Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 623/2019

Αυτοτελής αίτηση στο Εφετείο, κατόπιν άσκησης έφεσης κατά απόφασης που απέρριψε ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής, για αναστολή της εκτελεστότητας της διαταγής πληρωμής και της εκτέλεσης του επισπευδόμενου βάσει αυτής πλειστηριασμού. Εκδίκαση με την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Η περί αναστολής της εκτελεστότητας της διαταγής πληρωμής αίτηση δεν μπορεί να υποβληθεί στο Εφετείο αυτοτελώς, δηλαδή με ιδιαίτερο δικόγραφο, αλλά μόνο με το δικόγραφο της έφεσης ή με τις προτάσεις σε κάθε στάση της δίκης, δηλαδή κατά την στο ακροατήριο συζήτηση της έφεσης (άρθρο 632 παρ. 4 ΚΠολΔ). Η αίτηση αναστολής της πράξης έμμεσης εκτέλεσης (άρθρο 937 παρ. 1β ΚΠολΔ) προϋποθέτει έφεση κατά της απόφασης που απορρίπτει την ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ και όχι την ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ. Απορρίπτει την αίτηση, στο σύνολό της, ως απαράδεκτη.

 

Αριθμός    623 /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσούλα Πλατιά, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ……….., χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέως, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Με τη διάταξη του άρθρου 632 παρ. 4 ΚΠολΔ (όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του Ν. 4335/2015) ρυθμίζεται η δικαστική αναστολή της εκτελεστότητας της διαταγής πληρωμής, εκκρεμούντος του ενδίκου μέσου της έφεσης κατά της απόφασης που έχει εκδοθεί επί της σχετικής ανακοπής (του άρθρου 632 παρ. 1 ΚΠολΔ) και έχει απορρίψει (ολικώς ή εν μέρει) αυτήν. Συγκεκριμένα, με την ανωτέρω διάταξη ορίζεται, ότι, μετά από την άσκηση έφεσης κατά της απόφασης που απορρίπτει την ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής και έως τον χρόνο συζήτησης της έφεσης, παρέχεται η δυνατότητα αίτησης αναστολής (έως την έκδοση οριστικής απόφασης επί του ενδίκου μέσου) ενώπιον του δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, υπό την προϋπόθεση ότι πιθανολογείται η ευδοκίμηση της έφεσης. Με τις ίδιες προϋποθέσεις το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η έφεση, μπορεί, σε κάθε στάση της δίκης, να αναστείλει την εκτελεστότητα της διαταγής πληρωμής, αν υποβληθεί σχετικό αίτημα από τον οφειλέτη με το δικόγραφο της έφεσης ή  με τις προτάσεις ενώπιον αυτού. Συνεπώς, η περί αναστολής αίτηση ενώπιον του Εφετείου δεν μπορεί να υποβληθεί αυτοτελώς, δηλαδή με ιδιαίτερο δικόγραφο, αλλά μόνο με το δικόγραφο της έφεσης ή με τις προτάσεις σε κάθε στάση της δίκης, δηλαδή κατά την στο ακροατήριο συζήτηση της έφεσης, όταν η υπόθεση εισάγεται νομίμως προς συζήτηση στο σύνολό της (αφού τότε υπάρχει «στάση δίκης», που είναι το στάδιο δίκης κατά  το οποίο το ένδικο μέσο φέρεται προς συζήτηση – βλ. σχετ. ΕφΑθ 2/2012 ΕφΑΔ 2012.779, ΕφΘεσ 120/2009 ΕφΑΔ 2009.1118), ενώ η αίτηση αυτή, αν ασκηθεί αυτοτελώς στο Εφετείο, απορρίπτεται ως απαράδεκτη (βλ. Στ. Πανταζόπουλο στις αναλυτικές παρατηρήσεις του υπό την ΜΕφΘεσ 2396/2018 σε ΕλλΔνη 2019, σελ. 494 επ. και ιδίως 495, τον ίδιο, Η ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής, έκδ. 2016, σελ. 387, Σπ. Ανδρίτσο σε Χ. Απαλαγάκη, ΚΠολΔ Ερμηνεία κατ’ άρθρο, έκδ. 2017, τόμ. 2ος, άρθρο 632, αρ. 27, σελ. 1926, πρβλ. ΕφΑθ 425/2008 ΕλλΔνη 2009.854 ως προς την παρόμοια περίπτωση της άσκησης αίτησης αναστολής της εκτελεστότητας της προσωρινώς εκτελεστής δικαστικής απόφασης κατ’ άρθρα 912 και 913 ΚΠολΔ, καθώς και Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, Ερμ.ΚΠολΔ, άρθρο 913, αρ. 2). Τέλος, η άσκηση της ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ δεν αποκλείει την άσκηση, μετά από την έναρξη της εκτέλεσης κατά του οφειλέτη, ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ εναντίον των πράξεων εκτέλεσης, ακόμη και όταν η τελευταία βασίζεται στους ίδιους λόγους, που προβλήθηκαν, ήδη, με την κατ` άρθρο 632 ΚΠολΔ ανακοπή, αφού το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος θεμελιώνεται, επαρκώς, στην ανάγκη τήρησης των προθεσμιών του άρθρου 934 ΚΠολΔ, αλλά και στο δεδομένο ότι η ακύρωση της ανακοπτόμενης πράξης εκτέλεσης, μόνον, με την ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ μπορεί να επιτευχθεί (ΜΕφΑθ 1340/2019 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, βλ. Στ. Πανταζόπουλο, Η ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής, ό.π., σελ. 421).

ΙΙ. Στο άρθρο 937 ΚΠολΔ (όπως οι παρ. 1 και 3 αντικαταστάθηκαν με το Ν. 4335/2015) ορίζεται ότι: «1. Στις δίκες τις σχετικές με την εκτέλεση: α) ….. β) Σε περίπτωση εκτέ­λεσης που στηρίζεται σε δικαστική απόφαση ή δια­ταγή πληρωμής, κατά της απόφασης που εκδίδεται επί της ανακοπής επιτρέπεται η άσκηση μόνο έφεσης… Στις περι­πτώσεις των προηγούμενων εδαφίων, η άσκηση ένδικου μέσου δεν αναστέλλει την πρόοδο της εκτέλεσης, εκτός αν το δικαστήριο του ένδικου μέσου, μετά από αίτηση του ασκούντος αυτό, που υποβάλλεται και αυτοτελώς, δικά­ζοντας με τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., διατάξει την αναστολή, με παροχή ή και χωρίς παροχή εγγύησης, εφόσον κρίνει ότι η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκίμηση του ένδικου μέσου. Επίσης μπορεί να διαταχθεί να προχωρήσει η αναγκαστική εκτέ­λεση αφού δοθεί εγγύηση. Ειδικά, όταν ζητείται η ανα­στολή πλειστηριασμού, αυτή είναι απαράδεκτη, αν δεν κατατεθεί το αργότερο πέντε (5) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού. Η απόφαση πρέπει να δημοσιεύεται έως τις 12:00` το μεσημέρι της Δευτέρας που προηγείται του πλειστηριασμού, γ) Σε περίπτωση άμεσης εκτέλεσης το Δικαστήριο ….. 3. Στις δίκες σχετικά με την εκτέλεση για την εκδίκαση των ανακοπών εφαρμόζο­νται οι διατάξεις της διαδικασίας των περιουσιακών δια­φορών των άρθρων 614 επ». Από τις διατάξεις αυτές προ­κύπτει, μεταξύ άλλων, ότι: α) αν, μετά την πρώτη πράξη της εκτέλεσης (επιταγή προς εκτέλεση), επακολούθησε άλλη πράξη εκτέλεσης, οι αντιρρήσεις που αφορούν την απαί­τηση της διαταγής πληρωμής υποβάλλονται με ανακοπή του άρθρου 933 στο Δικαστήριο του τόπου της εκτέλεσης (Ειρηνοδικείο ή Μονομελές Πρωτοδικείο), β) κατά της από­φασης που απορρίπτει την ανακοπή του άρθρου αυτού, επιτρέπεται έφεση, γ) το εφετείο, ενώπιον του οποίου προσβάλλεται η απόφαση επί της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ, μπορεί να χορηγήσει με αίτηση του ανακόπτοντος – εκκαλούντος, που υποβάλλεται και με αυτοτελές δικόγραφο, αναστολή εκτέλεσης, με την παροχή ή και χωρίς παροχή εγγύησης, εφόσον κρίνει, ότι η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρ­θωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκί­μηση του ενδίκου μέσου, δ) η αίτηση αναστολής εκτέλεσης, που υποβάλλεται κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα στο Εφετείο, προ­ϋποθέτει απόφαση επί της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ και όχι απλώς απόφαση επί της ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής του άρθρου 632 ΚΠολΔ, εκτός και αν στην τελευταία είχε σωρευθεί και αίτημα ακύρωσης πράξης εκτέλεσης, ενώ αν αφορά τη μη διενέργεια πλειστηριασμού, πρέπει, με ποινή το απαράδεκτο, να κατατεθεί πέντε εργάσιμες ημέρες πριν από την ημε­ρομηνία του πλειστηριασμού (η ημερομηνία της κατάθεσης της αίτησης και του πλειστηριασμού δεν υπολο­γίζεται), ε) η αίτηση εκδικάζεται κατά τη διαδικα­σία των ασφαλιστικών μέτρων, παρά το γεγονός ότι δεν αποτελεί ασφαλιστικό μέτρο αλλά ρυθμιστικό μέτρο της αναγκαστικής εκτέλεσης και στ) το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την πρόοδο της εκτέλεσης, αφού δοθεί εγγύ­ηση (ΜΕφΘεσ 2396/2018 ΕλλΔνη 2019.493, ΜΕφΘεσ 1014/2018 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 109/2017 ΕφΑΔ 2017/1083, βλ. X. Απαλαγάκη/Π. Ρεντούλη σε Χ. Απαλαγάκη, ΚΠολΔ Ερμηνεία κατ’ άρθρο, άρθρο 937, αρ. 4, σελ. 2609-2610). Συνεπώς, σε μία από τις σημαντικότερες, από πρακτική άποψη, περιπτώσεις της έμμεσης εκτέλεσης (δηλαδή όταν θα ακολουθήσει πλειστηριασμός), σε αυτήν, δηλαδή, όπου ο εκτελεστός τίτλος που την θεμελιώνει συνίσταται σε διαταγή πληρωμής, μετά την έναρξη της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης (βάσει της διαταγής πληρωμής), ο οφειλέτης μπορεί να ασκήσει μόνον την ανακοπή κατά το άρθρο 933 ΚΠολΔ, χωρίς να έχει τη δυνατότητα υποβολής αυτοτελούς αίτησης αναστολής της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης λόγω της ρητής κατάργησης του άρθρου 938 ΚΠολΔ με το Ν. 4335/2015. Μόνη δε δυνατότητα, στο σημείο αυτό, είναι η υποβολή αίτησης αναστολής της εκτέλεσης, κατ’ άρθρο 937 παρ. 1 περ. β΄ εδ. γ΄ ΚΠολΔ, αφού, όμως, έχει εκδοθεί απορριπτική απόφαση επί της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ και έχει ασκηθεί έφεση κατ’ αυτής, δεδομένου ότι προϋπόθεση για να δοθεί, στην έμμεση εκτέλεση, αναστολή υπό το Ν. 4335/2015, είναι, κατά κύριο λόγο, η άσκηση έφεσης κατά της απόφασης που απορρίπτει την ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ (βλ. Π. Γέσιου-Φαλτσή, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτέλεσης, Γενικό Μέρος, έκδ. 2017, παρ. 43 IV, αρ. 35, σελ. 916 και Στ. Πανταζόπουλο σε παρατηρήσεις του υπό την ΜΕφΘεσ 2396/2018 ό.π., σελ. 496).

ΙΙΙ. Με την κρινόμενη από 7.10.2019 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ………./7.10.2019) αίτησή της, η αιτούσα ……….. εκθέτει ότι σε βάρος της, με αίτηση της καθ’ ης τραπεζικής εταιρίας, εκδόθηκαν οι υπ’ αριθ. …./2014 και ……/2014 διαταγές πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με τις οποίες διατάχθηκε αυτή (αιτούσα), ως εγγυήτρια, να καταβάλει (ευθυνόμενη εις ολόκληρον με τον οφειλέτη ………) στην καθ’ ης τα ποσά των 216.349,35 ευρώ και 160.354,07 ευρώ, αντίστοιχα, πλέον τόκων και δικαστικών εξόδων, ως απαιτήσεις από δύο συμβάσεις τοκοχρεολυτικού δανείου για την αγορά κατοικίας. Ότι αυτή (αιτούσα) μαζί με τον ως άνω οφειλέτη  ………., άσκησαν, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά των ανωτέρω διαταγών πληρωμής τις από 24.2.2015 δύο αντίστοιχες ανακοπές τους (με αριθμούς έκθεσης κατάθεσης ………/2015 και ………./2015 αντιστοίχως), με τις οποίες ζήτησαν, για τους διαλαμβανόμενους στα δικόγραφα των ανακοπών λόγους, την ακύρωση των προσβαλλόμενων διαταγών πληρωμής. Ότι, επί των ανακοπών αυτών, εκδόθηκαν, αντιστοίχως, οι υπ’ αριθ. 398/12.2019 και 397/1.2.2019 αποφάσεις του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς), με τις οποίες, αφού ακυρώθηκαν οι προσβαλλόμενες διαταγές πληρωμής μόνο κατά το μέρος που οι ανακόπτοντες διατάχθηκαν να καταβάλουν στην καθ’ ης τόκους υπερημερίας επί των επιδικασθέντων κεφαλαίων για το διάστημα από 9.10.2014 έως και 15.10.2014, επικυρώθηκαν αυτές (διαταγές πληρωμής) κατά τα λοιπά, απορριφθέντων των σχετικών (δεύτερου, τρίτου και τέταρτου) λόγων των ανακοπών. Ότι, κατά των ανωτέρω αποφάσεων, αυτή (ήδη αιτούσα-ανακόπτουσα) μαζί με το δεύτερο ανακόπτοντα άσκησαν νομότυπα και εμπρόθεσμα τις από 21.3.2019 δύο αντίστοιχες εφέσεις τους (με αριθμούς έκθεσης κατάθεσης ………./22.3.2019 και ………./22.3.2019 αντιστοίχως) ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με τις οποίες ζητούν την εξαφάνιση των δύο εκκαλούμενων αποφάσεων κατά το μέρος που απέρριψαν τις ως άνω ανακοπές τους και την ακύρωση, στο σύνολό τους, των υπ’ αριθ. …/2014 και …../2014 διαταγών πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς αντιστοίχως. Ότι οι εφέσεις αυτές έχουν προσδιορισθεί να συζητηθούν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά τη δικάσιμο της 24.9.2020. Ότι η καθ’ ης τραπεζική εταιρία, με βάση τις ως άνω διαταγές πληρωμής σε συνδυασμό με την ………/8.7.2019 πράξη δήλωσης για διενέργεια νέου πλειστηριασμού, της συμβολαιογράφου Αθηνών ……… και την υπ’ αριθ. …./19.12.2017 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, . ….., επισπεύδει ηλεκτρονικό πλειστηριασμό για την 16.10.2019, ημέρα Τετάρτη, ενώπιον της ως άνω συμβολαιογράφου σε βάρος της ακίνητης περιουσίας της και συγκεκριμένα του περιγραφόμενου διαμερίσματος (με στοιχείο Ι-3 οριζόντιας ιδιοκτησίας), επιφάνειας 100 τ.μ., που βρίσκεται στην Αθήνα (επί των οδών ……… και ……..) και ανήκει σ’ αυτήν κατά το δικαίωμα της επικαρπίας (με τον αναφερόμενο τρόπο κτήσης) και το οποίο ήδη εκμισθώνεται απ’ αυτήν αντί μηνιαίου μισθώματος, που ενισχύει την οικογενειακή της διαβίωση. Με βάση το ιστορικό αυτό η αιτούσα, επικα­λούμενη περαιτέρω αφενός μεν ότι πιθανολογείται ότι οι ως άνω δύο εφέσεις της θα γίνουν δεκτές, θα εξαφανιστούν οι εκκαλούμενες αποφάσεις κατά το μέρος που απέρριψαν τις ανακοπές της, θα γίνουν αυτές δεκτές και θα ακυρωθούν οι πληττόμενες διαταγές πληρωμής, αφετέρου δε ότι, με τη διενέργεια του πλειστηριασμού της 16.10.2019, θα υποστεί ανεπα­νόρθωτη βλάβη για τους ειδικότερα εκτιθέμενους στο δικόγραφο της αίτησης λόγους, ζητεί α) να ανασταλεί η εκτελεστότητα των υπ’ αριθ. …./2014 και …../2014 διαταγών πληρωμής και β) να ανασταλεί η εκτέλεση του πλειστηριασμού, ως πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος της ακίνητης περιουσίας της, δυνάμει των ως άνω διαταγών πληρωμής σε συνδυασμό με την ……/8.7.2019 πράξη της συμβολαιογράφου Αθηνών . … και την υπ’ αριθ. ……./19.12.2017 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, ………., μέχρι την έκδοση από το παρόν Δικαστήριο αποφάσεων επί των ανωτέρω εφέσεών της, καθώς και να καταδικασθεί η καθ’ ης στα δικαστικά έξοδά της.

  1. IV. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα, η κρινόμενη αίτηση, που εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686επ. ΚΠολΔ) και επιχειρείται να θεμελιωθεί από την αιτούσα στο άρθρο 937 παρ. 1 περ. β` εδ. γ΄ του ΚΠολΔ (όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το Ν. 4335/2015), είναι, στο σύνολό της, απαράδεκτη. Συγκεκριμένα, η αίτηση αυτή, κατά το μέρος που ζητείται η αναστολή της εκτελεστότητας των υπ’ αριθ. …../2014 και …./2014 διαταγών πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, είναι απαράδεκτη, αφού υποβλήθηκε από την αιτούσα (ανακόπτουσα – εκκαλούσα) ανεπίτρεπτα με αυτοτελές δικόγραφο στο Δικαστήριο τούτο και όχι με το δικόγραφο των από 22.3.2019 δύο εφέσεων της ή με τις προτάσεις της επί των εφέσεων αυτών, ενώ η συζήτηση των εφέσεων αυτών κατά των υπ’ αριθ. …./2019 και …./2019 αποφάσεων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (με τις οποίες απορρίφθηκαν οι 2ος, 3ος και 4ος λόγοι των ανακοπών της κατά των ως άνω διαταγών πληρωμής) έχει προσδιορισθεί, ενώπιον του δευτεροβάθμιου Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, στο οποίο αυτές εκκρεμούν, για τη δικάσιμο της 24.9.2020 και, συνεπώς, δεν μπορεί να γίνει λόγος για την απαιτούμενη, για το παραδεκτό της ένδικης αίτησης κατ’ άρθρο 632 παρ. 4 εδ. τελευταίο ΚΠολΔ, στάση δίκης, καθόσον δεν φέρονται προς συζήτηση οι εφέσεις κατά τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη στην παράγραφο Ι της παρούσας. Επίσης, η κρινόμενη αίτηση, κατά το μέρος που ζητείται η αναστολή της διαδικασίας έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης και συγκεκριμένα του ορισθέντος για την 16.10.2019 πλειστηριασμού, που επισπεύδεται σε βάρος της ακίνητης περιουσίας της δυνάμει των ως άνω διαταγών πληρωμής, είναι απαράδεκτη, καθόσον υπό τα εκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά, δεν έχει ασκηθεί από την αιτούσα ανακοπή εκτέλεσης εκ του άρθρου 933 ΚΠολΔ, αλλά μόνο ανακοπή κατά διαταγή πληρωμής εκ του άρθρου 632 παρ. 1 ΚΠολΔ. Όμως, κατά τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη στην παράγραφο ΙΙ της παρούσας, η αίτηση αναστολής εκτέλεσης, που υποβάλλεται κατ’ άρθρο 937 παρ. 1 περ. β` εδ. γ΄ ΚΠολΔ στο Εφετείο (όπως είναι η υπό κρίση αίτηση κατά το δεύτερο αίτημά της), προϋποθέτει έφεση κατά απόφασης επί της ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ (ή 936 ΚΠολΔ) και όχι κατά απόφασης επί της ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ (όπως συμβαίνει στην προκείμενη περίπτωση κατά τα εκτιθέμενα στην αίτηση), εκτός και αν στην τελευταία είχε σωρευθεί και αίτημα ακύρωσης πράξης εκτέλεσης, χωρίς όμως να συντρέχει η τελευταία αυτή περίπτωση υπό τα εκτιθέμενα στην αίτηση. Κατόπιν αυτών, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να απορριφθεί, στο σύνολό της, ως απαράδεκτη. Τέ­λος, σε βάρος της ηττηθείσας αιτούσας πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η αίτηση, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήμα­τος της τελευταίας (άρθρα 191 ΚΠολΔ και 84 παρ. 2 Ν 4194/2013 περί Κώδι­κα Δικηγόρων), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την από 7.10.2019 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ………../2019) αίτηση.

Καταδικάζει την αιτούσα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της καθ’ ης η αίτηση, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 14 Οκτωβρίου 2019 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, με παρούσα τη Γραμματέα Γεωργία Λογοθέτη (για τη δημοσίευση).

 

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ