Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 405/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟ ΓΑΜΟ

ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΣΥΜΒΙΩΣΗ

Αριθμός Απόφασης    405 /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αποτελούμενο από το Δικαστή Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά, και από τη Γραμματέα Γ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι.  Νόμιμα φέρεται για συζήτηση, με την από 15.2.2019 κλήση της εφεσίβλητης, η από 4.2.2019 έφεση του εκκαλούντος, μετά τον ορισμό νέας συντομότερης δικασίμου, κατ’ άρθρο 226 §5 του Κ.Πολ.Δ., από την αρχικά ορισθείσα (δικάσιμο) της 16.1.2020.

ΙΙ.  Η από 4.2.2019 έφεση του εναγόμενου – ……, κατά της οριστικής απόφασης 5246/2018 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρα 592 επ. του Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το ν. 4335/2015) και έκανε δεκτή την από 31.1.2018 αγωγή της ενάγουσας ……., έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα  495, 511, 513 §1β, 516 §1, 517 και 518 §1 του Κ.Πολ.Δ.), εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε στον εκκαλούντα, στις 3.1.2019, όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, ……… στην εκκαλουμένη και η έφεση ασκήθηκε, με κατάθεση στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου,   στις 4.2.2019 (εντός της προθεσμίας των 30 ημερών, εφόσον οι δύο τελευταίες ημέρες δεν ήταν εργάσιμες – άρθρο 144 §§1 και 3 του Κ.Πολ.Δ.). Περαιτέρω, αρμοδίως φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου    τούτου (άρθρο 19 του ίδιου Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 §2 του ν. 3994/2011). Σημειωτέον ότι δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου  από τον εκκαλούντα, εφόσον πρόκειται για διαφορά από διαζύγιο (άρθρο 495 §3Γ εδ. τελευτ. του Κ.Πολ.Δ.) και επομένως, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση  του κατατεθέντος από αυτόν ηλεκτρονικού παραβόλου ….. του Υπουργείου Οικονομικών, όπως ορίζεται στο διατακτικό, ανεξαρτήτως της έκβασης της έφεσης. Ωστόσο, για να κριθεί η έφεση και παραδεκτή και να εξεταστεί το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, όπως απαιτείται από το άρθρο 533 του Κ.Πολ.Δ., πρέπει προηγουμένως να εξετασθεί η ύπαρξη άμεσου εννόμου συμφέροντος του εκκαλούντος (άρθρο 68 του ίδιου Κώδικα), ως διαδικαστική προϋπόθεση ερευνώμενη και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο, κατ’ άρθρο 73 του Κ.Πολ.Δ., δεδομένου ότι ο τελευταίος (εκκαλών – σύζυγος) παραπονείται κατά της πρωτόδικης απόφασης, ενώ αυτή (απόφαση) έλυσε το γάμο μεταξύ των διαδίκων, όπως και ο ίδιος, σύμφωνα με όσα αναφέρει στην υπό κρίση έφεση, ζητούσε με άλλη αγωγή του.

ΙΙΙ.  Κατά τις διατάξεις των άρθρων 68, 73, 516 §2, 532 και 556 §§1 και 2 του Κ.Πολ.Δ., το έννομο συμφέρον αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού για τη άσκηση έφεσης και αναίρεσης, η έλλειψη του οποίου ερευνάται αυτεπάγγελτα και πρέπει να προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, πρέπει δηλαδή να κρίνεται πρωταρχικά εάν ο διάδικος που το ασκεί έχει ηττηθεί εν όλω ή εν μέρει ή έχει νικήσει με την προσβαλλόμενη απόφαση και εάν στην τελευταία περίπτωση βλάπτεται από τις αιτιολογίες της απόφασης, από τις οποίες δημιουργείται δεδικασμένο σε βάρος του για άλλη δίκη, υπό  τις προϋποθέσεις των άρθρων 322, 324 και 325 του Κ.Πολ.Δ. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1439 §1 του Α.Κ., κάθε ένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά από λόγο που αφορά στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης, να είναι αφόρητη για          τον ενάγοντα. Με την διάταξη αυτή καθιερώνεται ως λόγος διαζυγίου ο αντικειμενικός κλονισμός της έγγαμης σχέσης, χωρίς να απαιτείται το στοιχείο της υπαιτιότητας για να δύναται να ζητηθεί το διαζύγιο. Έτσι ο ενάγων, για τη θεμελίωση και παραδοχή της αγωγής του, θα πρέπει να επικαλεσθεί και ν’ αποδείξει ότι ο γάμος έχει κλονισθεί από ορισμένα γεγονότα που αναφέρονται στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, με την έννοια της ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου ανάμεσα στα αντικειμενικά πρόσφορα κλονιστικά της έγγαμης σχέσης γεγονότα, στο πρόσωπο του εναγομένου συζύγου του ή και των δύο και ότι ο κλονισμός είναι τόσο ισχυρός, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της συμβίωσης να έχει καταστεί γι’ αυτόν αφόρητη. Αν το κλονιστικό γεγονός αφορά και στους δύο συζύγους, το προς διάζευξη δικαίωμα γεννάται, ανεξαρτήτως από το ποιον από τους δύο βαρύνει περισσότερο η ύπαρξη του και από το αν υπάρχει υπαιτιότητα στο πρόσωπο του ενός μόνο. Αν όμως το κλονιστικό γεγονός συνδέεται αποκλειστικά με το πρόσωπο του ενάγοντος, δεν γεννάται υπέρ αυτού δικαίωμα διάζευξης με βάση την ως άνω διάταξη του άρθρου 1439 §1 του Α.Κ. Το ότι για τη λύση  του γάμου είναι πλέον αδιάφορο αν ο κλονισμός οφείλεται σε υπαίτιο               ή ανυπαίτιο κλονιστικό γεγονός σημαίνει, ότι στην δίκη του διαζυγίου           δεν δικαιολογείται, σε καμιά πλευρά, έννομο συμφέρον για την έρευνα της υπαιτιότητας, το δε δεδικασμένο της διαπλαστικής απόφασης του διαζυγίου δεν εκτείνεται σε ζητήματα υπαιτιότητας σε καμία περίπτωση, ούτε και στην δίκη διατροφής μετά το διαζύγιο, όπως προβλέπει το άρθρο 1442 του Α.Κ., ενόψει της διάταξης του άρθρου 1444 §1 του ίδιου Κώδικα. Αντικείμενο δε      της δίκης διαζυγίου είναι όχι η δικαστική διάγνωση του λόγου διαζυγίου που δικαιολογεί την απαγγελία του (διαζυγίου), αλλά το διαπλαστικό αποτέλεσμα της λύσης του γάμου (Α.Π. 921/2018 και Α.Π. 428/2016 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “Νόμος”). Επομένως, στην περίπτωση συνεκδίκασης αντίθετων αγωγών διαζυγίου, με τις οποίες καθένας από τους συζύγους ζητεί τη λύση του γάμου για ισχυρό κλονισμό της έγγαμης σχέσης, από λόγο που αφορά         στο πρόσωπο του άλλου συζύγου, αν η μία από αυτές γίνει δεκτή και η άλλη απορριφθεί, είναι προφανές ότι ο διάδικος του οποίου η αγωγή απορρίφθηκε δεν έχει έννομο συμφέρον, κατά τα άρθρα 68, 516 §2 και 556 §2 του Κ.Πολ.Δ., να ασκήσει έφεση ή αναίρεση αντίστοιχα κατά της πρωτόδικης ή της τελεσίδικης απόφασης και να ζητήσει την εξαφάνισή της με σκοπό να απορριφθεί η αγωγή του αντιδίκου του και να γίνει δεκτή η δική του αγωγή. Και τούτο, καθόσον η έννομη συνέπεια που και αυτός επιδίωξε με την αγωγή του, δηλαδή η λύση του γάμου, στην οποία εμμένει, έχει ήδη επέλθει και      ως εκ τούτου το εκατέρωθεν υποβληθέν αίτημα δικαστικής διάπλασης έχει ικανοποιηθεί με την απαγγελία διαζυγίου, έστω και με βάση διάφορα περιστατικά, τα οποία απαρτίζουν, όμως, τον ίδιο λόγο του αντικειμενικού κλονισμού του γάμου (Α.Π. 921/2018, Α.Π. 599/2015, Α.Π. 1242/2011 όλες στην Τ.Ν.Π. “Νόμος”, Α.Π. 491/2010 Νο.Β. 2011, σελ. 947, Α.Π. 1326/2008  και Α.Π. 1301/2005 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “Νόμος”). Για την ταυτότητα του νομικού λόγου πρέπει να γίνει δεκτό ότι ελλείπει το έννομο συμφέρον και για την άσκηση νέας αγωγής για λύση του γάμου των διαδίκων όταν έχει ήδη προηγηθεί η άσκηση αντίθετων αγωγών (ή αγωγής και ανταγωγής) και έχει γίνει δεκτό το αίτημα είτε του ενός μόνο συζύγου είτε και των δύο για τη λύση του γάμου τους.

ΙV.  Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα, ……, με την από 31.1.2018 αγωγή της, ζήτησε να λυθεί ο γάμος της με τον εναγόμενο, ……., λόγω τεκμαιρόμενου ισχυρού κλονισμού, επειδή βρίσκονταν σε διάσταση, συνεχώς, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο ετών. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων, με την εκκαλούμενη οριστική απόφασή του, δέχθηκε την αγωγή ως νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1438 και 1439 §§1, 3 του Α.Κ. Περαιτέρω, έκρινε την αγωγή ως και κατ’ ουσία βάσιμη, απαγγέλλοντας τη λύση του γάμου των διαδίκων. Ήδη, κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εναγόμενος, με την έφεσή του, για λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και ζητεί την εξαφάνισή της, προκειμένου ν’ απορριφθεί η ως άνω αγωγή. Προς επίρρωση των λόγων αυτών εκθέτει με την έφεσή του ότι, κατόπιν της από 18.11.2014 αγωγής του, ζήτησε να λυθεί ο γάμος του με την εδώ εφεσίβλητη ……., λόγω ισχυρού κλονισμού της σχέσης τους, από λόγους που αφορούσαν στο πρόσωπο της, ενώ και η τελευταία, κατά τη συζήτηση της τελευταίας αγωγής, με τις από 5.5.2017 προτάσεις της, που κατέθεσε στο ακροατήριο, άσκησε ανταγωγή, ζητώντας, και αυτή, να λυθεί ο γάμος της με τον σύζυγό της – εδώ εκκαλούντα, λόγω ισχυρού κλονισμού της σχέσης τους, από λόγους που αφορούσαν στο πρόσωπο του. Ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά), αφού συνεκδίκασε την αγωγή και την ανταγωγή, με την απόφασή του 126/2018, απέρριψε ως απαράδεκτη την ανταγωγή, δέχθηκε ως νόμιμη και ως ουσιαστικά βάσιμη την αγωγή του ……… και απήγγειλε τη λύση  του γάμου των διαδίκων. Σύμφωνα, όμως, και με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, η υπό κρίση έφεση πρέπει ν’ απορριφθεί ως απαράδεκτη, ελλείψει εννόμου συμφέροντος του εκκαλούντος στην άσκηση αυτής (άρθρα 68, 73, 516 και 532 του Κ.Πολ.Δ), ύστερα από αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου, καθόσον η έννομη συνέπεια, δηλαδή η λύση του γάμου, που επεδίωξε όχι μόνο η εφεσίβλητη με την αγωγή της αλλά και ο εκκαλών με την από 18.11.2014 προγενέστερη αγωγή του, έχει ήδη επέλθει με την παραδοχή, από την απόφαση 126/2018 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά της αγωγής του τελευταίου περί διαζυγίου για ισχυρό κλονισμό, αγωγή δηλαδή  με το ίδιο αντικείμενο και αίτημα με αυτό της εδώ εφεσίβλητης, ήτοι της      λύσης του γάμου των διαδίκων. Περαιτέρω, πρέπει, να διαταχθεί η επιστροφή στον εκκαλούντα του παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που κατέθεσε, αφού, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, για την υπό κρίση διαφορά δεν υπήρχε υποχρέωση καταβολής παραβόλου. Τέλος, εφόσον πρόκειται για διαφορά ανάμεσα σε συζύγους (άρθρα 179 και 183 εδ. β´ του Κ.Πολ.Δ.), πρέπει να συμψηφισθούν, στο σύνολό τους, τα δικαστικά έξοδα, μεταξύ των διαδίκων, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει ως απαράδεκτη την από 4.2.2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………../2019 έφεση του ……., κατά της οριστικής απόφασης 5246/2018  του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Συμψηφίζει, στο σύνολό τους, τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων, για  τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.  Και

Διατάσσει την επιστροφή του κατατεθέντος από τον εκκαλούντα παραβόλου, ποσού εκατό (100) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 11 Ιουλίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

Ο   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ