Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 411/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙKΑΣΙΑ

Αριθμός Απόφασης:   411 /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Ιωάννη Γερωνυμάκη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα  Γ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι κρινόμενες εφέσεις κατά της υπ’ αριθ. 4986/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών, ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα εντός της διετίας από την έκδοση της (άρθρα 495 επ., 511, 513 παρ. 1β, 518 παρ. 2, 520 του ΚΠολΔ), δοθέντος ότι από τη δικογραφία δεν αποδεικνύεται ούτε κανείς από τους διαδίκους επικαλείται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει επιδοθεί και αρμοδίως φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) ενώ καταβλήθηκαν και τα νόμιμα παράβολα (e – Παράβολο με κωδικό ……../2017 ποσού 100 ευρώ και e – Παράβολο με κωδικο ………./2018, ποσού 100, τα ποσά των οποίων καταβλήθηκαν στην τράπεζα EUROBANK και στην ALPHA BANK αντίστοιχα), τα οποία επισυνάπτονται στις από 28/11/2017 και 14/2/2018 αντίστοιχα εκθέσεις που συνέταξε η Γραμματέας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατ’ άρθρο 495 παρ. 2 του ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, οι εφέσεις, αφού συνεκδικαστούν για λόγους πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, διευκολύνσεως και επιταχύνσεως της δίκης καθώς και μειώσεως των εξόδων (άρθρο 246 του ΚΠολΔ) να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία (άρθρα 533 παρ.1 και 591 παρ. 7 του ΚΠολΔ).

Το ενάγον, ήδη εφεσίβλητο – εκκαλούν, ν.π.ι.δ. στην από 12/12/2015 αγωγή του ισχυρίστηκε ότι δυνάμει του από 15/1/1999 ιδιωτικού συμφωνητικού εκμίσθωσε στους δεύτερο και τρίτο των εναγομένων, ήδη εκκαλούντων – εφεσίβλητων, τους περιγραφόμενους σε αυτό χώρους του περιβάλλοντος χώρου του ……., ότι με το από 16/3/1999 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης, όπως τροποποιήθηκε με τα από 8/6/1999 και 1/3/2006 ιδιωτικά συμφωνητικά, εκμίσθωσε στην πρώτη εναγόμενη, ήδη πρώτη εκκαλούσα – εφεσίβλητη ανώνυμη εταιρία, το περιγραφόμενο στην αγωγή ακίνητο, συνολικού εμβαδού 1.860 τ.μ., ευρισκόμενο στον περιβάλλοντα χώρο του ……, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει αποκλειστικά ως εστιατόριο, χώρο δεξιώσεων, καφέ και ζαχαροπλαστείο, ότι η διάρκεια της μίσθωσης ορίστηκε έως το έτος 2018, το δε μηναίο μίσθωμα συμφωνήθηκε να ανέρχεται αρχικά στο ποσό των 3.500.000 δραχμών, με το από 8/6/1999 ιδιωτικό συμφωνητικό στο ποσό των 5.250.000 δραχμών και με το από 1/3/2006 ιδιωτικό συμφωνητικό στο ποσό των 28.000 ευρώ, με ετήσια αναπροσαρμογή κατά ποσοστό ίσο με τον εκάστοτε ισχύοντα Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, προσαυξημένο κατά μια ακέραια μονάδα, πλέον τελών χαρτοσήμου, ότι τη μισθώτρια βάρυναν οι δαπάνες για την κατανάλωση του ηλεκτρικού ρεύματος και του ύδατος, ότι στο από 1/3/2006 ιδιωτικό συμφωνητικό οι δεύτερος και τρίτος εναγόμενοι, νόμιμοι εκπρόσωποι της μισθώτριας εταιρίας, εγγυήθηκαν εγγράφως την καλή τήρηση των όρων της σύμβασης, ευθυνόμενοι απέναντι στον εκμισθωτή εις ολόκληρον με τη μισθώτρια, ότι, η τελευταία, αν και από την αρχή της σύμβασης έκανε ανενόχλητη χρήση του μισθίου, από τον Ιούνιο του έτους 2010 και ενώ το μηναίο μίσθωμα είχε ανέλθει, κατόπιν διαδοχικών ετήσιων αναπροσαρμογών, στο ποσό των 33.766,19 ευρώ, από δυστροπία του κατέβαλλε μηνιαίως το ποσό των 32.530,05 ευρώ, δηλ. χωρίς την ετήσια αναπροσαρμογή, ενώ από την 1/3/2011 του κατέβαλλε μέρος από το μηναίο μίσθωμα, ότι με την υπ’ αριθμ. 3683/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε επί της από 30/9/2011 αγωγής της πρώτης εναγόμενης το μηναίο μίσθωμα μειώθηκε κατά ποσοστό 25% και με την υπ’ αριθμ. 453/2014 απόφαση του Εφετείου αυτού κατά ποσοστό 20% για ένα έτος (Ιούλιος 2010 – Ιούνιος 2011), μετά την πάροδο του οποίου εξακολουθούσε να ισχύει η συμβατική κατ’ έτος αναπροσαρμογή, ότι αν και η πρώτη εναγόμενη όφειλε για το χρονικό διάστημα από την 1/7/2010 έως την 20/11/2012, οπότε η τελευταία κατάγγειλε τη σύμβαση, να του καταβάλει, για μη καταβληθέντα μισθώματα, το συνολικό ποσό των 802.613,31 ευρώ, εκείνη του κατέβαλε το συνολικό ποσό των 682.800,75 ευρώ, κατά τα ειδικότερα εκτεθέντα στην αγωγή, εναπομένοντος οφειλόμενου υπολοίπου ποσού 119.812,56 ευρώ, ότι πλέον τούτου του οφείλει ως αποζημίωση χρήσης για το χρονικό διάστημα από την 20/11/2012 έως την 27/7/2013, κατά το οποίο παράνομα παρακρατούσε το μίσθιο, το συνολικό ποσό των 239.454,38 ευρώ και για δαπάνες κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, ύδατος και τηλεφωνικής σύνδεσης το συνολικό ποσό των 20.420,09 ευρώ. Ζητούσε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του καταβάλουν, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον έκαστος, το συνολικό ποσό των 379.687,05 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επόμενη που κάθε επιμέρους κονδύλι κατέστη απαιτητό, άλλως από την 19/11/2012, ημερομηνία όχλησης, έως την ολοσχερή εξόφληση. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, αφού απέρριψε το αίτημα για την επιδίκαση της αποζημίωσης χρήσης, δέχθηκε την αγωγή εν μέρει και υποχρέωσε τους εναγόμενους να καταβάλουν στο ενάγον, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον ο κάθε ένας, το συνολικό ποσό των 139.957,13 ευρώ, που αντιστοιχεί στα οφειλόμενα μισθώματα και στις δαπάνες κατανάλωσης ύδατος και ηλεκτρικού ρεύματος, με το νόμιμο τόκο κατά τις διακρίσεις που αναφέρει στο διατακτικό της. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι εκκαλούντες – εφεσίβλητοι και το εφεσίβλητο – εκκαλούν με τις υπό κρίση εφέσεις τους για κακή εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν να γίνουν αυτές δεκτές, ώστε να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση και για μεν τους εκκαλούντες – εφεσίβλητους να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολο της, για δε το εφεσίβλητο – εκκαλούν να γίνει η αγωγή του δεκτή στο σύνολό της. Επίσης, με τις προτάσεις τους ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι εκκαλούντες – εφεσίβλητοι  υποβάλουν αίτημα για επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη της εκτέλεσης κατάσταση, σε περίπτωση που γίνει δεκτή η έφεσή τους και απορριφθεί η εναντίον τους αγωγή και ζητούν να υποχρεωθεί το εφεσίβλητο – εκκαλούν να τους καταβάλει το ποσό των 40.000 ευρώ, το οποίο κατέβαλαν σ’ αυτό σε εκτέλεση της εκκαλούμενης απόφασης, με το νόμιμο τόκο από την καταβολή του άλλως από την επίδοση της παρούσας απόφασης. Το άνω αίτημα των εκκαλούντων υποβάλλεται παραδεκτά και είναι νόμιμο (άρθρο 914 του ΚΠολΔ – ΕφΠειρ 6/2016 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 148/2014 ΝΟΜΟΣ), πλην του αιτήματος για τον υπολογισμό τόκων από την καταβολή του ως άνω ποσού διότι αυτοί οφείλονται μόνο από την επίδοση της απόφασης, που δέχεται ολικά ή εν μέρει την έφεση, γιατί, κατ’ άρθρο 340 του ΑΚ, από τον χρόνο της επίδοσης αυτής καθίσταται υπερήμερος ο εφεσίβλητος – ενάγων (ΑΠ 1195/2018 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1569/2017 ΝΟΜΟΣ).

Από την εκτίμηση της χωρίς όρκο κατάθεσης του τρίτου εναγόμενου που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικά και όλων των εγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται είτε ως άμεσα αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, συμπεριλαμβανομένων των φωτογραφιών που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 αριθμ. 3, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 του ΚΠολΔ), όχι όμως και της υπ’ αριθμ. ……./7.6.2017 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα ………., ο οποίος είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου του ενάγοντος από την 22/6/2015 και κατέθεσε, με επιμέλεια του τελευταίου, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, το οποίο αποτελεί ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο και δεν λαμβάνεται υπόψη, διότι όπως συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 62, 64 παρ. 2, 339, 409 παρ. 1 – 2, 410, 415 – 420 του ΚΠολΔ και 61, 65, 67, 70 του ΑΚ δεν μπορεί να είναι μάρτυρας, αφού δεν είναι τρίτος και δεν μπορεί γι’ αυτό να έχει την αντικειμενικότητα του τρίτου ο διάδικος και, για την ταυτότητα του λόγου, ο νόμιμος εκπρόσωπος διαδίκου νομικού προσώπου ή το μέλος της διοικήσεως αυτού (ΑΠ 1192/2018 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 908/2017 ΝΟΜΟΣ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με το από 16/3/1999 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης, το οποίο καταρτίστηκε μεταξύ του ενάγοντος και της πρώτης εναγόμενης ανώνυμης εταιρίας, νομίμως εκπροσωπούμενης από το δεύτερο των εναγόμενων και μετά από πρόχειρο διαγωνισμό, το ενάγον εκμίσθωσε προς την πρώτη εναγόμενη τους χώρους του περιβάλλοντος χώρου του …………συνολικού εμβαδού 1.860 τ.μ. (660 τ.μ. ωφέλιμος εσωτερικός χώρος, 500 τ.μ. βοηθητικός εσωτερικός χώρος και 700 τ.μ. στεγασμένη βεράντα), των οποίων έχει την αποκλειστική διοίκηση, διαχείριση και εκμετάλλευση, σύμφωνα με το άρθρο 40 του ν. 1828/1989, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως εστιατόριο, χώρος δεξιώσεων, καφέ και ζαχαροπλαστείο. Επίσης εκμίσθωσε και χώρο 100 τ.μ. εντός του ανατολικού εκθεσιακού χώρου (τέντα) ως εστιατόριο για τις ανάγκες των εκθετών και των επισκεπτών κατά τη διάρκεια των εκθέσεων. Η διάρκεια της μίσθωσης συμφωνήθηκε για χρονική περίοδο από την 16/3/1999 μέχρι την 31/12/2007 και το αρχικό ετήσιο μίσθωμα ορίστηκε στο ποσό των 42.000.000 δρχ. και μηνιαίο 3.500.000 δρχ. πλέον χαρτοσήμου, για το πρώτο χρόνο της μίσθωσης, αναπροσαρμοζόμενο ετησίως με ποσοστό 5% πάνω από τον πληθωρισμό. Στη συνέχεια συνήφθη μεταξύ των διαδίκων το από 8/6/1999 ιδιωτικό συμφωνητικό τροποποίησης σύμβασης μίσθωσης, σύμφωνα με το οποίο επεκτάθηκαν οι μισθούμενοι χώροι και εκμισθώθηκε ο υπαίθριος πλακόστρωτος χώρος, συνολικής έκτασης 580 τ.μ. που συνορεύει με το υπόλοιπο μίσθιο και ο χώρος πρασίνου μεταξύ πλακόστρωτου και τσιμεντόδρομου έκτασης 2.000 τ.μ. προς ενοποίηση του εσωτερικού χώρου του εστιατορίου με τον υπαίθριο χώρο, προστέθηκε στη χρήση του μισθίου και εκείνη του εστιατορίου και κατά τους καλοκαιρινούς μήνες και στον υπαίθριο χώρο, ορίστηκε η διάρκεια της σύμβασης έως την 31/12/2007  περιγράφηκε λεπτομερέστερα το μίσθιο και ορίστηκε το μηνιαίο μίσθωμα στο ποσό των 5.250.000 δραχμών πλέον χαρτοσήμου αναλογούντων δημοτικών τελών και κάθε είδους φόρων ή τελών. Τέλος μεταξύ των ίδιων συμβαλλομένων καταρτίστηκε το από 1/3/2006 ιδιωτικό συμφωνητικό τροποποίησης της σύμβασης μίσθωσης, με το οποίο επεκτάθηκαν οι μισθούμενοι χώροι περιγράφηκε λεπτομερέστερα το μίσθιο και ορίστηκε ότι αυτό αποτελείται από α) αίθουσες αναπτύξεως τραπεζοκαθισμάτων, χώρους υγιεινής, κουζίνα, αποδυτήρια προσωπικού, αποθήκες, ψυκτικούς θαλάμους και λοιπούς βοηθητικούς χώρους συνολικής επιφάνειας 2.342 τ.μ. και β) υπαίθριους διαμορφωμένους χώρους ανάπτυξης τραπεζοκαθισμάτων, για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της μισθώτριας, συνολικής επιφάνειας 3.426 τ.μ., ενώ παραχωρήθηκε η χρήση τμήματος του περιβάλλοντος χώρου του ………… προς στάθμευση των αυτοκινήτων των πελατών της με δυνατότητα στάθμευσης μέχρι και 80 αυτοκίνητων. Επίσης παρατάθηκε η διάρκεια της σύμβασης μέχρι το έτος 2018 και καθορίστηκε το μηνιαίο μίσθωμα στο ποσό των 28.000 ευρώ, καταβλητέο εντός του πρώτου δεκαημέρου κάθε μισθωτικού μήνα με ετήσια αναπροσαρμογή σε ποσοστό ίσο με τη μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή προσαυξημένο κατά μία (1) ακέραια μονάδα, πλέον χαρτοσήμου, αναλογούντων δημοτικών τελών και κάθε είδους φόρων ή τελών και ότι η μισθώτρια υποχρεούται να καταβάλλει τη δαπάνη για την κατανάλωση του αναγκαίου για τη λειτουργία του μισθίου ηλεκτρικού ρεύματος και ύδατος, πλέον Φ.Π.Α., εντός δεκαημέρου από τον καταλογισμό της, βάσει των ενδείξεων των μετρητών καταναλώσεως, οι οποίοι υπήρχαν ειδικώς για το σκοπό αυτό. Στον υπ’ αριθμ. 4 όρο του από 1/3/2006 ιδιωτικού συμφωνητικού τροποποίησης της μίσθωσης ορίστηκε ότι: «4.1. Η μισθώτρια, για την πιστή και καλή εκ μέρους της εκπλήρωση όλων των συμβατικών της υποχρεώσεων έχει καταβάλει στο ………… το ποσό των 74.697,00 ευρώ, ήτοι ποσό ίσο με τρία (3) μηνιαία μισθώματα. Ήδη σήμερα η μισθώτρια κατέβαλε στο ………… συμπληρωματικώς το ποσόν των 9.303,00 ευρώ, ώστε η καταβεβλημένη εγγύηση να ισούται με τρία (3) μηνιαία μισθώματα. Το ποσό αυτό της εγγυήσεως θα αναπροσαρμόζεται ετησίως, αναλόγως της ανωτέρω συμφωνούμενης αναπροσαρμογής του μισθώματος, ώστε το εγγυημένο ποσό να αντιστοιχεί πάντοτε προς τρία (3) μηνιαία μισθώματα. 4.2. Το ποσό της εγγυήσεως θα επιστραφεί ατόκως προς τη μισθώτρια μετά τη λήξη ή τη λύση της παρούσης, την εξόφληση κάθε υποχρεώσεως της μισθώτριας, η οποία απορρέει από την παρούσα και την προσήκουσα εκ μέρους αυτής απόδοση του μισθίου προς το …..», στο δε υπ’ αριθμ. 8 όρο του ίδιου συμφωνητικού συμφωνήθηκε ότι «8.1. Η μη εμπρόθεσμη καταβολή του συμπεφωνημένου μισθώματος ή οποιασδήποτε άλλης δαπάνης, σχετικής με την παρούσα καθώς και οποιαδήποτε παράβαση όρου του παρόντος – οι οποίοι όλοι κηρύσσονται ουσιώδεις – ή των σχετικών διατάξεων της κειμένης νομοθεσίας, παρέχει στο …………, τα εξής δικαιώματα: 1.α. να καταγγείλει και να λύσει, αμέσως και μονομερώς, την παρούσα, 1.β. να κηρύξει ως καταπεσούσα την ανωτέρω εις χείρας του εγγύηση, 1.γ. να απαιτήσει την είσπραξη των μη ακόμη δεδουλευμένων μισθωμάτων, τα οποία θα καθίστανται ληξιπρόθεσμα και απαιτητά μέχρις ότου το μίσθιο εκμισθωθεί σε άλλον, κατόπιν διενέργειας σχετικού πλειοδοτικού διαγωνισμού, και 1.δ. να ζητήσει αποζημίωση για κάθε περαιτέρω σχετική, θετική ή αποθετική ζημία του. 8.2. Σε περίπτωση κατά την οποία η μισθώτρια ζητήσει για οποιοδήποτε λόγο, την πρόωρη λύση της παρούσης, το ….. έχει τα ανωτέρω, υπό στοιχεία, 1.β και 1.γ δικαιώματα». Σημειωτέον ότι η εγγύηση καταβλήθηκε υπό τη μορφή εγγυητικών επιστολών. Στο ίδιο συμφωνητικό οι δεύτερος και τρίτος εναγόμενοι εγγυήθηκαν εγγράφως την καλή εκτέλεση των όρων της μισθωτικής σύμβασης από την πρώτη εναγόμενη – μισθώτρια, παραιτούμενοι από την ένσταση διζήσεως και ευθυνόμενοι εις ολόκληρον με τη μισθώτρια. Η λειτουργία της μισθωτικής σύμβασης ήταν ομαλή και οι σχέσεις των διαδίκων αρμονικές έως το έτος 2009. Από το έτος αυτό, λόγω της ανακύψασας οικονομικής κρίσης και των επερχόμενων πρώτων δυσμενών συνεπειών της, τα έσοδα της πρώτης εναγόμενης άρχισαν να βαίνουν μειούμενα, με άμεση συνέπεια την αδυναμία της να είναι συνεπής στην καταβολή του μισθώματος, το οποίο από την 1/3/2009 είχε διαμορφωθεί, κατόπιν των διαδοχικών ετήσιων συμβατικών αναπροσαρμογών, στο ποσό των 32.530,05 ευρώ και από την 1/3/2010 στο ποσό των 33.766,19 ευρώ. Προκειμένου να έχει τη δυνατότητα να είναι συνεπής στις συμβατικές υποχρεώσεις της και να παραμείνει στο μίσθιο, η μισθώτρια υπέβαλε στο ενάγον την από 2/2/2009 αίτησή της με την οποία ζήτησε να μην αυξηθεί το μίσθωμα για το χρονικό διάστημα από την 1/1/2009 έως την 31/12/2010, αλλά να παραμείνει στα επίπεδα της 31/12/2008. Το ενάγον με το υπ’ αριθμ. πρωτ. ………./30.3.2009 έγγραφό του απέρριψε την αίτηση, με την αιτιολογία ότι δεν παρέχεται τέτοια ευχέρεια από το περιεχόμενο του από 1/3/2006 ιδιωτικού συμφωνητικού. Έκτοτε άρχισε να διαφαίνεται μια παράλειψη της πρώτης εναγόμενης να τηρεί στο ακέραιο τις συμβατικές της υποχρεώσεις, καθόσον, παρά την απόρριψη του πιο πάνω αιτήματος, κατέβαλλε μέρος μόνο του μηνιαίου μισθώματος. Δηλώνοντας την απροθυμία της να εξακολουθεί να ισχύει η υπάρχουσα μισθωτική σχέση, η πρώτη εναγόμενη με την από 18/7/2012 επιστολή της προς το ενάγον δήλωσε ότι καταγγέλλει τη μισθωτική σύμβαση με βάση το άρθρο 43 του π.δ. 34/1995, διατυπώνοντας την πρόθεση της να συμμετάσχει σε κάθε νέο διαγωνισμό για την εκ νέου από αυτή μίσθωση του μισθίου και την παραμονή της σε αυτό, τονίζοντας στην επιστολή ότι προς όφελος του μισθίου τόσο η ίδια όσο και η ιδίων συμφερόντων, επίσης μισθώτρια, εταιρία με την επωνυμία ……….. έχουν προβεί σε επενδύσεις που υπερβαίνουν το ποσό των 4.000.000 ευρώ. Το Διοικητικό Συμβούλιο του ενάγοντος για να εξομαλυνθεί η δυσάρεστη κατάσταση που είχε διαμορφωθεί και επιδεικνύοντας διάθεση συνεργασίας προκειμένου να είναι δυνατή η διατήρηση της μισθωτικής σχέσης που απέβαινε και προς όφελος του ίδιου του ενάγοντος, στη 23η συνεδρίασή του της 8/3/2012 αποφάσισε να εγκρίνει τη μείωση του μισθώματος κατά 35% και για δύο έτη στις μισθώτριες εταιρείες «…….» και «……..». Επίσης αποφάσισε να εγκρίνει τον διακανονισμό των οφειλών τους προς το ………… μέχρι και την 31/12/2011 καθορίζοντας την αποπληρωμή τους σε 24 μηνιαίες δόσεις, ποσού 3.000 ευρώ για τους μήνες Οκτώβριο μέχρι και Μάρτιο και ποσού 5.000 ευρώ για τους μήνες Απρίλιο έως και Σεπτέμβριο. Περαιτέρω το Δ.Σ. του ενάγοντος, λαμβάνοντας υπόψη και το υπηρεσιακό σημείωμα του Διευθυντή Οικονομικού του ………… εξαίρεσε από τον ανωτέρω διακανονισμό τα οφειλόμενα μισθώματα των δύο εταιρειών για τον μήνα Αύγουστο του 2004, οπότε διεξήχθησαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, λόγω της ανυπαίτιας, κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα, διακοπής ή σημαντικής περιστολής της άσκησης της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. Η απόφαση αυτή όμως δε εγκρίθηκε από το Γενικό Γραμματέα Αθλητισμού. Δεύτερη απόπειρα συμβιβασμού σημειώθηκε με την απόφαση του Δ.Σ. του ενάγοντος στη 28η συνεδρίασή του της 10/8/2012, κατά την οποία αποφασίστηκε ότι η σύμβαση μίσθωσης έληξε την 10/8/2012 και να διακανονιστεί η εξόφληση της οφειλής της πρώτης εναγόμενης τόσο με το συμψηφισμό του ποσού των εγγυήσεων όσο και με τον καθορισμό αποπληρωμής της υπόλοιπης οφειλής σε 60 μηνιαίες ισόποσες δόσεις, πλην όμως και η απόφαση αυτή δεν εγκρίθηκε από το Γ. Γ. Αθλητισμού σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 24158/22.10.2012 απόφαση του. Ακολούθησε η από 12/11/2012 εξώδικη δήλωση – γνωστοποίηση – πρόσκληση της πρώτης εναγόμενης προς το ενάγον, στην οποία η μισθώτρια τονίζοντας την άρνηση του ενάγοντος να προβεί σε μείωση του μισθώματος, η οποία ήταν επιβεβλημένη, όχι μόνο λόγω της δυσμενούς οικονομικής κατάστασης, αλλά και εξαιτίας της μείωσης της μισθωτικής αξίας του μισθίου, λόγω των πραγματικών ελαττωμάτων και ελλείψεών του που διαφάνηκαν διαρκούσας της μίσθωσης και της έλλειψης καθαριότητας του περιβάλλοντος χώρου παρά τις συνεχείς οχλήσεις της και επικαλούμενη τη λύση της επίδικη μίσθωσης με την πιο πάνω δήλωσή της, πρόσφερε στο ενάγον τα κλειδιά του μισθίου καλώντας το να τα παραλάβει την 30/11/2012. Σε απάντηση το ενάγον, με την από 19/11/2012 εξώδικη πρόσκληση – δήλωση – όχληση, αρνήθηκε ότι η μίσθωση έχει λυθεί και ζητούσε από την πρώτη εναγόμενη να της καταβάλει ως οφειλόμενα μισθώματα των μηνών από τον Ιούνιο 2010 έως και το Οκτώβριο 2012 το συνολικό ποσό των 384.766,15 ευρώ και ως δαπάνη κατανάλωσης ύδατος και ηλεκτρικού ρεύματος των μηνών από τον Σεπτέμβριο 2011 έως και το Σεπτέμβριο 2012 το συνολικό ποσό των 15.844,17 ευρώ. Η πρώτη εναγόμενη απάντησε με την από 20/11/2012 εξώδικη δήλωση – επανάληψη καταγγελίας – πρόσκληση στην οποία αφού επανέλαβε το περιεχόμενο της από 12/11/2012 εξώδικης δήλωσής της, προέβη σε εκ νέου δήλωση καταγγελίας της σύμβασης, επικαλούμενη, ότι τα ως άνω αναφερθέντα αποτελούν σπουδαίο λόγο που καθιστούσαν δυσβάστακτη κατά τους κανόνες της καλής πίστης τη συνέχιση της σύμβασης, καλώντας το εκ νέου να παραλάβει τα κλειδιά του μίσθιου. Το ενάγον αντιδρώντας στην πιο πάνω δήλωση καταγγελίας απεύθυνε στην πρώτη εναγόμενη την από 26/11/2012 εξώδικη απάντηση κλήση – δήλωση, με την οποία δήλωσε ότι εκλαμβάνει τη δήλωση καταγγελίας της σύμβασης ως εκ μέρους της αίτημα για την πρόωρη λύση της μίσθωσης, η οποία επιφέρει την ενεργοποίηση του όρου 8.2 της από 1/3/2006 ιδιωτικού συμφωνητικού, σύμφωνα με τον οποίο αφενός μεν η πρώτη εναγόμενη υποχρεούται να καταβάλει στο ενάγον τα μισθώματα που θα καταστούν ληξιπρόθεσμα έως την εκ νέου μίσθωση του μισθίου και αφετέρου καταπίπτει η εγγυοδοσία, καλώντας την εκ νέου να του καταβάλει τα πιο πάνω οφειλόμενα ποσά, πλέον του μισθώματος και των λειτουργικών εξόδων του Νοεμβρίου 2012, γνωστοποιώντας της παράλληλα ότι αρμόδια επιτροπή του θα διενεργήσει έλεγχο για την κατάσταση του μισθίου, προκειμένου να υπογραφεί το πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής του. Η εν λόγω επιτροπή πράγματι επισκέφθηκε το μίσθιο την 5/12/2012 και με το υπ’ αριθμ. πρωτ. ………./13.12.2012 έγγραφό της προς τον Αν. Συντονιστή Διευθυντή του ………… αφού τον ενημέρωσε ότι όλοι οι χώροι του μισθίου είναι διαμορφωμένοι, επιπλωμένοι και εξοπλισμένοι πλήρως σε άψογη κατάσταση και είναι έτοιμοι προς λειτουργία, του εξέθετε μεταξύ άλλων ότι: «Οι εταιρείες «……..» και «……..» θα πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη και τα έξοδα φύλαξης και ασφάλειας των μίσθιων χώρων και του εξοπλισμού που βρέθηκε μέσα σε αυτούς, όπως είναι σήμερα και μέχρι την παραλαβή τους, από τον πλειοδότη, που θα προκύψει από τον πλειοδοτικό διαγωνισμό που θα προκηρύξει το Δ.Σ. του …………, για την μίσθωση των ιδίων χώρων. Στο χρονικό αυτό διάστημα το ………… δεν θα έχει καμιά απολύτως ευθύνη για την φύλαξη και ασφάλεια, τόσο των μισθίων χώρων όσο και του εξοπλισμού, που βρέθηκε μέσα σε αυτούς κατά την αυτοψία της 5ης Δεκεμβρίου του 2012 από την επιτροπή του …………». Ακολούθησε το υπ’ αριθμ. πρωτ. ……/27.12.2012 έγγραφο του ενάγοντος προς τις μισθώτριες εταιρίες («……..» και «………») στο οποίο μεταξύ άλλων εξέθετε τα εξής: «Κατά την επίσκεψη της επιτροπής του …. στα μίσθια στις 5/12/2012, με σκοπό τον έλεγχο της κατάστασης των μισθίων, διαπιστώθηκε η πολύ καλή κατάσταση των μισθίων γενικά, αλλά ειδικά και σε ότι αφορά τις προσθήκες και τις μετατροπές που έχετε κατασκευάσει στα μίσθια, η αποτύπωση τους είναι εξαιρετικά δυσχερής και χρονοβόρα. . . . Σύμφωνα με τα ανωτέρω, σας καλούμε να συντάξετε σχέδιο πρωτοκόλλου παράδοσης, το οποίο θα εμπεριέχει τα ακόλουθα στοιχεία: 1. Κατόψεις και τομές όλων των κλειστών και υπαιθρίων χώρων, που χρησιμοποιούν οι μισθώτριες με λεπτομερή εμβαδομέτρηση, τεχνική περιγραφή και περιγραφή χρήσης κάθε χώρου. 2. Κατάλογο, σχέδια αποτύπωσης και τεχνική περιγραφή όλων των Ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων των μισθίων χώρων (ισχυρών και ασθενών ρευμάτων, ήχου, κλιματισμού κ.λ.π.) 3. Κατάλογο τοποθετημένων υδραυλικών σκευών (νεροχύτες, λεκάνες, βρύσες, νιπτήρες, πάγκους με ένθετους νιπτήρες κ.λ.π.), σχέδια αποτύπωσης σωληνώσεων κρύου /ζεστού, αποχέτευσης, λιποσυλλέκτες και τεχνική περιγραφή όλων των υδραυλικών εγκαταστάσεων των μισθίων. 4. Σχέδια αποτύπωσης, τεχνική περιγραφή εγκαταστάσεων πυροπροστασίας και την άδεια της πυροσβεστικής υπηρεσίας. 5. Σχέδια αποτύπωσης, τεχνική περιγραφή και άδεια λειτουργίας δικτύου και δεξαμενής καυσίμου αερίου. 6. Σχέδια αποτύπωσης, τεχνική περιγραφή και prospectus δομημένων μηχανημάτων όπως boiler, ψυκτικών θαλάμων κ.λ.π., τα οποία θα παραμείνουν στο μίσθιο και αποτελούν σήμερα ιδιοκτησία της μισθώτριας και παραδίδονται σύμφωνα με την 7.1 παράγραφο του ιδιωτικού συμφωνητικού τροποποιήσεως συμβάσεως μισθώσεως με αριθμό πρωτοκόλλου ……./1.3.2006 στον εκμισθωτή που είναι το ………… Το σχέδιο πρωτοκόλλου παράδοσης, με τα παρελκόμενα που περιγράφονται ανωτέρω, θα ελεγχθεί από την ορισμένη επιτροπή του …, θα γίνει εκ νέου αυτοψία της επιτροπής για τον έλεγχο των παραδοτέων στοιχείων, παρουσία τεχνικού εξουσιοδοτημένου από τη μισθώτρια για επεξηγήσεις και διευκρινίσεις, που πιθανόν προκύψουν, θα αδειάσουν οι μίσθιοι χώροι από όλο το κινητό εξοπλισμό και στη συνέχεια θα υπογραφεί το πρωτόκολλο παράδοσης /παραλαβής, και το …. θα είναι σε θέση να προχωρήσει στην προκήρυξη νέου πλειοδοτικού διαγωνισμού για τους μίσθιους χώρους». Ακολούθησε το υπ’ αριθμ. πρωτ. ……./15.4.2013 έγγραφο του ενάγοντος με το οποίο ζήτησε από την πρώτη των εναγόμενων, προκειμένου να προχωρήσει η διαδικασία παράδοσης του μισθίου, να προσκομίσει πιστοποίηση περί μη λύσης της και τελευταία νομιμοποίηση των νομίμων εκπροσώπων της από τις αρμόδιες υπηρεσίες και τέλος το από 24/7/2013 πρωτόκολλο παράδοσης – παραλαβής του μισθίου, όπου ρητά αναγράφεται ότι η μίσθωση λύθηκε συναινετικά την 19/11/2012. Επομένως με βάση τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι από την 19/11/2012 οπότε η πρώτη εναγόμενη παρέδωσε τα κλειδιά του μισθίου, έως την τυπική παράδοσή του, που έγινε την 24/7/2013, η πρώτη εναγόμενη δεν παρέμενε στο μίσθιο χωρίς δικαίωμα, παρακρατώντας αυτό παράνομα, ούτε πολύ περισσότερο, αποδείχθηκε ότι εξακολουθούσε να κάνει χρήση αυτού. Αντίθετα αποδείχθηκε ότι κατά το χρόνο λύσης της μίσθωσης προσηκόντως το παρέδωσε στο ενάγον, όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι δύο τουλάχιστον φορές το κάλεσε εγγράφως να παραλάβει τα κλειδιά του μισθίου, η δε μη τυπική παραλαβή του από το ενάγον δεν οφείλεται σε αντισυμβατική ενέργεια της πρώτης εναγόμενης ούτε στην άρνησή της παρά τις οχλήσεις του ενάγοντος να παραλάβει τα κινητά πράγματα και τον εξοπλισμό που είχε τοποθετήσει σε αυτό, όπως αβάσιμα το τελευταίο ισχυρίζεται, αλλά στη διαδικασία της διενέργειας του αναγκαίου ελέγχου από την επιτροπή του ενάγοντος για την κατάσταση του μισθίου και στη ρητή αποδοχή από το ενάγον της παραμονής των κινητών πραγμάτων και του εξοπλισμού στο μίσθιο και μάλιστα υπό την αποκλειστική ευθύνη της πρώτης εναγόμενης, έως την παράδοση όλων των ως άνω αιτούμενων στοιχείων και την εκ νέου διενέργεια αυτοψίας από την πιο πάνω επιτροπή του ενάγοντος. Συνεπώς το αίτημα του ενάγοντος για την καταβολή ως αποζημίωση χρήσης του ποσού των 239.454,38 ευρώ λόγω της παράνομης κατακράτησης του μισθίου από την ημέρα της καταγγελίας (20/11/2012) έως την τυπική παράδοση του (24/7/2013) είναι απορριπτέο ως ουσιαστικά αβάσιμο (ΑΠ 199/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 229/2012 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 781/2011 ΝΟΜΟΣ). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφαση του τα ίδια έκρινε και απέρριψε το σχετικό αγωγικό αίτημα ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και τα αντίθετα ισχυριζόμενα από το ενάγον – εφεσίβλητο – εκκαλούν με το πρώτο λόγο της έφεσης του πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμα, παρέλκει δε η εξέταση του δεύτερου λόγου της έφεσής του με το οποίο παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε ως μη νόμιμο το αίτημα να υπολογιστεί η αποζημίωση χρήσης του χρονικού διαστήματος από την 1/7/2013 έως την 24/7/2013 με βάση το μηναίο μίσθωμα όπως αυτό θα προέκυπτε από τη εφαρμογή της ρήτρας αναπροσαρμογής του την 1/7/2013.

Αποδεικνύεται περαιτέρω ότι στα πλαίσια των διαπραγματεύσεων των διαδίκων για την συμβιβαστική επίλυση της μεταξύ τους οικονομικής διαφοράς, η πρώτη εναγόμενη μαζί με την ιδίων συμφερόντων επίσης μισθώτρια ανώνυμη εταιρία «……….» κατέθεσαν στο ενάγον την από 26/11/2012 συμβιβαστική πρόταση για τη ρύθμιση της οφειλής τους, στην οποία αναγνώριζαν το σύνολο της ως άνω οφειλής τους και πρότειναν την εξόφληση της με την άμεση καταβολή του ποσού των 150.000 ευρώ συνολικά και για τις δυο μισθώτριες και τη ρύθμιση του υπόλοιπου οφειλόμενου ποσού σε 60 ισόποσες μηνιαίες δόσεις, αρχής γενομένης από την 1/1/2013, ενώ ταυτόχρονα υπέβαλαν αίτημα να μην πληρώνουν τα μισθώματα που θα καταστούν ληξιπρόθεσμα έως το χρόνο ανάδειξης νέου μισθωτή των μισθίων. Σε απάντηση της πρότασης αυτής το διοικητικό συμβούλιο του ενάγοντος στην 5η συνεδρίασή του της 19/12/2012 αποφάσισε, αφού η πρώτη εναγόμενη αναγνωρίσει την οφειλή της, να ρυθμιστεί η οφειλή της με την εφάπαξ καταβολή ποσού που να καλύπτει τα 3/10 αυτής και στην εξόφληση της υπόλοιπης σε δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις με ταυτόχρονη συγκεκριμένη προσφορά εγγύησης (τραπεζικής επιταγής ή α΄ υποθήκης επί ακινήτου) η οποία θα καλύπτει το σύνολο της υπόλοιπης οφειλής, την κατάπτωση της εγγυοδοσίας, την απόδοση του μισθίου στο ………… με το νόμιμο τρόπο και την προσήκουσα παράδοση και παραλαβή αυτού σύμφωνα με το από 1/3/2006 συμφωνητικό μίσθωσης και το νόμο, και τέλος, με απαραίτητη προϋπόθεση των πλήρωση των ως άνω και λόγω της ιδιαίτερης οικονομικής συγκυρίας, την αποδοχή του πιο πάνω αιτήματος των μισθωτριών εταιρειών για τη μη πληρωμή των μισθωμάτων, μέχρι την ανάδειξη νέου μισθωτή. Σε συνέχεια της απόφασης αυτής, η οποία εγκρίθηκε με την υπ’ αριθμ. 2840/3.2.2013 απόφαση του Υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, το Δ.Σ. του ενάγοντος στην 9η συνεδρίασή του της 19/3/2013 αποφάσισε την ολοκλήρωση όλων των διαδικασιών παράδοσης – παραλαβής των ακινήτων και κατάπτωση των εγγυητικών επιστολών, εκτός εάν η μισθώτριες εταιρίες («……..» και «……….») καταβάλουν την αξία αυτών σε μετρητά ή τραπεζική επιταγή, την υπογραφή του συμφωνητικού αναγνώρισης του χρέους των μισθωτριών εταιρειών προς το ενάγον μέχρι την 19/11/2012 κατόπιν σχετικής βεβαίωσης του λογιστηρίου και ρύθμιση αυτού σε είκοσι οκτώ (28) μηνιαίες δόσεις σε μετρητά ή τραπεζικές επιταγές, καθώς και με παροχή εμπράγματης ασφάλειας (προσημείωσης υποθήκης) επί προσφερόμενων ακινήτων, που θα καλύπτει το σύνολο του οφειλόμενου ποσού, τον έλεγχο των νομιμοποιητικών εγγράφων για την εκπροσώπηση των εν λόγω εταιρειών που θα τις εκπροσωπήσουν, την υπογραφή των ιδιωτικών συμφωνητικών παράδοσης – παραλαβής των μισθίων και αναγνώρισης και ρύθμισης του χρέους τους, καθώς και τις απαραίτητες νομικές ενέργειες για τον έλεγχο τίτλων και την εγγραφή των προσημειώσεων υποθηκών επί ακινήτων για την εμπράγματη ασφάλεια εξόφλησης του χρέους καθώς και την εν γένει διαδικασία ολοκλήρωσης του ανωτέρω συμφωνητικού. Κατόπιν τούτων το Δ.Σ. του ενάγοντος σύμφωνα με το πρακτικό της 16ης συνεδρίασής του της 2/9/2013, το οποίο επικυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 9023/26.3.2014 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού αποφάσισε οι ως άνω μισθώτριες εταιρίες να καταβάλουν το ποσό των 149.000 ευρώ σε τραπεζική επιταγή ημέρας και να τους αποδοθούν οι εγγυητικές επιστολές που ήταν κατατιθεμένες στην οικονομική διεύθυνση του ενάγοντος, σημειώνοντας ότι «το υπόλοιπο της συνολικής οφειλής τους προς το …. παραμένει σε εκκρεμότητα και δικαστική εξέλιξη». Το ποσό αυτό οι μισθώτριες εταιρίες κατέβαλαν την επόμενη ημέρα παραδίδοντας στο ενάγον την υπ’ αριθμ. ……/2.9.2013 επιταγή της ALPHA BANK ποσού 74.800 ευρώ και την υπ’ αριθμ. ……./2.9.2013 επιταγή της EUROBANK ποσού 74.000 ευρώ πλέον του ποσού των 780,05 ευρώ σε μετρητά ενώ στο υπ’ αριθμ. πρωτ. ……../3.9.2013 έγγραφο της διεύθυνσης οικονομικού του ενάγοντος που υπογράφει ο οικονομικός Διευθυντής του ενάγοντος και ο Συντονιστής Διευθυντής του  ρητά αναφέρεται ότι: «Η μισθωτική σχέση των 2 εταιριών …… και ……….. με το …. έληξε οριστικά και αμετάκλητα στις 19/11/2012 σύμφωνα με την απόφαση του ΔΣ/…. και την έγκριση αυτών από την πολιτική προϊστάμενη αρχή της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού». Από το συνδυασμό των ανωτέρω εκατέρωθεν δηλώσεων βουλήσεως όπως αυτές αποτυπώθηκαν στα ανωτέρω έγγραφα, ερμηνευόμενες κατά τις διατάξεις των άρθρων 173 και 200 του ΑΚ, που ορίζουν ότι οι δικαιοπραξίες και οι συμβάσεις ερμηνεύονται με την αναζήτηση της αληθινής βούλησης των συμβαλλομένων χωρίς προσήλωση στις λέξεις και σύμφωνα με τις επιταγές της καλής πίστης, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη, αποδεικνύεται ότι, ως αποτέλεσμα αναζήτησης τρόπου επωφελούς και για τους δυο συμβαλλόμενους συμβιβαστικής επίλυσης της μεταξύ τους οικονομικής διαφοράς, που ξεκίνησε ουσιαστικά από τον Ιούλιο του έτους 2012 με την από 18/7/2012 επιστολή – καταγγελία της σύμβασης που απέστειλε η πρώτη εναγόμενη στο ενάγον και διήλθε διάφορα στάδια, οι διάδικοι συμβιβάστηκαν πρωτίστως στο ότι η οφειλή της πρώτης εναγόμενης θα υπολογιστεί έως την 19/11/2012, ημερομηνία παράδοσης των κλειδιών του μισθίου και συναινετικής πρόωρης λύσης της μίσθωσης, σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτεθέντα και ότι προς εμπράγματη εξασφάλιση του ενάγοντος για την τήρηση των όρων της ρύθμισης εξόφλησης της οφειλής, όπως αυτή θα καταγραφόταν στο ιδιωτικό συμφωνητικό αναγνώρισης και ρύθμισης του χρέους που θα κατάρτιζαν, η πρώτη εναγόμενη παρέδωσε στο ενάγον τίτλους ιδιοκτησίας ακινήτων για την εγγραφή σε αυτά προσημείωσης υποθήκης, προκειμένου να ολοκληρωθεί η συμφωνία των διαδίκων. Στα πλαίσια της συμφωνίας αυτής και κατ’ εφαρμογή της προγενέστερης από 26/11/2012 πρότασης των μισθωτριών εταιριών για την εφ’ άπαξ καταβολή ποσού 150.000 ευρώ ως μερική εξόφληση της οφειλής τους, παραδόθηκαν οι ως άνω επιταγές και αποδόθηκαν οι εγγυητικές επιστολές, κατ’ εφαρμογή του υπ’ αριθ. 4.2 όρου του από 1/3/2006 ιδιωτικού συμφωνητικού, αφού η σύμβαση μίσθωσης είχε λυθεί. Μάλιστα η εν λόγω συμφωνία ουσιαστικά επικυρώθηκε με το πρακτικό της 21ης συνεδρίασης της 12/11/2013 του ΔΣ του ενάγοντος, το οποίο εγκρίθηκε με την υπ’ αριθμ. 9597/1.4.2014 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, στην οποία αναφέρονται επί λέξει: «Σύμφωνα με όσα έχουν αποφασιστεί στην 9η σε συνδυασμό με την 5η συνεδρίαση του ΔΣ του ….. και με βάση την έκτοτε διαμορφωθείσα κατάσταση επί της υποθέσεως δηλαδή: 1) οι μισθωτές κατέβαλαν το αντίτιμο των εγγυητικών στις 3-9-2013 ποσού ύψους 65.579,43 ευρώ για τη . …Ε και ύψους 84.000,62 ευρώ για τη ………  2) οι μισθωτές παρέδωσαν τα μίσθια ελεύθερα στη χρήση τους τον lούλιο του 2013 . . .  Επειδή εκκρεμεί η σύνταξη και η υπογραφή του ιδιωτικού συμφωνητικού μεταξύ ………… και μισθωτών οι οποίοι θα αναγνωρίζουν το χρέος τους, θα αναφέρεται το ακριβές ποσό αυτού, ο τρόπος εξόφλησής του καθώς και η προσφορά ακινήτων ως εμπράγματη ασφάλεια επί του χρέους. Εισηγούμαστε ότι με την υπογραφή του ιδιωτικού συμφωνητικού οριοθετείται ως ημερομηνία πραγματικής λύσης των μισθώσεων η 19/11/2012. Η Οικονομική Διεύθυνση εντέλλεται να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες ώστε να παύσει να τιμολογεί από 19/11/2012 και μετά. Τα δε ήδη τιμολογημένα να διευθετηθούν με την αρμόδια Οικονομική Εφορία». Σε εκτέλεση της απόφασης αυτής το ενάγον εξέδωσε το υπ’ αριθμ. …../19.5.2014  πιστωτικό τιμολόγιο ποσού 295.560,96 ευρώ με το οποίο ακύρωσε τα εκδοθέντα τιμολόγια για τα μισθώματα των μηνών Δεκεμβρίου του έτους 2012 έως Ιουλίου του έτους 2013. Συνεπώς το ως άνω ποσό των 149.580,05 ευρώ δεν καταβλήθηκε ως καταπίπτουσα εγγύηση, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται το ενάγον, διότι δεν συνάδει με τους κανόνες της συναλλακτικής πρακτικής και της κοινής των ανθρώπων πείρας η πρώτη εναγόμενη μετά από τριετή σχεδόν διαπραγμάτευση να καταβάλει αυτοβούλως, δηλ. χωρίς να υποχρεωθεί με δικαστική απόφαση, ολόκληρη την εγγύηση και ταυτόχρονα η οφειλή της ως προς τα μισθώματα και τις λειτουργικές δαπάνες του μισθίου, την οποία σε κάθε περίπτωση είχε ήδη αποδεχθεί, να παραμένει στο ακέραιο, ενόψει και της κακής οικονομικής κατάστασής της, η οποία την εξανάγκασε ήδη από τον Φεβρουάριο του έτους 2009 να ζητεί αγωνιωδώς τη μείωση του μισθώματος. Η κρίση αυτή ενισχύεται και από το ότι, παρά το γεγονός ότι το ενάγον είχε αποφασίσει ήδη από την 19/12/2012 την κατάπτωση της εγγύησης και είχε κάθε δυνατότητα να ζητήσει απευθείας από την τράπεζα το ποσό των εγγυητικών επιστολών, χωρίς την ανάμειξη της πρώτης εναγόμενης, δοθέντος ότι δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχει νόμιμος λόγος άρνησης της τράπεζας να καταβάλει τα ποσά αυτών (ΑΠ 751/2017 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 338/2016 ΝΟΜΟΣ), ουδέποτε το έπραξε, διότι είναι προφανές, όπως προκύπτει από τις πιο πάνω διαπραγματεύσεις, ότι θεώρησε επωφελέστερο για το ίδιο να του καταβληθεί το ποσό αυτό ως μερική εξόφληση της οφειλής και το υπόλοιπο κατά τις πιο πάνω συμφωνημένες δόσεις. Άλλωστε αν το πιο πάνω ποσό καταβλήθηκε λόγω της κατάπτωσης της εγγύησης που είχε δοθεί ως ποινική ρήτρα, δεν θα γινόταν αναφορά στο πρακτικό της 16ης συνεδρίασης της 2/9/2013 περί υπολοίπου της συνολικής οφειλής, υπονοώντας εμμέσως πλην σαφώς ότι μέρος της εξοφλήθηκε με το καταβληθέν ποσό. Είναι προφανές επομένως ότι το ως άνω ποσό καταβλήθηκε ως μερική εξόφληση των οφειλόμενων μισθωμάτων και λειτουργικών δαπανών του μισθίου, σύμφωνα με τη συμφωνία των διαδίκων, στα πλαίσια της οποίας και ως ένδειξη καλής θέλησης εντάσσεται και η έκδοση του πιστωτικού τιμολογίου, το οποίο δεν θα εκδίδετο αν δεν υφίστατο συνολική συμφωνία διευθέτησης του χρέους. Η τυπική προϋπόθεση της εκ νέου αναγνώρισης της οφειλής εκ μέρους της πρώτης εναγόμενης, που το ενάγον ήδη με τις πρωτόδικες προτάσεις του θέτει ως προϋπόθεση για την ισχύ των πιο πάνω, δεν μπορεί να έχει την έννοια της αναβλητικής αίρεσης για την έναρξη της συμφωνίας διακανονισμού, που το ενάγον θέλει να της προσδώσει, ισχυριζόμενο ότι εφόσον δεν καταρτίστηκε το ιδιωτικό συμφωνητικό αναγνώρισης του χρέους τίποτα από τα ανωτέρω συμφωνηθέντα ισχύει, όχι μόνο διότι δεν θα εισέπραττε το πιο πάνω ποσό ως μερική εξόφληση της οφειλής, αλλά και διότι δεν θα αποδεχόταν (χωρίς επιφύλαξη) τόσο στο πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής όσο και στο υπ’ αριθμ. πρωτ. ………/3.9.2013 πιο πάνω μνημονευόμενο έγγραφο, ως ημερομηνία συναινετικής λύσης της μίσθωσης την 19/11/2012 και ως εκ τούτου δεν θα εξέδιδε το πιο πάνω πιστωτικό τιμολόγιο. Σε κάθε περίπτωση υπήρχε αδυναμία σύνταξης του συμφωνητικού αυτού διότι τον καιρό εκείνο το ακριβές ύψος της οφειλής δεν ήταν καθορισμένο. Τούτο, διότι η πρώτη εναγόμενη είχε ασκήσει ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 30/9/2011 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2011 αγωγή με την οποία ζητούσε να μειωθεί το μηναίο μίσθωμα, το οποίο την 1/6/2010 είχε διαμορφωθεί, κατόπιν των ετήσιων αναπροσαρμογών, στο ποσό των 32.530,05 ευρώ, κατά ποσοστό 30%. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 3683/27.6.2013 απόφαση με την οποία το ανωτέρω Δικαστήριο μείωσε το μίσθωμα κατά ποσοστό 25%. Κατά της απόφασης αυτής οι διάδικοι άσκησαν εκατέρωθεν εφέσεις επί των οποίων εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 453/2014 ήδη αμετάκλητη απόφαση του Εφετείου αυτού, με την οποία το ποσό του μισθώματος μειώθηκε κατά ποσοστό 20% και ορίστηκε στο ποσό των 27.012,96 ευρώ για το χρονικό διάστημα από τον Ιούλιο 2010 έως τον Ιούνιο 2011 αναπροσαρμοζόμενο έκτοτε με το ετήσιο συμβατικό ποσοστό. Σύμφωνα με τη απόφαση αυτή για το χρονικό διάστημα από την 1/7/2010 έως τη 30/6/2011 η οφειλή της πρώτης εναγόμενης προσδιορίστηκε στο ποσό των  324.155,52 ευρώ (27.012,96 ευρώ Χ 12 μήνες), για το χρονικό διάστημα από την 1/7/2011 έως την 24/6/2012 στο ποσό των 341.335,68 ευρώ και για το χρονικό διάστημα από την 1/7/2012 έως την 20/11/2012 στο ποσό των 137.122,11 ευρώ. Έναντι του συνολικού οφειλόμενου ποσού των 802.613,31 ευρώ η πρώτη εναγόμενη κατέβαλε στο ενάγον το συνολικό ποσό των 682.800,75 ευρώ (την 15/7/2010 το ποσό των 32.228,91 ευρώ, την 17/8/2010 το ποσό των 32.530,05 ευρώ, την 22/9/2010 το ποσό των 38.277,07 ευρώ, την 13/10/2010 το ποσό των 32.986,87 ευρώ, την 17/11/2010 το ποσό των 32.530,05 ευρώ, την 21/12/2010 το ποσό των 35.052,17 ευρώ, την 17/1/2011 το ποσό των 32.530,05 ευρώ, την 8/3/2011 το ποσό των 32.530,05 ευρώ, την 12/5/2011 το ποσό των 34.865,76 ευρώ, την 9/6/2011 το ποσό των 37.017,59 ευρώ, την 24/6/2011 το ποσό των 32.530,05 ευρώ, την 26/7/2011 το ποσό των 35.120,65 ευρώ, την 31/8/2011 το ποσό των 34.892,79 ευρώ, την 28/9/2011 το ποσό των 39.125,57 ευρώ, την 17/10/2011 το ποσό των 35.316,68 ευρώ, την 15/11/2011 το ποσό των 10.000 ευρώ, την 22/12/2011 το ποσό των 10.000 ευρώ, την 25/1/2012 το ποσό των 20.000 ευρώ, την 16/2/2012 το ποσό των 23.000 ευρώ, την 21/3/2012 το ποσό των 23.133,22 ευρώ, την 28/6/2012 το ποσό των 23.133,22 ευρώ, την 3/9/2012 το ποσό των 5.000 ευρώ, την 19/10/2012 το ποσό των 5.000 ευρώ και την 19/2/2013 το ποσό των 40.000 ευρώ). Στο ποσό αυτό προστίθεται το πιο πάνω καταβληθέν ποσό των 86.628,21 ευρώ, εναπομένοντος ως οφειλόμενου του ποσού των 33.184,35 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο υπόλοιπο μίσθωμα του μηνός Οκτωβρίου 2012 ποσού 13.595,48 ευρώ και στο μίσθωμα του χρονικού διαστήματος από την 1/11/2012 έως την 20/11/2012 ποσού 19.588,87 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε ότι το ποσό των 149.580,05 ευρώ που αντιστοιχεί στο ποσό των εγγυητικών επιστολών καταβλήθηκε στο ενάγον ως καταπίπτουσα εγγύηση και ότι η πρώτη εναγόμενη υποχρεούται να καταβάλει στο ενάγον ως οφειλόμενα μισθώματα το ποσό των 119.812,56 ευρώ, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει ο πρώτος λόγος της έφεσης των εναγόμενων – εκκαλούντων – εφεσίβλητων, να γίνει δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος.

Αποδεικνύεται τέλος ότι αν και επιβαρυνόταν με την καταβολή της δαπάνης για την κατανάλωση του ηλεκτρικού ρεύματος και του ύδατος που ήταν απαραίτητη για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών του μισθίου, η πρώτη εναγόμενη δεν κατέβαλε στο ενάγον τα ποσά των 203,94 ευρώ, 752,73 ευρώ, 1.542,37 ευρώ, 897,71 ευρώ, 724,43 ευρώ, 340,83 ευρώ, που αντιστοιχούν στην κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος των αντίστοιχων μηνών Δεκεμβρίου 2011, Ιουνίου, Ιουλίου, Αυγούστου, Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου 2012, πλέον του αναλογούντος έως την 19/11/2012 ποσού των 109,63 ευρώ (173,20 ευρώ ÷ 30 ημέρες = 5,77 ευρώ Χ 19 ημέρες) και συνολικά το ποσό των 4.571,64 ευρώ, εκδοθέντων των υπ’ αριθμ. ……….. αντίστοιχα τιμολογίων παροχής υπηρεσιών του ενάγοντος και τα ποσά των 510,20 ευρώ, 2.180,95 ευρώ, 2.143,18 ευρώ, 2.279,83 ευρώ, 2.152,17 ευρώ, 2.220,50 ευρώ, 2.139,59 ευρώ,  που αντιστοιχούν στην κατανάλωση ύδατος και στα τέλη αποχέτευσης κ.λ.π. των αντίστοιχων μηνών Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου, Νοεμβρίου, Δεκεμβρίου 2011, Ιουνίου, Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου 2012, πλέον του αναλογούντος έως την 19/11/2012 ποσού των 223,25 ευρώ (352,40 ευρώ ÷ 30 ημέρες = 11,75 ευρώ Χ 19 ημέρες) και συνολικά το ποσό των 13.849,67 ευρώ, εκδοθέντων των υπ’ αριθμ. ……….. αντίστοιχα τιμολογίων παροχής υπηρεσιών του ενάγοντος. Σε βάρος των εναγόμενων δεν πρέπει να καταλογιστούν οι αναφερόμενες στην αγωγή αντίστοιχες δαπάνες του χρονικού διαστήματος 20-30/11/2012 και των μηνών Δεκεμβρίου 2012, Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου 2013, διότι εφόσον η μίσθωση λύθηκε την 19/11/2012, οπότε η πρώτη εναγόμενη παρέδωσε ουσιαστικά τη χρήση του μισθίου, οι δαπάνες αυτές δεν έγιναν για τη λειτουργία του μισθίου στα πλαίσια της μισθωτικής σύμβασης και επομένως, ελλείψει διαφορετικής συμφωνίας των συμβαλλομένων, η πρώτη εναγόμενη δεν βαρύνεται με την καταβολή τους στο ενάγον με βάση το άρθρο 3.6 του από 1/3/2006 ιδιωτικού συμφωνητικού. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφαση του επιδίκασε και τις δαπάνες μετά την 19/11/2012 εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει ο σχετικός δεύτερος λόγος της έφεσης των εναγόμενων – εκκαλούντων – εφεσίβλητων να γίνει δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος. Περαιτέρω η επικαλούμενη στην αγωγή δαπάνη ποσού 275,52 ευρώ για τη χρήση της τηλεφωνικής σύνδεσης δεν πρέπει να καταλογιστεί σε βάρος των εναγόμενων λόγω έλλειψης σχετικής συμφωνίας μεταξύ των διαδίκων σε οποιοδήποτε από τα ανωτέρω εκτεθέντα ιδιωτικά συμφωνητικά μίσθωσης ότι και αυτή θα βαρύνει τη μισθώτρια εταιρία, απορριπτομένου ως ουσιαστικά αβάσιμου του σχετικού αιτήματος. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφαση του απέρριψε το αίτημα αυτό δεν έσφαλε και πρέπει ο τρίτος λόγος της έφεσης του ενάγοντος – εφεσίβλητου – εκκαλούντος, με τον οποίο παραπονείται για εσφαλμένη απόρριψή του, να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Αποδείχθηκε επίσης ότι το ενάγον όχλησε την πρώτη εναγόμενη με την από 19/11/2012 εξώδικη δήλωση του που επιδόθηκε αυθημερόν σε αυτή (υπ’ αριθμ. …./19.11.2012 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………..) για την καταβολή του ποσού των 4.121,18 ευρώ που αντιστοιχεί στην δαπάνη κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος έως το Σεπτέμβριο του έτους 2012 και του ποσού των 11.486,83 ευρώ που αντιστοιχεί στη δαπάνη κατανάλωσης ύδατος και στα τέλη αποχέτευσης έως και το Σεπτέμβριο του έτους 2012, το δε υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό, ως προς την πρώτη εναγόμενη και ολόκληρο, ως προς τους δεύτερο και τρίτο εναγόμενους, το ενάγον ζητεί να καταβληθεί πρώτη φορά με την αγωγή του. Επομένως η πρώτη εναγόμενη υποχρεούται στην καταβολή του ποσού των 15.608,01 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την 20/11/2012 και του ποσού των 2.813,30 ευρώ από την επόμενη ημέρα της επίδοσης της αγωγής, ενώ οι δεύτερος και τρίτος εναγόμενοι υποχρεούται στην καταβολή του ποσού των 18.421,31 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επόμενη της επίδοσης της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που τα ίδια έκρινε ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις και πρέπει ο τέταρτος λόγος της έφεσης του ενάγοντος – εκκαλούντος με τον οποίο παραπονείται ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο δικαστήριο προέβη στην ανωτέρω διαφοροποίηση των εναγόμενων να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Κατόπιν αυτών πρέπει α) η από 30/1/2018 έφεση του ν.π.ι.δ. με την επωνυμία «……….» να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, να επιβληθούν σε βάρος του τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων λόγω της ήττας του γι’ αυτό το βαθμό της δικαιοδοσίας και να διαταχθεί η εισαγωγή του παράβολου για την άσκηση έφεσης στο δημόσιο ταμείο και β) η από 20/11/2017 έφεση της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «……..», του …….και του …. . να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση στο σύνολό της για το ενιαίο της εκτέλεσης του τίτλου (ΑΠ 748/1984 ΕλλΔνη 26, 642, ΕφΘεσ 1469/2018 ΝΟΜΟΣ, ΕφΔυτΜακ 7/2018 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 108/2018 ΝΟΜΟΣ, Σαμουήλ, Η έφεση, έκδοση 2009, σελ. 447) μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση αυτή (άρθρο 522 του ΚΠολΔ). Ακολούθως, πρέπει, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ), να ερευνηθεί η αγωγή στην ουσία της να γίνει εν μέρει δεκτή και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν στο ενάγον, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των 51.605,66 ευρώ με το νόμιμο τόκο κατά μεν το ποσό που αντιστοιχεί στα οφειλόμενα μισθώματα από την επόμενη που το κάθε επιμέρους κονδύλι κατέστη απαιτητό κατά δε το ποσό των 18.421,31 ευρώ για μεν την πρώτη εναγόμενη κατά το ποσό των 15.608,01 ευρώ από την 20/11/2012 και κατά το ποσό των 2.813,30 ευρώ από την επόμενη ημέρα της επίδοσης της αγωγής, για δε τους δεύτερο και τρίτο εναγόμενους από την επόμενη της επίδοσης της αγωγής έως την ολοσχερή εξόφληση. Ένα μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί σε βάρος των εναγομένων λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων (άρθρα 178, 183 του ΚΠολΔ), σύμφωνα με το διατακτικό. Στους εκκαλούντες της από 20/11/2017 έφεσης πρέπει να επιστραφεί, λόγω της νίκης τους, το παράβολο που κατέβαλαν για την άσκηση της έφεσης, ποσού 100 ευρώ, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ. Τέλος το αίτημα για την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση με την καταβολή του ποσού των 40.000 ευρώ στους εναγόμενους πρέπει να απορριφθεί, διότι το επιδικασθέν με την παρούσα απόφαση ποσό είναι μεγαλύτερο από το καταβληθέν.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την από 30/1/2018 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2018 έφεση και την από 20/11/2017 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2017 έφεση κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την από 30/1/2018 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2018 έφεση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν κατ’ ουσία.

ΕΠΙΒΑΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος τη δικαστική δαπάνη των εφεσίβλητων για αυτό το βαθμό δικαιοδοσίας το οποίο ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΖΕΙ την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παράβολου άσκησης της έφεσης ποσού εκατό (100) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ την από 20/11/2017 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2017 έφεση τυπικά και κατ’ ουσία.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμ. 4986/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε με την ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει επί της από 12/12/2015 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2015 αγωγής.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε ότι πρέπει ν’ απορριφθεί.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τους εναγόμενους να καταβάλουν στο ενάγον, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον έκαστος, το ποσό των πενήντα ενός χιλιάδων εξακοσίων πέντε ευρώ και εξήντα έξι λεπτών (51.605,66) με το νόμιμο τόκο α) κατά το ποσό των τριάντα τριών χιλιάδων εκατόν ογδόντα τεσσάρων ευρώ και τριάντα πέντε λεπτών (33.184,35), το οποίο αντιστοιχεί στο υπόλοιπο μίσθωμα του μηνός Οκτωβρίου 2012 ποσού 13.595,48 ευρώ και στο μίσθωμα του χρονικού διαστήματος από την 1/11/2012 έως την 20/11/2012 ποσού 19.588,87 ευρώ από την επόμενη που το κάθε επιμέρους κονδύλι κατέστη απαιτητό έως την εξόφληση και β) κατά το ποσό των δέκα οκτώ χιλιάδων τετρακοσίων είκοσι ενός ευρώ και τριάντα ενός λεπτών (18.421,31) για μεν την πρώτη εναγόμενη κατά το ποσό των 15.608,01 ευρώ από την 20/11/2012 και κατά το ποσό των 2.813,30 ευρώ από την επόμενη ημέρα της επίδοσης της αγωγής, για δε τους δεύτερο και τρίτο εναγόμενους από την επόμενη της επίδοσης της αγωγής έως την ολοσχερή εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εναγόμενων ένα μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας το οποίο ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων εκατό (3.100) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή στους εκκαλούντες του παράβολου άσκησης της έφεσης ποσού εκατό (100) ευρώ.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ το αίτημα επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την 11 Ιουλίου 2019.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ