργασιών σ’αυτό δυνάμει μεταξύ τους καταρτισθείσας σύμβασης μετά λοιπών παροχών για τον ασφαλή δεξαμενισμό του, ζητώντας δηλαδή να λάβει το ανωτέρω ποσό ως προβλεπόμενες τιμολογιακές επιβαρύνσεις λόγω φερόμενης εκπρόθεσμης παράτασης του αιτηθέντος χρόνου δεξαμενισμού του πλοίου, παρότι η καθυστέρηση στην έγκαιρη ολοκλήρωση των προγραμματισμένων σ’αυτό ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών και, κατ’επέκταση, στον αποδεξαμενισμό του, οφείλεται σε γεγονός για το οποίο η ίδια (η ενάγουσα) ουδόλως έχει ευθύνη, και ειδικότερα (οφείλεται) σε συμμετοχή των υπαλλήλων/προστηθέντων της εναγομένης σε εικοσιτετράωρη απεργία, εξαιτίας της οποίας η εκτέλεση των εργασιών στο πλοίο διακόπηκε, με αποτέλεσμα να της προκαλέσει αιτιωδώς και με πρόθεση ισόποση περιουσιακή ζημία από τις επιβληθείσες αντισυναλλακτικές κατά τα προεκτεθέντα χρεώσεις, αλλά, επιπροσθέτως, και ηθική βλάβη, διότι κλονίσθηκε η εμπορική πίστη και η επαγγελματική της υπόληψη ως νομικού προσώπου έναντι της ως άνω Δ.Ο.Υ., στην οποία εμφαίνεται ως οφειλέτρια, αιτήθηκε να υποχρεωθεί η εναγόμενη να της καταβάλει το προαναφερθέν ποσό των 26.424,96 ευρώ, ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της περιουσιακής της ζημίας, πλέον τόκων από την επίδοση της αγωγής,  με επιτόκιο 1% μηνιαίως, άλλως με το νόμιμο επιτόκιο, καθώς και το ποσό των 10.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, που υπέστη, και να καταδικασθεί η αντίδικός της στην εν γένει δικαστική της δαπάνη. Επί της εν λόγω αγωγής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, η υπ’αριθμ. 1955/2016 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία, αφού κρίθηκε η αγωγή ως ορισμένη και απορρίφθηκαν οι περί του αντιθέτου προβληθείσες αιτιάσεις της εναγομένης, και νόμιμη, πλην του παρεπομένου αιτήματος αυτής περί επιδίκασης τόκων από την επίδοσή της στην εναγόμενη με επιτόκιο 1% μηνιαίως, ως προς το οποίο απορρίφθηκε ως μη νόμιμη, διότι, όπως έγινε δεκτό, ο τόκος επιδικίας υπολογίζεται πάντοτε με το εκάστοτε νόμιμο επιτόκιο, όπως αυτό καθορίζεται με κανονιστική πράξη, στη συνέχεια απορρίφθηκε στο σύνολό της ως ουσιαστικά αβάσιμη, διότι κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι δεν αποδείχθηκε συμπεριφορά της εναγομένης αντίθετη με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη σε βάρος της ενάγουσας, με αποτέλεσμα να μη θεμελιώνονται οι επίδικες αξιώσεις της τελευταίας για καταβολή αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης. Κατά της ανωτέρω απόφασης παραπονείται η ενάγουσα με την έφεσή της και τους πρόσθετους λόγους αυτής, που φέρονται προς κρίση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, έχουσα προφανές έννομο συμφέρον, ως εν όλω ηττηθείσα στον πρώτο βαθμό διάδικος, για τους λόγους, που ειδικότερα εκτίθενται στα ένδικα δικόγραφα, και συνιστούν αιτιάσεις, οι οποίες, στο σύνολό τους εκτιμώμενες, ανάγονται σε κακή εκτίμηση από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο των προσαχθεισών ενώπιόν του αποδείξεων ως προς την κρίση του επί της ουσίας της υπόθεσης και την απόρριψη της αγωγής της ως ουσιαστικά αβάσιμης, ζητώντας να γίνουν αυτά δεκτά και κατ’ουσίαν, ούτως ώστε, αφού εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, και κρατηθεί και εκδικασθεί η υπόθεση εξαρχής, να γίνει δεκτή η αγωγή της καθ’ολοκληρίαν και από πλευράς ουσιαστικής βασιμότητας.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 914 του ΑΚ, όποιος ζημιώνει άλλον παράνομα και υπαίτια, έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Από τη διάταξη αυτή, συνδυαζόμενη με εκείνες των άρθρων 297, 298, 299, 330, και 932 του ιδίου κώδικα, προκύπτει, ότι προϋποθέσεις της ευθύνης για αποζημίωση από αδικοπραξία, αλλά και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, που αποτελεί μη περιουσιακή ζημία, είναι: α) Ζημιογόνος συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη), β)παράνομος χαρακτήρας της πράξης ή παράλειψης, γ) υπαιτιότητα, που περιλαμβάνει το δόλο και την αμέλεια και δ) πρόσφορος αιτιώδης συνάφεια μεταξύ ζημιογόνου συμπεριφοράς και αποτελέσματος, δηλαδή της ζημίας. Ο χαρακτηρισμός της παράλειψης ως παράνομης συμπεριφοράς προϋποθέτει την ύπαρξη νομικής υποχρέωσης για επιχείρηση θετικής ενέργειας που παραλείφθηκε (ΑΠ 864/2014). Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 919  του ΑΚ, όποιος με πρόθεση ζημίωσε άλλον κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Με τη διάταξη αυτή, η οποία αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα της διάταξης του άρθρου 914 του ΑΚ, ανάγεται σε αυτοτελή αδικοπραξία, που γεννά υποχρέωση προς αποζημίωση, καθώς επίσης και προς καταβολή χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης, η κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη συμπεριφορά του υπαιτίου, εφόσον αυτή έγινε με πρόθεση επαγωγής ζημίας. Ως κριτήριο των χρηστών ηθών, η έννοια των οποίων είναι νομική, χρησιμεύουν οι ιδέες του εκάστοτε κατά τη γενική αντίληψη χρηστώς και με φρόνηση σκεπτόμενου μέσου κοινωνικού ανθρώπου (ΟλΑΠ 10/91, ΑΠ 55/2003). Στην περίπτωση που η κρινόμενη συμπεριφορά σχετίζεται με ορισμένη κατηγορία συναλλαγών και συναλλασσομένων, οι αντίστοιχες, στην κατηγορία αυτή των συναλλασσομένων, κρατούσες αντιλήψεις, λαμβάνονται υπόψη, εκτός αν, κατά το κοινό συναίσθημα του πιο πάνω κοινωνικού ανθρώπου, δεν συμβιβάζονται με την κοινωνική ηθική. Προκειμένου να κριθεί, αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συμπεριφοράς, υπάρχει αντικειμενική αντίθεση, με την πιο πάνω έννοια, προς τα χρηστά ήθη, την οποία δεν αποκλείει, κατά τις περιστάσεις, η ύπαρξη σχετικού δικαιώματος ή φυσικής ευχέρειας, συνεκτιμούνται τα κίνητρα, ο σκοπός του υποκειμένου της συμπεριφοράς, το είδος των μέσων και οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν για την επίτευξη του σκοπού, έστω και θεμιτού και όλες οι λοιπές περιστάσεις πραγμάτωσης της συμπεριφοράς, θετικής ή αρνητικής, δηλαδή λαμβάνονται υπόψη, όχι μεμονωμένα τα αίτια που οδήγησαν τον υπαίτιο στη συγκεκριμένη ενέργειά του, αλλά το σύνολο των περιστάσεων, υπό τις οποίες εκδηλώθηκε ολόκληρη η συμπεριφορά του και αξιολογείται γενικά η διαγωγή του, σε συνδυασμό και με τη διαγωγή του αντισυμβαλλομένου “θύματος”, για να κριθεί το εάν οι δύο συμπεριφορές τελούν μεταξύ τους προφανώς σε καταφατική ή αποφατική αναλογική σχέση. Στην αναζήτηση δε του ορθού αυτού μέτρου συνεκτιμώνται, σε συνδυασμό προς τη διάταξη του άρθρου 281 του ΑΚ και τα επιβαλλόμενα όρια απ’ αυτή (ΑΠ 900/2011). Όσον αφορά την πρόθεση, δεν απαιτείται ο ζημιώσας να ενήργησε με τον αποκλειστικό σκοπό να βλάψει τον άλλον (άμεσος δόλος), αλλά αρκεί και η περί της επελθούσας ζημίας θέλησή του, ότι δηλαδή προέβλεψε ως ενδεχόμενη την πρόκληση ζημίας από τη συμπεριφορά του και παρόλα αυτά δεν απέσχε από την πράξη ή την παράλειψη, από την οποία επήλθε η ζημία (ΑΠ 55/2003, ΑΠ 1652/2006). Η γένεση, εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 919 του ΑΚ, υποχρέωσης για αποζημίωση, προϋποθέτει, σύμφωνα με αυτήν τη διάταξη, συνδυαζόμενη με εκείνες του άρθρου 298 του ΑΚ, την ύπαρξη μεταξύ της συμπεριφοράς που αντίκειται στα χρηστά ήθη και της ζημίας που τυχόν επήλθε, αντικειμενικού αιτιώδους συνδέσμου, υπό την έννοια, ότι η ως άνω συμπεριφορά, εκτός του ότι αποτέλεσε αναγκαίο όρο της επέλευσης της ζημίας, ήταν, καθεαυτή, και ικανή, υπό τις συντρέχουσες περιστάσεις, στη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να την επιφέρει, ούτως ώστε η ζημία να μπορεί, στη συγκεκριμένη περίπτωση, να αποδοθεί, σύμφωνα μετά διδάγματα της κοινής πείρας, στην αιτιώδη δυναμικότητα της συμπεριφοράς που αντίκειται στα χρηστά ήθη και, αντιστοίχως, η συμπεριφορά αυτή να συνιστά πρόσφορη, επαρκή αιτία της ζημίας (ΑΠ 212/2018, 764/2014,  δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Ειδικότερα κατά το άρθρο 919 του ΑΚ, όποιος με πρόθεση ζημίωσε άλλον κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη, έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Από τη διάταξη αυτή, η οποία είναι ειδική και συμπληρώνει εκείνη του άρθρου 914 του ΑΚ, αφού επεκτείνει την αδικοπρακτική ευθύνη και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ευθέως δεν προσβλήθηκε ορισμένο δικαίωμα ή προστατευόμενο συμφέρον, σαφώς προκύπτει ότι προϋποθέσεις εφαρμογής της είναι: 1) Συμπεριφορά του δράστη (πράξη ή παράλειψη) αντικείμενη στα χρηστά ήθη, τέτοια δε συμπεριφορά υπάρχει όταν, κατ’αντικειμενική κρίση, σύμφωνα με τις αντιλήψεις του χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου κοινωνικού ανθρώπου, η συμπεριφορά του δράστη αντίκειται στην κοινωνική ηθική και στις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου πάνω στις οποίες στηρίζεται το θετικό δίκαιο. 2) Η συμπεριφορά να συνοδεύεται από πρόθεση, έστω και με τη μορφή του ενδεχόμενου δόλου, προξένησης ζημίας, δηλαδή δεν είναι απαραίτητο ο δράστης να προέβη στη ζημιογόνο πράξη ή παράλειψη με μόνο σκοπό τη ζημιά του άλλου, αλλά αρκεί να γνώριζε ότι με τη συμπεριφορά του αυτή ήταν δυνατή η επέλευση ζημίας στον άλλο και παρά ταύτα αυτός δε θέλησε να αποστεί απ’ αυτήν. 3) Να προκλήθηκε όντως ζημία σε άλλον. 4) Να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της ζημίας (ΑΠ 294/2018 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Πότε τούτο συμβαίνει κρίνεται κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας (ΑΠ 783/2014, ΑΠ 137/2005, αμφότερες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 922 του ΑΚ, ο κύριος ή ο προστήσας άλλον σε υπηρεσία ευθύνεται για τη ζημία που ο υπηρέτης ή ο προστηθείς προξένησε σε τρίτον παράνομα κατά την υπηρεσία του. Κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης, “προστηθείς” για την αδικοπραξία του οποίου ευθύνεται, κατά τους όρους της διάταξης αυτής, το πρόσωπο που δέχεται τις υπηρεσίες του, είναι εκείνος που με τη βούληση του τελευταίου ως “προστήσαντος” απασχολείται διαρκώς ή παροδικώς με τη διεκπεραίωση υπόθεσης και γενικά με την εξυπηρέτηση των συμφερόντων αυτού κάτω από τις οδηγίες και τις εντολές τούτου ως προς τον τρόπο εκπλήρωσης των καθηκόντων του. Από τη διάταξη του άρθρου 922 του ΑΚ προκύπτει ότι για την ίδρυση ευθύνης του προστήσαντος από την αδικοπραξία του προστηθέντος, πρέπει ο τελευταίος να τελεί υπό τις οδηγίες και τις εντολές του προστήσαντος, ως προς τον τρόπο εκπλήρωσης των καθηκόντων του, προς τις οποίες είναι υποχρεωμένος να συμμορφώνεται. Από το ίδιο ως άνω άρθρο συνάγεται ότι ο προστήσας ευθύνεται για τις ζημίες που προξένησε ο προστηθείς σε τρίτον όχι μόνο κατά την εκτέλεση της ανατεθείσας σ` αυτόν υπηρεσίας, αλλά και κατά κατάχρηση της υπηρεσίας του, η οποία υφίσταται όταν η ζημιογόνος πράξη τελέσθηκε εντός των ορίων των καθηκόντων που ανατέθηκαν στον προστηθέντα ή επ` ευκαιρία ή εξ αφορμής της υπηρεσίας, αλλά κατά παράβαση των εντολών και οδηγιών που δόθηκαν σ` αυτόν ή καθ’υπέρβαση των καθηκόντων του, εφόσον μεταξύ της ζημιογόνου ενέργειας του προστηθέντος και της υπηρεσίας που ανατέθηκε σ’αυτόν υπάρχει εσωτερική συνάφεια (ΑΠ 864/2014 ΔΕΕ 2014.1079). Από τη διάταξη αυτή σαφώς συνάγεται ότι θεσπίζεται γνήσια αντικειμενική ευθύνη του προστήσαντος να αποκαταστήσει κάθε περιουσιακή και μη περιουσιακή ζημία τρίτου που προκλήθηκε από υπαίτια και παράνομη συμπεριφορά του προστηθέντος κατά την υπηρεσία του. Συνεπώς, νόμιμο λόγο ευθύνης του προστηθέντος συνιστά η τέλεση αδικοπραξία από τον προστηθέντα σε τρίτο, η οποία γεννά σε βάρος του προστηθέντος υποχρέωση προς αποζημίωση (ΑΠ 1237/2014 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου η από πρόθεση πρόκληση ζημίας σε άλλον, κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη, είναι πράξη παράνομη και δημιουργεί υποχρέωση προς αποζημίωση, καθώς επίσης και προς καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης (ΑΚ 932 ΑΠ 2038/2014 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Αποκατάσταση της ηθικής βλάβης μπορούν να ζητήσουν και τα νομικά πρόσωπα αν με την σε βάρος τους αδικοπραξία προσβλήθηκε η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους υπόληψη και γενικά το εμπορικό τους μέλλον (ΑΠ 193/2018 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι’αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη, ως κριτήρια, το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων μερών. Ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης αφέθηκε στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου. Επιβάλλεται, όμως, σε κάθε περίπτωση, να τηρείται, κατά τον καθορισμό του ποσού που επιδικάζεται, η αρχή της αναλογικότητας, ως γενική νομική αρχή και μάλιστα αυξημένης τυπικής ισχύος, υπό την έννοια ότι η σχετική κρίση του δικαστηρίου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας (ΑΠ 270/2018 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος).

Το παρόν Δικαστήριο εκτιμά: α) Τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων της ενάγουσας ………., και της εναγομένης  ………., που δόθηκαν κατά τη συζήτηση της αγωγής στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχονται, απομαγνητοφωνηθείσες, στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, β) την κατάθεση του εκτός δίκης, εξετασθέντος με πρωτοβουλία της ενάγουσας, μάρτυρος ……., η οποία λήφθηκε κατόπιν εμπρόθεσμης και νομότυπης κλήτευσης της εναγομένης να παραστεί κατά την κατάθεση του ανωτέρω μάρτυρος, σύμφωνα με την προσκομιζόμενη υπ’αριθμ. …./12.10.2018 έκθεση επίδοσης του διορισμένου στο Πρωτοδικείο Πειραιώς Δικαστικού Επιμελητή ……., περιέχεται στην υπ’αριθμ. …../17.10.2018 ένορκη βεβαίωση, δοθείσα ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., και προσκομίζεται για πρώτη φορά ενώπιον του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου παραδεκτά, αφού και ενώπιον του Εφετείου ε­πιτρέπονται και νέα αποδεικτικά μέσα, άρα και ένορκες βεβαιώσεις, που δό­θηκαν ακόμη και μετά την έκδοση της εκκαλουμένης απόφασης, σύμφωνα με τα άρθρα 524 § 1 εδαφ. α΄ και 529 του ΚΠολΔ (ΑΠ 204/2017, ΑΠ 1114/2011, ΑΠ 319/2009, ΑΠ 964/2007, ΑΠ 678/2007, άπασες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ Νόμος), ενώ, επιπροσθέτως, ουδόλως προέκυψε εν προκειμένω ότι το εν λόγω έγγραφο δεν προσκομίσθηκε στον πρώτο βαθμό από πρόθεση στρεψοδικίας, ή από βαριά αμέλεια της ενάγουσας, γ) όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, προκειμένου απ’όσα δεν οδηγούν σε άμεση απόδειξη να συναχθούν δικαστικά τεκμήρια, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, και δ) τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 παρ.4 του ΚΠολΔ). Από την επανεκτίμηση και συνεκτίμηση του ανωτέρω αποδεικτικού υλικού το Δικαστήριο τούτο κρίνει ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, τα οποία ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης:  Η ενάγουσα, ναυτική εταιρία, τυγχάνει διαχειρίστρια του φορτηγού/οχηματαγωγού πλοίου με την ονομασία «AS», ενώ η εναγόμενη, ανώνυμη εταιρία, διοικεί, διαχειρίζεται και εκμεταλλεύεται το λιμένα του Πειραιά, καθώς και – μεταξύ άλλων εγκαταστάσεων – τις δεξαμενές, μόνιμες και πλωτές, οι οποίες λειτουργούν στη Δραπετσώνα (οι μόνιμες) και στην Επισκευαστική Βάση Περάματος (οι πλωτές) αντίστοιχα, και τις οποίες διαθέτει προς χρήση, προκειμένου να εισέρχονται και επικάθονται σ’αυτές πλοία και πλωτά ναυπηγήματα, κάθε κατηγορίας και εθνικότητας, για τον καθαρισμό των υφάλων τους, ή τον υφαλοχρωματισμό τους, ή για την επιθεώρηση και επισκευή τους, στελεχωμένες με το κατάλληλο προσωπικό της ιδίας για την ασφαλή λειτουργία τους και τον απαιτούμενο εξοπλισμό για την υποδοχή και στήριξη των πλοίων, ή πλωτών ναυπηγημάτων, μετά των λοιπών προβλεπομένων ειδικών προσθέτων παροχών, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης εκ μέρους των εκάστοτε ενδιαφερομένων (πλοιάρχων, πλοιοκτητών, εφοπλιστών, διαχειριστών και εν γένει εκμεταταλλευομένων τα πλοία, ή των νομίμων εκπροσώπων τους), και σε εκτέλεση σύμβασης με αυτό το περιεχόμενο, που καταρτίζεται κάθε φορά με την στη συνέχεια περιέλευση και αποδοχή απ’αυτήν της – υπέχουσας θέση πρότασης προς σύναψη τέτοιας σύμβασης – ως άνω αίτησης, οπότε και η αίτηση αυτή καταχωρείται στο τηρούμενο ειδικό κατά δεξαμενή πρόγραμμα, και η προγραμματισθείσα ημερομηνία δεξαμενισμού του πλοίου καθίσταται οριστική, αντί καθοριζομένου από την ίδια ανταλλάγματος για την παραχώρηση της χρήσης της δεξαμενής και για τις λοιπές παροχές, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου προβλέπεται προκαταβλητέο από τον υπόχρεο, και με τους όρους, που ειδικότερα καθορίζονται στην υπ’αριθμ. 180/29.9.2010 Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της, η οποία αφορά στον Κανονισμό Λειτουργίας – Εκμετάλλευσης και στα Τιμολόγια των Δεξαμενών της (ΦΕΚ, τεύχος Β΄, υπ’αριθμ.1643/14.10.2010), και ίσχυσε κατά τον επίδικο χρόνο. Ειδικότερα στην ανωτέρω αίτηση προς την εναγόμενη για τη διάθεση προς χρήση κατάλληλης δεξαμενής πάντοτε δηλώνεται από τον ενδιαφερόμενο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα παραμονής του πλοίου σ’αυτήν (προσδιορίζεται δηλαδή ο αριθμός των ημερών για τις οποίες ζητείται ο δεξαμενισμός του ανάλογα με τις εργασίες, που πρόκειται να εκτελεσθούν σ’αυτό), ενώ η αίτηση συνοδεύεται υποχρεωτικά από γραμμάτιο προκαταβολής των τακτικών χρεώσεων της εναγομένης, ποσού ίσου με τα ημερήσια μισθώματα της δεξαμενής, που αντιστοιχούν στις αιτούμενες ημέρες, και δη προκαταβάλλεται κατά την υποβολή της αίτησης από τους υπόχρεους προς πληρωμή το σύνολο του ημερήσιου τακτικού μισθώματος της δεξαμενής για τον αιτηθέντα χρόνο δεξαμενισμού, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 3 παρ.5, 8 παρ.1 α και 30 παρ.1 α΄του εν λόγω Κανονισμού, ομού μετά λοιπών χρηματικών ποσών, που επίσης προκαταβάλλονται μία ημέρα τουλάχιστον πριν από την είσοδο του πλοίου στη δεξαμενή και ειδικότερα καθορίζονται στο άρθρο 30 παρ.1 β΄I και II  του ιδίου Κανονισμού. Περαιτέρω, στο άρθρο 9 παρ.1 του Κανονισμού αυτού ορίζεται ότι «το πλοίο δικαιούται να εισέλθει στη δεξαμενή από τις 09.00΄ π.μ. της προγραμματισθείσας ημέρας του δεξαμενισμού και να εξέλθει οποτεδήποτε κατά την τελευταία προγραματισμένη ημέρα παραμονής του ή το αργότερο μέχρι τις 09.00΄ π.μ. της επόμενης ημέρας». Σύμφωνα επίσης με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4 του ιδίου Κανονισμού, εφόσον μετά την επικάθιση του πλοίου στη δεξαμενή διαπιστωθεί, κατά την προβλεπόμενη επιθεώρηση από τους αρμόδιους, η ανάγκη εκτέλεσης νέων εργασιών, οι οποίες δε μπορούσαν να προβλεφθούν στον αιτηθέντα χρόνο, επιτρέπεται υπέρβαση παραμονής του χρόνου του στη δεξαμενή, κατόπιν αίτησης παράτασης, η οποία υποβάλλεται από τους πλοιάρχους, πλοιοκτήτες, εφοπλιστές ή τους νομίμους αντιπροσώπους τους, σε περίπτωση διαφαινόμενης υπέρβασης των προγραμματισμένων ημερών παραμονής του πλοίου στη δεξαμενή, η οποία υποβάλλεται μέχρι και την επόμενη ημέρα της εισόδου του πλοίου, και στην οποία δηλώνονται οι ημέρες, που θα απαιτηθούν για την αποπεράτωση των νέων εργασιών, οπότε, κατά τις ημέρες υπέρβασης το ημερήσιο μίσθωμα της δεξαμενής υπολογίζεται προσαυξημένο κατά 50% για την πρώτη και τη δεύτερη ημέρα και κατά 100% για τις λοιπές ημέρες, ενώ μη έγκαιρη υποβολή αίτησης παράτασης και κατάθεση της προκαταβολής θεωρείται ως εκπρόθεσμη παράταση και συνεπάγεται υποχρέωση καταβολής του ημερησίου μισθώματος, προσαυξημένου όμως κατά 100% για τις δύο πρώτες ημέρες υπέρβασης και κατά 200% για τις υπόλοιπες ημέρες. Σημειωτέον ότι σε περίπτωση που το πλοίο δεν ολοκληρώσει τον αποδεξαμενισμό του μέχρι τις 09.00 π.μ. της επόμενης ημέρας από τη δηλωθείσα και προγραμματισθείσα τελευταία ημέρα δεξαμενισμού του, θεωρείται υπαίτιο της καθυστέρησης, και επιβάλλονται στον υπόχρεο τιμολογιακές επιβαρύνσεις αναλόγως του χρόνου καθυστέρησης, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στα άρθρα 12, 25 και 26 του ανωτέρω Κανονισμού. Εξάλλου, στο άρθρο 14 παρ.7 του ιδίου Κανονισμού ορίζεται ότι «το πλοίο, κατά την παραμονή του στη δεξαμενή, εκτελεί εργασίες επισκευής των υφάλων και λοιπές ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες με ιδιωτικά συνεργεία επιλογής του εκπροσώπου του πλοίου, ο οποίος οφείλει στον Ο.Λ.Π. την καταβολή της ειδικής χρέωσης χρήσης της δεξαμενής. Στη χρέωση αυτή περιλαμβάνεται η αμοιβή του Ο.Λ.Π. για την είσοδο και χρήση της δεξαμενής από εργολήπτες και η αμοιβή για τις εργασίες καθαρισμού της δεξαμενής από τα απορρίμματα, που προέρχονται από τις ναυπηγοεπισκευαστικές επί του πλοίου εργασίες, ενώ στο άρθρο 16 παρ.4 αυτού ότι «ουδεμία ευθύνη φέρει η Ο.Λ.Π. Α.Ε. και ουδεμία έκπτωση χορηγείται, εάν τυχόν συμβεί διακοπή των εκτελούμενων εργασιών στα ύφαλα μέρη του ευρισκόμενου εντός της δεξαμενής πλοίου για λόγους μη οφειλομένους σε υπαιτιότητά του, αλλά σε αίτια, που άπτονται στην κατάσταση του πλοίου ή των συμφωνιών και σχέσεών του με τρίτους ή τυχαίους παράγοντες (π.χ. στάσεις εργασίας – απεργία πληρωμάτων ή των εργαζομένων συνεργείων, έλλειψη υλικών επισκευής, διακοπή ρεύματος από ΔΕΗ, ακραία καιρικά φαινόμενα κ.τ.λ.). Τέλος στα άρθρα 21 επόμενα του ανωτέρω Κανονισμού (κεφάλαιο Β΄αυτού), που τιτλοφορείται «τιμολογιακές διατάξεις» αναλύονται οι τακτικές, οι έκτακτες, και οι ειδικές χρεώσεις της εναγομένης, ο τρόπος και χρόνος καταβολής τους, και ο ανά περίπτωση υπολογισμός τους. Συγκεκριμένα προβλέπεται ότι οι τακτικές χρεώσεις βαρύνουν κάθε δεξαμενιζόμενο πλοίο ή πλωτό ναυπήγημα, και περιλαμβάνουν α) το ημερήσιο τακτικό (απλό) μίσθωμα χρήσης της δεξαμενής, το οποίο αφορά στην παραμονή του πλοίου σ’αυτήν, υπολογίζεται ανά 24ωρο χρήσης ή δέσμευσης της δεξαμενής, που αρχίζει από ώρα 9.00 και λήγει ώρα 9.00 της επομένης, της χρέωσης αρχομένης από ώρα 9.00 της πρώτης προγραμματισμένης ημέρας δεξαμενισμού και λήγουσας την ημέρα του αποδεξαμενισμού του, προσδιορίζεται αναλόγως του είδους και του μεγέθους της δεξαμενής (για τη μεγάλη πλωτή δεξαμενή υπολογίζεται σε 3.675 ευρώ) και προσαυξάνεται στις προβλεπόμενες περιπτώσεις υπέρβασης του χρόνου παραμονής του πλοίου στη δεξαμενή, αλλά και χρησιμοποιείται ως βάση υπολογισμού επιβαρύνσεων στις περιπτώσεις αδικαιολόγητης καθυστέρησης εξόδου του πλοίου από τη δεξαμενή, και β) σε χρεώσεις της διαδικασίας δεξαμενισμού και αποδεξαμενισμού του πλοίου, που επιβάλλονται σε κάθε είδους πλοίο, αναλόγως της δεξαμενής και του χρόνου παροχής της υπηρεσίας, οι οποίες, όσον αφορά τη μεγάλη πλωτή δεξαμενή, ανέρχονται στο ποσό των 800 ευρώ (για το δεξαμενισμό και αποδεξαμενισμό του πλοίου) κατά τις καθημερινές, ενώ για το δεξαμενισμό ή αποδεξαμενισμό, που πραγματοποιείται Σάββατο, Κυριακή, ή αργίες, το ποσό αυτό καθορίζεται σε 3.600 ευρώ για όλες τις δεξαμενές ανεξαρτήτως μεγέθους (άρθρα 22 και 23 του ανωτέρω Κανονισμού). Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 25 του ιδίου Κανονισμού, ο μη έγκαιρος αποδεξαμενισμός του πλοίου επιβαρύνεται με τις προβλεπόμενες στο άρθρο 12 παρ.1 του Κανονισμού αυτού χρεώσεις επί του ημερησίου μισθώματος αναλόγως του χρόνου της καθυστέρησης, ενώ, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ίδιο άρθρο, ο αποδεξαμενισμός του πλοίου μετά την 9.00 π.μ. (εννοείται της επομένης της δηλωθείσας και προγραμματισθείσας ημέρας δεξαμενισμού του) έως και την ώρα 11.00 π.μ. της ιδίας ημέρας επιβαρύνεται με το 50% του ημερήσιου (απλού) μισθώματος. Επιπροσθέτως στο άρθρο 26 του Κανονισμού αυτού προβλέπεται ότι σε περίπτωση παράτασης του αρχικά αιτηθέντος χρόνου δεξαμενισμού το ημερήσιο τακτικό μίσθωμα προσαυξάνεται κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4 και ειδικότερα για την περίπτωση εκπρόθεσμης παράτασης (προσαυξάνεται) κατά 100% για την πρώτη και τη δεύτερη ημέρα υπέρβασης. Περαιτέρω, στο άρθρο 27 του εν λόγω Κανονισμού προβλέπονται οι ειδικές χρεώσεις, που καταβάλλονται, αφενός μεν για την είσοδο και τη χρησιμοποίηση των δεξαμενών από ιδιωτικά συνεργεία επιλογής του πλοιοκτήτη, αφετέρου δε για τον καθαρισμό των δεξαμενών από απορρίμματα, προερχόμενα από τις επί του πλοίου εκτελούμενες ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, και υπολογίζονται συνολικά σε ποσοστό 35% επί του ημερησίου μισθώματος της δεξαμενής για κάθε ημέρα παραμονής του πλοίου σε αυτήν, όπως αυτό διαμορφώνεται κατά περίπτωση (απλό, με έκπτωση, με προσαύξηση, ή με επιβάρυνση καθυστέρησης εξόδου). Τέλος, στο άρθρο 28 του ιδίου Κανονισμού προβλέπονται έκτακτες χρεώσεις για τις παροχές της εναγομένης προς το δεξαμενιζόμενο πλοίο, κατόπιν αιτήματος του εκπροσώπου αυτού, ή κατά την κρίση της αρμόδιας υπηρεσίας για τον ασφαλή δεξαμενισμό του, στις οποίες περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων χρέωση για α) παροχή θαλασσίου ύδατος για τις ανάγκες του δεξαμενιζόμενου πλοίου, που ανέρχεται σε 7,50 ευρώ ανά ώρα, β) παροχή ηλεκτρικού ρεύματος προς φωτισμό του πλοίου, ή για την κίνηση των μηχανημάτων αυτού, ή για άλλες εργασίες, που ανέρχεται σε 0,30 ευρώ ανά κιλοβατώρα, γ) τη χρήση γερανών οποτεδήποτε, ανερχόμενη σε 59 ευρώ ανά ώρα, με ελάχιστη χρέωση τις 4 ώρες ανά βάρδια, δ) την κεντρική και πλευρική στήριξη του πλοίου, ανερχόμενη σε 158 ευρώ ανά μπλοκ (block), ε) τη διάθεση συνεργείου δυτών, ανερχόμενη σε ποσό 400 ευρώ ανά ώρα, και στ) την εξαγωγή υποβάθρων για την εκτέλεση εργασιών στα ύφαλα μέρη των πλοίων, που καθορίζεται σε ποσό 150 ευρώ για κάθε υπόβαθρο. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα εταιρία, υπό την ιδιότητα της διαχειρίστριας του ανωτέρω πλοίου, υπέβαλε στις 6.6.2011 αίτηση προς την εναγόμενη, ζητώντας το δεξαμενισμό του στη μεγάλη πλωτή δεξαμενή, που λειτουργεί στις εγκαταστάσεις της στην Επισκευαστική Βάση Περάματος, για το χρονικό διάστημα από 14.6.2011 έως 16.6.2011, ήτοι για τρεις (3) ημέρες, προκειμένου να διενεργηθούν σ’αυτό εργασίες υδροβολής και βαφής, καθώς και ελασματουργικές εργασίες από ιδιωτικά συνεργεία της επιλογής της, προκαταβάλλοντας το συνολικό ποσό των 23.650 ευρώ, κατά τα οριζόμενα στον ανωτέρω Κανονονισμό, διά της κατάθεσης των υπ’αριθμ…../7.6.2011 και …./14.6.2011 γραμματίων είσπραξης, ποσού 11.025 ευρώ και 12.625 ευρώ αντίστοιχα, το οποίο ειδικότερα αφορούσε κατά το ποσό των 11.025 ευρώ στο σύνολο των ημερησίων μισθωμάτων του αιτηθέντος χρόνου δεξαμενισμού του πλοίου, και δη στα μισθώματα τριών (3) ημερών (3.675 ευρώ έκαστο εξ αυτών Χ 3 ημέρες = 11.025 ευρώ), κατά το ποσό των 1.600 ευρώ στην προβλεπόμενη χρέωση για το δεξαμενισμό και τον αποδεξαμενισμό του κατά την προγραμματισθείσα ημέρα, ήτοι στις 16.6.2011, ή το αργότερο μέχρι τις 9.00 της επομένης (17.6.2011), με βάση την παρεχόμενη κατά τον Κανονισμό δυνατότητα κατά τα προεκτεθέντα, αμφότερες καθημερινές (Πέμπτη και Παρασκευή), ποσού 800 ευρώ για κάθε αιτία, κατά το ποσό των 7.166,25 ευρώ σε έκτακτες χρεώσεις του άρθρου 28 του εν λόγω Κανονισμού, που ενδέχεται να δημιουργηθούν ενώ το πλοίο έχει εισέλθει στη δεξαμενή, ανερχόμενες σε ποσοστό 65%, υπολογιζόμενο επί του συνολικού ποσού των μισθωμάτων του δηλωθέντος χρονικού διαστήματος παραμονής του πλοίου στη δεξαμενή (11.025 ευρώ Χ 65% = 7.166,25 ευρώ), και, τέλος, κατά το ποσό των 3.858,75 ευρώ σε ειδικές χρεώσεις του άρθρου 27 του Κανονισμού, ανερχόμενες σε ποσό ίσο με το 35% του συνολικού ποσού των ημερησίων μισθωμάτων του προγραμματισθέντος χρόνου δεξαμενισμού του πλοίου (11.025 ευρώ Χ 35% =3.858,75 ευρώ), όπως τα δικαιώματα της εναγομένης, που προκαταβάλλονται του δεξαμενισμού των πλοίων στις δεξαμενές της καθορίζονται αναλυτικά στα άρθρα 8 και 30 του Κανονισμού αυτού. Σημειωτέον ότι τα δύο τελευταία ποσά προκαταβάλλονται έναντι των ποσών, που τελικά θα υποχρεωθεί να καταβάλει ο υπόχρεος στην εναγόμενη για το δεξαμενισμό του πλοίου του για τις συγκεκριμένες αιτίες, εξ ου και προβλέπεται ότι οι προκαταβολές αυτές εκκαθαρίζονται από το αρμόδιο τμήμα της εντός μηνός από τον αποδεξαμενισμό του πλοίου και τυχόν προκύπτουσες διαφορές, εφόσον δηλαδή έχει προκαταβληθεί ποσό μεγαλύτερο από το πράγματι οφειλόμενο, αποδίδονται στους δικαιούχους, ή τιμολογούνται οι τυχόν επιπλέον χρεώσεις στους υπόχρεους, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 8 του ανωτέρω Κανονισμού. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι στην κρινόμενη περίπτωση το πλοίο της ενάγουσας αποδεξαμενίσθηκε τελικά, όχι στις 16.6.2011, όπως είχε αρχικά δηλωθεί, ούτε έως τις 9.00 της επομένης ημέρας (17.6.2011), κατά την παρεχόμενη από τον ανωτέρω Κανονισμό δυνατότητα, αλλά τη μεθεπόμενη ημέρα στις 18.6.2011, ημέρα Σάββατο, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο υπ’αριθμ. …./20.6.2011 δελτίο δεξαμενισμού του, σύμφωνα με το οποίο το πλοίο εξήλθε στις 8.55, ενώ οι εργασίες αποκατάστασης της δεξαμενής από τις στηρίξεις για την υποδοχή του περατώθηκαν στις 10.30, που θεωρείται ως ώρα αποδεξαμενισμού του, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 9 παρ.2 α΄του Κανονισμού αυτού, και ενώ στις 15.6.2011 οι προστηθέντες/εργαζόμενοι της εναγομένης στις εγκαταστάσεις της στην Επισκευαστική Βάση Περάματος, όπου λειτουργεί η συγκεκριμένη δεξαμενή, συμμετείχαν στην εξαγγελθείσα και πραγματοποιηθείσα από τη Γ.Σ.Ε.Ε., την Α.Δ.Ε.Δ.Υ. και την Ο.Τ.Ο.Ε. 24ωρη πανελλαδική απεργία, γεγονός το οποίο και αυτή ουδόλως αμφισβήτησε. Λόγω του αποδεξαμενισμού του πλοίου κατά τη συγκεκριμένη ημέρα και ώρα, καθώς, δηλαδή δεν είχε αυτός ολοκληρωθεί έως ώρα 09.00 της 17ης.6.2011, της επομένης της δηλωθείσας από την ενάγουσα με την υποβολή της σχετικής αίτησής της προς την εναγόμενη ημέρας εξόδου του πλοίου από τη δεξαμενή, θεωρήθηκε αυτό υπαίτιο της καθυστέρησης, και οι υπάλληλοι/προστηθέντες της εναγομένης προέβησαν σε χρεώσεις σε βάρος της ενάγουσας για το δεξαμενισμό του πλοίου της διαφόρων χρηματικών ποσών, υψηλότερων, όμως, σε σχέση με αυτά, που η ανωτέρω θα καλείτο να καταβάλει για τις παρασχεθείσες προς αυτήν υπηρεσίες εάν το πλοίο της είχε αποδεξαμενισθεί εντός του αιτηθέντος χρονικού διαστήματος, με την επίκληση υπέρβασης, με υπαιτιότητα του πλοίου, του προγραμματισθέντος χρόνου παραμονής του στη δεξαμενή, διά της επιβολής των προβλεπομένων από τον προαναφερθέντα Κανονισμό τιμολογιακών επιβαρύνσεων και προσαυξήσεων. Ειδικότερα, για το συγκεκριμένο δεξαμενισμό η εναγόμενη εξέδωσε το υπ’αριθμ…../23.6.2011 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, συνολικού ποσού 39.228,88 ευρώ. Σύμφωνα με το ανωτέρω τιμολόγιο χρεώθηκαν στην ενάγουσα τα κάτωθι αναφερόμενα ποσά: 1) Το ποσό των 14.700 ευρώ, που αφορά στο συνολικό μίσθωμα τεσσάρων (4) ημερών για την παραμονή του πλοίου στη δεξαμενή, και δη στο σύνολο των προβλεπομένων ημερησίων μισθωμάτων του χρονικού διαστήματος από 14.6.2011 έως 17.6.2011, του μισθώματος εκάστης ημέρας ανερχομένου ειδικότερα στο ποσό των 3.675 ευρώ, 2) το ποσό των 3.675 ευρώ, που αντιστοιχεί σε προσαύξηση 100% επί του ποσού του ημερησίου μισθώματος, καθώς η παραμονή του πλοίου της ενάγουσας στη δεξαμενή μετά τις 9.00 της 17ης.6.2011 και μέχρι ώρα 9.00 της επομένης, καθ’υπέρβαση κατά μία ημέρα του αρχικά δηλωθέντος χρόνου δεξαμενισμού του, θεωρήθηκε εκπρόθεσμη παράταση, υπό την έννοια που άρθρου 4 παρ.1 στοιχ.β΄του ανωτέρω Κανονισμού, που συνεπάγεται την υποχρέωση καταβολής από τον υπόχρεο, και εν προκειμένω την ενάγουσα, του ημερησίου μισθώματος, προσαυξημένου κατά ποσοστό 100% για τις δύο πρώτες ημέρες καθυστέρησης, 3) το ποσό των 1.837,50 ευρώ, που αφορά στο ήμισυ του ημερησίου (απλού) μισθώματος, ποσού 3.675 ευρώ, λόγω του αποδεξαμενισμού του πλοίου με καθυστέρηση στις 18.6.2011 και ώρα 10.30, ήτοι εντός του χρονικού διαστήματος από ώρα 9.00 έως ώρα 11.00, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 παρ.1 στοιχ.β΄του ανωτέρω Κανονισμού, 4) το ποσό των 7.074 ευρώ, που αφορά στις ειδικές χρεώσεις του άρθρου 27 του Κανονισμού, οι οποίες καταβάλλονται για την είσοδο και τη χρησιμοποίηση των δεξαμενών από τα ιδιωτικά συνεργεία, επιλογής του πλοιοκτήτη, και για τον καθορισμό των δεξαμενών από απορρίμματα, προερχόμενα από τις επί του πλοίου ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, ανερχόμενες συνολικά σε ποσοστό 35% επί του συνόλου των ημερησίων μισθωμάτων του χρονικού διαστήματος παραμονής του πλοίου στη δεξαμενή, και εν προκειμένω υπολογίσθηκε από την εναγόμενη επί του ποσού των 20.212,500 ευρώ, στο οποίο περιλήφθηκε και το ημερήσιο μίσθωμα της 17ης.6.2011, της τέταρτης ημέρας δεξαμενισμού του πλοίου, και η προσαύξηση κατά ποσοστό 100% επί του ημερησίου μισθώματος, που επιβλήθηκε διότι η παραμονή του πλοίου της ενάγουσας στη δεξαμενή μετά τις 9.00 της 17ης.6.2011 και μέχρι ώρα 9.00 της επομένης ημέρας θεωρήθηκε εκπρόθεσμη παράταση του αιτηθέντος χρόνου δεξαμενισμού του, και η προσαύξηση κατά 50% του ημερησίου μισθώματος, καθώς το πλοίο αποδεξαμενίσθηκε στις 18.6.2011 εντός του διαστήματος από ώρα 9.00 έως ώρα 11.00, 5) το ποσό των 800 ευρώ, που αφορά στην προβλεπόμενη στον Κανονισμό του πλοίου τακτική χρέωση για το δεξαμενισμό του πλοίου, 6) το ποσό των 3.600 ευρώ, ως χρέωση για τον αποδεξεμενισμό του ημέρα Σάββατο, 7) το ποσό των 600 ευρώ, που αφορά σε χρέωση για την παροχή θαλάσσιου ύδατος στην εναγόμενη για τις ανάγκες του δεξαμενιζόμενου πλοίου της επί 80 ώρες, της χρέωσης για την κάθε ώρα οριζομένης στον ανωτέρω Κανονισμό στο ποσό των 7,5 ευρώ κατά τα προεκτεθέντα, 8) το ποσό των 1.350 ευρώ, που αφορά σε χρέωση για την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος στο πλοίο κατά το χρονικό διάστημα του δεξαμενισμού του, ανερχόμενη στο ποσό των 0,30 ευρώ ανά κιλοβατώρα, και εν προκειμένω για 4.500 κιλοβατώρες, 9) το ποσό των 400 ευρώ για τη διάθεση συνεργείου δυτών επί μία ώρα, ανερχόμενο στο ποσό των 400 ανά ώρα, 10) το ποσό των 3.476 ευρώ, που αφορά σε χρέωση για την κεντρική και την πλευρική στήριξη του πλοίου, ανερχόμενη σε ποσό 158 ευρώ ανά τεμάχιο, και εν προκειμένω για 22 τεμάχια, 11) το ποσό των 300 ευρώ, που αφορά σε χρέωση για την εξαγωγή υποβάθρων για την εκτέλεση εργασιών στα ύφαλα μέρη του πλοίου, ανερχόμενη στο ποσό των 150 ευρώ για το κάθε υπόβαθρο, και εν προκειμένω για δύο υπόβαθρα, και 12) το ποσό των 1.416 ευρώ για τη χρήση γερανού επί 24 ώρες, του κόστους της συγκεκριμένης υπηρεσίας ανερχομένου στο ποσό των 59 ευρώ ανά ώρα. Έναντι του ποσού αυτού η ενάγουσα είχε ήδη προκαταβάλει, όπως αναφέρθηκε, το ποσό των 23.650 ευρώ, με αποτέλεσμα να κληθεί από την εναγόμενη να καταβάλει το υπόλοιπο ποσό των 15.578,88 ευρώ, εκ του οποίου αρνήθηκε να αποδώσει το ποσό των 15.213,13 ευρώ, που αφορά στις επιπλέον χρεώσεις, οι οποίες της επιβλήθηκαν λόγω της επικαλούμενης από την εναγόμενη καθυστέρησης με δική της υπαιτιότητα στον αποδεξαμενισμό του πλοίου της, και δη λόγω της παραμονής του στη δεξαμενή και κατά το χρονικό διάστημα από ώρα 9.00 της 17ης.6.2011, έως και ώρα 10.30 της 18ηης.6.2011, καθ’υπέρβαση του αιτηθέντος από την ίδια χρόνου δεξαμενισμού του, ειδικότερα ισχυριζόμενη διά εγγράφων της, που απέστειλε προς την εναγόμενη, αλλά και με την ένδικη αγωγή, ότι η ανωτέρω καθυστέρηση οφείλεται σε γεγονός, για το οποίο δεν έχει ευθύνη, και, επομένως, δε θα έπρεπε να αξιώνεται απ’αυτήν η είσπραξη των εν λόγω χρηματικών ποσών των προβλεπομένων τιμολογιακών επιβαρύνσεων, καθώς οφείλεται αποκλειστικά στην 24ωρη απεργία των εργαζομένων της εναγομένης της 15ης.6.2011, μεταξύ δε αυτών και του προσωπικού της συγκεκριμένης δεξαμενής, εξαιτίας της οποίας (πραγματοποιηθείσας απεργίας) δεν εκτελέσθηκαν εργασίες στο πλοίο της την ημέρα αυτή, με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί εκ των πραγμάτων να λάβει την απόφαση να παρατείνει την παραμονή του πλοίου στη δεξαμενή για το πέραν του δηλωθέντος στην αίτησή της προαναφερθέν χρονικό διάστημα, που απαιτήθηκε μέχρι την ολοκλήρωση των προγραμματισθεισών να διενεργηθούν σ’αυτό ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών, οπότε και μόνο κατέστη δυνατός ο αποδεξαμενισμός του, και όχι ενωρίτερα, ως θα συνέβαινε εάν οι εργασίες δε διακόπτονταν εξαιτίας της μη αναμενόμενης απεργιακής κινητοποίησης, την οποία δε θα μπορούσε να γνωρίζει εκ των προτέρων, πριν δηλαδή να εξαγγελθεί, και συνεχίζονταν κανονικά βάσει του αρχικού σχεδιασμού, που είχε υπόψη της όταν αιτήθηκε το δεξαμενισμό του πλοίου της για 3 ημέρες, τις οποίες εκτίμησε ως επαρκείς για το πέρας των αναγκαίων εργασιών, ζητώντας να διαγραφούν τα περιληφθέντα στο εκδοθέν τιμολόγιο χρηματικά ποσά, που χρεώθηκαν σε βάρος της ως προσαυξήσεις λόγω του φερόμενου ως μη έγκαιρου αποδεξαμενισμού του πλοίου της, ως επιβληθέντα κατά τρόπο αντίθετο στα συναλλακτικά χρηστά ήθη και την καλή πίστη. Η εναγόμενη δεν αποδέχθηκε το ανωτέρω αίτημα, επικαλούμενη ειδικότερα σε δικά της έγγραφα προς την ενάγουσα τη διάταξη του άρθρου 16 παρ.4 του προαναφερθέντος Κανονισμού, σύμφωνα με την οποία η ίδια ουδεμία ευθύνη φέρει και δε χορηγείται καμία έκπτωση για το δεξαμενισμό πλοίου εάν συμβεί διακοπή εργασιών όταν αυτό βρίσκεται εντός της δεξαμενής για λόγους, μη οφειλομένους σε υπαιτιότητά της, επισημαίνοντας παράλληλα τη δυνατότητα, που είχε η ενάγουσα, εφόσον επιθυμούσε να παραμείνει το πλοίο της μία ημέρα επιπλέον στη δεξαμενή, να υποβάλει εγκαίρως αίτηση και να καταβάλει τη σχετική προκαταβολή εντός της 17ης.6.2011, μέχρι την 9η πρωϊνή της οποίας και όφειλε το πλοίο της να αποδεξαμενισθεί, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4 παρ.4 β΄του ιδίου Κανονισμού, όπερ δεν έπραξε, καθώς και το δικαίωμα αυτής (της ενάγουσας) κατάθεσης αντιρρήσεων λόγω της διαφωνίας της επί των σε βάρος της συγκεκριμένων χρεώσεων του εν λόγω τιμολογίου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 8 του Κανονισμού Οικονομικής Διαχείρισης της ιδίας (της εναγομένης). Ακολούθως και εφόσον η ενάγουσα δεν εξόφλησε το ανωτέρω τιμολόγιο, και ενώ στο μεσοδιάστημα ενημερώθηκε εγγράφως από την εναγόμενη ότι, πέραν του ποσού των 15.578,88 ευρώ, της οφείλει επιπλέον και το ποσό των 2.252,85 ευρώ, ως υπόλοιπο χρεώσεων για το δεξαμενισμό του συγκεκριμένου πλοίου της στην ίδια δεξαμενή στις 3.12.2009,  για τον οποίο και έχει εκδώσει το υπ’αριθμ. …./20.7.2010 τιμολόγιο, ποσού 22.986,60 ευρώ, ήτοι το συνολικό ποσό των 17.831,73 ευρώ, η εναγόμενη, κατ’εφαρμογήν των οριζομένων στον Κανονισμό Οικονομικής της Διαχείρισης, που εγκρίθηκε με την υπ’αριθμ. 45057/11/18.12.1972 απόφαση των Υπουργών Εμπορικής Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών και Οικονομικών (ΦΕΚ Β΄ 57/18.1.1973), εκδοθείσα βάσει του άρθρου 14 του α.ν.1559/1950, για την είσπραξη των απαιτήσεών της, προέβη στη διαβίβαση στη Δ.Ο.Υ. Πλοίων στις 14.4.2015 με το υπ’αριθμ…./14.4.2015 έγγραφό της περιληπτικού χρηματικού καταλόγου εις διπλούν, με συνημμένη την αντίστοιχη σε αυτόν τριπλότυπη περιληπτική κατάσταση βεβαίωσης οφειλών, που αναφέρονται σε ληξιπρόθεσμα χρέη της ενάγουσας, συνολικού ποσού 26.424,96 ευρώ, στο οποίο περιλαμβάνονται και τα ανωτέρω χρηματικά ποσά των 15.578,88 ευρώ και των 2.252,85 ευρώ που συνιστούν χρεώσεις από τους προαναφερθέντες δεξαμενισμούς του πλοίου της (το υπόλοιπο ποσό προφανώς αφορά σε τόκους των ποσών αυτών), προκειμένου η ανωτέρω Δ.Ο.Υ., στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της, να μεριμνήσει για τη βεβαίωση και είσπραξη της εν λόγω οφειλής κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974), όπερ και εγένετο, καθώς αυτή προέβη στην έκδοση και κοινοποίηση στην ενάγουσα της από 17.4.2015 ατομικής ειδοποίησης προς καταβολή του ως άνω συνολικού χρηματικού ποσού, προηγηθείσης ταμειακής βεβαίωσης αυτού ως δημοσίου εσόδου. Αποδείχθηκε επίσης ότι στην προκειμένη περίπτωση ο μη έγκαιρος αποδεξαμενισμός του πλοίου της ενάγουσας οφείλεται σε γεγονός για το οποίο αυτή ουδόλως φέρει ευθύνη, διότι λόγω της 24ωρης πανελλαδικής απεργίας της 15ης.6.2011, στην οποία συμμετείχαν και οι εργαζόμενοι/προστηθέντες της εναγομένης, και πραγματοποιήθηκε ενώ το πλοίο της ενάγουσας βρισκόταν ήδη από την προηγούμενη ημέρα στη μεγάλη πλωτή δεξαμενή της Επισκευαστικής Βάσης Περάματος, δεν ήταν δυνατόν να εκτελεσθούν εργασίες σ’αυτό κατά τη συγκεκριμένη ημέρα από τα προσληφθέντα από την ενάγουσα εξωτερικά ιδιωτικά συνεργεία κατά τα κατωτέρω εκτιθέμενα, οι οποίες, όμως, εξ αυτού και μόνο του λόγου καθυστέρησαν και δεν περατώθηκαν εντός του αρχικά δηλωθέντος από την ανωτέρω κατά την υποβολή της αίτησής της για το δεξαμενισμό του χρονικού διαστήματος, το οποίο είχε αυτή εκτιμήσει ως επαρκές για την ολοκλήρωση των εργασιών, που απαιτείτο να διενεργηθούν, και για το οποίο, εξάλλου, και είχε προκαταβάλει στο ακέραιο στην εναγόμενη τις προβλεπόμενες χρεώσεις, με αποτέλεσμα να καταστεί εκ των πραγμάτων αναγκαία η παραμονή του πλοίου της στη δεξαμενή για περισσότερο του αιτηθέντος χρόνο, και δη για αυτόν, που απαιτήθηκε έως ότου περατωθούν οι προγραμματισθείσες να εκτελεσθούν σ’αυτό ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, αφού έως τότε είναι προφανές ότι δε γινόταν να αποφασίσει την έξοδο του πλοίου της από τη δεξαμενή, καθώς δεν είχε επιτευχθεί ο σκοπός του δεξαμενισμού του. Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι, ναι μεν οι εν λόγω εργασίες στα πλοία, που εισέρχονται στις δεξαμενές των εγκαταστάσεων της εναγομένης, εκτελούνται από ιδιωτικά συνεργεία, επιλογής του εκπροσώπου του δεξαμενιζόμενου πλοίου, και όχι από το προσωπικό της εναγομένης, όπως βάσιμα ισχυρίζεται η εναγόμενη, πλην όμως, κατά τις ημέρες των απεργιών δεν είναι δυνατή η πρόσβαση των εν λόγω συνεργείων στις δεξαμενές, διότι οι θύρες των εγκαταστάσεών της φυλάσσονται από τους εκεί συγκεντρωμένους απεργούς/εργαζομένους της, οι οποίοι δεν τους επιπρέπουν την είσοδο ώστε να αναλάβουν εργασία στα πλοία, εύλογα περιφρουρώντας με μαχητικό τρόπο την κινητοποίησή τους και επιθυμώντας να διασφαλίσουν την επίτευξη των σκοπών της, και, συνακόλουθα την επιτυχία της, καθώς και ότι δεν θα καταστρατηγηθεί εμμέσως, ως θα συνέβαινε εάν δέχονταν να λειτουργήσουν οι δεξαμενές κανονικά και να εργασθούν σ’αυτές τα εξωτερικά επισκευαστικά συνεργεία, αντιδρώντας έντονα σε διαφορετική περίπτωση, γεγονός γνωστό σε όσους αναλαμβάνουν τέτοιες εργασίες, που αποφεύγουν και να το επιχειρήσουν ακόμη, φοβούμενοι την πρόκληση επεισοδίων, όπερ εγένετο και εν προκειμένω, που τα συνεργεία της ενάγουσας όντως παρεμποδίσθηκαν από τους απεργούς να εισέλθουν στο χώρο της δεξαμενής, σε κάθε δε περίπτωση, ακόμη και εάν τα συνεργεία της είχαν τέτοια δυνατότητα, και πάλι δεν θα εκτελούντο εργασίες στο πλοίο της, ούτε υποτυπωδώς, εφόσον, αφενός μεν δε θα μπορούσε να γίνει χρήση του γερανού της εναγομένης, τον οποίο χειρίζεται αποκλειστικά υπάλληλος της ιδίας, που επίσης συμμετείχε στην απεργία, όπως απαιτείται οπωσδήποτε για τις ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, που διενεργούνται ενώ τα πλοία βρίσκονται στις δεξαμενές, ούτε βέβαια η ενάγουσα θα μπορούσε να μισθώσει γερανό και να προσλάβει το χειριστή του από την ελεύθερη αγορά, η είσοδος των οποίων στις εγκαταστάσεις της και πάλι θα απαγορευόταν με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο από τους απεργούς, αφετέρου δε και το ολιγάριθμο προσωπικό ασφαλείας της εναγομένης, που προβλέπεται για την ημέρα της απεργίας, και όσον αφορά αυτούς, που απασχολούνται στις δεξαμενές της, αποτελείται κυρίως, όπως άλλωστε και τις άλλες ημέρες, από κατάλληλα και εξειδικευμένα στελέχη της (μηχανικούς και ηλεκτρολόγους), δε θα επαρκούσε εκ των πραγμάτων για την παροχή των λοιπών προβλεπομένων ειδικότερων υπηρεσιών της (ενδεικτικά αναφέρονται οι παροχές ύδατος και ρεύματος), στο πλαίσιο της εκ της καταρτισθείσας με τους εκπροσώπους του εκάστοτε πλοίου σύμβασης δεξαμενισμού του απορρέουσας υποχρέωσής της, που επίσης χρεώθηκαν, και δη ξεχωριστά από τη χρέωση για την παραχώρηση της χρήσης της δεξαμενής, όπως προεκτέθηκε, και ήταν απολύτως απαραίτητες, τόσο για την ασφαλή λειτουργία της δεξαμενής, όσο και για την ακώλυτη εκτέλεση των προγραμματισθεισών στο πλοίο εργασιών από τα ιδιωτικά εξωτερικά συνεργεία της ενάγουσας, διότι είναι προφανές ότι ο ορισμός εργαζομένων ως προσωπικού ασφαλείας, οι οποίοι πάντοτε κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής υπολείπονται αριθμητικά των εργαζομένων, που απασχολούνται σε έναν εργασιακό χώρο τις άλλες ημέρες, αποσκοπεί πρωτίστως και κυρίως στην επιτήρηση και την εποπτεία των εγκαταστάσεων, στη φύλαξή τους, και στην άμεση παρέμβαση σε περίπτωση που ανακύψει έκτακτο και επείγον περιστατικό κατά τη διάρκεια της απεργιακής κινητοποίησης, και πάντως όχι στην κανονική, ομαλή και απρόσκοπτη εκτέλεση της εργασίας, ως εάν να μην πραγματοποιείτο απεργία, και εν προκειμένω στην πλήρη λειτουργία της δεξαμενής, ώστε να είναι αυτή απόλυτα σε θέση να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των επισκευαστικών εργασιών, που είχαν προγραμματισθεί να εκτελεσθούν κατά την συγκεκριμένη ημέρα, όπερ εξ ορισμού δε μπορεί να επιτευχθεί μόνο από τις υπηρεσίες του ορισθέντος προσωπικού ασφαλείας. Η κρίση αυτή του παρόντος Δικαστηρίου επιρρωνύεται ιδίως από τις καταθέσεις των μαρτύρων της ενάγουσας, εκ των οποίων ο εκτός δίκης ενόρκως εξετασθείς ενώπιον Συμβολαιογράφου ……….., επισκευαστής πλοίων και ο ίδιος, που δραστηριοποιείται επαγγελματικά στις εγκαταστάσεις της εναγομένης, όπου λειτουργεί και η συγκεκριμένη δεξαμενή, με δικά του συνεργεία εργαζομένων, έχοντας ίδιαν γνώση, αναφέρει ότι στις εν λόγω δεξαμενές, ναι μεν οι εργασίες πράγματι εκτελούνται από συνεργεία, που προσλαμβάνει ο εκπρόσωπος του δεξαμενιζόμενου πλοίου και όχι της εναγομένης, πλην όμως η τελευταία, που παραχωρεί τη χρήση του χώρου, επιπροσθέτως συνδράμει και διευκολύνει με το προσωπικό της την εκτέλεση των εργασιών, διά της παροχής των λοιπών υπηρεσιών (ρεύματος, ύδατος κλπ.), τις οποίες επίσης τιμολογεί και χρεώνει, και οι οποίες είναι εξίσου αναγκαίες για τις επισκευές, αλλά και διά της παραχώρησης της χρήσης γερανού, που χειρίζεται αποκλειστικά δικός της υπάλληλος και είναι απολύτως απαραίτητος για την εκτέλεση των εργασιών αυτών, υπό την έννοια ότι τέτοιες εργασίες δεν είναι εκ των πραγμάτων δυνατόν να λάβουν χώρα διαφορετικά, διότι ο γερανός απαιτείται όχι μόνο για τη μεταφορά υλικών μεγάλου μεγέθους και βάρους, αλλά ακόμη και για την απλή μεταφορά εργαλείων, λόγω της διαμόρφωσης του χώρου της δεξαμενής κατά τρόπον που δεν είναι άλλως εφικτή η πρόσβαση σε όλα τα μέρη του πλοίου, ότι σε περίπτωση απεργίας των εργαζομένων της εναγομένης δεν εκτελούνται εργασίες, πρωτίστως διότι ο χώρος πάντοτε περιφρουρείται από τους απεργούς, οι οποίοι συγκεντρώνονται στην κεντρική πύλη και ποτέ δεν επιτρέπουν την είσοδο των συνεργείων για να εργασθούν στις δεξαμενές, όπως έχει ο ίδιος πλειστάκις διαπιστώσει, όπερ καλώς γνωρίζουν και  τα  μέλη των εξωτερικών συνεργείων, και λειτουργεί αποτρεπτικά σ’αυτούς, προς αποφυγήν πρόκλησης επεισοδίων, αλλά σε κάθε περίπτωση και διότι το προσωπικό ασφαλείας δεν είναι σε θέση να συνδράμει τα συνεργεία στην εκτέλεση των εργασιών, παρέχοντας τις προβλεπόμενες υπηρεσίες, διότι ορίζεται για λόγους φύλαξης και δεν επαρκεί για την υποστήριξη της δεξαμενής σε πλήρη λειτουργική κατάσταση, κυρίως όμως διότι δε μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο γερανός, αφού ο χειριστής του απεργεί, και χωρίς τον οποίο (γερανό) δε νοείται κατά λογική αναγκαιότητα εκτέλεση ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών στις δεξαμενές, και, τέλος, ότι κατά την απεργία της 15ης.6.2011 ήταν αδύνατη η είσοδος των συνεργείων στις εγκαταστάσεις της εναγομένης για τους ως άνω λόγους, όπερ γνωρίζει από προσωπική αντίληψη, διότι έχοντας αναλάβει και ο ίδιος εργασίες εκεί τη συγκεκριμένη ημέρα, δεν επετράπη η είσοδος ούτε στα δικά του συνεργεία,  τα οποία και ακριβώς εξ αυτού του λόγου δε κατέστη δυνατόν να εργασθούν. Μάλιστα και η ίδια η μάρτυρας της εναγομένης, εξετασθείσα ενόρκως στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της αγωγής, ανέφερε ότι ο χεριστής του γερανού, που χρησιμοποιείται στις ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, οι οποίες εκτελούνται στα πλοία, που εισέρχονται στις εν λόγω δεξαμενές, είναι υπάλληλος της εναγομένης, που δεν περιλαμβάνεται στο προσωπικό ασφαλείας των δεξαμενών, αλλά συμμετέχει στην απεργία, προσθέτοντας βέβαια ότι η ενάγουσα, θα μπορούσε σε κάθε περίπτωση να χρησιμοποιήσει εξωτερικό γερανό με χειριστή που θα προσλάμβανε από την ελεύθερη αγορά, όπως είχε τη δυνατότητα, παραβλέποντας το γεγονός ότι σε μία τέτοια περίσταση οι απεργοί υπάλληλοι της εναγομένης θα αντιδρούσαν εντονότατα στην είσοδο του χειριστή στις εγκαταστάσεις της, περιφρουρώντας την απεργία τους από καταστρατηγήσεις, εφόσον πρόκειται περί υπηρεσιών, που υπό φυσιολογικάς συνθήκας θα παρέχονταν από έναν εξ αυτών, καθώς και ότι η απεργία των εργαζομένων της εναγομένης ουδόλως επηρεάζει την πρόοδο των εργασιών στο πλοίο όταν αυτό βρίσκεται ήδη στις δεξαμενές της, διότι οι εργασίες αυτές εκτελούνται από εξωτερικά συνεργεία, ενώ το προσωπικό ασφαλείας της εναγομένης, που απασχολείται στις δεξαμενές (μηχανικοί και ηλεκτρολόγοι) εργάζεται κανονικά κατά τη διάρκεια της απεργίας, μη λαμβάνοντας υπόψη ότι, όπως έχει ήδη εκτεθεί, το ολιγάριθμο προσωπικό ασφαλείας της εναγομένης, που ορίζεται για τις ημέρες των απεργιών, αποσκοπεί πρωτίστως στη φύλαξη των εγκαταστάσεων και δεν είναι εκ των πραγμάτων σε θέση να συνδράμει τα εξωτερικά συνεργεία στις εργασίες που εκτελούν, παρέχοντας τις απαιτούμενες υπηρεσίες, προκειμένου να λειτουργήσει η δεξαμενή ακριβώς με τον τρόπο που θα λειτουργούσε σε μία εργάσιμη ημέρα, με παρόντες το σύνολο των εργαζομένων της εναγομένης, που προβλέπεται ότι πρέπει να απασχολούνται στο συγκεκριμένο αντικείμενο, ώστε η δεξαμενή να βρίσκεται σε κατάσταση πλήρους λειτουργίας. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι για τη χρήση γερανού στις εργασίες, που εκτελούνται στις δεξαμενές της εναγομένης, αλλά και για τις λοιπές παροχές της τελευταίας στα δεξαμενιζόμενα πλοία, που αναφέρονται στο άρθρο 28 του ανωτέρω Κανονισμού, για τις οποίες επιβάλλονται χρεώσεις, που στο ίδιο άρθρο χαρακτηρίζονται ως «έκτακτες», προβλέπεται, επίσης στο άρθρο αυτό, ως προαπαιτούμενο, η υποβολή αιτήματος του εκπροσώπου του πλοίου προς την εναγόμενη (η άλλη περίπτωση, που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο είναι να κρίνονται αναγκαίες από την αρμόδια υπηρεσία για την ασφάλεια του δεξαμενιζόμενου πλοίου), πλην όμως το γεγονός ότι δεν υποβλήθηκε εν προκειμένω τέτοιο αίτημα από την ενάγουσα ουδόλως αναιρεί την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου ότι οι εργασίες, που είχαν προγραμματισθεί να εκτελεσθούν στο πλοίο την ημέρα της απεργίας απαιτούσαν τη χρήση γερανού, με αποτέλεσμα, λόγω τη συμμετοχής του χειριστή του/υπαλλήλου της εναγομένης στην απεργία, να μη διενεργηθούν, πολλώ δε μάλλον που εν προκειμένω κατά την ημέρα αυτή ούτε τα εξωτερικά συνεργεία της ενάγουσας, που είχαν αναλάβει να εκτελέσουν αυτές τις εργασίες, είχαν πρόσβαση στις δεξαμενές, καθώς, όπως προεκτέθηκε, οι απεργοί δεν τους επέτρεψαν την είσοδο στις εγκαταστάσεις της εναγομένης για να εργασθούν, και να καθυστερήσει ο αποδεξαμενισμός του πλοίου, διότι, αφενός μεν κατά τον ανωτέρω μάρτυρα της ενάγουσας ……….., ο οποίος διατηρεί δικό του συνεργείο επισκευής πλοίων, που δραστηριοποιείται στις εγκαταστάσεις της εναγομένης, όπου λειτουργούν οι δεξαμενές, δε νοείται εκτέλεση ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών σε δεξαμενιζόμενο πλοίο χωρίς γερανό, του οποίου η χρήση είναι απολύτως επιβεβλημένη λόγω της χωροταξίας των δεξαμενών, κατά τρόπον ώστε τέτοιες εργασίες να μην μπορούν να λάβουν χώρα σε διαφορετική περίπτωση, αφετέρου δε υποβολή σχετικού αιτήματος από την ενάγουσα δεν αποδείχθηκε στην κρινόμενη περίπτωση ότι προηγήθηκε ούτε για τις λοιπές υπηρεσίες προς το πλοίο της (θαλασσίου ύδατος, ρεύματος, διάθεση συνεργείου δυτών, κεντρική και πλευρική στήριξη του πλοίου, εξαγωγή υποβάθρων για την εκτέλεση εργασιών στα ύφαλα μέρη του πλοίου),  που παρασχέθηκαν από την εναγόμενη, ενώ το πλοίο βρισκόταν στη δεξαμενή, όπερ ουδόλως αμφισβητείται από την τελευταία, παρότι στο ίδιο άρθρο του Κανονισμού προβλέπεται και για τις υπηρεσίες αυτές ότι απαιτείται να υποβληθεί τέτοιο αίτημα προκειμένου να παρασχεθούν, αλλά ούτε ακόμη και για την επίσης μη αμφισβητούμενη χρήση γερανού στο δεξαμενιζόμενο πλοίο επί 24 ώρες, που προφανώς αναφέρεται στις υπόλοιπες ημέρες, που το πλοίο βρισκόταν  στη δεξαμενή, και το προσωπικό της εναγομένης δεν απεργούσε, αλλά εργαζόταν κανονικά, παροχές, που εξάλλου χρεώθηκαν από την εναγόμενη και οι αντίστοιχες χρεώσεις περιλήφθηκαν στο εκδοθέν επί του επίδικου δεξαμενισμού του πλοίου τιμολόγιό της. Ούτε βέβαια μπορεί βασίμως να υποστηριχθεί ότι η ενάγουσα υπήρξε υπαίτια για την υπέρβαση του αιτηθέντος χρόνου δεξαμενισμού του πλοίου της διότι δε φρόντισε να ενημερωθεί εγκαίρως για την απεργία των εργαζομένων της εναγομένης, ώστε να μην προγραμματίσει εργασίες επισκευής σ’αυτό τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, στην οποία παρεμβάλλεται ημέρα εξαγγελθείσας απεργίας, καθώς ουδόλως αποδείχθηκε ότι εν προκειμένω η εν λόγω απεργία είχε προκηρυχθεί ενωρίτερα από τις 6.6.2011 όταν η ενάγουσα υπέβαλε αίτηση στην εναγόμενη για τον επίμαχο δεξαμενισμό,  ώστε η ενάγουσα να το γνωρίζει, ή έστω να μπορούσε να το γνωρίζει, αλλά ακόμη και στην περίπτωση αυτή δε μπορεί να γίνει δεκτό ότι η ενάγουσα ειδικότερα, αλλά και ο εκάστοτε εκπρόσωπος του πλοίου εν γένει, που προτίθεται να υποβάλει αίτηση για την είσοδο του πλοίου του σε δεξαμενή προς εκτέλεση εργασιών, βαρύνεται με τέτοια υποχρέωση, να ενημερώνεται δηλαδή προηγουμένως για τυχόν απεργίες, ενώ, κατά την καλή πίστη και τα συναλλακτικά χρηστά ήθη, τέτοια υποχρέωση θα έπρεπε να βαρύνει την εναγόμενη, της οποίας το προσωπικό είναι αυτό, που απεργεί, με τα επίσης γνωστά στην ίδια, αλλά και ευρέως σε όσους δραστηριοποιούνται στο χώρο, και παγιωμένα επακόλουθα (απαγόρευση εισόδου των εξωτερικών συνεργείων, που προσλαμβάνονται από τους εκπροσώπους των πλοίων για τις εργασίες, στους χώρους της από τους απεργούς/εργαζομένους της, συμμετοχή του χειριστή του γερανού, εκ των ων ουκ άνευ μηχάνημα για τις εργασίες στις δεξαμενές, στην απεργία, αδυναμία του ολιγάριθμου προσωπικού ασφαλείας της να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις λειτουργίας των δεξαμενών), να γνωστοποιεί δηλαδή στους συναλλασσομένους μαζί της ότι έχει εξαγγελθεί και επίκειται απεργία των εργαζομένων της εντός του αιτουμένου χρονικού διαστήματος για το δεξαμενισμό του πλοίου τους, όπερ ενδεχομένως να καθυστερήσει την εκτέλεση των προγραμματισμένων να εκτελεσθούν σ’αυτό εντός της δεξαμενής ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών, ώστε, αυτοί, αφού σταθμίσουν τα δεδομένα της κατάστασης, να λάβουν τις αποφάσεις τους, αναλαμβάνοντας το όποιο ρίσκο, αλλά και το ανάλογο κόστος της όποιας καθυστέρησης λόγω των επιβαρύνσεων στις χρεώσεις του δεξαμενισμού, που γνωρίζουν ότι προβλέπονται για την περίπτωση αυτή. Ενόψει τούτων, η υπαίτια συμπεριφορά της εναγομένης, όπως εκδηλώθηκε διά των προστηθέντων/υπαλλήλων της, που ενήργησαν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, να επιβληθούν σε βάρος της ενάγουσας επιπλέον χρεώσεις για το δεξαμενισμό του πλοίου της κατά το χρονικό διάστημα από 14.6.2011 έως 18.6.2011 και ώρα 10.30, με την επίκληση υπαίτιας εκ μέρους της τελευταίας καθυστέρησης στην έξοδο του εν λόγω πλοίου από τη δεξαμενή σε σχέση με τον αρχικά αιτηθέντα χρόνο δεξαμενισμού του (από 14.6.2011 έως 16.6.2011, με βάση τον οποίο θα έπρεπε το πλοίο να αποδεξαμενισθεί μέχρι και ώρα 9.00 της 17ης.6.2011), αν και η εν λόγω καθυστέρηση οφείλεται αποκλειστικά σε υπαιτιότητα των προστηθέντων της ιδίας της εναγομένης/εργαζομένων της, που απεργούσαν στις 15.6.2011, με αποτέλεσμα να μην εκτελεσθούν εργασίες στο πλοίο της ενάγουσας τη συγκεκριμένη ημέρα, και ενώ αυτό βρισκόταν ήδη στη δεξαμενή, και να καθυστερήσει η αποπεράτωση των προγραμματισμένων εργασιών, προ της οποίας το πλοίο εκ των πραγμάτων δε μπορούσε να εξέλθει της δεξαμενής, και, συνακόλουθα να καθυστερήσει αναπόφευκτα και ο αποδεξαμενισμός του, χωρίς, όμως, δική της ευθύνη, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, όπερ καλώς εγνώριζε η εναγόμενη, η οποία, εντούτοις, εξέδωσε, διά των νομίμων εκπροσώπων της, το ανωτέρω τιμολόγιο, στο οποίο περιλήφθηκαν και οι κάτωθι διαλαμβανόμενες χρεώσεις, που αφορούν σε προβλεπόμενες επιβαρύνσεις λόγω υπέρβασης του δηλωθέντος χρόνου δεξαμενισμού του πλοίου, αιτιώμενη υπαιτιότητα προς τούτο της ενάγουσας, και αξιώνοντας να εισπράξει τα αντίστοιχα χρηματικά ποσά, που επίσης περιέλαβε σε αποσταλέντα προς την αρμόδια Δ.Ο.Υ. χρηματικό κατάλογο, προκειμένου να βεβαιωθούν με τη διαδικασία του Κ.Ε.Δ.Ε. σε βάρος της ενάγουσας ως δημόσιο έσοδο, όπως και έγινε, παρότι ουδέν ποσό θα έπρεπε να τη χρεώσει για τη αιτία αυτή, καθώς η ίδια η εναγόμενη ήταν αυτή, που παρέβη τη συμβατική της υποχρέωση κατά την ημέρα της απεργίας να παραχωρήσει στην ενάγουσα τη χρήση του χώρου της δεξαμενής, διασφαλίζοντας, ως όφειλε, τη δυνατότητα πρόσβασης σ’αυτήν των ιδιωτικών εξωτερικών συνεργείων της (της ενάγουσας), ώστε να μπορούν ακώλυτα να εκτελέσουν στο υπό επισκευή πλοίο τις προγραμματισμένες και απαραίτητες εργασίες, όπερ δε κατέστη εν προκειμένω δυνατόν ακριβώς λόγω των ενεργειών περιφρούρησης των εγκαταστάσεων της εναγομένης από τους απεργούς/εργαζομένους της, οι οποίοι παρεμπόδισαν τα μέλη των συνεργείων να εισέλθουν στο χώρο της δεξαμενής, που, εξ αυτού του λόγου, δεν εργάσθηκαν, με εύλογη συνέπεια την καθυστέρηση στην ολοκλήρωση των εργασιών εντός του αρχικά υπολογισθέντος από την ενάγουσα χρονικού διαστήματος, και όχι εξαιτίας τρίτου προς τη σύμβαση προσώπου, ή τυχαίου γεγονότος, ή ανωτέρας βίας, αντίκειται στα συναλλακτικά χρηστά ήθη, δηλαδή στην αντίληψη του υγιώς σκεπτομένου μέσου κοινωνικού ανθρώπου,  στην κοινωνική ηθική και στις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου, πάνω στις οποίες στηρίζεται το θετικό δίκαιο, αφού η εναγόμενη τελούσε σε γνώση περί του ότι η εκδηλωθείσα συμπεριφορά της, η απαίτηση δηλαδή της καταβολής των συγκεκριμένων – μη οφειλομένων – χρηματικών ποσών αντέκειτο στα χρηστά ήθη και ήταν δυνατόν να προκαλέσει την οικονομική ζημία της ενάγουσας και παρόλα αυτά δεν απείχε από την πράξη της αυτή, από την οποία και πράγματι επήλθε τέτοια ζημία στην ενάγουσα. Η προκληθείσα στην ενάγουσα περιουσιακή ζημία λόγω της, από υπαιτιότητα της εναγομένης, τελεσθείσας από πρόθεση εις βάρος της αδικοπραξίας με συμπεριφορά συνιστώσα αντίθεση προς τα χρηστά ήθη, όπως αυτή περιγράφηκε ανωτέρω, ειδικότερα συνίσταται στα κάτωθι αναφερόμενα χρηματικά ποσά, τα οποία αφορούν σε προβλεπόμενες επιβαρύνσεις εξαιτίας της επικαλουμένης από την εναγόμενη καθυστέρησης στον αποδεξαμενισμό του πλοίου της ενάγουσας, με υπαιτιότητα της τελευταίας, μετά τις 9.00 της 17ης.6.2011, όταν και το πλοίο θα έπρεπε να εξέλθει της δεξαμενής με βάση τον αρχικά δηλωθέντα χρόνο δεξαμενισμού του, που περιλήφθηκαν στο ανωτέρω τιμολόγιο και στον αποσταλέντα στη Δ.Ο.Υ. Πλοίων χρηματικών καταλόγων:1) Στο ποσό των 3.675 ευρώ, που χρεώθηκε στην ενάγουσα ως τακτικό (απλό) ημερήσιο μίσθωμα για την παραμονή του πλοίου της στη συγκεκριμένη δεξαμενή κατά το χρονικό διάστημα από ώρα 9.00 της 17ης.6.2011 έως και ώρα 9.00 της 18ης.6.2011, 2) στο ποσό των 3.675 ευρώ, το οποίο επιβλήθηκε ως προσαύξηση 100% επί του ποσού του ημερησίου μισθώματος, καθώς η παραμονή του πλοίου της ενάγουσας στη δεξαμενή μετά τις 9.00 της 17ης.6.2011 και μέχρι ώρα 9.00 της επομένης, καθ’υπέρβαση δηλαδή κατά μία ημέρα του αρχικά δηλωθέντος χρόνου δεξαμενισμού του, θεωρήθηκε εκπρόθεσμη παράταση, υπό την έννοια που άρθρου 4 παρ.1 στοιχ.β΄του ανωτέρω Κανονισμού, η οποία συνεπάγεται την υποχρέωση καταβολής από τον υπόχρεο, και εν προκειμένω την ενάγουσα, του ημερησίου μισθώματος, προσαυξημένου κατά ποσοστό 100% για τις δύο πρώτες ημέρες καθυστέρησης, 3) το ποσό των 1.837,50 ευρώ, που αφορά στο ήμισυ του ημερησίου (απλού) μισθώματος, ποσού 3.675 ευρώ, και επιβλήθηκε στην ενάγουσα λόγω της επίκλησης από την εναγόμενη αποδεξαμενισμού του πλοίου με καθυστέρηση στις 18.6.2011 και ώρα 10.30, ήτοι εντός του χρονικού διαστήματος από ώρα 9.00 έως ώρα 11.00, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 παρ.1 στοιχ.β΄του ανωτέρω Κανονισμού, 4) το ποσό των 2.800 ευρώ, το οποίο συνιστά τη διαφορά μεταξύ του ποσού των 3.600 ευρώ, που χρεώθηκε από την εναγόμενη, λόγω του αποδεξαμενισμού του πλοίου της ενάγουσας ημέρα Σάββατο, και του ποσού των 800 ευρώ, που θα έπρεπε να χρεωθεί και συνιστά την προβλεπόμενη στον ανωτέρω Κανονισμό χρέωση για τον αποδεξαμενισμό του πλοίου καθημερινή ημέρα της εβδομάδας, όταν και το πλοίο θα εξερχόταν της δεξαμενής, εάν είχαν ολοκληρωθεί εγκαίρως οι προγραμματισμένες να εκτελεσθούν σ’αυτό εργασίες, οι οποίες όμως καθυστέρησαν λόγω της απεργίας του προσωπικού της εναγομένης στις 15.6.2011, και 5) το ποσό των 3.215,63 ευρώ, που αποτελεί τη διαφορά μεταξύ του ποσού των 7.074,38 ευρώ, το οποίο αφορά στις ειδικές χρεώσεις του άρθρου 27 του Κανονισμού, που καταβάλλονται για την είσοδο και τη χρησιμοποίηση των δεξαμενών από τα ιδιωτικά συνεργεία, επιλογής του πλοιοκτήτη, και για τον καθορισμό των δεξαμενών από απορρίμματα, προερχόμενα από τις επί του πλοίου ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, ανερχόμενες συνολικά σε ποσοστό 35% επί του συνόλου των ημερησίων μισθωμάτων του χρονικού διαστήματος παραμονής του πλοίου στη δεξαμενή, και εν προκειμένω υπολογίσθηκε από την εναγόμενη επί του ποσού των 20.212,500 ευρώ, στο οποίο περιλήφθηκε και το ημερήσιο μίσθωμα της 17ης.6.2011, της τέταρτης ημέρας δεξαμενισμού του πλοίου, και η προσαύξηση κατά ποσοστό 100% επί του ημερησίου μισθώματος, που επιβλήθηκε διότι η παραμονή του πλοίου της ενάγουσας στη δεξαμενή μετά τις 9.00 της 17ης.6.2011 και μέχρι ώρα 9.00 της επομένης ημέρας (18.6.2011) θεωρήθηκε εκπρόθεσμη παράταση του αιτηθέντος χρόνου δεξαμενισμού του, και η προσαύξηση κατά 50% του ημερησίου μισθώματος, καθώς το πλοίο αποδεξαμενίσθηκε στις 18.6.2011 εντός του διαστήματος από ώρα 9.00 έως ώρα 11.00, και του ποσού των  3.858,75 ευρώ, το οποίο θα έπρεπε να χρεωθεί στην εναγόμενη για την αιτία αυτή, και συνιστά το 35% του ποσού των 11.025 ευρώ (τριών ημερησίων μισθωμάτων του αρχικά αιτηθέντος χρόνου παραμονής του πλοίου στη δεξαμενή, μη συμπεριλαμβανομένων δηλαδή για τον υπολογισμό του των προβλεπομένων επιβαρύνσεων λόγω της επικαλούμενης καθυστέρησης αποδεξαμενισμού του πλοίου με υπαιτιότητα της ενάγουσας, διότι όπως προεκτέθηκε η καθυστέρηση αυτή οφείλεται σε γεγονός, για το οποίο η ενάγουσα δεν έχει ευθύνη, και συνεπώς οι επιβαρύνσεις στις χρεώσεις για το δεξαμενισμό του πλοίου κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα αντίκεινται στα συναλλακτικά χρηστά ήθη). Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το σύνολο της περιουσιακής ζημίας της ενάγουσας εκ της προεκτεθείσας αδικοπρακτικής συμπεριφοράς της εναγομένης ανέρχεται στο ποσό των 15.203,13 ευρώ (3.675 ευρώ + 3.675 ευρώ + 1.837,50 ευρώ + 2.800 ευρώ + 3.215,63 ευρώ), το οποίο και πρέπει να υποχρεωθεί να της καταβάλει η εναγόμενη, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Πέραν της ανωτέρω περιουσιακής ζημίας η ενάγουσα υπέστη και ηθική βλάβη, διότι, εμφανισθείσα ως οφειλέτρια του ποσού αυτού στη Δ.Ο.Υ. Πλοίων, το οποίο υποχρεώθηκε να καταβάλει αχρεωστήτως, ζημιώθηκε ως προς την εμπορική της πίστη και την επαγγελματική της υπόληψη, που κλονίσθηκαν εξ αυτού του λόγου, λαμβάνοντας δε υπόψη την υπαιτιότητα των εκπροσώπων της εναγομένης, το είδος και το βαθμό αυτής, την έλλειψη οποιασδήποτε υπαιτιότητας της ενάγουσας, και τις εν γένει συνθήκες, υπό τις οποίες η εναγόμενη εξεδήλωσε την ως άνω αντιβαίνουσα στη διάταξη του άρθρου 919 του ΑΚ συμπεριφορά, καθώς και το ύψος της προκληθείσας στην ενάγουσα περιουσιακής της ζημίας για την ως άνω αιτία, πρέπει να επιδικασθεί σ’αυτήν το ποσό των 1.000 ευρώ, ως εύλογη χρηματική της ικανοποίηση, το οποίο επίσης υποχρεούται να της καταβάλει η εναγόμενη (αίτημα επιδίκασης τόκων επί του συγκεκριμένου αγωγικού κονδυλίου δεν περιλήφθηκε στην αγωγή, ούτε στις προτάσεις της ενάγουσας, που κατατέθηκαν στον πρώτο βαθμό κατά τη διάταξη του άρθρου 223 αριθμ.1 του ΚΠολΔ). Περαιτέρω, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, η εναγόμενη πράγματι συμπεριέλαβε στον αποσταλέντα στη Δ.Ο.Υ. Πλοίων χρηματικό κατάλογο, προκειμένου να βεβαιωθεί σε βάρος της ενάγουσας κατά την προβλεπόμενη στον Κ.Ε.Δ.Ε. διαδικασία ως δημόσιο έσοδο, και το ποσό των 2.252,85 ευρώ, που συνιστά υπόλοιπο χρεώσεων για το δεξαμενισμό του συγκεκριμένου πλοίου της στην ίδια δεξαμενή στις 3.12.2009, για τον οποίο και έχει εκδοθεί το υπ’αριθμ. ……../20.7.2010 τιμολόγιο, συνολικού ποσού 22.986,60 ευρώ, πλην όμως το γεγονός ότι το προκαταβληθέν από την ενάγουσα για το δεξαμενισμό του πλοίου της κατά το χρονικό διάστημα από 14.6.2011 έως 18.6.2011 και ώρα 10.30 ποσό των 23.650 ευρώ δε συμψηφίσθηκε από την εναγόμενη με το ανωτέρω ποσό της προηγούμενης οφειλής της ενάγουσας σε πλήρη και ολοσχερή εξόφληση αυτής, δε συνιστά αντίθετη στα χρηστά ήθη συμπεριφορά της εναγομένης, όπως η έννοια μίας τέτοιας μορφής αδικοπρακτικής συμπεριφοράς αναλύθηκε διεξοδικά στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, που να γεννά υποχρέωση προς αποζημίωση της ενάγουσας, λαμβανομένου υπόψη ότι το εν λόγω ποσό της προκαταβολής αφαιρέθηκε από την εναγόμενη από το ποσό, που τελικά ζητήθηκε από την ενάγουσα να καταβάλει για τον προαναφερθέντα δεξαμενισμό του πλοίου της, έναντι της συνολικής χρέωσης για τον οποίο, άλλωστε, και το ποσό αυτό δόθηκε εξαρχής. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του απέρριψε στο σύνολό της την αγωγή ως κατ’ουσίαν αβάσιμη, καθόσον δέχθηκε ότι δεν αποδείχθηκε αδικοπρακτική συμπεριφορά της εναγομένης σε βάρος της ενάγουσας, εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε, όπως βάσιμα ισχυρίσθηκε η ενάγουσα με την έφεσή της και το δικόγραφο των προσθέτων λόγων έφεσης, που άσκησε κατά της πρωτόδικης απόφασης. Πρέπει, επομένως, να γίνουν δεκτά τα ανωτέρω δικόγραφα (έφεση και πρόσθετοι λόγοι έφεσης) και κατ’ουσίαν, και αφού εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, και κρατηθεί και εκδικασθεί εξαρχής η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή και από πλευράς ουσιαστικής βασιμότητας, και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 15.203,13 ευρώ,  με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας, που η τελευταία υπέστη από τη βάρος της αδικοπρακτική (αντίθετη στα χρηστά ήθη) συμπεριφορά της αντιδίκου της, καθώς και το ποσό των 1.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση της ηθικής της βλάβης. Περαιτέρω, λόγω της παραδοχής της έφεσης και κατ’ουσίαν θα πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στην εκκαλούσα/ενάγουσα του κατατεθέντος απ’αυτήν παραβόλου του ένδικου μέσου (άρθρο 495 παρ.4 εδαφ.ε΄του ΚΠολΔ). Τέλος, θα πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της εν μέρει ηττηθείσας εναγομένης μέρος της δικαστικής δαπάνης αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, της ενάγουσας, που νίκησε εν μέρει, και υπέβαλε σχετικό αίτημα, ανάλογο με την έκταση της νίκης και της ήττας των διαδίκων της αγωγής (άρθρα 176, 178 παρ.1, 183, και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας οριζόμενα.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων α) την από 9.3.2017 (με αυξ. αριθμ.εκθ.καταθ…../10.3.2017 και …./23.2.2018) έφεση και β) το από 17.9.2018 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……/ 17.9.2018) δικόγραφο προσθέτων λόγων έφεσης κατά της υπ’αριθμ. 1955/2016 οριστικής απόφασης του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ουσίαν την έφεση και του προσθέτους λόγους έφεσης.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη απόφαση.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει εξαρχής την υπόθεση επί της από 28.12.2015 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ……../29.12.2015) αγωγής.ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την ανωτέρω αγωγή.ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγουσα  το χρηματικό ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων διακοσίων τριών ευρώ και δεκατριών λεπτών (15.203,13), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι πλήρους και ολοσχερούς εξόφλησης, καθώς και το ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ