Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 521/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙKΑΣΙΑ

Αριθμός Απόφασης:     521      /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Ιωάννη Γερωνυμάκη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Γ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με το άρθρο 528 του ΚΠολΔ, αν ασκηθεί έφεση από τον διάδικο που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι αν ασκηθεί έφεση κατά ερήμην αποφάσεως, η οποία λειτουργεί ως υποκατάστατο αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας, εξαφανίζεται η εκκαλούμενη απόφαση μέσα στα όρια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, χωρίς έρευνα των λόγων της και ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει (με το δικόγραφο αυτής και τις προτάσεις του) όλους τους ισχυρισμούς, που μπορούσε να προβάλει πρωτοδίκως. Του παρέχεται, δηλαδή, η ευκαιρία, δεδομένου ότι δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, να ακουστεί εντός των ορίων του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της εφέσεως και να προβάλει στο Εφετείο όσους ισχυρισμούς μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως επανορθώνοντας, με την έφεση, τις συνέπειες που η απουσία του ενδεχομένως, επέφερε. Επομένως, για την εξαφάνιση της πρωτόδικης αποφάσεως, εφόσον αυτή εκδόθηκε ερήμην του εκκαλούντος, δεν απαιτείται να ευδοκιμήσει προηγουμένως κάποιος λόγος της εφέσεως, απαιτείται όμως η τυπική παραδοχή της, καθόσον αυτή έχει τα αποτελέσματα της καταργηθείσας αναιτιολόγητης ανακοπής ερημοδικίας (ΑΠ 526/2016 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1075/2013 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 829/2008). Περαιτέρω κατ’ άρθρο 495 του ΚΠολΔ «Τα ένδικα μέσα της ανακοπής ερημοδικίας, της έφεσης, της αναψηλάφησης και της αναίρεσης ασκούνται με δικόγραφο που κατατίθεται στο πρωτότυπο στη γραμματεία του δικαστηρίου που έχει εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση ή στη γραμματεία του πρωτοδικείου της μεταβατικής έδρας, αν προσβάλλεται απόφαση εφετείου που συνεδρίασε σε μεταβατική έδρα. 2. Για την κατάθεση συντάσσεται έκθεση στο βιβλίο που τηρείται σύμφωνα με το άρθρο 496, την οποία υπογράφει και αυτός που καταθέτει. Στο δικόγραφο που κατατίθεται σημειώνεται ο αριθμός της έκθεσης και η χρονολογία της και βεβαιώνονται με την υπογραφή εκείνου που συντάσσει την έκθεση. 3. Εκείνος που ασκεί το ένδικο μέσο της έφεσης, της αναίρεσης και της αναψηλάφησης, υποχρεούται να καταθέσει παράβολο, που επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο γραμματέας, ως εξής: Α. Για το ένδικο μέσο της έφεσης: α) κατά απόφασης Ειρηνοδικείου παράβολο ποσού εβδομήντα πέντε (75) ευρώ, β) κατά απόφασης Μονομελούς Πρωτοδικείου παράβολο ποσού εκατό (100) ευρώ, γ) κατά απόφασης Πολυμελούς Πρωτοδικείου παράβολο ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ. . . . Η υποχρέωση της παρούσας παραγράφου δεν ισχύει για τις διαφορές των άρθρων 614 αριθμ. 3 και 5, και 592 αριθμ. 1 και 3». Εξάλλου, από τις συνδυασμένες διατάξεις του ως άνω άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ και αυτές του άρθρου 532 του ίδιου κώδικα, που ορίζει ότι «Αν λείπει κάποια από τις προϋποθέσεις του παραδεκτού της έφεσης, ιδίως αν η έφεση δεν ασκήθηκε εμπρόθεσμα και κατά τις νόμιμες διατυπώσεις, το δικαστήριο την απορρίπτει ως απαράδεκτη και αυτεπαγγέλτως», προκύπτει ότι εκείνος που ασκεί το ένδικο μέσο της εφέσεως υποχρεούται να καταθέσει παράβολο ποσού εκατό (100) ευρώ, το οποίο επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο γραμματέας, καθώς και ότι σε περίπτωση που δεν κατατεθεί το παράβολο, το ένδικο αυτό μέσο απορρίπτεται από το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτο, ακόμα και αν αυτό προσκομιστεί εκ των υστέρων, διότι η πλήρωση της ρητής επιταγής του νόμου ότι το παράβολο επισυνάπτεται στην έκθεση που συντάσσει ο γραμματέας για την κατάθεση της έφεσης, προϋποθέτει ότι το παράβολο κατατίθεται κατά το χρόνο άσκησης της έφεσης και όχι αργότερα (ΑΠ 1513/2018, ΑΠ 1137/2018, ΑΠ 266/2016, ΑΠ 602/2016 ΝΟΜΟΣ. αντιθ. ΑΠ 341/2015 ΝΟΜΟΣ, σύμφωνα με την οποία το απαράδεκτο γεννάται αν δεν κατατεθεί το παράβολο και όχι αν αυτό δεν κατατεθεί εμπροθέσμως, ώστε η κατάθεση αυτού μετά την άσκηση της εφέσεως και πριν από τη συζήτησή της δεν συνεπάγεται το απαράδεκτο αυτής).

Στην προκειμένη περίπτωση, η εκκαλούμενη υπ’ αριθμ. 3201/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς εκδόθηκε ερήμην των εναγόμενων και ήδη εκκαλούντων κατά την τακτική διαδικασία. Με την απόφαση αυτή έγινε δεκτή η αγωγή της ενάγουσας, ήδη εφεσίβλητης, ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρίας λόγω της ερημοδικίας των εναγόμενων και υποχρέωσε τους τελευταίους να της καταβάλουν το ποσό των 38.357,48 ευρώ ως αποζημίωση λόγω της εκ μέρους του πρώτου εναγόμενου, ενεργώντας ως νόμιμος εκπρόσωπος της δεύτερης εναγόμενης, έκδοσης της υπ’ αριθμ. ….. επιταγής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, ποσού 38.357,48 ευρώ, η οποία δεν πληρώθηκε λόγω έλλειψης διαθέσιμων κεφαλαίων. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι εκκαλούντες με την υπό κρίση έφεσή τους για κακή εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν να γίνει δεκτή η έφεσή τους ώστε να εξαφανισθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να απορριφθεί η αγωγή. Η έφεση ασκήθηκε μεν νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1 και 2, 496 επ., 511, 513 παρ. 1β, 518 παρ. 1, 520 του ΚΠολΔ), απορριπομένου ως αβάσιμου του ισχυρισμού της εφεσίβλητης ότι αυτή είναι εκπρόθεσμη, δοθέντος ότι η προσβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε στους εκκαλούντες την 25/9/2017 (υπ’ αριθμ. …/25.9.2017 και …/25.9.2017 εκθέσεις επίδοσης της αρμόδιας δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………..), η δε έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 25/10/2017, δηλ. την τριακοστή ημέρα της τριανταήμερης προθεσμίας, η οποία άρχισε την 26/9/2017. Όμως, όπως προκύπτει από την από 25/10/2017 έκθεση της αρμόδιας Γραμματέα του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που είναι συνημμένη στο επικυρωμένο αντίγραφο της έφεσης που υπάρχει στη δικογραφία, το δικόγραφο της έφεσης κατατέθηκε χωρίς το οικείο παράβολο των εκατό (100) ευρώ. Επομένως, εφόσον η κρινόμενη έφεση ασκήθηκε χωρίς την κατάθεση του εν λόγω παραβόλου, λείπει μία από τις προϋποθέσεις του παραδεκτού της, η οποία λαμβάνεται και αυτεπαγγέλτως υπόψη και για το λόγο αυτό πρέπει η έφεση να απορριφθεί ως απαράδεκτη, χωρίς το απαραδεκτ να αίρεται από την προσκόμιση εκ των υστέρων και συγκεκριμένα την 14/11/2018, του υπ’ αριθμ. ….. παράβολου (e-παράβολου) ποσού 100 ευρώ (βλ. την από 14/11/2018 βεβαίωση της Γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιά).

Πρέπει επομένως η έφεση να απορριφθεί ως απαράδεκτη, να συμψηφιστούν στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων, διότι η ερμηνεία του κανόνα δικαίου που εφαρμόσθηκε ήταν ιδιαίτερα δυσχερής λόγω της κυμαινόμενης νομολογίας ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα (άρθρο 179, 183 του ΚΠολΔ) και να διαταχθεί η επιστροφή του πιο πάνω παραβόλου στους εκκαλούντες, διότι εφόσον αυτό δεν επισυνάπτεται στην έκθεση κατάθεσης της έφεσης πρέπει να θεωρηθεί ως μηδέποτε κατατεθέν.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 3201/2017 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση ως απαράδεκτη.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ στο σύνολο τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

ΔΙΑΤΑΖΕΙ την επιστροφή στους εκκαλούντες του υπ’ αριθμ. ……. e-παράβολου ποσού 100 ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την 11 Σεπτεμβρίου 2019.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ