Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 367/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ  

 Αριθμός Απόφασης    367/2019

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών, Γεωργία Λάμπρου, Εφέτη, Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη – Εισηγητή και από τη Γραμματέα Γ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι.  Κατά το άρθρο 193 του Κ.Πολ.Δ. δεν επιτρέπεται προσβολή της απόφασης με ένδικο μέσο ως προς τα έξοδα, αν δεν περιλαμβάνει και την ουσία της υπόθεσης. Σκοπός της διάταξης αυτής είναι ο αποκλεισμός της δυνατότητας αυτοτελούς άσκησης ενδίκων μέσων και επομένως και εκείνου της έφεσης, μόνο για το κεφάλαιο των δικαστικών εξόδων, χωρίς ταυτόχρονη προσβολή της απόφασης και ως προς το κεφάλαιο αυτής επί της ουσίας της υπόθεσης, καθώς και η αποτροπή εξαναγκασμού του ανώτερου δικαστηρίου για έρευνα της ουσίας (της υπόθεσης) από την προσβολή και μόνο της απόφασης για τα έξοδα, η κρίση για την επιδίκαση των οποίων συνάπτεται       με την ουσία της υπόθεσης. Ο περιορισμός αυτός ισχύει και όταν ο διάδικος που ηττήθηκε ως προς τα έξοδα δεν έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει την απόφαση ως προς την ουσία της υπόθεσης επειδή, μετά από προηγούμενη έρευνά της από το δικαστήριο, νίκησε ως προς αυτήν. Εάν όμως, εξαιτίας παραίτησης του ενάγοντος από τα κύρια αγωγικά αιτήματά του ή από οποιαδήποτε άλλη αιτία, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν αποφάνθηκε επί  της ουσίας (της υπόθεσης), αλλά, κατόπιν σχετικής αίτησης (αποφάνθηκε) μόνο επί του παρεπομένου αιτήματος της αγωγής για τα έξοδα, τα οποία επιδίκασε σε βάρος του υπαιτίου για την άσκηση της αγωγής και την πρόκληση των εξόδων, το κεφάλαιο αυτό των δικαστικών εξόδων αποτελεί αυτοτελές επίδικο αντικείμενο της δίκης και, συνεπώς, είναι επιτρεπτή η προσβολή της πρωτόδικης απόφασης με έφεση, χωρίς να προσκρούει η άσκησή της στην ως άνω απαγόρευση του άρθρου 193 του Κ.Πολ.Δ. και       να είναι απαράδεκτη, κατά το άρθρο 532 του ίδιου Κώδικα (Α.Π. 617/2008 Εφ.Α.Δ. 2008, σελ. 705, με παρατηρήσεις Άν. Πλεύρη, Εφ.Αθ. 881/2011 και  Εφ.Θεσ. 2000/2017 σε Τ.Ν.Π. «Νόμος» και Βασ. Βαθρακοκοίλης “Η Έφεση”, εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2015, αρ. 275 και 342).

ΙΙ.  Στην προκείμενη περίπτωση φέρεται προς συζήτηση η από 20.11.2017 έφεση του πρώτου εναγομένου, κατά της οριστικής απόφασης  4294/2017 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία και δίκασε επί της από 25.4.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2016 αγωγής της ενάγουσας και ήδη εφεσίβλητης. Η τελευταία, με την από 1.9.2016 δήλωσή της, που επιδόθηκε στους εναγομένους στις 2.9.2016, δήλωσε ότι παραιτείται από το δικόγραφο της αγωγής της, πριν τη συζήτηση αυτής, η οποία είχε προσδιοριστεί για τη δικάσιμο της 5.10.2016. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν αποφάνθηκε επί της ουσίας της υπόθεσης, ωστόσο, μετά από υποβολή σχετικού αιτήματος, αφού θεώρησε ως μη ασκηθείσα την ως άνω αγωγή, αποφάνθηκε μόνο για τα δικαστικά έξοδα και με την ως άνω 4294/2017 οριστική του απόφαση συμψήφισε αυτά, στο σύνολό τους, μεταξύ των διαδίκων. Ήδη, ο πρώτος εναγόμενος – εκκαλών ζητεί, αφού γίνει δεκτή η έφεσή του, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς τη διάταξή της περί δικαστικών εξόδων, κατά το μέρος που τον αφορά και να γίνει δεκτό το ως άνω αίτημά του για την καταδίκη της ενάγουσας στη δαπάνη αυτή. Η έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, εφόσον ο εκκαλών δεν επικαλείται ούτε προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης και δεν έχει παρέλθει διετία από την έκδοση της τελευταίας (άρθρα 495, 511, 513, 516 §1, 517 και 518 §2 του Κ.Πολ.Δ.). Περαιτέρω, ασκείται παραδεκτά, κατά τα άρθρα 193 και 516 του Κ.Πολ.Δ., από τον εναγόμενο, ο οποίος έχει προς τούτο έννομο συμφέρον, εφόσον, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο      δεν αποφάνθηκε επί της ουσίας της υπόθεσης, λόγω της παραίτησης της ενάγουσας από το δικόγραφο της αγωγής, αλλά μόνο επί του αιτήματος των εναγομένων για τα δικαστικά έξοδα, τα οποία συμψήφισε, απορρίπτοντας αυτό (αίτημα για την καταδίκη της ενάγουσας στη δικαστική τους δαπάνη). Επομένως, το κεφάλαιο αυτό των δικαστικών εξόδων αποτελεί αυτοτελές αντικείμενο της δίκης και ως εκ τούτου είναι επιτρεπτή η προσβολή της ως άνω πρωτόδικης απόφασης με έφεση, χωρίς να προσκρούει η άσκησή       της στην απαγόρευση του άρθρου 193 του Κ.Πολ.Δ. Κατόπιν τούτων, η     υπό κρίση έφεση αρμοδίως φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του Κ.Πολ.Δ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 §2 του ν. 3994/2011), ενώ έχει κατατεθεί από τον εκκαλούντα το σχετικό παράβολο, ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ, κατ’ άρθρο 495 §4 του Κ.Πολ.Δ., όπως προκύπτει από το με αριθμό κωδικού …….. ηλεκτρονικό παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών, σε συνδυασμό με το από 4.12.2017 έγγραφο συναλλαγής της Γ.Γ.Π.Σ. του Υπουργείου Οικονομικών. Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρο 532 του Κ.Πολ.Δ.) και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 §1 του ίδιου Κώδικα).

ΙΙΙ.   Η ενάγουσα – ήδη εφεσίβλητη – άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 25.4.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2016 αγωγή της κατά του εκκαλούντος – ….. και κατά των …….. – μη εκκαλούντων. Ωστόσο, μετά την κατάθεση προτάσεων από τους εναγομένους αλλά πριν τη συζήτηση της αγωγής, η ενάγουσα, με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου και επέδωσε σ’ αυτούς (εναγομένους), παραιτήθηκε από το δικόγραφο της πιο πάνω αγωγής της. Οι εναγόμενοι, οι οποίοι είχαν καταθέσει προτάσεις, δεν προέβαλαν αντιρρήσεις για την παραίτηση αυτή, ωστόσο, με την προσθήκη τους, ζήτησαν να καταδικαστεί η τελευταία στην καταβολή των δικαστικών τους εξόδων. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη 4294/2017 απόφασή του, έκρινε νόμιμη την αίτηση των εναγομένων, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 188 §1, 189, 191 §2 και 192 του Κ.Πολ.Δ. και, αφού θεώρησε ως μη ασκηθείσα την ως άνω από 25.4.2016 αγωγή, αποφάνθηκε πως πρέπει να συμψηφιστούν, στο σύνολό τους, τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων, κατ’ άρθρο 179 του Κ.Πολ.Δ. Κατά της απόφασης αυτής ο πρώτος εναγόμενος, με την έφεσή του, παραπονείται, για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτήν λόγους, που ανάγονται  σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, ζητεί δε την εξαφάνιση της εκκαλουμένης ως προς την περί δικαστικών εξόδων διάταξή της, ώστε να γίνει δεκτό το αίτημά του και να καταδικαστεί η ενάγουσα στη δαπάνη του αυτή, ποσού 29.620,44 ευρώ.

ΙV. Από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς έμμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη, ανώνυμη εταιρεία, άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 17.9.2012 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/2012 αγωγή της, στην οποία ιστορούσε ότι, στα πλαίσια του εταιρικού της σκοπού (κατασκευή και εκμετάλλευση  σταθμών αυτοκινήτων), σύναψε με τους εναγομένους (εκκαλούντα και … και ….. – μη εκκαλούντες), προσύμφωνα, για τη μεταβίβαση από τους τελευταίους σ’ αυτήν του ειδικά αναφερόμενου ακινήτου, του οποίου είχαν την κυριότητα. Ότι, αν και εκείνη προέβη σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες για την άρση των εμποδίων (αποδέσμευση από τον Οργανισμό Σχολικών Κτηρίων, μη χαρακτηρισμός του ως νεώτερο μνημείο, έγκριση ίδρυσης σταθμού αυτοκινήτων, άδεια κατεδάφισης, αίτηση για τη χορήγηση άδειας ανέγερσης σταθμού αυτοκινήτων από την Πολεοδομία και αίτηση προς Τράπεζα για την έγκριση δανείου) και την ολοκλήρωση της μεταβίβασης του ως άνω ακινήτου, οι εναγόμενοι δεν προσήλθαν για την υπογραφή του οριστικού συμβολαίου. Κατόπιν τούτων, ζητούσε να υποχρεωθούν οι τελευταίοι να της καταβάλουν, εις ολόκληρον, ως θετική ζημία το ποσό των 702.443,32 ευρώ (200.000 ευρώ ως αρραβώνα που συμφωνήθηκε με το προσύμφωνο και 502.443,32 ευρώ για δαπάνες για το προς πώληση ακίνητο) και ως αποθετική ζημία το ποσό των 3.037.703 ευρώ, το οποίο, υπό τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, θα αποκόμιζε κατά τα πέντε πρώτα έτη λειτουργίας του σταθμού αυτοκινήτων. Τέλος, ζητούσε και το ποσό των 50.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση, για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, την οποία υπέστη, από την προσβολή της φήμης της, λόγω της αναφερόμενης αντισυμβατικής, παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς των εναγομένων, που αντίκειται στα χρηστά ήθη. Στις 30.10.2015, κατά τη συζήτηση της αγωγής, η οποία συνεκφωνήθηκε με την από 26.10.2013 παρεμπίπτουσα αγωγή, η ενάγουσα, με δήλωσή της στα πρακτικά, παραιτήθηκε από το δικόγραφο της αγωγής όσον αφορά στα κονδύλια της αποθετικής ζημίας (των 3.037.703 ευρώ) και μέρος αυτού της θετικής ζημίας, ποσού 470.000 ευρώ, ενώ περιόρισε το αιτούμενο ποσό της χρηματικής ικανοποίησης, στις 20.000 ευρώ. Σημειωτέον ότι επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η απόφαση 411/2016 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και ήδη, μετά την άσκηση εφέσεων, η απόφαση 22/2018 του Δικαστηρίου τούτου, εκκρεμεί δε η συζήτηση αίτησης αναίρεσης. Ακολούθως, η ενάγουσα, άσκησε την από 25.4.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2016 (ένδικη) αγωγή κατά των ιδίων εναγομένων και με τις ίδιες νομικές βάσεις, για τα ως άνω κονδύλια, από τα οποία παραιτήθηκε με την πρώτη αγωγή της, καθώς και, εκ νέου, για το ποσό των 50.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση. Η αγωγή αυτή κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά, στις 26.4.2016 και από την επομένη ξεκίνησε η προθεσμία των 100 ημερών για την κατάθεση των προτάσεων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 237 του Κ.Πολ.Δ. Λαμβανομένου υπόψη ότι ο μήνας Αύγουστος δεν υπολογίζεται      για την ως άνω προθεσμία (άρθρο 147 §2 του Κ.Πολ.Δ.), οι διάδικοι όφειλαν         να καταθέσουν τις προτάσεις τους μέχρι τις 5.9.2016, δεδομένου ότι η        100η ημέρα (4.9.2016), ως Κυριακή, ήταν εξαιρετέα (άρθρο 144 §1 του        ίδιου Κώδικα). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, ενώ ο πρώτος εναγόμενος, στις 28.7.2016, κατέθεσε προτάσεις επί της αγωγής αυτής (ο δεύτερος και ο τρίτος εναγόμενοι είχαν καταθέσει προτάσεις από τις 28.7.2016), η ενάγουσα, την προτελευταία ημέρα πριν από τη λήξη της προθεσμίας για την κατάθεση προτάσεων (Παρασκευή 2.9.2016), κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου το από 1.9.2016 δικόγραφο παραίτησης από την ίδια αγωγή, το οποίο και επέδωσε στους εναγομένους στις 2.9.2016, στον πρώτο δε εξ αυτών περί ώρα 12.10 μ.μ. Στην παραίτηση αυτή, η οποία, υπό τα εκτιθέμενα στο ίδιο έγγραφο αυτής, έλαβε χώρα λόγω αδυναμίας καταβολής του δικαστικού ενσήμου, υπήρχε ρητή επιφύλαξη της ενάγουσας για την επαναφορά του δικογράφου της αγωγής της, κάτι το οποίο άλλωστε έκανε τρεις φορές ( α) στις 24.2.2017, με την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2017 αγωγή, από την οποία παραιτήθηκε με το από 31.5.2017 και αριθμό ./…/2017 δικόγραφο που επιδόθηκε στους εναγομένους την 1.6.2017, β) στις 28.11.2017, με την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2017 αγωγή, από την οποία παραιτήθηκε με την από 5.3.2018 εξώδικη δήλωση, που επιδόθηκε στους εναγομένους στις 6.3.2018 και γ) στις 5.9.2018, με την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2018 αγωγή, από την οποία παραιτήθηκε με την από 6.12.2018 εξώδικη δήλωση, που επιδόθηκε στους εναγομένους στις 11.12.2018). Η εφεσίβλητη ισχυρίζεται ότι η οικονομική της αδυναμία για την καταβολή του δικαστικού ενσήμου οφείλεται σε σοβαρά προβλήματα υγείας που αφορούσαν στη νύφη και τη σύζυγο του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της, …… και ……. αντίστοιχα. Ότι ειδικότερα, η πρώτη εισήχθη εκτάκτως στις 30.8.2016 στο Αττικό Νοσοκομείο, λόγω σηψαιμίας μετά από προηγούμενη χειρουργική της επέμβαση, ενώ η δεύτερη, η οποία αποβίωσε στις 12.2.2017, εξήλθε από το Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας, στις 22.7.2016, όπου είχε παραμείνει επί δύο έτη. Ωστόσο, τα ανωτέρω δεν κρίνονται επαρκή για τη μη καταβολή του δικαστικού ενσήμου της εφεσίβλητης – ενάγουσας, ανώνυμης εταιρείας, αφού ανεξαρτήτως του ότι τα ανωτέρω έξοδα δεν αφορούσαν  στην περιουσία του νομικού προσώπου της τελευταίας, αλλά στην ατομική περιουσία των μετόχων και μελών της, δεν γίνεται καν επίκληση των ποσών που καταβλήθηκαν, ενώ τα προβλήματα υγείας των ανωτέρω προσώπων ήταν γνωστά από διετίας, όπως εκθέτει η εφεσίβλητη – ενάγουσα. Επιπλέον, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι η παραίτηση της τελευταίας από το δικόγραφο της ως άνω αγωγής, πλην της αδυναμίας καταβολής δικαστικού ενσήμου, ήταν επιλογή της, λόγω του ότι εκκρεμούσε η έκδοση απόφασης επί της αρχικής από 17.9.2012 αγωγής της. Και τούτο διότι σε περίπτωση που κριθεί αμετάκλητα ότι η μη κατάρτιση της οριστικής σύμβασης πώλησης του ακινήτου των εναγομένων δεν οφείλεται σε λόγους που αφορούν στους τελευταίους, δεν θα είχε νόημα η συζήτηση της υπό κρίση αγωγής και η αναζήτηση θετικής και αποθετικής ζημίας. Εξάλλου, η παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής από την ενάγουσα έλαβε           χώρα μόλις μία ημέρα πριν τη λήξη της προθεσμίας για την κατάθεση των προτάσεων και ενώ οι εναγόμενοι είχαν ήδη καταθέσει προτάσεις. Για το        λόγο αυτό μάλιστα, τα έξοδα, στα οποία υποβλήθηκε ο πρώτος εναγόμενος δεν οφείλονταν σε υπερβολική πρόνοια, εφόσον έγιναν εντός της τασσόμενης από το νόμο προθεσμίας (άρθρο 237 §1 του Κ.Πολ.Δ.). Και μπορεί να υπάρχει η δυνατότητα συμψηφισμού των δικαστικών εξόδων σε περίπτωση παραίτησης ενός διαδίκου από το δικόγραφο της αγωγής, κατ’ άρθρο 192 του Κ.Πολ.Δ., όμως η διακριτική αυτή ευχέρεια του δικαστηρίου υφίσταται, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου (άρθρο 179 του Κ.Πολ.Δ.), δηλαδή εφόσον η ερμηνεία του κανόνα δικαίου είναι ιδιαίτερα δυσχερής. Στην προκείμενη, όμως, περίπτωση, η ερμηνεία των κανόνων δικαίου, που επρόκειτο να εφαρμοστούν, πάντα υπό τα εκτιθέμενα στην από 17.9.2012 αγωγή της ενάγουσας, δεν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής, σε βαθμό ώστε να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων, εφόσον ως προς   τους εφαρμοστέους κανόνες δικαίου αυτούς δεν κυμαίνεται η νομολογία,          ούτε υφίστανται περισσότερες ερμηνευτικές εκδοχές, ούτε το ζήτημα           έχει παραπεμφθεί προς κρίση στην Ολομέλεια του Ανώτατου Ακυρωτικού  Δικαστηρίου της χώρας (Ε. Μπαλογιάννη / Μ. Γεωργιάδου σε Χαρούλα Απαλαγάκη ΚΠΟΛΔ, Έκδοση 4η, 2016, Τόμος 1ος, άρθρο 179 αρ. 3, σελ. 569 και Μιχ. Μαργαρίτης / Άντα Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠΟΛΔ, Τόμος Ι, Έκδοση 2η, 2018, άρθρο 179 αρ. 3, σελ. 309). Τέτοιος συμψηφισμός, μάλιστα, δεν        θα μπορούσε να δικαιολογηθεί ούτε υπό την αρχή της επιείκειας ούτε από  τον επιδιωκόμενο  με την παραίτηση σκοπό της κατάργησης των δικών,       αφού στο δικόγραφο της παραίτησης της ενάγουσας υπάρχει ρητή αναφορά για επιφύλαξη άσκησης εκ νέου της αγωγής, που, όπως προαναφέρθηκε,         ήδη έλαβε χώρα. Κατά συνέπεια, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με το να συμψηφίσει, στο σύνολό του, τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των ως άνω διαδίκων, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και πρέπει να γίνει δεκτός ο  σχετικός λόγος έφεσης του εναγομένου αυτού. Κατόπιν τούτων, πρέπει να καταδικαστεί η ενάγουσα, λόγω της παραίτησής της από το δικόγραφο της από 25.4.2016 αγωγής της, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ανωτέρω εναγομένου – εκκαλούντος (άρθρα 68 §1, 63 §1 περ. i του ν. 4194/2013, 176, 180 §1, 183 και 191 §2 του Κ.Πολ.Δ.), ήτοι 9.873,46 ευρώ (29.620,39 ευρώ η δικαστική δαπάνη με βάση το αιτούμενο με την αγωγή ποσό : 3 όλοι οι εναγόμενοι), γενομένου εν μέρει δεκτού του αιτήματος του τελευταίου.

  1. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή ως και          κατ’ ουσία βάσιμη η από 20.12.2017 έφεση του εναγόμενου, … …, να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση 4294/2017 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ως προς τη διάταξη που αφορά στη δικαστική δαπάνη, κατά το μέρος που αφορά στους ως άνω διαδίκους και, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο (άρθρο 535 §1 του Κ.Πολ.Δ.), να καταδικαστεί η ενάγουσα να πληρώσει στον παραπάνω εναγόμενο το ποσό των 9.873,46 ευρώ. Τέλος, εφόσον έγινε δεκτή η έφεση, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή στον εκκαλούντα του παραβόλου των εκατόν πενήντα (150) ευρώ, που κατέθεσε με το ηλεκτρονικό παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών με αριθμό κωδικού …….. (άρθρο 495 §3 εδ. ε΄ του Κ.Πολ.Δ.) και να καταδικαστεί η εφεσίβλητη –ενάγουσα στην καταβολή μέρους της δικαστικής δαπάνης του πρώτου εναγόμενου – εκκαλούντος και για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (πλην  του πρώτου βαθμού για τον οποίο αφορούσε η υπό κρίση έφεση), ανάλογα με  την έκταση της ήττας της (άρθρα 178 §1, 183, 191 §2 του Κ.Πολ.Δ. 69 §1, 68 §1 και 63 §1 περ. i.α  ν. 4194/2013), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσία την από 20.11.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …../2017 έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση 4294/2017 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, ως προς τη διάταξη των δικαστικών εξόδων, κατά το μέρος που αφορά στον εναγόμενο ………..

Kρατεί την υπόθεση και δικάζει επί του αιτήματος του εναγομένου αυτού για την καταβολή των δικαστικών του εξόδων.

Δέχεται εν μέρει αυτό.

Καταδικάζει την ενάγουσα στην πληρωμή μέρους της δικαστικής δαπάνης του εναγομένου, ………και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, την οποία καθορίζει στο ποσό των δέκα χιλιάδων διακοσίων εξήντα οκτώ ευρώ και σαράντα (10.268,40) λεπτών (9.873,46 ευρώ για τον πρώτο βαθμό και 394,94 ευρώ για το δεύτερο βαθμό).

Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα του κατατεθέντος από  αυτόν παραβόλου των εκατόν πενήντα (150) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 16 Μαΐου 2019.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

Δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και του πληρεξουσίου δικηγόρου των εκκαλούντων, στις 28 Ιουνίου 2019.

    Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ