Αριθμός 572/2019
ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Δήμητρα Τσουτσάνη, Πρόεδρο Εφετών, Αθανάσιο Θεοφάνη, Εφέτη-Εισηγητή και Μαρία Κωττάκη, Εφέτη και από τη Γραμματέα Γ.Λ..
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
- Με την από 08.11.2017 (γεν. αριθμ. καταθ. …./09.11.2017, ειδ. αριθμ. καταθ. …./09.11.2017) αίτηση για καθορισμό δικασίμου και κλήση για την ορισθησομένη δικάσιμο οι ενάγουσες – εφεσίβλητες – καθών οι πρόσθετοι λόγοι εφέσεως – εκκαλούσες επαναφέρουν προς συζήτηση προς τον σκοπό εκδόσεως οριστικής αποφάσεως σε δεύτερο βαθμό τις από 14.06.2013 (αριθμ. εκθ. καταθ. …./17.06.2013) και 08.07.2013 (αριθμ. εκθ. καταθ. …../17.07.2013) εφέσεις και τους από 15.10.2014 (γεν. αριθμ. καταθ. …../17.10.2014, αριθμ. καταθ. …../17.10.2014) προσθέτους λόγους της πρώτης αυτών, μετά την διενέργεια της διαδικαστικής πράξεως που διατάχθηκε με την υπ΄ αριθμ. 565/2015 εν μέρει οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου.
- Οι ενάγουσες (αλλοδαπές εταιρείες, με τις επωνυμίες «…….», «………», «…….. στην από 24.05.2011 αγωγή τους ισχυρίστηκαν ότι ανέθεσαν, μέσω της διαχειρίστριας αυτών (αλλοδαπής εταιρείας, με την επωνυμία «………»), στην πρώτη εναγομένη (αλλοδαπή εταιρεία, με την επωνυμία «……….»), της οποίας ο δεύτερος εναγόμενος (…………) ετύγχανε νόμιμος εκπρόσωπος, την εκπροσώπησή τους κατά την ανεύρεση συμφερουσών ναυλώσεων για τα πλοία τους με αμοιβή ποσό ανερχόμενο σε ποσοστό 1,5% επί του ποσού του μέλλοντος να εισπραχθεί ναύλου για κάθε καταρτιζομένη ναύλωση. Ότι, με τη μεσολάβηση της πρώτης εναγομένης, καταρτίστηκαν οι αναφερόμενες ναυλώσεις και εισπράχθηκαν οι αντίστοιχοι, αναφερόμενοι, ναύλοι επί των οποίων η ανωτέρω αντίδικός τους υπολόγισε τα ποσά αμοιβής της, ανερχόμενα σε ποσοστό ύψους 2,5%, τα οποία αναζήτησε και εισέπραξε. Ότι, αργότερα, πληροφορήθηκαν ότι η πρώτη εναγομένη, σε συνεννόηση με την αντίστοιχη διαμεσολαβήτρια (μεσίτρια) εταιρεία, που εκπροσωπούσε τις ναυλώτριες εταιρείες, είχε προεισπράξει από τα ποσά των επιτευχθέντων ναύλων την δικαιουμένη μεσιτική αμοιβή, την οποία αναζήτησε και εισέπραξε, ενώ δεν εδικαιούτο, για δεύτερη φορά από αυτές. Ότι, με τον τρόπο αυτό, εξαπατώντας τις, εισέπραξε, κατά τις αγωγικές διακρίσεις, το ποσό των 110.183,63 ευρώ από την πρώτη από αυτές, το ποσό των 18.123,67 ευρώ από τη δεύτερη και το ποσό των 34.825,15 ευρώ από την τρίτη. Ότι, πέραν της περιουσιακής ζημίας που προκάλεσε σ’ αυτές η προπεριγραφομένη συμπεριφορά της εναγομένης, βλάφτηκαν, από την αυτή συμπεριφορά, ως προς τη φήμη και την αξιοπιστία τους. Ζήτησαν δε να γίνει δεκτή η αγωγή τους, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, λόγω των προαναφερθεισών ιδιοτήτων τους και με νόμιμο έρεισμα αυτό της αδικοπραξίας, άλλως αυτό του αδικαιολογήτου πλουτισμού, να τους καταβάλουν τα αγωγικά χρηματικά ποσά για αποζημίωσή τους και για χρηματική τους ικανοποίηση νομιμοτόκως, να απαγγελθεί κατά του δευτέρου εναγομένου προσωπική κράτηση για την αναγκαστική εκτέλεση της επί της αγωγής αποφάσεως και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα εις βάρος των αντιδίκων τους.
- Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα) με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε την, ως άνω, έχουσα αγωγή ως προς την κυρία αυτής νομική βάση εν μέρει νόμιμη και κατ’ ουσίαν βάσιμη, υποχρέωσε δε τους εναγομένους να καταβάλουν εις ολόκληρον στις ενάγουσες ποσά 60.091,81 ευρώ, 10.061,83 ευρώ και 19.412,57 ευρώ αντιστοίχως νομιμοτόκως και τα δικαστικά έξοδα.
- Κατά της, ως άνω, κρινάσης αποφάσεως του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου παραπονούνται αμφότερα τα διάδικα μέρη με τις ένδικες εφέσεις τους αποδίδοντας σ’ αυτή (εκκαλουμένη απόφαση) εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, όπως και κακή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού. Ζητούν δε την τυπική και κατ’ ουσίαν παραδοχή των εφέσεών τους, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως, την διακράτηση της υποθέσεως από το Δικαστήριο τούτο, την αναδίκαση της αγωγής, την απόρριψή της ή την παραδοχή αυτής στο σύνολό της αντιστοίχως και την επιβολή των δικαστικών εξόδων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας εις βάρος των αντιδίκων τους.
- Το Δικαστήριο τούτο (Εφετείο Πειραιώς με τριμελή σύνθεση – Ναυτικό Τμήμα) με την υπ΄ αριθμ. 565/2015 εν μέρει οριστική απόφασή του έκρινε ότι οι από 15.10.2014 πρόσθετοι λόγοι είχαν ασκηθεί απαραδέκτως, όπως απαραδέκτως είχαν ληφθεί και οι υπ΄ αριθμ. …/02.03.2015 και …./02.03.2015 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ……… και του συμβολαιογραφούντος γραμματέα του επιτίμου γενικού προξενείου της Ελλάδος στην Σιγκαπούρη. Περαιτέρω, διέταξε την ένωση και την συνεκδίκαση των από 14.06.2013 και 08.07.2013 εφέσεως, έκρινε αυτές νομότυπα και εμπρόθεσμα ασκηθείσες μετά ταύτα δε διέταξε την επανάληψη της συζητήσεως των εφέσεων σε ορισθησομένη με επιμέλεια των διαδίκων μερών δικάσιμο προς τον σκοπό να εμφανισθούν οι μάρτυρες που έδωσαν ένορκες βεβαιώσεις των οποίων έγινε χρήση πρωτοδίκως για να εξεταστούν και πάλι και να παράσχουν συμπληρώσεις και επεξηγήσεις σε σχέση με όσα κατέθεσαν στις ένορκες βεβαιώσεις τους. Οι μάρτυρες (………..) εμφανίσθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και, μετά από ερωτήσεις των μελών του Δικαστηρίου, παρέσχον τις συμπληρώσεις και έδωσαν τις διευκρινίσεις που τους ζητήθηκαν. Οι καταθέσεις τους περιέχονται στα ταυτάριθμα προς την απόφαση αυτή πρακτικά.
- Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων …….. και ………, οι οποίοι κατέθεσαν, μετά την τήρηση της προβλεπομένης στον νόμο προδικασίας, ενώπιον των συμβολαιογράφων Πειραιώς ……. και ……., συνταγεισών των υπ΄ αριθμ. …/18.09.2012 και …./14.09.2012 ενόρκων βεβαιώσεων αυτών, και οι οποίοι εμφανίσθηκαν ενώπιον του ακροατηρίου του Δικαστηρίου τούτου και παρέσχον τις συμπληρώσεις και έδωσαν τις διευκρινίσεις που τους ζητήθηκαν, σύμφωνα με το διατακτικό της υπ΄ αριθμ. 565/2015 εν μέρει οριστικής αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου, χωρίς βεβαίως οι συμπληρώσεις και οι διευκρινίσεις τους να θεωρούνται αυτοτελές αποδεικτικό μέσο (Α.Π. 1088/2018 δημοσιευμένη στην τ.ν.π. Νόμος), και από το σύνολο, όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, τα οποία τα διάδικα μέρη προσκομίζουν νομίμως και επικαλούνται είτε προς άμεση απόδειξη είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα αμφισβητούμενα πραγματικά περιστατικά που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης αυτής: Οι ενάγουσες αλλοδαπές εταιρείες («……………..», μετονομασθείσα ήδη, κατά τους ισχυρισμούς της, σε «…………», «……….», «………..») υπήρξαν, κατά την ενδιαφέρουσα χρονική περίοδο (έτη 2007 – 2009), πλοιοκτήτριες των Μ/Τ με τα ονόματα «B.», «S.» και «B.» και είχαν κοινή διαχειρίστρια την εταιρεία «……..»., η οποία, στο πλαίσιο των εξουσιών της ήταν και η σύναψη ναυλώσεων για την εμπορική εκμετάλλευση των προαναφερομένων πλοίων. Έτσι, στο πλαίσιο της δραστηριότητάς της αυτής, η διαχειρίστρια των πλοίων εταιρεία ήλθε σε επαφή με την πρώτη εναγομένη αλλοδαπή εταιρεία («……….»), που είχε νόμιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, νόμιμο εκπρόσωπο και ιθύνοντα νου τον δεύτερο εναγόμενο (………..), με σκοπό την εξεύρεση ναυλωτών των πλοίων, δεδομένου ότι η πρώτη εναγομένη ήταν ναυλομεσιτική εταιρεία. Η συναλλακτική αυτή επαφή ήταν επιτυχής υπό την έννοια ότι η πρώτη εναγομένη συμφώνησε στην ανάληψη της προσπάθειας για την εξεύρεση ναυλωτών με αμοιβή της ανερχομένη σε ποσό αντίστοιχο προς ποσοστό 1,25% επί του εισπραχθησομένου ναύλου πλέον ποσού αντιστοίχου προς ποσοστό 1,25% επί του αυτού ναύλου για την κάλυψη αμοιβών τρίτων προσώπων (μεσαζόντων και διαμεσολαβητών). Έτσι, με ενέργειες της πρώτης εναγομένης σε συνεργασία με την εταιρεία «……….», που ενεργούσε για λογαριασμό υποψηφίων ναυλωτών, καταρτίσθηκε, στις 04.07.2007, σύμβαση ναυλώσεως του πλοίου της πρώτης ενάγουσας πλοιοκτήτριας με ναυλώτρια την εταιρεία «….», διαρκείας 415 ημερών και συνολικό ναύλο ποσού 6.343.703,33$, την 01.02.2008, καταρτίσθηκε σύμβαση ναυλώσεως του πλοίου της δεύτερης ενάγουσας πλοιοκτήτριας με ναυλώτρια την εταιρεία «…….», διαρκείας 48 ημερών και συνολικό ναύλο ποσού 1.113.287,50$ ενώ, στις 17.03.2008 και στις 02.05.2008, καταρτίστηκαν συμβάσεις ναυλώσεως του πλοίου της τρίτης ενάγουσας πλοιοκτήτριας με ναυλώτρια την εταιρεία «……….», διαρκείας 42 και 36 ημερών με συνολικούς ναύλους 811.603,46$ και 689.462,50$ αντιστοίχως. Για όλες τις ανωτέρω αναφερόμενες συμβάσεις ναυλώσεως συντάχθηκαν αντίστοιχες ανακεφαλαιώσεις ναυλώσεως («recaps»), στις οποίες περιέχονταν οι όροι κάθε ναυλώσεως και οι οποίες αποστέλλονταν από τον δεύτερο εναγόμενο τόσο προς την ναυλομεσίτρια των ναυλωτών όσο και προς τις πλοιοκτήτριες – εκναυλώτριες. Ωστόσο, ο δεύτερος εναγόμενος είχε συλλάβει σχέδιο εξαπατήσεως των εναγουσών πλοιοκτητριών εταιρειών με σκοπό να καρπωθεί η πρώτη εναγομένη εταιρεία τα χρηματικά ποσά που αντιστοιχούσαν στο ποσοστό του 2,5%. Συγκεκριμένα, αφού ήλθε σε συνεννόηση με υπεύθυνους της ναυλομεσίτριας των ναυλωτών, συμφώνησαν στην αφαίρεση από τους καταβαλλομένους ναύλους ποσών αντιστοίχων προς ποσοστό 12% αυτών με σκοπό την κάλυψη κάθε αμοιβής, εξόδου κτλ των ναυλομεσιτριών. Ακολούθως, όμως, αντί να παρουσιάζει στις ανακεφαλαιώσεις τον καθαρό ναύλο που δικαιούνταν οι ενάγουσες πλοιοκτήτριες εταιρείες, παρουσίαζε ποσό ημερησίου ναύλου από το οποίο θα έπρεπε να γίνει κράτηση ποσοστού 2,5% για καταμερισμό. Χαρακτηριστικές εικόνες παρουσιάζουν οι ανακεφαλαιώσεις που απεστάλησαν στην ναυλομεσίτρια εταιρεία των ναυλωτών και στις ενάγουσες πλοιοκτήτριες: Ανακεφαλαίωση, αποσταλείσα στην ναυλομεσίτρια των ναυλωτών, για την ναύλωση εκ μέρους της «……….», με ημερομηνία συνάψεως της ναυλώσεως την 4η Δεκεμβρίου 2007, στην οποία εμφανίζεται ως ημερήσιος ναύλος το καθαρό ποσό των 14.000,00$ σε σύγκριση με την, αποσταλείσα στην διαχειρίστρια της πλοιοκτήτριας εταιρείας, ανακεφαλαίωση όπου ο ημερήσιος ναύλος ορίζεται στο αυτό μεν ποσό με επιβάρυνση όμως ποσοστού 2,5% προς καταμερισμό. Επιπλέον, στην ανακεφαλαίωση που στάλθηκε στην ναυλομεσίτρια εταιρεία των ναυλωτών για την ναύλωση εκ μέρους της «………….» αναφέρεται ως συμφωνηθείς ημερήσιος ναύλος το καθαρό ποσό των 17.000,00$ σε σύγκριση με την, αποσταλείσα στην διαχειρίστρια της πλοιοκτήτριας εταιρείας, ανακεφαλαίωση όπου ο ημερήσιος ναύλος ορίζεται στο αυτό μεν ποσό με επιβάρυνση όμως ποσοστού 2,5% προς καταμερισμό. Περαιτέρω, στην αποσταλείσα στην ναυλομεσίτρια εταιρεία των ναυλωτών ανακεφαλαίωση για την ναύλωση εκ μέρους της «………….» αναφέρεται ως συμφωνηθείς ημερήσιος ναύλος το καθαρό ποσό των 19.000,00$ σε σύγκριση με την, αποσταλείσα στην διαχειρίστρια της πλοιοκτήτριας εταιρείας, ανακεφαλαίωση όπου ο ημερήσιος ναύλος ορίζεται στο αυτό μεν ποσό με επιβάρυνση όμως ποσοστού 2,5% προς καταμερισμό. Τέλος, στην ανακεφαλαίωση που απεστάλη στην ναυλομεσίτρια των ναυλωτών εταιρεία για την ναύλωση εκ μέρους της «……………..» αναφέρεται ως συμφωνηθείς ημερήσιος ναύλος το καθαρό ποσό των 23.500,00$ σε σύγκριση με την, αποσταλείσα στην διαχειρίστρια της πλοιοκτήτριας εταιρείας, ανακεφαλαίωση όπου ο ημερήσιος ναύλος ορίζεται μεν στο αυτό ποσό με επιβάρυνση όμως ποσοστού 2,5% προς καταμερισμό. Περαιτέρω, από τα προμνημονευόμενα αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι οι ενάγουσες πλοιοκτήτριες εταιρείες, πεισθείσες από τα αναφερόμενα στις ανωτέρω ανακεφαλαιώσεις στοιχεία, ότι είχαν σχετικές υποχρεώσεις κατέβαλαν σταδιακά στην πρώτη εναγομένη εταιρεία τα ακόλουθα, μη αμφισβητούμενα ως προς το ύψος, χρηματικά ποσά: Η πρώτη ενάγουσα πλοιοκτήτρια συνολικά ποσό 110.183,63€, κατά την ισοτιμία $ και €, κατά τα χρονικά σημεία των καταβολών, η δεύτερη ενάγουσα πλοιοκτήτρια συνολικά ποσό 18.123,67€, κατά την ισοτιμία $ και €, κατά τα χρονικά σημεία των καταβολών, και η τρίτη ενάγουσα πλοιοκτήτρια συνολικά ποσό 34.825,15€, κατά την ισοτιμία $ και €, κατά τα χρονικά σημεία των καταβολών. Οι εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι εξαρχής οι ενάγουσες πλοιοκτήτριες εταιρείες γνώριζαν ότι ποσό αντίστοιχο προς ποσοστό 1,25% κάθε ναύλου προοριζόταν για καταβολή σε πρόσωπα της ναυλαγοράς της Νιγηρίας, τα οποία ρύθμιζαν τα των ενδίκων ναυλώσεων, και η διαφορά τους άρχισε όταν ο ιθύνων νους των πλοιοκτητριών εταιρειών …….. επιδίωξε με φορτικότητα να πληροφορηθεί την ταυτότητα των προσώπων αυτών ώστε να «κλείνει» απευθείας ναυλώσεις κατά παράκαμψη της πρώτης εναγομένης. Επιπλέον, αποδίδει την βοήθεια που παρέσχε στις ενάγουσες πλοιοκτήτριες εταιρείες ο ……….. της εταιρείας «…………» δια της παροχής εγγράφου στηρίζοντος αποδεικτικά τους ισχυρισμούς τους αφενός μεν σε εξαγορά του με άδηλα ανταλλάγματα αφετέρου δε σε πλεκτάνη με θύμα αυτή (εναγομένη εταιρεία). Μάλιστα, στον παρόντα βαθμό και στην παρούσα φάση, οι εναγόμενοι «αποκαλύπτουν», απαραδέκτως διαδικαστικά, το πρόσωπο το οποίο ελάμβανε το ποσοστό του 1,25% και συγκεκριμένα την εταιρεία «…………». Όμως, παρόλη αυτή την προσπάθεια των εναγομένων, παραμένει ανεξήγητη η διαδικασία των διπλών – διαφορετικών ανακεφαλαιώσεων που μόνο τους εναγομένους ωφελούσε οικονομικά ενώ οι λοιποί ισχυρισμοί των εναγομένων εγγίζουν το πραγματικό της θεωρίας συνομωσίας. Από τα παραπάνω, επίσης, προκύπτει με σαφήνεια ότι το σύνολο της ζημίας κάθε ενάγουσας πλοιοκτήτριας εταιρείας είναι το συνολικό ποσό που κατέβαλε στην πρώτη εναγομένη και, επομένως, έσφαλε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεχόμενο ότι η ζημία εκάστης εξ αυτών ανέρχεται σε ποσό αντίστοιχο προς ποσοστό 1,25% επί του εκάστοτε καταβαλλομένου ναύλου. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτός κατ΄ ουσίαν ο, παραδεκτά προβληθείς, πρώτος λόγος της από 08.07.2013 εφέσεως και να απορριφθεί στο σύνολό της κατ΄ ουσίαν η από 14.06.2013 έφεση με την οποία ζητείται η απόρριψη της αγωγής. Αναφορικά τώρα με τον δεύτερο λόγο της αυτής από 08.07.2013 εφέσεως, με τον οποίο ζητείται να αναπροσαρμοστούν σε μεγαλύτερο ύψος τα χρηματικά ποσά τα οποία καταψηφίστηκαν πρωτοδίκως ως χρηματική ικανοποίηση των εναγουσών πλοιοκτητριών εταιρειών λόγω της ηθικής βλάβης την οποία υπέστησαν από τις αδικοπραξίες των εναγομένων, πρέπει να σημειωθεί ότι δεν αποδείχθηκε από κάποιο αποδεικτικό μέσο ότι οι ενάγουσες υπέστησαν τέτοια βλάβη δεδομένου ότι όσα συνέβησαν μεταξύ των διαδίκων μερών δεν δημοσιοποιήθηκαν, αλλά έλαβαν χώρα εν κρυπτώ και, για τον λόγο αυτό, πρέπει ο παραδεκτά προβληθείς αυτός λόγος να απορριφθεί ως κατ΄ ουσίαν αβάσιμος να μην εξαφανισθεί όμως η σχετική διάταξη της εκκαλουμένης αποφάσεως ενόψει του ότι δεν προσβλήθηκε από τους εναγομένους με την από 14.06.2013 έφεσή τους. Περαιτέρω και όσον αφορά την αιτίαση της από 08.07.2013 εφέσεως σχετικά με την παράλειψη του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου να απαγγείλει προσωπική κράτηση εις βάρος του δευτέρου των εναγομένων θα πρέπει να λεχθούν τα ακόλουθα: Με την διάταξη του άρθρου 1047§1 Κ.Πολ.Δ., όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, διατηρήθηκε ανέπαφη η δυνατότητα απαγγελίας προσωπικής κρατήσεως για απαιτήσεις από αδικοπραξία, μη εφαρμοζομένου εν προκειμένω του δικαιοκωλυτικού κανόνα που θεσπίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 11 του Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και του Τετάρτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της από 04.11.1950 Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ολ. Α.Π. 23/2005 α΄ δημοσίευση στην τ.ν.π. Νόμος = Αρμ. 2006.405 όπου και σημείωση Α.Δ.Μ. = ΕΕμπΔ 2006.54 = ΕλλΔνη 2005.718, Α.Π. 1232/2014 α΄ δημοσίευση στην τ.ν.π. Νόμος). Ειδικότερα, η οικονομική αδυναμία εκπληρώσεως χρηματικής παροχής καθιστά την προσωπική κράτηση του οφειλέτη ανεπίτρεπτη μόνο στην περίπτωση ενοχής από σύμβαση (άρθρο 11 του κυρωθέντος με τον ν. 2462/1997 Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα), ενώ επί αδικοπρακτικής ενοχής η επιβολή αυτού του μέσου αναγκαστικής εκτελέσεως δεν προσκρούει στις διατάξεις των άρθρων 25§1 του Συντάγματος, 6§1, 8§2, 9§2 και 10§2 της Ε.Σ.Δ.Α. ούτε στην αρχή της αναλογικότητας (ΑΠ 1438/2008, ΑΠ 780/2005 NΟΜΟΣ) και απαγγέλλεται χωρίς να απαιτείται η αναφορά στην εκκαλουμένη απόφαση των οικονομικών δυνατοτήτων, της αφερεγγυότητας και της δυνατότητας εκπληρώσεως των συμβατικών υποχρεώσεων του εναγομένου, δεδομένου ότι η απαγγελία προσωπικής κρατήσεως λόγω αδικοπραξίας είναι δυνητική και απόκειται στην διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου, αρκεί δε στην αιτιολογία της αποφάσεως να αναφέρεται το αποδεδειγμένο της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του εναγομένου οφειλέτη και των επιδίκων αξιώσεων του ενάγοντος δανειστή, χωρίς να απαιτείται να γίνει επιπλέον αναφορά στην αφερεγγυότητα ή στην απόκρυψη τυχόν περιουσίας του οφειλέτη και σε άλλες ειδικές συνθήκες ή περιστάσεις (Ε.Λαμ. 3/2016 α΄ δημοσίευση στην τ.ν.π. Νόμος, Ε.Π. 29/2007 α΄ δημοσίευση στην τ.ν.π. Νόμος). Ενόψει των ανωτέρω το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο είχε διακριτική ευχέρεια να απαγγείλει προσωπική κράτηση, διαρκείας έως ενός έτους, κατά του δευτέρου εναγομένου για την απαίτηση της πρώτης ενάγουσας πλοιοκτήτριας εταιρείας ήδη δε το Δικαστήριο τούτο έχει την διακριτική ευχέρεια να απαγγείλει προσωπική κράτηση κατ΄ αυτού για τις απαιτήσεις των πρώτης και τρίτης των εναγουσών πλοιοκτητριών εταιρειών. Ωστόσο, ενόψει της προβλέψεως διακριτικής ευχερείας του Δικαστηρίου και του επαχθούς του μέτρου σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έχουν ληφθεί εις βάρος της περιουσίας του δευτέρου εναγομένου αναγκαστικά μέτρα εισπράξεως των οφειλομένων (συντηρητική κατάσχεση, εγγραφή προσημειώσεως υποθήκης) πρέπει ο σχετικός τρίτος λόγος της από 08.07.2013 εφέσεως που παραδεκτά προβλήθηκε να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος. Συνεπώς, πρέπει η από 14.06.2013 έφεση να απορριφθεί κατ΄ ουσίαν, η από 08.07.2013 έφεση να γίνει δεκτή κατ΄ουσίαν, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, υπ΄ αριθμ. 2402/2013, απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα στο σύνολό της ώστε να προκύψει ενιαίος προς εκτέλεση τίτλος, να διακρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο, να αναδικασθεί η από 24.05.2011 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……./24.05.2011) αγωγή, να απορριφθεί ό,τι ως απορριπτέο κρίθηκε, να γίνει εν μέρει δεκτή κατά τα λοιπά ως προς την κυρία αυτής νομική βάση, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να καταβάλουν εις ολόκληρον στις ενάγουσες κατά σειρά ποσά 115.183,63€, 19.123,67€ και 36.825,15€ αντιστοίχως με τους νομίμους τόκους από της επομένης της επιδόσεως της αγωγής και έως την εξόφληση.
- Από τα προκαταβληθέντα παράβολα, εκείνο που συνοδεύει την από 08.07.2013 έφεση πρέπει να αποδοθεί στις εκκαλούσες ενώ εκείνο που συνοδεύει την από 14.06.2013 έφεση πρέπει να εισαχθεί στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495§3 εδάφ. ε΄ Κ.Πολ.Δ.).
- Τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή σχετικού κοινού αιτήματος των νικωσών εναγουσών – εφεσιβλήτων – εκκαλουσών πρέπει να επιβληθούν εις βάρος των ηττωμένων εναγομένων – εκκαλουσών – εφεσιβλήτων, σύμφωνα με τις προβλέψεις των άρθρων 183, 176 εδάφ. α΄, 189§1, 191§1 Κ.Πολ.Δ., 57§1, 58§§1, 3, 4α, 63§1iα, 68§1, 69§1 εδάφ. α΄ και 166 Παράρτημα Ι ν. 4194/2013, κατά τα στο διατακτικό.
Γ Ι Α Τ Ο Υ Σ Λ Ο Γ Ο Υ Σ Α Υ Τ Ο Υ Σ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει κατ΄ ουσίαν την από 14.06.2013 έφεση.
Δέχεται κατ΄ ουσίαν την από 08.07.2013 έφεση.
Εξαφανίζει την υπ΄ αριθμ. 2402/2013, απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα.
Κρατεί την υπόθεση.
Αναδικάζει την από 24.05.2011 (αριθμ. εκθ. καταθ. ……./24.05.2011) αγωγή.
Απορρίπτει ό,τι ως απορριπτέο κρίθηκε.
Δέχεται εν μέρει την ανωτέρω αγωγή.
Υποχρεώνει τους εναγομένους να καταβάλουν εις ολόκληρον στις ενάγουσες κατά σειρά ποσά 115.183,63€, 19.123,67€ και 36.825,15€ αντιστοίχως με τους νομίμους τόκους από της επομένης της επιδόσεως της αγωγής και έως την εξόφληση.
Διατάσσει την απόδοση στις εκκαλούσες του παραβόλου που συνοδεύει την από 08.07.2013 έφεση και την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου που συνοδεύει την από 14.06.2013 έφεση. Και
Καταδικάζει την ηττωμένη διάδικη πλευρά στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της νικώσας προσδιορίζει δε το ποσό αυτών σε 14.300,00€.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 9 Ιουνίου 2019.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, στις 20 Σεπτεμβρίου 2019, με άλλη σύνθεση, λόγω προαγωγής και αναχωρήσεως του Εφέτη Αθανασίου Θεοφάνη, αποτελουμένη από τους Δικαστές, Δήμητρα Τσουτσάνη, Πρόεδρο Εφετών, Μαρία Κωττάκη και Μαρία Δανιήλ, Εφέτες, και με Γραμματέα τη Γεωργία Λογοθέτη, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ