Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 407/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΓΑΜΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός Απόφασης    407/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αποτελούμενο από το Δικαστή Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιά, και από τη Γραμματέα Γ.Λ..

 ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

 ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 Ι.  Νόμιμα φέρεται για συζήτηση, με τις από 16.3.2018 και από 19.12.2018 κλήσεις του εφεσίβλητου και τέλος με την από 15.2.2019 κλήση της εκκαλούσας, η από 27.2.2018 έφεση της τελευταίας, μετά τον ορισμό  νέας δικασίμου, κατ’ άρθρο 226 §5 του Κ.Πολ.Δ., κατόπιν των αρχικά ορισθεισών (δικασίμων) της 7.2.2019, στη συνέχεια της 21.3.2019 και      τέλος της 7.2.2019.

ΙΙ.  Η από 27.2.2018 έφεση της εναγομένης – αντενάγουσας,  ……., κατά της οριστικής απόφασης 126/2018 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών (άρθρα 592 επ. του Κ.Πολ.Δ., όπως ίσχυαν πριν την τροποποίησή τους με το ν. 4335/2015) και, αφού απέρριψε την από 5.5.2017 ανταγωγή της τελευταίας, έκανε δεκτή την από 18.11.2014 αγωγή του ενάγοντος – ….., έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα. Και τούτο, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε στην εκκαλούσα στις 15.2.2018, όπως προκύπτει από την έκθεση επίδοσης …/2018 της Δικαστικής Επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Χανίων, ……. και η έφεση ασκήθηκε, με κατάθεση στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, στις 6.3.2018 (άρθρα 495, 511, 513 §1β, 516  §1, 517 και 518 §1 του Κ.Πολ.Δ.). Περαιτέρω (η έφεση), αρμοδίως φέρεται  για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ίδιου Κώδικα,  όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 §2 του ν. 3994/2011). Σημειωτέον ότι δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου από την εκκαλούσα, εφόσον πρόκειται  για διαφορά από διαζύγιο (άρθρο 495 §3Γ εδ. τελευτ. του Κ.Πολ.Δ., σε συνδυασμό με το άρθρο ένατο παρ. 2 εδ. α´ του ν. 4335/2015) και επομένως, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση του κατατεθέντος από αυτήν ηλεκτρονικού παραβόλου ………του Υπουργείου Οικονομικών, όπως ορίζεται στο διατακτικό, ανεξαρτήτως της έκβασης της έφεσης. Ωστόσο, για να κριθεί η έφεση και παραδεκτή και να εξεταστεί το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, όπως απαιτεί το άρθρο 533 του Κ.Πολ.Δ., πρέπει προηγουμένως να εξετασθεί η ύπαρξη άμεσου εννόμου συμφέροντος της εκκαλούσας (άρθρο 68 του ίδιου Κώδικα), ως διαδικαστική προϋπόθεση ερευνώμενη και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο, κατ’ άρθρο 73 του Κ.Πολ.Δ., δεδομένου ότι η τελευταία (εκκαλούσα – σύζυγος) παραπονείται κατά της πρωτόδικης απόφασης, ενώ αυτή (απόφαση) έλυσε το γάμο μεταξύ των διαδίκων, όπως ζητούσε και η ίδια με την ανταγωγή της.

ΙΙΙ.  Κατά τις διατάξεις των άρθρων 68, 73, 516 §2, 532 και 556 §§1 και 2 του Κ.Πολ.Δ., το έννομο συμφέρον αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού για τη άσκηση έφεσης και αναίρεσης, η έλλειψη του οποίου ερευνάται αυτεπαγγέλτως και πρέπει να προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, πρέπει δηλαδή να κρίνεται πρωταρχικά αν ο διάδικος που το ασκεί έχει ηττηθεί εν όλω ή εν μέρει ή έχει νικήσει με την προσβαλλόμενη απόφαση και αν στην τελευταία περίπτωση βλάπτεται από τις αιτιολογίες της απόφασης, από τις οποίες δημιουργείται δεδικασμένο σε βάρος του για άλλη δίκη, υπό  τις προϋποθέσεις των άρθρων 322, 324 και 325 του Κ.Πολ.Δ. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1439 §1 του Α.Κ., κάθε ένας από τους συζύγους μπορεί να ζητήσει διαζύγιο, όταν οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονισθεί τόσο ισχυρά, από λόγο που αφορά στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δυο συζύγων, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης, να είναι αφόρητη για     τον ενάγοντα. Με την διάταξη αυτή καθιερώνεται ως λόγος διαζυγίου ο αντικειμενικός κλονισμός της έγγαμης σχέσης, χωρίς να απαιτείται το στοιχείο της υπαιτιότητας για να δύναται να ζητηθεί το διαζύγιο. Έτσι ο ενάγων, για τη θεμελίωση και παραδοχή της αγωγής του, θα πρέπει να επικαλεσθεί και ν’ αποδείξει ότι ο γάμος έχει κλονισθεί από ορισμένα γεγονότα που αναφέρονται στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο συζύγων, με την έννοια της ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου ανάμεσα στα αντικειμενικά πρόσφορα κλονιστικά της έγγαμης σχέσης γεγονότα και στο πρόσωπο του εναγομένου συζύγου του ή και των δύο και ότι ο κλονισμός είναι τόσο ισχυρός, ώστε βάσιμα η εξακολούθηση της συμβίωσης έχει καταστεί γι’ αυτόν αφόρητη. Αν το κλονιστικό γεγονός αφορά και στους δυο συζύγους, το προς διάζευξη δικαίωμα γεννάται, ανεξαρτήτως από το ποιον από τους δύο βαρύνει περισσότερο η ύπαρξη του και από το αν υπάρχει υπαιτιότητα στο πρόσωπο του ενός μόνο. Αν όμως το κλονιστικό γεγονός συνδέεται αποκλειστικά με το πρόσωπο του ενάγοντος, δεν γεννάται υπέρ αυτού δικαίωμα διάζευξης με βάση την ως άνω διάταξη του άρθρου 1439 §1 του Α.Κ. Το ότι για τη λύση του γάμου είναι πλέον αδιάφορο αν ο κλονισμός οφείλεται σε υπαίτιο ή ανυπαίτιο κλονιστικό γεγονός σημαίνει, ότι στην δίκη του διαζυγίου δεν δικαιολογείται,  σε καμιά πλευρά, έννομο συμφέρον για την έρευνα της υπαιτιότητας, το δε δεδικασμένο της διαπλαστικής απόφασης του διαζυγίου δεν εκτείνεται σε ζητήματα υπαιτιότητας, σε καμία περίπτωση, ούτε και στην δίκη διατροφής μετά το διαζύγιο, όπως προβλέπει το άρθρο 1442 του Α.Κ., ενόψει της διάταξης του άρθρου 1444 §1 του ίδιου Κώδικα. Αντικείμενο δε της δίκης διαζυγίου είναι όχι η δικαστική διάγνωση του λόγου διαζυγίου που δικαιολογεί την απαγγελία του διαζυγίου, αλλά το διαπλαστικό αποτέλεσμα της λύσης του γάμου (Α.Π. 921/2018 και Α.Π. 428/2016 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Επομένως, στην περίπτωση συνεκδίκασης αντίθετων αγωγών διαζυγίου, με τις οποίες καθένας από τους συζύγους ζητεί τη λύση του γάμου για ισχυρό κλονισμό της έγγαμης σχέσης, από λόγο που αφορά στο πρόσωπο του  άλλου συζύγου, αν η μία απ’ αυτές γίνει δεκτή και η άλλη απορριφθεί, είναι προφανές ότι ο διάδικος, του οποίου η αγωγή απορρίφθηκε, δεν έχει έννομο συμφέρον, κατά τα άρθρα 68, 516 §2 και 556 §2 του Κ.Πολ.Δ., ν’ ασκήσει έφεση ή αναίρεση αντίστοιχα κατά της πρωτόδικης ή της τελεσίδικης απόφασης και να ζητήσει την εξαφάνισή της με σκοπό ν’ απορριφθεί η αγωγή του αντιδίκου του και να γίνει δεκτή η δική του αγωγή, καθόσον η έννομη συνέπεια που και αυτός επιδίωξε με την αγωγή του, δηλαδή η λύση του γάμου, στην οποία εμμένει, έχει ήδη επέλθει και ως εκ τούτου το εκατέρωθεν υποβληθέν αίτημα δικαστικής διάπλασης έχει ικανοποιηθεί με την απαγγελία διαζυγίου, έστω και με βάση διάφορα περιστατικά, τα οποία απαρτίζουν, όμως, τον ίδιο λόγο του αντικειμενικού κλονισμού του γάμου (Α.Π. 921/2018, Α.Π. 599/2015, Α.Π. 1242/2011 όλες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”, Α.Π. 491/2010 Νο.Β. 2011, σελ. 947, Α.Π. 1326/2008 και Α.Π. 1301/2005 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”).

ΙV.  Στην προκείμενη περίπτωση, ο ενάγων …….., με την από 18.11.2014 αγωγή του, ζήτησε να λυθεί ο γάμος του με την εναγόμενη ……, λόγω ισχυρού κλονισμού της σχέσης τους, από λόγους  που αφορούσαν στο πρόσωπο της εναγομένης. Εξάλλου, η τελευταία, κατά  τη συζήτηση της ως άνω αγωγής, με τις από 5.5.2017 προτάσεις της, που κατέθεσε στο ακροατήριο, άσκησε ανταγωγή, ζητώντας, και αυτή, να λυθεί ο γάμος της με τον αντεναγόμενο – σύζυγό της, λόγω ισχυρού κλονισμού της σχέσης τους, από λόγους που αφορούσαν στο πρόσωπο αυτού. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού συνεκδίκασε την αγωγή και την ανταγωγή, με την εκκαλούμενη απόφασή του, απέρριψε ως απαράδεκτη την ανταγωγή, δέχθηκε ως νόμιμη και ως ουσιαστικά βάσιμη την αγωγή του ενάγοντος ………, λόγω ισχυρού κλονισμού της έγγαμης σχέσης του με την εναγόμενη, από λόγους που αφορούσαν στο πρόσωπο της τελευταίας και απήγγειλε τη λύση του γάμου των διαδίκων. Κατά της απόφασης αυτής, παραπονείται ήδη η εναγόμενη, με την υπό κρίση έφεσή της, για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτήν λόγους, που ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, ισχυριζόμενη ότι δεσμεύεται από το δεδικασμένο της ελάσσονος σκέψης της απόφασης, που δέχθηκε τη λύση του γάμου των διαδίκων, λόγω ισχυρού κλονισμού από λόγους που αφορούν στο πρόσωπό της και ζητεί την εξαφάνισή της, ώστε ν’ απορριφθεί η αγωγή του ενάγοντος   – συζύγου της. Σύμφωνα, όμως, και με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη, η υπό κρίση έφεση πρέπει ν’ απορριφθεί ως απαράδεκτη, ελλείψει εννόμου συμφέροντος της εκκαλούσας στην άσκηση αυτής (άρθρα 68, 73, 516 και 532 του Κ.Πολ.Δ), ύστερα από αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου, καθόσον η έννομη συνέπεια, δηλαδή η λύση του γάμου, που επεδίωξαν αμφότεροι οι διάδικοι και στην οποία εξαντλείται η δίκη διαζυγίου, έχει ήδη επέλθει με την παραδοχή από την εκκαλουμένη της αγωγής του εφεσίβλητου περί διαζυγίου για ισχυρό κλονισμό, εφόσον και η εκκαλούσα είχε ασκήσει ανταγωγή με το ίδιο αντικείμενο και αίτημα. Το γεγονός δε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχει δυσμενείς αιτιολογίες για την τελευταία, δέχεται δηλαδή ότι ο ισχυρός κλονισμός επήλθε εξαιτίας γεγονότων που αφορούσαν στο  πρόσωπό της, δεν έχει καμία δυσμενή επίδραση στις έννομες σχέσεις της, ώστε να δικαιολογείται έννομο συμφέρον για άσκηση του ενδίκου μέσου της έφεσης, αφού, όπως προαναφέρθηκε, από τις αιτιολογίες αυτές, που δεν έχουν προσόντα διατακτικού, δεν δημιουργείται δεδικασμένο. Πράγματι, το  ότι ο ισχυρός κλονισμός, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη, επήλθε εξαιτίας γεγονότων που συνδέονται με το πρόσωπο της εκκαλούσας, δεν έχει άλλη έννομη συνέπεια γι’ αυτήν, πέρα από την επιδιωκόμενη και από την ίδια λύση του γάμου. Όπως δε αναφέρθηκε στην ως άνω νομική σκέψη, στη δίκη διαζυγίου δεν τίθεται πλέον θέμα υπαιτιότητας, που μπορεί να έχει περαιτέρω έννομες συνέπειες, όπως για τον ενδεχόμενο αποκλεισμό του δικαιώματος διατροφής. Περαιτέρω, πρέπει, να διαταχθεί η επιστροφή στην εκκαλούσα του παραβόλου των εκατό (100) ευρώ, που κατέθεσε, αφού, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, για την υπό κρίση διαφορά δεν υπήρχε υποχρέωση καταβολής παραβόλου. Τέλος, εφόσον πρόκειται για διαφορά ανάμεσα σε συζύγους (άρθρα 179 και 183 εδ. β´ του Κ.Πολ.Δ.), πρέπει να συμψηφισθούν, στο σύνολό τους, τα δικαστικά έξοδα, μεταξύ των διαδίκων, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει ως απαράδεκτη την από 27.2.2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./2018 έφεση της ……., κατά της οριστικής απόφασης 126/2018 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Συμψηφίζει, στο σύνολό τους, τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων, για  τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.  Και

Διατάσσει την επιστροφή του κατατεθέντος από την εκκαλούσα παραβόλου, ποσού εκατό (100) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 11 Ιουλίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

Ο   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ