Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 596/2019

Αριθμός    596 /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Ε.Τ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 1/6/2018 (αριθ.καταθ. ……../2018) έφεση κατά της υπ’ αρ. 2365/2018 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Τμήμα Περιουσιακών Διαφορών), η οποία εκδόθηκε μετά την συζήτηση της από 4/12/2017 (αριθ.καταθ. ………./4.12.2017) ανακοπής κατά της εκτελέσεως (ΚΠολΔ 933), που έλαβε χώρα αντιμωλία των διαδίκων κατά την προσήκουσα διαδικασία (ΚΠολΔ 933 παρ. 1, 3, 937 παρ. 3), ασκήθηκε νομίμως και εμπροθέσμως σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495 παρ. 1, 511, 513, 516, 517 και 518 παρ. 1 ΚΠολΔ, εντός τριάντα ημερών από την επίδοση της ως άνω εκκαλουμένης αποφάσεως, δεδομένου ότι η επίδοση αυτής (ως άνω εκκαλουμένης αποφάσεως) έλαβε χώρα την 22/5/2018 (όπως προκύπτει από την σχετική επισημείωση του δικαστικού επιμελητή ………. που τέθηκε επί του σώματος αυτής) και η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε με δικόγραφο που κατατέθηκε στη γραμματεία του δικαστηρίου που έχει εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση στις 4.6.2018, ενώ δεν απαιτείται να καταθέσει ο εκκαλών Δήμος ……… το προβλεπόμενο εκ του άρθρου 495 ΚΠολΔ παράβολο, από την καταβολή του οποίου απαλλάσσεται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 276 παρ. 1 Ν. 3463/2006. Η κρινόμενη έφεση εξάλλου παραδεκτώς φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθ. 19 ΚΠολΔ) και συνεπώς πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της.

Ο εκκαλών Δήμος …… με την από 4/12/2017 (αριθ.καταθ. ……/2017) ανακοπή του την οποία απηύθυνε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ισχυρίσθηκε ότι, η υπ’ αριθ. 343/2013 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, η οποία, κατά τα λεπτομερώς αναφερόμενα, εκδόθηκε κατόπιν ασκήσεως της από 19/6/2012 αγωγής του καθού η ανακοπή (ήδη εφεσιβλήτου), επιδίκασε στον τελευταίο (καθού η ανακοπή) νομιμοτόκως το ποσό των 55.000 ευρώ ως διαφορές αποδοχών (μισθών, δώρων εορτών, επιδομάτων κλπ) από έμμισθη σύμβαση δικηγορικής εντολής αορίστου χρόνου καταρτισθείσας με την λυθείσα και εκκαθαρισθείσα δημοτική κοινωφελή επιχείρηση (ΝΠΙΔ) με την επωνυμία «………….» και ότι αυτός (καθού η ανακοπή) εν συνεχεία κοινοποίησε στον ανακόπτοντα, ήδη εκκαλούντα, την από 29/11/2017 επιταγή προς πληρωμή, με την οποία επιτάσσεται να του καταβάλει το ως άνω επιδικασθέν ποσό ανερχόμενο συνολικά σε 94.379,67 ευρώ. Ότι αυτός  άσκησε, συνεπεία της προαναφερόμενης έναρξης της σε βάρος του διαδικασίας αναγκαστικής εκτελέσεως, την υπό κρίση από 4/12/2017 ανακοπή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά με την οποία ζήτησε, να ακυρωθεί για τους αναφερόμενους σ’ αυτήν λόγους, η αρξάμενη σε βάρος του αναγκαστική εκτέλεση βάσει της από 29/11/2017 επιταγή προς πληρωμή, η οποία τέθηκε επί της με αριθμό 343/2015 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά και να καταδικαστεί ο καθ’ ού η ανακοπή ήδη εφεσίβλητος στην δικαστική του δαπάνη. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εξέδωσε αντιμωλία των διαδίκων την υπ’ αρ. 2365/2018 απόφασή του με την οποία, αφού κρίθηκε ότι ασκήθηκε παραδεκτά και εμπρόθεσμα η υπό κρίση ανακοπή, απορρίφθηκε αυτή (η υπό κρίση ανακοπή). Κατά της εκκαλουμένης αποφάσεως παραπονείται ο εκκαλών – ανακόπτων Δήμος . … .. με τους λόγους της εφέσεώς του, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου (αναφερόμενων νομικών διατάξεων), και ζητεί την εξαφάνιση της προσβαλλόμενης αποφάσεως προκειμένου να γίνει δεκτή η υπό κρίση ανακοπή του και να ακυρωθεί η αρξάμενη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης.

Κατά το άρθρο 108 παρ. 1 Ν. 3852/2010 «Οι δήμοι που προκύπτουν από συνένωση υπεισέρχονται αυτοδικαίως από την έναρξη λειτουργίας τους, στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις των συνενούμενων Δήμων και Κοινοτήτων, ως προς τις επιχειρήσεις αυτών, καθώς και στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις που απορρέουν από συμβάσεις που έχουν υπογράψει, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι συμβάσεις εργασίας ή έργου μέχρι τη λήξη τους» ,κατά δε το άρθρο 109 παρ. 7 ίδιου νόμου, όπως η παρ. 7 προστέθηκε με το άρθρο 26 παρ. 6 του Ν. 3938/2011, «Σε περίπτωση λύσης κοινωφελούς επιχείρησης ή ΔΕΥΑ ή ανώνυμης εταιρείας ΟΤΑ, της οποίας ποσοστό τουλάχιστον ίσιο με το 90% του μετοχικού κεφαλαίου ανήκει στον οικείο ΟΤΑ, και ανάληψης των δραστηριοτήτων της από τον οικείο ΟΤΑ ή από Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου αυτού, το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου και ορισμένου χρόνου, μεταφέρεται στον αντίστοιχο φορέα, με την ίδια σχέση εργασίας, ύστερα από απόφαση του δημοτικού συμβουλίου. Συμβάσεις έργου που έχουν συναφθεί από τις επιχειρήσεις ου λύονται εκτελούνται από τον αντίστοιχο φορέα άσκησης των σχετικών αρμοδιοτήτων. Οφειλές των  ανωτέρω επιχειρήσεων προς το Ελληνικό Δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία και προς τρίτους, περιλαμβανομένων και δεδουλευμένων αποδοχών του μεταφερόμενου προσωπικού τους, μπορούν να καταβάλλονται από τον οικείο δήμο μετά από αιτιολογημένη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών του. Οι ρυθμίσεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται αναλογικά και για οφειλές αμιγών επιχειρήσεων του Π.Δ 410/1995 που λύθηκαν, καθώς και για οφειλές ανωνύμων και αναπτυξιακών εταιριών των οποίων οι εταίροι είναι αποκλειστικά ή και νομικά τους πρόσωπα, εφόσον τελούν υπό εκκαθάριση ή λυθούν και τεθούν υπό εκκαθάριση μέχρι τις 31.12.2012». Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι σε περίπτωση λύσεως κοινωφελούς επιχειρήσεως ή…….ή Ανώνυμης Εταιρείας…..,της οποίας ποσοστό τουλάχιστον ίσο με το 90% του μετοχικού κεφαλαίου ανήκει στον οικείο…..,που αναλαμβάνει είτε ο ίδιος είτε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου του Δήμου τις δραστηριότητές της, τότε, σύμφωνα με το άρθρο 109 παρ. 7 του ως άνω νόμου το προσωπικό της επιχειρήσεως ύστερα από απόφαση του δημοτικού συμβουλίου μεταφέρεται στον αντίστοιχο φορέα με την ίδια σχέση εργασίας (ορισμένου ή αορίστου χρόνου), οι συμβάσεις έργου εκτελούνται πλέον από τον αντίστοιχο φορέα,  ενώ οι οφειλές των επιχειρήσεων αυτών προς το Ελληνικό Δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία καθώς και προς τους τρίτους, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι δεδουλευμένες αποδοχές του μεταφερομένου προσωπικού τους, μπορούν να καταβληθούν από τον οικείο Δήμο, εφόσον ληφθεί προς τούτο αιτιολογημένη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών του. Κατά συνέπεια ο οικείος δήμος δεν καθίσταται άνευ άλλου τινός διάδοχος των προς τρίτους υποχρεώσεων δημοτικής επιχείρησης που λύθηκε, αλλά απαιτείται προς τούτο προηγούμενη αιτιολογημένη απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας του συνόλου των μελών του δημοτικού συμβουλίου, Πράγματι, αν η βούληση του νομοθέτη ήταν η αυτοδίκαιη διαδοχή του οικείου δήμου στις προς τρίτους υποχρεώσεις δημοτικής επιχείρησης που λύθηκε, τότε δεν θα είχε δικαιολογητικό λόγο η θέσπιση της ως άνω διατάξεως. Άλλωστε, οι δανειστές της επιχείρησης, που συμβλήθηκαν με αυτήν πριν την ψήφιση του Ν. 3852/2010 απέβλεψαν αποκλειστικά στην περιουσία της αντισυμβαλλόμενης δημοτικής επιχείρησης για την ικανοποίηση των απαιτήσεων τους και ανέλαβαν τον αντίστοιχο (επιχειρηματικό) κίνδυνο, και συνεπώς δεν υφίσταται δικαιολογημένη και άξια προστασίας προσδοκία για την ικανοποίησή τους απευθείας από τον οικείο Δήμο (ΑΠ 841/2018, ΑΠ 1846/2017, Εφ.Αθ. 1881/2017 προσκομιζόμενη, ΔΕΦ ΠΕΙΡ. 1427/2014, Εφ.Λαρ. 12/2013 δημ.ΝΟΜΟΣ).

Από το σύνολο των εγγράφων που προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι διάδικοι, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Με την υπ’ αρ. 225/2003 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου …. (ΦΕΚ Β αρ. 1930/24.12.2003) συστάθηκε η αμιγής Δημοτική Επιχείρηση Αθλητισμού Δήμου …., η οποία ήταν νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (άρθ. 277 επ.του τότε ισχύοντος ΔΚΚ Π.Δ 410/1995). Εν συνεχεία, η ως άνω αμιγής Δημοτική Επιχείρηση Αθλητισμού Δήμου …. (ΔΕΑΔΗΚ) μετατράπηκε την 3/10/2008 (ΦΕΚ Β αρ. 2038/3.10.2008) σε κοινωφελή επιχείρηση του άρθρου 254 του Ν. 3463/2006 με την επωνυμία «Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Αθλητισμού Δήμου …. (ΔΗΚΕΠΑΚ). Ακολούθως, βάσει των διατάξεων του άρθρου 107 του Ν. 3852/2010, η ως άνω Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Αθλητισμού Δήμου …. (ΔΗΚΕΠΑΚ) συγχωνεύτηκε, μαζί με τις κοινωφελείς επιχειρήσεις «Κέντρο Πολιτισμού και Κοινωνικών Υπηρεσιών Δήμου …», «Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Πολιτισμού …» και «Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Πρόνοιας …» στο νέο Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία «Δημοτική και Κοινωφελής Επιχείρηση Πολιτισμού Αθλητισμού …….. – ΔΗ.Κ.ΕΠ.Α» με την υπ’ αρ. 99/2011 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ……….. (ΦΕΚ 1295 Β/16.6.2011). Με την υπ’ αρ. 4232/3548 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης και την υπ’ αρ. 405/2013 (ορθή επανάληψη) αποφασίστηκε η λύση της ως άνω δημοτικής κοινωφελούς επιχείρησης (ΦΕΚ Β 375/18.2.2014), σε εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 262 του Ν. 3463/2006 και η μεταφορά του προσωπικού, μετά τον έλεγχο από τον Δήμο των ατομικών φακέλων του προσωπικού και τη διαπίστωση της συνδρομής όλων των απαραίτητων εκ του νόμου προϋποθέσεων για τη νομιμότητα των διαδικασιών μεταφοράς. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, ο καθού η ανακοπή ήδη εφεσίβλητος, εγγεγραμμένος στα μητρώα του Δ.Σ.Α συνήψε με τον νόμιμο εκπρόσωπο της Δημοτικής Επιχείρησης Αθλητισμού Δήμου ….. την 1.3.2004 έγγραφη σύμβαση έμμισθης δικηγορικής εντολής αορίστου χρόνου δυνάμει της οποίας παρείχε στην τελευταία αποκλειστικά τις υπηρεσίες του που συνίσταντο σε συμβουλές και γνωμοδοτήσεις αντί συμφωνημένης αμοιβής ανερχομένης σε 650 ευρώ μέχρι 2.6.2011 οπότε και απολύθηκε ακύρως. Ο καθού η ανακοπή ήδη εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 19/6/2012 αγωγή του στρεφομένη κατά του συσταθέντος ως άνω νέου ΝΠΙΔ με την επωνυμία «Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Πολιτισμού – Αθλητισμού Δήμου ……….» με την οποία ζήτησε: α) να αναγνωριστεί η ακυρότητα της από 1/6/2011 προφορικής καταγγελίας της επίδικης σύμβασης έμμισθης δικηγορικής εντολής και ότι η εναγομένη τυγχάνει υπερήμερη από 2/6/2011 ως προς την αποδοχή των πραγματικώς και προσηκόντως προσφερομένων υπηρεσιών του ενάγοντος, β)να υποχρεωθεί η εναγομένη να τον απασχολεί πραγματικά, αποδεχόμενη τις υπηρεσίες του, με την απειλή σε αυτή χρηματικής ποινής 1000 ευρώ για κάθε ημέρα άρνησής της και γ)να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 43.084 ευρώ, που αντιστοιχεί σε διαφορές δεδουλευμένων αποδοχών, δώρα εορτών και επιδόματα αδείας για το χρονικό διάστημα από 1.1.2006 έως και 31.5.2011, καθώς και το ποσό των 11.916 ευρώ το οποίο αντιστοιχεί σε δώρα εορτών και επίδομα αδείας του χρονικού διαστήματος από 2.6.2011 έως 31.12.2011, με το νόμιμο τόκο, κατά τα αναφερόμενα ειδικότερα στην αγωγή ως προς τον χρόνο έναρξης της τοκοδοσίας». Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά με την υπ’ αρ. 459/2013 απόφασή του απέρριψε την ως άνω αγωγή ως μη νόμιμη τόσο ως προς την κύρια βάση της από τη σύμβαση εργασίας όσο και ως προς τη βάση της από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο ενάγων με την από 23.9.2013 (αρ.καταθ. ……/2013) έφεσή του, με την οποία ζήτησε την εξαφάνιση αυτής (προσβαλλομένης αποφάσεως) με σκοπό να γίνει δεκτή η αγωγή του. Επί της ως άνω εφέσεως εκδόθηκε η υπ’ αρ. 343/2015, η οποία δικάζοντας ερήμην της ως άνω εναγομένης – εφεσίβλητης, εξαφάνισε την προσβαλλομένη απόφαση, δέχτηκε εν μέρει την αγωγή, αναγνώρισε ότι είναι άκυρη η από 1/6/2011 προφορική καταγγελία της σύμβασης έμμισθης δικηγορικής εντολής αορίστου χρόνου και υποχρέωσε την ως άνω εναγόμενη Δημοτική Κοινωφελή Επιχείρηση να καταβάλει στον ενάγοντα (καθού η αίτηση) το ποσό των 55.000 ευρώ με το νόμιμο τόκο κατά τις διακρίσεις που αναφέρονται στο σκεπτικό της απόφασης, το οποίο (ποσό) αντιστοιχεί σε διαφορές αποδοχών, δώρα εορτών και επιδόματα του χρονικού διαστήματος από το έτος 2006 έως το έτος 2011 και μισθούς υπερημερίας από την επομένη της άκυρης απόλυσης (2/6/2011) έως την 31/12/2011 καθώς και δώρα και επιδόματα αδείας.

Κατά της αποφάσεως αυτής ασκήθηκε από το ΝΠΙΔ με την επωνυμία «Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Πολιτισμού – Αθλητισμού Δήμου ………..»  η από 12/10/2015 αναίρεση ενώπιον του Αρείου Πάγου δικάσιμος της οποίας, ορίστηκε η 5/4/2016 και σύμφωνα με την από 10/3/2016 Έκθεση Εισηγήσεώς της Εισηγήτριας Αεροπαγίτη, κρίθηκε παραδεκτός ο πρώτος λόγος της αιτήσεως εκ του άρθρου 559 παρ. 1 ΚΠολΔ, για το λόγο ότι «….το Εφετείο δεχόμενο ότι ο αναιρεσείον, που κατά τις ίδιες παραδοχές «αποτελεί νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που προήλθε κατά μετατροπή από την αμιγή Δημοτική Επιχείρηση Αθλητισμού του Δήμου ….., στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της οποίας υπεισήλθε», υπάγεται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και ότι για το συνυπολογισμό των διαφορών αποδοχών και μισθών υπερημερίας του ενάγοντος εφαρμόζεται η ρηθείσα 2/8250/0022/10.2.2004 ΚΥΑ, παραβίασε με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή τις διατάξεις αυτές που εφάρμοσε, ενώ δεν ήταν εφαρμοστέα στην παρούσα υπόθεση και δη κατά το μέρος που προβλέπουν επιδόματα, πέραν εκείνων που καταβάλλονται, κατά τον αντίστοιχο χρόνο, στους τακτικούς δημοσίους υπαλλήλους, του αντίστοιχου μισθολογικού κλιμακίου, σύμφωνα με τις ισχύουσες γι’ αυτούς διατάξεις κατ’ άρθρο 92 Α Κώδικα Δικηγόρων, ενόψει του ότι «…..οι δημοτικές επιχειρήσεις, όπως η αναιρεσείουσα δεν υπάγονται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, από τον οποίον αντιθέτως ρητά εξαιρούνται, ώστε οι μισθολογικές και λοιπές διαφορές του ενάγοντα να υπολογιστούν με βάση τις διατάξεις της εν λόγω ΚΥΑ….» και περαιτέρω εισηγήθηκε την απόρριψη των λοιπών λόγω της από 12/10/2015 αίτησης για αναίρεση της 343/2015 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου.

Ακολούθως, ο καθ’ ου η ανακοπή – δανειστής με την από 29/11/2017 επιταγή προς εκτέλεση κάτωθι αντιγράφου πρώτου εκτελεστού απογράφου της ως άνω υπ’ αρ. 343/2015 τελεσίδικης απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, η οποία κοινοποιήθηκε στον ανακόπτοντα – καθ’ ου η εκτέλεση την 30/11/2017, επιτάχθηκε να καταβάλει το ως άνω επιδικασθέν ποσό ανερχόμενο συνολικά σε 94.379,67 ευρώ. Ο ανακόπτων – καθ’ ού η εκτέλεση και ήδη εκκαλών με την υπό κρίση από 4.12.2017 (αρ.καταθ. ………/2017) ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ζήτησε την ακύρωση της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδονταν με την από 29/11/2017 επιταγή προς εκτέλεση κάτωθι αντιγράφου πρώτου απογράφου εκτελεστού της ως άνω αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου, επικαλούμενος (ο αιτών Δήμος) μεταξύ άλλων, ότι στερείται παθητικής νομιμοποιήσεως καθόσον δεν έχει καταστεί καθολικός διάδοχος της λυθείσας και τεθείσας σε εκκαθάριση Δημοτικής Επιχειρήσεως,  και ούτε έχει λάβει το δημοτικό συμβούλιο σχετική απόφαση για τις επιδικασθείσες ως άνω αξιώσεις του καθ’ ου η αίτηση, εφαρμοστέας τυγχάνουσας στην προκειμένη περίπτωση της διατάξεως του άρθ. 109 Ν. 3852/2010.

Ο ως άνω ισχυρισμός απορρίφθηκε ως αβάσιμος, όπως και η από 4/12/2017 υπό κρίση ανακοπή με την προσβαλλομένη υπ’ αρ. 2365/2018 απόφαση του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, κατά της οποίας άσκησε ο αιτών την από 1.6.2018 έφεση του ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου.

Από όλα τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι η «Δημοτική και Κοινωφελής Επιχείρηση Πολιτισμού – Αθλητισμού …….. . – ΔΗ.Κ.ΕΠ.Α» όπως προαναφέρθηκε, λύθηκε, τέθηκε σε καθεστώς εκκαθάρισης και αποφασίστηκε του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου και αορίστου χρόνου, ύστερα από απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου. Για τις αξιώσεις όμως του καθ’ ου η ανακοπή ήδη εφεσίβλητου κατά της λυθείσας ως άνω κοινωφελούς επιχείρησης, για τις οποίες έχει εκδοθεί η υπ’ αρ. 343/2015 τελεσίδικη απόφαση αυτού του Δικαστηρίου δεν υπάρχει σχετική απόφαση του δημοτικού συμβουλίου του ανακόπτοντος ήδη εκκαλούντος Δήμου.

Κατά συνέπεια, και σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 109 παρ. 7 Ν. 3852/2010, ο Δήμος …….. δεν νομιμοποιείται παθητικά, αφού δεν υπάρχει σχετική απόφαση του δημοτικού του συμβουλίου για την καταβολή από αυτόν των ως άνω αξιώσεων του καθ’ ου η ανακοπή, αλλά ούτε και κατέστη καθολικός διάδοχος αυτής (Κοινωφελούς Επιχειρήσεως), καθόσον αυτή (Κοινωφελής Επιχείρηση) λύθηκε και τέθηκε σε εκκαθάριση. Ενόψει των όσων εκτέθηκαν αποδεικνύεται ότι είναι άκυρης η αναγκαστική εκτέλεση που επισπεύδει ο καθ’ ου η ανακοπή ήδη εφεσίβλητος για την ικανοποίηση των ως άνω αξιώσεών του σε βάρος της περιουσίας του ανακόπτοντος Δήμου, λόγω ελλείψεως παθητικής νομιμοποιήσεως αυτού. Συνεπώς, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλομένη απόφασή του απέρριψε την υπό κρίση ανακοπή εσφαλμένως εφάρμοσε και ερμήνευσε τις προαναφερόμενες διατάξεις του νόμου και πρέπει, να γίνουν δεκτοί οι συναφείς λόγοι της κρινόμενης εφέσεως ως βάσιμοι και από ουσιαστικής απόψεως, να εξαφανισθεί η υπ’ αριθ. 2365/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (προσβαλλομένη), και αφού κρατηθεί η υπόθεση, κατ’ άρθρο 535 παρ. 1 ΚΠολΔ, από το Δικαστήριο τούτο να δικαστεί εκ νέου η από 4/12/2017 ανακοπή, να γίνει δεκτή ως βάσιμη ως προς τον συναφή λόγο της (πρώτος λόγος) και να ακυρωθεί η αρξάμενη σε βάρος του ανακόπτοντος ήδη εκκαλούντος αναγκαστική εκτέλεση βάσει της από 29/11/2017 επιταγής προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου πρώτου απογράφου εκτελεστού της υπ’ αριθ. 345/2015 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά. Πρέπει ακόμη να καταδικαστεί ο εφεσίβλητος στην δικαστική δαπάνη του εκκαλούντος του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθ. 16, 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ),  όπως ειδικότερα στο διατακτικό, και να διαταχθεί, λόγω της νίκης του εκκαλούντος η επιστροφή του κατατεθέντος εκ μέρους της παραβόλου.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 1/6/2018 (αριθ.καταθ. ………../4.6.2018) έφεση.

Εξαφανίζει την υπ’ αρ. 2365/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία περιουσιακών διαφορών).

Κρατεί και δικάζει την από 4/12/2017 (αριθ.καταθ. ……../012) ανακοπή.

Δέχεται αυτή ως βάσιμη.

Ακυρώνει την αρξάμενη διαδικασία της αναγκαστικής εκτελέσεως δυνάμει της από 29/11/2017 επιταγής προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου πρώτου απογράφου εκτελεστού της υπ’ αριθ. 343/2015 αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά.

Καταδικάζει τον εφεσίβλητο στα δικαστικά έξοδα του εκκαλούντος του παρόντα βαθμού δικαιοδοσίας και τα καθορίζει στο χρηματικό ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.

Διατάσσει την επιστροφή στον εκκαλούντα του κατατεθέντος εκ μέρους του παραβόλου των εκατό (100) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  27 Σεπτεμβρίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ