Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 492/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Τυχαία κατάταξη προσημειούχων δανειστών-επικουρική κατάταξη-επικουρική εναγωγή προσώπων

 

Αριθμός απόφασης 492/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

——————————————-

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτη, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο, Πρόεδρος Εφετών, και τη Γραμματέα, Γ.Λ..

ΑΦΟΥ   ΜΕΛΕΤΗΣΕ   ΤΗ  ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ  ΣΥΜΦΩΝΑ  ΜΕ  ΤΟ  ΝΟΜΟ

Όπως αποδεικνύεται από τις υπ’αριθμ. …./9-2-2018 εκθέσεις επιδόσεως των δικαστικών επιμελητών του Πρωτοδικείου Αθηνών, ……. και … ., αντίστοιχα, ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση έφεσης, με πράξη καταθέσεως και ορισμού δικασίμου και με κλήση για να παρασταθούν στη συζήτησή της, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην πρώτη και τη δεύτερη εφεσίβλητη,  πλην όμως αυτές, δεν εμφανίστηκαν, κατά τη συζήτησή της, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από το πινάκιο στη σειρά της ούτε κατέθεσαν έγγραφη δήλωση, κατ’άρθρο 242 § 2 του ΚΠολΔ, ότι επιθυμούν να συζητηθεί η υπόθεση χωρίς την εμφάνισή τους στο ακροατήριο. Επομένως, πρέπει να δικαστούν ερήμην και η διαδικασία να προχωρήσει σαν να ήταν και αυτές παρούσες (άρθρο 524 § 4 του ΚΠολΔ).

Αρμοδίως δε φέρεται προς συζήτηση (άρθρο 19 του ΚΠολΔ), η παραπάνω, από 3-1-2018 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………/2018) έφεση του ανακόπτοντος, ως ηττηθέντος διαδίκου στην πρωτοβάθμια δίκη,  κατά της υπ’ αριθ. 4637/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, Πατρών, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, ερήμην της πρώτης και δεύτερης εφεσίβλητης, καθώς και της Αικατερίνης Παπαδημητρίου, που δεν είναι διάδικος στην παρούσα δίκη και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, επί της από 12-6-2015 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ. ………./15-6-2015) υπό στοιχ. Α΄ ανακοπής του νυν πρώτου εκκαλούντος και της από 3-6-2015 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……./4-6-2015) υπό στοιχ. Β΄ανακοπή της τρίτης εφεσίβλητης, περί μεταρρύθμισης πίνακα κατάταξης. Η έφεση αυτή έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 495, 499, 500, 511, 513 § 1 εδαφ.β΄, 516 § 1 και 517 του ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα (άρθρο 518 § 2 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015, που εφαρμόζεται για τις εφέσεις  που ασκούνται μετά την 1-1-2016 (άρθρο ένατο παρ.2 αυτού), δηλαδή πριν την παρέλευση διετίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης, εφόσον δεν γίνεται επίκληση ούτε προκύπτει επίδοσή της προς το εκκαλούν, ως τέτοιας νοούμενης εκείνης που γίνεται στον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων [άρθρο 1 σε συνδυασμό με 36 § 1 εδ.α΄και β΄ και 43 του ν. 4389/2016 (ΦΕΚ Α 94/27-5-2016)], ούτε άλλος λόγος απαραδέκτου, χωρίς να απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου, που ορίζεται από το άρθρο 495 § 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 12 § 2 του ν.4055/2012 και το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015), αφού το εκκαλούν δεν υποχρεούται στην καταβολή του, σύμφωνα με το άρθρο 28 § 4 του ν.2579/1998. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της και εντός των ορίων που καθορίζονται από αυτούς (άρθρα 522, 533 § 1 ΚΠολΔ), κατά την αυτή διαδικασία, κατά την οποία εξεδόθη η εκκαλουμένη, αφού σημειωθεί ότι η δεύτερη εκκαλούσα, παρ’ότι δεν έχει ίδια νομική προσωπικότητα, παρίσταται αυτοτελώς, εκπροσωπούμενη από τον διοικητή της και εκπροσωπώντας το Δημόσιο, σε κάθε είδους δίκες που έχουν ως αντικείμενο μεταξύ άλλων τις έννομες σχέσεις που την αφορούν, όπως εν προκειμένω, που επιδιώκεται η είσπραξη δημοσίου εσόδου και δη οφειλής προς την Δ.Ο.Υ Α΄Αθηνών και Δ.Ο.Υ Ε΄Πειραιά (άρθρα 1 § 2, 2 και 36 § 1 του ν. 4389/2016).

Το ανακόπτον εξέθετε στην υπό στοιχ. Α΄ανακοπή του ότι, με επίσπευση της πρώτης εφεσίβλητης και σε εκτέλεση της υπ’αριθμ. ……/2013 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατασχέθηκαν αναγκαστικά τα ειδικότερα περιγραφόμενα ακίνητα (οριζόντιες ιδιοκτησίες), του οφειλέτη της, ………., δυνάμει της υπ’αριθμ. …./2014 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσής της δεύτερης εφεσίβλητης. Ότι τελικώς διενεργήθηκε πλειστηριασμός ενώπιον της συμβολαιογράφου …….., 3ης των καθών, και εκπλειστηριάστηκαν τα παραπάνω ακίνητα συνταχθείσας συναφώς της υπ’αριθμ. …../2015 έκθεσης αναγκαστικού πλειστηριασμού της ιδίας. Ότι το επιτευχθέν πλειστηρίασμα των 47.001 ευρώ δεν επαρκούσε για την κάλυψη των απαιτήσεων της επισπεύδουσας και των αναγγελθέντων δανειστών, μεταξύ των οποίων και το ίδιο, που αναγγέλθηκε για ληξιπρόθεσμα χρέη του καθού η εκτέλεση, βεβαιωμένα στη Δ.Ο.Υ Α΄Αθηνών και τη Δ.Ο.Υ Ε΄Πειραιώς, ποσού 39.418,15 και 2.552,56 ευρώ, αντίστοιχα. Ότι η υπάλληλος του πλειστηριασμού συνέταξε τον υπ’αριθμ. ……/2015 πίνακα κατάταξης δανειστών, με τον οποίο, αφού προαφαίρεσε τα μνημονευόμενα έξοδα του πληρεξουσίου δικηγόρου της επισπεύδουσας, της δεύτερης των καθών, δικαστικής επιμελήτριας, ύψους 9.917,94 ευρώ, και της τρίτης, ως υπαλλήλου του πλειστηριασμού, κατέταξε προνομιακά και οριστικά τον προϊστάμενο του Α΄Περιφερειακού Κ.Ε.Α.Ο Αθηνών ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, για ποσό 2.315,71 ευρώ, σε πλήρη εξόφληση της απαίτησής του και τους προϊσταμένους της Δ.Ο.Υ Α΄Αθηνών και Ε΄Πειραιώς, για το ποσό των 30.871,23 και των 1.975,60 ευρώ, αντίστοιχα, με αποτέλεσμα, εξαντληθέντος του πλειστηριάσματος να μην καταταγεί κανένας άλλος πιστωτής. Ακολούθως, ζητούσε για τους ειδικότερους λόγους που εξέθετε, να μεταρρυθμιστεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης δανειστών, ώστε να καταταγεί το ίδιο οριστικά και προνομιακά για ποσό πέραν εκείνου που έχει ήδη καταταγεί, και δη για το επιπλέον ποσό των 9.917,90 ευρώ και επικουρικά, των 2.704,15 ευρώ, με αποβολή των καθών, και συγκεκριμένα της πρώτης και επικουρικά της δεύτερης, καθώς και να επιβληθούν σε βάρος τους τα δικαστικά του έξοδα.

Η ανακόπτουσα, επίσης, εξέθετε στην υπό στοιχ. Β΄ανακοπή της, ότι στον ως άνω πλειστηριασμό που διενεργήθηκε στις 22-4-2015, είχε αναγγελθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα και η ίδια, ως προσημειούχος δανείστρια, για τις ειδικότερα μνημονευόμενες απαιτήσεις της, σε βάρος του καθ’ού η εκτέλεση, ύψους 74.894,77 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων. Ότι μετά την προαφαίρεση των εξόδων της εκτέλεσης, κατατάχθηκε προνομιακά και οριστικά το Α΄Περιφερειακό Κ.Ε.Α.Ο. Αθηνών Ι.Κ.Α-Ε.Τ.Α.Μ, για το σύνολο της αναγγελθείσας απαιτήσεώς του, ύψους 2.315,71 ευρώ, πριν τη διαίρεση του πλειστηριάσματος σε ποσοστό, στη συνέχεια δε  στο απομένον ποσό των 32.846,83 ευρώ, κατατάχθηκε προνομιακά το Ελληνικό Δημόσιο και συγκεκριμένα η Δ.Ο.Υ Α΄Αθηνών και η Δ.Ο.Υ Ε΄Πειραιώς για το ποσό των 30.871,23 και των 1.975,60 ευρώ, αντίστοιχα, με αποτέλεσμα να μην απομείνει κανένα ποσό για κατάταξη των δικών της απαιτήσεων. Ακολούθως, ζητούσε για τους αναφερόμενους στην ανακοπή της λόγους, να μεταρρυθμιστεί ο ανακοπτόμενος πίνακας κατάταξης δανειστών, ώστε να καταταγεί η ίδια προνομιακά στο ποσό των 238,80 ευρώ, καθώς και στο ποσό των 21.897,89 ευρώ, αποβαλλόμενων αντίστοιχα της πρώτης και δεύτερης των καθών.

Επί των ανακοπών αυτών, οι οποίες συνεκδικάστηκαν, εκδόθηκε η εκκαλουμένη, η οποία δέχθηκε εν μέρει την υπό στοιχ. Α΄ανακοπή, ως προς την τρίτη των καθών, μη διάδικο στην παρούσα δίκη, και την απέρριψε ως προς την πρώτη και δεύτερη εφεσίβλητη, ενώ  δέχθηκε εν μέρει και την υπό στοιχ. Β΄ανακοπή, αποβάλλοντας μόνο το δεύτερο των καθών κατά το αιτηθέν ποσό, και επιβλήθηκαν σε βάρος του τα δικαστικά έξοδα της ανακόπτουσας της υπό στοιχ. β΄ανακοπής, ύψους 200 ευρώ.

Κατά της αποφάσεως αυτής εναντιώνεται το εκκαλούν με τους αναφερόμενους στην έφεσή του λόγους, αναγόμενους στο σύνολό τους σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, και ζητεί την εξαφάνισή της και, ακολούθως, την εξ ολοκλήρου αποδοχή της υπό στοιχ. Α΄ και την απόρριψη της υπό στοιχ. Β΄ανακοπής.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 219 § 1 του ΚΠολΔ, αγωγή υπό αίρεση δεν επιτρέπεται, μπορεί όμως ο ενάγων, για την περίπτωση που απορριφθεί η πρώτη βάση ή αίτηση της αγωγής να τη στηρίξει σε άλλη βάση ή να υποβάλει άλλη αίτηση που στηρίζεται στην ίδια ή σε άλλη βάση. Κατ`εφαρμογήν του άρθρου τούτου, δεν επιτρέπεται η διαζευκτική η επικουρική εναγωγή προσώπων, διότι το πρόσωπο του εναγομένου, είναι ανάγκη να είναι ορισμένο και θετικό και να συνάπτεται με τα πραγματικά περιστατικά που δικαιολογούν την ιδιότητα τους αυτή. Επικουρική, ειδικότερα εναγωγή, υφίσταται, όταν ο δεύτερος και οι επόμενοι εναγόμενοι ενάγονται, για την περίπτωση απόρριψης της αγωγής κατά του αμέσως προηγούμενου αυτών. Στην περίπτωση αυτή, η αγωγή απορρίπτεται στο σύνολό της ως απαράδεκτη, με αυτεπάγγελτη από το δικαστήριο έρευνα, διότι δημιουργεί εκκρεμοδικία υπό αίρεση και, άρα, ανασφάλεια και αβεβαιότητα (ΑΠ 1938/2014, ΕφΠειρ 72/2016, αδημ ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ» ΕφΠειρ 19/2004, ΠειρΝομ 2004.60).  Στην κρινόμενη περίπτωση, το ανακόπτον, με την υπό στοιχ. Α΄ανακοπή του, αφενός μεν αμφισβήτησε τη νομιμότητα της εκκαθαριστικής πράξης προαφαίρεσης των εξόδων της εκτέλεσης, της υπαλλήλου του πλειστηριασμού, συνολικού ύψους 9.917,9 ευρώ, και ειδικότερα προσέβαλε αυτήν ως αόριστη, για τον λόγο ότι δεν προσδιορίζει αναλυτικά την αιτία των εξόδων αυτών, αφετέρου δε τη διενέργεια πράξεων εκτέλεσης που έκανε η δεύτερη των καθών, δικαστική επιμελήτρια, δηλαδή τη νομιμότητα ή το ύψος της σχετικής δαπάνης, ανερχόμενης στο συνολικό ποσό των 2.198,55 ευρώ, πλέον ΦΠΑ, ζητώντας, κατά τα προεκτεθέντα, να καταταγεί οριστικά και προνομιακά το ίδιο, για το πρώτο και επικουρικά το δεύτερο από τα παραπάνω ποσά, με την αποβολή της πρώτης και επικουρικά της δεύτερης των καθών. Έτσι, προκύπτει με σαφήνεια ότι με το δικόγραφο της ανακοπής του, όχι μόνον άσκησε επικουρικά, όπως είχε δικαίωμα, τους λόγους της ανακοπής, αλλά αυτό ενείχε επικουρικό αίτημα, ως προς τη δεύτερη των καθών, αναφορικά με αμφότερα τα αιτήματά της, αφού στρεφόταν κατ’αυτής υπό την αίρεση απόρριψης της ανακοπής ως προς την πρώτη. Επομένως, σύμφωνα με τη σκέψη που προεκτέθηκε, έπρεπε να απορριφθεί η ανακοπή, ως προς τις ανωτέρω διαδίκους ως απαράδεκτη, όπως ορθώς έκρινε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με συνοπτικότερη αιτιολογία, που συμπληρώνεται από την αιτιολογία της παρούσας (ΕφΑθ (Μον)407/2018, ΕφΘεσ 2754/2017,   αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), και ως εκ τούτου, ο πρώτος λόγος της έφεσης, με τον οποίο το εκκαλούν αποδίδει στην εκκαλουμένη πλημμελή εφαρμογή του νόμου για την κρίση του αυτή, κρίνεται απορριπτέος ως αβάσιμος.

Αν πριν από την τροπή της προσημείωσης σε υποθήκη διενεργήθηκε αναγκαστικός πλειστηριασμός του προσημειωμένου ακινήτου και καταβλήθηκε το πλειστηρίασμα, η απαίτηση, υπέρ της οποίας έχει εγγραφεί η προσημείωση, κατατάσσεται προνομιακώς μεν, τυχαίως δε, ήτοι υπό την αίρεση της τελεσίδικης επιδίκασής της και κατά τη σειρά της εγγραφής της προσημείωσης. Η τυχαία κατάταξη δικαιολογείται από το ότι στην περίπτωση αυτή η τροπή της προσημείωσης σε υποθήκη καθίσταται αδύνατη, εφόσον, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1005 § 3 του ΚΠολΔ και 1318 περ. 3 του ΑΚ από της καταβολής του πλειστηριάσματος από τον υπερθεματιστή επέρχεται απόσβεση της προσημείωσης, που έχει εγγραφεί επί του πλειστηριασθέντος ακινήτου και ο υπερθεματιστής έχει δικαίωμα να ζητήσει την εξάλειψη αυτής (ΑΠ 2235/2009, ΕΠΟΛΔ 2010.209, ΕφΛαρ 510/2013 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2014.120, ΕφΔωδ (Μον) 201/2017 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Η άρση του τυχαίου χαρακτήρα της κατατάξεως προς είσπραξη του εκπλειστηριάσματος τελεί τότε υπό τον όρο μόνο της τελεσίδικης επιδικάσεως της απαιτήσεως (ΑΠ 2235/2009 ό.π, ΕφΑΘ 1069/2009 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Έτσι, εφόσον κατά το άρθρο 978 § 2 του ΚΠολΔ, μία απαίτηση που κατετάγη τυχαία, ενδεχομένως να μην οριστικοποιηθεί, ο συντάκτης του πίνακα κατάταξης οφείλει με τον πίνακα να προβλέψει την τύχη του πλειστηριάσματος σ’ αυτή την περίπτωση με βάση την επικουρική κατάταξη (ΕφΑθ 6270/2002 ΕλλΔνη 2003.1000 Β.Βαθρακοκοίλης, «Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας Εμηνευτική-Νομολογιακή Ανάλυση (κατ’άρθρο)» τόμος Ε΄σελ. 964 αρ.9).

Στην κρινόμενη περίπτωση, η ανακόπτουσα, με την υπό στοιχ. Β΄ανακοπή της, αφού επικαλέστηκε δικαίωμα πρώτης τη τάξη προσημείωσης υποθήκης επί των εκπλειστηριαζόμενων ακινήτων προς εξασφάλιση των ειδικότερα μνημονευόμενων απαιτήσεών της κατά του καθ’ού η εκτέλεση, ζήτησε τη μεταρρύθμιση του προσβαλλομένου πίνακα κατάταξης και, μεταξύ άλλων, την αποβολή του δεύτερου των καθ’ών και ήδη εκκαλούντος από αυτόν  ως προς το ποσό των 21.897,89 ευρώ συνολικά και την κατάταξη της ιδίας για ισόποσο μέρος των αναγγελθέντων και μη καταταγέντων απαιτήσεών της. Έχοντας αυτό το αίτημα η ανακοπή είναι πλήρως ορισμένη, σύμφωνα με τη σχετική σκέψη που προεκτέθηκε, χωρίς για την πληρότητά της να απαιτείται υποβολή ειδικού αιτήματος ως προς το είδος της κατάταξης της ανακόπτουσας, ως τυχαίας ή οριστικής, αφού τούτο αποτελεί οριζόμενη από το νόμο συνέπεια του δικαιώματός της, και η υπάλληλος του πλειστηριασμού δεν θα είχε την ευχέρεια, αν η προσημείωση δεν έχει τραπεί σε υποθήκη μέχρι την ημέρα του πλειστηριασμού, να την κατατάξει παρά μόνο τυχαία. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, μην απορρίπτοντας ως αόριστο το σχετικό αίτημα, ορθά εφάρμοσε τον νόμο και τα αντίθετα υποστηριζόμενα από το εκκαλούν, με τον δεύτερο λόγο της έφεσής του, ελέγχονται ως αβάσιμα.

Από όλα τα έγγραφα, που προσκομίζουν μετ’επικλήσεως οι παριστάμενοι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Με επίσπευση της πρώτης εφεσίβλητης ομόρρυθμης εταιρείας και σε εκτέλεση της υπ’αριθμ. …../2013 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατασχέθηκαν, δυνάμει της υπ’αριθμ. …/2014 Έκθεσης Αναγκαστικής Κατάσχεσης της δεύτερης εφεσίβλητης, και ακολούθως εκπλειστηριάστηκαν στις 22-4-2015 ενώπιον της υπαλλήλου του πλειστηριασμού, ……….., συμβολαιογράφου Πειραιά, οι ειδικότερα περιγραφόμενες σε αυτήν οριζόντιες ιδιοκτησίες, της κειμένης στη Νίκαια και επί της οδού ….. . (Συνοικία … ..΄-τετράγωνο … αρ…..), πολυκατοικίας, συνταχθείσας συναφώς της υπ’αριθμ. ……/2015 Έκθεσης Αναγκαστικού Πλειστηριασμού. Στην εν λόγω εκτελεστική διαδικασία αναγγέλθηκαν οι ακόλουθοι δανειστές : 1. Ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ Α΄Αθηνών και ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ Ε΄Πειραιά, ως εκπρόσωποι του εκκαλούντος, για ποσό 39.418,15 και 2.522,56 ευρώ, αντίστοιχα, 2) Ο προϊστάμενος του Α΄ Περιφερειακού Κ.Ε.Α.Ο Αθηνών, ως εκπρόσωπος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ,  για ποσό 2.315,71 ευρώ, και 3) Η τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «……….., ανακόπτουσα της υπό στοιχ. Β΄ανακοπής και ήδη τρίτη εφεσίβλητη, για απαιτήσεις της, ποσού 38.749,65 και 36.145,12 ευρώ, ήτοι συνολικά 74.894,77  ευρώ, προς εξασφάλιση των οποίων είχε εγγραφεί πρώτη τη τάξη προσημείωση υποθήκης επί των εκπλειστηριαζόμενων ακινήτων και συγκεκριμένα, του υπ’αριθμ. 1 και 3, αντίστοιχα, διαμερίσματος της προαναφερόμενης πολυκατοικίας. Το επιτευχθέν πλειστηρίασμα των 47.001 ευρώ, μετά και την αφαίρεση των εξόδων της εκτέλεσης, ύψους 11.838,46 ευρώ, ήτοι συνολικά 35.162,54, ευρώ δεν επαρκούσε για την ολοσχερή ικανοποίηση όλων των αναγγελθέντων δανειστών. Έτσι, η υπάλληλος του πλειστηριασμού, μετά την προαφαίρεση των προαναφερθέντων εξόδων, συνέταξε τον υπ’αριθμ. ……. πίνακα κατάταξης, στον οποίο κατέταξε οριστικά και προνομιακά τον προϊστάμενο του Α΄Περιφερειακού Κ.ΕΑ.Ο Αθηνών, για ολόκληρο το ποσό της απαιτήσεώς του, ήτοι  2.315,71 ευρώ, κατ’άρθρο 975 § 3 γ΄του ΚΠολΔ και στη συνέχεια το Ελληνικό Δημόσιο, κατ’άρθρο 975 § 5 του ΚΠολΔ για το ποσό των 30.871,23 και των 1.975,60 ευρώ αντίστοιχα, ενώ οι απαιτήσεις της τρίτης εφεσίβλητης δεν κατατάχθησαν λόγω εξάντλησης του εκπλειστηριάσματος. Στη συνέχεια, με την πρωτόδικη απόφαση, συνεπεία ασκήσεως της υπό στοιχ. Β΄ανακοπής εκ μέρους της τελευταίας, μεταρρυθμίστηκε ο πίνακας κατάταξης, αφού κρίθηκε ότι συνέτρεχαν οι απαιτήσεις της με απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου, μη αναγόμενες σε φόρο προστιθέμενης αξίας ή τυχόν προσαυξήσεις αυτού, δηλαδή προνόμια των άρθρων 975 και 976 αρ.2, και, επομένως έπρεπε, αυτή μεν να καταταγεί προνομιακά και τυχαία στα 2/3 του εναπομείναντος πλειστηριάσματος, το δε Ελληνικό Δημόσιο, στο 1/3 αυτού (άρθρο 977 του ΚΠολΔ).. Έτσι, αποβλήθηκε το Δημόσιο για το ποσό των 21.897,89 ευρώ-και δη η Δ.Ο.Υ Α΄Αθηνών για το ποσό των 20.580,82 ευρώ και η Δ.Ο.Υ Ε΄Πειραιώς για το ποσό των 1.317,07 ευρώ-κατά τον λόγο των αναγγελθέντων απαιτήσεών του, και κατετάγη προνομιακά μεν αλλά τυχαία η ανακόπτουσα. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, όφειλε, εφόσον η άρση του τυχαίου χαρακτήρα της κατατάξεως της τελευταίας προς είσπραξη του πλειστηριάσματος τελούσε υπό τον όρο της τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησής της, να προβλέψει με επικουρική κατάταξη την τύχη του πλειστηριάσματος στην περίπτωση που η απαίτηση αυτή δεν οριστικοποιηθεί, σύμφωνα με τη σχετική σκέψη που προεκτέθηκε, αφού μετά την ευδοκίμηση της ανακοπής, το δικαστήριο δεν αναπέμπει τον πίνακα στον υπάλληλο του πλειστηριασμού, αλλά μεταρρυθμίζει και αναμορφώνει αυτόν με βάση την κατάταξη του ανακόπτοντος, στη θέση που επεδίωξε με την ανακοπή του (Β.Βαθρακοκοίλης ό.π, σελ. 994, αρ. 74). Σε αυτή δε την περίπτωση, θα πρέπει να επανακαταγεί το Δημόσιο, για ολόκληρο το παραπάνω ποσό. Συνεπώς, δεκτού γενομένου του τρίτου λόγου εφέσεως, με τον οποίο το εκκαλούν αιτιάται για την παράλειψη του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου να προβεί σε επικουρική κατάταξή του, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση ως βάσιμη κατ’ουσίαν, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, κατά το μέρος που αφορά την τρίτη εφεσίβλητη, στο σύνολό της, δηλαδή και κατά το σκέλος της που δεν ανατρέπεται με την παρούσα, λόγω του ότι τούτο επιβάλλεται για την ενότητα της δικαστικής κρίσης, αναγκαίως δε και ως προς τη διάταξή της περί δικαστικών εξόδων (ΕφΑνατΚρ 79/2014 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΑθ 1404/2014 Αρμ 2015.288). Στη συνέχεια, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο και να γίνει δεκτή η υπό στοιχ. Β΄ανακοπή, ακολούθως δε, αφού μεταρρυθμιστεί ο προσβαλλόμενος πίνακας κατάταξης δανειστών, με την αποβολή του εκκαλούντος από αυτόν, ως προς το ποσό των 21.897,89 ευρώ και την ταυτόχρονη κατάταξη σε αυτόν της τρίτης εφεσίβλητης προνομιακώς και τυχαίως, υπό τον όρο της τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησής της, να οριστεί επικουρικά ότι αποβάλλεται η τελευταία και στη θέση της κατατάσσεται το εκκαλούν, σε περίπτωση ματαίωσης της πλήρωσης της παραπάνω αιρέσεως. Ζήτημα ορισμού παραβόλου ερημοδικίας δεν τίθεται για τις απολιπόμενες εφεσίβλητες, αφού, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 937 § 1 περ. 2 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει προ της αντικαταστάσεώς του με το άρθρο πέμπτο του ν.4335/2015,  σύμφωνα με το άρθρο ένατο § 3 αυτού, εφόσον η επιταγή προς εκτέλεση επιδόθηκε στον οφειλέτη στις 19-11-2013. Τα δικαστικά, τέλος, έξοδα των εκκαλούντων και της τρίτης εφεσίβλητης, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας-του δεύτερου εκκαλούντος μη παρασταθέντος πρωτοδίκως και μη υποβληθέντος σε ιδιαίτερα έξοδα στην παρούσα δίκη, αφού εκπροσωπήθηκε από την ίδια δικαστική πληρεξουσία με το πρώτο εκκαλούν- μετά από σχετικό αίτημά τους, κατά το μέρος που αφορούν την υπό στοιχ. Β΄ανακοπή, πρέπει να συμψηφιστούν, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας αμφοτέρων (άρθρο 22 § 2 εδ.β) του ν.3693/1957).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 3-1-2018 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ………./2018) έφεση του ανακόπτοντος-καθού η ανακοπή, κατά της υπ’αριθμ. 4637/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ερήμην της πρώτης και δεύτερης των εφεσιβλήτων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ  αυτήν τυπικά και κατ’ουσίαν, ως προ τη διάταξή της που αφορά την τρίτη εφεσίβλητη.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλουμένη, κατά το ίδιος σκέλος.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση.

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 3-6-2015 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………./2015) υπό στοιχ. Β΄ανακοπή.

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΖΕΙ τον ανακοπτόμενο υπ’ αριθμ. … πίνακα κατάταξης δανειστών που συνέταξε η Συμβολαιογράφος Πειραιώς, ……….

ΑΠΟΒΑΛΛΕΙ από τον ανωτέρω πίνακα το καθού η ανακοπή, Ελληνικό Δημόσιο, για το ποσό των είκοσι μίας χιλιάδων οκτακοσίων ενενήντα επτά ευρώ και ογδόντα εννέα λεπτών (21.897,89), για το οποίο κατατάσσει προνομιακά και τυχαία την τρίτη εφεσίβλητη, υπό την αίρεση της τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησής της, και, επικουρικά, το εκκαλούν για την περίπτωση που ματαιωθεί η πλήρωση της παραπάνω αιρέσεως.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα των παρισταμένων διαδίκων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται  οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις    30 -8-2019.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ