Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 494/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Ανακοπή ερημοδικίας-λόγος ανωτέρας βίας

 

Αριθμός απόφασης 494/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(Ειδική Διαδικασία Γαμικών Διαφορών)

——————————————-

Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Εφετείο Πρόεδρος Εφετών, και από τη Γραμματέα, Γ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

              Η κρινόμενη από 8-3-2018 (υπ’ αριθμ. εκθ. καταθ. ……/8-3-2018) ανακοπή ερημοδικίας,  η οποία στρέφεται κατά της με αριθμό 129/2018 απόφασης αυτού του Δικαστηρίου,  που εκδόθηκε ερήμην της ανακόπτουσας (εκκαλούσας),  ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως, κατά τα άρθρα 144, 495 § § 1 και 2 και 503 § 1 του ΚΠολΔ, αφού η ανακοπτόμενη απόφαση επιδόθηκε σε αυτήν με επιμέλεια του καθ’ού η ανακοπή (εφεσίβλητου), στις 28-2-2018  (σχετ. η κατ’άρθρο 139 § 3 του ΚΠολΔ επισημείωση του δικαστικού επιμελητή …….. επί προσκομιζόμενου αντιγράφου της) και η ανακοπή ασκήθηκε στις 8-3-2018, σύμφωνα με την οικεία έκθεση κατάθεσης ένδικου μέσου της γραμματέως του παρόντος Δικαστηρίου, ενώ καταβλήθηκε από την ανακόπτουσα και το ορισθέν παράβολο εκ ποσού 200 ευρώ (σχετ. το με αριθμό …../8-3-2018 γραμμάτιο συστάσεως παρακαταθήκης του Ταμείου Παρακαταθηκών & Δανείων). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικώς δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα της.            Κατά τη διάταξη του άρθρου 501 § 1 του ΚΠολΔ ανακοπή κατά αποφάσεως που έχει εκδοθεί ερήμην επιτρέπεται να ασκήσει ο διάδικος που δικάστηκε ερήμην, αν δεν είχε κλητευθεί καθόλου ή νομίμως ή εμπροθέσμως για να παρασταθεί στη συζήτηση ή αν η δικονομική απουσία του οφείλεται σε λόγο ανώτερης βίας (ΕφΑθ 4248/2006, ΕλλΔνη 2007.221, ΕφΘεσ 3188/2004, ΕλλΔνη 2005.502). Η διάταξη αυτή περιέχει κανόνα δικονομικού δικαίου, με εξαίρεση την περίπτωση της ανώτερης βίας, η οποία αποτελεί διάταξη ουσιαστικού δικαίου, αφού ανήκει σε εκείνες που καθορίζουν τον τρόπο, τα όργανα και τη μορφή της ένδικης προστασίας του κατοχυρωμένου από το άρθρο 20 του Συντάγματος ουσιαστικού δικαιώματος της ακρόασης του διαδίκου (ΑΠ 1253/2018, ΑΠ 91/2015, ΕφΠειρ 237/2015  αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Η έννοια της ανώτερης βίας, ως λόγος ανακοπής ερημοδικίας, συ­μπίπτει με εκείνη του άρθρου 152 του ΚΠολΔ (ΑΠ 219/2016, ΑΠ 633/2011, αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΛαρ 5/2015 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2015.136) και ως τέτοια νοείται οποιοδήποτε γεγονός ανυπαίτιο (ΑΠ 219/2016 ό.π, ΑΠ 67/2015, αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΛαρ 5/2015 ό.π), τυχαίο (ΑΠ 1568/2013 ΕΦΑΔ 2014.73)  απρόβλεπτο και εξαιρετικό (ΑΠ 1253/2018 αδημ  ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 764/2013, ΑΠ 633/2011 ό.π), είτε αντικειμενικό είτε σχετικό με το πρόσωπο του διαδίκου που ερημοδικάστηκε ή του πληρεξουσίου του δικηγόρου  (ΑΠ 764/2013 ΕΦΑΔ 2014.612) το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορούσε να αποτραπεί ούτε με μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης (ΑΠ 1253/2018, ΑΠ 219/2016, ΑΠ 764/2013 ΑΠ 633/2011 ό.π), ανεξάρτητα αν το γεγονός είναι εσωτερικό ή όχι (ΑΠ 219/2016, ΑΠ 633/2011, ό.π). Ειδικότερα, η εν λόγω δικονομική ανώτερη βία είναι έννοια ταυτιζόμενη, κατά τον πυρήνα της, προς την ομώνυμη έννοια του ουσιαστικού δικαίου, διαφοροποιούμενη έναντι της τελευταίας μόνον κατά τις συνέπειες, ως συνεπαγόμενη τη δυνατότητα επαναφοράς των πραγμάτων στην πρότερα κατάσταση, με ανατροπή της κύρωσης από την παράβαση του δικονομικού βάρους, ενώ κατά το ουσιαστικό δίκαιο λειτουργεί ως λόγος απαλλαγής του οφειλέτη, εμφανιζόμενη ως στενότερη έννοια έναντι του τυχηρού, το οποίο δημιουργεί ευθύνη του (ΑΠ 764/2013, ό.π,  ΕφΠειρ 431/2014 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Ενδεικτικά, λόγο ανωτέρας βίας συνιστούν και η ασθένεια του πληρεξούσιου δικηγόρου του διαδίκου, όταν είναι τέτοιας φύσεως που εμποδίζει τόσο την προσέλευσή του στη συγκεκριμένη δίκη, όσο και την ειδοποίηση του διαδίκου, προκειμένου ο τελευταίος να μεριμνήσει για την εκπροσώπησή του από άλλο δικηγόρο (ΑΠ 91/2015, ΕφΠειρ 237/2015  ό.π), ή εκείνη εξ αιτίας της οποίας αυτός δεν μπόρεσε να ενεργήσει δικαστική ή εξώδικη πράξη ή να προβεί στις δέουσες ενέργειες για την ανάθεση σε άλλο δικηγόρο της εκτέλεσης της εν λόγω πράξεως (ΑΠ 67/2015, ΑΠ 764/2013 ό.π), ακόμη και η αιφνίδια βαρεία ασθένεια του διαδίκου ή στενού συγγενικού του προσώπου και η εξαιτίας αυτής αδυναμία παραστάσεώς του και νομιμοποιήσεως του πληρεξουσίου δικηγόρου του (ΑΠ 224/2013 αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Εξάλλου, αν η ανακοπή ασκήθηκε εμπροθέσμως και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και αν πιθανολογείται ότι είναι βάσιμος ο λόγος που προτάθηκε, τότε το δικαστήριο εξαφανίζει την ερήμην απόφαση, διατάσσει να επιστραφεί το παράβολο (άρθρο 505 § 2 του ΚΠολΔ) και αμέσως προχωρεί στην εξέταση της διαφοράς, αφού οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την απόφαση που εξαφανίστηκε. Άλλως, αν, δηλαδή, δεν πιθανολογηθεί η βασιμότητα κάποιου από τους λόγους της ανακοπής, το δικαστήριο απορρίπτει την ανακοπή και διατάσσει να εισαχθεί το παράβολο στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 509 του ΚΠολΔ). Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι το δικαστήριο αποφαίνεται για την ουσιαστική βασιμότητα του λόγου της ανακοπής ερημοδικίας αμέσως, με την ίδια απόφαση, με την οποία θα κρίνει και το τύποις παραδεκτό και νόμω βάσιμο της ανακοπής, αρκούμενο σε πιθανολόγηση ως προς την βασιμότητα των λόγων της (ΕφΠειρ 352/2016, αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΛαρ 5/2015 ό.π). Στην κρινόμενη περίπτωση, με τον μοναδικό λόγο της ανακοπής της, η ανακόπτουσα, ερημοδικασθείσα και στον πρώτο βαθμό, επικαλείται την ύπαρξη ανωτέρας βίας, συνιστάμενη κατά τους ισχυρισμούς της στο ότι, κατά τη συζήτηση της  έφεσής της, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, δεν κατέστη δυνατή η εξέταση της μητέρας της, ως μάρτυρός της, η οποία είναι ρωσικής καταγωγής και αγνοεί την ελληνική γλώσσα, λόγω μη προσέλευσης του διερμηνέα, που είχε ανεύρει μέσω της Ρωσικής Πρεσβείας στην Ελλάδα, και μη αναζήτησης της δυνατότητας αυτής εκ μέρους του Δικαστηρίου, ως αυτό είχε υποχρέωση, γεγονός το οποίο δεν οφείλεται σε έλλειψη πρόνοιας εκ μέρους της αλλά σε λόγους άγνωστους, και ότι το γεγονός αυτό, οδήγησε στην εμφάνισή της μόνον για την υποβολή αιτήματος αναβολής, προκειμένου να εξευρεθεί νέος διερμηνέας, μετά την απόρριψη του οποίου, θεωρήθηκε δικονομικά απούσα. Σύμφωνα, ωστόσο, με τη σκέψη που προεκτέθηκε,  ο επικαλούμενος λόγος και αληθής υποτιθέμενος δεν εμπίπτει στην έννοια της ανωτέρας βίας. Συγκεκριμένα, παρ’ότι, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 252 § 1 και 3 του ΚΠολΔ, στη διαδικασία της πολιτικής δίκης, που ανοίγεται με την αγωγή, επιβάλλεται η διορισμός από τον δικαστή διερμηνέα,  δεν εκτίθενται περιστατικά που αληθή υποτιθέμενα να στοιχειοθετούν γεγονός τυχαίο, ανυπαίτιο, εξαιρετικό και μη δυνάμενο να αποτραπεί με μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης της ανακόπτουσας,  και ειδικότερα η τελευταία δεν εξέθεσε λόγους, για τους οποίους δεν ήταν δυνατή η προσέλευση του ανευρεθέντος από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της διερμηνέα και σε περίπτωση αδυναμίας του, η αναζήτηση νέου, με δική της έστω επιμέλεια. Σε κάθε περίπτωση, ουδέν αποδεικτικό στοιχείο εισφέρθηκε, προκειμένου να διαπιστωθεί η σχετική δυσχέρεια και συνακόλουθα η βασιμότητα του λόγου της ανακοπής, μη νοούμενου ως τέτοιου της σχετικής δήλωσης του πληρεξουσίου δικηγόρου της, ενώπιον του ακροατηρίου του παρόντος Δικαστηρίου κατά τη διάσιμο της 11-1-2018, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την προσβαλλομένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του. Πλέον όλων αυτών, η δικονομική παρουσία της ανακόπτουσας ήταν σε κάθε περίπτωση εφικτή, καθώς μπορούσε να προταθεί προς το Δικαστήριο η εξέταση της ιδίας ως διαδίκου, προς υποστήριξη της εφέσεώς της.             Κατόπιν αυτών πρέ­πει η ανακοπή, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος προς εξέταση, να απορριφθεί, κατά τα συναφώς προεκτεθέντα. Επομένως, πρέπει το προκαταβληθέν παράβολο να εισαχθεί στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 509 εδ.β΄του ΚΠολΔ) και η ανακόπτουσα που ηττήθηκε, να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα του καθ’ού η ανακοπή του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας  κατόπιν σχετικού αιτήματός του (άρθρα 176, 183, 191 § 2 του ΚΠολΔ, 63 § 2, 166 και παράρτημα Ι αυτού του ν.4194/2013), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 9-7-2013 (10/2013) ανακοπή ερημοδικίας, κατά της υπ’αριθμ. 129/2018 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου, αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την ανακοπή και την απορρίπτει κατ’ ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του υπ΄αριθμ. ……../8-3-2018 γραμματίου συστάσεως παρακαταθήκης του Ταμείου Παρακαταθηκών & Δανείων στο δημόσιο ταμείο.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την ανακόπτουσα στα δικαστικά έξοδα  του καθ’ού  η ανακοπή του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) €.

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται  οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 30-8-2019.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ