Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 456/2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης    456        /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αγγελική Δέτση, Εφέτη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, και τη γραμματέα Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

            Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 495 § 1 και 539 § 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι με το ένδικο μέσο της αναψηλάφησης μπορούν να προσβληθούν τελειωτικές αποφάσεις των Ειρηνοδικείων, των Μονομελών και Πολυμελών Πρωτοδικείων, των Εφετείων και του Αρείου Πάγου, εφόσον δικάζει κατ’ ουσίαν. Το άνω ένδικο μέσο δεν επιτρέπεται απεριόριστα, αλλά μόνο  στις απαριθμούμενες στο άρθρο 544 περιπτώσεις. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 544 αριθ. 7 ΚΠολΔ, αναψηλάφηση επιτρέπεται αν ο διάδικος που ζητεί την αναψηλάφηση βρήκε ή πήρε στην κατοχή του μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης νέα κρίσιμα έγγραφα, τα οποία δεν μπορούσε να προσκομίσει εγκαίρως από ανώτερη βία ή γιατί τα κατακράτησε ο αντίδικός του ή τρίτος που είχε συνεννοηθεί με τον αντίδικό του και των οποίων την ύπαρξη αγνοούσε, όπως αγνοούσε και την κατοχή τους από τον αντίδικο ή τον τρίτο κατά τη διάρκεια της δίκης.  Από τη  διάταξη αυτή  προκύπτει ότι το

νέο έγγραφο, που βρήκε ή έλαβε στην κατοχή του ο ζητών την αναψηλάφηση, για να μπορεί  να στηρίξει την αίτηση, πρέπει : α) Να υπήρχε κατά τον χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης. Επομένως έγγραφα, που συντάχθηκαν μετά τον χρόνο δημοσιεύσεως της προσβαλλομένης με αναψηλάφηση αποφάσεως, δεν μπορούν να θεμελιώσουν αίτηση αναψηλαφήσεως. Κατ’ εξαίρεση μπορεί να θεμελιωθεί λόγος αναψηλαφήσεως και με τέτοια μεταγενέστερα έγγραφα, όταν από το περιεχόμενό τους προκύπτει η ύπαρξη και το περιεχόμενο κρίσιμου εγγράφου, που είχε εκδοθεί πριν τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης, του οποίου η έγκαιρη προσκόμιση δεν ήταν δυνατή για έναν από τους λόγους, που ορίζονται στην παραπάνω διάταξη (ΑΠ 142/2010, ΑΠ 698/2009 ΝΟΜΟΣ, ΕΘ 1446/2010 ΑΡΜ 2015.280). β)Να είναι κρίσιμο, με την έννοια ότι από το έγγραφο αυτό προκύπτει απόδειξη ή ανταπόδειξη ουσιώδους πραγματικού ισχυρισμού, που είχε προβληθεί στη διεξαχθείσα δίκη, ώστε να  καθίσταται εμφανές ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι εσφαλμένη και θα μπορούσε να εκδοθεί διαφορετική απόφαση υπέρ του ζητούντος την αναψηλάφηση, αν το έγγραφο είχε τεθεί υπόψη του δικαστηρίου (ΑΠ 1169/2017, ΑΠ 170/2015, ΑΠ 219/2011 ΝΟΜΟΣ). Τέτοιου είδους έγγραφο ικανό να στηρίζει τον ανωτέρω λόγο αναψηλαφήσεως δεν είναι εκείνο, που μπορεί απλώς να χρησιμεύσει ως αρχή έγγραφης απόδειξης ή για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων. Το ζήτημα, αν το έγγραφο είναι ή όχι χρήσιμο, υπό την προεκτεθείσα έννοια, είναι πραγματικό, εξαρτώμενο από την κρίση του δικαστηρίου που δικάζει την αίτηση αναψηλαφήσεως, η οποία δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου (ΑΠ 721/2014 ΝΟΜΟΣ). και γ) Η μη έγκαιρη προσκομιδή του να οφείλεται σε ανώτερη βία ή σε παρακράτησή του από τον αντίδικο του αιτούντος ή τρίτο σε συνεννόηση με τον τελευταίο. Ως ανώτερη βία, από την οποία ήταν αδύνατη η έγκαιρη προσκομιδή των νέων κρίσιμων εγγράφων, συνιστά, κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως, κάθε γεγονός τυχερό και απρόβλεπτο, το οποίο υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες δεν μπορούσε να αποτραπεί ούτε με μέτρα άκρας επιμέλειας και συνέσεως, τέτοιο δε γεγονός μπορεί να είναι και η ανυπαίτια άγνοια της υπάρξεως των εγγράφων, από την οποία ανακύπτει η αδυναμία της έγκαιρης προσκομιδής τους. Δεν αποτελεί όμως ανώτερη βία το γεγονός ότι ο διάδικος από δική του προηγηθείσα ενέργεια δεν μπόρεσε να βρει εγκαίρως το έγγραφο (ΑΠ 103/2018, ΑΠ 721/2014 ΝΟΜΟΣ). Επομένως για να είναι ορισμένο το δικόγραφο της αιτήσεως αναψηλαφήσεως, που στηρίζεται στον με αριθ. 7 λόγο του άρθρου 544 ΚΠολΔ, πρέπει να εκτίθενται σ’ αυτό όλα τα προαναφερόμενα στοιχεία. Ειδικότερα, για να κριθεί αν το νέο έγγραφο είναι κρίσιμο πρέπει ν’ αναφέρονται στην αίτηση α) τα πραγματικά περιστατικά που αποδεικνύονται αμέσως και πλήρως από το έγγραφο αυτό και β) ότι είχε ο αιτών επικαλεσθεί τα περιστατικά αυτά προς θεμελίωση είτε της αγωγής είτε αυτοτελώς ισχυρισμού προς αντίκρουση εκείνης, προσέτι δε να προσδιορίζονται τα γεγονότα που κατά τον αιτούντα συνιστούν ανώτερη βία (ΑΠ 103/2018, ΑΠ 447/2014, ΑΠ 1264/2004, ΕΠειρ 329/2014 ΝΟΜΟΣ). Εάν τέτοιοι λόγοι ελλείπουν παντελώς ή αν οι προβαλλόμενοι λόγοι δεν είναι ορισμένοι, το δικόγραφο της αναψηλάφησης είναι άκυρο, η ακυρότητα δε αυτή ερευνάται και αυτεπαγγέλτως, ως αναγόμενη στην παραβίαση της νόμιμης προδικασίας, που αφορά τη δημόσια τάξη (ΑΠ 460/2009 ΝΟΜΟΣ, ΕΘ 1446/2010 ΑΡΜ 2015.280, ΕΠατρ 546/2007, ΕΑ 1623/2006 ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση η υπό κρίση από 19-6-2018 (με αριθ. κατάθ. ……../2018) αίτηση αναψηλάφησης του ηττηθέντος εκκαλούντος κατά της υπ’ αριθμ. 229/2017 απόφασης (τελεσίδικης) του Δικαστηρίου τούτου, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία και απέρριψε κατ’ ουσίαν την από 20-3-2015 (με αριθ. κατάθ. …./2015) έφεσή του, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα εντός της απαιτούμενης κατά νόμο προθεσμίας των εξήντα ημερών (άρθρα 495, 539, 542, 543, 544 αρ. 7, 545 § 3 εδ. ε΄ ΚΠολΔ), αφού ο αιτών την αναψηλάφηση έλαβε γνώση του επικαλούμενου απ’ αυτόν ως νέου κρίσιμου εγγράφου, την 15-6-2018, ενώ η αίτηση κατατέθηκε στην γραμματεία του εκδόντος την προσβαλλόμενη απόφαση δικαστηρίου στις 19-6-2018, αρμοδίως δε φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που έχει εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρο 21 ΚΠολΔ). Σημειώνεται, επίσης, ότι, όπως προκύπτει από την σχετική έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου του γραμματέα του παρόντος Δικαστηρίου, έχει κατατεθεί από τον αιτούντα το νόμιμο παράβολο, κατ’ άρθρο 495 § 3Γ ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η κρινόμενη αίτηση αναψηλάφησης να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο του μοναδικού λόγου της (άρθρο 549 §1 ΚΠολΔ).

Με την κρινόμενη αίτηση αναψηλάφησης ο αιτών ισχυρίζεται ότι ο καθ’ ου η αίτηση αναψηλάφισης άσκησε εναντίον του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από  29-10-2009 (με αριθ. κατάθ. …../2009) αγωγή του, με την οποία ζητούσε να υποχρεωθεί  αυτός να του καταβάλει εντόκως το ποσό των 24.311 ευρώ για την ιστορούμενη στην αγωγή αιτία. Ότι επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αριθμό  321/2015 οριστική απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε δεκτή εν μέρει ως ουσία αβάσιμη και υποχρεώθηκε να καταβάλει στον καθ’ ου η αναψηλάφιση το ποσό των 16.885,69 ευρώ. Ότι κατά της ανωτέρω οριστικής απόφασης άσκησε εμπρόθεσμα έφεση ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, το οποίο με την υπ’ αρ. 229/2017 απόφαση του, που του κοινοποιήθηκε στις 18-12-2017, την απέρριψε κατ’ ουσίαν. Ότι αμφότερα τα δικαστήρια δέχτηκαν την ύπαρξη μεταξύ των διαδίκων άτυπης σύμβασης δανείου,  δυνάμει της οποίας ο καθ’ ου η αναψηλάφιση μεταβίβασε σε τραπεζικό του (αιτούντος) λογαριασμό, στις 19-3-2003, το ποσό των 23.000 δολαρίων ΗΠΑ. Ισχυρίζεται, επίσης, ο αιτών με τον μοναδικό λόγο της αίτησης αναψηλάφησης, ότι μετά την δημοσίευση της υπ’ αριθ.  229/2017 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου και συγκεκριμένα την 15-6-2018 περιήλθε στην κατοχή του νέο κρίσιμο έγγραφο, το οποίο δεν είχε τη δυνατότητα να προσκομίσει κατά την εκδίκαση είτε της αγωγής είτε της έφεσης. Ειδικότερα, ο αιτών επικαλείται ως νέο κρίσιμο έγγραφο την από 12-6-2018 δήλωση του ……., με την οποία αυτός αναγνωρίζει ως αληθές το περιεχόμενο εξώδικης δήλωσης του ιδίου (αιτούντος), την οποία απέστειλε σ’ αυτόν (τον …..) στις 15-3-2018 και με την οποία τον καλεί να βεβαιώσει ότι το  ποσό των 23.000 δολαρίων, που αξιώνει ο καθ’ ου η αίτηση αναψηλάφισης (ενάγων) δόθηκε από τον τελευταίο προκειμένου να διευκολυνθεί ο αδερφός του, …….., στην εξόφληση οφειλής του έναντι του ιδίου (του αιτούντος την αναψηλάφιση). Κατόπιν της επίκλησης του ιστορικού αυτού, ο αιτών ζητεί να εξαφανισθεί η προσβαλλόμενη απόφαση (με αρ. 229/2017) του Δικαστηρίου τούτου και, αφού γίνει κατ’ ουσίαν έρευνα της υπόθεσης,  να απορριφθεί η παραπάνω αγωγή του καθ’ ου η αναψηλάφιση. Με βάση, όμως, τα ως άνω εκτιθέμενα από τον αιτούντα πραγματικά περιστατικά, η ένδικη αίτηση αναψηλάφησης – και ανεξάρτητα αν ο ανωτέρω προβαλλόμενος λόγος της είναι ορισμένος ή όχι – πρέπει να απορριφθεί πρωτίστως ως απαράδεκτη, γιατί το επικαλούμενο ως «νέο κρίσιμο έγγραφο», ήτοι η από 15-6-2018 δήλωση του …….., συντάχθηκε μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (η οποία δημοσιεύτηκε στις 4-5-2017) και, ενόψει του χρόνου σύνταξής της, δεν εμπίπτει στην έννοια του «νέου εγγράφου» για το παραδεκτό του σχετικού εκ του άρθρου 544 αριθ. 7 ΚΠολΔ λόγου αναψηλάφησης, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη, για το παραδεκτό του ιδρυόμενου με τη διάταξη αυτή (544 αριθ. 7) λόγου απαιτείται τα έγγραφα, που επικαλείται ο αιτών την αναψηλάφηση, να είναι νέα, υπό την έννοια ότι αυτά να υπήρχαν μεν στη διάρκεια της δίκης, αλλά να γίνεται επίκληση και προσκόμιση αυτών για πρώτη φορά στη δίκη για την αναψηλάφηση, ενώ έγγραφα που συντάχθηκαν μετά τον χρόνο δημοσίευσης της προσβαλλομένης με αναψηλάφηση απόφασης, όπως συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση -που μάλιστα η σύνταξή του προκλήθηκε από τον ίδιο τον αιτούντα την αναψηλάφιση-, δεν μπορούν να θεμελιώσουν αίτηση αναψηλάφησης. Εξάλλου, στην προκειμένη περίπτωση, δεν συντρέχει ούτε η αναφερόμενη στην ίδια ως άνω νομική σκέψη περίπτωση της κατ’ εξαίρεση θεμελίωσης του συγκεκριμένου λόγου αναψηλάφησης (εκ του άρθρου 544 αριθ. 7 ΚΠολΔ) με μεταγενέστερα έγγραφα (συνταχθέντα μετά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης), όταν από το περιεχόμενό τους προκύπτει η ύπαρξη και το περιεχόμενο κρίσιμου εγγράφου, που είχε συνταχθεί πριν τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης και του οποίου η έγκαιρη προσκόμιση δεν ήταν δυνατή για ένα από τους λόγους που ορίζονται στην ανωτέρω διάταξη. Και τούτο, καθόσον δεν γίνεται επίκληση από τον αιτούντα ότι από το εν λόγω «νέο» έγγραφο προκύπτει η ύπαρξη και το περιεχόμενο άλλου, κρίσιμου, εγγράφου, το οποίο να είχε εκδοθεί πριν από τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης αλλά να μην ήταν δυνατή η προσκόμισή του από ανωτέρω βία ή επειδή το κατακρατούσε ο αντίδικος ή τρίτος. Κατόπιν αυτών, αφού ο μοναδικός λόγος της αίτησης απορρίφθηκε ως απαράδεκτος, πρέπει η υπό κρίση αίτηση αναψηλάφησης να απορριφθεί ως απαράδεκτη στο σύνολό της. Επίσης, λόγω της ήττας του αιτούντος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου που κατατέθηκε απ’ αυτόν (άρθρο 495 § 3 εδ. προτελ. ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί ο αιτών, λόγω της ήττας του, στα δικαστικά έξοδα του  καθ’ ου κατόπιν σχετικού αιτήματός του (άρθρα 176, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 19-6-2018 (με αριθ. κατάθ. …../2018) αίτηση αναψηλάφησης κατά της υπ’ αριθ. 229/2017 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στον αιτούντα στα δικαστικά έξοδα του  καθ’ ου η αίτηση αναψηλάφισης, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος από τον αιτούντα παραβόλου.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις …..-8-2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ