Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 449/2019

Αριθμός     449/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

  Ι. Η υπό κρίση έφεση κατά της με αριθμό  3792/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και της συνεκκαλουμένης με αριθμό 1348/2014 μη οριστικής απόφασης του ιδίου Δικαστηρίου, που εκδόθηκαν κατά την  τακτική διαδικασία  με την παρουσία των διαδίκων, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19  του ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις  30-10-2017, δηλαδή  εντός της από το άρθρο 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ οριζόμενης προθεσμίας από την   επίδοση αντιγράφου  της εκκαλουμένης  απόφασης στις  28-9-2017 στο εναγόμενο (βλ. τη με αριθμό …./28-9-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών ……….).  Πρέπει, επομένως,  να γίνει τυπικά δεκτή  και να ερευνηθεί  περαιτέρω, κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

ΙΙ. Με την από 24-9-2010 (αρ. κατάθ. …../28-9-2010) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκαν οι ως άνω εκκαλουμένες αποφάσεις, οι ενάγοντες, και ήδη εφεσίβλητοι, εξέθεταν ότι κατέστησαν συγκύριοι κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα εξ αδιαιρέτου ποσοστά ενός περιγραφομένου κατά θέση, έκταση, και όρια γεωτεμαχίου, έκτασης 280 τμ, το οποίο βρίσκεται στη θέση … της χερσονήσου … ή Κάβο … Αμπελακίων Σαλαμίνας, με ΚΑΕΚ ………….,  με παράγωγο τρόπο  :α) λόγω κληρονομικής εξ αδιαθέτου διαδοχής του αποβιώσαντος στις 5-9-1994 …….. (πατρός του πρώτου εξ αυτών και πάππου των υπολοίπων) δυνάμει της υπ’αριθ.  …../1996 δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Νίκαιας, ……, που μεταγράφηκε  νόμιμα, και β) λόγω κληρονομικής εκ διαθήκης διαδοχής της αποβιωσάσης στις 22-4-2004 …….., (μητέρας του πρώτου εξ αυτών και γιαγιάς των υπολοίπων) δυνάμει της υπ’αριθ. ……/2006 δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, που ομοίως μεταγράφηκε  νόμιμα, επικουρικά δε με πρωτότυπο τρόπο και δη με τα προσόντα της τακτικής, άλλως έκτακτης χρησικτησίας, και με προσμέτρηση του χρόνου νομής των δικαιοπαρόχων τους, τους οποίους διαδέχθηκαν στη νομή και οι οποίοι ασκούσαν σε αυτό τις αναφερόμενες πράξεις φυσικής εξουσίασης, συνεχώς και αδιαλείπτως, με καλή πίστη και διάνοια κυρίου, τουλάχιστον από το έτος 1850  και τέλος,  ότι κατά τη διαδικασία κτηματογράφησης της περιοχής, το ανωτέρω ακίνητο καταχωρίστηκε  ως ανήκον στο εναγόμενο, Ελληνικό Δημόσιο, με συνέπεια να προσβάλλεται το δικαίωμα της συγκυριότητας τους επ’αυτού. Με βάση τα ανωτέρω, ζητούσαν να αναγνωριστούν συγκύριοι του επιδίκου ακινήτου κατά τα ειδικότερα εξ αδιαιρέτου ποσοστά τους και να διαταχθεί η διόρθωση της ανωτέρω ανακριβούς εγγραφής. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την με αριθμό 1348/2014 μη οριστική απόφασή του απέρριψε την αγωγή ως αόριστη κατά τη βάση της για κτήση  κυριότητας με  παράγωγο τρόπο και ως μη νόμιμη κατά την βάση της για κτήση κυριότητας με  τακτική χρησικτησία και ακολούθως διέταξε την επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης, προκειμένου :α) να προσκομισθεί, με επιμέλεια των εναγόντων,  έγγραφο, από το οποίο να προκύπτει, εάν στην Κυνοσούρα Σαλαμίνος υφίσταται οριοθετημένος οικισμός με πληθυσμό κάτω των 2000 κατοίκων και β) να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη, προκειμένου να  διαπιστωθεί, εάν το επίδικο ακίνητο ευρίσκεται εντός του οικισμού Κυνοσούρας και του ΑΒΚ ….. ή ….. δημοσίου κτήματος και εάν  εμπίπτει στη χωρική αρμοδιότητα της τέως Κοινότητας Σελληνίων ή της τέως Κοινότητας Αμπελακίων. Μετά την διεξαγωγή της πραγματογνωμοσύνης η υπόθεση εισήχθη εκ νέου προς συζήτηση ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, το οποίο με την με αριθμό 13792/2017 οριστική  απόφαση του έκανε δεκτή την αγωγή. Κατά της αποφάσεως αυτής, συμπροσβαλλομένης και της ως άνω μη οριστικής  απόφασης του ίδιου Δικαστηρίου, παραπονείται  το εναγόμενο με την  υπό κρίση έφεση του, επικαλούμενο εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητεί την εξαφάνιση των  εκκαλουμένων αποφάσεων, ώστε η αγωγή  να απορριφθεί  καθ’ολοκληρίαν.

ΙΙΙ. Με τον πρώτο λόγο της έφεσης του το εναγόμενο παραπονείται ότι οι ενάγοντες δεν προσκόμισαν πρωτοδίκως το πιστοποιητικό ΕΝΦΙΑ του επίδικου ακινήτου και ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο παρέλειψε να εφαρμόσει αυτεπάγγελτα τη διάταξη του άρθρου 54Α παρ.5 του ν. 4174/2013 και να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση της αγωγής.  Ο ως άνω λόγος είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί, διότι οι ενάγοντες όπως προκύπτει από τις προτάσεις τους ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ρητά επικαλούνται ότι προσκομίζουν τα εν λόγω πιστοποιητικά (σχετικό με αριθμό 44), τα οποία προσκομίζουν και ενώπιον του Δικαστηρίου  τούτου σύμφωνα με τα οποία το επίδικο ακίνητο έχει περιληφθεί στις δηλώσεις τους ΦΑΠ και ΕΝΦΙΑ των ετών 2014-2018 και έχει εξοφληθεί ο αναλογών φόρος. Επιπλέον, η ανωτέρω διάταξη, που αποτελεί διάταξη ειδικού νόμου επιδιώκουσα φορολογικούς σκοπούς, δεν εφαρμόζεται εν προκειμένω, διότι παραβιάζει και έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (Ε.Σ.Δ.Α.) και τις διατάξεις των άρθρων 17, 20 και 25 του Συντάγματος (δικαίωμα της ιδιοκτησίας, δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας και αρχή της αναλογικότητας)  (βλ. ΕφΚρ19/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

  1. IV. Από την παραδεκτή επισκόπηση του δικογράφου της αγωγής, και κατ’ορθή εκτίμηση αυτού, προκύπτει ότι η αγωγή είναι καθόλα ορισμένη (άρθρο 216 ΚΠολΔ), περιέχουσα άπαντα τα κατά νόμο αναγκαία για τη θεμελίωση του  επικαλούμενου πρωτότυπου τρόπου κτήσης κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία, στοιχεία κατά τα οριζόμενα αρχικώς στο βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο και ακολούθως στον Αστικό Κώδικα. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε επαρκώς ορισμένη την αγωγή  και προχώρησε στην εξέταση της ουσιαστικής της βασιμότητάς, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου  και ο περί του αντιθέτου δεύτερος λόγος της κρινομένης έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
  2. V. Από την επανεκτίμηση  των   ενόρκων  καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, που περιέχονται στα με αριθμό 1348/2014 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, την με αριθμό …../2016 έκθεση  πραγματογνωμοσύνης του …….., τοπογράφου μηχανικού, και από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται και χρησιμεύουν  είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, συνεκτιμώμενα με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, χωρίς να εξαιρείται κάποιο, έστω και αν δεν μνημονεύεται ειδικά, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Το επίδικο ακίνητο είναι ένα αγροτεμάχιο, επιφανείας 287  τμ, εντός του οποίου υφίσταται ισόγεια οικία. Ευρίσκεται  στη θέση ……, ή ……, ή …..,  στην κτηματική περιφέρεια Αμπελακίων Σαλαμίνας, φέρει αριθμό ΚΑΕΚ …….  και εμφαίνεται με αριθμό ….. του Ρ Οικοδομικού Τετραγώνου στο από Ιουλίου 1961 σχεδιάγραμμα του μηχανικού …….  Συνορεύει   Βόρεια με πλευρά μήκους είκοσι (20,00) μ. με το ακίνητο με ΚΑΕΚ ……., Νότια με πλευρά μήκους είκοσι (20,00) μ. με ακίνητο με ΚΑΕΚ …….., Ανατολικά σε πλευρά μήκους δεκατεσσάρων μέτρων (14,00) με ιδιωτική οδό με ΚΑΕΚ ……  και Δυτικά με ακίνητο με ΚΑΕΚ ……., σύμφωνα με το απόσπασμα του κτηματολογικού διαγράμματος. Αυτό  αποτελεί τμήμα μείζονος έκτασης,  αρχικής επιφάνειας 111.987 τμ, συνορευόμενης Ανατολικά με ακίνητο κληρονόμων …., Δυτικά με ακίνητο κληρονόμων …. κλπ., Βόρεια με θάλασσα (Κόλπο Αμπελακίων) και ακίνητα αγνώστων, και Νότια με θάλασσα Σεληνιών, την οποία νέμονταν καλόπιστα ήδη πριν το έτος 1845 οι απώτατοι δικαιοπάροχοι των εναγόντων, ………., πατέρας του  ………………   και ο αδελφός του, . ………………, πατέρας των ……………… και . ………………, κατά ποσοστό ½  εξ αδιαιρέτου έκαστος, οι οποίοι, έχοντας εγκαταστήσει  εντός αυτής ποιμνιοστάσια, τη χρησιμοποιούσαν ως βοσκότοπο και καλλιεργούσαν τα καλλιεργήσιμα τμήματα της. Ακολούθως, η ανωτέρω  έκταση  περιήλθε  στη νομή του  ………………. του . ή ………………,  κατά μεν ποσοστό  ½ εξ αδιαιρέτου, δυνάμει του υπ’αριθ. ……/1908 συμβολαίου αγοραπωλησίας του συμβολαιογραφούντος Ειρηνοδίκη Σαλαμίνας …., νομίμως μεταγεγραμμένου στον τόμο .. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας στον αριθμό …, με αγορά από τους ……………… και ……………… ., συγκληρονόμους του αδελφού του πατέρα του, ………………, που είχαν καταστεί συννομείς του ακινήτου  κατά την ως άνω ιδανική μερίδα του πατέρα τους, αναμειχθέντες στη κληρονομία αυτού, νεμόμενοι αυτό καλόπιστα κατά τον ίδιο τρόπο, και κατά ποσοστό ½  εξ αδιαιρέτου, λόγω κληρονομικής διαδοχής του αποβιώσαντος το έτος 1899  πατέρα του,  … ή …., με βάση τις διατάξεις του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, ως μοναδικός ενήλικος κληρονόμος του, αναμιχθείς στην κληρονομία  του, ο οποίος συνέχισε να ασκεί επ’αυτού  τις ίδιες ως άνω διακατοχικές πράξεις με καλή πίστη και ειλικρινή πεποίθηση ότι δεν προσβάλει δικαίωμα τρίτου. Αυτός το έτος 1925 πώλησε τμήμα της ανωτέρω έκτασης, επιφάνειας 16.000 τμ στον ……. ενώ διατήρησε στην αποκλειστική νομή του  την υπόλοιπη έκταση, επιφάνειας 95.897 τμ, μέχρι τον επισυμβάντα το έτος 1932 θάνατο του, οπότε κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου  από τη σύζυγο του …, κατά εξ αδιαιρέτου ποσοστό 450/1800, και τα   τέκνα του, ……….., κατά εξ αδιαιρέτου ποσοστό 135/1800 έκαστο, που αναμίχθηκαν στην κληρονομία του ασκώντας τις υλικές πράξεις νομής, που προσιδίαζαν στη φύση του ακινήτου, όπως επίβλεψη, οριοθέτηση, παραχώρηση δικαιώματος ξύλευσης και βόσκησης, με καλή πίστη και την πεποίθηση, ότι δεν προσβάλλουν δικαίωμα τρίτου, (βλ. σχετ. και υπ’αριθ. 650/2017 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, αδημ.). Το έτος 1937 απεβίωσε η . ……………… και τα ανωτέρω τέκνα αυτής και του . ………………, κατέστησαν συγκληρονόμοι αυτής στο από 450/1800 ποσοστό της και συννομείς του ακινήτου  κατά ποσοστό 180/1800 εξ αδιαιρέτου έκαστος, λόγω κληρονομικής διαδοχής με βάση τις διατάξεις του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, αναμειχθέντες στην κληρονομιά αυτής και ασκώντας καλόπιστα τις ίδιες παραπάνω πράξεις νομής. Ακολούθως, κατά το έτος 1951 απεβίωσε ο . ………………, χωρίς να αφήσει διαθήκη, καταλίποντας μόνους πλησιέστερους συγγενείς του, και ως εκ τούτου εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, τη σύζυγο του . ………………, το γένος ……, και τα πέντε (5) τέκνα του: ………, οι οποίοι αποδέχθηκαν την επαχθείσα σ΄ αυτούς κληρονομιά, συγκείμενη από το 180/1800 εξ αδιαιρέτου ποσοστό του κληρονομούμενου . ……………… επί του ανωτέρω ακινήτου, δυνάμει της υπ αριθ. …./1961 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών ……………… ., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, και  κατέστησαν συννομείς αυτού, κατά ποσοστό 45/1800, 27/1800, 27/1800, 27/1800, 27/1800 και 27/1800 εξ αδιαιρέτου, αντίστοιχα, ασκώντας έκτοτε   όλες τις υλικές πράξεις, που προσιδίαζαν στη φύση και τον προορισμό του, όπως οριοθέτηση, επίβλεψη, άτυπη παραχώρηση σε τρίτους προς βόσκηση και ξύλευση. Κατά το έτος 1952, απεβίωσε ο . ……………… .. χωρίς να αφήσει διαθήκη, καταλίποντας μόνους πλησιέστερους συγγενείς του, και ως εκ τούτου εξ αδιαθέτου κληρονόμους τους, τη σύζυγο του . ………………, …., και τα έξι (6) τέκνα του: ………ενώ, κατά το έτος 1954 απεβίωσε και ο υιός του . ……………… (6ος), χωρίς να αφήσει διαθήκη, καταλίποντας μόνους πλησιέστερους συγγενείς του, και ως εκ τούτου εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, τη μητέρα του . ………………, και τα πέντε (5) αδέλφια του, ……., οι οποίοι αποδέχθηκαν, καταρχήν, την επαχθείσα σ’ αυτούς κληρονομιά του συζύγου και πατέρα τους, …….., για λογαριασμό τους, αλλά και για λογαριασμό του μεταποβιώσαντος υιού τους και αδελφού, αντίστοιχα, . ………………, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι αυτού, συγκείμενη από το 180/1800 εξ αδιαιρέτου ποσοστό του κληρονομούμενου . ……………… επί του ανωτέρω ακινήτου, δυνάμει της υπ’ αριθ. …/1961 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών ……………… ., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, και κατέστησαν συννομείς αυτού, κατά ποσοστό 45/1800, 22,50/1800, 22,50/1800, 22,50/1800, 22,50/1800, 22,50/1800 και 22,50/1800 εξ αδιαιρέτου, αντίστοιχα, και ακολούθως, αποδέχτηκαν την επαχθείσα κληρονομιά του υιού και αδελφού τους, . ………………, συγκείμενη από το 22,50/1800 εξ αδιαιρέτου ποσοστό του επί του ανωτέρω ακινήτου, δυνάμει της υπ’ αριθ. ..…../1961 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών, ……………… ., που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, και έτσι το ποσοστό συννομής  τους επί του ακινήτου αυτού, ανήλθε σε 48,75/1800 (48,75/1800 = 45/1800 + 3,75/1800, όπου 3,75/1800 = 22,50/1800 : 6), 26,25/1800 (26,25/1800 = 22,50/1800 + 3,75/1800, όπου 3,75/1800 = 22,50/1800 : 6), 26,25/1800, 26,25/1800, 26,25/1800 και 26,25/1800 εξ αδιαιρέτου αντίστοιχα, στο οποίο   πλέον, από το χρόνο θανάτου των κληρονομούμενων συζύγου και πατρός τους και υιού και αδελφού τους (1952 και 1954), αντίστοιχα,  ασκούσαν    τις ίδιες ως άνω υλικές πράξεις που προσιδίαζαν στη φύση και τον προορισμό του. Κατά το έτος 1958, απεβίωσε ο  . ……………… ….. χωρίς να αφήσει διαθήκη, καταλίποντας μόνους πλησιέστερους συγγενείς του, και ως εκ τούτου εξ αδιαθέτου κληρονόμους τους, τη σύζυγο του ……, τα επτά (7) εν ζωή αδέλφια του: ……., τα πέντε (5) τέκνα του προαποβιώσαντος (1951) αδελφού του . ………………: …….. και τα πέντε (5) τέκνα του προαποβιώσαντος (1952) αδελφού του … …. α) ………., οι οποίοι αποδέχτηκαν την επαχθείσα σ’ αυτούς κληρονομιά, συγκείμενη από το 180/1800 εξ αδιαιρέτου ποσοστό του κληρονομούμενου……………… επί του ανωτέρω ακινήτου, δυνάμει της υπ’ αριθ. …./1961 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών, ………………, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, και κατέστησαν συννομείς  αυτού, κατά ποσοστό 90/1800, 190/1800 (190/1800 = 180/1800 + 10/1800, όπου 10/1800 = 180/1800 : 2 : 9), 190/1800, 190/1800, 190/1800, 190/1800, 190/1800, 190/1800, 29/1800 (29/1800 = 27/1800 + 2/1800, όπου 2/1800 = 10/1800: 5), 28,25/1800 (28,25/1800 = 26,25/1800 + 2/1800, όπου 2/1800 = 10/1800 : 5), 28,25/1800, 28,25/1800, 28,25/1800 και 28,25/1800 εξ αδιαιρέτου, αντίστοιχα, νεμόμενοι αυτό κατά τον ίδιο τρόπο. Κατά το έτος 1960, απεβίωσε η …… χωρίς να αφήσει διαθήκη, καταλίποντας μόνους πλησιέστερους συγγενείς του, και ως εκ τούτου εξ αδιαθέτου κληρονόμους της,  το σύζυγο της, ….. ………………, και τα πέντε (5) τέκνα της: ………, οι οποίοι αποδέχτηκαν την επαχθείσα σ’ αυτούς κληρονομία, συγκείμενη από το 190/1800 εξ αδιαιρέτου ποσοστό της κληρονομούμενης …….. επί του ανωτέρω ακινήτου, δυνάμει της υπ’ αριθ. …../1961 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς, ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών, ………………, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας, και κατέστησαν συννομείς αυτού, κατά ποσοστό 47,50/1800, 28,50/1800, 28,50/1800, 28,50/1800, 28,50/1800 και 28,50/1800 εξ αδιαιρέτου, αντίστοιχα, συνεχίζοντας  να ασκούν  έκτοτε σε αυτό τις ίδιες διακατοχικές πράξεις με τους δικαιοπαρόχους τους. Στη συνέχεια, δυνάμει του υπ’ αριθ. …./1961 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών ………………, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας στον τόμο … με αύξοντα αριθμό …, οι ανωτέρω συννομείς  του ακινήτου, δηλαδή οι: 1) …… (190/1800), 2) ……… (190/1800), 3) ……. (190/1800), 4) …….. (190/1800), 5) …….. (190/1800), 6) …….. (190/1800), 7) ………..(45/1800), 8) …….. (29/1800), 9) ……… (29/1800), 10) ……. (29/1800), 11) ……. (29/1800), 12) ……..(29/1800), 13) ………. (48,75/1800), 14) ……… (28,25/1800), 15) ……………………. (28,25/1800), 16) …….. (28,25/1800), 17) …….. (28,25/1800), 18) ……… (28,25/1800), 19) …….. (90/1800), 20) ……. (47,50/1800), 21) …….. (28,50/1800), 22) …… (28,50/1800), 23) ……. (28,50/1800), 24) …….. (28,50/1800), και 25) ……. (28,50/1800), μεταβίβασαν, λόγω πώλησης, το ανωτέρω ακίνητο των 95.987 τ.μ., στην ………, και της παρέδωσαν τη νομή αυτού. Η  τελευταία  μετά  την αγορά της εν λόγω έκτασης προέβη σε κατάτμηση αυτής, δενδροφύτευση, ρυμοτόμηση και πώληση των τμημάτων της, μεταξύ των οποίων και το επίδικο. Επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω έχουν γίνει δεκτά και με τις με αριθμό 634/2017, 650/2017, 498/2018 και 499 /2018 αποφάσεις του Δικαστηρίου τούτου, που έκριναν τελεσίδικα επι αγωγών με ταυτόσημο περιεχόμενο και αντικείμενο, και επίδικα  άλλα τμήματα της  κατατμηθείσας από την ……. ως άνω μείζονος έκτασης. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι τόσο η ……. όσο και οι ως άνω απώτεροι  δικαιοπάροχοι της  ουδέποτε αποβλήθηκαν ή έστω οχλήθηκαν  από το εναγόμενο κατά την άσκηση της νομής τους στην ευρύτερη έκταση.  Συγκεκριμένα, όπως κατέθεσε πρωτοδίκως και η μάρτυς του εναγομένου, το εναγόμενο ουδέποτε εξέδωσε πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής σε βάρος της …….. από τη μείζονα έκταση, τμήμα της οποίας αποτελεί και το επίδικο ακίνητο (βλ. σελ. 14 των υπ’αρίθμ. 1348/2014 πρακτικών της δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου) ενώ, περαιτέρω αποδείχθηκε ότι τα πρωτόκολλα αποζημίωσης (μισθώματος) που εκδόθηκαν από τον Οικονομικό Έφορο σε βάρος του . ……………… για τα έτη 1928-1939, ακυρώθηκαν δυνάμει της υπ’αριθ. 27/23.7.1940 απόφασης του Ειρηνοδίκη Σαλαμίνας (βλ. ΜΕφΠειρ 498/2018, αδημ. προσκομιζόμενη). Με το με αριθμό …./22-5-1970 συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Πειραιά, …….., νομίμως μεταγεγραμμένο, η  …….. πώλησε το επίδικο  ακίνητο στους γονείς του πρώτου ενάγοντος και παππούδες των λοιπών, . ……., κατά ποσοστό  ½ εξ αδιαίρετου στον καθένα,  και  τους παρέδωσε αντιστοίχως τη νομή του, αυτοί δε έκτοτε και μέχρι τον θάνατο τους το νέμονταν από κοινού, αναγείροντας σε αυτό ισόγεια οικία, η οποία συνδέθηκε με τα δίκτυα κοινής ωφελείας, όπου και κατοικούσαν, μέχρι τον θάνατο τους. Εξ αυτών, ο ………………. απεβίωσε στις 5-9-1994 χωρίς να αφήσει διαθήκη και κληρονομήθηκε κατά εξ αδιαιρέτου ποσοστό 25% από την ως άνω σύζυγο του, κατά ποσοστό εξ αδιαιρέτου 37,50%  απο τον πρώτο ενάγοντα ως τέκνο του και κατά ποσοστό εξ αδιαιρέτου 18,75%    από έκαστο των  δεύτερου και τρίτου των εναγόντων ως τέκνα του προαποβιωσαντος υιού του …….., ενώ στις 22-12- 2004 απεβίωσε η …….., η οποία κληρονομήθηκε εξ ολοκλήρου από τον πρώτο ενάγοντα – τέκνο της, δυνάμει της από 2-2-2004 ιδιόγραφη διαθήκη της, που δημοσιεύθηκε νόμιμα με το με αριθμό 354/1-4-2005 πρακτικό δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Οι ενάγοντες, που αποδέχθηκαν τις επαχθείσες κατά τα ανωτέρω σε αυτούς κληρονομίες  με τις με αριθμό …/20-6-1996  και  …. /24.3.2006 πράξεις δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς της Συμβολαιογράφου Νικαίας ………., που μεταγράφηκαν νόμιμα, και εξακολούθησαν να  νέμονται το επίδικο κατά τον ίδιο τρόπο, με συνέπεια  να καταστούν  συγκύριοι αυτού κατά τα προαναφερόμενα εξ αδιαιρέτου ποσοστά τους,  προσμετρουμένου και του χρόνου νομής σε αυτό των δικαιοπαρόχων τους, οι οποίοι από το έτος 1845 το νέμονταν συνεχώς και αδιαλείπτως  χωρίς να απωλέσουν τη νομή του, αρχικώς με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, με τριακονταετή νομή με καλή πίστη, και μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 1045 ΑΚ. Τα ανωτέρω,  εξάλλου, δεν αναιρούνται, σε αντίθεση με όσα αβάσιμα ισχυρίζεται το εναγόμενο,  από το γεγονός και μόνον ότι το επίδικο ακίνητο καταχωρήθηκε ως τμήμα δασικής έκτασης (ΔΑ …) και ως δημόσιο κτήμα (ΑΒΚ ..), βάσει του από 27-2-1939 διαγράμματος του των μηχανικών ………….. Τέλος, αποδείχθηκε ότι την διαδικασία κτηματογράφησης της περιοχής της νήσου Σαλαμίνος, το ακίνητο των εναγόντων  καταχωρήθηκε ανακριβώς ως ανήκον στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου (παρά το γεγονός ότι  κατά το χρόνο έναρξης του Κτηματολογίου, (13.1.2006), ανήκε στους ιδίους, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα), με συνέπεια να προσβάλλεται εκ του λόγου αυτού το δικαίωμα συγκυριότητας τους. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε τα ίδια πραγματικά περιστατικά και αναγνώρισε τους ενάγοντες ως συγκυρίους του επιδίκου κατά τα ανωτέρω εξ αδιαιρέτου ποσοστά τους,  ακολούθως δε, διέταξε την αντίστοιχη  διόρθωση της ως άνω ανακριβούς πρώτης εγγραφής στο Κτηματολογικό Γραφείο του Δήμου Σαλαμίνας,  δεν έσφαλε και ορθώς το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και όσα αντίθετα υποστηρίζει το εναγόμενο με τους λόγους της κρινόμενης έφεσης πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμα, όπως και η έφεση στο σύνολο της. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος, λόγω της ήττας του, (176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), αλλά μειωμένα, (22 αρθρ. 1 ν. 3693/1957, σε συνδ. με άρθρ. 7, 9 νδ 2698/1993), σύμφωνα με όσα ειδικότερα αναφέρονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει την έφεση, με την παρουσία των διαδίκων.

Δέχεται  την έφεση τυπικά και απορρίπτει αυτήν κατ’ουσίαν.

Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, εις βάρος του εκκαλούντος, και τα ορίζει  στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  31 Ιουλίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ