Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 685/2018

ΕΦΕΤΕΙΟΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός  απόφασης 685/2018

ΤΟ  ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από την Δικαστή Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Προϊστάμενο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς  και από την Γραμματέα Γ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 22/6/2016 (ΓΑΚ …./2016 και ΕΑΚ …../2016) έφεση του ανακόπτοντος και ήδη εκκαλούντος, κατά της υπ’αριθμ. 750/2016 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπρόθεσμα, εντός τριετίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης, καθώς δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της απόφασης αυτής (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 498, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 2  ΚΠολΔ). Πρέπει συνεπώς να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.

Με την από 19-12-2013 ανακοπή του, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ο ήδη, εκκαλών, Δήμος, ζητούσε για τους αναφερόμενους λόγους, να ακυρωθούν α) οι από 3-9-2013 τρεις επιταγές  προς πληρωμή, οι οποίες επιδόθηκαν σ’αυτόν στις 9-9-2013 και γράφτηκαν κάτω από τα αντίγραφα των πρώτων εκτελεστών απογράφων των υπ’αριθμ. …./2007 και …./2008 διαταγών πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και της Ειρηνοδίκη Νίκαιας, αντίστοιχα και της υπ’αριθμ.5753/2009 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και β) το βασιζόμενο στις άνω επιταγές από 10-12-2013 κατασχετήριο της καθ’ης εις χείρας του Υπουργείου Εσωτερικών, ως τρίτου, το οποίο επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 13-12-2013.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δέχτηκε εν μέρει την ανακοπή ως ουσιαστικά βάσιμη και ακύρωσε εν μέρει α)την από 3-9-2013 επιταγή που αφορά στην υπ’ αριθμ…../2007 διαταγή πληρωμής  του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ως προς το ποσό των 1.200,23 ευρώ, β)την από 3-9-2013 επιταγή, που αφορά στην υπ’ αριθμ. …./2008 διαταγή πληρωμής της Ειρηνοδίκη Νίκαιας, ως προς το ποσό των 177,30 ευρώ και γ) την από 3-9-2013 επιταγή, που αφορά στην υπ’αριθμ. 5.753/2009 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ως προς το ποσό των 224,42 ευρώ.

Κατά της απόφασης αυτής, παραπονείται ο εκκαλών Δήμος, για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της, με σκοπό να γίνει δεκτή η ανακοπή του.

Κατά το άρθρο 932ΚΠολΔ, που αποτελεί συνέχεια των γενικών διατάξεων των άρθρων 175επ.του ίδιου Κώδικα, τα έξοδα της αναγκαστικής εκτέλεσης βαρύνουν εκείνον κατά το οποίου στρέφεται η εκτέλεση και προκαταβάλλονται από εκείνον που την επισπεύδει. Ειδικότερα, στα έξοδα αυτά περιλαμβάνονται τα αναγκαία έξοδα για την έναρξη, κίνηση και γενικά τη διαδικασία της εκτέλεσης, βάσει της οποίας επιτεύχθηκε το εκπλειστηρίασμα, το οποίο διανέμεται στους πιστωτές με αφετηρία τα έξοδα και δικαιώματα για την έκδοση απογράφου, τη σύνταξη αντιγράφου και επιταγής προς εκτέλεση (βλ. ΕφΑθ7244/09, ΕφΘεσ670/2009 δημ. ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, κατά το άρθρο 127 του ν.δ.3026/1954 «Περί του κώδικος των δικηγόρων», για τη σύνταξη επιταγής προς εκτέλεση του Εηρονοδικείου ή Ειρηνοδίκου το ελάχιστο όριο αμοιβής είναι 20 μεταλλικές δραχμές, επί αποφάσεως πρωτοδίκου ή προέδρου 25 δραχμές και επί αποφάσεως πρωτοδικείου 40 δραχμές, πολλαπλασιαζόμενες επί τον ισχύοντα κατά το χρόνο επίδοσης συντελεστή, ο οποίος με την 12398/9.2.1989 απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης ορίσθηκε στις 140 μονάδες. Με την προσθήκη, που έγινε  στο άνω άρθρο 127 με το άρθρο 23 του ν.δ.3790/1957 ορίσθηκε ότι «εν πάση περιπτώσει η αμοιβή επί συντάξεως επιταγής προς πληρωμήν ουδέποτε δύναται να υπερβεί το ¼ του ποσού της δι’ην η επιταγή οφειλής». Η ορθή ερμηνεία της τελευταίας αυτής διάταξης είναι ότι ο περιορισμός του ¼ αφορά τα τιθέμενα από το άρθρο 127 ελάχιστα όρια προκειμένου να προστατευθούν οι μικροοφειλέτες και δεν θέτει ανώτατο όριο αμοιβής για τη σύνταξη της επιταγής. Με την έννοια αυτή, ο περιορισμός αφορά τις περιπτώσεις εκείνες, κατά τις οποίες το επιδικαζόμενο ποσό είναι μικρό, οπότε εάν η αμοιβή για τη σύνταξη της επιταγής υπολογιζόταν βάσει των καθοριζόμενων από το άρθρο 127, ήταν δυνατό να ήταν δυσανάλογα μεγάλη σε σχέση προς την όλη οφειλή. ΄Ετσι, η μεγαλύτερη αμοιβή δικαιολογείται στην περίπτωση δυσκολίας σύνταξης της επιταγής ανάλογα και με το ποσό της οφειλής. Η αμοιβή αυτή επιβαρύνει τον οφειλέτη και περιλαμβάνεται στα έξοδα εκτέλεσης, αλλά η επιταγή προς εκτέλεση αποτελεί εκτελεστό τίτλο για το ελάχιστο όριο , ενώ, αν η ζητούμενη αμοιβή για τη σύνταξη αυτής υπερβαίνει το ελάχιστο όριο, το δικαστήριο, εφόσον έχει ασκηθεί ανακοπή, μπορεί να την μειώσει, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια, που ορίζει η διάταξη του άρθρου 98 παρ.1 του κώδικα δικηγόρων. Εάν όμως, η σύνταξη επιταγής έχει δυσκολία και δικαιολογεί ποσό μεγαλύτερο του προσδιοριζόμενου από το νόμο ως ελαχίστου ορίου, η επίλυση της διαφοράς, ως προς το ύψος αυτής, θα γίνει από το δικαστήριο, που δικάζει την ανακοπή (ΑΠ355/1961).Ο καθορισμός, δε, αυξημένης αμοιβής στο δικηγόρο, σε σχέση με τα οριζόμενα στο άρθρο 100 επ. του άνω κώδικα βάσει του άρθρου 98 αυτού, απόκειται στη ρητώς αναφερόμενη στη διάταξη κρίση τούτου, η οποία δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με το άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ, διότι αυτή απορρέει από τη συνδρομή και εκτίμηση πραγματικών περιστατικών, που προσδιορίζουν τη σπουδαιότητα της παρασχεθείσας επιστημονικής εργασίας, την αξία και το είδος της υποθέσεως και τις λοιπές περιστάσεις και ενέργειες που σχετίζονται με αυτή (ΑΠ450/2006, 690/2004, 1147/1984).

Από το σύνολο των εγγράφων, που νόμιμα επαναπροσκομίζουν και επανεπικαλούνται οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη, είτε προς άμεση είτε προς έμμεση απόδειξη, καθώς και την εξώδικη ομολογία του ανακόπτοντος η οποία εκτιμάται ελεύθερα από το Δικαστήριο (άρθρ. 352 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα κατωτέρω κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Ο ανακόπτων και ήδη, εκκαλών, Δήμος …… είχε προμηθευτεί από την καθ’ης η ανακοπή και ήδη, εφεσίβλητη εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, φωτοτυπικό υλικό, για τις ανάγκες των υπηρεσιών του, συνολικού ποσού 52.487,15 ευρώ. Η καθ’ης και ήδη εφεσίβλητη εξέδωσε σε βάρος του ανακόπτοντος και ήδη, εκκαλούντος την υπ’αριθμ……./2007 Διαταγή Πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, για το ποσό των 47.608,15 ευρώ και επιβλήθηκε σε βάρος του ανακόπτοντος-εκκαλούντος, Δήμου, δικαστική δαπάνη, ύψους 1.670 ευρώ. Επιπλέον, η καθ’ης-εφεσίβλητη εξέδωσε σε βάρος του ανακόπτοντος- εκκαλούντος την υπ’αριθμ. …./2008 Διαταγή Πληρωμής του Ειρηνοδικείου Νίκαιας, για το ποσό των 4.879 ευρώ και επιβλήθηκε σε βάρος του ανακόπτοντος-εκκαλούντος Δήμου, δικαστική δαπάνη, ύψους 260 ευρώ. Η υπ’ αριθ. …./2007 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά επιδόθηκε το πρώτον στον ανακόπτοντα στις 21-11-2007, με την οποία επιτασσόταν να καταβάλει το συνολικό ποσό των 62.580 ευρώ και συγκεκριμένα, 47.608,15 ευρώ, για κεφάλαιο, 8.001,85 ευρώ, για τόκους υπερημερίας, 1.670 ευρώ, για δικαστική δαπάνη, 300 ευρώ για λήψη απογράφου, έκδοση αντιγράφου και επίδοση της επιταγής προς πληρωμή και 5.000 ευρώ για τη σύνταξη αυτής. Ο εκκαλών, με την από 27-11-2007 (με αριθμ.κατάθ. ……/28-11-2007) ανακοπή του, ζήτησε, κατ’ άρθρ.933 παρ.1 και 2 ΚΠολΔ την ακύρωση της αναγκαστικής εκτέλεσης, που επέσπευσε η εφεσίβλητη, δυνάμει της ως άνω (υπ’αριθμ……/2007) διαταγής πληρωμής και της κάτωθι αυτής από 20-11-2007 επιταγής προς εκτέλεση, με την οποία υποχρεωνόταν ως οφειλέτης των αναφερόμενων στη διαταγή πληρωμής τιμολογίων, να καταβάλλει στην εφεσίβλητη το ποσό των 47.608,15 ευρώ, ως κεφάλαιο, πλέον τόκων και εξόδων και συνολικά, το ποσό των 62.580 ευρώ, επί της ανακοπής του, δε, αυτής, εκδόθηκε η υπ’αριθμ.5753/2009 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία έχει καταστεί τελεσίδικη και, απέρριψε την ανακοπή, που έβαλε κατά της επισπευσθείσας, δυνάμει της υπ’αριθμ……/2007 διαταγής πληρωμής και της κάτωθι αυτής από 20-11-2007 επιταγής προς εκτέλεση. Στη συνέχεια, τα  περιλαμβανόμενα στην ως άνω επιταγή προς εκτέλεση κονδύλια, πλην του κονδυλίου των τόκων (βλ. άρθρ. 296 ΑΚ), συνέχισαν να τοκίζονται με το νόμιμο τόκο υπερημερίας έως τις 22-07-2008, οπότε ο ανακόπτων προέβη σε μερική καταβολή, ποσού 14.641,53 ευρώ. Το ως άνω ποσό το οποίο κατέβαλε ο ανακόπτων, καταλογίζεται κατά σειρά πρώτα στο κονδύλιο των εξόδων, έπειτα στους τόκους και τελευταία στο κεφάλαιο, κατά τη διάταξη του άρθρ. 422 ΑΚ, οπότε με την εν λόγω μερική καταβολή αποσβέστηκε η οφειλή για τα έξοδα της πρώτης επιταγής προς πληρωμή (1.670 ευρώ δικαστική δαπάνη + 300 ευρώ για λήψη απογράφου, έκδοση και επίδοση της επιταγής προς πληρωμή + 5.000 ευρώ για σύνταξη αυτής = 6.970 ευρώ), αποσβέστηκε ένα μέρος των συνολικών τόκων υπερημερίας, οι οποίοι μέχρι το χρονικό σημείο της καταβολής είχαν διαμορφωθεί στο ποσό των 12.375,28 ευρώ [8.001,85 αρχικοί τόκοι υπερημερίας + 4.373,43 τόκοι υπερημερίας επί του ποσού της πρώτης επιταγής μείον του κονδυλίου τόκων, ήτοι επί του ποσού των 54.578,15 ευρώ, για το χρονικό διάστημα από 22-11-2007 (επομένη επίδοσης πρώτης επιταγής) μέχρι τις 22-07-2008 (μερική καταβολή) και απέμεινε ανεξόφλητο το ποσό των 4.703,75 ευρώ για τόκους υπερημερίας, ενώ ανεξόφλητο παρέμεινε και ολόκληρο το οφειλόμενο κεφάλαιο, ποσού 47.608,15 ευρώ. Το εν λόγω ανεξόφλητο ποσό του κεφαλαίου συνέχισε να τοκίζεται με το νόμιμο τόκο υπερημερίας μέχρι τις 10-10-2008, οπότε ο ανακόπτων κατέβαλε το ποσό των 32.966,62 ευρώ, με το οποίο, με τη σειρά καταλογισμού του άρθρ. 422 ΑΚ, εξοφλήθηκε το συνολικό κονδύλιο των τόκων υπερημερίας, ποσού 5.975,58 ευρώ (4.703,43 ανεξόφλητο μέρος τόκων υπερημερίας + 1.272,15 νέοι τόκοι υπερημερίας για το χρονικό διάστημα από την επομένη της μερικής καταβολής της 22-07-2008 μέχρι τις 10-10-2008), καθώς και εξοφλήθηκε το ποσό των 27.007,63 ευρώ του κεφαλαίου, ενώ παρέμεινε ανεξόφλητο το υπόλοιπο ποσό των (47.608 – 27.007,36 =) 20.617,11 ευρώ του κεφαλαίου, το οποίο συνέχισε να τοκίζεται με το νόμιμο τόκο υπερημερίας έως την 05-03-2010, οπότε επιδόθηκε η  από 26-2-2010 επιταγή προς πληρωμή στον ανακόπτοντα. Η οφειλή, συνεπώς, μέχρι το ανωτέρω χρονικό σημείο (05-03-2010) ανερχόταν σε 20.617,11 ευρώ για ανεξόφλητο κεφάλαιο και 2.686,77 ευρώ για τόκους υπερημερίας (για το χρονικό διάστημα από την επομένη της τελευταίας μερικής καταβολής, ήτοι από 11-10-2008 έως την επίδοση της 26-2-2010 επιταγής προς εκτέλεση στις 05-03-2010). Στο ανωτέρω οφειλόμενο κεφάλαιο των 20.617,11 ευρώ πρέπει να προστεθούν  2 ευρώ, για έξοδα έκδοσης αντιγράφου (άρθρ. 136 ν.δ. 3026/1954), 4,10 ευρώ, για παραγγελία προς επίδοση(άρθρ.134 παρ.2 ν.δ.3026/1954), 24 ευρώ για έξοδα επίδοσης (Υ.Α.2/54638/–22(ΦΕΚ1716/26-8-2008) και 250 ευρώ, για σύνταξη της εν λόγω επιταγής (άρθρ.127 ν.δ.3026/1954), ενόψει του ότι η σύνταξη της επιταγής δεν είχε δυσκολία, που να δικαιολογεί ποσό μεγαλύτερο του προσδιοριζόμενου από το νόμο ως ελαχίστου ορίου (ΑΠ1518/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ) και συνολικά, έπρεπε με την ως άνω επιταγή να προστεθεί για τα ως άνω έξοδα, το ποσό των 280,10 ευρώ, αντί των 1.720 ευρώ, που εσφαλμένα κατά νόμον υπολογίστηκε για έκδοση αντιγράφου, παραγγελία προς επίδοση και έξοδα επίδοσης(70€) και σύνταξης της εν λόγω επιταγής(1.650€), οπότε το συνολικό πλέον οφειλόμενο ποσό των 20.897,21 ευρώ (20.617,11 + 280,10), συνέχισε να τοκίζεται με το νόμιμο τόκο υπερημερίας έως τις 15-12-2011, χρονικό σημείο κατά το οποίο επιδόθηκε εκ νέου επιταγή προς πληρωμή. Οφείλονταν συνεπώς για το νέο χρονικό διάστημα (από 06-03-2010 έως τις 15-12-2011) τόκοι υπερημερίας ποσού 3.308,35 ευρώ, ενώ συνέχιζε να υφίσταται ανεξόφλητο το ανωτέρω ποσό των 2.686,77 ευρώ, που αντιστοιχούσε στους τόκους υπερημερίας προηγούμενου χρονικού διαστήματος (από 11-10-2008 έως 05-03-2010), ήτοι, οφείλονταν μέχρι το εν λόγω χρονικό σημείο (15-12-2011) τόκοι υπερημερίας, συνολικού ποσού 5.995,12 ευρώ (3.308,35+ 2.686,77). Με την ως άνω επίδοση επιταγής προς πληρωμή (15-12-2011) έπρεπε, στο ανεξόφλητο κεφάλαιο ποσού 20.897,21 ευρώ, να προστεθούν, 2 ευρώ, για έξοδα έκδοσης αντιγράφου(άρθρ.136 ν.δ. 3026/1954), 4,10 ευρώ, για παραγγελία προς επίδοση(άρθρ.134 παρ.2 ν.δ.3026/1954), 23 ευρώ για έξοδα επίδοσης(Υ.Α.2/54638/–22(ΦΕΚ1716/26-8-2008)  και 300 ευρώ, για σύνταξη της εν λόγω επιταγής(άρθρ.127 παρ.1 ν.δ.3026/1954), ενόψει του ότι η σύνταξη της επιταγής δεν είχε δυσκολία τέτοια, που να δικαιολογεί μεγαλύτερο ποσό (ΑΠ1518/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ)και συνολικά, για τα ως άνω έξοδα, το ποσό των 329,10 ευρώ, αντί των 1.875 ευρώ, που εσφαλμένα κατά νόμον υπολογίστηκε για έκδοση αντιγράφου, παραγγελία προς επίδοση και έξοδα επίδοσης(75€) και σύνταξης της εν λόγω επιταγής(1.800€), οπότε το συνολικό πλέον οφειλόμενο ποσό των 21.226,31 ευρώ (20.897,21 + 329,10) συνέχισε να τοκίζεται με το νόμιμο τόκο υπερημερίας έως τις 09-09-2013, χρονικό σημείο, κατά το οποίο επιδόθηκε η ανακοπτόμενη επιταγή προς πληρωμή. Οφείλονταν, συνεπώς, για το νέο χρονικό διάστημα (από 16-12-2011 έως 09-09-2013) τόκοι υπερημερίας, ποσού 3.122,81 ευρώ, ενώ συνέχιζε να υφίσταται ανεξόφλητο το ανωτέρω ποσό των 5.995,12 ευρώ, που αντιστοιχούσε στους τόκους υπερημερίας έως τις 15-12-2011, ήτοι, οφείλονταν μέχρι το ανωτέρω χρονικό σημείο (09-09-2013) τόκοι υπερημερίας, συνολικού ποσού 9.117,93 ευρώ (3.122,81 +5.995,12). Στο ως άνω ανεξόφλητο κεφάλαιο των 21.226,31 ευρώ, θα έπρεπε να προστεθούν με την ως άνω επίδοση επιταγής προς πληρωμή (9-9-2013) 2 ευρώ, για έξοδα έκδοσης αντιγράφου (άρθρ. 136 ν.δ. 3026/1954),  ευρώ, 4,10 ευρώ, για παραγγελία προς επίδοση(άρθρ.134 παρ.2 ν.δ.3026/1954), 25 ευρώ για έξοδα επίδοσης (Υ.Α.2/54638/–22(ΦΕΚ1716/26-8-2008) και 500 ευρώ, για σύνταξη της εν λόγω επιταγής (άρθρ.127 ν.δ.3026/1954), ενόψει του ότι η σύνταξη της επιταγής δεν είχε δυσκολία τέτοια, που να δικαιολογεί μεγαλύτερο ποσό (ΑΠ1518/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ) και συνολικά, έπρεπε να προστεθούν 531,10 ευρώ, αντί του ποσού των 1.240 ευρώ, που εσφαλμένα, κατά νόμον υπολογίστηκε για έκδοση αντιγράφου, παραγγελία προς επίδοση και έξοδα επίδοσης(70€) και σύνταξης της εν λόγω επιταγής(1.170€).

Βάσει των ανωτέρω εκτεθέντων, η συνολική οφειλή του ανακόπτοντος για την ως άνω υπ’ αριθμ. ………/2007 Διαταγή Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, διαμορφώθηκε, κατά το χρονικό σημείο της επίδοσης της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή, στις 09-09-2013, στο συνολικό ποσό των 30.875,34 ευρώ (21.226,31 ευρώ, κεφάλαιο + 9.117,93 ευρώ, τόκοι υπερημερίας και 531,10 ευρώ, έξοδα εκτέλεσης).

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η υπ’ αριθμ. …../2008 διαταγή πληρωμής της Ειρηνοδίκη Νίκαιας επιδόθηκε το πρώτον στον ανακόπτοντα στις 09-10-2008, με την οποία επιτασσόταν να καταβάλλει το συνολικό ποσό των 6.000 ευρώ (4.879 ευρώ για κεφάλαιο, 351 ευρώ για τόκους υπερημερίας, 260 ευρώ για δικαστική έκδοση και επίδοση της επιταγής προς πληρωμή και 450 ευρώ για τη σύνταξη αυτής). Ωστόσο, στο ανωτέρω ποσό του κεφαλαίου έπρεπε να προστεθούν για λήψη απογράφου 5,8 ευρώ (άρθρ.136 ν.δ. 3026/1954), 4,10 ευρώ, για παραγγελία προς επίδοση (άρθρ. 134 παρ. 2 ν.δ.3026/1954), 23 ευρώ για έξοδα επίδοσης(Υ.Α.2/54638/–22 (ΦΕΚ1716/26-8-2008) και 100 ευρώ, για σύνταξη της εν λόγω επιταγής, ενόψει του ότι η σύνταξη της επιταγής δεν είχε δυσκολία, που να δικαιολογεί  μεγαλύτερο ποσό (ΑΠ1518/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ) και συνολικά, έπρεπε με την ως άνω επιταγή να προστεθεί για τα ως άνω έξοδα, το ποσό των 132,90 ευρώ, αντί των 510 ευρώ, που εσφαλμένα κατά νόμον υπολογίστηκε. Τα ως άνω κονδύλια του κεφαλαίου, της δικαστικής δαπάνης και των εξόδων της εκτέλεσης, πλην του κονδυλίου των τόκων (βλ. άρθρ. 296 ΑΚ), δηλαδή, το συνολικό ποσό των (4.879+260+132,90=) 5.271,90 ευρώ, συνέχισαν να  τοκίζονται με το νόμιμο τόκο υπερημερίας έως τις 10-10-2008, οπότε ο ανακόπτων προέβη σε μερική καταβολή ποσού 4.879 ευρώ. Το ως άνω ποσό το οποίο κατέβαλε ο ανακόπτων, καταλογίζεται κατά σειρά πρώτα στο κονδύλιο των εξόδων, έπειτα στους τόκους και τελευταία στο κεφάλαιο κατά τη διάταξη του άρθρ. 422 ΑΚ, οπότε με την εν λόγω μερική καταβολή αποσβέστηκε η οφειλή για τα έξοδα της πρώτης επιταγής προς πληρωμή (260 ευρώ δικαστική δαπάνη + 32,90 ευρώ για λήψη απογράφου, έκδοση και επίδοση της επιταγής προς πληρωμή + 100 ευρώ για σύνταξη αυτής = 132,90 ευρώ), αποσβέστηκε το σύνολο των μέχρι τότε τόκων υπερημερίας ποσού 1,62 ευρώ, ένα μέρος του κεφαλαίου ποσού 4.486,10 ευρώ, ενώ παρέμεινε ανεξόφλητο το υπόλοιπο κεφάλαιο ποσού 392,90 ευρώ (4.879 – 4.486,10). Το εν λόγω ανεξόφλητο ποσό του κεφαλαίου συνέχισε να τοκίζεται με το νόμιμο τόκο υπερημερίας μέχρι την 05-03-2010, οπότε επιδόθηκε εκ νέου επιταγή προς πληρωμή στον ανακόπτοντα. Η οφειλή, συνεπώς, μέχρι το ανωτέρω χρονικό σημείο (05-03-2010) ανερχόταν σε 392,90 ευρώ για ανεξόφλητο κεφάλαιο και 51,19 ευρώ για τόκους υπερημερίας (για το χρονικό διάστημα από την επομένη της τελευταίας μερικής καταβολής, ήτοι από 11-10-2008 έως την εκ νέου επίδοση της εν λόγω επιταγής προς πληρωμή στις 05-03-2010). Στο ανωτέρω οφειλόμενο κεφάλαιο των 392,90 ευρώ πρέπει να προστεθεί με την ως άνω επίδοση επιταγής προς πληρωμή (05-03-2010), το ποσό των 4,8 ευρώ, για έκδοση αντιγράφου, των 4,10 ευρώ, για παραγγελία προς επίδοση, των 24 ευρώ για έξοδα επίδοσης (Υ.Α.2/54638/ –22(ΦΕΚ1716/26-8-2008) και των 120 ευρώ, για έξοδα σύνταξης της εν λόγω επιταγής, ενόψει του ότι η σύνταξη της επιταγής δεν είχε δυσκολία, που να δικαιολογεί  μεγαλύτερο ποσό, με ελάχιστο προσδιοριζόμενο από το νόμο, ποσό αυτό των 7,07 ευρώ και συνολικά, πρέπει να προστεθεί το ποσό των 152,09 ευρώ, αντί αυτού των 279 ευρώ, που εσφαλμένα προστέθηκε, για τα ως άνω έξοδα εκτέλεσης, οπότε το συνολικό πλέον οφειλόμενο ποσό των 545,8 ευρώ (392,90 + 152,09), συνέχισε να τοκίζεται με το νόμιμο τόκο υπερημερίας έως τις 15-12-2011, χρονικό σημείο κατά το οποίο επιδόθηκε εκ νέου επιταγή προς πληρωμή. Οφείλονταν συνεπώς για το νέο χρονικό διάστημα (από 06-03-2010 έως τις 15-12-2011) τόκοι υπερημερίας ποσού 86,41 ευρώ, ενώ συνέχιζε να υφίσταται ανεξόφλητο το ανωτέρω ποσό των 51,19 ευρώ, που αντιστοιχούσε στους τόκους υπερημερίας προηγούμενου χρονικού διαστήματος (από 11-10-2008 έως 05-03-2010), ήτοι, οφείλονταν μέχρι το εν λόγω χρονικό σημείο (15-12-2011), τόκοι υπερημερίας, συνολικού ποσού 137,60 ευρώ (86,41 + 51,19). Με την ως άνω επίδοση επιταγής προς πληρωμή (15-12-2011), έπρεπε να προστεθούν στο ανεξόφλητο κεφάλαιο, ποσού 545,80 ευρώ, το ποσό των 4,8 ευρώ, για έκδοση αντιγράφου, των 4,10 ευρώ, για παραγγελία προς επίδοση, των 23 ευρώ για έξοδα επίδοσης (Υ.Α.2/54638/–22 (ΦΕΚ1716/26-8-2008)  και των 150 ευρώ, για έξοδα σύνταξης της εν λόγω επιταγής, ενόψει του ότι η σύνταξη της επιταγής δεν είχε δυσκολία, που να δικαιολογεί  μεγαλύτερο ποσό, με ελάχιστο προσδιοριζόμενο από το νόμο, ποσό αυτό των 7,07 ευρώ και συνολικά, έπρεπε να προστεθεί το ποσό των 181,90 ευρώ, αντί αυτού των 279 ευρώ, που εσφαλμένα προστέθηκε, για τα ως άνω έξοδα εκτέλεσης, οπότε το συνολικό πλέον οφειλόμενο ποσό των 726,90 ευρώ (545 + 181,90) συνέχισε να τοκίζεται με το νόμιμο τόκο υπερημερίας έως τις 09-09-2013, χρονικό σημείο κατά το οποίο επιδόθηκε η ανακοπτόμενη επιταγή προς πληρωμή. Οφείλονταν, συνεπώς για το νέο χρονικό διάστημα (από 16-12-2011 έως 09-09-2013), τόκοι υπερημερίας, ποσού 106,94 ευρώ, ενώ συνέχιζε να υφίσταται ανεξόφλητο το ανωτέρω ποσό των 137,60 ευρώ, που αντιστοιχούσε στους τόκους υπερημερίας έως τις 15-12-2011, ήτοι οφείλονταν μέχρι το ανωτέρω χρονικό σημείο (09-09-2013) τόκοι υπερημερίας, συνολικού ποσού 244,54 ευρώ (106,94 + 137,60). Με την ως άνω επίδοση επιταγής προς πληρωμή (9-9-2013), έπρεπε να προστεθούν στο ανεξόφλητο κεφάλαιο, ποσού 726,90 ευρώ, το ποσό των 4,8 ευρώ, για έκδοση αντιγράφου, των 4,10 ευρώ, για παραγγελία προς επίδοση, των 23 ευρώ για έξοδα επίδοσης (Υ.Α.2/54638/–22 (ΦΕΚ1716/26-8-2008)  και των 140 ευρώ, για έξοδα σύνταξης της εν λόγω επιταγής, ενόψει του ότι η σύνταξη της επιταγής δεν είχε δυσκολία, που να δικαιολογεί  μεγαλύτερο ποσό και συνολικά, έπρεπε να προστεθεί για έξοδα εκτέλεσης, το ποσό των 171,90 ευρώ, αντί αυτού των 215 ευρώ, που εσφαλμένα προστέθηκε, για τα ως άνω έξοδα εκτέλεσης. Βάσει των ανωτέρω εκτεθέντων, η συνολική οφειλή του ανακόπτοντος για την ως άνω υπ’ αριθμ. ……/2008 Διαταγή Πληρωμής της Ειρηνοδίκη Νίκαιας, διαμορφώθηκε, κατά το χρονικό σημείο της επίδοσης της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή στις 09-09-2013, στο ποσό των 1.143,44 ευρώ ( 726,90 ευρώ, κεφάλαιο + 244,54 ευρώ, τόκοι υπερημερίας + 171,90 έξοδα εκτέλεσης).

Τέλος, αποδείχθηκε ότι η υπ’ αριθμ. 5753/2009 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 05-03-2010, με την παρά πόδας επιταγή προς πληρωμή, με την οποία επιτασσόταν να καταβάλλει το συνολικό ποσό των 500 ευρώ (300 ευρώ για κεφάλαιο-επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη-, 70 ευρώ για λήψη απογράφου, έκδοση και επίδοση της επιταγής προς πληρωμή και 130 ευρώ για τη σύνταξη αυτής). Στο ποσό του κεφαλαίου, ωστόσο, έπρεπε να προστεθούν 2 ευρώ για λήψη απογράφου, 7 ευρώ, για έξοδα έκδοσης αντιγράφου (άρθρ. 136 ν.δ. 3026/1954),  ευρώ, 4,10 ευρώ, για παραγγελία προς επίδοση(άρθρ.134 παρ.2 ν.δ.3026/1954), 23 ευρώ για έξοδα επίδοσης (Υ.Α.2/54638/–22(ΦΕΚ1716/26-8-2008) και 120 ευρώ, για σύνταξη της εν λόγω επιταγής (άρθρ.127 ν.δ.3026/1954), ενόψει του ότι η σύνταξη της επιταγής δεν είχε δυσκολία, που να δικαιολογεί ποσό μεγαλύτερο (ΑΠ1518/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ) και συνολικά, έπρεπε με την ως άνω επιταγή να προστεθεί για τα ως άνω έξοδα, το ποσό των 156,10 ευρώ, αντί των 200 ευρώ, που εσφαλμένα κατά νόμον υπολογίστηκε, οπότε το συνολικό πλέον οφειλόμενο ποσό των 456,10 ευρώ (300+156,10), συνέχισε να τοκίζεται, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας έως τις 15-12-2011, χρονικό σημείο κατά το οποίο επιδόθηκε εκ νέου επιταγή προς πληρωμή. Οφείλονταν συνεπώς για το νέο χρονικό διάστημα (από 05-03-2010 έως τις 15-12-2011) τόκοι υπερημερίας, ποσού 72,20 ευρώ, ενώ με την ως άνω επίδοση επιταγής προς πληρωμή (15-12-2011) έπρεπε να προστεθούν στο ανεξόφλητο κεφάλαιο ποσού 456,10 ευρώ, 7 ευρώ, για έξοδα έκδοσης αντιγράφου (άρθρ. 136 ν.δ. 3026/1954),  ευρώ, 4,10 ευρώ, για παραγγελία προς επίδοση(άρθρ.134 παρ.2 ν.δ.3026/1954), 23 ευρώ για έξοδα επίδοσης (Υ.Α.2/54638/- -22(ΦΕΚ1716/26-8-2008) και 140 ευρώ, για σύνταξη της εν λόγω επιταγής (άρθρ.127 ν.δ.3026/1954), ενόψει του ότι η σύνταξη της επιταγής δεν είχε δυσκολία, που να δικαιολογεί μεγαλύτερο ποσό (ΑΠ1518/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ) και συνολικά, έπρεπε να προστεθούν 174,10 ευρώ, αντί του ποσού των 270 ευρώ, που εσφαλμένα, κατά νόμον υπολογίστηκε για έκδοση αντιγράφου, παραγγελία προς επίδοση, έξοδα επιδόσεως και σύνταξης της εν λόγω επιταγής, οπότε το συνολικό πλέον οφειλόμενο ποσό των 630,20 ευρώ (456,10 + 174,10) συνέχισε να τοκίζεται με το νόμιμο τόκο υπερημερίας έως τις 09-09-2013, χρονικό σημείο κατά το οποίο επιδόθηκε η ανακοπτόμενη επιταγή προς πληρωμή. Οφείλονταν συνεπώς για το νέο χρονικό διάστημα (από 16-12-2011 έως 09-09-2013) τόκοι υπερημερίας, ποσού 92,71 ευρώ, ενώ συνέχιζε να υφίσταται ανεξόφλητο το ανωτέρω ποσό των 72,20 ευρώ, που αντιστοιχούσε στους τόκους υπερημερίας έως τις 15-12-2011, ήτοι οφείλονταν μέχρι το ανωτέρω χρονικό σημείο (09-09-2013) τόκοι υπερημερίας, συνολικού ποσού 164,91 ευρώ (92,71 + 72,20). Στο ποσό του κεφαλαίου των 630,20 ευρώ, έπρεπε με την ως άνω επίδοση επιταγής προς πληρωμή (9-9-2013) να προστεθούν 7 ευρώ, για έξοδα έκδοσης αντιγράφου (άρθρ. 136 ν.δ. 3026/1954),  ευρώ, 4,10 ευρώ, για παραγγελία προς επίδοση(άρθρ.134 παρ.2 ν.δ.3026/1954), 23 ευρώ για έξοδα επίδοσης (Υ.Α.2/54638/–22(ΦΕΚ1716/26-8-2008) και 160 ευρώ, για σύνταξη της εν λόγω επιταγής (άρθρ.127 ν.δ.3026/1954), ενόψει του ότι η σύνταξη της επιταγής δεν είχε δυσκολία, που να δικαιολογεί μεγαλύτερο ποσό (ΑΠ1518/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ) και συνολικά, έπρεπε να προστεθούν 194,10 ευρώ, αντί του ποσού των 270 ευρώ, που εσφαλμένα, κατά νόμον υπολογίστηκε για έκδοση αντιγράφου, παραγγελία προς επίδοση και έξοδα επίδοσης(70€) και σύνταξης της εν λόγω επιταγής(200€).Βάσει των ανωτέρω εκτεθέντων, η συνολική οφειλή του ανακόπτοντος για την ως άνω, υπ’ αριθμ. 5753/2009 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, διαμορφώθηκε, κατά το χρονικό σημείο της επίδοσης της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή, στις 09-09-2013, στο ποσό των 989,21 ευρώ (630,20 ευρώ κεφάλαιο + 164,91 ευρώ τόκοι υπερημερίας+ 194,10 ευρώ, για έξοδα για έκδοση αντιγράφου, παραγγελία προς επίδοση, έξοδα επίδοσης και σύνταξη της ανακοπτόμενης επιταγής.

Ως προς το επιτόκιο υπερημερίας, επί οφειλών του Δημοσίου ισχύει ο εκάστοτε νόμιμος τόκος υπερημερίας, που ισχύει για κάθε οφειλέτη, απορριπτομένου του  ισχυρισμού του ανακόπτοντος ότι πρέπει να υπολογισθεί η απαίτηση της καθ’ης η ανακοπή με επιτόκιο 6% (βλ. την από 22-05-2008, υπ’ αριθ. Δ39.704 απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση ……. κατά Ελλάδας, ΟλΑΠ 5/2011, ΟλΣτΕ 1663/2009) και του σχετικού τρίτου λόγου της έφεσης, ως κατ’ουσίαν αβάσιμου.

Ο ισχυρισμός του ανακόπτοντος και ήδη, εκκαλούντος Δήμου ότι έχει εξοφλήσει πλήρως και ολοσχερώς τα κεφάλαια των υπ’αριθμ……/2007 και …../2008 διαταγών πληρωμής και ότι, εν συνεχεία, με την έκδοση χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής, συνολικού ποσού 7.737,17 ευρώ, εξόφλησε πλήρως και τα (εκτός του κεφαλαίου) κονδύλια των παραπάνω εκτελεστών τίτλων, τα οποία εσφαλμένα προσδιορίζει με την ανακοπή και την ένδικη έφεσή του, δεν αποδεικνύεται, ως κατ’ουσίαν βάσιμος, καθώς, σύμφωνα με τα παραπάνω, τα κονδύλια που αφορούν τις υπ’αριθμ…../2007 και …../2008 διαταγές πληρωμής, ουδόλως έχουν εξοφληθεί. Ειδικότερα, ο ανακόπτων και ήδη, εκκαλών κατέβαλε το κονδύλιο, που τυπικά αποτελούσε το επιταχθέν κεφάλαιο των δύο διαταγών πληρωμής, καθώς και τα έξοδα αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 6479/2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (ασφαλιστικά μέτρα), χωρίς όμως να εξοφλήσει παράλληλα και τα λοιπά κονδύλια των αρχικών από 20-11-2007 και από 9-10-2008 επιταγών προς πληρωμή, αντίστοιχα, κάτωθι των αντιγράφων εξ απογράφου της υπ’αριθμ……../2007 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και της υπ’αριθμ……/2008 διαταγής πληρωμής του Ειρηνοδικείου Νίκαιας, επιταγές, που νόμιμα του κοινοποιήθηκαν. Εξάλλου, η καταβολή, το έτος 2008, των ποσών των 47.608,15 ευρώ και 4.789 ευρώ για κάθε μία από τις δύο προαναφερόμενες διαταγές πληρωμής, αποδεικνύει ότι εξοφλήθηκαν μόνο τα επιταχθέντα κεφάλαια των εν λόγω διαταγών πληρωμής, χωρίς να έχουν εξοφληθεί τα λοιπά κονδύλια των αρχικών από 20-11-2007 και από 9-10-2008, αντίστοιχα, επιταγών προς πληρωμή, αλλά ούτε και των μετέπειτα επιταγών προς πληρωμή, που επιδόθηκαν στον ανακόπτοντα καθ’ου η εκτέλεση και ήδη, εκκαλούντα. Οι μεταγενέστερες επιδόσεις των παραπάνω διαταγών πληρωμής με νέες επιταγές προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφων εξ απογράφων των ανωτέρω διαταγών πληρωμής αφορούσαν την πληρωμή των λοιπών κονδυλίων των αρχικών από 20-11-2007 και από 9-10-2008, αντίστοιχα, επιταγών προς πληρωμή, τα οποία κονδύλια, ως μη εξοφληθέντα εμπροθέσμως, κεφαλαιοποιήθηκαν και αφού τοκίστηκαν εκ νέου(πλην του εκάστοτε κονδυλίου των τόκων, λόγω ελλείψεως προϋποθέσεων του άρθρου 296ΑΚ), κατέστησαν το υπολειπόμενο κεφάλαιο της απαίτησης της καθ’ης η ανακοπή-επισπεύδουσας την εκτέλεση και ήδη, εφεσίβλητης. Η κρίση του Δικαστηρίου τούτου περί μή πλήρους εξόφλησης των λοιπών κονδυλίων των από 20-11-2007 και 9-10-2008 επιταγών προς πληρωμή κάτωθι των ως άνω διαταγών πληρωμής, καθώς και των κονδυλίων της από 5-3-2010 επιταγής προς πληρωμή κάτωθι του εκτελεστού απογράφου της υπ’αριθμ. 5753/2009 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, αποδεικνύεται και από τους ίδιους τους ισχυρισμούς του ανακόπτοντος, ο οποίος στον πίνακα, που περιέχεται στην υπό κρίση έφεσή του, αλλά και στην από 19-12-2013 ανακοπή του έχει υπολογίσει εσφαλμένα τα λοιπά κονδύλια (π.χ. έξοδα για έκδοση αντιγράφου, παραγγελία προς επίδοση και έξοδα επίδοσης της επιταγής και σύνταξη της επιταγής προς πληρωμή) των ανωτέρω επιταγών προς πληρωμή, ποσά τα οποία και προσφέρει στην καθ’ης η ανακοπή.

Σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, α)η συνολική οφειλή του ανακόπτοντος για την υπ’ αριθμ. ………/2007 Διαταγή Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, διαμορφώθηκε, κατά το χρονικό σημείο της επίδοσης της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή, στις 09-09-2013, στο συνολικό ποσό των 30.875,34 ευρώ, αντί του ποσού των 31.300 ευρώ, που επιτάχθηκε να καταβάλει στην καθ’ης η ανακοπή εταιρεία, ως τρίτος, το Υπουργείο Εσωτερικών (Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών-Διεύθυνση Οικονομικής και Αναπτυξιακής Πολιτικής Τ.Α.-Τμήμα Επιχορηγήσεων Τ.Α.), με την από 3-9-2013 επιταγή προς πληρωμή, β) η συνολική οφειλή του ανακόπτοντος για την ως άνω υπ’ αριθμ. ……/2008 Διαταγή Πληρωμής της Ειρηνοδίκη Νίκαιας, διαμορφώθηκε, κατά το ίδιο χρονικό σημείο της επίδοσης της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή, στις 09-09-2013, στο ποσό των 1.143,44 ευρώ, αντί του ποσού των 2.400 ευρώ, που επιτάχθηκε να καταβάλει, ομοίως, το Υπουργείο Εσωτερικών, ως τρίτος, στην καθ’ης η ανακοπή, με την από 3-9-2013 επιταγή προς πληρωμή και γ) η συνολική οφειλή του ανακόπτοντος για την υπ’ αριθμ. 5753/2009 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, διαμορφώθηκε, κατά το ίδιο χρονικό σημείο της επίδοσης της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή, στις 09-09-2013, στο ποσό των 989,21 ευρώ, αντί του ποσού των 1.200 ευρώ, που επιτάχθηκε να καταβάλει, ομοίως, το Υπουργείο Εσωτερικών, ως τρίτος, στην καθ’ης η ανακοπή, με την από 3-9-2013 επιταγή προς πληρωμή.

Ο ανακόπτων και ήδη, εκκαλών  ισχυρίζεται ότι με την από 10-12-2013 εξώδικη δήλωση-πρόσκληση, με την οποία γνωστοποίησε στην καθ’ης η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητη την πρόθεσή του να της καταβάλει το ποσό των 7.737,17 ευρώ και συγκεκριμένα, για την υπ’αριθμ………/2007 διαταγή πληρωμής, το ποσό των 7.220,58 ευρώ(8.893,09€-1.672,51€) και για την υπ’αριθμ……/2008 διαταγή πληρωμης, το ποσό των 516,59 ευρώ(557,27€-40,68€) και, με την άρνηση της τελευταίας να εισπράξει το ποσό αυτό, έχει καταστεί υπερήμερη. Ενόψει των προεκτεθέντων, η προσφορά του ποσού αυτού δεν ήταν η προσήκουσα, κατ’άρθρ.349ΑΚ,  καθώς, με τον ορθό τρόπο υπολογισμού της οφειλής του ανακόπτοντος, το οφειλόμενο υπόλοιπο της οφειλής του ανέρχεται για την υπ’αριθμ…../2007 διαταγή πληρωμής, σε  30.875,34 ευρώ και για την υπ’αριθμ……/2008 διαταγή πληρωμής, σε 1.143,44 ευρώ και συνολικά, σε 32.018,78 ευρώ, η εκ μέρους του προσφορά του ποσού των 7.737,17 ευρώ, υπολειπόταν κατά πολύ από το ως άνω οφειλόμενο (ΑΠ 105/2009 ΝοΒ 2009, 1170), απορριπτομένου του περί υπερημερίας της, καθ’ης, ως δανείστριας, ισχυρισμού του ανακόπτοντος και του συναφούς δεύτερου λόγου της έφεσης.

Επίσης, θα πρέπει να σημειωθεί ότι επί της προσκομιζόμενης και επικαλούμενης από 27-12-2012 (υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. δικογράφου ……./2012) αίτησης αναστολής εκτέλεσης, που κατέθεσε ο ανακόπτων ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, επί της αναγκαστικής κατάσχεσης που είχε επιβάλλει η καθ’ ης στα χέρια της Τράπεζας …. ως τρίτης, ο πρώτος (ανακόπτων) είχε αναγνωρίσει την τότε οφειλή του προς την καθ’ ης, ανερχόμενη στο ποσό των 28.137,50 ευρώ, είχε, δε, προσκομίσει πίνακα με τις ανεξόφλητες οφειλές του, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβανόταν και η ως άνω απαίτηση της καθ’ ης, ο οποίος έχει ενσωματωθεί στην ως άνω αίτηση αναστολής. Βάσει των ανωτέρω εκτεθέντων, οι από 03-09-2013 τρεις επιταγές προς πληρωμή που γράφτηκαν κάτω από τα αντίγραφα των πρώτων εκτελεστών απογράφων των υπ’ αριθμ. …../2007 και …../2008 διαταγών πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και της Ειρηνοδίκη Νίκαιας, αντίστοιχα και της υπ’ αριθ. 5.753/2009 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με τις οποίες επιτάσσεται ο ανακόπτων να καταβάλλει για την πρώτη το ποσό των 30.060 ευρώ για κεφάλαιο και τόκους υπερημερίας (27.500 + 2.560), για τη δεύτερη, το ποσό των 2.185 ευρώ για κεφάλαιο και τόκους υπερημερίας (2.000 + 185) και για την τρίτη το ποσό των 930 ευρώ για κεφάλαιο και τόκους υπερημερίας (850 + 80), δεν αντιπροσωπεύουν την πραγματική οφειλή του ανακόπτοντος, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί, σύμφωνα με τα παραπάνω, μετά από αλλεπάλληλες επιδόσεις επιταγών προς πληρωμή και των μερικών καταβολών.

Με τον τρίτο λόγο της ανακοπής του, ο ανακόπτων αιτείται την ακύρωση του από 10-12-2013 κατασχετηρίου, με το οποίο επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση εις χείρας του Υπουργείου Εσωτερικών ως τρίτου, διότι έχει ήδη εκχωρήσει την ως άνω απαίτησή του στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, ο ισχυρισμός αυτός του ανακόπτοντος περί εκχωρήσεως των χρημάτων που προέρχονται από τον Φόρο Ζύθου και τα τέλη Διαφήμισης στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ως εγγύηση χορηγηθέντος δανείου, ουδεμία ακυρότητα συνεπάγεται για την ανακοπτόμενη κατάσχεση Ειδικότερα, το Υπουργείο Εσωτερικών (διά αποφάσεως του κ. Υπουργού Εσωτερικών) κατανέμει τα ποσά που συγκεντρώνονται στους τηρηθέντες στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων λογαριασμούς του Υπουργείου Εσωτερικών για Τέλη Ζύθου και Τέλη Διαφήμισης, στους αντίστοιχους (τηρηθέντες επίσης στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων) λογαριασμούς των Δήμων της Ελλάδας (βλ. προσκομιζόμενες απ’την εφεσίβλητη-καθ’ης η ανακοπή, με αριθμ.πρωτ.50624 και 50638.16-12-2013 αποφάσεις του Υπουργού Εσωτερικών). Μετά την κατάθεση των χρημάτων αυτών στους λογαριασμούς του ανακόπτοντος Δήμου, που τηρούνται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, ο εκδοχέας, Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, κατά τους ισχυρισμούς του ανακόπτοντος, δύναται να δεσμεύσει τα ποσά αυτά, εφόσον ο ανακόπτων δεν είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του. Πλην όμως, η καθ’ης, με την ανακοπτόμενη κατάσχεση, επέβαλε κατάσχεση στα χέρια του τρίτου Υπουργείου Εσωτερικών, ήτοι, προ της κατανομής των ποσών στους λογαριασμούς του ανακόπτοντος Δήμου, επιτάσσοντας μάλιστα το Υπουργείο Εσωτερικών να μην δώσει εντολή να κατανεμηθούν τα χρήματα αυτά στους αντίστοιχους λογαριασμούς του ανακόπτοντος, δηλαδή προ της (ενδεχόμενης) δεσμεύσεώς τους από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Εξάλλου, η εκχώρηση που επικαλείται ο ανακόπτων, ουδόλως έχει κοινοποιηθεί στην καθ’ης η ανακοπή, επισπεύδουσα την εκτέλεση δανείστρια, ώστε να λάβει γνώση αυτής, οπότε και ουδεμία έννομη συνέπεια μπορεί να επέλθει σε βάρος της, αλλά ούτε και έχουν ανακοινωθεί δημόσια (π.χ. στο σύστημα Διαύγεια) το περιεχόμενο και οι όροι της αναφερόμενης σύμβασης εκχώρησης μεταξύ του ανακόπτοντος και του Ταμείου Παρακαταθηκών και  Δανείων, ώστε να θεωρηθούν γνωστοί οι όροι αυτοί. Επιπρόσθετα, για να λάβει νομική ισχύ μια εκχώρηση, θα πρέπει, κατ’άρθρ.460ΑΚ, να αναγγελθεί η εκχώρηση στον οφειλέτη. Πλην όμως, ουδεμία αναφορά γίνεται στην ένδικη έφεση ότι αναγγέλθηκε, κατ’ άρθρο 460 ΑΚ, η εκχώρηση στον οφειλέτη του ανακόπτοντος(Υπουργείο Εσωτερικών), ούτε ο ανακόπτων αναφέρει στην έφεσή του την ύπαρξη κάποιου τέτοιου εγγράφου, οπότε και η απ’αυτό επικαλούμενη  εκχώρηση ουδεμία έχει ισχύ. Άλλωστε, αν η εκχώρηση είχε αναγγελθεί στο Υπουργείο Εσωτερικών πριν από την ημέρα της κατάσχεσης, τότε το τρίτο Υπουργείο Εσωτερικών θα είχε αναφέρει στην υπ’ αριθμ. …../2014 δήλωση τρίτου που υπέβαλε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών ότι η κατασχεμένη απαίτηση δεν βρισκόταν στα χέρια του, λόγω εκχώρησης, πλην όμως ουδόλως δήλωσε κάτι τέτοιο. Σε κάθε περίπτωση, ο ανακόπτων ρητώς αναφέρει ότι τα κονδύλια από τον Φόρο Ζύθου και τα τέλη Διαφήμισης έχουν εκχωρηθεί ως εγγύηση και προς εξασφάλιση του ποσού της δανειακής σύμβασης που έχει συνάψει με το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Προκύπτει δηλαδή ότι τα ποσά αυτά θα καταπέσουν – ως εγγύηση – υπέρ του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων μόνο στην περίπτωση που ο ανακόπτων δεν θα είναι συνεπής στις δανειστικές του υποχρεώσεις και επομένως τα ποσά αυτά δεν είναι δεσμευμένα εξαρχής υπέρ του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, καθώς ο ανακόπτων μπορεί να αποπληρώσει τα δάνειά του μέσω άλλων πηγών χρηματοδότησης (π.χ. αποδοθέντα έσοδα από Τέλος Ακίνητης Περιουσίας, από Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους, από μισθώματα της μεγάλης ακίνητης περιουσίας του κλπ). Ούτε, τέλος, η προσκομιζόμενη απ’τον ανακόπτοντα, με αριθμ.πρωτ. …../19-12-2013 βεβαίωση του τότε Αντιδημάρχου Οικονομικών του εκκαλούντος περί εκχώρησης, κρίνεται πειστική, καθότι δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη βεβαίωση του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, ούτε από σχετική βεβαίωση του Υπουργείου Εσωτερικών περί αναγγελίας της εκχώρησης. Τα ίδια κρίνοντας και η εκκαλούμενη απόφαση, απορρίπτοντας ως μη αποδειχθέντες και αβάσιμους κατ’ουσίαν τους ισχυρισμούς του ανακόπτοντος, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και επομένως, ο περί του αντιθέτου τέταρτος λόγος της έφεσης, πρέπει, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμος να απορριφθεί.

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 281 του Α.Κ., 116 και 933 Κ.Πολ.Δ., 20 και 25 παρ.3 του Συντάγματος συνάγεται, ότι άσκηση ουσιαστικού δικαιώματος, που ανήκει στο δημόσιο δίκαιο, αποτελεί, και  η δι’ αναγκαστικής εκτελέσεως πραγμάτωση της απαιτήσεως του δανειστή, ώστε λόγο της ανακοπής του άρθρου 933 Κ.Πολ.Δ, μπορεί να αποτελέσει και η πρόδηλη αντίθεση της διενέργειας της αναγκαστικής εκτελέσεως προς το άρθρο 281 Α.Κ., που απαγορεύει την καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος (ΑΠ 1077/2015). Όπως προκύπτει δε από τις ανωτέρω διατάξεις σε συνδυασμό και με αυτή του άρθρου 951 παρ.2 ΚΠολΔ, μπορεί, κατά τις περιστάσεις, να κριθεί ως καταχρηστική η κατάσχεση από το δανειστή περισσότερων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, όταν είναι περισσότερο από προφανές, ότι οι αξιώσεις του θα ικανοποιηθούν στο σύνολο τους από την κατάσχεση ενός και μόνον περιουσιακού του στοιχείου (ΑΠ1519/2017,  551/2005, 73/1999).

Στην προκείμενη περίπτωση, ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι καταχρηστικά επιβλήθηκε εκ μέρους της καθ’ ης αναγκαστική κατάσχεση εις χείρας του Υπουργείου Εσωτερικών ως τρίτου, δυνάμει του από 10-12-2013 κατασχετηρίου, διότι η καθ’ ης έχει, ήδη, προβεί για την ικανοποίηση της απαίτησής της σε κατάσχεση εις χείρας της τράπεζας Πειραιώς ως τρίτης, δυνάμει του από 11-12-2012 κατασχετηρίου. Ο υπό κρίση λόγος ανακοπής και προβάλλεται παραδεκτά (ά. 934 παρ. 1 περ. β’ ΚΠολΔ), είναι δε νόμιμος (ά. 281 ΑΚ) και πρέπει συνεπώς να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.

Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι η καθ’ ης για τις ένδικες απαιτήσεις της (δυνάμει των υπ’ αριθ. …./2007 και …../2008 διαταγών πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά και της Ειρηνοδίκη Νίκαιας, αντίστοιχα και της υπ’ αριθ. 5753/2009 απόφασης του παρόντος Δικαστηρίου) επέβαλε κατά του ανακόπτοντος αναγκαστική κατάσχεση δια του από 11-12-2012 κατασχετηρίου εγγράφου εις χείρας της τράπεζας …. ως τρίτης. Κατά του ως άνω κατασχετηρίου ο ανακόπτων άσκησε την από …./2012 ανακοπή του, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 3547/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία το εν λόγω Δικαστήριο κηρύχθηκε  καθ’ύλην αναρμόδιο για την εκδίκαση της ανακοπής κατά της σε βάρος του ανακόπτοντος Δήμου, επισπευσθείσας αναγκαστικής εκτέλεσης, με την επιβολή αναγκαστικής κατάσχεσης εις χείρας της «Τράπεζας …. ΑΕ», ως τρίτης, με το από 11-12-2013 κατασχετήριο έγγραφο, για το ποσό των 2.000 ευρώ, δυνάμειι του αντιγράφου εξ απογράφου της υπ’αριθμ…../2008 διαταγής πληρωμής του Ειρηνοδίκη Νίκαιας και παραπέμφθηκε η υπόθεση προς εκδίκαση στο αρμόδιο καθ’ύλην και κατά τόπον, Ειρηνοδικείο Νίκαιας, κατά τα λοιπά, δε, έκανε εν μέρει δεκτή την ανακοπή και ακύρωσε εν μέρει την σε βάρος του ανακόπτοντος επισπευσθείσα αναγκαστική εκτέλεση και δη το από 11-12-2012 κατασχετήριο έγγραφο, με το οποίο η καθ’ης η ανακοπή επέβαλε αναγκαστική κατάσχεση εις χείρας της ως άνω Τράπεζας, ως τρίτης, βάσει αντιγράφου εξ απογράφου της υπ’αριθμ……/2007 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και της υπ’αριθμ…../2009 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, για το ποσό των 28.350 ευρώ, που είναι κατατεθειμένο στον τραπεζικό λογαριασμό, που τηρεί στην ανωτέρω τράπεζα ο ανακόπτων Δήμος. Ενόψει τούτων και του ότι ουδόλως , κατά το χρόνο συζήτησης της κρινόμενης ανακοπής ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, ικανοποιήθηκε η απαίτηση της καθ’ης η ανακοπή από την προηγηθείσα κατάσχεση εις χείρας της ως άνω τράπεζας, δικαιολογείται το έννομο συμφέρον αυτής προς σύνταξη και επίδοση του ανακοπτόμενου κατασχετηρίου, προς το σκοπό της τελέσφορης πλήρους ικανοποίησής της, η , δε, αναγκαστική κατάσχεση που επιβλήθηκε δυνάμει αυτού δεν είναι σε καμία περίπτωση καταχρηστική, βάσει των ανωτέρω. Πρέπει συνεπώς ο τέταρτος λόγος της ανακοπής και ο συναφής πέμπτος λόγος της ένδικης έφεσης, ως ουσία αβάσιμος να απορριφθεί.

Κατ’ακολουθίαν όλων των ανωτέρω,  με δεδομένο ότι α)η συνολική οφειλή του ανακόπτοντος για την υπ’ αριθμ. ……../2007 Διαταγή Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, διαμορφώθηκε, κατά το χρονικό σημείο της επίδοσης της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή, στις 09-09-2013, στο συνολικό ποσό των 30.875,34 ευρώ, αντί του ποσού των 31.300 ευρώ, που επιτάχθηκε να καταβάλει στην καθ’ης η ανακοπή εταιρεία, ως τρίτος, το Υπουργείο Εσωτερικών (Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών-Διεύθυνση Οικονομικής και Αναπτυξιακής Πολιτικής Τ.Α. -Τμήμα Επιχορηγήσεων Τ.Α.), με την από 3-9-2013 επιταγή προς πληρωμή,  β) η συνολική οφειλή του ανακόπτοντος για την ως άνω υπ’ αριθμ. ……/2008 Διαταγή Πληρωμής της Ειρηνοδίκη Νίκαιας, διαμορφώθηκε, κατά το ίδιο χρονικό σημείο της επίδοσης της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή, στις 09-09-2013, στο ποσό των 1.143,44 ευρώ, αντί του ποσού των 2.400 ευρώ, που επιτάχθηκε να καταβάλει, ομοίως, το Υπουργείο Εσωτερικών, ως τρίτος, στην καθ’ης η ανακοπή, με την από 3-9-2013 επιταγή προς πληρωμή και γ) η συνολική οφειλή του ανακόπτοντος για την υπ’ αριθμ. 5753/2009 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, διαμορφώθηκε, κατά το ίδιο χρονικό σημείο της επίδοσης της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή, στις 09-09-2013, στο ποσό των 989,21 ευρώ, αντί του ποσού των 1.200 ευρώ, που επιτάχθηκε να καταβάλει, ομοίως, το Υπουργείο Εσωτερικών, ως τρίτος, στην καθ’ης η ανακοπή, με την από 3-9-2013 επιταγή προς πληρωμή, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφασή του δέχθηκε ότι κατά το χρονικό σημείο της επίδοσης της ανακοπτόμενης επιταγής προς πληρωμή, η συνολική οφειλή του ανακόπτοντος ανήλθε α)για την υπ’αριθμ. …../2007 διαταγή πληρωμής, στο ποσό των 33.967,82 ευρώ, αντί του ποσού των 30.875,34 ευρώ, β) για την υπ’αριθμ……/2008 διαταγή πληρωμής, στο ποσό των 2.294,14 ευρώ αντί του ποσού των 1.143,44 ευρώ και γ) για την υπ’αριθμ.5753/2009 απόφαση στο ποσό των 960 ευρώ, αντί του ποσού των 1.200 ευρώ, εσφαλμένα το νόμο εφάρμοσε και εκτίμησε τις αποδείξεις. Πρέπει, επομένως, να γίνει εν μέρει δεκτός ως κατ’ουσίαν βάσιμος, ο σχετικός, πρώτος λόγος της έφεσης, όπως και η έφεση και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση,  στο σύνολό της,, κατ’άρθρ. 535 παρ.1 ΚΠολΔ και αφού κρατηθεί η υπόθεση και δικαστεί κατ’ουσίαν, να γίνουν εν μέρει δεκτοί οι πρώτος και δεύτερος λόγος της ανακοπής, που αφορούν ο πρώτος στην εξόφληση της απαίτησης, κατά κεφάλαιο και τόκους και ο δεύτερος  στον εσφαλμένο υπολογισμό υπέρογκων ποσών για τη λήψη και έκδοση αντιγράφων, την παραγγελία προς επίδοση, την επίδοση και τη σύνταξη αυτών, αναφορικά με τις τρείς από 03-09-2013 επιταγές προς πληρωμή, που του επιδόθηκαν στις 09-09-2013, να γίνει, έτσι, εν μέρει δεκτή η ανακοπή και να ακυρωθούν εν μέρει: α) η από 03-09-2013 επιταγή που αφορά την υπ’ αριθ. ………./2007 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ως προς το ποσό των 424,66 ευρώ, β) η από 03-09-2013 επιταγή που αφορά την υπ’ αριθ. …../2008 διαταγή πληρωμής της Ειρηνοδίκη Νίκαιας, ως προς το ποσό των 1.256,56 ευρώ και γ) η από 03-09-2013 επιταγή που αφορά την υπ’ αριθ. 5.753/2009 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, ως προς το ποσό των 210,79 ευρώ. Πρέπει, τέλος, τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης-καθ’ης η ανακοπή, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος-ανακόπτοντος, μειωμένα, ωστόσο,  λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας τους (άρθρ 183 και 178 ΚΠολΔ)  και κατ΄ άρθρ 281 παρ 2 Ν 3463/2006, κατά τα οριζόμενα, ειδικότερα, στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντες τους διαδίκους.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και εν μέρει κατ’ουσίαν, την από 22/6/2016 (ΓΑΚ …../2016 και .ΕΑΚ …../2016) έφεση κατά της υπ’αριθμ.7502016 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη απόφαση.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει κατ’ουσίαν την υπόθεση.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την από 19-12-2013 ανακοπή.

Ακυρώνει εν μέρει α) την από 03-09-2013 επιταγή που αφορά την υπ’ αριθ. ……./2007 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ως προς το ποσό των 424,66 ευρώ, β) την από 03-09-2013 επιταγή που αφορά την υπ’ αριθ. …../2008 διαταγή πληρωμής της Ειρηνοδίκη Νίκαιας, ως προς το ποσό των 1.256,56 ευρώ και γ) την από 03-09-2013 επιταγή που αφορά την υπ’ αριθ. 5.753/2009 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, ως προς το ποσό των 210,79 ευρώ.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος-ανακόπτοντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης-καθ’ης η ανακοπή, τα οποία ορίζει μειωμένα στο ποσό των  επτακοσίων ευρώ (700 €).

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 2-11-2018,  χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ