Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 562/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός απόφασης 562/2019

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

——————————————-

Αποτελούμενο από τους Δικαστές, Ελένη Κούφη, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Εφέτη,  Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτη- Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Γ.Λ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 72 § 13 του ίδιου νόμου)  η από 1-7-2018 (υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. ………../2018) έφεση του εναγομένου, ως ολικά ηττηθέντος πρωτοδίκως διαδίκου, κατά της υπ’αριθμ. 1485/2018 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία, με την οποία έγινε δεκτή η από 26-6-2017 (υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. ………../2017) αγωγή της εφεσίβλητης περί προσβολής προσωπικότητας. Η έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 495 του ΚΠολΔ, όπως το ποσό του παραβόλου που ορίζει αναπροσαρμόστηκε με το άρθρο 35 § 2 του ν.4446/2016 (ΦΕΚ Α΄240/22-12-2016) με έναρξη ισχύος ένα μήνα μετά τη δημοσίευσή του (άρθρο 45 αυτού), 499, 500, 511, 513 § 1 εδαφ.β΄, 516 § 1 και 517 του ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα (άρθρο 518 § 2 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015, που εφαρμόζεται για τις εφέσεις  που ασκούνται μετά την 1-1-2016 (άρθρο ένατο παρ.2 αυτού), εφόσον δεν παρήλθε διετία από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης και δεν γίνεται επίκληση ούτε προκύπτει επίδοσή της προς ή από τον εκκαλούντα, ούτε άλλος λόγος απαραδέκτου, ενώ έχει καταβληθεί και το νόμιμο παράβολο κατά την άσκησή της (e-παράβολο με κωδικό . ………. και αποδεικτικό πληρωμής του από την Τράπεζα Πειραιώς). Συνεπώς, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί  περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, εντός των ορίων που καθορίζονται με αυτούς (άρθρα 522, 533 § 1 του ΚΠολΔ), κατά την αυτή διαδικασία, που εκδόθηκε η εκκαλουμένη.Οι ενάγοντες,  …….. και ήδη εφεσίβλητη, ……..και ………., με την ένδικη αγωγή τους, επικαλούμενοι προσβολή της προσωπικότητάς τους εκ μέρους του εναγομένου, κατά τα ειδικότερα στην αγωγή εκτιθέμενα, ζητούσαν να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, για χρονικό διάστημα δέκα ετών από την κοινοποίησή της : α) να παραλείπει να προσεγγίζει σε απόσταση μικρότερη των 100 μέτρων την οικία τους και τον εργασιακό τους χώρο, που βρίσκονταν κατ’εκείνο τον χρόνο,  στην περιοχή της …. στη Νίκαια, και στο ……. Αττικής, και β) να παραλείπει να προσβάλλει την προσωπικότητά τους, απευθυνόμενος σε αυτούς δια ζώσης, δια τηλεφώνου ή μέσω γραπτού λόγου, κατά τρόπο προσβλητικό, εξυβριστικό ή απειλητικό, υπό την απειλή χρηματικής ποινής 5.000 ευρώ και προσωπικής κράτησης διάρκειας ενός έτους, για κάθε παραβίαση της εκδοθησομένης απόφασης, και να επιβληθούν σε βάρος του τα δικαστικά τους έξοδα.  Επί της αγωγής  εκδόθηκε η υπ’αριθμ. 1485/2018 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία, η αγωγή απορρίφθηκε μεν, ως προς τους ενάγοντες, …….. και ………. ενώ έγινε δεκτή, ως βάσιμη και κατ’ουσίαν, ως προς την πρώτη των εναγόντων, και υποχρεώθηκε ο εναγόμενος να παραλείπει στο μέλλον, για χρονικό διάστημα δέκα (10) ετών, να προσβάλλει την προσωπικότητά της, παραλείποντας ειδικότερα : α) να την προσεγγίζει σε απόσταση μικρότερη των πενήντα (50) μέτρων, β) να επικοινωνεί μαζί της καθ’οιονδήποτε τρόπο, προφορικό ή γραπτό, δια ζώσης, μέσω τηλεφώνου ή διαδικτύου και γ) να απευθύνει εναντίον της απειλές, ύβρεις και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, υπό την απειλή χρηματικής ποινής πεντακοσίων (500) ευρώ και προσωπικής κράτησης δύο (2) μηνών, για κάθε παράβαση της απόφασης, και επιβλήθηκαν σε βάρος του τα δικαστικά της έξοδα, τα οποία καθορίστηκαν στο ποσό των 450 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής, παραπονείται ο εναγόμενος με την υπό κρίση έφεση, για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της με σκοπό να απορριφθεί η αγωγή. Ειδικότερα, με τον δεύτερο λόγο της έφεσής του, ισχυρίζεται ότι η αγωγή έπρεπε να απορριφθεί ως αόριστη διότι η πρώτη των εναγόντων δεν εξειδικεύει τις φερόμενες ως παράνομες πράξεις (εξύβριση, εκβίαση, απειλή, διατάραξη οικιακής ειρήνης) που του καταλογίζει, με την επίκληση πραγματικών περιστατικών που τις στοιχειοθετούν. Από την επισκόπηση, ωστόσο, του δικογράφου της υπό κρίση αγωγής, προκύπτει ότι αυτή είναι αρκούντως ορισμένη, αφού επαρκώς περιγράφονται πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την παράνομη προσβολή της προσωπικότητάς της. Ανεξαρτήτως του ότι πράγματι δεν περιέχονται στο δικόγραφό της συγκεκριμένα περιστατικά εκβίασης και διατάραξης της οικιακής ειρήνης, που να εμπίπτουν στη νομοτυπική μορφή των άρθρων 385 και 334 του ΠΚ, τα λοιπά πραγματικά περιστατικά είναι επαρκή προς θεμελίωση της αξίωσής του για παράλειψη της προσβολής της προσωπικότητάς της στο μέλλον. Ειδικώς δε, αναφορικά με την εξύβριση, αυτή στοιχειοθετείται, ως ποινικά κολάσιμη πράξη, είτε λόγω είτε έργω, και η πρώτη των εναγόντων επικαλέστηκε ένα τουλάχιστον περιστατικό έργω εξυβρίσεώς της (απώθησή της εντός του αυτοκινήτου).  Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση έκρινε (σιωπηρώς) ορισμένη την αγωγή, δεν έσφαλε στην ερμηνεία και την εφαρμογή του νόμου, αλλά ορθά έκρινε. Συνακόλουθα, ο δεύτερος λόγος της έφεσης, με τον οποίο ο εκκαλών  υποστηρίζει τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Από την εκτίμηση των εγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν μετ’επικλήσεως, προς άμεση απόδειξη και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων,  χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, και τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 § § 3 και 4 του ΚΠολΔ), χωρίς αντιθέτως να ληφθούν υπόψη οι επικαλούμενες από τον εκκαλούντα υπ’αριθμ. ……. και …../9-11-2017 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων …… και .. ……., αντίστοιχα, καθώς, η μεν δεύτερη δεν προσκομίζεται, ενώ αναφορικά με την πρώτη, στη σχετική από 2-11-2017 κλήση του εναγομένου δεν αναγράφεται το επάγγελμα του μάρτυρος, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ληφθεί υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικού τεκμηρίου (άρθρα 422 § 1 και 424 του ΚΠολΔ, όπως επαναφέρθηκαν με το άρθρο δεύτερο του ν.4335/2015), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης : Oι διάδικοι γνωρίστηκαν τον Οκτώβριο του έτους 2013 και δημιούργησαν συναισθηματική σχέση, όντας αμφότεροι παντρεμένοι αλλά συμβιώνοντας τυπικά με τους συζύγους τους και κάποια στιγμή αποφάσισαν να έχουν κοινό βίο. Η σχέση τους τελικώς διεκόπη διόμισυ έτη αργότερα, με πρωτοβουλία της πρώτης ενάγουσας.  Οι λόγοι που την οδήγησαν στην απόφαση αυτή, για τους οποίους άλλωστε οι εκδοχές των διαδίκων διαφοροποιούνται πλήρως, δεν ενδιαφέρουν εν προκειμένω. Γεγονός αναμφισβήτητο, ωστόσο, και ταυτόχρονα κρίσιμο αποτελεί η άρνηση του εναγομένου να αποδεχθεί την απόφασή της αυτή, αφού και ο ίδιος στο δικόγραφο της έφεσής του κάνει λόγο για προσπάθεια εκ μέρους του να την μεταπείσει να συνεχίσουν, ενώ και στην από 9-5-2017 έγκληση που υπέβαλε εναντίον αυτής και του εν διαστάσει συζύγου της, αναφέρει χαρακτηριστικά επί λέξει ότι «διεκδίκησε τη γυναίκα που αγάπησε». Επανασύνδεσή τους και δη τον Δεκέμβριο του έτους 2016, όπως αυτός ισχυρίζεται, δεν αποδεικνύεται, αφού την ίδια εποχή η πρώτη ενάγουσα είχε απευθυνθεί στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά, για τέλεση κατ’έγκληση διωκόμενων αδικημάτων σε βάρος της και είχε λάβει σχετική εισαγγελική παραγγελία με ημερομηνία 29-11-2016, την οποία και προσκόμισε στο Α.Τ Νικαίας, όπου κλήθηκε ο εναγόμενος την ίδια ημέρα και του έγιναν συστάσεις.

Η πρώτη ενάγουσα ισχυρίζεται, επίσης,  με το δικόγραφο της αγωγής αλλά και της από 21-2-2017 αίτησης ασφαλιστικών μέτρων που κατέθεσε σε βάρος του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ότι ο εναγόμενος την προσέγγιζε επανειλημμένως όταν αυτή εξερχόταν της οικίας της είτε στον χώρο εργασίας της σε συνοικιακό αρτοπωλείο, την απειλούσε για τη ζωή των παιδιών της και την προειδοποιούσε ότι θα αποκαλύψει στον σύζυγο, τα παιδιά της και σε όλους τους φίλους και συγγενείς της τον ερωτικό τους δεσμό, ενώ δεχόταν καθημερινά ενοχλητικά τηλεφωνήματά του. Επίσης, αναφέρει συγκεκριμένα περιστατικά που φέρονται να έλαβαν χώρα την 1-12-2016 (βίαιη απώθησή της εντός του αυτοκινήτου της, για να της μιλήσει, χτυπήματα στο αυτοκίνητό της και απειλές ότι αν δεν επανασυνδεθούν, θα κάνει κακό στα παιδιά της και θα την συκοφαντήσει σε όλους τους γνωστούς της), στις 6-12-2016 (παρακολούθησή της για πολλοστή φορά από την εργασία στην οικία της, οπότε εξαντλήθηκε η υπομονή της και κατευθύνθηκε προς το Α.Τ Νικαίας), στις 25-1-2017 (παρακολούθησή της μέχρι την καφετέρια που βρισκόταν με μια φίλη της και έναν θαμώνα του μαγαζιού, τον οποίο φωτογράφιζε), στις 8-2-2017 (κατά την έξοδό της από την ψυχολόγο που επισκεπτόταν φώναζε και ζητούσε να μάθει το τηλέφωνο της ιατρού, χτυπώντας με τα χέρια του το αυτοκίνητο), στις 11-2-2017 (συνάντησή τους, παρουσία και της εν διαστάσει συζύγου του, κατόπιν παράκλησης αυτής για να αντιληφθεί τι συμβαίνει, σε κατάστημα στο ….., όπου εκείνος της δήλωσε επίμονα ότι επιθυμεί να την συναντά και, στη σχετική άρνησή της, για οποιαδήποτε επικοινωνία τους, άρχισε να χτυπά το τραπέζι και την απείλησε εκ νέου για τα παιδιά της), στις 18-2-2017 (λήψη διαδοχικά δύο γραπτών μηνυμάτων στο κινητό της τηλέφωνο, αρχικά ότι θα δώσει τέλος στη ζωή του και ακολούθως ότι τον είχε παραλάβει η αστυνομία και βρισκόταν στο Α.Τ Κορυδαλλού, όταν και δέχθηκε κλήση από την αξιωματικό υπηρεσίας του άνω Α.Τ, διότι ο ίδιος είχε αναφέρει το όνομά της ως αιτία της απόπειρας αυτοκτονίας του, με αποτέλεσμα να μεταβεί εκεί και να δώσει κάποια στοιχεία για την προσωπικότητά της). Διατείνεται, επίσης, ότι και μετά το τελευταίο αυτό επεισόδιο δέχεται καταιγισμό μηνυμάτων και τηλεφωνικών κλήσεων στο σταθερό και κινητό της τηλέφωνο, καθ’όλη τη διάρκεια της νύχτας, που της προξενούν μεγάλη αναστάτωση.

Συναφώς προς τους ισχυρισμούς της αυτούς, αποδείχθηκε ότι στις 16-12-2016 μετά από φραστικό επεισόδιο μεταξύ των διαδίκων επί της οδού …….. στη Νίκαια, αυτοί πράγματι κατέληξαν στο άνω αστυνομικό τμήμα, όπου τους έγιναν οι δέουσες συστάσεις. Εκεί, κατά τα διαλαμβανόμενα στο αντίγραφο του οικείου Βιβλίου Συμβάντων, ο εναγόμενος επιτέθηκε φραστικά στους επιληφθέντες αστυνομικούς, παρενοχλώντας τους στην άσκηση των καθηκόντων τους και εκφράζοντας υπόνοιες χρηματισμού τους από την πρώτη ενάγουσα, ενώ φέρεται ότι βρισκόταν σε μεγάλη σύγχυση και κρατήθηκε επί δίωρο προκειμένου να ηρεμήσει. Το αντικειμενικό αυτό γεγονός συνάδει με τον προδιαληφθέντα αγωγικό ισχυρισμό της πρώτης ενάγουσας περί παρακολούθησής της, και είναι χαρακτηριστικό ότι ο εναγόμενος, το αρνείται μεν, διατεινόμενος στο δικόγραφο της έφεσής του ότι ο ίδιος με δική του βούληση μετέβη εκεί, χωρίς όμως να δίνει κάποια εξήγηση για την ενέργειά του αυτή και αποσυνδέοντάς την από τυχόν περιστατικά που είχαν προηγηθεί, όπως η κοινή λογική επιτάσσει. Επίσης, ο εναγόμενος δικαιολογεί την προσπάθειά του να θέσει τέλος στη ζωή του, επικαλούμενος τη συναισθηματική φόρτιση που του προκάλεσε ένα άκρως απαξιωτικό και προσβλητικό γραπτό μήνυμα που έλαβε από τον εν διαστάσει σύζυγο της πρώτης ενάγουσας, με το οποίο αυτός, σε συνέχεια μάλιστα, όπως διατείνεται, αλλεπάλληλων προσβολών και απειλών του, που είχαν προηγηθεί, τον χαρακτήριζε ως ψυχοπαθή και αποτυχημένο, αναξιοπρεπή και αφελή ενώ του απηύθυνε και απειλές για τη σύζυγο και τα τέσσερα τέκνα του. Είναι πάντως γεγονός ότι το περιστατικό της εκδήλωσης τέτοιας πρόθεσης εκ μέρους του εναγομένου έλαβε πράγματι χώρα, όπως ήδη προεκτέθηκε, συναφώς επιλήφθηκαν αστυνομικοί του Α.Τ Κορυδαλλού και ο ίδιος οδηγήθηκε στο Ψυχιατρικό Τμήμα του νοσοκομείου «Γ.Γεννηματάς», όπου παρέμεινε επί τριήμερον και του παρασχέθηκε ψυχολογική υποστήριξη από ιατρούς και την ψυχολόγο του Τμήματος, χωρίς να χρειαστεί να λάβει φαρμακευτική αγωγή, με τη σύσταση για ψυχοθεραπεία με τη σύζυγό του, προς την οποία και συμμορφώθηκε τουλάχιστον μέχρι τις 8-5-2017 (σχετ. η υπ’αριθμ. πρωτ. ……/8-5-2017 ιατρική γνωμάτευση της Διευθύντριας του άνω Τμήματος, …………). Επίσης, μετά το περιστατικό της νοσηλείας του εναγομένου, η πρώτη ενάγουσα στις 22-2-2017 κατέθεσε, όπως προεκτέθηκε,  αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, διαλαμβάνοντας σε αυτήν λεπτομερώς όσα προαναφέρθηκαν και επαναλαμβάνονται στο αγωγικό δικόγραφο, με όμοια αιτήματα. Επ’αυτής, εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, η υπ’αριθμ. 922/2017 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία, αφού πιθανολογήθηκαν τα επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά, υποχρεώθηκε προσωρινά ο εναγόμενος να μην προσεγγίζει την πρώτη ενάγουσα σε απόσταση μικρότερη των 50 μέτρων, να μην επικοινωνεί μαζί της και με τα παιδιά της με οποιοδήποτε τρόπο, και να απέχει από έργω και λόγω εξυβρίσεις και απειλές, καθ’οιονδήποτε τρόπο και μέσο, και γενικά από κάθε υβριστική, απαξιωτική ή απειλητική και μη νόμιμη συμπεριφορά εναντίον της ιδίας και των παιδιών της. Η απόφαση αυτή του επιδόθηκε στις 29-6-2017 (σχετ. η υπ’αριθμ. …..΄/29-6-2017 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς, ………….) και έκτοτε αυτός δεν ξαναενόχλησε την πρώτη ενάγουσα. Στο χρονικό, όμως, διάστημα μεταξύ της κατάθεσης της αίτησης, κατά την οποία χορηγήθηκε στην πρώτη ενάγουσα προσωρινή διαταγή, που κοινοποιήθηκε στον εναγόμενο (σχετ. η υπ’αριθμ. ……./22-2-2017 έκθεση επιδόσεως του ως άνω δικαστικού επιμελητή),  και της έκδοσης της απόφασης, και συγκεκριμένα στις 13-4-2017, η πρώτη ενάγουσα προσέφυγε στο Α.Τ Νίκαιας, καταγγέλλοντας ότι  ο εναγόμενος, δύο ώρες πριν την ίδια ημέρα, την είχε απειλήσει, παραβιάζοντας έτσι την προσωρινή διαταγή.

Από όλα όσα προεκτέθηκαν, συνάγεται, ότι οι ισχυρισμοί της πρώτης  ενάγουσας, που συνδέονται με αντικειμενικά γεγονότα και ενέργειές της, ανταποκρίνονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου στην πραγματικότητα, με βάση και τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής. Υπό τα δεδομένα, επομένως, αυτά, ο εναγόμενος προσέβαλε επανειλημμένα την προσωπικότητά της, αφού εμπόδισε την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς της (απόλαυση οικογενειακής ζωής, κίνηση και κοινωνική δραστηριότητα, υπό συνθήκες ηρεμίας και συναισθηματικής ασφάλειας), επιδεικνύοντας ακραία συμπεριφορά, με αποκορύφωμα την απόπειρα να θέσει τέλος στη ζωή του, η οποία ανεξάρτητα από τους ισχυρισμούς του, συνδεόταν άμεσα με τη συναισθηματική του εξάρτηση από την πρώτη ενάγουσα. Έτσι, είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να επαναλάβει τέτοιες προσβολές της και στο μέλλον. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, καταλήγοντας στην ίδια κρίση, αν και με ελλιπή αιτιολογία, που συμπληρώνεται από την αιτιολογία της παρούσας (ΕφΘεσ 2754/2017, ΕφΠειρ 194/2015, (ΕφΑθ (Μον) 407/2018   αδημ. ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), και υποχρεώνοντας τον εναγόμενο να παραλείπει στο μέλλον για χρονικό διάστημα δέκα (10) ετών από την επίδοση της αγωγής να προσβάλλει την προσωπικότητά της, παραλείποντας ειδικότερα : α) να την προσεγγίζει σε απόσταση μικρότερη των 50 μέτρων, β) να επικοινωνεί μαζί της καθ’οιονδήποτε τρόπο, προφορικό ή γραπτό, δια ζώσης, μέσω τηλεφώνου ή διαδικτύου και γ) να απευθύνει εναντίον της απειλές, ύβρεις και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, με την απειλή σε βάρος χρηματικής ποινής ύψους πεντακοσίων ευρώ και προσωπικής κράτησης δύο μηνών για κάθε παράβαση της απόφασης, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και πρέπει ο πρώτος λόγος της έφεσης, με τον οποίο ο εκκαλών παραπονείται για πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Κατ’ακολουθίαν όσων προεκτέθηκαν, και μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης προς έρευνα, πρέπει ν’απορριφθεί η κρινόμενη έφεση στο σύνολό της,  να διαταχθεί, κατ’αρθρο 495 § 3 εδ ε΄ του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο τρίτο του ν.4335/2015, η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ, που καταβλήθηκε από τον εκκαλούντα κατά την άσκησή της  και να επιβληθούν σε βάρος του τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό  (106, 176, 183 και 191 § 2 του ΚΠολΔ, 63 § 2, 166 και παράρτημα Ι Β του ν.4194/2013).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 1 -7-2018 (υπ’αριθμ. εκθ. καταθ. ………/2018) έφεση του εναγομένου, κατά της υπ’αριθμ. 1485/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ αυτήν τυπικά  και την απορρίπτει κατ’ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου, ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ, που κατέθεσε ο εκκαλών κατά την άσκηση της εφέσεως.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των  τετρακοσίων πενήντα (450) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις   26 Αυγούστου 2019.

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Και αντ΄ αυτής,

λόγω  λήξεως της

απόσπασής της

και αναχωρήσεώς της,

ο αρχαιότερος της

συνθέσεως Εφέτης,

Ιωάννης Αποστολόπουλος.

 

 

 

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, στις   18 Σεπτεμβρίου 2019, με άλλη σύνθεση,  λόγω λήξεως της αποσπάσεώς της και αναχωρήσεως, της Προέδρου Εφετών, Ελένης Κούφη, αποτελουμένη από τους Δικαστές,  Ιωάννη Αποστολόπουλο, Προεδρεύοντα Εφέτη, Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά και Ιωάννη Γερωνυμάκη, Εφέτες, και με Γραμματέα τη Γεωργία Λογοθέτη, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΕΦΕΤΗΣ