Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 268/2018

Αριθμός  268/2018

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Τακτική διαδικασία  

Αποτελούμενο από τις Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών, Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, Θεοκτή Νικολαΐδου, Εφέτη-Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα  Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση των ηττηθέντων εναγομένων κατά της υπ΄αριθμ. 1684/2016 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία), η οποία εκδόθηκε επί της από 14-3-2014 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/2014 αγωγής παροχής λογοδοσίας και υποχρέωσε αυτούς σε λογοδοσία για τη διαχείριση, που διεξήγαγαν, και όρισε προθεσμία τεσσάρων (4) μηνών, εντός της οποίας οι εναγόμενοι ήταν υποχρεωμένοι να καταθέσουν το λογαριασμό μαζί με τα δικαιολογητικά στοιχεία της διαχείρισης στη γραμματεία του Δικαστηρίου, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρ. 495§1, 511, 513, 516, 517 ΚΠολΔ) ήτοι εντός της προθεσμίας των τριάντα ημερών, που προβλέπει η διάταξη του άρθρου 518§1 ιδίου Κώδικα. Ειδικότερα, η ως άνω απόφαση του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου επιδόθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος στους εναγομένους στις 10-8-2016, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομισθείσες σχετικές εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………… και από την επομένη ημέρα της επίδοσης άρχισε η προθεσμία των τεσσάρων μηνών, ενώ οι εναγόμενοι δεν κατέθεσαν λογαριασμό εντός της ανωτέρω προθεσμίας και η απόφαση κατέστη οριστική ως προς την υποχρέωση για λογοδοσία, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 477§1 ΚΠολΔ, με την παρέλευση της προθεσμίας αυτής (ΑΠ 1446/2012 ΧρΙΔ 2013 281, ΑΠ 344/2004 ΧρΙΔ 2004 543 ή ΝοΒ 2005 465), η εν όλω δε οριστική πλέον απόφαση επιδόθηκε εκ νέου στους εναγομένους στις 21-12-2016 (βλ. προσκ. τις σχετικές εκθέσεις επίδοσης) και η υπό κρίση έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 2-1-2017 (βλ. την υπ΄αριθμ. ……../2017 έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου της γραμματείας του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου). Κατά συνέπεια, η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατά την τακτική διαδικασία (άρθρ. 533§1 ΚΠολΔ), καθόσον για την άσκηση της έφεσης έχει κατατεθεί από τους εκκαλούντες το σχετικό παράβολο ποσού διακοσίων (200) ευρώ, όπως προβλέπεται από την §4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 12§2 ν.4055/12-3-2012 λόγω του χρόνου άσκησης της έφεσης.

Με την από 14-3-2014 (με αριθ. έκθ. κατάθ. …../2014) αγωγή του, ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ο ενάγων ………. (ήδη εφεσίβλητος), ισχυρίστηκε ότι είναι μοναδικός εταίρος, εκπρόσωπος και διαχειριστής της μονοπρόσωπης εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία ‘………’’ και το διακριτικό τίτλο ‘…………, με έδρα το Δήμο Πειραιά, την οποία συνέστησε νομίμως και με σκοπό αυτής την αγορά προς μεταπώληση στην ημεδαπή καυσίμων και λιπαντικών, την αγορά καυσίμων και λιπαντικών και τον εφοδιασμό κάθε είδους πλοίων (TRANSIT και μη) είτε με ιδιόκτητα είτε με μισθωμένα πλωτά μέσα και τους άλλους σκοπούς, που αναλυτικώς αναφέρονται στη συμβολαιογραφική πράξη σύστασής της. Ότι στα πλαίσια της προαναφερθείσας επαγγελματικής του δραστηριότητας προσέλαβε, στις 2-3-2001, ως υπάλληλο τον πρώτο εναγόμενο και ήδη πρώτο εκκαλούντα και ακολούθως, στις 6-8-2002, το δεύτερο εναγόμενο και ήδη δεύτερο εκκαλούντα, πατέρα του πρώτου, με τους οποίους συνδεόταν με δεσμούς μακροχρόνιας φιλίας και σχέσεων εμπιστοσύνης, που επεκτάθηκαν και στα εταιρικά ζητήματα, ιδίως όσον αφορά στο δεύτερο εναγόμενο, στον οποίο ανέθετε αυξημένες αρμοδιότητες σε ζητήματα πελατείας καθιστώντας τους έτσι δικαιούχους είτε συνδικαιούχους τραπεζικών λογαριασμών της εταιρίας, μέσω των οποίων πραγματοποιούνταν καταβολές από πελάτες της εταιρίας. Ότι, εν συνεχεία, ο πρώτος εναγόμενος, στις 3-4-2013, αποχώρησε από την εργασία του χωρίς να αποδώσει λογαριασμό για τις κινήσεις του τραπεζικού λογαριασμού, στον οποίο εμφαινόταν ως δικαιούχος, ενώ ταυτοχρόνως έπαυσε και η συνεργασία του δευτέρου με την εταιρία δεδομένου ότι αυτός, παρά την καταγγελία της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας, στις 30-12-2011, λόγω συνταξιοδότησης, παρέμενε μέχρι τούδε σε αυτή, συνεχίζοντας τη συνεργασία του ατύπως και διατηρώντας τις αυξημένες αρμοδιότητές του. Ότι, ειδικότερα, οι εναγόμενοι εμφαίνονταν ως συνδικαιούχοι στους υπ αριθμ. ……… και ……… τραπεζικούς λογαριασμούς της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία ‘… ……. ΑΕ’’ και ο δεύτερος των εναγομένων ως δικαιούχος στον υπ’ αριθμ. ……… τραπεζικό λογαριασμό της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία ‘’Τράπεζα …….. ΑΕ’’, που εξυπηρετούσαν αποκλειστικά και μόνο εταιρικούς σκοπούς. Ότι για τους λογαριασμούς αυτούς οι εναγόμενοι ουδέποτε του απέδωσαν λογαριασμό σχετικά με την κίνηση αυτών (έσοδα και έξοδα), την αιτιολογία καταθέσεων και αναλήψεων (πληρωμή από πελάτες της εταιρίας των εκάστοτε λογαριασμών, ανάληψη των χρημάτων από τους εν λόγω τραπεζικούς λογαριασμούς και κατάθεση του λογιστικού τους ισόποσου στο ταμείο της εταιρίας), παρότι ο ίδιος τους καλούσε ανά τακτά χρονικά διαστήματα να το πράξουν, μεταθέτοντας σε αόριστο χρόνο στο μέλλον τη σχετική τους υποχρέωση. Ότι τούτο δεν το έπραξαν ούτε με την αποχώρησή τους, οπότε ο ενάγων τους επέδωσε την από 8-2-2014 εξώδικη δήλωση-πρόσκληση-διαμαρτυρία, με την οποία τους καλούσε να του παράσχουν αναλυτικό λογαριασμό λογοδοσίας για τους    προαναφερθέντες τραπεζικούς λογαριασμούς εντός χρονικού διαστήματος πέντε (5) εργασίμων ημερών, πράγμα που, όμως, δεν έπραξαν, ενώ του επέδωσαν την από 14-2-2014 εξώδικη απάντηση, με την οποία τήρησαν σιγή ως προς την υποχρέωση τους περί λογοδοσίας, αρκέστηκαν δε να ισχυριστούν ότι τα σχετικά παραστατικά βρίσκονταν στα χέρια του ιδίου (δηλ. του ενάγοντος), κάτι που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Με ιστορική βάση τα ανωτέρω ο ενάγων ζήτησε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι: α) σε λογοδοσία και συγκεκριμένα για το χρονικό διάστημα από 2-3-2001 έως τις 3-4-2013 να καταθέσουν πλήρη κατάλογο για τη διαχείριση των τραπεζικών λογαριασμών με αντιπαράθεση εσόδων και εξόδων, αναφέροντας και το προκύπτον από την αντιπαράθεση κατάλοιπο και επισυνάπτοντας τα σχετικά δικαιολογητικά έγγραφα, β) να του καταβάλουν το κατάλοιπο του λογαριασμού, το οποίο θα προκύψει μετά την απόδοση και εκκαθάριση του λογαριασμού με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής καθώς και τα δικαστικά του έξοδα. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, έκανε αυτή δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και συγκεκριμένα: α) υποχρέωσε τους εναγομένους σε λογοδοσία σχετικά με τις χρεωπιστώσεις των τραπεζικών λογαριασμών, που αναφέρονταν στο σκεπτικό της απόφασης για το χρονικό διάστημα από 2-3-2001 έως τις 3-4-2013 προβαίνοντας σε γραπτή αντιπαράθεση εσόδων και εξόδων στα πλαίσια της εντολής διαχείρισης, που τους είχε ανατεθεί, να αναφέρουν το αποτέλεσμα της αντιπαράθεσης αυτής, ήτοι το προκύπτον κατάλοιπο και να προβούν στη σύγχρονη παράδοση όσων δικαιολογητικών εγγράφων κατέχουν καθώς και των κινήσεων των ανωτέρω λογαριασμών εντός τεσσάρων (4) μηνών από την επίδοση της απόφασης συντασσομένης σχετικής έκθεσης από τον αρμόδιο γραμματέα, β) απείλησε σε βάρος καθενός εναγομένου χρηματική ποινή και προσωρινή κράτηση σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την ως άνω διάταξη, γ) καταδίκασε τους εναγομένους, σε περίπτωση άρνησής τους να καταθέσουν εμπρόθεσμα το λογαριασμό με τα δικαιολογητικά, στη δικαστική δαπάνη του ενάγοντος. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη οι εναγόμενοι, με την υπό κρίση έφεση τους για τους διαλαμβανόμενους σε αυτές λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητούν την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί καθ’ ολοκληρίαν η ασκηθείσα σε βάρος τους αγωγή.

Από τις ένορκες καταθέσεις των νομίμως εξετασθέντων μαρτύρων, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, και όλα ανεξαιρέτως τα νομίμως προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Δυνάμει του υπ΄αριθμ. ……/16-9-1997 εγγράφου σύστασης μονοπρόσωπης εταιρίας περιορισμένης ευθύνης της συμβολαιογράφου Πειραιά ………, που καταχωρήθηκε νομίμως στα βιβλία εταιριών του Πρωτοδικείου Πειραιά με τον α/α …./19-9-1997, ο ενάγων συνέστησε τη μονοπρόσωπη εταιρία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία ‘………..’’ και το διακριτικό τίτλο ‘… . …. με έδρα το Δήμο Πειραιά (……..), της οποίας τυγχάνει αυτός μοναδικός εταίρος και διαχειριστής της. Σκοποί της εταιρίας αυτής, σύμφωνα με το ανωτέρω καταστατικό της, είναι μεταξύ άλλων η αγορά προς μεταπώληση στην ημεδαπή καυσίμων και λιπαντικών, η αγορά καυσίμων και λιπαντικών και εφοδιασμός κάθε είδους πλοίων (TRANSIT ή μη) είτε με ιδιόκτητα είτε με μισθωμένα πλωτά μέσα, καθώς επίσης η με σκοπό το κέρδος διαμεσολάβηση σε αγοραπωλησίες καυσίμων και λιπαντικών είτε στην ημεδαπή είτε στην αλλοδαπή είτε σε διερχόμενα πλοία (TRANSIT). Η εν λόγω εταιρία συνεργάστηκε αποκλειστικά με την ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία ‘…………….. ως πράκτορας εξεύρεσης και πώλησης gasoil ναυτιλίας και λιπαντικών ναυτιλίας επ΄ αμοιβή, εισπράττοντας  το τίμημα για λογαριασμό της … και αποδίδοντάς το σε αυτή, τα δε τιμολόγια πώλησης και τα δελτία αποστολής θα εκδίδονταν από την ……. Οι εναγόμενοι ……… και ο πατέρας του …… συνδέονταν με τον ενάγοντα με προσωπική σχέση μακροχρόνιας φιλίας και προσελήφθησαν ο μεν πρώτος, στις 2-3-2001, ο δε δεύτερος στις 6-8-2002, ως υπάλληλοι αυτής και ως πρόσωπα της απόλυτης εμπιστοσύνης του ενάγοντος σε καίρια ζητήματα διαχείρισης και δη τραπεζικών λογαριασμών, που ανοίχθηκαν στο όνομά τους αποκλειστικά ως δικαιούχων ή συνδικαιούχων, μέσω των οποίων πραγματοποιούνταν οι πληρωμές των πελατών της εταιρίας. Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια της παροχής της εργασίας των εναγομένων, ανοίχθηκαν και οι εξής τραπεζικοί λογαριασμοί: α) ο υπ΄αριθμ. …………. λογαριασμός στην ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία ‘….. Τράπεζα …… ΑΕ’’, β) ο υπ΄αριθμ. …….. λογαριασμός στην ίδια ως άνω ανώνυμη τραπεζική εταιρία και γ) ο υπ΄αριθμ. ………… λογαριασμός στην ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία ’’Τράπεζα ……… ΑΕ’’. Ωστόσο η συνεργασία μεταξύ του ενάγοντος ως διαχειριστή της προαναφερθείσας εταιρείας και των εναγομένων δεν εξελίχθηκε ομαλά καθώς, στις 3-4-2013, η εν λόγω εργοδότρια προέβη σε έγγραφη καταγγελία της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας του πρώτου εναγομένου, χωρίς να του καταβάλει τη νόμιμη αποζημίωση (βλ. προσκ. την υπ΄αριθμ. 2741/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά –ειδική διαδικασία εργατικών διαφορών-, η οποία κατέστη τελεσίδικη μετά την απόρριψη της ασκηθείσας από την ηττηθείσα εργοδότρια έφεσης ως κατ΄ ουσία αβάσιμης με την υπ΄αριθμ. 441/2017 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά) και δεν αποχώρησε οικειοθελώς, όπως ο ενάγων αβασίμως διατείνεται. Την ίδια ημερομηνία έπαυσε να παρέχει την εργασία του και ο δεύτερος εναγόμενος πατέρας του πρώτου εναγομένου, του οποίου η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας καταγγέλθηκε μεν στις 30-12-2011 λόγω συνταξιοδότησης, ωστόσο αυτός παρέμενε στην εργοδότρια εταιρία παρέχοντας την εργασία του.  Ακολούθως δε οι εναγόμενοι απασχολήθηκαν σε εταιρία αλλοδαπών συμφερόντων με παρεμφερές αντικείμενο και διαχειριστή τον …………, ο οποίος εξετάστηκε με επιμέλειά τους   ενόρκως ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου. Οι εναγόμενοι συνομολογούν τους ισχυρισμούς του ενάγοντος περί του ανοίγματος στο όνομά τους των ανωτέρω λογαριασμών, μέσω των οποίων γινόταν διακίνηση χρηματικών ποσών για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της προαναφερθείσας εταιρίας. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι οι εναγόμενοι παρέδιδαν λογοδοσία στον ενάγοντα δεξίλογο σε καθημερινή βάση με την παρουσίαση του υπολοίπου των λογαριασμών και την παράθεση των σχετικών παραστατικών, ο δε ενάγων ενέκρινε αυτή. Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων ελάμβανε πάντοτε γνώση και ενημέρωση για τις διαχειριστικές πράξεις, που διενεργούσαν οι εναγόμενοι και ενέκρινε αυτές, καθώς κάθε κίνησή τους ως εργαζομένων της εταιρίας βρίσκονταν υπό τον απόλυτο έλεγχο και εποπτεία του, είχε δε στην κατοχή του τα βιβλιάρια, που αντιστοιχούν στους ανωτέρω τραπεζικούς λογαριασμούς και του είχαν παραδοθεί και τα σχετικά «εξτρέ», με τα οποία είχε πλήρη γνώση σχετικά με τις κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών, ενώ για τις καταθέσεις, που αφορούν εισπράξεις της εταιρίας, έχουν εκδοθεί οι αντίστοιχες αποδείξεις είσπραξης της εταιρίας, που βρίσκονται  στο λογιστήριο αυτής και αυτό προκύπτει και από την απεικόνιση του ταμείου της εταιρίας. H κρίση του Δικαστηρίου στηρίζεται στα ακόλουθα: α) ο μάρτυρας …………., ο οποίος εξετάστηκε με επιμέλεια των εναγομένων ενόρκως ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ανέφερε στην ένορκη κατάθεσή του ότι ο ενάγων ελάμβανε γνώση, όποτε το ζητούσε και ότι ήταν στη διάθεσή του τα βιβλιάρια και τα «εξτρέ» των τραπεζών, γεγονός απολύτως αναμενόμενο καθώς αυτός ήταν ο νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρίας, β) στο γεγονός ότι από τη σύναψη των συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας των εναγομένων (2-3-2001 του πρώτου εναγομένου και 6-8-2002 του δευτέρου εναγομένου) μέχρι τη λήξη τους (με καταγγελία του πρώτου εναγομένου στις 3-4-2013 και την αποχώρηση την ίδια ημερομηνία του δευτέρου εναγομένου, ο οποίος συνέχιζε να απασχολείται μετά την καταγγελία της σύμβασης εργασίας του λόγω συνταξιοδότησης στις 30-12-2011), παρήλθε πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, που υπερβαίνει τη δεκαετία και δεν μπορεί να γίνει πιστευτός ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι, ενώ ζητούσε ανά τακτά χρονικά διαστήματα λογοδοσία από τους εναγομένους, οι ίδιοι μετέθεταν σε αόριστο χρόνο στο μέλλον τη σχετική υποχρέωσή τους, β) στη φύση της σύμβασης, που συνέδεε τους εναγομένους με την εταιρία, της οποίας νόμιμος εκπρόσωπος είναι ο ενάγων, (εξαρτημένη εργασία, στην οποία υφίσταται το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη), και δεν αντέχει στη λογική, στη στοιχειώδη συναλλακτική πείρα και τα ειωθότα και κρατούντα στις συναλλαγές, οι εναγόμενοι να παρέχουν την εργασία τους υπό καθεστώς σύμβασης εξαρτημένης εργασίας επί χρονικό διάστημα, που υπερβαίνει τη δεκαετία και να αρνούνται διαρκώς να αποδώσουν λογαριασμό στο νόμιμο εκπρόσωπο της εργοδότριας εταιρίας. Ομοίως τα κατατεθέντα από τη μάρτυρα …………., που εξετάστηκε με επιμέλεια του ενάγοντος και είναι υπάλληλος της εταιρίας, περί αποχής του ενάγοντος από την εταιρία δεν αντέχουν στη λογική. Τούτο διότι δεν αποδείχθηκε -ούτε άλλωστε ο ενάγων επικαλείται- η συνδρομή σπουδαίου λόγου, που να εμπόδισε τον ίδιο να παρακολουθεί τις εταιρικές υποθέσεις και μάλιστα επί σειρά ετών   π.χ. σοβαρό και χρόνιο πρόβλημα υγείας κλπ. δ) ουδεμία ανακολουθία προέκυψε σχετικά με τους ως άνω τραπεζικούς λογαριασμούς, δοθέντος ότι, όσες πληρωμές γίνονταν μέσω των λογαριασμών αυτών, ελέγχονταν από τα εκδιδόμενα για την πελατεία τιμολόγια, που βρίσκονται στο λογιστήριο της εταιρίας, γεγονός που επιβεβαιώθηκε και από τον έλεγχο του ταμείου της εταιρίας, που διενεργήθηκε από τους αρμοδίους εφοριακούς υπαλλήλους. Επιπλέον, δεν μπορεί να παραβλεφθεί το γεγονός ότι η υπό κρίση αγωγή, με την οποία ζητείται να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι σε λογοδοσία, ασκήθηκε στις 14-3-2014, ήτοι μετά την άσκηση ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά της υπ΄αριθμ. εκθέσεως καταθέσεως ……../1-8-2013 αγωγής του πρώτου εναγομένου κατά της εργοδότριας εταιρίας, επί της οποίας εκδόθηκε η ήδη τελεσίδικη υπ΄αριθμ. 2741/2014 απόφαση του εν λόγω Δικαστηρίου και με αυτή υποχρεώθηκε η εργοδότρια να καταβάλει στον τότε ενάγοντα και ήδη πρώτο εναγόμενο το συνολικό ποσό των 28.375,51 ευρώ ως αποζημίωση απόλυσης και αποζημίωση μη ληφθείσας άδειας αναψυχής τα έτη 2011-2012.

Με βάση όλα τα ανωτέρω, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο απεφάνθη διαφορετικά και απέρριψε την παραδεκτή και νόμιμη ένσταση περί εξώδικης λογοδοσίας και έγκρισης αυτής (άρθρ. 303 ΑΚ) ως κατ΄ ουσία αβάσιμη, έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδείξεων, που προσκομίστηκαν ενώπιόν του. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή, ως ουσιαστικά βάσιμη, η από 2-1-2017 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ………../2-1-2017) έφεση των εναγομένων, κατά παραδοχή του σχετικού λόγου της περί κακής εκτίμησης των αποδείξεων και να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 535§1 ΚΠολΔ) και ερευνηθεί η από 14-3-2014 αγωγή, να απορριφθεί αυτή, στο σύνολό της, για τους προεκτεθέντες λόγους. Τέλος, ο ενάγων πρέπει να καταδικαστεί λόγω της ήττας του (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ) στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των εναγομένων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό, ενώ πρέπει να επιστραφεί το παράβολο στους καταθέσαντες (αρ. 495 παρ 3 εδ. τελ. ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσία την έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ’ αριθμ. 1684/2016 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία).

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της από 14-3-2014 (με αριθ. έκθ. κατάθ. …../2014) αγωγής.

Απορρίπτει την ως άνω αγωγή.

Καταδικάζει τον ενάγοντα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των εναγομένων και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων καθορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ.

Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου στους καταθέσαντες.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στις 15 Μαρτίου 2018 και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 30  Απριλίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

 

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ