Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 470/2019

 Αριθμός    470 /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Κ.Δ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

     Με την από 22-11-2016 (αρ. καταθ. …../2016) κλήση της εφεσίβλητης νόμιμα φέρεται προς συζήτηση η από 27-10-2015 (αρ. καταθ. …./2015) έφεση της καθ΄ ης η κλήση-εκκαλούσας κατ΄ αυτής (καλούσας-εφεσίβλητης) μετά τη ματαίωση αυτής κατά τη δικάσιμο της 17-11-2016.

Η κρινόμενη από 27-10-2015 (αρ. καταθ. …../2015) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 3777/2014 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), και έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 496 παρ. 1, 498 παρ. 1, 499, 511, 513 παρ. 1 στ. β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 και 520 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Επομένως, είναι παραδεκτή και πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ), εφόσον για το παραδεκτό αυτής (εφέσεως) κατατέθηκε από την εκκαλούσα, κατ΄ άρθρο 495 του ΚΠολΔ, παράβολο, (συνολικού) ποσού διακοσίων (200) ευρώ (βλ. τα υπ΄ αρ. ……./2015 παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ. …………./2015 παράβολα του ΔΗΜΟΣΙΟΥ).

Με την από 1-11-2012 (αρ. καταθ. ……/2012) αγωγή της, η ενάγουσα, ήδη εφεσίβλητη, ιστορούσε ότι οι εναγόμενοι ισχυρίσθηκαν για την ίδια τα αναφερόμενα σ΄ αυτήν (αγωγή) ψευδή γεγονότα που έβλαψαν την τιμή και την υπόληψή της, τελώντας σε γνώση της αναλήθειάς τους και έχοντας την πρόθεση προς τούτο. Ότι από την παράνομη αυτή και υπαίτια συμπεριφορά των εναγομένων υπέστη ηθική βλάβη. Με αυτό το ιστορικό ζήτησε, όπως παραδεκτά, με δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου της στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η οποία καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και με τις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της, περιόρισε το αίτημα αυτής (αγωγής) από καταψηφιστικό σε εν μέρει αναγνωριστικό, ως χρηματική της ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη α) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν ο καθένας το ποσό των 20.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και β) να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να της καταβάλουν ο καθένας το ποσό των 20.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Τέλος, ζήτησε να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ΄ αρ. 3777/2014 οριστική απόφασή του, που εκδόθηκε, όπως προαναφέρθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, μεταξύ άλλων, αφού έκρινε ότι η ένδικη αγωγή είναι ορισμένη και νόμιμη και αφού απέρριψε την ένδικη αγωγή ως παθητικά ανομιμοποίητη ως προς τον δεύτερο των εναγομένων, καθώς επίσης απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την προβληθείσα εκ του άρθρου 367 παρ. 1 γ΄ του ΠΚ ένσταση της πρώτης των εναγομένων, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή (ως προς την πρώτη των εναγομένων), υποχρέωσε την πρώτη των εναγομένων να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και καταδίκασε την πρώτη των εναγομένων σε μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, τα οποία όρισε στο ποσό των εκατόν πενήντα (150) ευρώ. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται με την κρινόμενη από 27-10-2015 (αρ. καταθ. ……/2015) έφεση η εν μέρει ηττηθείσα πρώτη των εναγομένων και με τους διαλαμβανόμενους σ΄ αυτήν (έφεση) λόγους, οι οποίοι κατά τη συνολική τους εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να απορριφθεί στο σύνολό της η ένδικη αγωγή. Σημειώνεται, ότι εφόσον με την ένδικη έφεση προσβάλλεται η πρωτόδικη απόφαση ως προς την υπαιτιότητα, συμπροσβάλλεται και το κεφάλαιο της αποζημίωσης για χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης, γιατί στο εκκληθέν κεφάλαιο της υπαιτιότητας περιλαμβάνεται και το κεφάλαιο της αποζημίωσης, το οποίο συνέχεται αναγκαστικά με το κεφάλαιο της υπαιτιότητας (άρθρο 522 του ΚΠολΔ, πρβλ. ΑΠ 1092/2002 ΕλλΔνη 45.152, ΕφΑθ 781/2009).

Κατά το άρθρο 57 του ΑΚ, εκτός άλλων, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, ενώ αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται, κατά δε το άρθρο 59 του ΑΚ και στην περίπτωση του άρθρου 57 του ΑΚ, το Δικαστήριο με την απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα, ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Τέτοιο προστατευόμενο αγαθό είναι και η τιμή κάθε ανθρώπου, η οποία αντικατοπτρίζεται στην υπόληψη, εκτίμηση και αξία που αποδίδεται σ΄ αυτόν από τους άλλους και σε περίπτωση προσβολής της, με κάποια παράνομη ενέργεια, δικαιούται να απαιτήσει την άρση της και την παράλειψή της στο μέλλον, χωρίς τη συνδρομή υπαιτιότητας (αντικειμενική ευθύνη), η οποία, όμως, είναι αναγκαία προκειμένου περί ικανοποιήσεως ηθικής βλάβης. Για την επιδίκαση της χρηματικής ικανοποίησης αυτής αρκεί κάθε είδος υπαιτιότητας, από δόλο ή από αμέλεια (ΟλΑΠ 2/2008). Παράνομη είναι η συμπεριφορά που αντίκειται σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα δικαίου, ο οποίος προστατεύει δικαίωμα ή συγκεκριμένο συμφέρον του ζημιωθέντος, μπορεί δε να συνίσταται σε θετική ενέργεια ή παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας από διάταξη νόμου ή από προηγούμενη συμπεριφορά του δράστη ή από υπάρχουσα έννομη σχέση μεταξύ αυτών ή από την καλή πίστη κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη, δηλαδή η παράνομη συμπεριφορά συντελείται χωρίς δικαίωμα ή κατ΄ ενάσκηση δικαιώματος το οποίο όμως από άποψη έννομης τάξης είναι μικρότερης σπουδαιότητας, είτε ασκείται υπό περιστάσεις που καθιστούν την άσκηση αυτού καταχρηστική, σύμφωνα με το άρθρο 281 του ΑΚ ή το άρθρο 25 παρ. 3 του Συντάγματος (ΑΠ 50/2002, 831/2005). Προσβολή της προσωπικότητας συντελείται με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη τρίτου, με την οποία διαταράσσεται η κατάσταση που υπάρχει σε μια ή περισσότερες εκφάνσεις της σωματικής, ψυχικής, πνευματικής και κοινωνικής ατομικότητας του προσβαλλόμενου, αφού τα έννομα αυτά αγαθά δεν αποτελούν αυτοτελή δικαιώματα, αλλά επιμέρους εκδηλώσεις του ενιαίου δικαιώματος της προσωπικότητας. Τέτοια προστατευόμενα αγαθά είναι, μεταξύ άλλων η τιμή, δηλαδή η ηθική αξία και η υπόληψη, δηλαδή η κοινωνική αξία κάθε ανθρώπου, αντικατοπτριζόμενες στην αντίληψη και την εκτίμηση που έχουν οι άλλοι γι΄ αυτόν, η ψυχική υγεία και ο συναισθηματικός κόσμος του ατόμου (ΑΠ 285/2012). Κατά δε το άρθρο 914 του ΑΚ, όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει, ενώ κατά το άρθρο 932 του ΑΚ σε περίπτωση αδικοπραξίας ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το Δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του (ΑΠ 1462/2005, ΑΠ 780/2005). Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 920 του ΑΚ, όποιος, γνωρίζοντας ή υπαίτια αγνοώντας, υποστηρίζει ή διαδίδει αναληθείς ειδήσεις που εκθέτουν σε κίνδυνο την πίστη, το  επάγγελμα ή το μέλλον άλλου, έχει την υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Από την παραπάνω διάταξη προκύπτει  με σαφήνεια ότι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της είναι: α) η υποστήριξη ή η διάδοση αναληθών ειδήσεων. Υποστήριξη είναι ο ισχυρισμός των ειδήσεων μπροστά σε τρίτους με επιχειρήματα υπέρ της αληθείας τους. Διάδοση δε είναι η απλή ανακοίνωσή τους. Η υποστήριξη ή η διάδοση των ειδήσεων μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο και μέσο, δηλαδή προφορικώς ή γραπτώς, με μαζικά μέσα ενημέρωσης ή μεμονωμένα, σε ένα ή περισσότερα άτομα κ.τ.λ. Ως ειδήσεις νοούνται οι πληροφορίες που αναφέρονται σε οποιαδήποτε  περιστατικά, σχέσεις ή καταστάσεις, οι οποίες ανάγονται στο παρελθόν ή το παρόν και εκθέτουν σε κίνδυνο κατά το χρόνο της υποστηρίξεως ή διαδόσεως ένα από τα περιοριστικώς αναφερόμενα στην εν λόγω διάταξη αγαθά, ήτοι την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον του θιγόμενου. Οι υποστηριζόμενες ή διαδιδόμενες ειδήσεις πρέπει να είναι σαφείς και συγκεκριμένες, αναφερόμενες σε ορισμένα γεγονότα (δηλαδή συγκεκριμένα συμβάντα του εξωτερικού κόσμου, παρελθόντα ή παρόντα, υποπίπτοντα στις αισθήσεις και δεκτικά αποδείξεως, καθώς και συμπεριφορές ή συγκεκριμένες σχέσεις αναφερόμενες στο παρελθόν ή το παρόν) και  όχι  αόριστες  υπόνοιες  χωρίς αναφορά  σε ορισμένα γεγονότα, γιατί τότε δεν αποτελούν «ειδήσεις». Βεβαίως και οι απλές υπόνοιες εάν κριθεί ότι αντιβαίνουν στα χρηστά ήθη, υποχρεώνουν εκείνον  που  τις  διαδίδει  σε  ανόρθωση  της  ζημίας του θιγόμενου με βάση όμως το άρθρο 919 του ΑΚ. Περαιτέρω οι υποστηριζόμενες ή διαδιδόμενες ειδήσεις πρέπει να αποδεικνύονται τελικώς και αναληθείς, δηλαδή ή να μη αληθεύει εξ ολοκλήρου το σχετικό γεγονός ή να παρουσιάζεται αυτό παραποιημένο με γνώση ή υπαίτια άγνοια της αναλήθειας. Αν το σχετικό γεγονός  αληθεύει δεν γεννάται θέμα εφαρμογής της παραπάνω διατάξεως (ΑΠ 1772/2006 ΧΡΙΔ 2007.129, ΕφΘεσ 443/2005 Αρμ. 2005.1722), είναι όμως πιθανόν να συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της διατάξεως του άρθρου 919 του ΑΚ. β)  Γνώση  ή  υπαίτια  άγνοια  της  αναλήθειας. Δηλαδή αυτός που υποστηρίζει ή διαδίδει τις αναληθείς ειδήσεις πρέπει να γνωρίζει ή υπαίτια  (ήτοι από αμέλεια) να αγνοεί την αναλήθεια των ειδήσεων. Σκοπός εξάλλου της διατάξεως είναι  γενικότερα η πρόληψη διαδόσεως αναληθών ειδήσεων,  γι΄ αυτό και δεν απαιτείται για την εφαρμογή της πρόθεση του διαδίδοντος να προξενήσει βλάβη στο θιγόμενο. Η ζημία του  βλαπτόμενου  προσώπου  πρέπει  να  προήλθε αιτιωδώς από τη διάδοση ή υποστήριξη των αναληθών ειδήσεων, γ) Κίνδυνος για την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον του προσώπου. Οι διαδιδόμενες ή οι υποστηριζόμενες αναληθείς ειδήσεις πρέπει επιπλέον να εκθέτουν αιτιωδώς και πραγματικά σε κίνδυνο ένα από τα περιοριστικώς αναφερόμενα στο πιο πάνω άρθρο αγαθά φυσικού  ή  νομικού  προσώπου. Δεν αρκεί, δηλαδή, η διαπίστωση ότι είναι αφηρημένα ικανές να εκθέσουν τα εν λόγω αγαθά σε κίνδυνο.  Ως πίστη του προσώπου νοείται η καλή γνώμη και υπόληψη που έχουν οι τρίτοι γι΄ αυτό σχετικά με την οικονομική και επαγγελματική του κατάσταση. Ως μέλλον αυτού νοείται η  οικονομική  και  επαγγελματική  του βελτίωση. Η πίστη, το μέλλον ή το επάγγελμα ενός προσώπου θεωρείται ότι βρίσκεται σε κίνδυνο, όταν δημιουργούνται δυσμενείς παραστάσεις σε τρίτους και ειδικότερα σ΄ εκείνους με τους οποίους σχετίζεται, κοινωνικά, οικονομικά ή επαγγελματικά, δ) Ζημία. Τελευταία προϋπόθεση για την  ύπαρξη αξιώσεως από το άρθρο 920 του ΑΚ, είναι η απόδειξη (περιουσιακής) ζημίας, αιτιωδώς προκαλουμένης από την έκθεση σε κίνδυνο ενός από τα παραπάνω αγαθά. Επίσης, ο θιγόμενος μπορεί με βάση το άρθρο 920 του ΑΚ να ζητήσει χρηματική ικανοποίηση για αποκατάσταση της ηθικής βλάβης την οποία υπέστη από την παραπάνω αδικοπραξία. Ο ενάγων πρέπει να αναφέρει στην αγωγή του και να αποδείξει όλες τις παραπάνω προϋποθέσεις (ΕφΠατρ 1341/1990 ΕλλΔνη 1991.1335). Περαιτέρω, η προαναφερθείσα διάταξη ρυθμίζει μια ειδική μορφή αδικοπραξίας, με σκοπό την προστασία της οικονομικής υπόστασης των ατόμων από ζημιές που θα μπορούσαν να προκληθούν με την υποστήριξη ή διάδοση αναληθών γεγονότων (ειδήσεων), τα οποία εκθέτουν σε κίνδυνο την πίστη, το επάγγελμα ή το μέλλον τους. Η ίδια προστασία θα μπορούσε να παρασχεθεί και με βάση το άρθρο 914 του ΑΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 57 του ΑΚ (υπαίτια προσβολή του απόλυτου δικαιώματος στην προσωπικότητα) αλλά η ρύθμιση του θέματος με ειδική διάταξη κρίθηκε αναγκαία, ώστε να μη δημιουργηθούν αμφισβητήσεις, για το αν τα προστατευόμενα από το άρθρο 920 του ΑΚ αγαθά αποτελούν ή όχι εκφάνσεις του γενικού και απόλυτου δικαιώματος στην προσωπικότητα (Φίλιου: Ενοχ. Δικ., Ειδ. Μέρος, σελ. 608, Δεληγιάννη-Κορνηλάκη: Ειδ. Ενοχικό Δικ., τόμος ΙΙΙ, παρ. 354). Όταν η υποστήριξη ή η διάδοση των αναληθών «ειδήσεων» γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής των άρθρων 361, 362, 363 του ΠΚ (εξύβριση, δυσφήμηση απλή ή συκοφαντική) είναι προφανές ότι και πάλι μπορεί να ζητηθεί αποζημίωση με βάση το άρθρο 914 του ΑΚ σε συνδυασμό με την ποινική διάταξη που παραβιάστηκε (Γεωργιάδη-Σταθόπουλου: Αστικός Κώδιξ, άρθρο 920, αρ. 9, Δεληγιάννη-Κορνηλάκη: ο.π.). Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι εκείνος του οποίου προσβάλλεται η προσωπικότητα με δυσφημιστική διάδοση γεγονότων, δηλαδή συμβάντος ή περιστατικού παρόντος ή του παρελθόντος που υποπίπτει στις αισθήσεις και είναι δεκτικό αποδείξεως, το οποίο (δυσφημιστικό γεγονός) μπορεί να βλάψει την τιμή και την υπόληψή του, δικαιούται να ζητήσει, εκτός άλλων, και την καταδίκη του υπαιτίου της δυσφημιστικής διαδόσεως, στην καταβολή χρηματικού ποσού προς ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την προσβολή (ΕφΑθ 4056/1988 ΕλλΔνη 31.121, ΕφΑθ 10504/1986 ΕλλΔνη 28.1325). Ειδικότερα, σύμφωνα με τη διάταξη 361 παρ. 1 του ΠΚ «όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις της δυσφήμησης (άρθρα 362 και 363), προσβάλλει την τιμή άλλου με λόγο ή με έργο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, τιμωρείται ….», με τη διάταξη του άρθρου 362 του ίδιου Κώδικα «όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του τιμωρείται….» και με τη διάταξη του άρθρου 363 του αυτού ως άνω Κώδικα «αν στην περίπτωση του άρθρου 362 το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές τιμωρείται….». Από τις αμέσως ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 362 και 363 του ΠΚ προκύπτει ότι για την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης απαιτείται: α) ισχυρισμός ή διάδοση γεγονότος ενώπιον τρίτου σε βάρος ορισμένου προσώπου, β) το γεγονός να είναι δυνατόν να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου αυτού προσώπου και γ) να είναι ψευδές και ο υπαίτιος να γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές. Η πράξη της δυσφήμησης περιλαμβάνει αντικειμενικώς μεν τον ισχυρισμό ή διάδοση από το δράστη ενώπιον τρίτου, με οποιοδήποτε τρόπο, για κάποιον άλλον γεγονότος, που μπορούσε να βλάψει την τιμή και την υπόληψη αυτού, υποκειμενικώς δε τη γνώση του υπαιτίου, ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο γεγονός είναι κατάλληλο να βλάψει την τιμή και την υπόληψη άλλου (ΑΠ 538/2012, ΑΠ 271/2012, ΑΠ 19/2012, ΑΠ 109/2012). Ως ισχυρισμός θεωρείται η ανακοίνωση προερχόμενη ή εξ ιδίας πεποιθήσεως ή γνώμης ή εκ μεταδόσεως από τρίτο πρόσωπο. Αντίθετα διάδοση υφίσταται όταν λαμβάνει χώρα μετάδοση της από άλλον γενομένης ανακοινώσεως. Ο ισχυρισμός ή η διάδοση επιβάλλεται να γίνεται ενώπιον τρίτου. Αυτό το οποίο αξιολογείται είναι το γεγονός, δηλαδή οποιοδήποτε συμβάν του εξωτερικού κόσμου, το οποίο ανάγεται στο παρόν ή παρελθόν, υποπίπτει στις αισθήσεις και είναι δυνατόν να αποδειχθεί, αντίκειται δε προς την ηθική και ευπρέπεια. Αντικείμενο προσβολής είναι η τιμή και η υπόληψη του φυσικού προσώπου. Ο νόμος θεωρεί ως προστατευόμενο αγαθό την τιμή ή την υπόληψη του προσώπου, το οποίο είναι μέλος μιας οργανωμένης κοινωνίας και κινείται στα πλαίσια της συναλλακτικής ευθύτητας. Η τιμή του προσώπου θεμελιώνεται επί της ηθικής αξίας, η οποία έχει ως πηγή την ατομικότητα και εκδηλώνεται με πράξεις ή παραλείψεις. Δεν αποκλείεται στην έννοια του γεγονότος να υπαχθούν η έκφραση γνώμης ή αξιολογικής κρίσεως, ακόμη δε και χαρακτηρισμός οσάκις, αμέσως ή εμμέσως, υποκρύπτονται συμβάντα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία, τα οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας, δηλαδή μόνο όταν συνδέονται και σχετίζονται με το γεγονός κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ουσιαστικώς να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική του βαρύτητα, άλλως μπορεί να αποτελούν εξύβριση κατά τη διάταξη του άρθρου 361 του ΠΚ (ΑΠ 955/2011, ΑΠ 34/2010, ΕφΔυτΜακεδ 122/2014). Στην προκειμένη περίπτωση με αυτό το περιεχόμενο η ένδικη αγωγή είναι πλήρως ορισμένη καθώς διαλαμβάνεται σε αυτή η παράνομη και υπαίτια προσβολή της προσωπικότητας της ενάγουσας εκ μέρους της πρώτης των εναγομένων, η προκληθείσα ηθική της βλάβη ως προς την τιμή και την υπόληψή της και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς της πρώτης των εναγομένων και της προσβολής της προσωπικότητας της ενάγουσας. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε την αγωγή ορισμένη, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 11 περ. β΄ του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν το Δικαστήριο παρά το νόμο έλαβε υπόψη αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, που προκύπτει και από το συνδυασμό της προς τις διατάξεις των άρθρων 106, 237 εδ. 1 στοιχ. β, 346 και 453 παρ. 1 του ΚΠολΔ, η πρώτη από τις οποίες εισάγει το συζητητικό σύστημα στη διαγνωστική δίκη, δηλαδή της ενέργειας του Δικαστηρίου κατόπιν πρωτοβουλίας των διαδίκων, ως αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν, νοούνται και εκείνες των οποίων δεν έγινε σαφής και ορισμένη επίκληση με τις προτάσεις του διαδίκου που τις προσκόμισε. Σαφής και ορισμένη είναι η επίκληση εγγράφου, όταν είναι ειδική και από αυτήν προκύπτει η ταυτότητά του. Μπορεί δε η επίκληση αυτή να γίνει είτε με τις προτάσεις της συζητήσεως μετά την οποία εκδόθηκε η απόφαση, είτε με αναφορά δια των προτάσεων αυτών σε συγκεκριμένο μέρος των προσκομιζομένων προτάσεων προηγουμένης συζητήσεως, όπου γίνεται σαφής και ορισμένη επίκληση του εγγράφου, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 240 του ΚΠολΔ. Η τελευταία αυτή διάταξη, αναφέρεται βεβαίως στον τρόπο επαναφοράς «ισχυρισμών», έχει όμως εφαρμογή και για την επίκληση αποδεικτικών μέσων, λόγω της ταυτότητος του νομικού λόγου (ΟλΑΠ 23/2008). Συγκεκριμένα κατά το άρθρο 240 του ΚΠολΔ, για την επαναφορά ισχυρισμών που υποβλήθηκαν σε προηγούμενη συζήτηση στο ίδιο ή ανώτερο Δικαστήριο, αρκεί η επανυποβολή τους με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των προτάσεων της προηγούμενης συζήτησης που τους περιέχουν και που προσκομίζονται απαραιτήτως σε επικυρωμένο αντίγραφο. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διατάξεως, η επίκληση με τις προτάσεις που υποβάλλονται στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο κατά τη συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η προσβαλλόμενη απόφαση, ισχυρισμών με γενική αναφορά στις πρωτόδικες προτάσεις, το κείμενο των οποίων ενσωματώνεται στις προτάσεις ενώπιον του Εφετείου, δεν αρκεί, ούτε είναι νόμιμη. Δεν πρόκειται όμως, για ενσωμάτωση, όταν στο κείμενο των προτάσεων της δευτεροβάθμιας δίκης περιέχονται, έστω και αυτούσιες, οι προτάσεις προηγούμενης συζητήσεως, καλυπτόμενες από την υπογραφή του πληρεξουσίου Δικηγόρου στις προτάσεις της δευτεροβάθμιας δίκης, διότι με τον τρόπο αυτό οι προηγούμενες προτάσεις και οι τελευταίες (ενώπιον δηλαδή του Εφετείου) κατέστησαν ενιαίες  (ΑΠ 224/2016).

Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων ………. και …….., αντίστοιχα, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, και περιέχονται (οι καταθέσεις) στα ταυτάριθμα με την προσβαλλομένη πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, εκτιμώμενες καθεμιά χωριστά και σε συνδυασμό μεταξύ τους ανάλογα με τον τρόπο γνώσης και το βαθμό αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα, καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι και τα οποία (έγγραφα) λαμβάνονται υπόψη είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ανάμεσα στα οποία έγγραφα των οποίων για πρώτη φορά στον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας γίνεται επίκληση και προσαγωγή, όχι από πρόθεση στρεψοδικίας ή βαριά αμέλεια (άρθρο 529 του ΚΠολΔ)], [μεταξύ των οποίων και οι προσκομιζόμενες μη αμφισβητούμενης γνησιότητας φωτογραφίες (άρθρα 444, 448 και 457 παρ. 4 του ΚΠολΔ), (πρβλ. ΑΠ 1707/2009, ΑΠ 230/2008, ΑΠ 239/2004)], εκτός από τα έγγραφα των οποίων γίνεται επίκληση από την εφεσίβλητη και προσκομίζονται το πρώτον με την προσθήκη των προτάσεών της (εφεσίβλητης), δηλαδή μετά την κατά τη δικάσιμο της 4-10-2018 συζήτηση στο ακροατήριο και εντός της κατά το άρθρο 524 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας, τα οποία δεν λαμβάνονται υπόψη καθόσον από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 529, 524 και 270 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι έγγραφα επικαλούμενα με την προσθήκη των προτάσεων δεν λαμβάνονται υπόψη, εκτός αν προσάγονται για την αντίκρουση ισχυρισμών που προβάλλονται με τις προτάσεις (ΑΠ 1058/2011, ΑΠ 738/1984 ΝοΒ 1985.461, ΕφΔωδ 251/2006, ΕφΔωδ 394/2005), γεγονός όμως που δεν συμβαίνει εν προκειμένω], χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σ΄ αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα, και όπως προαναφέρθηκε, όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσεως σχετικά με τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης (πρβλ. ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004.723), [σημειώνοντας ότι οι διάδικοι στις προτάσεις του παρόντος βαθμού, περιλαμβάνουν, αυτούσιες, τις προτάσεις και την προσθήκη – αντίκρουση της πρωτοβάθμιας συζητήσεως, αντίστοιχα, καλυπτόμενες από την υπογραφή των πληρεξούσιων Δικηγόρων τους, αντίστοιχα, και κατά τον τρόπο αυτό έχουν καταστεί ενιαίες προτάσεις, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας], αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα είναι κυρία μιας οικίας που βρίσκεται στην Ύδρα επί της οδού …………… Απέναντι από την οικία της, δυτικώς σε σχέση με αυτήν και σε απόσταση λίγων μέτρων, η πρώτη των εναγομένων εκμεταλλεύεται, περίπου από το έτος 1987, το εκεί ευρισκόμενο, σε ιδιόκτητο ακίνητό της, ξενοδοχείο «……». Στο σημείο αυτό η εν λόγω οδός είναι διαπλατυσμένη, σε τρόπο ώστε να δημιουργείται έμπροσθεν των ως άνω ιδιοκτησιών, χώρος πλάτους 12 περίπου μέτρων. Στο χώρο αυτό υφίσταντο τέσσερα δένδρα και συγκεκριμένα: 1) τρία δένδρα σε σειρά και ειδικότερα, από πολλές δεκαετίες, μια ελιά και μια μουριά και, από τη δεκαετία του 1980, στην ίδια ευθεία και ένας φοίνικας και 2) ομοίως από τη δεκαετία του 1980, υφίστατο ένας ακόμη φοίνικας, εκτός της σειράς, κοντά στο κτίριο της πρώτης των εναγομένων. Λόγω δε του πλάτους της οδού, τα δένδρα αυτά ουδόλως παρεμπόδιζαν την κίνηση επί της οδού, ενώ συνέβαλαν στον καλλωπισμό της περιοχής. Η ενάγουσα και η οικογένειά της περιποιούνταν τα ως άνω δένδρα, τα πότιζαν, αρκετό χρονικό διάστημα πριν η πρώτη των εναγομένων λειτουργήσει το ως άνω ξενοδοχείο. Το ξενοδοχείο αυτό έχει είσοδο από την ως άνω δημοτική οδό . …… Από το έτος 2002 περίπου και κυρίως τα τελευταία έτη η πρώτη των εναγομένων άρχισε να χρησιμοποιεί χώρο έμπροσθεν της προσόψεως του ως άνω ξενοδοχείου, καταβάλλοντας το αντίστοιχο τέλος στο Δήμο Ύδρας, αφού είναι κοινόχρηστος δημοτικός χώρος, προκειμένου να παράσχει πρωινό στους πελάτες του, τοποθετώντας τραπεζοκαθίσματα. Ειδικότερα άρχισε σταδιακά να τοποθετηθεί γλάστρες δίπλα στα δένδρα, ενώ δημιούργησε σταθερές, επί του εδάφους, ζαρντινιέρες με εμφύτευση θάμνων και φυτών και εντός του χώρου αυτού τοποθετούσε τα τραπεζοκαθίσματα για την εξυπηρέτηση των πελατών της. Για την αιτία αυτή μεταξύ της ενάγουσας και της πρώτης των εναγομένων (δια των νομίμων εκπροσώπων αυτής) δημιουργήθηκε (από το έτος 2003) αντιδικία με την υποβολή εκατέρωθεν μηνύσεων και την προσφυγή τους σε δημόσιες υπηρεσίες. Έτσι στο πλαίσιο αυτό η αρμόδια 1η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, με την υπ΄ αρ. 5092/7-7-2009 απόφασή της περιόρισε την υπό της πρώτης των εναγομένων χρήση του ως άνω χώρου στα 18 τ.μ., ήτοι επέτρεψε τη χρήση λωρίδας πλάτους 1,5 μ. από την πρόσοψη του ακινήτου και συγκεκριμένα ενέκρινε την τοποθέτηση μιας σειράς τραπεζοκαθισμάτων κατά μήκος και σε επαφή με την όψη του ξενοδοχείου σε χώρο μήκους 12 μ. Χ 1,5 μ. πλάτος. Επίσης, αποφάσισε ότι θα αφαιρεθούν ορισμένες από τις γλάστρες και τις ζαρντινιέρες από τα επίμαχα σημεία ούτως ώστε να μη δίνεται η εντύπωση φυσικού φράκτη. Η πρώτη των εναγομένων στράφηκε κατά της αποφάσεως αυτής, ζητώντας την αναθεώρησή της και επικουρικά τη μεταρρύθμιση αυτής, με αποτέλεσμα να εκδοθεί η υπ΄ αρ. 4635/17-6-2010 απόφαση της ίδιας Εφορείας, η οποία παραχωρούσε σ΄ αυτήν έκταση 40 τ.μ., σε απόσταση 3,5 μ. από την πρόσοψη του ξενοδοχείου της και συγκεκριμένα εγκρίθηκε η αλλαγή χρήσης και η τοποθέτηση τραπεζοκαθισμάτων με τους κάτωθι όρους: α) σε πλάτος 1,80 μ. από την πρόσοψη του ξενοδοχείου το τμήμα του δρόμου θα παραμείνει ανοιχτό για διέλευση πεζών, κλπ, β) τα δύο υπάρχοντα παρτέρια θα μείνουν ως έχουν, γ) ο χώρος ανάπτυξης των τραπεζοκαθισμάτων ορίσθηκε ως εξής: σε απόσταση 5,30 μ. από την εξωτερική πλευρά των παρτεριών της οδού ………… σε πλάτος 3,00 μ. και σε μήκος 8 μ. από το χώρο μπροστά από το δένδρο που βρίσκεται έξω από την οικία της ενάγουσας. Επίσης, τα τραπεζοκαθίσματα θα αναπτυχθούν σε επιφάνεια συνολικού εμβαδού όχι μεγαλύτερου των 40 τ.μ. και με τον όρο ότι τα υπάρχοντα δένδρα θα παραμείνουν και η επιφάνεια που αυτά θα καταλαμβάνουν θα εξαιρεθεί από την συνολική επιφάνεια κάλυψης των τραπεζοκαθισμάτων. Η ενάγουσα προσέβαλε με αίτηση ακύρωσης την απόφαση αυτή στα Διοικητικά Δικαστήρια, η οποία τελικά εκδικάσθηκε το Φεβρουάριο του 2012 ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Στη δίκη αυτή παρενέβη με την από 3-1-2012 (αρ. καταθ. …../9-1-2012) παρέμβασή της η πρώτη των εναγομένων. Στην ως άνω παρέμβαση και συγκεκριμένα στη σελίδα 3 αυτής, η πρώτη των εναγομένων, μεταξύ άλλων, ανέφερε τα εξής: « … Για πρώτη φορά το καλοκαίρι του έτους 2003 η αντίδικος, προέβη σε καταγγελία προς τον Δήμο Ύδρας, ζητώντας να απομακρυνθούν τα τραπεζοκαθίσματα, και να κοπούν υπεραιωνόβια δέντρα (ευκάλυπτοι, φοίνικες κ.λ.π.)…». Ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι αληθής. Συγκεκριμένα με την υπ΄ αρ. πρωτ. …./2-7-2003 αίτηση προς τον Δήμο Ύδρας, οι δύο αιτούντες, μεταξύ των οποίων η ήδη ενάγουσα, σε σχέση με το ως άνω ξενοδοχείο, αφού, μεταξύ άλλων, επικαλούνται ότι έμπροσθεν του ξενοδοχείου εκτείνεται δημοτικός χώρος πεζοδρομίου με απόληξη στο «ποτάμι», ότι αυτός ο χώρος έμπροσθεν του ξενοδοχείου που υπερβαίνει σε επιφάνεια τα 100 τ.μ, έχει στην κυριολεξία «καταληφθεί» από την ιδιοκτησία του ξενοδοχείου χρησιμοποιούμενος ως χώρος αναψυχής/εστίασης των ενοίκων και μάλιστα αποκλειστικά τελών στη χρήση του ξενοδοχείου με πλήρη αποκοπή της χρήσης του από το κοινό, αφού σ΄ αυτόν (χώρο) έχουν τοποθετηθεί τραπέζια, τέντα και πρόσθετα έχει «απομονωθεί» ο χώρος δια της περιμετρικής (στον χώρο) εμφύτευσης φυτών και δενδρυλλίων, καθώς επίσης ότι θίγεται η ιδιοκτησία τους δια της αυθαίρετης δενδροφύτευσης του πεζοδρομίου δεδομένου ότι αποκόπτεται η ιδιοκτησία τους από την χρήση/πρόσβαση στο πεζοδρόμιο/κοινόχρηστο χώρο και παράλληλα αποστερείται η ιδιοκτησία τους της ελεύθερης θέασης στον ανοικτό χώρο, ζήτησαν, μεταξύ άλλων, να προβεί (ο Δήμος) σε άμεσες ενέργειες προς την ιδιοκτησία του ξενοδοχείου που χρησιμοποιεί αυθαίρετα, κατά τους ισχυρισμούς τους, τον άνω χώρο (τον πάνω από τα 12 μ. για τον οποίο καταβάλλει στον Δήμο αποζημίωση χρήσης) προκειμένου να άρει κάθε εμπόδιο, ούτως ώστε να επιτευχθεί η ανεμπόδιστη χρήση απ΄ όλους τους Δημότες του εν λόγω χώρου και να τον αποδώσει ελεύθερο στην κοινή χρήση, δεδομένου ότι με την υφιστάμενη κατάσταση με τις προαναφερόμενες επεμβάσεις αναιρείται – εμποδίζεται η κοινή χρήση του (κοινόχρηστου) χώρου από τους δημότες, αφού με τον τρόπο διαμόρφωσής του «φαίνεται» ως «ιδιοκτησία» του ξενοδοχείου. Εξάλλου με την αρ. πρωτ. …./5-7-2004 αίτηση/καταγγελία προς τον Δήμο Ύδρας, οι δύο αιτούντες, μεταξύ των οποίων η ήδη ενάγουσα, αναφερόμενοι στην ως άνω υπ΄ αρ. πρωτ. ……/2-7-2003 αίτησή τους, ζήτησαν την υλοποίηση όσων ζητούν με την ως άνω αίτησή τους, καθώς επίσης να προβεί (ο Δήμος) σε άμεσες ενέργειες προς συμμόρφωση της ιδιοκτησίας του ξενοδοχείου για την άρση των αυθαίρετων και εμποδιστικών ενεργειών της επί του κοινόχρηστου χώρου ούτως ώστε να τους αποδοθεί ελεύθερη και απρόσκοπτη η χρήση του. Από το ύφος και το περιεχόμενο των ως άνω αποσπασμάτων σε συνδυασμό με το σύνολο του περιεχομένου των αιτήσεων αυτών, καθίσταται σαφές ότι η ενάγουσα, με το τρίτο πρόσωπο που δεν είναι διάδικος στην παρούσα δίκη, ζήτησαν να προβεί ο δήμος σε άμεσες ενέργειες προκειμένου να αρθεί κάθε εμπόδιο, ούτως ώστε να επιτευχθεί η ελεύθερη και ανεμπόδιστη χρήση απ΄ όλους τους Δημότες (συμπεριλαμβανομένης και της ίδιας) του εν λόγω χώρου και να αποδοθεί ελεύθερος στην κοινή χρήση, δεδομένου ότι με την υφιστάμενη κατάσταση με τις προαναφερόμενες επεμβάσεις [τοποθέτηση τραπεζιών, τέντας, περιμετρική (στον χώρο) εμφύτευση φυτών και δενδρυλλίων, αυθαίρετη δενδροφύτευση του πεζοδρομίου] αναιρείται-εμποδίζεται η χρήση του κοινόχρηστου χώρου. Οι αιτήσεις αυτές, δηλαδή, αφορούν την αυθαίρετη δενδροφύτευση του πεζοδρομίου και όσα φυτά και δενδρύλλια φυτεύτηκαν, εκτός του χώρου που δικαιούταν η πρώτη των εναγομένων, κατά τους ισχυρισμούς της ενάγουσας, τα οποία εμποδίζουν, επίσης κατά τους ισχυρισμούς της ενάγουσας, την απρόσκοπτη χρήση κοινόχρηστου χώρου και θίγουν τη διέλευση από αυτόν, και δεν αφορούν την κοπή υπεραιωνόβιων δένδρων (ευκαλύπτων, φοινίκων). Η ενάγουσα, δηλαδή, με τις ως άνω αιτήσεις επεδίωκε αποκλειστικά να αποκατασταθεί η, κατά τους ισχυρισμούς της, διαταραχθείσα χρήση του ως άνω κοινόχρηστου χώρου και η διέλευση από αυτόν και δεν επεδίωκε την κοπή υπεραιωνόβιων δένδρων, τα δε περί του αντιθέτου ισχυριζόμενα από την πρώτη των εναγομένων, ήδη εκκαλούσα, πρέπει να απορριφθούν ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμα. Εξάλλου όσον αφορά τις υπ΄ αρ. πρωτ. ……./31-10-2008 αναφορά και την από 7-11-2008 αίτηση προς τον Δήμο Ύδρας, αυτές υπογράφονται από τρίτο πρόσωπο, μη διάδικο στην παρούσα δίκη και δεν προσυπογράφονται και από την ενάγουσα και συνεπώς δεν προέρχονται από αυτήν (ενάγουσα), ώστε να ερευνηθεί εάν σύμφωνα με το περιεχόμενο αυτών ζητείται η κοπή υπεραιωνόβιων δένδρων. Επιπλέον ούτε από το υπ΄ αρ. πρωτ. …../3-4-2009 έγγραφο της 1ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων αποδεικνύεται πρόθεση της ενάγουσας να κοπούν υπεραιωνόβια δένδρα. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η πρώτη των εναγομένων γνώριζε την αναλήθεια του εν λόγω ισχυρισμού της, αλλά τον συμπεριέλαβε στο ως άνω δικόγραφό της (της παρέμβασης), προκειμένου να βλάψει, (όπως και έβλαψε), την τιμή και την υπόληψη της ενάγουσας, αφού έλαβαν γνώση αυτού τρίτοι, όπως οι Δικαστές, ο Γραμματέας, καθόσον στην έννοια του τρίτου περιλαμβάνεται οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο ή αρχή. Κατά τον τρόπο αυτό η πρώτη των εναγομένων, με την προαναφερόμενη παράνομη και υπαίτια (δια των νομίμων εκπροσώπων της) πράξη της, προσέβαλε την προσωπικότητα της ενάγουσας. Περαιτέρω, με την ίδια ως άνω παρέμβαση η πρώτη των εναγομένων, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι «…Ανάλογη καταγγελία υπέβαλε και στην ως άνω αρχή και κατά το έτος 2007, ώστε να αφαιρεθούν τα παρτέρια τα οποία είχε εκείνο το χρονικό διάστημα τοποθετήσει ο Δήμος, όταν έγιναν εργασίες πλακόστρωσης και περαιτέρω καλλωπισμός του ως άνω χώρου, καθώς και οι γλάστρες και ζαρντινιέρες, τις οποίες είχαμε τοποθετήσει εν επαφή προς τα δένδρα και τα παρτέρια…». Με την περικοπή όμως, αυτή, η πρώτη των εναγομένων δεν ισχυρίζεται ότι η ενάγουσα ζητούσε την κοπή υπεραιωνόβιων δένδρων, αλλά ότι ζητούσε να αφαιρεθούν τα παρτέρια τα οποία είχε εκείνο το χρονικό διάστημα τοποθετήσει ο Δήμος, όταν έγιναν εργασίες πλακόστρωσης και περαιτέρω καλλωπισμός του ως άνω χώρου, καθώς και οι γλάστρες και ζαρντινιέρες, τις οποίες είχε τοποθετήσει (η πρώτη των εναγομένων) εν επαφή προς τα δένδρα και τα παρτέρια. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, έκρινε ότι και η περικοπή της παρέμβασης της πρώτης των εναγομένων «Ανάλογη καταγγελία υπέβαλε και στην ως άνω αρχή και κατά το έτος 2007…» συνιστά (συνολικά με την προαναφερόμενη περικοπή) αναληθή ισχυρισμό της πρώτης των εναγομένων, ότι κατά τον τρόπο αυτόν προσέβαλε την προσωπικότητα της ενάγουσας, η οποία δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη και από την ως άνω περικοπή (συνολικά και με την προαναφερόμενη περικοπή), έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και τα προκύψαντα από αυτές πραγματικά περιστατικά. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι το Μάιο του 2009, υποβλήθηκε στον Δήμο Ύδρας ανοικτή επιστολή με θέμα την ενεργοποίηση Ελλήνων και άλλων Ευρωπαίων πολιτών στα πλαίσια του άρθρου 24 του Ελληνικού Συντάγματος και των οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υπεράσπιση του φυσικού περιβάλλοντος και του πολιτισμού «Υιοθέτησε και εσύ ένα δένδρο, καθάρισε μια παραλία, μπορείς», στην οποία αναγραφόταν, μεταξύ άλλων, ότι «…Με θλίψη διαπιστώσαμε την κοπή αιωνόβιων δένδρων, ευκαλύπτων και ενός γιγαντιαίου πεύκου, στο Καμίνι προς εξυπηρέτηση κάποιων ιδιωτικών συμφερόντων, ενώ απειλείται άμεσα ένας ακόμα αιωνόβιος ευκάλυπτος στην περιοχή Νέος Κόσμος (…..) κοντά στο ξενοδοχείο «…..». Επίσης «… στον δημοτικό χώρο μπροστά από το ξενοδοχείο «…..» απειλούνται με σφαγή η Ιφιγένεια και ο Αχιλλέας, δύο υγιείς όμορφοι φοίνικες, που τους δώσαμε συμβολικά αυτά τα ονόματα, όπως και το πράσινο στον γύρω χώρο», η οποία (επιστολή) υπογράφεται από πολλούς κατοίκους (δημότες της Ύδρας και φίλους της νήσου). Περαιτέρω, όμως, δεν αποδείχθηκε ότι η ως άνω επιστολή ήταν αποτέλεσμα διαδόσεων της πρώτης των εναγομένων, δια των νομίμων εκπροσώπων της, σε βάρος της ενάγουσας, ή ότι συντάχθηκε κατόπιν προτροπής των νομίμων εκπροσώπων αυτής. Ειδικότερα η επιστολή αυτή έλαβε χώρα το έτος 2009, σε χρόνο αρκετά προγενέστερο του χρόνου συζήτησης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας της προαναφερόμενης αιτήσεως ακυρώσεως κατά την οποία παρενέβη η πρώτη των εναγομένων. Από κανένα δε στοιχείο δεν προκύπτει ότι αφορά την ενάγουσα, αφού ούτε αναφέρεται ρητά το όνομά της, ούτε φωτογραφίζεται αυτή λεκτικά ή από κάποιο στοιχείο. Στην ως άνω δε επιστολή γίνεται αναφορά και σε άλλη περιοχή, που δεν έχει σχέση με την επίδικη, ενώ αναφέρεται ότι ήδη διαπιστώθηκε η κοπή αιωνόβιων δένδρων, ευκαλύπτων και ενός πεύκου. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την προσβαλλόμενη απόφασή του, έκρινε ότι λόγω της αντιδικίας των διαδίκων και δεδομένης της μικρής έκτασης και του περιορισμένου αριθμού των κατοίκων της νήσου της Ύδρας, διαδόθηκε, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ο αναληθής ισχυρισμός στους λοιπούς κατοίκους της νήσου, όπως προκύπτει από την ως άνω ανοικτή επιστολή, ότι δηλαδή η ενάγουσα ζητούσε την κοπή υπεραιωνόβιων δένδρων (ευκαλύπτων, φοινίκων κλπ), ακολούθως δε έκρινε ότι και από την ως άνω πράξη η πρώτη των εναγομένων προσέβαλε την προσωπικότητα της ενάγουσας και ότι δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη και από την ως άνω συμπεριφορά της πρώτης των εναγομένων, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και τα προκύψαντα από αυτές πραγματικά περιστατικά. Περαιτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, χωρίς να προσβάλλεται η κρίση του αυτή με λόγο εφέσεως εκ μέρους της πρώτης των εναγομένων, απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την προβληθείσα εκ του άρθρου 367 παρ. 1 γ΄ του ΠΚ ένσταση αυτής (πρώτης των εναγομένων). Επιπλέον, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, χωρίς να προσβάλλεται η κρίση του αυτή με λόγο εφέσεως εκ μέρους της ενάγουσας, απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμο τον ισχυρισμό της (ενάγουσας) ότι η πρώτη των εναγομένων ανέφερε στην ως άνω παρέμβαση ότι η ενάγουσα με προφανή σκοπιμότητα αποκρύπτει ότι έχει μισθώσει εδώ και έξι περίπου έτη τον πρώτο όροφο της ιδιοκτησίας της στην οικογένεια ………….., με αποτέλεσμα η Εισηγήτρια του Συμβουλίου της Επικρατείας, να ζητήσει τις φορολογικές δηλώσεις της ενάγουσας των τελευταίων έξι ετών για να διαπιστώσει τη βασιμότητα του ως άνω ισχυρισμού, ο οποίος κατέρρευσε ύστερα από την προσαγωγή τους (φορολογικών της δηλώσεων). Η προαναφερόμενη πράξη της πρώτης των εναγομένων συνιστά εκ δόλου τελεσθείσα αδικοπραξία, από την οποία, όπως προαναφέρθηκε, προσβλήθηκε η προσωπικότητα της ενάγουσας και εξαιτίας της οποίας αυτή υπέστη ηθική βλάβη. Για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη η ενάγουσα, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να της επιδικαστεί χρηματική ικανοποίηση ύψους 1.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, ποσό το οποίο κρίνεται εύλογο λαμβανομένων υπόψη του είδους της προσβολής, του δόλου της πρώτης των εναγομένων, της έκτασης της βλάβης που προκάλεσε στην τιμή και την υπόληψη της θιγείσας ενάγουσας και του μικρού αριθμού των προσώπων που έλαβαν γνώση της παρέμβασης, της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων (ενάγουσας και πρώτης των εναγομένων), αλλά και των λοιπών, προαναφερόμενων, συνθηκών υπό τις οποίες έλαβε χώρα η αδικοπραξία. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε ότι, για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης της ενάγουσας, έπρεπε να υποχρεωθεί η πρώτη των εναγομένων να καταβάλει στην ενάγουσα χρηματική ικανοποίηση ύψους 3.000 ευρώ, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και τα προκύψαντα από αυτές πραγματικά περιστατικά, και συνεπώς πρέπει, αφού γίνει δεκτή η ένδικη έφεση ως κατ΄ ουσίαν βάσιμη, να διαταχθεί, λόγω της εν μέρει νίκης της εκκαλούσας η επιστροφή του παραβόλου συνολικού ποσού διακοσίων (200) ευρώ που κατατέθηκε για το παραδεκτό της εφέσεως, με τα υπ΄ αρ. …… παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ. ………..παράβολα του ΔΗΜΟΣΙΟΥ, σ΄ αυτήν (εκκαλούσα), να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση [ως προς την ενάγουσα και την πρώτη των εναγομένων, αναγκαίως δε και κατά τη διάταξή της περί  δικαστικών εξόδων που θα καθορισθεί εξ αρχής], να κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο αυτό, να δικασθεί εκ νέου η αγωγή (άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ) ως προς την ενάγουσα και την πρώτη των εναγομένων, να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ΄ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί η πρώτη των εναγομένων να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 1.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η πρώτη των εναγομένων στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, κατά μερική παραδοχή του οικείου αιτήματος της τελευταίας, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας κάθε πλευράς (άρθρα 106, 183, 178, 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ΄ ουσίαν την από 27-10-2015 (αρ. καταθ. ……./2015) έφεση κατά της υπ΄ αρ. 3777/2014 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (τακτική διαδικασία).

Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου συνολικού ποσού διακοσίων (200) ευρώ, που κατατέθηκε με τα υπ΄ αρ. ……… παράβολα ΤΑΧΔΙΚ και τα υπ΄ αρ. ………… παράβολα του ΔΗΜΟΣΙΟΥ, στην εκκαλούσα.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη απόφαση (ως προς την ενάγουσα και την πρώτη των εναγομένων).

Κρατεί και δικάζει την από 1-11-2012 (αρ. καταθ. ……/2012) αγωγή (ως προς την ενάγουσα και την πρώτη των εναγομένων).

Δέχεται εν μέρει την αγωγή (ως προς την ενάγουσα και την πρώτη των εναγομένων).

Υποχρεώνει την πρώτη των εναγομένων να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.

Καταδικάζει την πρώτη των εναγομένων στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας και των δυο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων πενήντα (650) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 19.82019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ