Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 586/2019

Αριθμός     586/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Γ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Μετά τις τροποποιήσεις  του Ν. 4335/2015, η νέα ρύθμιση της παρ. 1 περ.β΄ εδ.γ΄ του άρθρου 937 ΚΠολΔ, προβλέπει ρητά ότι η άσκηση ενδίκων μέσων δεν αναστέλλει την πρόοδο της εκτέλεσης, εκτός αν, μετά από αίτηση του ασκούντος το ένδικο μέσο το δικαστήριο του ενδίκου μέσου διατάξει την αναστολή, με παροχή ή και χωρίς παροχή εγγύησης, εφόσον κρίνει ότι η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογείται η ευδοκίμηση του ενδίκου αυτού μέσου. Η αίτηση αναστολής του ασκούντος το ένδικο μέσο, που μπορεί να υποβληθεί και αυτοτελώς, δικάζεται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρο 686 επ.). Συνεπώς, με τις νέες ρυθμίσεις, αίτηση αναστολής συγχωρείται μόνο αν απορριφθεί πρωτοδίκως η ανακοπή και ασκηθεί έφεση, οπότε το σχετικό αίτημα υποβάλλεται ενώπιον του Εφετείου, είτε με αυτοτελές δικόγραφο, δηλαδή εισαγωγικό δικόγραφο, στο οποίο περιλαμβάνεται το αίτημα αναστολής, είτε κατά τη συζήτηση της υποθέσεως (εφέσεως) με τις προτάσεις. Το αίτημα εκδικάζεται πάντοτε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και η παραδοχή του μπορεί να εξαρτηθεί από την καταβολή εγγυοδοσίας. Ειδικά όταν η αίτηση αναστολής αφορά τη μη διενέργεια πλειστηριασμού, θα πρέπει με ποινή το απαράδεκτο να κατατεθεί 5 εργάσιμες ημέρες πριν την ημερομηνία πλειστηριασμού (η ημερομηνία καταθέσεως της αιτήσεως και του πλειστηριασμού δεν υπολογίζεται), η δε απόφαση δημοσιεύεται υποχρεωτικά την προηγούμενη του πλειστηριασμού Δευτέρα, μέχρι 12:00 μ.μ. Εάν τα περιθώρια είναι εξαιρετικά ασφυκτικά και υπό τον όρο ότι η αίτηση αναστολής ενώπιον του Εφετείου υποβάλλεται παραδεκτά, τότε είναι δυνατή η έκδοση σημειώματος με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 691 Α, καθώς η αίτηση αναστολής, όπως ρητά προβλέπει το άρθρο 939 ΚΠολΔ, εκδικάζεται κατά την ειδική διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, παρά το γεγονός ότι δεν αποτελεί ασφαλιστικό μέτρο, αλλά ρυθμιστικό μέτρο της αναγκαστικής εκτελέσεως (Βλ.Χ Απαλαγάκη, Συστηματική παρουσίαση των βασικών τροποποιήσεων του ΚΠολΔ, από το Ν. 4335/2015, εκδ. 2015, σελ. 54 επ., Χ. Απαλαγάκη/Π. Βαφειάδου, Αναγκαστική Εκτέλεση άρθρ. 937 ΚΠολΔ, Εφ.Δωδ. 109/2017 δημ.ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση στην κρινόμενη αίτηση ο αιτών εκθέτει ότι, η υπ’ αριθ. 343/2013 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, η οποία, κατά τα λεπτομερώς αναφερόμενα, εκδόθηκε κατόπιν ασκήσεως της από 19/6/2012 αγωγής του καθού η αίτηση, επιδίκασε στον τελευταίο (καθού η αίτηση) νομιμοτόκως το ποσό των 55.000 ευρώ ως διαφορές αποδοχών (μισθών, δώρων εορτών, επιδομάτων κλπ) από έμμισθη σύμβαση δικηγορικής εντολής αορίστου χρόνου καταρτισθείσας με την λυθείσα και εκκαθαρισθείσα δημοτική κοινωφελή επιχείρηση (ΝΠΙΔ) με την επωνυμία «…………» και ότι αυτός (καθού η αίτηση) εν συνεχεία κοινοποίησε στον αιτούντα την από 29/11/2017 επιταγή προς πληρωμή, με την οποία επιτάσσεται να του καταβάλλει το ως άνω επιδικασθέν ποσό ανερχόμενο συνολικά σε 94.379,67 ευρώ. Ότι αυτός (αιτών) άσκησε, συνεπεία της προαναφερόμενης έναρξης της σε βάρος του διαδικασίας αναγκαστικής εκτελέσεως, την από 4/12/2017 ανακοπή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά η οποία απορρίφθηκε με την υπ’ αριθ. 2365/2018 οριστική απόφαση του ιδίου ως άνω δικαστηρίου κατά της οποίας άσκησε αυτός (αιτών), νομίμως και εμπροθέσμως την από 1/6/2018 έφεσή του στο Δικαστήριο τούτο και με την οποία ζητεί, για τους αναφερόμενους σε αυτή λόγους, την εξαφάνιση της ως άνω προσβαλλόμενης αποφάσεως προκειμένου να γίνει δεκτή η ως άνω ανακοπή και ακυρωθεί η αρξάμενη διαδικασία αναγκαστικής εκτελέσεως.

Με βάση τα ανωτέρω, ζητεί με την ένδικη αίτηση την αναστολή της αναγκαστικής εκτελέσεως, που επισπεύδεται με την προαναφερόμενη επιταγή, μέχρι να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της εκκρεμούσας στο Δικαστήριο αυτό έφεσης του για το λόγο ότι πιθανολογείται η ευδοκίμηση της και επιπλέον διότι θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη από την εκτέλεση σε βάρος του.

Η υπό κρίση αίτηση αναστολής εκτελέσεως αρμόδια εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθ. 937, 686 επ. ΚΠολΔ),

Κατά το άρθρο 108 παρ. 1 Ν. 3852/2010 «Οι δήμοι που προκύπτουν από συνένωση υπεισέρχονται αυτοδικαίως από την έναρξη λειτουργίας τους, στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις των συνενούμενων Δήμων και Κοινοτήτων, ως προς τις επιχειρήσεις αυτών, καθώς και στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις που απορρέουν από συμβάσεις που έχουν υπογράψει, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι συμβάσεις εργασίας ή έργου μέχρι τη λήξη τους» ,κατά δε το άρθρο 109 παρ. 7 ίδιου νόμου, όπως η παρ. 7 προστέθηκε με το άρθρο 26 παρ. 6 του Ν. 3938/2011, «Σε περίπτωση λύσης κοινωφελούς επιχείρησης ή ΔΕΥΑ ή ανώνυμης εταιρείας ΟΤΑ, της οποίας ποσοστό τουλάχιστον ίσιο με το 90% του μετοχικού κεφαλαίου ανήκει στον οικείο ΟΤΑ, και ανάληψης των δραστηριοτήτων της από τον οικείο ΟΤΑ ή από Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου αυτού, το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου και ορισμένου χρόνου, μεταφέρεται στον αντίστοιχο φορέα, με την ίδια σχέση εργασίας, ύστερα από απόφαση του δημοτικού συμβουλίου. Συμβάσεις έργου που έχουν συναφθεί από τις επιχειρήσεις ου λύονται εκτελούνται από τον αντίστοιχο φορέα άσκησης των σχετικών αρμοδιοτήτων. Οφειλές των  ανωτέρω επιχειρήσεων προς το Ελληνικό Δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία και προς τρίτους, περιλαμβανομένων και δεδουλευμένων αποδοχών του μεταφερόμενου προσωπικού τους, μπορούν να καταβάλλονται από τον οικείο δήμο μετά από αιτιολογημένη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών του. Οι ρυθμίσεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται αναλογικά και για οφειλές αμιγών επιχειρήσεων του Π.Δ 410/1995 που λύθηκαν, καθώς και για οφειλές ανωνύμων και αναπτυξιακών εταιριών των οποίων οι εταίροι είναι αποκλειστικά ή και νομικά τους πρόσωπα, εφόσον τελούν υπό εκκαθάριση ή λυθούν και τεθούν υπό εκκαθάριση μέχρι τις 31.12.2012». Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι σε περίπτωση λύσεως κοινωφελούς επιχειρήσεως ή…….ή Ανώνυμης Εταιρείας…..,της οποίας ποσοστό τουλάχιστον ίσο με το 90% του μετοχικού κεφαλαίου ανήκει στον οικείο…..,που αναλαμβάνει είτε ο ίδιος είτε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου του Δήμου τις δραστηριότητές της, τότε, σύμφωνα με το άρθρο 109 παρ. 7 του ως άνω νόμου το προσωπικό της επιχειρήσεως ύστερα από απόφαση του δημοτικού συμβουλίου μεταφέρεται στον αντίστοιχο φορέα με την ίδια σχέση εργασίας (ορισμένου ή αορίστου χρόνου), οι συμβάσεις έργου εκτελούνται πλέον από τον αντίστοιχο φορέα,  ενώ οι οφειλές των επιχειρήσεων αυτών προς το Ελληνικό Δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία καθώς και προς τους τρίτους, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι δεδουλευμένες αποδοχές του μεταφερομένου προσωπικού τους, μπορούν να καταβληθούν από τον οικείο Δήμο, εφόσον ληφθεί προς τούτο αιτιολογημένη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών του. Κατά συνέπεια ο οικείος δήμος δεν καθίσταται άνευ άλλου τινός διάδοχος των προς τρίτους υποχρεώσεων δημοτικής επιχείρησης που λύθηκε, αλλά απαιτείται προς τούτο προηγούμενη αιτιολογημένη απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας του συνόλου των μελών του δημοτικού συμβουλίου, Πράγματι, αν η βούληση του νομοθέτη ήταν η αυτοδίκαιη διαδοχή του οικείου δήμου στις προς τρίτους υποχρεώσεις δημοτικής επιχείρησης που λύθηκε, τότε δεν θα είχε δικαιολογητικό λόγο η θέσπιση της ως άνω διατάξεως. Άλλωστε, οι δανειστές της επιχείρησης, που συμβλήθηκαν με αυτήν πριν την ψήφιση του Ν. 3852/2010 απέβλεψαν αποκλειστικά στην περιουσία της αντισυμβαλλόμενης δημοτικής επιχείρησης για την ικανοποίηση των απαιτήσεων τους και ανέλαβαν τον αντίστοιχο (επιχειρηματικό) κίνδυνο, και συνεπώς δεν υφίσταται δικαιολογημένη και άξια προστασίας προσδοκία για την ικανοποίησή τους απευθείας από τον οικείο Δήμο (ΑΠ 841/2018, ΑΠ 1846/2017, Εφ.Αθ. 1881/2017 προσκομιζόμενη, ΔΕΦ ΠΕΙΡ. 1427/2014, Εφ.Λαρ. 12/2013 δημ.ΝΟΜΟΣ).

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος του καθού η αίτηση ……….., από το σύνολο των εγγράφων τα οποία νομίμως προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι διάδικοι και από όσα προφορικώς και εγγράφως με τα σημειώματά τους ανέπτυξαν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Με την υπ΄ αρ. 225/2003 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Κερατσινίου (ΦΕΚ Β΄ αρ. 1930/24.12.2003) συστάθηκε η αμιγής Δημοτική Επιχείρηση Αθλητισμού Δήμου Κερατσινίου, η οποία ήταν νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (άρθ. 277 επ. του τότε ισχύοντος ΔΚΚ Π.Δ 410/1995). Εν συνεχεία, η ως άνω αμιγής Δημοτική Επιχείρηση Αθλητισμού Δήμου Κερατσινίου (ΔΕΑ ΔΗΚ) μετατράπηκε την 3/10/2008 (ΦΕΚ Β αρ. 2038/3.10.2008) σε Κοινωφελή Επιχείρηση του άρθρου 254 του Ν. 3463/2006 με την επωνυμία «Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Αθλητισμού Δήμου Κερατσινίου (ΔΗΚΕΠΑΚ)». Ακολούθως, βάσει των διατάξεων του άρθρου 107 του Ν. 3852/2010, η ως άνω Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Αθλητισμού Δήμου Κερατσινίου (ΔΗΚΕΠΑΚ) συγχωνεύτηκε, μαζί με τις κοινωφελείς επιχειρήσεις «Κέντρο Πολιτισμού και Κοινωνικών Υπηρεσιών Δήμου Δραπετσώνας», «Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Πολιτισμού Κερατσινίου» και «Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Πρόνοιας Κερατσινίου» στο νέο Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία «Δημοτική και Κοινωφελής Επιχείρηση Πολιτισμού – Αθλητισμού Κερατσινίου – Δραπετσώνας – ΔΗ.Κ.ΕΠ.Α» με την υπ’ αρ. 99/2011 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Κερατσινίου – Δραπετσώνας (ΦΕΚ 1295 Β/16.6.2011). Με την υπ’ αρ. 4232/3548 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης και την υπ’ αρ. 405/2013 (ορθή επανάληψη) αποφασίστηκε η λύση της ως άνω δημοτικής κοινωφελούς επιχείρησης (ΦΕΚ Β, 375/18.2.2014), σε εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 262 του Ν. 3463/2006 και η μεταφορά του προσωπικού, μετά τον έλεγχο από τον Δήμο των ατομικών φακέλων του προσωπικού και τη διαπίστωση της συνδρομής όλων των απαραίτητων εκ του νόμου προϋποθέσεων για τη νομιμότητα των διαδικασιών μεταφοράς. Περαιτέρω, πιθανολογείται ότι, ο καθού η αίτηση, δικηγόρος εγγεγραμμένος στα μητρώα του ΔΣΑ συνήψε με τον νόμιμο εκπρόσωπο της Δημοτικής Επιχείρησης Αθλητισμού Δήμου Κερατσινίου την 1.3.2004 έγγραφη σύμβαση έμμισθης δικηγορικής εντολής αορίστου χρόνου δυνάμει της οποίας παρείχε στην τελευταία αποκλειστικά τις υπηρεσίες του που συνίσταντο σε συμβουλές και γνωμοδοτήσεις αντί συμφωνημένης μηνιαίας αμοιβής ανερχομένης σε 650 ευρώ μέχρι 2.6.2011 οπότε και απολύθηκε ακύρως. Ο καθού η αίτηση άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 19/6/2012 αγωγή του στρεφομένη κατά του συσταθέντος ως άνω νέου ΝΠΙΔ με την επωνυμία «………..» με την οποία ζήτησε: «α) να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της από 1/6/2011 προφορικής καταγγελίας της επίδικης σύμβασης έμμισθης δικηγορικής εντολής και ότι η εναγομένη τυγχάνει υπερήμερη από 2/6/2011 ως προς την αποδοχή των πραγματικώς και προσηκόντως προσφερόμενων υπηρεσιών του ενάγοντος, β)να υποχρεωθεί η εναγομένη να τον απασχολεί πραγματικά, αποδεχόμενη τις υπηρεσίες του, με την απειλή σε αυτή χρηματικής ποινής 1000 ευρώ για κάθε ημέρα άρνησής της και γ) να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 43.084 ευρώ, που αντιστοιχεί σε διαφορές δεδουλευμένων αποδοχών, δώρα εορτών και επιδόματα αδείας για το χρονικό διάστημα από 1.1.2006 έως και 31/5/2011, καθώς και το ποσό των 11.916 ευρώ το οποίο αντιστοιχεί σε δώρα εορτών και επίδομα αδείας του χρονικού διαστήματος από 2.6.2011 έως 31/12/2011, με το νόμιμο τόκο, κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στην αγωγή ως προς τον χρόνο έναρξης της τοκοδοσίας» Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά με την υπ’ αρ. 459/2013 απόφασή του απέρριψε την ως άνω αγωγή ως μη νόμιμη τόσο ως προς την κύρια βάση της από τη σύμβαση εργασίας όσο και ως προς τη βάση της από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο ενάγων με την από 23.9.2013 (αρ.καταθ. ……./2013) έφεσή του, με την οποία ζήτησε την εξαφάνιση αυτής (προσβαλλομένης αποφάσεως) με σκοπό να γίνει δεκτή η αγωγή του. Επί της άνω εφέσεως εκδόθηκε η υπ’ αρ. 343/2015, η οποία δικάζοντας ερήμην της ως άνω εναγομένης – εφεσίβλητης εξαφάνισε την προσβαλλομένη απόφαση, δέχτηκε εν μέρει την αγωγή, αναγνώρισε ότι είναι άκυρη η από 1/6/2011 προφορική καταγγελία της σύμβασης έμμισθης δικηγορικής εντολής αορίστου χρόνου και υποχρέωσε την ως άνω εναγομένη Δημοτική Κοινωφελή Επιχείρηση να καταβάλει στον ενάγοντα (καθού η αίτηση) το ποσό των 55.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο κατά τις διακρίσεις που αναφέρονται στο σκεπτικό της απόφασης, το οποίο (ποσό) αντιστοιχεί σε διαφορές αποδοχών, δώρα εορτών και επιδόματα του χρονικού διαστήματος από το έτος 2006 έως το έτος 2011 και μισθούς υπερημερίας από την επομένη της άκυρης απόλυσης (2/6/2011) έως την 31/12/2011 καθώς και δώρα και επιδόματα αδείας. Κατά της αποφάσεως αυτής ασκήθηκε από το ΝΠΙΔ με την επωνυμία «………..» η από 12/10/2015 αναίρεση ενώπιον του Αρείου Πάγου δικάσιμος της οποίας ορίστηκε η 5/4/2016 και σύμφωνα με την από 10/3/2016 Έκθεση Εισηγήσεως της Εισηγήτριας Αεροπαγίτη, κρίθηκε παραδεκτός ο πρώτος λόγος της αιτήσεως εκ του άρθρου 559 αρ. 1 ΚΠολΔ, για το λόγο ότι «……το Εφετείο δεχόμενο ότι ο αναιρεσείον, που κατά τις ίδιες παραδοχές «αποτελεί νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που προήλθε κατά μετατροπή από την αμιγή Δημοτική Επιχείρηση Αθλητισμού του Δήμου Κερατσινίου, στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της οποίας υπεισήλθε», υπάγεται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και ότι για το συνυπολογισμό των διαφορών αποδοχών και μισθών υπερημερίας του ενάγοντος εφαρμόζεται η ρηθείσα 2/8250/0022/10.2.2004 ΚΥΑ, παραβίασε με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή τις διατάξεις αυτές που εφάρμοσε, ενώ δεν ήταν εφαρμοστέο στην παρούσα υπόθεση και δη κατά το μέρος που προβλέπουν επιδόματα, πέραν εκείνων που καταβάλλονται, κατά τον αντίστοιχο χρόνο, στους τακτικούς δημοσίους υπαλλήλους, του αντίστοιχου μισθολογικού κλιμακίου, σύμφωνα με τις ισχύουσες γι’ αυτούς διατάξεις κατ’ άρθρο 92 Α Κώδικα Δικηγόρων, ενόψει του ότι,……..οι δημοτικές επιχειρήσεις ,όπως η αναιρεσείουσα δεν υπάγονται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, από τον οποίον αντιθέτως ρητά εξαιρούνται, ώστε οι μισθολογικές και λοιπές διαφορές του ενάγοντα να υπολογιστούν με βάση τις διατάξεις της εν λόγω ΚΥΑ……….» και περαιτέρω εισηγήθηκε την απόρριψη των λοιπών λόγων της από 12/10/2015 αίτησης για αναίρεση της 343/2015 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου. Ακολούθως, ο καθ’ ου η αίτηση – δανειστής με την από 29/11/2017 επιταγή προς εκτέλεση κάτωθι αντιγράφου πρώτου εκτελεστού απογράφου της ως άνω υπ’ αρ. 343/2015 τελεσίδικης απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτούντα – καθ’ ου η εκτέλεση την 30/11/2017, επιτάχθηκε να καταβάλει το ως άνω επιδικασθέν ποσό ανερχόμενο σε 94.379,67 ευρώ. Ο αιτών – καθ’ ού η εκτέλεση με την από 4.12.2017 (αρ.καταθ. ………../2017) ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ζήτησε την ακύρωση της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδονταν με την από 29/11/2017 επιταγή προς εκτέλεση κάτωθι αντιγράφου πρώτου απογράφου εκτελεστού της ως άνω αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου, επικαλούμενος (ο αιτών Δήμος) μεταξύ άλλων, ότι στερείται παθητικής νομιμοποιήσεως καθόσον δεν έχει καταστεί καθολικός διάδοχος της λυθείσας και τεθείσας σε εκκαθάριση Δημοτικής Επιχειρήσεως, και ούτε έχει λάβει το δημοτικό συμβούλιο σχετική απόφαση για τις επιδικασθείσες ως άνω αξιώσεις του καθ’ ου η αίτηση, εφαρμοστέας τυγχάνουσας στην προκειμένη περίπτωση της διατάξεως του άρθρ. 109 Ν. 3852/2010. Ο ως άνω ισχυρισμός απορρίφθηκε ως αβάσιμος, όπως και η από 4/12/2017 ανακοπή με την υπ’ αρ. 2365/2018 απόφαση του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, κατά της οποίας άσκησε ο αιτών την από 1.6.2018 έφεση του ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου. Από όλα τα ανωτέρω πιθανολογείται ότι η «……….» όπως προαναφέρθηκε, λύθηκε, τέθηκε σε καθεστώς εκκαθάρισης, και αποφασίστηκε του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου και αορίστου χρόνου, ύστερα από απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου. Για τις αξιώσεις όμως του καθ’ ού η αίτηση κατά της λυθείσας ως άνω κοινωφελούς επιχείρησης, για τις οποίες έχει εκδοθεί η υπ’ αρ. 343/2015 τελεσίδικη απόφαση αυτού του Δικαστηρίου δεν υπάρχει σχετική απόφαση του δημοτικού συμβουλίου του αιτούντος Δήμου. Κατά συνέπεια και σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 109 παρ. 7 Ν. 3852/2010 ο αιτών Δήμος Κερατσινίου – Δραπετσώνας δεν νομιμοποιείται παθητικά αφού δεν υπάρχει σχετική απόφαση του δημοτικού του συμβουλίου, για την καταβολή από αυτόν (αιτούντα) των ως άνω αξιώσεων του καθ’ ου η αίτηση, αλλά ούτε και κατέστη καθολικός διάδοχος αυτής (Κοινωφελούς Επιχειρήσεως), καθόσον αυτή (Κοινωφελής Επιχείρηση), λύθηκε και τέθηκε σε εκκαθάριση. Ενόψει των όσων εκτέθηκαν πιθανολογείται ότι είναι άκυρη η αναγκαστική εκτέλεση που επισπεύδει  ο καθ’ ου για την ικανοποίηση των ως άνω αξιώσεών του σε βάρος της περιουσίας του αιτούντος Δήμου, λόγω ελλείψεως παθητικής νομιμοποιήσεως αυτού και συνεπώς πιθανολογείται ότι η ένδικη έφεση του αιτούντος θα ευδοκιμήσει  και η προσβαλλόμενη απόφαση θα εξαφανισθεί και βάσει όλων των προαναφερομένων, πιθανολογείται βλάβη της αιτούσας – ανακόπτουσας – εκκαλούσας από την συνέχιση της αναγκαστικής εκτελέσεως σε βάρος της περιουσίας της. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η ένδικη αίτηση αναστολής και να ανασταλεί η επισπευδόμενη εκτέλεση δυνάμει της υπ’ αρ. 343/2015 αποφάσεως του Δικαστηρίου αυτού, μέχρις εκδόσεως αποφάσεως επί της ασκηθείσας από 1/6/2018 (αριθ.καταθ. ……../4.6.2018) εφέσεως κατά της υπ’ αρ. 2365/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία απορρίφθηκε η από 4/12/2017 (αρ.καταθ. ………../2017) ανακοπή του.

Η δικαστική δαπάνη των διαδίκων πρέπει εν όλω να συμψηφιστεί, λόγω του δυσερμήνευτου των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν από το Δικαστήριο (άρθ. 179 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται την αίτηση.

Αναστέλλει την εκτέλεση που επισπεύδεται δυνάμει της από 29.11.2017 επιταγής προς εκτέλεση κάτωθι αντιγράφου πρώτου απογράφου εκτελεστού της υπ’ αρ. 343/2015 αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά μέχρι την έκδοση αποφάσεως επί της από 1/6/2018 (αριθ.καταθ. ………/4.6.2018) εφέσεως κατά της υπ’ αρ. 2365/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία απορρίφθηκε η από 4/12/2017 (αρ.καταθ. ………/2017) ανακοπή του αιτούντος Δήμου.

Συμψηφίζει εν όλω την δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 23 Σεπτεμβρίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ