Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 496/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης

496/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

——————————————-

Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, και από τη Γραμματέα Γ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Αρμοδίως (άρθρο 19 του ΚΠολΔ) φέρεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, η από 17-2-2018 (υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. ………/13-3-2018) έφεση του εκ των εναγομένων, ………, κατά της με αριθμό 5151/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, αντιμωλία των νυν διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 28-9-2011 (υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. …./2011) αγωγής της ενάγουσας κατ’αυτού περί αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης συνεπεία αδικοπραξίας. Η έφεση αυτή έχει ασκηθεί νομότυπα  [άρθρα 495 § 3 του ΚΠολΔ, όπως η τελευταία αυτή διάταξη ισχύει μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α.87/23-7-2015) και το ποσό του παραβόλου που ορίζει αναπροσαρμόστηκε με το άρθρο 35 § 2 του ν.4446/2016 (ΦΕΚ Α΄240/22-12-2016) με έναρξη ισχύος ένα μήνα μετά τη δημοσίευσή του (άρθρο 45 αυτού), 499, 500, 511, 513 παρ. 1 εδαφ.β΄, 516 § 1, 517 του ΚΠολΔ], και εμπρόθεσμα (άρθρο 518 § 2, όπως η τελευταία αυτή διάταξη ίσχυε μετά την αντικατάστασή της από το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α.87/23-7-2015) δηλαδή πριν την παρέλευση διετίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης, δεδομένου ότι ουδείς εκ των διαδίκων επικαλείται ότι έχει λάβει χώρα επίδοσή της, ούτε από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει το αντίθετο, ή άλλος λόγος απαραδέκτου ενώ έχει καταβληθεί και το νόμιμο παράβολο κατά την κατάθεσή της (υπ’αριθμ. … σειρά Α παράβολο του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ και υπ’αριθμ. .. και … σειρά Α παράβολα του Δημοσίου). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και  να ερευνηθεί περαιτέρω κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 § 1 του ΚΠολΔ).

Η ενάγουσα εξέθετε στην αγωγή της, η οποία στρεφόταν και κατά της συζύγου του εκκαλούντος, ………, ότι τυγχάνει εξ αδιαιρέτου συγκυρία οικοπέδου, κείμενου στον αστικό προσφυγικό συνοικισμό Νικαίας, το οποίο απέκτησε κατά το ποσοστό του ½ εξ αδιαιρέτου, δυνάμει του νομίμως μεταγεγραμμένου, υπ’αριθμ. ……../2004 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών, …….., επί του οποίου από κοινού με τον έτερο συνιδιοκτήτη, …….. ανήγειραν πολυκατοικία, την οποία υπήγαγαν στο σύστημα της οροφοκτησίας, κατά τις διατάξεις του ν.3741/1929, δυνάμει της νομίμως επίσης μεταγεγραμμένης, υπ’αριθμ. ……../2004 πράξης σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας της ως άνω συμβολαιογράφου, λαμβάνοντας ο καθένας τις ειδικότερα μνημονευόμενες οριζόντιες ιδιοκτησίες. Ότι ο ……… είχε εκμισθώσει στον εναγόμενο τη μεζονέτα του β΄και γ΄ορόφου της συγκεκριμένης πολυκατοικίας με το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης της υπό στοιχ. Υ-2 αποθήκης του υπογείου. Ότι στις 21-10-2010, από αμέλεια της οικιακής βοηθού της οικογενείας του, που τελούσε υπό τις εντολές του, αλλά και του ιδίου, εκδηλώθηκε πυρκαγιά στον χώρο της παραπάνω αποθήκης, συνεπεία της οποίας προξενήθηκαν εκτεταμένες ζημίες στους κοινόχρηστους και κοινόκτητους χώρους της οικοδομής, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα, για την αποκατάσταση των οποίων απαιτείται δαπάνη ύψους 33.766,46 ευρώ, και, επομένως, στην ίδια αναλογεί το ποσό των 16.883,23 ευρώ. Ακολούθως, κατόπιν επιτρεπτού περιορισμού  και, ειδικότερα, τροπής τους αιτήματός της εν μέρει σε αναγνωριστικό, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της στο ακροατήριο, ζητούσε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν και να αναγνωριστεί ότι της οφείλουν εις ολόκληρον το ποσό των 16.883,23 ευρώ και των   10.000 ευρώ, ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση, αντίστοιχα, για τη ζημία και την ηθική βλάβη που υπέστη από την αδικοπρακτική συμπεριφορά τους, αμφότερα δε τα ποσά με τον νόμιμο τόκο  από την επίδοσή της και μέχρι την εξόφληση, και να καταδικαστούν αυτοί στα δικαστικά της έξοδα. Επί της αγωγής εκδόθηκε, όπως προεκτέθηκε, η εκκαλουμένη με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή ως προς τη δεύτερη εναγομένη και τον δεύτερο ενάγοντα και έγινε εν μέρει δεκτή ως προς την νυν εφεσίβλητη και κατά το μέρος που στρεφόταν κατά του εκκαλούντα, ο οποίος υποχρεώθηκε να της καταβάλει το ποσό των 7.984 ευρώ και αναγνωρίστηκε ότι της οφείλει και το ποσό των 1.000 ευρώ, ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση αντίστοιχα, με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, και επιβλήθηκαν σε βάρος του και τα δικαστικά της έξοδα, τα οποία ορίστηκαν στο ποσό των 350 ευρώ.

Κατά της απόφασης αυτής, παραπονείται ο εκκαλών για τους ειδικότερα μνημονευόμενους στην έφεσή του λόγους, που συνιστούν αιτιάσεις αναγόμενες στην εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                   και την κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητά την εξαφάνιση άλλως μεταρρύθμισή της, με σκοπό την απόρριψη, εν όλω ή εν μέρει, της αγωγής. Ειδικότερα, με τον πρώτο λόγο της έφεσής του επαναφέρει τον και πρωτοδίκως προταθέντα ισχυρισμό του περί αοριστίας της αγωγής, για τον λόγο ότι η ενάγουσα δεν εκθέτει λεπτομερώς, ως όφειλε για την πληρότητά της, τις προκληθείσες φθορές, κατ’είδος και έκταση, τη ζημία και ειδικότερα τη δαπάνη για την αγορά των επιμέρους υλικών και την αμοιβή των επιμέρους εργασιών.

Από τα άρθρα 297 και 298 του ΑΚ προκύπτει ότι επί βλάβης πράγματος, η ζημία συνίσταται στη δαπάνη αποκαταστάσεως αυτής (βλάβης), αντίστοιχα προς την οποία μειώνεται η υπάρχουσα περιουσία του ζημιωθέντος και το ποσό αυτής αποτελεί την επιδικαστέα αποζημίωση όταν αυτή παρέχεται σε χρήμα. Συνακόλουθα, για την κατά το άρθρο 216 §  1 του ΚΠολΔ πληρότητα της αγωγής, σε περίπτωση βλάβης πράγματος, ο ενάγων, απαιτώντας αποζημίωση για τις ζημίες που αυτό υπέστη, αρκεί να αναφέρει ορισμένως το βλαπτικό αποτέλεσμα και την επελθούσα περιουσιακή μείωση. Δεν αποτελεί, όμως, στοιχείο της αγωγής, ο καθορισμός των επιμέρους υλικών τα οποία απαιτούνται για την αποκατάσταση της ζημίας, η ποσότητα αυτών και η αξία τους (ΑΠ 569/2000 ΕλλΔνη 41.1575, ΕφΘεσ 1694/2003 Αρμ. 2004.66, ΕφΠειρ (Μον) 870/2014, αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ») ούτε ο καθορισμός των επιμέρους επισκευαστικών εργασιών και τα επιμέρους ποσά των δαπανών επισκευής. Αυτά θεωρούνται περιγραφικά στοιχεία της ζημίας και θα προκύψουν από τις αποδείξεις (ΑΠ 569/2000 ό.π, ΕφΘρ 734/2005, ΕΠΙΔΙΚΙΑ 2006.244). Εξάλλου, από τα άρθρα 298 και 914 του ΑΚ συνάγεται ότι, σε περίπτωση αδικοπραξίας, αφότου εκδηλώθηκε το ζημιογόνο γεγονός γεννάται υπέρ του ζημιωθέντος αξίωση αποζημιώσεως για την όλη ζημία, θετική και αποθετική, παρούσα ή μέλλουσα (ΑΠ 21/2012 ΕΠΙΔΙΚΙΑ 2012.277), η θετική δε ζημία συνίσταται στο ποσό της απαιτούμενης δαπάνης για την αποκατάσταση των βλαβών, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη αποκατάστασή τους (Αθ.Κρητικός «Αποζημίωση από Τροχαία Αυτοκινητικά Ατυχήματα», έκδ. 1992, σελ. 272-273, αρ.775). Επομένως, ο παραπάνω λόγος είναι αβάσιμος, διότι από την επισκόπηση του δικογράφου της αγωγής προκύπτει ότι εκτίθενται επαρκώς τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την ιστορική βάση της και δικαιολογούν την κατά νόμον άσκησή της, και ειδικότερα η ζημία που υπέστησαν οι κοινόκτητοι και κοινόχρηστοι χώροι της οικοδομής, που ανήκει κατά το ήμισυ εξ αδιαιρέτου στην ενάγουσα, καθώς και η δαπάνη αποκαταστάσεώς της, χωρίς να απαιτείται λεπτομερής παράθεση των επιμέρους φθορών, υλικών και αναγκαίων εργασιών, αφού τα στοιχεία αυτά είναι περιγραφικά της ζημίας και μπορούν να προκύψουν από τις αποδείξεις.

Το πολιτικό δικαστήριο, όταν αποφασίζει περί του αν τελέσθηκε το αστικό και συγχρόνως ποινικό αδίκημα, δεν δεσμεύεται από την τυχόν προηγηθείσα σχετική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, αθωωτική ή καταδικαστική. Επιβάλλεται όμως να λάβει σοβαρά υπόψη του ως ισχυρό τεκμήριο την ποινική κρίση και μπορεί να αφίσταται από αυτήν με απόλυτα αιτιολογημένη απόφαση. Ειδικά επί αθωωτικής αποφάσεως, το τεκμήριο αθωότητας δεν συνεπάγεται αποδεικτική δέσμευση του πολιτικού δικαστηρίου που οδηγεί υποχρεωτικά σε αποδεικτικό αποτέλεσμα σύμφωνο με την αθωωτική απόφαση και κατ’ ανάγκη σε αποκλεισμό της αστικής αδικοπρακτικής ευθύνης του αθωωθέντος με την αιτιολογία ότι διαφορετικά δημιουργούνται αμφιβολίες για την αθώωση και παραβιάζεται η αρχή του άρθρου 6 § 2 ΕΣΔΑ και 14 § 3 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα. Με τις αυξημένης τυπικής ισχύος διατάξεις αυτές, δεν καθιερώνεται δεδικασμένο στην πολιτική δίκη από απόφαση ποινικού δικαστηρίου (ΑΠ 322/2018 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), αλλά κατοχυρώνεται και προστατεύεται το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου. Το τελευταίο μάλιστα δεν περιορίζεται στις περιπτώσεις εκείνες που ο διάδικος έχει την ιδιότητα του κατηγορουμένου στα πλαίσια μιας ποινικής δίκης, αλλά έχει εφαρμογή και ενώπιον οιουδήποτε άλλου Δικαστηρίου που επιλαμβάνεται μεταγενέστερα είτε επί των αστικών αξιώσεων του παθόντος είτε επί θεμάτων διοικητικής ή πειθαρχικής φύσεως, όταν αυτό για τις ανάγκες της δίκης ερμηνεύει την ποινική αθωωτική απόφαση, που στηρίζεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά με εκείνα που εισάγονται ενώπιον του, κατά τρόπο που δημιουργεί αμφιβολίες ως προς την προηγούμενη απαλλαγή του διαδίκου (ΑΠ 322/2018, ό.π, ΑΠ 1398/2015 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 1364/2011, Νοβ 2012.568).

Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων, ….. και ….. ., που εξετάσθηκαν ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, ορισμένα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά,  μεταξύ των οποίων οι προσκομιζόμενες από τους διαδίκους –συνολικά 17 από τον εκκαλούντα και 5 από την εφεσίβλητη- φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 444 § 1 περ. γ΄, 448 § 2, 457 § 4 του ΚΠολΔ), με εξαίρεση τις υπό στοιχ. 9ζ και 9 η φωτογραφίες  που προσκομίζει ο εκκαλών και η εφεσίβλητη αμφισβητεί τον χρόνο λήψης τους, τα έγγραφα της σχηματισθείσας ποινικής δικογραφίας, που εκτιμώνται ως δικαστικά τεκμήρια (ΑΠ 64/2019 αδημ, ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), και επιπλέον οι  εκτιμώμενες ελεύθερα, κατ’άρθρο 390 του ΚΠολΔ, γνωμοδοτήσεις τρίτων προσώπων, με ειδικές γνώσεις επιστήμης και τέχνης και, συγκεκριμένα, η από Δεκεμβρίου 2010 τεχνική έκθεση της αρχιτέκτονος, . ….., η από 6-6-2011 τεχνική έκθεση του ηλεκτρολόγου μηχανικού . …, μετά από αυτοψία στις 15-5-2011 καθώς και έτερη τεχνική έκθεση του ιδίου, άνευ ημερομηνίας, μετά από αυτοψία την ίδια ημέρα, και η από 15-1-2014 κοστολόγηση αποκατάστασης ζημιών του πολιτικού μηχανικού, ………,  καθώς και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § § 3 και 4 του ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης : Η ενάγουσα είναι συνιδιοκτήτρια με τον ……., αρχικώς ενάγοντα και φερόμενο ως ήδη αποβιώσαντα, από κοινού, κατά το ποσοστό του ½ εξ αδιαιρέτου ο καθένας, ενός οικοπέδου που βρίσκεται στον αστικό προσφυγικό συνοικισμό Νικαίας και στη συμβολή των οδών . και .., το οποίο απέκτησαν δυνάμει του υπ’αριθμ. ………./2004 συμβολαίου αγοράς της συμβολαιογράφου Αθηνών, …….., που έχει μεταγραφεί στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Νικαίας. Επ’αυτού ανηγέρθη οικοδομή, η οποία υπήχθη στις διατάξεις του ν. 3741/1929 του νδ 1024/1971 και των άρθρων 1002 και 1117 του ΑΚ, δυνάμει της μεταγεγραμμένης υπ’αριθμ. ……../2004 πράξης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας του συμβολαιογράφου Αθηνών, . ….., ως νόμιμου αναπληρωτή της προαναφερθείσας συμβολαιογράφου, αποτελούμενη από υπόγειο, ισόγειο, πρώτο, δεύτερο και τρίτο πάνω από το ισόγειο ορόφους και δώμα. Με την εν λόγω πράξη προβλέφθηκαν, μεταξύ άλλων, ως κοινόκτητοι χώροι, το κεντρικό κλιμακοστάσιο έως και τον δεύτερο όροφο, το φρέαρ του ανελκυστήρα, τα πλατύσκαλα των ορόφων και της εισόδου της οικοδομής, η είσοδος της οικοδομής, καθώς και το λεβητοστάσιο, η δεξαμενή των καυσίμων και το μηχανοστάσιο του ανελκυστήρα, που βρίσκονταν στο υπόγειο. Επίσης, ορίστηκε ότι στον έτερο συνιδιοκτήτη θα περιέρχονταν, μεταξύ άλλων, η υπό στοιχ. Υ-2 αποθήκη του υπογείου, επιφάνειας 4,94 τμ, και η μεζονέτα του δευτέρου και τρίτου ορόφου, ως αυτοτελή καθεμία οριζόντια ιδιοκτησία, και στην ίδια η υπό στοιχ. Υ-1 αποθήκη του υπογείου, επιφάνειας 31,07 τμ και το υπό στοιχ. Κ-1 κατάστημα του ισογείου, επιφάνειας 57,42 τμ.  Στη συνέχεια, μετά την ολοκλήρωση της οικοδομής, δυνάμει του από 15-5-2007 ιδιωτικού συμφωνητικού μισθώσεως, ο ………., εκμίσθωσε στον πρώτο εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα, την παραπάνω μεζονέτα με δώμα, του δευτέρου και τρίτου ορόφου της για τρία (3) έτη, για να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά ως κατοικία του ιδίου και της οικογενείας του, της μίσθωσης αρχόμενης από την 1-7-2007. Παράλληλα, με προφορική συμφωνία τους, ο εκμισθωτής παρέδωσε στον μισθωτή την αποκλειστική χρήση της υπό στοιχ. Υ-2 αποθήκης. Στην οροφή αυτής ο τελευταίος είχε στερεώσει σιδερένιους οδηγούς που χρησιμοποιούνταν από την οικογένειά του, για την αποθήκευση ρούχων με κρεμάστρες, εντός προστατευτικών πλαστικών συσκευασιών, τοποθετημένων εκατέρωθεν λαμπτήρα πυρακτώσεως που κρεμόταν από πλαστικό καλώδιο από την οροφή, σε απόσταση περί τα 20 εκατοστά του μέτρου από τους οδηγούς. Στις 21-10-2010, και ενώ ο μισθωτής και η οικογένειά του εξακολουθούσαν να διαμένουν στο μίσθιο, κάνοντας χρήση και  της παραπάνω αποθήκης, εκδηλώθηκε εντός αυτής πυρκαγιά, περί ώρα 11 πμ, η οποία επεκτάθηκε στους χώρους του υπογείου, με αποτέλεσμα να καταστεί  αναγκαία η επέμβαση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας για την κατάσβεσή της. Η πυρκαγιά προκλήθηκε από την πυρακτωμένη επιφάνεια του λαμπτήρα, ο οποίος ήταν γυμνός, άνευ δηλαδή προστατευτικού καλύμματος, και λησμόνησε αναμμένο η οικιακή βοηθός της οικογένειας, ………. Συγκεκριμένα, περί τις 09.45 της ίδιας ημέρας, αυτή είχε κατέλθει στην αποθήκη για να μεταφέρει από εκεί υποδήματα των μελών της οικογένειας του μισθωτή και κατά την έξοδό της δεν έκλεισε τον διακόπτη παροχής ηλεκτρικού ρεύματος στον λαμπτήρα, με αποτέλεσμα, λόγω του μεγάλου όγκου των κρεμασμένων ενδυμάτων, ορισμένα εκ των οποίων, κατά την πλέον λογική εκδοχή, βρίσκονταν σε επαφή με τον αναμμένο λαμπτήρα, δεδομένης της απόστασης των οδηγών από αυτόν και της θέσης των κρεμαστρών και των ενδυμάτων σε αυτόν, να περιοριστεί ο ελεύθερος χώρος προς απορρόφηση και εκτόνωση της εκλυόμενης από τον λαμπτήρα θερμότητας, να λιώσει αρχικά τμήμα των ευρισκόμενων σε επαφή με αυτόν προστατευτικών πλαστικών καλυμμάτων και στη συνέχεια να δημιουργηθεί φλόγα στα παρακείμενα ρούχα, που αποτελούν εύφλεκτο υλικό. Η αιτία προκλήσεως της πυρκαγιάς αποδεικνύεται  από : 1) πρωτίστως, την έκθεση απλής αυτοψίας που συνέταξαν οι προανακριτικοί υπάλληλοι, ……….και . …., αρχιπυροσβέστης και πυρονόμος, αντίστοιχα, του Τμήματος Πυρασφάλειας της Διοίκησης Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Πειραιώς, στο πλαίσιο αστυνομικής προανάκρισης αμέσως μετά την κατάσβεση της πυρκαγιάς. Αυτοί διαπίστωσαν ότι οι σιδερένιοι οδηγοί βρίσκονταν στο πάτωμα μαζί με τον ιματισμό, ο οποίος είχε καεί εξ ολοκλήρου, τις οπές στις οποίες αυτοί στερεώνονταν και, επομένως, και τη θέση τους επί της οροφής της αποθήκης, ενώ από την ασβεστοποίηση του κονιάματος και την ολοκληρωτική καύση του ιματισμού, εκτιμήθηκε ότι η πυρκαγιά σημειώθηκε σε ύψος άνω του μέσου του χώρου. Ακόμη, η πόρτα της αποθήκης, κατά δήλωση του υιού του μισθωτή, ………., που εξετάστηκε προανακριτικά, ήταν κλειδωμένη, χωρίς ίχνος παραβίασης. 2) Την αυθημερόν επίσης ληφθείσα ένορκη εξέταση της παραπάνω οικιακής βοηθού, η οποία  βεβαιώνει την ώρα περίπου που εισήλθε στην αποθήκη, την ανυπαρξία άλλων ηλεκτρικών συσκευών εντός αυτής, καθώς και το γεγονός ότι κλείδωσε την πόρτα της εξερχόμενη. 3) την από 5-11-2010 ένορκη εξέταση της αρχικώς εναγομένης, ………., συζύγου του εκκαλούντος, η οποία βεβαιώνει την ύπαρξη της λάμπας πυρακτώσεως και την μετάβαση της οικιακής βοηθού στην  αποθήκη κατόπιν δικής της εντολής, αποκλείοντας το ενδεχόμενο να εισήλθε άλλο άτομο στην αποθήκη, λόγω και της φύλαξης του χώρου από σκύλο στον εξωτερικό χώρο, ως φύλακα, 4) την από 21-10-2010 ένορκη εξέταση του ανωτέρω, ……., ο οποίος επιβεβαίωσε ότι η θύρα της αποθήκης ήταν κλειστή και την ξεκλείδωσε ο ίδιος, αποκλείοντας το ενδεχόμενο άλλο μέλος της οικογένειας να είχε επισκεφθεί το σημείο προηγουμένως, αφού όλοι κοιμούνταν. Επίσης, η …………., υπάλληλος στο λογιστικό γραφείο της ενάγουσας, που στεγάζεται στο ισόγειο κατάστημα, ιδιοκτησίας της, η οποία βρισκόταν στο γραφείο εκείνη την ώρα, στην από 27-8-2010 ένορκη εξέτασή της επιβεβαιώνει κατ’αρχήν την παρουσία του εξετασθέντος στο ακροατήριο μάρτυρος, ……….-σημειωτέον ότι και ο …….. κάνει λόγο για έτερο άνδρα που τον βοήθησε στην προσπάθεια κατάσβεσης πριν την άφιξη της Πυροσβεστικής, χωρίς να τον κατονομάζει- την έναρξη της πυρκαγιάς από τη συγκεκριμένη αποθήκη και τη χρήση των υπαρχόντων στην οικοδομή πυροσβεστήρων εκ μέρους των ανωτέρω. Αποδείχθηκε, επιπλέον, ότι συνεπεία της πυρκαγιάς που επεκτάθηκε στον χώρο του υπογείου, πέραν των αντικειμένων που βρίσκονταν μέσα στην αποθήκη, των τοίχων στο σύνολό τους και της πόρτας της από αλουμίνιο, κάηκε το εκεί ευρισκόμενο τμήμα της ηλεκτρολογικής και υδραυλικής εγκατάστασης, όπως οι σωληνώσεις της αποχέτευσης και μάλιστα και στον χώρο του ισογείου και του πρώτου ορόφου, καθώς και οι διακόπτες του ανελκυστήρα στο υπόγειο και το ισόγειο. Επίσης, λόγω της πυρκαγιάς και της υψηλής θερμοκρασίας που αναπτύχθηκε, κάηκαν-έλιωσαν οι  εσωτερικές καλωδιώσεις εσωτερικά του τοίχου, που συνόρευε με την αποθήκη, απ’όπου ξεκίνησε η πυρκαγιά, ενώ το ίδιο συνέβη με το φωτιστικό πάνω από την πυράντοχη πόρτα της αποθήκης Υ-1 και τις συνδέσεις του ΟΤΕ, με αποτέλεσμα να απαιτηθεί αντικατάσταση όλου του ηλεκτρικού και τηλεφωνικού δικτύου του εκεί ευρισκόμενου λογιστικού γραφείου μέχρι και τον πρώτο όροφο, καθώς ο πίνακας και το τηλεφωνικό δίκτυο ήταν κοινό.  Ακόμη, λόγω της άμεσης γειτνίασής τους, με τον χώρο του υπογείου, καταστράφηκαν και οι διακόπτες και ο φωτισμός του κλιμακοστασίου στο ισόγειο έως τον πρώτο όροφο, ο κοινόχρηστος ηλεκτρολογικός πίνακας στην είσοδο της οικοδομής και το εκεί ευρισκόμενο ξύλινο ντουλάπι, εντός του οποίου υπήρχαν τα ρολόγια της Δ.Ε.Η. Επίσης, το κοινόχρηστο κλιμακοστάσιο λειτούργησε σαν αγωγός με αποτέλεσμα ο καπνός να φθάσει μέχρι και τον δεύτερο όροφο, προκαλώντας ρύπανση στους τοίχους περιμετρικά της κλίμακας και των μαρμάρων των πατημάτων της, στο στέγαστρο ύπερθεν της κεντρικής πόρτας εισόδου από αλουμίνιο, καθώς και αυτής, η οποία εμφανίζει μικρής έκτασης παραμόρφωση, χωρίς ωστόσο να επηρεάζεται η λειτουργικότητά της. Λόγω του καπνού και της υψηλής θερμοκρασίας υπέστη ζημία το σύστημα κλιματισμού και εξαερισμού του λογιστικού γραφείου, ενώ από τα νερά  της κατάσβεσης που διοχετεύθηκαν από το άνοιγμα του εξαερισμού του λεβητοστασίου, καθόσον ούτε και οι πυροσβέστες κατόρθωσαν να κατέλθουν εξ αρχής στο χώρο του υπογείου (σχετ. η κατάθεση …….), πλημμύρισαν όλοι οι χώροι του, σε ύψος 1-1,5 μ. από τα δάπεδο, αφήνοντας σχετικό αποτύπωμα και στους τοίχους, όπως εμφαίνεται στις συνημμένες στην τεχνική έκθεση της άνω αρχιτέκτονα φωτογραφίες, καλύφθηκε το λεβητοστάσιο, ο καυστήρας του φυσικού αερίου και μέρος του φρεατίου του ανελκυστήρα, η πόρτα του οποίου στο υπόγειο βρισκόταν απέναντι από την Υ-2 αποθήκη, του μηχανοστασίου και του μηχανολογικού εξοπλισμού του.

Όλες οι παραπάνω διαπιστώσεις καταγράφονται συνοπτικά στην έκθεση αυτοψίας της Πυροσβεστικής  και λεπτομερώς στην από Δεκεμβρίου 2010 τεχνική έκθεση της αρχιτέκτονα, ………, που διενήργησε αυτοψία, κατόπιν εντολής από την ενάγουσα, με αναφορά στις συνημμένες σε αυτήν έγχρωμες φωτογραφίες, όπου αποτυπώνονται πληγέντα τμήματα της οικοδομής.

Διαφορετικό συμπέρασμα, ως προς την αιτία πρόκλησης της πυρκαγιάς δεν μπορεί να συναχθεί από τις τεχνικές εκθέσεις του ηλεκτρολόγου μηχανικού, ………, που συντάχθηκαν κατόπιν εντολής του εκκαλούντος και μετά από αυτοψία στον χώρο της οικοδομής, στις 15-5-2011 δηλαδή επτά (7) και πλέον μήνες μετά το επίδικο συμβάν, ο οποίος αντικρούει μονολεκτικά και αποκλείει κατηγορηματικά το ενδεχόμενο μετάδοσης της θερμότητας από τον λαμπτήρα πυρακτώσεως- με γενικόλογες αναφορές και παραπομπή σε ανακοινώσεις της Δ.Ε.Η και του ΕΛΟΤ, που υποδηλώνουν αδυναμία τεκμηρίωσης του συλλογισμού του- ακόμη και αν αυτός έμεινε αναμμένος για 40 ΄, δεδομένων των επιπέδων υγρασίας στον υπόγειο χώρο και της αναμενόμενης θερμοκρασίας λόγω εποχής, που δεν ήταν υψηλή, της απόστασης του ιματισμού από τον λαμπτήρα αλλά και του υλικού του ντουϊ του, δηλαδή του βακελίτη, που αποτελεί σκληρό, μονωτικό υλικό που δεν καίγεται ούτε μαλακώνει.  Έτσι, υιοθετεί καθ’υπόθεση ως μόνη δυνατή αιτία της πρόκλησης της πυρκαγιάς τη διαρροή ηλεκτρικού ρεύματος, που είναι συνήθης, κατά την άποψή του, από αμυχές της μόνωσης των καλωδίων σε υπόγειους χώρους, λόγω υγρασίας, η οποία θα αποτρέπετο αν υπήρχε στην ηλεκτρική εγκατάσταση της πολυκατοικίας ηλεκτρονόμος προστασίας (διακόπτης διαφυγής ενέργειας άλλως αντιηλεκτροπληξιακός ρελέ). Αντίστοιχο είναι και το συμπέρασμα του πολιτικού μηχανικού …………., ο οποίος προέβη κυρίως σε κοστολόγηση της αποκατάστασης των ζημιών, το οποίο διατυπώνεται επίσης μονολεκτικά, με τη διατύπωση κυρίως της άποψης ότι το πλαστικό όταν υπερθερμανθεί δεν καίγεται αλλά λιώνει, θεωρώντας ότι η πιθανότερη αιτία ήταν το βραχυκύκλωμα λόγω υπερθέρμανσης του λαμπτήρα. Πέραν όμως της χρονικής απόστασης της αυτοψίας που αυτός διενήργησε από το επίδικο συμβάν, η εκδοχή που αποτυπώνεται στο πόρισμα της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας ανταποκρίνεται, με βάση τα γνωστά από τα διδάγματα της κοινής πείρας, πορίσματα της επιστήμης, στην πραγματικότητα κατά τρόπο προφανή, με αποτέλεσμα η αναζήτηση άλλης αιτίας να είναι άσκοπη αλλά και αμφίβολων αποτελεσμάτων, λόγω της ολοκληρωτικής καταστροφής των καλωδιώσεων του υπογείου, ειδικά στον χώρο της αποθήκης, που αποκλείει τη δυνατότητα διαπίστωσης κάποιας διαρροής. Άλλωστε, η φλόγα, κατά την πλέον λογική εκδοχή, προκλήθηκε από την επαφή, κατά τα άνω, μέρους του ιματισμού με τον λαμπτήρα. Έτσι, και η μη τοποθέτηση εκ μέρους του εκμισθωτή κατά την κατασκευή της ηλεκτρικής εγκατάστασης της πολυκατοικίας ηλεκτρονόμου προστασίας, δεν συνιστά παράλειψη ευρισκόμενη σε πρόσφορη αιτιώδη συνάφεια με την πρόκληση της πυρκαγιάς, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, διότι το συγκεκριμένο εξάρτημα λειτουργεί ως διακοπτικό της ροής του ηλεκτρικού ρεύματος όταν υπάρχει διαρροή και δημιουργείται κίνδυνος βραχυκυκλώματος και δεν  δύναται προληπτικώς, να αποτρέψει την έκλυση και μετάδοση θερμότητας από την λειτουργία του λαμπτήρα πυρακτώσεως, προς εγγύτατα ευρικόμενα εύφλεκτα υλικά, όπως στην προκειμένη περίπτωση.

Με βάση, επομένως, όσα προεκτέθηκαν, η πρόκληση πυρκαγιάς στην αποθήκη Υ-2 του υπογείου, οφείλεται σε συγκλίνουσα υπαιτιότητα και δη αμέλεια του εκκαλούντος, και της οικιακής βοηθού της οικογενείας του, έλλειψη δηλαδή της σύνεσης και προσοχής που όφειλαν και μπορούσαν να επιδείξουν, υπό τις δεδομένες περιστάσεις, με αποτέλεσμα να μην προβλέψουν την επέλευση του εν λόγω αποτελέσματος, η αποτροπή του οποίου θα ήταν δυνατή με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς προσώπου. Ειδικότερα, ο εκκαλών αν και γνώριζε ότι η αποθήκη φωτιζόταν από γυμνό λαμπτήρα πυρακτώσεως που κρεμόταν από την οροφή της, παραβαίνοντας τη γενική υποχρέωση πρόνοιας και ασφάλειας στο πλαίσιο της συνοίκησης στον χώρο της οικοδομής με άλλα πρόσωπα, δηλαδή την κοινωνικά επιβεβλημένη και εκ της θεμελιώδους δικαιϊκής αρχής της συνεπούς συμπεριφοράς απορρεούσης, υποχρέωσης λήψεως ορισμένων μέτρων επιμελείας για την αποφυγή προκλήσεως ζημίας σε έννομα αγαθά τρίτων προσώπων (ΑΠ 1133/2017, ΑΠ 1398/2015, αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), στερέωσε πλησίον του λαμπτήρα και σε μικρή απόσταση μεταλλικούς οδηγούς, στους οποίους επικρέμασε εντός προστατευτικών πλαστικών συσκευασιών, μεγάλο όγκο ιματισμού της οικογενείας του, άλλως ανέθεσε εν γνώσει του την τοποθέτησή του εκεί στην οικιακή βοηθό του. Ο ιματισμός αυτός καταλάμβανε σχεδόν ολόκληρο τον χώρο της αποθήκης και αφενός μεν περιόριζε εξ ολοκλήρου τον ελεύθερο χώρο της, ο οποίος ήταν απαραίτητος για την εκτόνωση και απορρόφηση της εκ του λαμπτήρα εκλυόμενης θερμότητας, αφετέρου μέρος του βρισκόταν σε επαφή με αυτόν, δημιουργώντας έτσι συνθήκες επικίνδυνες και πρόσφορες προς εκδήλωση πυρκαγιάς από τη συνήθη χρήση του λαμπτήρα, με δεδομένο μάλιστα ότι ήταν ορατό το ενδεχόμενο και υπαρκτός ο κίνδυνος, κάποιος από τους επισκεπτόμενους τον χώρο της αποθήκης, στο πλαίσιο της συνήθους ανθρώπινης συμπεριφοράς, να λησμονήσει να κλείσει τον διακόπτη τροφοδοσίας του με ηλεκτρικό ρεύμα. Ο κίνδυνος αυτός απέρρεε από την έκλυση θερμότητας η οποία θα συσσωρευόταν εντός του περιορισμένου ελεύθερου έως ανύπαρκτου χώρου της αποθήκης, κατά τα προεκτεθέντα, μεταξύ του λαμπτήρα και του ιματισμού. Με αμέλεια βαρύνεται, επίσης, και η προαναφερθείσα οικιακή βοηθός, η οποία εξήλθε της αποθήκης και αποχώρησε, χωρίς να θέσει προηγουμένως τον διακόπτη εκτός λειτουργίας, ενώ μπορούσε να προβλέψει την επικινδυνότητα της παρατεταμένης λειτουργίας του λαμπτήρα, για τους λόγους που προεκτέθηκαν. Οι υπαίτιες αυτές ενέργειες και παραλείψεις τους, αντίστοιχα, οι οποίες μάλιστα συμπίπτουν με τις επικαλούμενες στο δικόγραφο της αγωγής, στοιχειοθετώνας την έννοια του παρανόμου, ήταν ικανές και πρόσφορες, λόγω των ειδικών συνθηκών της συγκεκριμένης περίστασης να οδηγήσουν στο επιζήμιο αποτέλεσμα της πρόκλησης πυρκαγιάς και των συνεπεία αυτής φθορών. Έτσι, ο εκκαλών ευθύνεται όχι μόνον αυτοτελώς για το επελθόν αποτέλεσμα αλλά και για το πταίσμα της άνω οικιακής βοηθού, ως προστήσας  αυτήν, εφόσον η ζημιογόνος συμπεριφορά της τελέστηκε εντός των ορίων των καθηκόντων που της ανατέθηκαν από αυτόν και ενεργούσε υπό τον έλεγχο και την επίβλεψή του, χωρίς να είναι αναγκαίο αυτή να είναι διαρκής (ΑΠ 585/2017, ΑΠ 910/2015 αδημ ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο καταλήγοντας στην ίδια κρίση, αν και με συνοπτικότερη αιτιολογία, που συμπληρώνεται από την αιτιολογία της παρούσας (ΕφΑθ (Μον) 407/2018, ΔΕΕ 2018.900, ΕφΠειρ (Μον) 448/2016 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε, των περί του αντιθέτου υποστηριζόμενων από τον εκκαλούντα με τον τέταρτο, πέμπτο και έκτο λόγους της εφέσεώς του, με τους οποίους ισχυρίζεται ότι η πυρκαγιά οφείλεται σε πταίσμα τρίτου και δη του έτερου συνιδιοκτήτη και εκμισθωτή, ο οποίος δεν είχε τοποθετήσει προστατευτικό κάλυμμα στη λάμπα πυρακτώσεως, ούτε είχε μεριμνήσει για την τοποθέτηση αντιηλεκτροπληξιακού ρελέ, ότι η θερμότητα που αναπτύσσεται από την λάμπα είναι αδύνατον να προκάλεσε πυρκαγιά σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, και ότι η οικιακή βοηθός αθωώθηκε από το ποινικό δικαστήριο, αντίστοιχα, ελέγχονται ως αβάσιμα. Σημειώνεται ότι η αθώωση της οικιακής βοηθού, σύμφωνα με το προσκομιζόμενο απόσπασμα της υπ’αριθμ. 8318/2015 απόφασης του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, και όχι αντίγραφο αυτής με πλήρες σκεπτικό, στηριζόμενη στις αμφιβολίες του Δικαστηρίου,  δεν συνεπάγεται αποδεικτική δέσμευση του παρόντος Δικαστηρίου και αποκλεισμό της αδικοπρακτικής ευθύνης της και συνακόλουθα και του εκκαλούντος, με βάση τη σχετική σκέψη που προεκτέθηκε και τις αναλυτικές παραδοχές που αναπτύχθηκαν παραπάνω.

Εξάλλου, όπως ήδη εκτέθηκε, η μη τοποθέτηση αντιηλεκτροπληξιακού ρελέ στον ηλεκτρικό πίνακα του υπογείου δεν συνδέεται αιτιωδώς, με την πρόκληση πυρκαγιάς, ενώ αποδείχθηκε ότι υπήρχαν πυροσβεστήρες, των οποίων μάλιστα έγινε χρήση από τον υιό του μισθωτή και τον ……… Επίσης, η τοποθέτηση προστατευτικού καλύμματος στον λαμπτήρα της Υ-2 αποθήκης, δεν ενέπιπτε σε καμία περίπτωση στις υποχρεώσεις της ενάγουσας, και επομένως, η έλλειψή του δεν στοιχειοθετεί παράλειψή της, ενώ αναφορικά με τις λοιπές λάμπες του υπογείου, ο σχετικός ισχυρισμός αλυσιτελώς προτείνεται αφού δεν συνδέεται αιτιωδώς με το επίδικο συμβάν. Τέλος, και η έλλειψη ή οποιαδήποτε αστοχία του καναλιού αερισμού του λεβητοστασίου, δεν συνδέεται αιτιωδώς με την πρόκληση της πυρκαγιάς αλλά ούτε και με την έκταση της ζημίας της ενάγουσας, αφού η φωτιά κατασβέστηκε τελικά ενόσω βρισκόταν στον υπόγειο χώρο και δεν έφθασε στο ισόγειο και στους πιο πάνω ορόφους, όπου προκλήθηκαν φθορές από τον πυκνό καπνό και την ανάπτυξη μεγάλης θερμοκρασίας. Συνεπώς, ορθώς κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, απέρριψε την ένσταση συντρέχοντος πταίσματος της ενάγουσας στην πρόκληση του επίδικου συμβάντος που προέβαλε ο εκκαλών και τα  αντίθετα υποστηριζόμενα από αυτόν, με τον έβδομο λόγο της έφεσής του, με τον οποίο επαναφέρει τον ως άνω ισχυρισμό του, κρίνονται απορριπτέα ως αβάσιμα.

Αποδείχθηκε, επίσης, ότι καταστράφηκαν ολοκληρωτικά οι ηλεκτρικές εγκαταστάσεις του υπογείου και του ισογείου, μεταξύ των οποίων ο ηλεκτρικός πίνακας κοινοχρήστων και οι καλωδιώσεις, γεγονός το οποίο όχι μόνον αποδέχθηκε αλλά και επικαλέστηκε ο εκκαλών στην από 19-11-2010 εξώδικη γνωστοποίηση-διαμαρτυρία και δήλωσή του προς τον ………. και μνημονεύει και ο μηχανικός ……….. στην έκθεσή του. Η αντικατάστασή του μάλιστα έγινε άμεσα, προκειμένου να καταστεί η οικοδομή λειτουργική στα συγκεκριμένα τμήματά της. Η δαπάνη αντικατάστασής του, συμπεριλαμβανομένης και της σχετικής εργασίας (αντικατάσταση πίνακα υπογείου, φωτιστικών, πριζών και διακοπτών, καλωδίων και υποδομής δικτύου) φέρεται ότι ανήλθε, βάσει μεν τιμολογίων, στα οποία μνημονεύονται οι επιμέρους εργασίες (σχετ. τα υπ’αριθμ. …/11-11-2010 και …../6-12-2010 τιμολόγια παροχής υπηρεσιών του ……..),  στο ποσό των 3.936 (1.353 + 2.583) ευρώ,  ενώ ορθώς καθορίστηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο στο ποσό των 2.500 ευρώ, ως ανταποκρινόμενο στη συνήθη αμοιβή για το συγκεκριμένο είδος εργασίας, απορριπτομένου ως αβάσιμου του τρίτου και όγδοου  λόγου εφέσεως, κατά το οικείο σκέλος τους, με τους οποίους ο εκκαλών αμφισβητεί απλώς το συγκεκριμένο κονδύλιο χωρίς να προσδιορίζει ταυτόχρονα το ποσό που αποδέχεται ως δαπάνη. Άμεση, επίσης, για τον ίδιο λόγο ήταν η αντικατάσταση (αποξήλωση καταστραφέντος και τοποθέτηση νέου) του αποχετευτικού δικτύου, που διερχόταν από το υπόγειο, αλλά και στο ευρισκόμενο στο ισόγειο της οικοδομής λογιστικό γραφείο, ιδιοκτησίας της ενάγουσας και τον κάτωθι αυτού χώρο της υπό στοιχ. Υ-1 αποθήκης της, με δαπάνη που ανήλθε ειδικώς για τις ιδιοκτησίες της ενάγουσας στο ποσό των 615 ευρώ (σχετ. το υπ’αριθμ. …../23-10-2010 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών του υδραυλικού, …….),  όπως ορθώς εκτιμώντας τις αποδείξεις έκρινε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, απορριπτομένου ως αβάσιμου του δεύτερου λόγου εφέσεως, κατά το οικείο σκέλος του, με τον οποίο ο εκκαλών διατείνεται ότι δεν υπήρξε τέτοια βλάβη. Πλέον αυτών, όπως ήδη εκτέθηκε, το κοινόχρηστο κλιμακοστάσιο λειτούργησε ως καμινάδα με αποτέλεσμα ο καπνός να διοχετευθεί σε όλους τους κοινόχρηστους χώρους, ήτοι περιμετρικά της κλίμακας μέχρι και τον β΄όροφο, όπως αποτυπώνεται  και στις συνημμένες στην τεχνική έκθεση της . ……… φωτογραφίες, με αποτέλεσμα να μην αρκεί ο καθαρισμός τους με ειδικά απορρυπαντικά μέσα αλλά να απαιτείται ελαιοχρωματισμός τους. Η εργασία αυτή αφορούσε όλη την κοινόκτητη τοιχοποιία του υπογείου, όπου η ρυπαρότητα ήταν πιο έντονη, όπως είναι ευνόητο, και επιπλέον την είσοδο του ισογείου, και το κοινόκτητο επίσης τμήμα του πρώτου και του δευτέρου ορόφου, επιφάνειας, σύμφωνα με την αναλυτική επιμέτρηση της άνω αρχιτέκτονος, 129,01,  48,28,  48,28 και 19,92 τμ αντίστοιχα, και συνολικά 245,49 τμ. Επισημαίνεται ότι σε ορισμένα σημεία των κοινοχρήστων αυτών χώρων θα απαιτείτο επιπλέον σοβάντισμα, αφενός λόγω των εργαστηριακών δοκιμών που πραγματοποιήθηκαν, προκειμένου να ελεγχθεί ο φέρων οργανισμός του κτιρίου, αφετέρου δε λόγω των εργασιών αποκατάστασης του ηλεκτρολογικού δικτύου και του δικτύου αποχέτευσης. Η πραγματοποίηση της σχετικής δαπάνης, πρέπει να θεωρηθεί βεβαία, με βάση τα διδάγματα της λογικής, και εκτιμάται ότι δεν υπερέβη το ποσό των 1.500 ευρώ, κατ’αποκοπήν, που ανταποκρίνεται στη συνήθη δαπάνη αγοράς των απαιτούμενων υλικών και εκτέλεσης των σχετικών εργασιών, δοθέντος ότι δεν προσκομίζονται τα εκδοθέντα συναφώς παραστατικά, αν και ήταν ευχερές. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, καθορίζοντας τη δαπάνη αυτή στο ποσό των 2.454 ευρώ, έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, δεκτού γενομένου ως εν μέρει βάσιμου, του τρίτου και όγδοου λόγου εφέσεως, κατά το σχετικό σκέλος τους. Αναφορικά, επίσης,  με τον ανελκυστήρα, την έκταση της ζημίας του μηχανολογικού εξοπλισμού του οποίου δεν ήταν σε θέση να εκτιμήσει η άνω αρχιτέκτονας, προσκομίζεται εκ μέρους της ενάγουσας η από 29-9-2011 έγγραφη προσφορά της εταιρείας «………..»,  η οποία υπογράφεται από τον τεχνικό ή νόμιμο εκπρόσωπό της, …….. Με βάση αυτήν, κατά τον έλεγχο που προηγήθηκε, διαπιστώθηκε ότι καταστράφηκαν όλα τα εξαρτήματα του ανελκυστήρα, που βρίσκονταν στο μηχανοστάσιό του καθώς και άλλα εντός του φρεατίου. Επίσης, από τα νερά της κατάσβεσης πλημμύρισε ο πυθμένας του φρεατίου, με αποτέλεσμα να διαβρωθούν από σκουριά μεταλλικά εξαρτήματά του. Κατά την εκτίμησή του, ήταν απαραίτητη η αντικατάσταση του πίνακα χειρισμού, του υδραυλικού συγκροτήματος του ανελκυστήρα (αντλίας, μοτέρ, βαλβίδων), του υδραυλικού σωλήνα υψηλής πίεσης, της ηλεκτρικής εγκατάστασης του φρεατίου, μηχανοστασίου και θαλάμου, των κομβίων του υπογείου και του πυθμένα του φρεατίου, των συρματόσχοινων ανάρτησης θαλάμου και της βάσης ανάρτησης συρματόσχοινου, της κοιλοδοκού στήριξης εμβόλου, της πόρτας του υπογείου, της βάσης και ελαστικής επικάθισης, της συσκευής δοκιμής αρπαγής και των ηλεκτρικών εξαρτημάτων της πόρτας του υπογείου, ενώ αναγκαία ήταν η προσθήκη υδραυλικού λαδιού (200 λίτρων), με συνολικό κόστος, συμπεριλαμβανομένης και της εργασίας απομάκρυνσης των παλαιών υλικών, 15.450 ευρώ πλέον ΦΠΑ. Αντιθέτως, ο ανωτέρω πολιτικός μηχανικός, ………, προσδιορίζει την ανωτέρω  δαπάνη στο ποσό των 1.400 ευρώ, διατεινόμενος μάλιστα ότι το κόστος τοποθέτησης νέου ανελκυστήρα, πέντε στάσεων, με χωρητικότητα οκτώ (8) ατόμων, ανέρχεται στο ποσό των 11.070 ευρώ μετά ΦΠΑ. Σημειώνεται ότι η αντικατάσταση των παραπάνω τμημάτων υποδηλώνει, με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής, ότι η λειτουργία του ανελκυστήρα δεν ήταν δυνατή πριν αυτή λάβει χώρα. Τέτοια δε αντικατάσταση, όπως επιβεβαιώνεται από τον ……….., δεν είχε πραγματοποιηθεί μέχρι τις 31-10-2011, δηλαδή ένα και πλέον έτος μετά το συμβάν, οπότε και προέβη σε αυτοψία, γεγονός που ανατρέπει πλήρως την κατάθεση του εξετασθέντος στο ακροατήριο, μάρτυρα ανταπόδειξης, …………, ο οποίος φέρεται να βεβαιώνει ότι ένα μήνα μετά, η λειτουργία του ανελκυστήρα είχε αποκατασταθεί πλήρως. Ήδη, ωστόσο, από τη συζήτηση της υπόθεσης στον πρώτο βαθμό (5-4-2017) η λειτουργία του ανελκυστήρα είχε αποκατασταθεί, όπως βεβαιώνει ο μάρτυρας απόδειξης (σχετ. σελ. 9 πρακτικών) αλλά η ενάγουσα δεν προσκομίζει, αν και της ήταν ευχερές, σχετικά παραστατικά, από τα οποία να αποδεικνύονται οι εργασίες που πράγματι έγιναν και η σχετική δαπάνη. Μετά από συνεκτίμηση όσων προεκτέθηκαν, το Δικαστήριο κρίνει ότι το κόστος αποκατάστασης της λειτουργίας του ανελκυστήρα δεν υπερέβη τις 5.500 ευρώ, που ανταποκρίνεται άλλωστε στο σύνηθες κόστος για την αντικατάσταση των παραπάνω μερών και εξαρτημάτων και την εκτέλεση των σχετικών εργασιών. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αποδεχόμενο δαπάνη ύψους 7.000 ευρώ, πλημμελώς εκτίμησε τις αποδείξεις, εν μέρει δεκτού γενομένου του τρίτου και όγδοου λόγου εφέσεως, κατά το οικείο σκέλος τους, και απορριπτομένου του δευτέρου ως αλυσιτελούς, κατά το οικείο επίσης σκέλος του, με το οποίο ο εκκαλών διατείνεται ότι η καταστροφή του ανελκυστήρα δεν ήταν ολοκληρωτική, εφόσον και το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε καταστροφή μόνον του μηχανολογικού εξοπλισμού του. Πλέον αυτών, σύμφωνα με την εκτίμηση του …………, που διατηρεί επιχείρηση εισαγωγής μηχανημάτων θέρμανσης και κλιματισμού,  ο καυστήρας αερίου της κεντρικής θέρμανσης καταστράφηκε, εξαιτίας του νερού της κατάσβεσης και χρειαζόταν αντικατάσταση, εφόσον η επισκευή του δεν ήταν εφικτή, με κόστος 2.750 ευρώ πλέον ΦΠΑ 23 % ήτοι 3.382,5 ευρώ συνολικά. Η προαναφερθείσα αρχιτέκτονας δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει την έκταση της ζημίας που αυτός είχε υποστεί, πριν γίνει δοκιμή λειτουργίας του, ενώ και η εκτίμηση του ……… που διατυπώνει την άποψη ότι δεν χρειάζεται αντικατάσταση ολόκληρου του καυστήρα αλλά μόνο του πλαστικού καλύμματος και του καλωδίου του, με κόστος 80 ευρώ, δεν κρίνεται αξιόπιστη, διότι δεν αιτιολογείται επαρκώς ούτε ανταποκρίνεται στα διδάγματα της κοινής πείρας, τόσο μικρής έκτασης βλάβη, μετά την υπερκάλυψή του με νερό. Επομένως, ο δεύτερος λόγος της έφεσης, με τον οποίο ο εκκαλών διατείνεται ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε καθολική καταστροφή του καυστήρα του λέβητα, ελέγχεται ως αβάσιμος. Το παραπάνω δε ποσό των 3.382,5 ευρώ κρίνεται ότι ανταποκρίνεται στη συνήθη δαπάνη αποκατάστασης των συγκεκριμένων τμημάτων του καυστήρα του λεβητοστασίου, ο οποίος δεν αποδείχθηκε ότι λειτουργεί μέχρι σήμερα, πλην όμως, το παρόν Δικαστήριο, δεσμευόμενο από την αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης του εκκαλούντος (άρθρο 536 § 1 του ΚΠολΔ), δεν μπορεί να δεχθεί δαπάνη άνω των 3.000 ευρώ, που επιδικάστηκε πρωτοδίκως για την αιτία αυτή,  και πρέπει ο τρίτος και όγδοος λόγος εφέσεως, κατά το οικείο σκέλος τους, να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Τέλος, η θύρα εισόδου της πολυκατοικίας ρυπάνθηκε, όπως προεκτέθηκε, από τον καπνό και έχει παραμορφωθεί ελαφρώς η εξωτερική της επιφάνεια. Ως εκ τούτου, αρκεί ο καθαρισμός και η επισκευή ή αντικατάσταση του  εξωτερικού φύλου της, και δεν κρίνεται αναγκαία η αντικατάστασή της εξ ολοκλήρου, καθώς αυτό δεν προκύπτει από κάποιο αποδεικτικό στοιχείο. Το σύνηθες κόστος της σχετικής εργασίας ανέρχεται κατ’ελάχιστον σε 200 ευρώ, και όχι 420 ευρώ, όπως εσφαλμένα δέχθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, γενομένου δεκτού, ως εν μέρει βάσιμου του τρίτου και όγδοου λόγου εφέσεως, κατά το οικείο σκέλος τους. Συνεπώς, η αναλογία της δαπάνης αποκατάστασης όλων των προαναφερθέντων μερών και τμημάτων, με την οποία βαρύνεται η ενάγουσα, με βάση το ποσοστό συνιδιοκτησίας της,  ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 6.658  [13.315 (2.500 + 615 + 1.500 + 5.500 + 3.000 + 200) : 2] ευρώ, αφού σημειωθεί ότι η δαπάνη αποκατάστασης του αποχετευτικού δικτύου αφορά τη δική της ιδιοκτησία μεν αλλά η ίδια ζητούσε με την αγωγή της, και ως προς αυτήν, επιμερισμό της με βάση το ποσοστό συνιδιοκτησίας της.

Εξάλλου, από την προαναφερθείσα  άδικη και υπαίτια συμπεριφορά της οικιακής βοηθού του εκκαλούντος και του ιδίου, και τη συνεπεία αυτής καταστροφή και φθορά τμημάτων της ιδιοκτησίας της, η ενάγουσα δοκίμασε στενοχωρία και υποβλήθηκε σε ταλαιπωρία, προκειμένου να μεριμνήσει για την αποκατάστασή τους, επομένως, υπέστη ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας πρέπει, αφού ληφθούν υπόψη οι συνθήκες τέλεσής της, το είδος της προσβολής, ο βαθμός της αμέλειας των υπαιτίων και η οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων, να της επιδικαστεί ως χρηματική ικανοποίηση το ποσό των 750 ευρώ, που κρίνεται εύλογο, με βάση και την αρχή της αναλογικότητας. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, καθορίζοντας το ποσό της ηθικής βλάβης σε 1.000 ευρώ, έσφαλε κατά την εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού και παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας, και πρέπει ο ένατος λόγος εφέσεως, με τον οποίο ο εκκαλών παραπονείται, διατεινόμενος ότι ουδεμία τέτοια βλάβη υπέστη η ενάγουσα, να γίνει δεκτός ως εν μέρει βάσιμος και κατ’ουσίαν.

Επομένως, η εκκαλουμένη απόφαση που δέχθηκε την αγωγή εν μέρει και επιδίκασε στην ενάγουσα, συνολικά, το ποσό των 7.984 ευρώ, ως αποζημίωση, και των 1.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για τη ζημία και την ηθική βλάβη που υπέστη, αντίστοιχα, έσφαλε κατά την εκτίμηση των σχετικών αποδείξεων και πρέπει, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου εφέσεως, όπως αυτός εξειδικεύεται στους παραπάνω επιμέρους λόγους, να εξαφανιστεί αυτή, στο σύνολό της, δηλαδή και ως προς τη διάταξή της περί τοκογονίας, που δεν προσβάλλεται με λόγο έφεσης, αναγκαίως δε και κατά την περί δικαστικών εξόδων διάταξή της που θα καθορισθεί από την αρχή (ΕφΑνΚρ 79/2014 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΑθ 1404/2014, Αρμ 2015.208). Στη συνέχεια, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση και να δικαστεί από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535 § 1 του ΚΠολΔ),  ακολούθως δε να γίνει δεκτή η αγωγή, ως εν μέρει βάσιμη και κατ’ουσίαν και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 6.658 ευρώ, ως αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη και να αναγνωριστεί ότι οφείλει επιπλέον σε αυτήν το ποσό των 750 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική της βλάβη, αμφότερα δε τα ποσά αυτά με τον νόμιμο τόκο από την επίδοσή της και μέχρι την εξόφληση. Τέλος, πρέπει να επιστραφεί στον εκκαλούντα το προκαταβληθέν παράβολο λόγω της μερικής νίκης του (άρθρο 495 § 3  εδ. ε΄ του ΚΠολΔ) και, κατόπιν σχετικού αιτήματος, να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά τους έξοδα, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, ανάλογα προς την έκταση της νίκης και ήττας τους, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό (άρθρα 106, 176, 183 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 63 § 1 περ. iα, 68 § 1, 69 § 1, 166 και παράρτημα Ι του ν.4194/2013).       

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 17-2-2018 (υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. …………../2018) έφεση του εναγομένου κατά της υπ’αριθμ. 5151/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ αυτήν τυπικά και κατ’ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παραβόλου, που κατέβαλε ο εκκαλών κατά την άσκησή της.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 28-9-2011 (υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. ……/2011) αγωγή.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει αυτήν.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα, το ποσό των έξι χιλιάδων εξακοσίων πενήντα οκτώ ευρώ (6.658) ευρώ, και ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι της οφείλει επιπλέον το ποσό των επτακοσίων πενήντα (750) ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την επίδοσή της και μέχρι την εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εναγομένου, μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των  εξακοσίων πενήντα (650) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται  οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 30-8..-2019.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ