Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 538/2019

Αριθμός   538 /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από το Δικαστή, Αθανάσιο Θεοφάνη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Τ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

  1. Η από 26.10.2018 (γεν. αριθμ. καταθ. …../29.10.2018, ειδ. αριθμ. καταθ. …../29.10.2018) έφεση κατά του ενάγοντος και της υπ΄ αριθμ. 3434/2018 οριστικής αποφάσεως του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία, ερήμην των εναγομένων και κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, κρίθηκε η από 23.10.2014 (γεν. αριθμ. καταθ. …../23.10.2014, ειδ. αριθμ. καταθ. …../23.10.2014) αγωγή και έγινε δεκτή εν μέρει, ασκήθηκε, σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους και εμπρόθεσμα, εφόσον, από τα σχετικά της δικογραφίας έγγραφα δεν προκύπτει ότι χώρησε επίδοση αυτής (εκκαλούμενης αποφάσεως) εκ μέρους κάποιου από τα διάδικα μέρη. Ασκήθηκε δηλαδή σύμφωνα με τις προβλέψεις των άρθρων 495§§1, 2, 3 εδάφ. τελευτ., 496, 499,500, 511, 513§1 στοιχ. β΄ εδάφ. α΄, 516§1, 517, 518§2, 520§1, 591§1 εδάφ. α΄, 614 αριθμ. 3 Κ.Πολ.Δ. και 9§2 ν. 4335/2015. Επομένως,  πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και, εφόσον διατυπώνονται αιτιάσεις και  για κακή εκτίμηση του συνόλου του αποδεικτικού υλικού, να εξαφανιστεί στο σύνολό της η εκκαλούμενη απόφαση (άρθρα 528, 591§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ.) να ακολουθήσει δε ο εξ υπαρχής έλεγχος της αγωγής.
  2. Στην από 23.10.2014 αγωγή του που απευθύνθηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα) ο ενάγων (……….) ισχυρίστηκε [κατά το ενδιαφέρον μέρος αυτής (αγωγής)] ότι στον Πειραιά Αττικής, στις 27.09.2013, όντας σπουδαστής της Ακαδημίας Εμπορικού Ναυτικού Ασπροπύργου, κατήρτισε προκαταρκτική σύμβαση ναυτικής εργασίας με την δεύτερη εναγόμενη («………….»), διαχειρίστρια του Φ/Γ πλοίου, με το όνομα «Η», πλοιοκτησίας της πρώτης εναγόμενης («……….»), και πλοίαρχο τον τρίτο εναγόμενο (………..), με την ειδικότητα του εκπαιδευόμενου σπουδαστή καταστρώματος, με σκοπό να εκπληρώσει την εκπαιδευτική του υποχρέωση, η οποία απαιτούσε, κάθε σπουδαστής της δικής του ειδικότητας, να πραγματοποιήσει δύο ναυτικά ταξίδια, διάρκειας 5 – 6 μηνών, για λόγους πρακτικής εξασκήσεως. Ότι ναυτολογήθηκε στο πλοίο στις 03.10.2013 σε λιμάνι της Μαλαισίας και ταξίδεψε με αυτό στην Ταϊβάν (λιμάνι Tai – Chung), στο οποίο το πλοίο έπρεπε να φορτώσει και να εκφορτώσει. Ότι, κατά τις εργασίες προετοιμασίας των ανωτέρω διαδικασιών και ενώ εκτελούσε καθήκοντα στο κατάστρωμα του πλοίου, υπό την επίβλεψη του υποπλοίαρχου και του ναύκληρου του πλοίου, ανατέθηκε σε αυτόν (ενάγοντα) και σε ένα έμπειρο ναύτη να προετοιμάσουν την καμπίνα ενός γερανού του πλοίου ώστε να εισέλθει σε αυτή και να εργαστεί ο χειριστής του. Ότι υπό καθεστώς έντονου κυματισμού, λόγω των πνεόντων ανέμων, ανήλθαν με τον ναύτη, με την κλίμακα του γερανού, στο ύψος της καμπίνας του χειριστή, ο ναύτης άνοιξε το σιδερένιο κάλυμμα της ανθρωποθυρίδας, αλλά εκείνη την στιγμή επεσυνέβη πλάγια μετακίνηση του πλοίου που δημιούργησε τις προϋποθέσεις για πτώση του στο κατάστρωμα από ύψος δέκα μέτρων, ενόψει και του γεγονότος ότι, λόγω πλημμελούς συντηρήσεως του γερανού, υπήρχαν διασκορπισμένα μηχανέλαια που καθιστούσαν ολισθηρές της βαθμίδες της κλίμακας. Ότι ενστικτωδώς προσπάθησε να κρατηθεί από μια πλευρά της ανθρωποθυρίδας πλην όμως το κάλυμμά της έπεσε και κτύπησε το αριστερό του χέρι, στην ονυχοφόρο φάλαγγα του μικρού δακτύλου. Ότι το ανωτέρω περιστατικό έλαβε χώρα απόντων του υποπλοίαρχου και του ναύκληρου, από τους οποίους ο πρώτος είχε ανεπιτρέπτως αποχωρήσει για να αναπαυτεί και ο δεύτερος απασχολιόταν με την επίβλεψη άλλων εργασιών στο κατάστρωμα του πλοίου. Ότι ανακοίνωσε τον τραυματισμό του στον υποπλοίαρχο του πλοίου, εξήλθε του πλοίου, εξετάστηκε από γιατρό, αποκλείστηκε η δυνατότητα συρραφής του τραύματός του και, εν τέλει, άλλος γιατρός (πλαστικός χειρουργός) προέβη σε ακρωτηριασμό της ως άνω φάλαγγας. Ότι, αν και ο πλοίαρχος του πλοίου κράτησε αρνητική στάση, αυτός (ενάγων) ζήτησε τον επαναπατρισμό του, ο οποίος πραγματοποιήθηκε μετά τις 28.10.2013. Ότι έλαβε ιατρικές φροντίδες και κρίθηκε αρμοδίως ανάπηρος σε ποσοστό 5%. Ότι το επισυμβάν ναυτεργατικό ατύχημα οφείλεται σε μη τήρηση κανόνων που είναι θεσπισμένοι ειδικώς για την ασφάλεια των ναυτικών και περιλαμβάνονται στο β. δ. 806/1970 και στο π. δ. 1349/1981. Ζήτησε δε να γίνει δεκτή η αγωγή του, να υποχρεωθούν τα εναγόμενα πρόσωπα εις ολόκληρον να του καταβάλουν νομιμοτόκως συνολικά ποσό 11.465,08€ για την αποκατάσταση ζημιών τις οποίες υπέστη κατά τις αγωγικές διακρίσεις, ποσό 20.000,00€ ως χρηματική του ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης την οποία υπέστη και ποσό 2.473,55€ για μισθούς ασθενείας, άλλως, στην περίπτωση δηλαδή που ήθελε κριθεί ότι δεν συντρέχουν οι εξιστορούμενες προϋποθέσεις ευθύνης των εναγόμενων προσώπων, να υποχρεωθούν τα αυτά πρόσωπα να του καταβάλουν εις ολόκληρον ποσό 1.236,78€ με νόμιμο έρεισμα τις διατάξεις του ν. 551/1915. Ζήτησε, τέλος, να υποχρεωθούν τα εναγόμενα πρόσωπα να του καταβάλουν τα δικαστικά του έξοδα.
  3. Tο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του έκρινε ότι έχει υλική, τοπική και λειτουργική αρμοδιότητα για να εκδικάσει την ως άνω έχουσα αγωγή κατά την προαναφερόμενη ειδική διαδικασία, ακολούθως έκρινε αυτή νόμιμη ως προς την κύρια αυτής νομική βάση και υποχρέωσε τους εναγόμενους να καταβάλουν εις ολόκληρον στον ενάγοντα νομιμοτόκως ποσό 10.000,00€ για την χρηματική ικανοποίηση αυτού λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη, ποσό 2.473,54€ ως αποζημίωση για την αποστέρηση των αποδοχών του για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο παρέμεινε ανίκανος προς εργασία, ποσό 9.058,88€ ως αποζημίωση λόγω της λύσεως της συμβάσεως ναυτικής εργασίας του εξαιτίας του ένδικου ατυχήματος και ποσό 726,20€ ως αποζημίωση για τις ιατρικές δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε ενώ επέβαλε τα δικαστικά έξοδα, ποσού 800,00€, εις βάρος των εναγομένων.
  4. Τα μερικώς ηττηθέντα εναγόμενα πρόσωπα με την από 26.10.2018 έφεσή τους, που διαρθρώνεται σε τέσσερις λόγους εφέσεως, παραπονούνται κατά της αποφάσεως του πρωτόδικου Δικαστηρίου που έκρινε ως ανωτέρω αιτιώμενοι αυτό (πρωτοβάθμιο Δικαστήριο) για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου όπως και για κακή εκτίμηση του εισφερθέντος κατά την αποδεικτική διαδικασία υλικού. Ζητούν δε την τυπική και κατ΄ ουσίαν παραδοχή της εφέσεώς τους, την εξαφάνιση της εκκαλούμενης αποφάσεως, την διακράτηση της υποθέσεως από το Δικαστήριο τούτο, την αναδίκαση της αγωγής, την απόρριψη αυτής και την επιβολή των δικαστικών εξόδων εις βάρος ενάγοντος.
  • Κατά την έννοια του άρθρου 1 ν. 551/1915, όπως τροποποιήθηκε με το από 24.7/25.8.1920 β. δ. «περί κωδικοποιήσεως των νόμων περί ευθύνης προς αποζημίωση των εξ ατυχήματος εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων», που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του Α.Κ., κατ΄ άρθρον 38 Εισ.Ν.Α.Κ. , ισχύει δε και επί ναυτικής εργασίας, κατά τα άρθρα 2 του ίδιου νόμου και 66 περίπτ. β΄ του κυρωθέντος με τον ν. 3816/1958 Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου (Κ.Ι.Ν.Δ.), ως ατύχημα από βίαιο συμβάν που επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας του ή εξ αφορμής αυτής σε ναυτικό και θεμελιώνει αξίωση αποζημιώσεως θεωρείται κάθε βλάβη που είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, μη αναγομένου αποκλειστικά σε οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος, που δεν θα υπήρχε χωρίς την εργασία και την εκτέλεσή της κάτω από τις δεδομένες περιστάσεις (Ολ.Α.Π. 1287/1986 ΝοΒ 35.160, Α.Π. 1616/2003 ΕλλΔνη 45.767). Εξάλλου, από τις διατάξεις του άρθρου 16 ν. 551/1915 προκύπτει ότι ο παθών από εργατικό ατύχημα έχει δικαίωμα να ασκήσει την αγωγή του κοινού δικαίου και να ζητήσει, σύμφωνα με τα άρθρα 297, 298 και 914 Α.Κ., πλήρη αποζημίωση, μόνον όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν έλαβε χώρα , σε εργασία ή επιχείρηση, στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφάλειας των εργαζομένων, βρίσκεται δε σε αιτιώδη συνάφεια με τη μη τήρηση των διατάξεων αυτών, διαφορετικά, εάν δηλαδή δεν συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις αυτές, μπορεί να ασκήσει μόνο την αγωγή από τον ν. 551/1915. Τέτοιες διατάξεις είναι εκείνες, οι οποίες ειδικά προβλέπουν τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων και ειδικότερα προσδιορίζουν τους όρους που πρέπει να τηρηθούν, μνημονεύοντας συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη αυτής (ασφαλείας των εργαζομένων). Δεν αρκεί δηλαδή ότι το ατύχημα επήλθε από την μη τήρηση όρων, οι οποίοι επιβάλλονται από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση προνοίας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, χωρίς να προβλέπονται από ειδική διάταξη νόμου (Ολ.Α.Π. 26/1995 ΕλλΔνη 37.38, Α.Π. 274/2000 ΕλλΔνη 39.105) όπως αυτές του π. δ. 70/1990 (Α.Π. 1238/2018 δημοσιευμένη στην τ.ν.π. Νόμος, 1509/2011 δημοσιευμένη στην τ.ν.π. Νόμος, 2014/2007 δημοσιευμένη στην τ.ν.π. Νόμος ) όχι όμως της Συμβάσεως ναυτικής Εργασίας, 2006 της Διεθνούς Οργανώσεως Εργασίας, που κυρώθηκε με τον ν. 4078/2012 (Μον.Ε.Π. 102/2015 δημοσιευμένη στην τ.ν.π. Δ.Σ.Α. ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ). Σε κάθε, όμως, περίπτωση, δηλαδή και όταν ακόμη ο εργοδότης απαλλάσσεται από την υποχρέωση για αποζημίωση, ο παθών από εργατικό ατύχημα διατηρεί την αξίωση για χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης, κατά του εργοδότη, εφόσον το ατύχημα οφείλεται σε πταίσμα (δόλο ή αμέλεια οποιασδήποτε μορφής) αυτού ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, που κρίνεται κατά το κοινό δίκαιο (άρθρα 914, 922, 932 Α.Κ.), μη απαιτουμένης της συνδρομής του ειδικού πταίσματος της μη τηρήσεως επιβαλλομένων όρων ασφαλείας (Ολ.Α.Π. 1117/1986 ΝοΒ 35. 891, Α.Π. 1438/2002 ΕλλΔνη 45. 716), ενώ η αντικειμενική ευθύνη του εργοδότη κατά τον ν. 551/1915 δεν επεκτείνεται και στην χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης, καθόσον γι΄ αυτή απαιτείται υπαιτιότητα (Α.Π. 274/2000 οπ. π.). Είναι βέβαια δυνατή η σώρευση στο ίδιο δικόγραφο αγωγής, εφόσον συνέτρεξαν οι προϋποθέσεις για την γένεση καθεμίας, τόσο της αξιώσεως για επιδίκαση  αποζημιώσεως του  ν. 551/1915, όσο και της αξιώσεως χρηματικής ικανοποιήσεως για την ηθική βλάβη που υπέστη ο παθών από εργατικό ατύχημα, κατά της οποίας (αξιώσεως για χρηματική ικανοποίηση) νόμιμα αντιτάσσεται και λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό της και το συντρέχον πταίσμα του παθόντος κατ΄ άρθρο 300 Α.Κ., καθόσον η διάταξη του άρθρου 16§4 ν. 551/1915 που ορίζει ότι επί εργατικού ατυχήματος το συντρέχον πταίσμα του παθόντος αντιτάσσεται νόμιμα μόνον αν αφορά παραβίαση όρων και διατάξεων ή κανονισμών που θέτουν όρους ασφαλείας στην εργασία, αναφέρεται στην επιδίκαση αποζημιώσεως για περιουσιακή ζημία και όχι χρηματικής ικανοποιήσεως για ηθική βλάβη (Α.Π. 1438/2002 οπ. π.,  1373/2002 ΕλλΔνη 44. 420). Σε περίπτωση λοιπόν ναυτεργατικού ατυχήματος ο παθών έχει το επιλεκτικό δικαίωμα να αξιώσει έναντι του κυρίου της επιχειρήσεως είτε την περιορισμένη κατ΄ αποκοπή αποζημίωση του άρθρου 3 ν. 551/1915 είτε την πλήρη αποζημίωση του κοινού δικαίου κατά τα άρθρα 297, 298, 914,922,928-932 Α.Κ., εφόσον, όμως, στην δεύτερη περίπτωση, το ατύχημα οφείλεται στην μη τήρηση των διατάξεων ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων και κανονισμών περί ειδικών όρων ασφαλείας των εργαζομένων ή σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του. Συνεπώς, ο παθών έχει επιλεκτικό δικαίωμα να ασκήσει την μία ή την άλλη αξίωση, οι αξιώσεις δηλαδή αυτές συρρέουν διαζευκτικά, με την έννοια ότι σε περίπτωση επιλογής της μίας από αυτές τις αξιώσεις αποζημιώσεως (κοινού δικαίου ή  ν. 551/1915) αποκλείεται να ζητήσει ο δικαιούχος ταυτόχρονα ή διαδοχικά την άλλη, κατ΄ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 306 Α.Κ., που αφορά τη διαζευκτική ενοχή, χωρίς, όμως, να αποκλείεται η επικουρική άσκηση της μίας σε σχέση με την άλλη, που ασκείται κυρίως (Α.Π. 1132/1997 ΕλλΔνη 40.621,  600/1996 ΕλλΔνη 40.117, Μον.Ε.Π. 360/2017 δημοσιευμένη στην τ.ν.π. Νόμος). Η επιλογή αυτή, που μπορεί να γίνει και με την άσκηση της σχετικής αγωγής, είναι μονομερής, απευθυντέα, διαπλαστική δικαιοπραξία, ανεπίδεκτη αιρέσεως και προθεσμίας, ενώ είναι και αμετάκλητη, αφότου δηλαδή περιέλθει στο άλλο μέρος δεν μπορεί να ανακληθεί μονομερώς από τον δικαιούχο και επιφέρει την ανάλωση των λοιπών αξιώσεων που συρρέουν διαζευκτικά (Ε.Π. 281/2011 ΕΝΔ 2011.304 = δημοσιευμένη στην τ.ν.π. Νόμος).  Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 84 εδάφ. β΄, 86, 105, 106  Κ.Ι.Ν.Δ., 914 και 922 ΑΚ προκύπτει ότι ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής (προστήσας) ευθύνονται για τις αδικοπραξίες που διέπραξε ο πλοίαρχος ή το πλήρωμα (προστηθέντες) κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας που τους έχει ανατεθεί, όταν η αδικοπραξία βρίσκεται σε εσωτερική αιτιώδη σχέση με αυτήν (Α.Π. 776/2010 δημοσιευμένη στην τ.ν.π. Νόμος = ΕΝΔ 2011.314 = Ε7 2012.373 = ΕφΑΔ 2012.531 όπου και παρατηρήσεις Β. Σταματόπουλου σ.534).
  1. Με τον πρώτο λόγο της από 26.10.2018 εφέσεως τα εκκαλούντα πρόσωπα παραπονούνται για την κρίση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία το ένδικο ατύχημα οφείλεται σε παράβαση εκ μέρους υπευθύνων του πλοίου (πλοιάρχου, υποπλοιάρχου και ναυκλήρου) διατάξεων οι οποίες ειδικά προβλέπουν τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων και ειδικότερα προσδιορίζουν τους όρους που πρέπει να τηρηθούν, μνημονεύοντας συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη αυτής (ασφαλείας των εργαζομένων) ως τέτοιες δε μνημόνευσε τις διατάξεις των άρθρων 662 Α.Κ. και 50 β. δ. 806/1970. Όμως, σύμφωνα με όσα σημειώθηκαν ανωτέρω υπό στοιχείο V οι προαναφερόμενες διατάξεις δεν ανήκουν στην κατηγορία εκείνων που προβλέπουν όρους ασφαλείας των εργαζομένων σε πλοία και ειδικότερα δεν προσδιορίζουν τους όρους που πρέπει να τηρηθούν, μνημονεύοντας συγκεκριμένα, μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη αυτής.
  2. Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα …………, που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και της οποίας η κατάθεση περιέχεται στην έκθεση απομαγνητοφωνημένων πρακτικών της συζητήσεως, και από το σύνολο, όλων ανεξαιρέτως, των εγγράφων, τα οποία προσκομίζονται με νόμιμη επίκληση, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά τα ασκούντα ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Ο ενάγων, σπουδαστής της Ακαδημίας Εμπορικού Ναυτικού Ασπροπύργου, αφού ολοκλήρωσε τα μαθήματα τα γ΄ εξαμήνου των σπουδών του, είχε, από το πρόγραμμα σπουδών της Σχολής, την υποχρέωση να πραγματοποιήσει εκπαιδευτικό ταξίδι, διάρκειας 5 – 6 μηνών, με πλοίο χωρητικότητας άνω των 500 κ.ο.χ. που θα πραγματοποιούσε μη τοπικούς πλόες. Στο πλαίσιο της έρευνάς του για κατάλληλο πλοίο ήρθε σε επαφή με την δεύτερη εναγόμενη, διαχειρίστρια του κατωτέρω αναφερόμενου Φ/Γ πλοίου, με Ελληνική σημαία, και κατήρτισε με αυτή, στον Πειραιά Αττικής, την από 27.09.2013 προκαταρκτική σύμβαση ναυτικής εργασίας δυνάμει της οποίας θα εναυτολογείτο στο πλοίο, με το όνομα «Η», πλοιοκτησίας της πρώτης εναγόμενης, νηολογίου Πειραιώς, κ.ο.χ. 25725, κ.κ.χ. 14472, Ι.Μ.Ο. …., Δ.Δ.Σ. ….., για χρονικό διάστημα έξι μηνών, με μηνιαίο μισθό 1.649,03€, με την ειδικότητα του δόκιμου καταστρώματος. Σε εκτέλεση της εν λόγω συμβάσεως ο ενάγων ναυτολογήθηκε στο πλοίο στο λιμάνι Pasir Gudang της Μαλαισίας, στις 03.10.2013, και άρχισε να υπηρετεί σε αυτό. Περαιτέρω, από τα προμνημονευθέντα αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι, στις 25.10.2013, το πλοίο «έπιασε» στο λιμάνι Tarahan – Tai – Chung της Ταϊβάν και προσδέθηκε με την βοήθεια Ρ/Κ ενόψει του ότι ο καιρός ήταν νεφοσκεπής και έπνεαν άνεμοι ισχυροί – θυελλώδεις – τρικυμιώδεις. Αφού το πλοίο έδεσε ασφαλώς, άρχισαν εργασίες στο κατάστρωμα αυτού με σκοπό να ακολουθήσει η εκφόρτωσή του με ίδιους γερανούς, αλλά με προσωπικό του λιμανιού. Την χρονική αυτή στιγμή δόθηκε από τον ναύκληρο του πλοίου εντολή στον ενάγοντα και σε ένα άλλο έμπειρο ναύτη να ανοίξουν την ανθρωποθυρίδα μέσω της οποίας μπορούσε κάποιος να μπει στην καμπίνα ενός γερανού ώστε αυτή να αεριστεί και να υποδεχθεί τον χειριστή του γερανού. Οι προαναφερόμενοι ανέβηκαν από προστατευόμενη, για την περίπτωση πτώσεως, κλίμακα και ο ναύτης άνοιξε την ανθρωποθυρίδα πλην όμως, λόγω του ότι έπνεε μεγάλης εντάσεως άνεμος, το πλοίο κινήθηκε πλευρικά με αποτέλεσμα ο ενάγων να αναγκαστεί να κρατηθεί από σταθερό σημείο για να αποφύγει την περίπτωση πτώσεως ή, μάλλον, την περίπτωση να βρεθεί σε ασταθή θέση. Έτσι, επέλεξε να πιαστεί από σταθερό σημείο της ανθρωποθυρίδας πλην όμως, επειδή ο ναύτης δεν είχε προλάβει να ασφαλίσει  το κάλυμμά της, αυτό έπεσε και τραυμάτισε τον ενάγοντα στο μικρό δάκτυλο του αριστερού χεριού του. Το εν λόγω περιστατικό συνιστά αναμφίβολα ναυτεργατικό ατύχημα που όμως δεν υπήρξε αποτέλεσμα μη τηρήσεως κανόνων προορισμένων να διαφυλάσσουν την ασφάλεια των ναυτικών, αλλά οφείλεται σε τυχηρό περιστατικό. Ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι η αστάθειά του οφείλεται στην ύπαρξη χυμένων μηχανελαίων λόγω κακής συντηρήσεως του γερανού δεν επιβεβαιώνεται από αποδεικτικό μέσο ενώ, εξάλλου, ο ίδιος ιστορεί στην αγωγή του ότι είχε χρησιμοποιήσει γάντια και ειδικά υποδήματα για να πραγματοποιήσει το ανατεθέν έργο, με αποτέλεσμα τα μέσα αυτά να εξουδετερώνουν τον κίνδυνο ολισθήσεως ή πτώσεως. Ομοίως, ο ισχυρισμός του ότι οι υποπλοίαρχος και ναύκληρος του πλοίου δεν ήσαν παρόντες στο σημείο του συμβάντος, όπως έπρεπε, είναι μεν βάσιμος, αλλά η έννοια της παρουσίας των ανωτέρω κατά τις εργασίες στο κατάστρωμα του πλοίου δεν σημαίνει διαρκή φυσική παρουσία αντιθέτως δε σημαίνει παροχή των ορθών εντολών, επιλογή των κατάλληλων μελών του πληρώματος για την εκτέλεση κάθε εργασίας και εφοδιασμό αυτών με τα προβλεπόμενα μέσα αυτοπροστασίας. Το περιστατικό αναφέρθηκε στον πλοίαρχο, ο ενάγων έλαβε αναλγητικά και εξήλθε του πλοίου για να επισκεφθεί ιατρό. Στην ξηρά ο ενάγων εξετάστηκε από ιατρό ο οποίος αρχικά επιχείρησε να του συρράψει το τραύμα πλην όμως, όταν διέγνωσε ότι η ενέργεια αυτή δεν ήταν η ενδεδειγμένη επιστημονικώς, τον παρέπεμψε σε ιατρό πλαστικό χειρουργό για ακρωτηριάσει την ονυχοφόρο φάλαγγα του μικρού δακτύλου του αριστερού χεριού το οποίο είχε υποστεί συνθλιπτικό κάταγμα, όπως και έγινε. Στον ενάγοντα συστήθηκε επανεξέταση σε τρεις ημέρες και χορηγήθηκε αναρρωτική άδεια δύο εβδομάδων στην λήξη των οποίων έπρεπε να κοπούν τα ράμματα. Μετά την επάνοδό του στο πλοίο, ο ενάγων ζήτησε να επαναπατριστεί, αν και οι ιατροί που επιλήφθηκαν του περιστατικού του δεν συνέστησαν κάτι τέτοιο, ο πλοίαρχος αντέδρασε πλην όμως η επιμονή του ενάγοντος τον εξανάγκασε να τον απολύσει στις 28.10.2013 σημειώνοντας στο ναυτικό του φυλλάδιο ότι η απόλυση έλαβε χώρα «… τη αιτήσει του ναυτικού εναντιομένου του πλοιάρχου.». Μετά την επάνοδό του στην Ελλάδα ο ενάγων επισκέφθηκε τον ιατρό ορθοπαιδικό χειρουργό ……….. ο οποίος έκρινε ότι το εναπομείναν κολόβωμα ήταν λειτουργικό και συνέστησε αναρρωτική άδεια διάρκειας είκοσι ημερών. Ακολούθως, ο ενάγων ζήτησε αξιολόγηση της αναπηρίας του από αρμόδιο κέντρο πιστοποιήσεως της αναπηρίας του και εκτιμήθηκε ότι αυτή ανέρχεται σε ποσοστό 5% για το χρονικό διάστημα από τις 13.12.2013 έως τις 31.12.2014, λόγω ακρωτηριασμού ονυχοφόρου φάλαγγος μικρού δακτύλου αριστεράς χειρός, ενώ μεταγενεστέρως κρίθηκε ότι το ποσοστό αναπηρίας ανέρχεται σε 15% για το χρονικό διάστημα από τις 27.07.2015 έως τις 31.07.2017, για τον λόγο ότι συνυπάρχουν αγχώδεις εκδηλώσεις. Ενόψει των ανωτέρω αποδεικνυομένων πραγματικών περιστατικών κρίνεται ότι ο ενάγων δεν δικαιούται να λάβει την πλήρη αποζημίωση την οποία προβλέπει το άρθρο 16§1 εδάφ. β΄ ν. 551/1915 ως επίσης δε δεν δικαιούται να λάβει αποζημίωση με την μορφή χρηματικής ικανοποιήσεως για τον λόγο ότι δεν τελέστηκε αδικοπραξία εις βάρος του από τα όργανα της πρώτης εναγόμενης ή τους προστηθέντες αυτής. Όμως δικαιούται να λάβει μισθό ασθένειας, σύμφωνα με την πρόβλεψη του άρθρου 66 Κ.Ι.Ν.Δ., ποσού 2.528,16€ (1.649,03€ μηνιαίος μισθός : 30 ημέρες = 54,96€ ημερησίως χ 46 ημέρες = 2.528,16€) και αποζημίωση, σύμφωνα με την πρόβλεψη του άρθρου 3§3 εδάφ. α΄ ν. 551/1915, ποσού 1.264,08€ (1.649,03€ μηνιαίος μισθός : 30 ημέρες χ ½ =27,48€ ημερησίως χ 46 ημέρες = 1.264,08€) όπως και το χρηματικό ποσό των 726,20€, το οποίο αφορά ιατρικές δαπάνες πραγματοποιηθείσες μετά τον επαναπατρισμό του. Επομένως, ο ενάγων δικαιούται να λάβει τα (μικρότερα) χρηματικά ποσά που ζητεί με την αγωγή του, σύμφωνα με τις προβλέψεις των άρθρων 106 και 591§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ., για τις ανωτέρω νόμιμες αιτίες και το ποσό των 726,20€ ήτοι 4.436,53€ (1.236,78€ + 2.473,55€ + 726,20€ = 4.436,53€) με τους νόμιμους τόκους από της επομένης της επιδόσεως της αγωγής.
  3. Τα δικαστικά έξοδα αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, τα αναλογούντα στην έκταση της νίκης του ενάγοντος – εφεσίβλητου, πρέπει, κατά παραδοχή σχετικού αιτήματός του, να επιβληθούν εις βάρος των αντιδίκων του, σύμφωνα με τις προβλέψεις των άρθρων 183, 178, 176, 189§1, 191§2 και 591§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ., κατά τα στο διατακτικό.

Γ  Ι  Α     Τ  Ο  Υ  Σ     Λ  Ο  Γ  Ο  Υ  Σ     Α  Υ  Τ  Ο  Υ  Σ

Δικάζει κατ΄ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ΄ ουσίαν την από 26.10.2018 (γεν. αριθμ. καταθ. …../29.10.2018, ειδ. αριθμ. καταθ. …../29.10.2018) έφεση κατά  της υπ΄  αριθμ. 3434/2018 οριστικής αποφάσεως του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση.

Κρατεί την υπόθεση.

Αναδικάζει την από 23.10.2014 (γεν. αριθμ. καταθ. …../23.10.2014, ειδ. αριθμ. καταθ. ……/23.10.2014) αγωγή.

Δέχεται αυτή εν μέρει.

Υποχρεώνει τα εναγόμενα πρόσωπα να καταβάλουν εις ολόκληρον στον ενάγοντα συνολικά ποσό τεσσάρων χιλιάδων τετρακοσίων τριάντα έξι ευρώ και πενήντα τριών λεπτών του ευρώ (4.436,53€) νομιμοτόκως από της επομένης της επιδόσεως της αγωγής. Και

Καταδικάζει τα εναγόμενα – εκκαλούντα πρόσωπα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εφεσίβλητου ορίζει δε το ποσό αυτών σε πεντακόσια ευρώ (500,00€).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 12 Σεπτεμβρίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ