Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 464/2019

 

Noμικά θέματα που αντιμετωπίστηκαν.

 

Στοιχεία για τη θεμελίωση της διεκδικητικής κυριότητας αγωγής, είναι, μεταξύ άλλων, η αναφορά ότι ο εναγόμενος βρίσκεται στη νομή ή κατοχή του ακινήτου κατά το χρόνο άσκησής της. Σε περίπτωση δε που το διεκδικούμενο ακίνητο αποτελεί τμήμα μεγαλύτερου ακινήτου, πρέπει αυτό να προσδιορίζεται περαιτέρω κατά θέση, σχήμα, έκταση κλπ σε σχέση με το μείζον ακίνητο, ώστε να μην καταλείπεται αμφιβολία για την ταυτότητά του.

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ    464 /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τον  Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’αρ. 2338/9-6-2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, όπως αυτή ίσχυε πριν την τροποποίηση των διατάξεών της με το Ν.4335/23-7-2015, που δεν καταλαμβάνει τις αγωγές, οι οποίες ασκήθηκαν πριν την 1-1-2016 (άρθρο 9 παρ.2 ως άνω νόμου),  έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (495 επ., 511, 513, 516 παρ.1, 518 παρ.2 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται, ότι έλαβε χώρα επίδοση της εκκαλουμένης και από τη δημοσίευση αυτής μέχρι την άσκηση της έφεσης, δεν έχει παρέλθει διάστημα μεγαλύτερο της διετίας. Εξάλλου, το εκκαλούν Ελληνικό δημόσιο δεν υποχρεούται στην κατάθεση των προβλεπόμενων, από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 εδ.α ΚΠολΔ, παραβόλων.

Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω  από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ύλη και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την ίδια διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρα 19, 533 παρ.1,2 ΚΠολΔ) και μέσα στα όρια που καθορίζονται από αυτούς (άρθρο 522 ΚΠολΔ).

Από τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι το δικόγραφο της αγωγής πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία που απαιτούνται για τη νομική θεμελίωσή της, ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και ορισμένο αίτημα. Όταν στο δικόγραφο της αγωγής δεν περιέχονται τα πιο πάνω στοιχεία ή όταν αυτά περιέχονται κατά τρόπο ελλιπή ή ασαφή, τότε η έλλειψη αυτή καθιστά μη νομότυπη την άσκησή της, επιφέρει δε την απόρριψή της ως απαράδεκτης λόγω αοριστίας, είτε κατόπιν προβολής της σχετικής ένστασης, είτε και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο της ουσίας. Προκειμένου ειδικότερα περί διεκδικητικής ή αναγνωριστικής της κυριότητας ακινήτου αγωγής απαιτείται, για το ορισμένο αυτής, εκτός από τα απαιτούμενα κατά το άρθρο 1094 Α.Κ στοιχεία και ακριβής περιγραφή του επίδικου ακινήτου, δηλαδή ο προσδιορισμός του κατά θέση, έκταση, ιδιότητα και όρια και, μάλιστα τόσο λεπτομερής, ώστε να μην υπάρχει αμφιβολία ως προς την ταυτότητά του. Συγκεκριμένα, όταν το διεκδικούμενο ακίνητο φέρεται ως τμήμα μεγαλύτερου ακινήτου, ο ενάγων έχει υποχρέωση, εκτός από την έκταση του διεκδικούμενου αυτού τμήματος, να προσδιορίσει τη θέση του μέσα στο μεγαλύτερο ακίνητο, ώστε να είναι δυνατόν στον εναγόμενο μεν να αντιτάξει άμυνα περί συγκεκριμένου και όχι ασαφούς επιδίκου αντικειμένου, στο δικαστήριο δε να εκδώσει απόφαση δεκτική εκτέλεσης. Η ανωτέρω αοριστία δεν μπορεί να θεραπευθεί με τις προτάσεις ή με παραπομπή σε άλλα έγγραφα ή σχεδιαγράμματα, εάν δεν προσαρτώνται στην αγωγή. Η περιγραφή, όμως, του ακινήτου μπορεί να γίνει και με την αποτύπωσή του σε ενσωματωμένο στο δικόγραφο της αγωγής τοπογραφικό διάγραμμα υπό κλίμακα (ΑΠ 1597/2018, ΑΠ 119/2018, ΑΠ 301/2017, Εφ.Πατρ.181/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση, οι ενάγοντες εξέθεταν στην από 29-8-2010 και με αριθμό εκθ. κατάθεσης …../2-2-2011 αγωγή τους, (με την οποία παραιτήθηκαν του δικογράφου των προηγουμένως ασκηθεισών από 18-4-2008 και 29-8-2009 αγωγών τους), κατ΄ εκτίμηση του δικογράφου της,  ότι ο πρώτος εξ΄αυτών κατέστη κύριος ενός ακινήτου και ειδικότερα ενός αγρού εμβαδού 6.981,81 τ.μ ευρισκομένου στη θέση .….. του χωρίου ….. Αίγινας, που περιγράφεται περαιτέρω σε αυτήν, σε ποσοστό 6/7 εξ αδιαιρέτου με παράγωγο τρόπο (αγορά), δυνάμει του υπ΄αρ. …./1-10-2005 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αίγινας …….., που μεταγράφηκε νόμιμα και σε ποσοστό 1/7 εξ αδιαιρέτου με πρωτότυπο τρόπο και συγκεκριμένα με τα προσόντα έκτακτης χρησικτησίας, καθώς νεμόταν αυτό διανοία κυρίου, ασκώντας τις προσιδιάζουσες στη  φύση του πράξεις νομής, που αναφέρονται στην αγωγή για χρονικό διάστημα πέραν της 20 ετίας, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Ότι, δυνάμει του υπ΄αρ. ……./1-10-2005 συμβολαίου γονικής παροχής αγροτικού ακινήτου, της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε επίσης νόμιμα, ο πρώτος ενάγων, μεταβίβασε, λόγω γονικής παροχής, στην δεύτερη ενάγουσα – κόρη του, την ψιλή κυριότητα του ως άνω ακινήτου, παρακρατώντας την επικαρπία αυτού εφ΄όρου ζωής του. Ότι, το Φεβρουάριο του έτους 2010, διαπίστωσαν ότι τεχνικό συνεργείο του εναγόμενου Δήμου ….., είχε εισέλθει στο ακίνητό τους και διάνοιξε οδό σε βάθος 1,5 μ. και μήκος 30 μ. στο βορειοανατολικό άκρο αυτού. Ότι, παρά τις διαβεβαιώσεις των αρμοδίων οργάνων του εναγόμενου στις διαμαρτυρίες των εναγόντων, ότι δεν θα αλλοίωναν τη μορφή του ακινήτου τους και θα μίσθωναν τμήμα αυτού για να εγκαταστήσουν υδατοδεξαμενή, αφού πρώτα τους καλούσαν στην υπογραφή σχετικής σύμβασης, εντούτοις, στις αρχές Μαρτίου 2010 διαπίστωσαν ότι ο εναγόμενος δια του συνεργείου του, είχε ήδη προβεί στην ανέγερση κτίσματος από μπετόν μήκους 7 μ., ύψους 4,50 μ. και βάθους 14 μ., αποβάλλοντάς τους με τον τρόπο αυτό παράνομα και αυθαίρετα από την ιδιοκτησία τους. Ζητούσαν δε ακολούθως, να αναγνωρισθεί επικαρπωτής ο πρώτος ενάγων και ψιλή κυρία η δεύτερη ενάγουσα του εν λόγω ακινήτου και να διαταχθεί η αποβολή του εναγόμενου και κάθε οργάνου η προστηθέντος του τελευταίου από αυτό, καθώς επίσης να διαταχθεί η επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση από τον εναγόμενο, άλλως να επιτραπεί στους ενάγοντες να προβούν στις αναγκαίες προς τούτο ενέργειες με δαπάνες του (εναγόμενου).

Στην από 10-1-2012 και με αριθμό εκθ. κατάθεσης …../11-1-2012 (και όχι 31-1-2013, όπως λανθασμένα εκ προφανούς παραδρομής αναγράφεται στην εκκαλουμένη) ανακοίνωση δίκης μετά προσεπίκλησης και παρεμπίπτουσας αγωγής, ο εναγόμενος στην κύρια αγωγή Δήμος …., ανέφερε ότι οι ενάγοντες της κύριας αγωγής, άσκησαν εναντίον του την τελευταία, την οποία παρέθετε αυτούσια, ζητώντας τα αναφερόμενα σε αυτήν. Εξέθετε δε ότι, στα πλαίσια εκτέλεσης έργου υδροδότησης του οικισμού … του Δήμου …, του παραχωρήθηκε από τον Δ/ντή Δασών η χρήση της επίδικης έκτασης, κύριος της οποίας φέρεται το πρώτο των καθ΄ών η προσεπίκληση Ελληνικό Δημόσιο. Ότι αυτός (Δήμος) δεν βαρύνεται με κανενα πταίσμα, αλλά εκτέλεσε το εν λόγω έργο με βάση τους όρους της παραχώρησης. Καλούσε δε τους καθ΄ών να παρέμβουν στην εκκρεμή κύρια δίκη, καθώς επίσης, να υποχρεωθούν αυτοί, σε περίπτωση που γίνει δεκτή η αγωγή των αντιδίκων του, να επαναφέρουν τα πράγματα στην προτέρα κατάσταση.

Στην από 23-7-2012 και με αριθμό εκθ. Κατάθεσης .. (εξαιρ…..)/26-7-2012  κύρια παρέμβασή του,  στην οποία παραθέτει αυτούσιες τόσο την κύρια αγωγή όσο και την ως άνω προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, το Ελληνικό Δημόσιο – ήδη εκκαλούν, ισχυρίζεται ότι, η εδαφική έκταση που φέρεται να κατελήφθη από τον εναγόμενο της κύριας δίκης Δήμο …, έχει επιφάνεια 0,900 στρέμματα και βρίσκεται στη θέση Προφήτης Ηλίας του οικισμού .. του Δήμου …, αποτελεί τμήμα ευρύτερης δασικής έκτασης, όπως εμφαίνεται στο απόσπασμα φυσικού χάρτη της Γενικής Υπηρεσίας Στρατού (Γ.Υ.Σ), που επισυνάπτει στο δικόγραφο της ως άνω παρέμβασης. Ότι το επίδικο ακίνητο, ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο με βάση τις διατάξεις περί ιδιωτικών δασών (άρθρ. 1,2,3 του Β.Δ 17/29-11-1836), άλλως δυνάμει τακτικής ή έκτακτης χρησικτησίας, καθώς το τελευταίο ασκεί συνεχώς και αδιαλείπτως, διανοία κυρίου, καλή πίστη και νόμιμο τίτλο, πράξεις νομής επ΄αυτού, από την απελευθέρωση της χώρας από τους Τούρκους μέχρι σήμερα, άλλως ως αδέσποτο, σύμφωνα με τις διατάξεις του προισχύσαντος βυζαντινορωμαικού δικαίου και των άρθρων 16 του από Ιουνίου 1837 νόμου περί διάκρισης κτημάτων, (άρθρ.2 παρ.1 του α.ν 1539/1938 και 972 του ΑΚ, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην κύρια παρέμβασή του. Ζητούσε δε ακολούθως, να αναγνωρισθεί κύριος της επίδικης έκτασης (των 0,900 στρεμμάτων), απορριπτομένων τόσο της κύριας αγωγής όσο και της παρεμπίπτουσας και να υποχρεωθούν οι ενάγοντες της κύριας αγωγής να του αποδώσουν το ακίνητο αυτό.

Με την εκκαλουμένη απόφασή του (υπ΄αρ. 2338/2017), το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, συνεκδικάζοντας κατά την τακτική διαδικασία, τις ως άνω α) κύρια αγωγή, β) ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση μετά παρεμπίπτουσας αγωγής και γ) κύρια παρέμβαση, ερήμην της δεύτερης και τρίτης των καθ’ών η ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση, κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση της υπόθεσης ως προς την ως άνω τρίτη των καθ΄ών, λόγω μη κλήτευσής της. Στη συνέχεια, απέρριψε την κύρια αγωγή ως αόριστη, κατόπιν σχετικής ένστασης του εναγόμενου αλλά και κατ΄ αυτεπάγγελτη έρευνα, και συγκεκριμένα, διότι α) όσον αφορά στο φερόμενο ως καταληφθέν από τον εναγόμενο Δήμο, τμήμα του ακινήτου, αναφέρεται η διάνοιξη εντός αυτού, στη βορειοανατολική πλευρά, οδού βάθους 1,5 μ. και μήκους 30 μ. και η ανέγερση κτίσματος από μπετόν μήκους 7 μ., ύψους 4,50 μ. και βάθους 14 μ., χωρίς περαιτέρω προσδιορισμό της ακριβούς θέσης του επίδικου τμήματος εντός του μείζονος ακινήτου, του σχήματός του και των διαστάσεών του, ώστε να προσδιορίζεται η ταυτότητά του, και β) όσον αφορά στο υπόλοιπο τμήμα του μείζονος ακινήτου, διότι δεν αναφέρεται ότι το εν λόγω ακίνητο βρίσκεται κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής στη νομή και κατοχή του εναγόμενου, ούτε ότι τελευταίος αμφισβητεί, με οποιοδήποτε τρόπο, τα εμπράγματα δικαιώματα των εναγόντων επ΄ αυτού. Ακολούθως, δε, απέρριψε και την προσεπίκληση λόγω του επικουρικού της χαρακτήρα της ως προς την κύρια αγωγή, καθώς και ως άνευ αντικειμένου, την σωρευόμενη με αυτήν παρεμπίπτουσα αγωγή, αφού η τελευταία, όπως προεκτέθηκε, είχε ασκηθεί σε περίπτωση που γινόταν δεκτή η κύρια αγωγή. Απέρριψε, τέλος, την κύρια παρέμβαση του Ελληνικού Δημοσίου, επίσης ως αόριστη, δεδομένου ότι αυτή, ως προς την περιγραφή της επίδικης έκτασης – τμήματος του ακινήτου αλλά και τα λοιπά στοιχεία, παραπέμπει στο περιεχόμενο της κύριας αγωγής, την οποία αυτούσια παραθέτει στο δικόγραφο της, η οποία πάσχει, κατά τα ανωτέρω, από αοριστία.

Ήδη κατά της ως άνω οριστικής απόφασης παραπονείται  το κυρίως παρεμβαίνον – ήδη εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο, με την κρινόμενη έφεσή του για τους λόγους που εκθέτει σ΄ αυτήν και ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, ζητεί δε την εξαφάνιση της, ώστε να γίνει δεκτή η κύρια παρέμβασή του.

Ειδικότερα το εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο ισχυρίζεται στην ένδικη έφεση του, ότι, ναι μεν, το μερικότερο ως άνω τμήμα του ευρύτερου ακινήτου, στο οποίο έκανε τις, στην κύρια αγωγή αναφερόμενες, παρεμβάσεις ο εναγόμενος Δήμος, πράγματι δεν περιγράφεται επαρκώς, όπως επισημάνθηκε από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αλλά το γεγονός αυτό δεν επηρεάζει το πρώτο αίτημα της αγωγής περί αναγνώρισης των εμπραγμάτων δικαιωμάτων των εναγόντων στο μείζον ακίνητο, το οποίο ορισμένως και λεπτομερώς περιγράφεται στην αγωγή και συνακόλουθα και στην κύρια παρέμβαση του νυν εκκαλούντος, στην οποία ενσωματώνει την αγωγή. Ο ισχυρισμός, όμως, αυτός του εκκαλούντος, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι ως προς το αίτημα της αναγνώρισης του πρώτου ενάγοντος ως επικαρπωτή και της δεύτερης ενάγουσας ως ψιλής κυρίας του εν λόγω μείζονος ακινήτου, η κύρια αγωγή απορρίφθηκε ως αόριστη με την εκκαλουμένη απόφαση, όχι λόγω μη περιγραφής αυτού (όπως συνέβη με το μερικότερο τμήμα του, για το οποίο ουσιαστικά δέχεται το εκκαλούν ότι υπήρχε αοριστία), κατά τα προεκτεθέντα, αλλά ένεκα του ότι δεν αναφέρεται σε αυτήν ότι ο εναγόμενος βρίσκεται στη νομή του εν λόγω ακινήτου, ούτε ότι αμφισβητεί τα εμπράγματα δικαιώματα των εναγόντων, απαραίτητα στοιχεία για τη θεμελίωση της διεκδικητικής αγωγής και ειδικότερα του έννομου συμφέροντος των εναγόντων για την άσκησή της (Εφ. Δωδ. 79/2018, 2015/2017). Εξάλλου, το γεγονός ότι ο εναγόμενος Δήμος, γνώριζε σε ποιό τμήμα του ακινήτου είχε προβεί στις ως άνω ενέργειες, όπως υποστηρίζουν οι εφεσίβλητοι – ενάγοντες στις προτάσεις τους, ενώπιον του δικαστηρίου τούτου, καθώς και το ότι το ακίνητο εμφαίνεται στο προσαγόμενο, από αυτούς, από Οκτωβρίου 2005 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού ………., δεν μπορεί βέβαια να θεραπεύσει την αοριστία της αγωγής, σύμφωνα και με τα προαναφερθέντα στη μείζονα σκέψη, καθώς το τοπογραφικό αυτό δεν ενσωματώθηκε στο δικόγραφό της. Σε κάθε περίπτωση το Ελληνικό Δημόσιο στην κύρια παρέμβασή του ζητεί να αναγνωρισθεί κύριος και νομέας στην μερικότερη προαναφερθείσα έκταση των 0,900 στρεμμάτων, η οποία, όπως προεκτέθηκε, δεν προσδιορίζεται λεπτομερώς και με σαφήνεια, και όχι σε ολόκληρο το μείζον ακίνητο. Η δε παραπομπή, ως προς τον προσδιορισμό του εν λόγω ακινήτου, στο ενσωματωμένο στο δικόγραφο της κύριας παρέμβασης, απόσπασμα φυσικού χάρτη της Γ.Υ.Σ, δεν καλύπτει την έλλειψη αυτή, όπως επίσης ορθά κρίθηκε με την εκκαλουμένη, διότι ούτε στον ως άνω χάρτη εμφαίνεται ειδικότερα η ακριβής θέση του επίδικου τμήματος, το σχήμα του κλπ., ώστε να καθίσταται δυνατός ο προσδιορισμός της ταυτότητάς του.

Κατόπιν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που, με την εκκαλουμένη απόφασή του, κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν και απέρριψε την κύρια αγωγή και την κύρια παρέμβαση ως αόριστες, δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε το νόμο, αντίθετα με τα όσα, αβάσιμα, υποστηρίζει ο εκκαλών, με την ένδικη έφεσή του. Πρέπει, επομένως, η κρινόμενη έφεση, ν΄ απορριφθεί κατ΄ ουσία. Τα δικαστικά δε έξοδα των εφεσίβλητων – διαδίκων στην κύρια αγωγή, για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός τους, θα επιβληθούν εις βάρος του ηττηθέντος εκκαλούντος – κυρίως παρεμβαίνοντος Ελληνικού Δημοσίου, μειωμένα, όμως, κατ΄ άρθρο  22 Ν. 3693/1957, όπως ειδικότερα προσδιορίζονται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

          Δικάζει, κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων, την έφεση κατά της υπ’αρ. 2338/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία.

          Δέχεται τυπικά την έφεση .

          Απορρίπτει την έφεση στην ουσία.

          Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, εις βάρος του εκκαλούντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

 

KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση, στις 8-8-  2019, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.

           Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                               H  ΓPAMMATEAΣ