Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 458/2019

Αριθμός    458 /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Γ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

     Κατά τη διάταξη του άρθρου 516 παρ. 1 του ΚΠολΔ, δικαίωμα έφεσης έχουν, εφόσον νικήθηκαν ολικά ή εν μέρει στην πρωτόδικη δίκη, ο ενάγων, ο εναγόμενος, εκείνοι που άσκησαν κύρια ή πρόσθετη παρέμβαση, οι καθολικοί διάδοχοί τους, οι ειδικοί διάδοχοί τους εφόσον απέκτησαν την ιδιότητα αυτή μετά την άσκηση της αγωγής και οι εισαγγελείς πρωτοδικών, αν ήταν διάδικοι. Κατά τη διάταξη του άρθρου 517 του ΚΠολΔ, η έφεση απευθύνεται κατά εκείνων που ήταν διάδικοι στην πρωτόδικη δίκη ή των καθολικών διαδόχων ή των κληροδόχων τους. Αν υπάρχει αναγκαστική ομοδικία, η έφεση πρέπει να απευθύνεται κατά όλων των ομοδίκων, αλλιώς απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 76 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όταν η διαφορά επιδέχεται ενιαία μόνον ρύθμιση ή η ισχύς της απόφασης που θα εκδοθεί εκτείνεται σε όλους τους ομοδίκους ή όταν οι ομόδικοι μόνο από κοινού μπορούν να ασκήσουν αγωγή ή να εναχθούν ή, εξαιτίας των περιστάσεων που συνοδεύουν την υπόθεση, δεν μπορούν να υπάρχουν αντίθετες αποφάσεις απέναντι στους ομοδίκους, οι πράξεις του καθενός ωφελούν και βλάπτουν τους άλλους. Οι ομόδικοι που μετέχουν νόμιμα στη δίκη ή έχουν προσεπικληθεί, αν δεν παραστούν, θεωρούνται ότι αντιπροσωπεύονται από εκείνους που παρίστανται. Επιπλέον, κατά τη διάταξη της παραγράφου 4 του ίδιου άρθρου (76 του ΚΠολΔ), η άσκηση των ένδικων μέσων από κάποιον από τους ομοδίκους της παρ. 1 έχει αποτέλεσμα και για τους άλλους. Τούτο δε με την έννοια ότι αν κάποιος αναγκαίος ομόδικος ασκήσει ένδικο μέσο, θεωρούνται από το νόμο ότι ασκούν αυτό και οι αναγκαίοι ομόδικοί του, παρότι αδράνησαν να το ασκήσουν. Με την αντίθετη εκδοχή, κατά την οποία η έφεση, που ασκείται από κάποιον από τους αναγκαίους ομοδίκους, πρέπει με ποινή απαραδέκτου να απευθύνεται και κατά των αναγκαίων ομοδίκων του, ο αναγκαίος ομόδικος του εκκαλούντος θα εμφανίζεται να έχει ταυτοχρόνως την ιδιότητα του εφεσίβλητου και του εκκαλούντος, γεγονός που είναι λογικώς και νομικώς απαράδεκτο και για το λόγο αυτό είναι απαράδεκτη η έφεση που ασκείται από αναγκαίο ομόδικο και απευθύνεται εναντίον των αναγκαίων ομοδίκων του (ΟλΑΠ 63/1981 ΝοΒ 29.1257, ΑΠ 719/1981 ΝοΒ 30.231). Ακολούθως, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, εφόσον επί ανα­γκαίας ομοδικίας θεωρούνται από το νόμο ότι ασκούν την έφεση και οι ομόδικοι του εκκαλούντος που αδράνησαν, πρέπει και αυτοί να καλούνται κατά τα άρθρα 110 παρ. 2 και 76 παρ. 3 του ΚΠολΔ στη συζήτηση της έφεσης, η οποία συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς όλους, αν δεν κληθούν οι αναγκαίοι αυτοί ομόδικοι νομίμως και εμπροθέσμως και δεν εμφανιστούν κατ΄ αυτήν (ΑΠ 1671/2010, ΑΠ 1266/2004, ΕφΘεσ 141/2011). Περαιτέρω, η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 του Ν. 2664/1998 επιβλήθηκε από την ανάγκη προστασίας εκείνων, που συναλλάχθηκαν με τον αναγραφόμενο ως δικαιούχο στην πρώτη εγγραφή. Η ειδική διαδοχή περιλαμβάνει όχι μόνο την παράγωγη μεταφορική αλλά και τη δημιουργική διαδοχή, δηλαδή κτήση του εγγραπτέου δικαιώματος (σύσταση δουλείας, επιβάρυνση του ακινήτου με υποθήκη). Από τα παραπάνω και ενόψει του γεγονότος ότι η εγκυρότητα των μεταγενέστερων εγγραφών εξαρτάται από την εγκυρότητα της αρχικής εγγραφής σαφώς προκύπτει ότι είναι υποχρεωτική η συνεναγωγή τόσο του αρχικώς εγγεγραμμένου ως κυρίου του ακινήτου αλλά και κατά όλων εκείνων, οι οποίοι απέκτησαν από αυτόν δικαίωμα και οι οποίοι ωφελούνται ή βλάπτονται από τη σχετική εγγραφή, καθώς και κατά του αναγραφόμενου ως δικαιούχου του εμπραγμάτου, πλην της κυριότητας, δικαιώματος (βλ. σχετικά Λ. Κιτσαρά: Οι Πρώτες Εγγραφές στο Εθνικό Κτηματολόγιο, σελ. 187, Γ. Μαγουλά: Κτηματολογικές Εγγραφές, σελ. 25). Περίπτωση δε αναγκαστικής ομοδικίας, κατά την έννοια της παραπάνω διατάξεως του άρθρου 76 παρ. 1 του ΚΠολΔ, υφίσταται και επί αγωγής κατ΄ άρθρο 6 παρ. 1 και 2 του Ν. 2664/1998, κατά των νομιμοποιουμένων ως εναγομένων (υποχρεωτική κοινή παθητική εναγωγή), για την αποφυγή διάσπασης της δικονομικής ενότητας των ανοιγομένων δικών και του κινδύνου έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων για το ίδιο δικαίωμα στο οποίο έχουν καταχωρισθεί αυτοί. Στην προκειμένη περίπτωση, οι πρώτη, δεύτερος, τρίτη των εναγόντων, καθώς και ο αρχικός τέταρτος των εναγόντων, [ο οποίος απεβίωσε την 20-10-2011, κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας και πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, ο δε θάνατός του γνωστοποιήθηκε νομίμως κατά τη δικάσιμο της 28-4-2014, οπότε αναβλήθηκε η υπόθεση εκ νέου για τη δικάσιμο της 13-6-2016, κληρονομήθηκε δε εξ αδιαθέτου από τους λοιπούς ενάγοντες, ενώ, κατά την μετ΄ αναβολή δικάσιμο της 13-6-2016 γνωστοποιήθηκε από τους εξ αδιαθέτου κληρονόμους του ανωτέρω αποβιώσαντος και δη από τους πρώτη, δεύτερο και τρίτη των εναγόντων (εκ νέου ο θάνατός του και) η επανάληψη της δίκης (ως προς τον εν λόγω διάδικο), η οποία, κατόπιν και της επίδοσης της ένδικης κλήσης στην μη παρισταμένη πρωτοδίκως κατά τον ως άνω χρόνο τρίτη των εναγομένων, συνεχίστηκε, όπως έκρινε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, νομίμως], με την από 14-3-2011 (αρ. καταθ. …../2011) αγωγή ισχυρίσθηκαν, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού της με δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου τους που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την προσβαλλομένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, καθώς και με τις κατατεθείσες πρωτοδίκως προτάσεις, κατ΄ εκτίμηση δε του περιεχομένου της, ότι, κυρίως, με τον αναφερόμενο παράγωγο τρόπο και συγκεκριμένα δυνάμει της νομίμως καταχωρημένης στο οικείο κτηματολογικό φύλλο υπ΄ αρ. …/15-9-2010 συμβολαιογραφικής πράξεως αποδοχής κληρονομίας του Συμβολαιογράφου Λέρου . …, ενώ, σε κάθε περίπτωση, κατόπιν προσαύξησης στο χρόνο νομής τους (εναγόντων) και του χρόνου νομής του αναφερόμενου δικαιοπαρόχου τους, με τακτική, άλλως έκτακτη, χρησικτησία και ως εκ της εκ μέρους των ιδίων, σύμφωνα με το παρατιθέμενο ποσοστό εξ αδιαιρέτου καθενός από αυτούς, καθώς και του εν λόγω δικαιοπαρόχου τους, με βάση τους οικείους συμβολαιογραφικούς τίτλους και διανοία δικαιούχων εμπράγματου δικαιώματος κυριότητας, αδιάλειπτης και αδιακώλυτης άσκησης επ΄ αυτού, από το έτος 1965 και εντεύθεν, των εμπεριεχόμενων σ΄ αυτήν (αγωγή), προσιδιαζουσών στη φύση και στον προορισμό του (επίδικου ακινήτου), διακατοχικών πράξεων, έχουν καταστεί πλήρεις και αποκλειστικοί συγκύριοι, κατά ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου καθένας από αυτούς, του κειμένου στην κτηματική περιφέρεια Δήμου Σαλαμίνας Αττικής και ειδικότερα περιγραφόμενου κατά θέση, έκταση και όρια γεωτεμαχίου (αγρού), το οποίο, κατά την κτηματογράφηση της εν λόγω περιοχής Δήμου Σαλαμίνας Αττικής καταχωρήθηκε με ΚΑΕΚ …….., ωστόσο, εμφαίνεται εσφαλμένα ως ανήκον στην πλήρη και αποκλειστική κυριότητα της δεύτερης των εναγομένων, με τίτλο κτήσης την νομίμως μεταγεγραμμένη υπ΄ αρ. …../2003 συμβολαιογραφική πράξη γονικής παροχής της Συμβολαιογράφου Σαλαμίνας ……….. Ότι τόσο η δεύτερη των εναγομένων όσο και ο πρώτος των εναγομένων, ο οποίος, ειδικότερα, με την προαναφερόμενη νομίμως μεταγεγραμμένη συμβολαιογραφική πράξη γονικής παροχής φέρεται να έχει μεταβιβάσει κατά πλήρη κυριότητα το επίδικο ακίνητο στην ως άνω θυγατέρα του, αμφισβητούν, ως εκ της οικείας (ανακριβούς) πρώτης εγγραφής και της εν γένει ειδικότερα περιγραφόμενης σ΄ αυτήν (αγωγή) συμπεριφοράς τους, το εμπράγματο δικαίωμα κυριότητάς τους (εναγόντων) σε αυτό (επίδικο ακίνητο), ενώ, επιπροσθέτως, κατέχουν, χωρίς νόμιμο προς τούτο δικαίωμα, το εν λόγω ακίνητο μέχρι και τη σύνταξη της ένδικης αγωγής. Με βάση το ιστορικό αυτό, ισχυριζόμενοι επιπλέον ότι η τρίτη των εναγομένων ανώνυμη τραπεζική εταιρεία έχει εγγραφεί, σύμφωνα με τα αναφερόμενα σ΄ αυτή (αγωγή), ως δικαιούχος προσημείωσης υποθήκης στο ανωτέρω ακίνητο και προσδιορίζοντας την αξία του τελευταίου στο ποσό των 4.758,29 ευρώ, ζήτησαν (οι ενάγοντες), κατ΄ εκτίμηση του αιτήματος της ένδικης αγωγής, α) να αναγνωριστεί ότι είναι πλήρεις και αποκλειστικοί κύριοι, σε ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου καθένας από αυτούς, του επίδικου γεωτεμαχίου με ΚΑΕΚ ……, β) να υποχρεωθούν οι πρώτος και δεύτερη των εναγομένων να τους αποδώσουν το εν λόγω γεωτεμάχιο με ΚΑΕΚ ………, κατά το ανήκον σε καθένα από αυτούς ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου πλήρους κυριότητας, διατασσομένης, επί αρνήσεως τους, της βίαιης αποβολής τους (πρώτου και δεύτερης των εναγομένων), γ) να διορθωθεί η ανωτέρω ανακριβής πρώτη εγγραφή ώστε να εμφαίνεται η πλήρης και αποκλειστική κυριότητά τους (εναγόντων), κατά το οικείο ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου καθενός από αυτούς, στο εν λόγω ακίνητο, με βάση δε τις παρατιθέμενες αιτίες κτήσης αυτού και δ) να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή των δικαστικών εξόδων τους. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του έκρινε ότι ο πληρεξούσιος Δικηγόρος των εναγόντων, κατά την έναρξη της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου δήλωσε ότι η από 12-7-2016 κλήση, με την οποία φερόταν προς συζήτηση, η από 14-3-2011 αγωγή, δεν εισαγόταν για συζήτηση ως προς την τρίτη των (καθ΄ ων η κλήση-) εναγομένων και κατά τη σωρευόμενη αγωγική αξίωση εξάλειψης της εγγραφείσας υπέρ αυτής προσημείωσης υποθήκης, παραιτούμενοι (οι καλούντες-ενάγοντες), τοιουτοτρόπως, από τη διαδικαστική πράξη της επίσπευσης της συζήτησης (της υπόθεσης) ως προς την εν λόγω τρίτη των (καθ΄ ων η κλήση-) εναγομένων και κατά την οικεία σωρευόμενη αγωγή, ενώ, συνακόλουθα, ενόψει δε και της μη εμφάνισης της εν λόγω τρίτης των (καθ΄ ων η κλήση-) εναγομένων, έκρινε ότι έπρεπε η συζήτηση της υπόθεσης να κηρυχθεί ματαιωμένη μεταξύ αυτής και των αντιδίκων της, κατά την επί θέματι σωρευόμενη αγωγική αξίωση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 260 ΚΠολΔ. Επιπλέον έκρινε ότι έπρεπε να επισημανθεί ότι η δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου των (καλούντων-) εναγόντων δεν επάγεται έννομη επιρροή ως προς την ως έτερη αγωγική αξίωση, αφορώσα στη διόρθωση της πρώτης κτηματολογικής εγγραφής, θεωρουμένης της εν λόγω απολειπομένης τρίτης των (καθ΄ ων η κλήση-) εναγομένων ως αντιπροσωπευόμενης στη δίκη από την αναγκαία ομόδικό της (άρθρο 76 παρ. 1 ΚΠολΔ) και δη από την, ως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, παρισταμένη μετά πληρεξουσίου Δικηγόρου δεύτερη των (καθ΄ ων η κλήση-) εναγομένων, ενόψει και της νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της μη παρισταμένης τρίτης (καθ΄ ης η κλήση-) εναγομένης. Επιπροσθέτως, έκρινε ότι η ένδικη αγωγή κατά τη στηριζόμενη στην τακτική χρησικτησία (επικουρική) βάση της, είναι απαράδεκτη λόγω αοριστίας, ενώ κατά τα λοιπά είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, εκτός από το σκέλος του υπό στοιχ. β΄ αιτήματος περί αποβολής των πρώτου και δεύτερης των εναγομένων από το επίδικο ακίνητο, το οποίο (αίτημα) απέρριψε ως νόμω αβάσιμο. Τέλος, αφού δίκασε τις σωρευόμενες στο αγωγικό δικόγραφο α) κατ΄ άρθρο 6 παρ. 2 του Ν. 2664/1998 (διεκδικητική) αγωγή και β) εκ του κοινού εμπραγμάτου δικαίου διεκδικητική αγωγή ερήμην της τρίτης των εναγομένων (η οποία έκρινε, κατά τα προαναφερόμενα, ότι αντιπροσωπεύεται από την παρισταμένη με πληρεξούσιο Δικηγόρο δεύτερη των εναγομένων) και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων και όρισε το παράβολο ερημοδικίας για την τρίτη των εναγομένων στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ, απέρριψε ό,τι κρίθηκε απορριπτέο, δέχθηκε, κατά τα λοιπά, τις εν λόγω σωρευόμενες α) κατ΄ άρθρο 6 παρ. 2 του Ν. 2664/1998 (διεκδικητική) αγωγή και β) εκ του κοινού εμπραγμάτου δικαίου διεκδικητική αγωγή, αναγνώρισε ότι η πρώτη των εναγόντων, ο δεύτερος των εναγόντων, η τρίτη των εναγόντων και ο (αρχικός) τέταρτος των εναγόντων είναι πλήρεις και αποκλειστικοί κύριοι, σε ποσοστό 1/4 ή 25/100 εξ αδιαιρέτου καθένας από αυτούς, του κειμένου εκτός σχεδίου πόλης και στην ειδικότερη θέση «……..» της κτηματικής περιφέρειας Δήμου Σαλαμίνας Αττικής γεωτεμαχίου επιφανείας, σύμφωνα με το από Φεβρουαρίου 2009 τοπογραφικό διάγραμμα του Πολιτικού Μηχανικού ΤΕ ……., όπου εμφαίνεται με τα περιμετρικά στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Α, 234 τ.μ., ενώ, σύμφωνα με την επιμέτρηση του Εθνικού Κτηματολογίου, 230 τ.μ., το οποίο έχει ήδη λάβει ΚΑΕΚ ……., περιήλθε δε στην πλήρη κυριότητα των εναγόντων, κατά το επιμέρους ποσοστό 1/4 ή 25/100 εξ αδιαιρέτου σε καθένα από αυτούς, με την υπ΄ αρ. …/2010 συμβολαιογραφική πράξη αποδοχής κληρονομίας του Συμβολαιογράφου Λέρου ………, νομίμως καταχωρημένη στο οικείο κτηματολογικό φύλλο του Κτηματολογικού Γραφείου Σαλαμίνας, υποχρέωσε τους πρώτο και δεύτερη των εναγομένων να αποδώσουν στους πρώτη, δεύτερο και τρίτη των εναγόντων, αφενός, κατά το ανήκον σε καθένα από αυτούς 1/4 ή 25/100 εξ αδιαιρέτου ποσοστό συγκυριότητάς τους, αφετέρου, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμους και συνεχίζοντες τη δίκη του ήδη αποβιώσαντος και κληρονομούμενου από αυτούς (αρχικού) τετάρτου των εναγόντων ………., κατά δε το ανήκον στον τελευταίο λοιπό 1/4 ή 25/100 εξ αδιαιρέτου ποσοστό συγκυριότητάς του και σύμφωνα με την εξ αδιαθέτου κληρονομική μερίδα τους, το αμέσως προηγουμένως αναφερόμενο ακίνητο, διέταξε τη διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Σαλαμίνας ώστε στο οικείο κτηματολογικό φύλλο του γεωτεμαχίου με ΚΑΕΚ …….. να αναγραφούν ως πλήρεις και αποκλειστικοί κύριοι, σε ποσοστό 1/4 ή 25/100 εξ αδιαιρέτου καθένας από αυτούς, οι πρώτη, δεύτερος, τρίτη και (αρχικός) τέταρτος των εναγόντων, με αιτία κτήσης την κληρονομία και με τίτλο κτήσης την υπ΄ αρ. …./2010 συμβολαιογραφική πράξη αποδοχής κληρονομίας του Συμβολαιογράφου Λέρου ……., νομίμως καταχωρημένη στο οικείο κτηματολογικό φύλλο του Κτηματολογικού Γραφείου Σαλαμίνας, διαγραφομένης της δεύτερης των εναγομένων, εσφαλμένως καταχωρηθείσας ως πλήρους και αποκλειστικής κυρίας αυτού (γεωτεμαχίου), από το οικείο κτηματολογικό φύλλο και καταδίκασε τους εναγομένους στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των εναγόντων, τα οποία όρισε στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται με την ένδικη από 18-12-2017 (αρ. καταθ. ./2017) έφεση, οι ηττηθέντες πρώτος και δεύτερη των εναγομένων και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτή λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν να γίνει δεκτή στο σύνολό της η έφεσή τους, να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση με σκοπό να απορριφθεί η ένδικη αγωγή. Στην προκειμένη περίπτωση, επισπεύδεται από τους εφεσίβλητους-πρώτη, δεύτερο και τρίτη των εναγόντων η συζήτηση της ένδικης εφέσεως. Από κανένα, ωστόσο, στοιχείο της δικογραφίας (αφού δεν προσκομίζεται σχετική έκθεση επιδόσεως, ούτε γίνεται επίκλησή της) δεν προκύπτει ότι οι επισπεύδοντες τη συζήτηση εφεσίβλητοι κάλεσαν για να παραστεί κατ΄ αυτήν, η μη παρισταμένη τρίτη των εναγομένων ανώνυμη τραπεζική εταιρεία-αναγκαία ομόδικος της δεύτερης των εναγομένων, (όπως την ιδιότητα αυτή δέχθηκε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, χωρίς να προσβάλλεται η κρίση του αυτή με λόγο εφέσεως). Επο­μένως, ενόψει και του ότι χωρίς την κλήτευση της ως άνω αναγκαίας ομοδίκου, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, παραβιάζεται η αρχή της εκατέρωθεν ακρόασης και δημιουργείται απα­ράδεκτο της συζήτησης της εφέσεως, το οποίο λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της ένδικης εφέσεως ως προς όλους τους διαδίκους. Διάταξη περί δικαστικών εξόδων δεν διαλαμβάνεται, ενόψει του ότι η παρούσα απόφαση δεν είναι οριστική.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της από 18-12-2017 (αρ. καταθ. …../2017) εφέσεως κατά της υπ΄ αρ. 4931/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία).

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 6 Αυγούστου  2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ