Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 652/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός:    652    /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 Αποτελούμενο από τον Δικαστή Νικόλαο Κουτρούμπα, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η από 28.3.2018 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …./2018 και Ε.Α.Κ. …./2018 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά για προσδιορισμό με Γ.Α.Κ. …/2018 και Ε.Α.Κ. …./2018) έφεση του …………….. κατά της 273/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων την από 12.10.2015 (με Γ.Α.Κ. …/2015 και αριθμό κατάθεσης …./2015) αγωγή του νυν εκκαλούντος κατά της εφεσίβλητης, την απέρριψε στην ουσία της, έχει ασκηθεί νόμιμα κατ’ άρθρο 495 παρ.1 ΚΠολΔ κι εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 518 παρ.2 του ίδιου Κώδικα, καθώς οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης που δημοσιεύθηκε στις 15.1.2018, χωρίς να παρέλθουν δύο έτη από τη δημοσίευση αυτή μέχρι την άσκηση της έφεσης την 1.6.2018. Πρέπει, λοιπόν, η ως άνω έφεση, η οποία αρμοδίως κατ’ άρθρο 19 του ΚΠολΔ εισάγεται ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου για να δικασθεί με την ειδική διαδικασία που εφαρμόζεται για την εκδίκαση της υπόθεσης στον πρώτο βαθμό (άρθρο 591 παρ.7 ΚΠολΔ), να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, καθώς για το παραδεκτό της έχει κατατεθεί το απαιτούμενο κατ’ άρθρο 495 παρ.2 στοιχ. Αβ ΚΠολΔ παράβολο εξοφλημένο (βλ. το φωτοτυπημένο με κωδικό ……….. e-παράβολο ποσού 100 ευρώ του Υπουργείου Οικονομικών και την από 31.5.2018 βεβαίωση της ALPHABANK- AlphaWebBanking για την επιτυχή εκτέλεση της πληρωμής).

Με την προαναφερόμενη από 12.10.2015 αγωγή του ο ενάγων και ήδη εκκαλών υποστήριζε ότι την 3.2.2015, στην κεντρική οδό της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης Περάματος οδηγώντας την υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας …………. δίκυκλη μοτοσικλέτα ιδιοκτησίας του ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα, λόγω της πρόσκρουσης που δέχθηκε από το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ………….. Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο εξερχόμενο από χώρο στάθμευσης και από αποκλειστική υπαιτιότητα του οδηγού του, αρχικώς πρώτου εναγόμενου, κατά του οποίου παραιτήθηκε πρωτοδίκως από την αγωγή, το οποίο (αυτοκίνητο) ήταν ασφαλισμένο για την αστική ευθύνη του έναντι τρίτων στη δεύτερη εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία. Ζητούσε, λοιπόν, κατόπιν παραδεκτής μετατροπής της αγωγής του από καταψηφιστική σε αναγνωριστική και περιορισμού του υπό στοιχεία ΙΑ αγωγικού του κονδυλίου κατά το ποσό των 798,6 ευρώ, λόγω του τραυματισμού που υπέστη και των υλικών ζημιών που προκλήθηκαν στη μοτοσικλέτα του, να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρίας να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 40.672,54 ευρώ που αντιστοιχεί σε απολεσθέντα εισοδήματα, δαπάνη απολεσθέντων ενσήμων Ι.Κ.Α., δαπάνη αποκλειστικής νοσοκόμας, έξοδα για βελτιωμένη διατροφή και για μεταφορά με ταξί, αποζημίωση για την καταστροφή ατομικών ειδών, δαπάνη φροντιστηριακών μαθημάτων, αποζημίωση για αγορά ανταλλακτικών δικύκλου, για επισκευαστικές εργασίες και για εμπορική υπαξία και σε χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την 273/2018 απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή πλήρως ορισμένη και νόμιμη, πλην του αιτήματος περί προσωρινής εκτελεστότητας, την απέρριψε στην ουσία της, δεχόμενο ότι το ατύχημα έλαβε χώρα σε συμβολή οδών, όπου δεν υπήρχε σήμανση, ότι ο οδηγός του Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου δεν έβγαινε από χώρο στάθμευσης αλλά κινείτο κανονικά σε δρόμο και ότι αυτός είχε προτεραιότητα ως εκ δεξιών ερχόμενος σε σχέση με τον δρόμο όπου έβαινε η δίκυκλη μοτοσικλέτα του ενάγοντος, με αποτέλεσμα αποκλειστική υπαιτιότητα για το ατύχημα να έχει ο τελευταίος που δεν παραχώρησε προτεραιότητα και δεν είχε τεταμένη την προσοχή του. Ήδη με την ένδικη έφεση, ο εκκαλών παραπονείται για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανισθεί, άλλως να μεταρρυθμισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, με σκοπό να γίνει δεκτή στο σύνολό της η αγωγή του. Σημειωτέον ότι τα εσφαλμένα αριθμητικά στοιχεία ως προς την ημερομηνία και τον ειδικό αριθμό κατάθεσης της αγωγής του εκκαλούντος στο αιτητικό του δικογράφου της έφεσης, όπως τα σχετικά σφάλματα επισημαίνει και αυτός στις προτάσεις του, δεν προκαλούν απαράδεκτο του ένδικου μέσου, εφόσον προκύπτει η ταυτότητα της διαφοράς και με δεδομένο ότι αναγράφεται ορθά ο αριθμός της εκκαλούμενης απόφασης και ο γενικός αριθμός κατάθεσης δικογράφου της αγωγής (βλ. για τα απαιτούμενα κατ’ άρθρο 520 στοιχεία του εφετηρίου, Χ. Τριανταφυλλίδη σε Κυριάκου Οικονόμου Η έφεση, έκδοση 2017, σελ. 155, 156, Μιχαήλ και Άντα Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ, 2η έκδοση, σελ. 808). Ομοίως δεν τίθεται ζήτημα ακυρότητας των προτάσεων του εκκαλούντος από το γεγονός ότι εκ παραδρομής στην κεφαλίδα των προτάσεων που κατέθεσε στο Δικαστήριο αυτό, αναγράφει αντί για το ορθό «ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς», το εσφαλμένο «ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς» (πρβλ. Ν. Νίκα, Πολιτική Δικονομία ΙΙΙ, ένδικα μέσα, έκδοση 2007, σελ. 165, παρ.67).

Η εφεσίβλητη με τις προτάσεις της αρνείται την υπό κρίση έφεση και την αγωγή του εκκαλούντος και επαναφέρει παραδεκτά κατά το άρθρο 240 ΚΠολΔ τους πρωτοδίκως υποβληθέντες ισχυρισμούς της περί συνυπαιτιότητας του αντιδίκου της σε ποσοστό 95% στην πρόκληση του ατυχήματος, περί έλλειψης ενεργητικής νομιμοποιήσεώς του για τα κονδύλια ως προς τα οποία έχει επιδοτηθεί ή δικαιούται να επιδοτηθεί από τον ασφαλιστικό φορέα του, περί αοριστίας των αγωγικών αξιώσεων και ιδίως της δαπάνης για την επισκευή του δίκυκλου οχήματος, περί απαραδέκτου του αιτούμενου κονδυλίου για Φ.Π.Α., καθώς και το αίτημα σε περίπτωση επιδικάσεως των τυχόν απαιτήσεων του ενάγοντος να ισχύσει ο νόμιμος τόκος υπερημερίας.

Από τις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 300, 330 και 914 ΑΚ συνάγεται, ότι προϋποθέσεις της ευθύνης για αποζημίωση από αδικοπραξία είναι η υπαιτιότητα του υπόχρεου, η οποία υπάρχει και στην περίπτωση της αμέλειας, δηλαδή όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, η παράνομη συμπεριφορά του υπόχρεου σε αποζημίωση έναντι εκείνου που ζημιώθηκε και η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς και της ζημίας. Η παράνομη συμπεριφορά ως όρος της αδικοπραξίας μπορεί να συνίσταται όχι μόνο σε θετική πράξη, αλλά και σε παράλειψη, εφόσον στην τελευταία αυτή περίπτωση εκείνος που υπέπεσε στην παράλειψη ήταν υποχρεωμένος σε πράξη από το νόμο ή τη δικαιοπραξία, είτε από την καλή πίστη, κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη. Αιτιώδης δε συνάφεια υπάρχει, όταν η πράξη ή η παράλειψη του ευθυνόμενου προσώπου, ήταν κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας ικανή και μπορούσε αντικειμενικά να επιφέρει κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, το επιζήμιο αποτέλεσμα. Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ως αποδειχθέντα επιτρέπουν το συμπέρασμα να θεωρηθεί κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας ορισμένο γεγονός ως πρόσφορη αιτία της ζημίας υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου γιατί είναι κρίση νομική, αναγόμενη στην ορθή ή μη υπαγωγή από το δικαστήριο της ουσίας των διδαγμάτων της κοινής πείρας στην αόριστη νομική έννοια της αιτιώδους συνάφειας. Τα πιο πάνω έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση του άρθρου 10 του ν. ΓΠΝ/1911, ως προς την υπαιτιότητα των οδηγών των συγκρουσθέντων αυτοκινήτων, κατά το οποίο είναι εφαρμοστέα η διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ. Εξάλλου, η παράβαση διατάξεων του ΚΟΚ δεν θεμελιώνει αυτή καθεαυτή υπαιτιότητα στην επέλευση αυτοκινητικού ατυχήματος, αποτελεί όμως στοιχείο, η στάθμιση του οποίου από το δικαστήριο της ουσίας θα κριθεί σε σχέση με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συγκεκριμένης πράξης και του επελθόντος αποτελέσματος (ΑΠ 52/2016, ΑΠ 848/2015, ΑΠ 869/2013), ενώ μόνη η τήρηση των ελαχίστων υποχρεώσεων που επιβάλλει ο ΚΟΚ, στους οδηγούς των οχημάτων κατά την οδήγησή τους, δεν αίρει την υποχρέωσή τους να συμπεριφέρονται και πέραν των ορίων τούτων, όταν οι περιστάσεις το επιβάλλουν για την αποτροπή ζημιογόνου γεγονότος ή τη μείωση των επιζήμιων συνεπειών (ΑΠ 1500/2002, ΑΠ 1070/2001). Περαιτέρω, από τα άρθρα 12 και 19 του Ν. 2696/1999 (ΚΟΚ), ορίζονται υποχρεώσεις και κανόνες προς τους οποίους πρέπει να συμμορφώνεται ο οδηγός κάθε οχήματος, προκειμένου να αποφεύγονται, κατά το δυνατόν, ατυχήματα πεζών και οχημάτων. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 12 παρ. 1 εδ.1, ορίζεται ότι “αυτοί που χρησιμοποιούν τις οδούς πρέπει να αποφεύγουν οποιαδήποτεσυμπεριφορά που είναι ενδεχόμενο να εκθέσει σε κίνδυνο ή να παρεμβάλλει εμπόδια στην κυκλοφορία, να εκθέσει σε κίνδυνο πρόσωπα ή ζώα ή ναπροκαλέσει ζημιές σε δημόσιες ή ιδιωτικές περιουσίες”. Επίσης, α) κατά το άρθρ. 19 παρ. 1 “ο οδηγός του οδικού οχήματος, επιβάλλεται να έχει τον έλεγχο του οχήματός του, ώστε να μπορεί σε κάθε στιγμή να εκτελέσει τους απαιτούμενους χειρισμούς”, β) κατά το άρθρ. 19 παρ. 2, ο οδηγός επιβάλλεται να έχει τον έλεγχο του οχήματός του και πρέπει να έχει την επιβαλλόμενη από τις περιστάσεις ταχύτητα, η οποία μπορεί να είναι και κατώτερη της προβλεπόμενης από το νόμο, κυρίως σε κατοικημένες περιοχές και έχει υποχρέωση να τη μειώνει μέχρι διακοπής της πορείας του, όταν οι περιστάσεις το επιβάλλουν, κατά δε την παρ. 3, “ιδιαίτερα ο οδηγός επιβάλλεται να μειώνει την ταχύτητα του οχήματός του σε τμήματα της οδού με περιορισμένο πεδίο ορατότητας…, πλησίον των ισόπεδων οδικών κόμβων…”. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1 του Ν. 2696/1999 (ΚΟΚ) για την εφαρμογή του Κώδικα αυτού, νοείται ως ισόπεδος οδικός κόμβος “κάθε ισόπεδη συμβολή, διακλάδωση ή διασταύρωση οδών, συμπεριλαμβανομένων και των ελεύθερων χώρων που σχηματίζονται από αυτές”. Εξάλλου, παραχώρηση προτεραιότητας κατά το ίδιο άρθρο 2 του ΚΟΚ είναι “η υποχρέωση οδηγού οχήματος να μη συνεχίσει ή επαναλάβει την κίνηση ή τους ελιγμούς του, εάν, ενεργώντας κατ` αυτόν τον τρόπο μπορεί να υποχρεώσει τους οδηγούς άλλων οχημάτων να μεταβάλλουν απότομα την κατεύθυνση ή την ταχύτητα των οχημάτων τους…” (βλ. ΑΠ 144/2017 στην ΤΝΠ Νόμος). Ακολούθως, με τη διάταξη του άρθρου 26 παρ. 1, 4 και 5 του ιδίου κώδικα ορίζεται ότι «1. Ο οδηγός που πλησιάζει σε ισόπεδο οδικό κόμβο υποχρεούται να καταβάλλει ιδιαίτερη προσοχή για να μην προκαλέσει επί του κόμβου κίνδυνο ή παρακώλυση της κυκλοφορίας, ρυθμίζοντας την ταχύτητα του οχήματός του, ώστε να μπορεί να διακόψει την πορεία αυτού, για ναδιέλθουν τα οχήματα που έχουν προτεραιότητα…  4. Στους κόμβους η προτεραιότητα ορίζεται με κατάλληλη σήμανση.  5. Στους κόμβους χωρίς τέτοια σήμανση η προτεραιότητα ανήκει σε αυτόν που έρχεται από τα δεξιά.Κατ` εξαίρεση: α) Αυτοί που κυκλοφορούν στους αυτοκινητόδρομους, εθνικές οδούς και οδούς ταχείας κυκλοφορίας έχουν προτεραιότητα, β) Αυτοί που εισέρχονται σε οδό από χωματόδρομο, μονοπάτια, παρόδιο ιδιοκτησία, χώρο στάθμευσης και σταθμούς ανεφοδιασμού και εξυπηρέτησης οφείλουν να παραχωρούν προτεραιότητα σε αυτούς που κινούνται στην οδό, γ) Αυτοί που εκκινούν ή κινούνται προς τα πίσω, όπου αυτό επιτρέπεται, οφείλουν να παραχωρούν προτεραιότητα, δ) Τα σιδηροδρομικά ή τροχιοδρομικά οχήματα έχουν προτεραιότητα». Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών και εκείνων των άρθρων 330 και 914 ΑΚ προκύπτει ότι σε διασταύρωση οδών, όπου δεν υπάρχουν φωτεινοί σηματοδότες ούτε σήμανση, η προτεραιότητα ανήκει μεν στον οδηγό που έρχεται από δεξιά, με τις εξαιρέσεις όμως που προαναφέρθηκαν, ο δε οδηγός που κινείται από αριστερά και πλησιάζει σε διασταύρωση υποχρεούται να καταβάλει ιδιαίτερη προσοχή και να μειώσει την ταχύτητα του οχήματός του για να μην προκαλέσει στη διασταύρωση κίνδυνο. Έτσι, η υπαιτιότητα του οδηγού στην επέλευση του αυτοκινητικού ατυχήματος, εφόσον υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της συγκεκριμένης παραβάσεως του ΚΟΚ και του επελθόντος αποτελέσματος θα κριθεί με βάση τις διατάξεις αυτές (ΑΠ 1651/2001), δεν αποκλείεται δε κατά τις περιστάσεις να κριθεί συνυπαίτιος και ο οδηγός, ο οποίος πλησιάζοντας σε ισόπεδο κόμβο, αν και είχε προτεραιότητα, κατά παράβαση των ως άνω διατάξεων των άρθρων 12 και 19 ΚΟΚ, δεν οδηγούσε το όχημά του με σύνεση και τεταμένη την προσοχή του, ρυθμίζοντας την ταχύτητά του, ώστε να αποφύγει τυχόν ατύχημα επί του κόμβου (ΑΠ 1658/2002). Επομένως, η προτεραιότητα του τελευταίου δεν είναι απόλυτη, δηλαδή δεν του ανήκει σε οποιαδήποτε απόσταση από της διασταυρώσεως και αν ευρίσκεται την στιγμή της προβολής του εξερχόμενου εκ της δευτερεύουσας οδού αυτοκινήτου. Και τούτο γιατί είναι προφανές, ότι κάποτε δικαιούται να διέλθει από τη διασταύρωση και ο εξ αριστερών κινούμενος οδηγός, όταν δηλαδή μετά από έλεγχο θα διαπιστώσει ότι η διασταύρωση είναι ελεύθερη. “Ελεύθερη” νοείται η διασταύρωση όταν τα εκ δεξιών κινούμενα οχήματα (δηλ. τα έχοντα προτεραιότητα) βρίσκονται σε τέτοια απόσταση απ` αυτήν, που με το επιτρεπόμενο εκάστοτε ανώτατο όριο ταχύτητας να μην προλαβαίνουν να φτάσουν σ` αυτήν, ενώ αντιθέτως ο εξ αριστερών κινούμενος οδηγός (και μη έχων προτεραιότητα) προλαβαίνει να διέλθει (ΑΠ 309/2019 ΑΠ 301/2018, στη Νόμος). Πάντως οι διατάξεις που ορίζουν ότι κατεξαίρεση δεν έχει προτεραιότητα σε κόμβο ο εκ δεξιών ερχόμενος οδηγός, όπως σε περίπτωση που αυτός εξέρχεται από χώρο στάθμευσης, δεν έχουν ανάλογη εφαρμογή σε άλλες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα όταν ο οδηγός αυτός εξέρχεται από εξωτερικό αποθηκευτικό χώρο που δεν συνιστά χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων, αλλά χώρο εναπόθεσης αντικειμένων, τα οποία έχουν τοποθετηθεί εκεί, είτε ως άχρηστα υλικά, είτε με σκοπό να χρησιμοποιηθούν ξανά, αν κάποτε χρειαστεί, έστω και αν υπάρχει δυνατότητα να σταθμεύσει κάποιος εκεί προσωρινά και το όχημά του.

Στην προκειμένη περίπτωση, από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος, ………….., που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, από τα έγγραφα εκείνα που ειδικά επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, όχι όμως τις φωτογραφίες που προσκομίζει η εφεσίβλητη, αφού δεν γίνεται ειδική επίκληση αυτών με τις προτάσεις της αλλά αρκείται να επικαλεσθεί «όλα τα σχετικά έγγραφα που προσκομίσαμε κατά την πρωτοβάθμια διαδικασία», περιγραφή που δεν αρκεί για να προσδιορίσει την ταυτότητα εκάστου προσκομιζόμενου εγγράφου και δη των προσκομιζόμενων φωτογραφιών (βλ. ΕφΠατρ 225/2018 στη Νόμος) και όπως μεταξύ των νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενων από τον εκκαλούντα εγγράφων που λαμβάνονται υπόψη, περιλαμβάνονται: α) φωτογραφίες του τόπου του ατυχήματος και των συγκρουσθέντων οχημάτων, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 § 1 περ. γ, 448 § 2 και 457 § 4 ΚΠολΔ), οι οποίες θεωρούνται ιδιωτικά έγγραφα (ΑΠ 1626/2000 ΕλλΔνη 2001.711),  β) αντίγραφα εγγράφων της σχηματισθείσας για το ένδικο ατύχημα ποινικής δικογραφίας (έκθεση αυτοψίας τροχαίου ατυχήματος, σχεδιάγραμμα του τόπου του ατυχήματος, ένορκες καταθέσεις των οδηγών των εμπλεκομένων στο ένδικο ατύχημα οχημάτων και άλλων μαρτύρων και δη του συνεπιβάτη του εναγόμενου-εφεσίβλητου, των υπαλλήλων του ΟΛΠ που είχαν βάρδια στο σημείο εισόδου της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης και του αξιωματικού του λιμενικού που επελήφθη του ένδικου συμβάντος), που εκτιμώνται προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 359/2011 στη Νόμος, ΕφΘεσ 1271/2012 Αρμ 2014, σελ. 603), τέλος δε από τα αυτεπαγγέλτως λαμβανόμενα υπόψη κατ’ άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ διδάγματα της κοινής πείρας αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 3.2.2015 και περί ώρα 7.30 π.μ. ο ενάγων οδηγούσε την υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας …-.. δίκυκλη μοτοσικλέτα, ιδιοκτησίας του και κατευθυνόταν προς τη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Περάματος. Κατά τον χρόνο που η ως άνω δίκυκλη μοτοσικλέτα διήλθε το χώρο της κεντρικής πύλης, ο ενάγων διέκοψε την πορεία του, προκειμένου να λάβει χώρα ο καθιερωμένος έλεγχος στο φυλάκιο εισόδου από τους αρμόδιους υπαλλήλους του ΟΛΠ, έχοντας πρόθεση μετά τον έλεγχο να κινηθεί ευθεία, με κατεύθυνση τις δεξαμενές Περάματος, όπου ο τόπος εργασίας του. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, ο…………, οδηγώντας το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας …………… Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη από την κυκλοφορία του στην εναγόμενη εταιρίακινείτο στον πρώτο κάθετο δεξιό δρόμο της εισόδου της ζώνης, με ευθεία πορεία, έχοντας βγει από εξωτερικό αποθηκευτικό χώρο της ζώνης, όπου καταλήγει ο παραπάνω δρόμος. Όταν ο οδηγός του Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου έφθασε στη συμβολή του δρόμου όπου κινείτο, με τον εξ αριστερών κατά την πορεία του κάθετο δρόμοπου συνέχιζε απότην κεντρική πύλη εισόδου της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης Περάματος, διπλής κατεύθυνσης και όπου ίσχυε η εκ δεξιών προτεραιότητα των κινούμενων οχημάτων και εισήλθε στη διασταύρωση με πρόθεση να συνεχίσει την ευθεία πορεία του, εκείνη τη στιγμή, ξαφνικά και ταυτόχρονα ο ενάγων που οδηγούσετη μοτοσικλέτα του επί του δρόμου εισόδου της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης στα αριστερά του Ι.Χ.Ε. επιβατηγού αυτοκινήτου, από αμέλειά του και δη από έλλειψη της προσοχής την οποία μπορούσε και όφειλε από τις περιστάσεις να επιδείξει ως μέσος συνετός οδηγός και παρότι κινείτο με χαμηλή ταχύτητα μόλις 20 χιλιομέτρων την ώρα, καθώς μόλις είχε περάσει από τον έλεγχο της εισόδου που απείχε περίπου δέκα μέτρα από το σημείο της σύγκρουσης, οδηγώντας χωρίς σύνεση και χωρίς να έχει τεταμένη την προσοχή του στην οδήγηση, χωρίς να ασκεί κανένα έλεγχο και εποπτεία επί του οχήματός του, δεν παραχώρησε προτεραιότητα στο εκ δεξιών του κινούμενο αυτοκίνητο καίτοι είχε ορατότητα που του επέτρεπε να δει ότι αυτό ερχόταν από δεξιά του και προσέκρουσε με το εμπρόσθιο φτερό της μοτοσικλέτας του στην αριστερή πλευρά του μπροστινού προφυλακτήρα και στο εμπρόσθιο αριστερό φτερό του αυτοκινήτου, που ήταν ασφαλισμένο στην εναγόμενη εταιρία, με αποτέλεσμα να τραυματισθεί ο ενάγων και να προκληθούν υλικές ζημιές στα δύο οχήματα. Από τις συνημμένες στην έκθεση αυτοψίας της λιμενικής αρχής φωτοτυπημένες ασπρόμαυρες φωτογραφίες από τον τόπο του ατυχήματος προκύπτει ότι αυτό συνέβη όταν το ως άνω Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο είχε εισέλθει στο μέσο της οδού όπου κινείτο ο ενάγων που έχει συνολικό πλάτος 8,5 μέτρων, οπότε ο τελευταίος αν είχε τεταμένη την προσοχή του και έδειχνε επιμέλεια στο να παραχωρήσει προτεραιότητα στα εκ δεξιών ερχόμενα οχήματα, δεν θα είχε συμβεί το ατύχημα. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα στηνυπό κρίση έφεση από τον εκκαλούντα-ενάγοντα ότι το ασφαλισμένο στην εφεσίβλητη-εναγόμενη αυτοκίνητο είχε αναπτύξει μεγάλη για τις περιστάσεις ταχύτητα, δεδομένου ότι από τις φωτογραφίες που προσκομίζει ο πρώτος προκύπτει ότι ο δρόμος από τον οποίο βγήκε το παραπάνω αυτοκίνητο από τον εξωτερικό αποθηκευτικό χώρο, όπου αρχικά βρισκόταν, οριοθετείται, όπως κατέθεσε και ο Ανθυπασπιστής του Λ.Σ., ………….. στην από 17.2.2015 ένορκη κατάθεσή του από τα υπάρχοντα από τις δύο πλευρές του κτίρια, οπότε δεν φαίνεται το μήκος του να υπερβαίνει τα 15-20 μέτρα, ώστε να προλάβει το ως άνω αυτοκίνητο να αναπτύξει μεγάλη για κατοικημένη περιοχή ταχύτητα. Απεναντίας κρίνεται πειστική η προανακριτική από 3.2.2015 ένορκη κατάθεση του οδηγού του αυτοκινήτου ……………. ότι οδηγούσε και αυτός με ταχύτητα περί τα 20 χιλιόμετρα την ώρα. Σημειωτέον ότι από τις φωτογραφίες που προσκομίζονται και ιδίως από τις συνημμένες στη σχηματισθείσα προανακριτική δικογραφία φωτοτυπημένες ασπρόμαυρες φωτογραφίες από τον τόπο του ατυχήματος όπου με βέλη έχει ορισθεί η πορεία των δύο εμπλεκομένων οχημάτων πριν και μετά το ατύχημα, φαίνεται ότι στην πορεία του αυτοκινήτου προς τη διασταύρωση παρεμβάλλεται κεραμοσκεπές κτίριο, το οποίο αναγκαστικά πρέπει να περάσει ο οδηγός και να εισέλθει στη διασταύρωση για να αποκτήσει ορατότητα του δρόμου εισόδου της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης και των οχημάτων που κινούνται από τα αριστερά του σε αυτόν. Περαιτέρω, με τον πρώτο λόγο της έφεσής του ο εκκαλών-ενάγων υποστηρίζει ότι έσφαλε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αποδεχόμενο τους ισχυρισμούς της εφεσίβλητης ότι το ασφαλισμένο σε αυτή αυτοκίνητο είχε κατά την κίνησή του προτεραιότητα έναντι της από τα αριστερά του ερχόμενης δίκυκλης μοτοσικλέτας του ενάγοντος προτεραιότητα, καθώς στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη ένας είναι ο κεντρικός δρόμος, αυτός επί του οποίου κινείτο ο ενάγων με τη μοτοσικλέτα του και από εκεί και πέρα υπάρχουν διάφορα «περάσματα», όπως αυτό από το οποίο εξήλθε το όχημα του …………… που καταλήγουν σε αποθήκες ή χώρους στάθμευσης, υπαίθριους και μη, αλλά και πλωτές δεξαμενές, από τα οποία όμως (περάσματα) οι οδηγοί που τα χρησιμοποιούν, όταν εξέρχονται και συναντώνται με τον κεντρικό δρόμο εισόδου της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης οφείλουν να παραχωρούν προτεραιότητα. Ότι σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για διασταύρωση δύο δρόμων ή συμβολή άνευ σήμανσης και ότι στην προκειμένη περίπτωση το ασφαλισμένο στην εφεσίβλητη όχημα βγήκε στον κεντρικό δρόμο όπου κινείτο ο εκκαλών, από πέρασμα που είναι είσοδος-έξοδος υπαίθριου χώρου στάθμευσης. Ότι επομένως, εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν εφάρμοσε την παράγραφο 5 περίπτωση β’ του άρθρου 26 του Κ.Ο.Κ. και δεν απέδωσε αποκλειστική υπαιτιότητα ως προς την πρόκληση του ατυχήματος στον οδηγό του αυτοκινήτου. Ωστόσο, τα όσα παραπάνω διαλαμβάνονται στον πρώτο λόγο της ένδικης έφεσης κρίνονται ουσία αβάσιμα. Καταρχάς, οδός κατά το άρθρο 2 του Κ.Ο.Κ. είναι ολόκληρη η επιφάνεια που προορίζεται για τη δημόσια κυκλοφορία, ενώ δεν υφίσταται η έννοια του «περάσματος», όπως την εννοεί ο εκκαλών. Στην προκειμένη περίπτωση, απ’ όλες τις φωτογραφίες που προσκομίζει ο εκκαλών και μάλιστα και από τις τραβηγμένες μέσω δορυφόρου της Google προκύπτει ότι κάθετα στον κεντρικό δρόμο μετά την πύλη εισόδου της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης όπου κινείτο αυτός, υπάρχει δρόμος με ασφαλτόστρωση, ο οποίος από την πλευρά που ήρθε το αυτοκίνητο του ……….., περίπου μετά από 15-20 μέτρα καταλήγει σε μεγάλης επιφάνειας περιβαλλόμενο από κτίρια-αποθήκες και περίφραξη εξωτερικό χώρο αποθήκευσης που είναι στρωμένος με μεγάλες τετράγωνες πλάκες πεζοδρομίου. Στην αντίθετη κατεύθυνση, ο ίδιος δρόμος μετά τη διασταύρωσή του με τον δρόμο εισόδου της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης συνεχίζει ασφαλτοστρωμένος χωρίς να φαίνεται πού καταλήγει. Κατά την κρίση αυτού του Δικαστηρίου πρόκειται για οδό που επιτρέπει τη δημόσια κυκλοφορία των οχημάτων υπό την έννοια του άρθρου 2 του Κ.Ο.Κ., έστω και αν στο τέρμα της από την πλευρά που εξήλθε το ως άνω αυτοκίνητο εξυπηρετεί αυτούς που επιθυμούν να εισέλθουν στον παραπάνω αποθηκευτικό χώρο, είτε για να εργασθούν, είτε για άλλο λόγο. Για «κάθετο δρόμο της κεντρικής εισόδου της Ζώνης, όπως αυτός οριοθετείται από τα υπάρχοντα κτίρια» κάνει λόγο στην από 17.2.2015 προανακριτική ένορκη κατάθεσή του ο Ανθυπασπιστής του Λιμενικού Σώματος ………….. που στις 3.2.2015 εκτελούσε βάρδια Αξιωματικού Υπηρεσίας στο Λιμενικό Κατάστημα. Ο ισχυρισμός, λοιπόν, του εκκαλούντος-ενάγοντος ότι ο τόπος του ατυχήματος δεν αποτελεί κατά τους ορισμούς του άρθρου 26 παρ.1 και 5 του Κ.Ο.Κ. συμβολή, διακλάδωση ή διασταύρωση οδών τυγχάνει ουσιαστικά αβάσιμος, καθώς διασταύρωση δύο οδών αποτελεί η τομή ενός δρόμου με έναν άλλον, ενώ συμβολή οδού, δρόμου ή περάσματος είναι το σημείο, όπου συναντώνται ή ενώνονται δύο ή περισσότεροι δρόμοι, στην προκειμένη δε περίπτωση, το ατύχημα έλαβε χώρα στο σημείο που διασταυρώνονται οι δύο δρόμοι. Περαιτέρω, ο εκκαλών υποστηρίζει ότι εσφαλμένως δεν εφαρμόσθηκε πρωτοδίκως το άρθρο 26 παρ.5 στοιχ.β’ του Κ.Ο.Κ. που ορίζει ότι «αυτοί που εισέρχονται σε οδό από χωματόδρομο, μονοπάτια, παρόδιοι διοκτησία, χώρο στάθμευσης και σταθμούς ανεφοδιασμού και εξυπηρέτησηςοφείλουν να παραχωρούν προτεραιότητα σε αυτούς που κινούνται στην οδό», ισχυριζόμενος ότι ο οδηγός του υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ………… αυτοκινήτου εξερχόταν από υπαίθριο χώρο στάθμευσης και ότι άρα όφειλε να παραχωρήσει προτεραιότητα στο δικό του όχημα που κινείτο από τα αριστερά στον δρόμο εισόδου της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης. Εντούτοις, οι μάρτυρες στην προανάκριση που γνωρίζουν καλά την περιοχή της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης, καθώς είναι ο τόπος όπου εργάζονται και συγκεκριμένα οι δύο υπάλληλοι του ΟΛΠ, ……….. και .. …….. που εκτελούσαν πρωινή βάρδια 06:00 με 14:00 στην πύλη εισόδου της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης Περάματος όταν συνέβη το ατύχημα, κάνουν λόγο στις από 18 και 17.2.2015 ένορκες καταθέσεις τους αντίστοιχα, ότι ο οδηγός του Ι.Χ. «βγήκε από ένα πέρασμα που οδηγεί σε ένα εξωτερικό αποθηκευτικό χώρο της Ζώνης» και δεν μιλούν για υπαίθριο χώρο στάθμευσης. Αλλά και ο ίδιος ο εκκαλών-ενάγων στην από 6.2.2015 προανακριτική κατάθεσή του δεν αναφέρει τίποτε για έξοδο από υπαίθριο χώρο στάθμευσης αλλά καταθέτει ότι «το Ι.Χ. αυτοκίνητο που έπεσε επάνω μου βγήκε από ένα δρομάκι ο οποίος χρησιμοποιείται μόνο από τους εργαζόμενους που έχουν νοικιάσει τους χώρους για εργασία από τον ΟΛΠ». Δηλαδή και ο ίδιος δεν θεωρούσε τότε ότι ο ………. εξήλθε από υπαίθριο χώρο στάθμευσης. Αλλά και από τις φωτογραφίες που προσκομίζει ο εκκαλών, ιδίως δε από τις φωτογραφίες που έχουν τραβηχθεί από ψηλά από την Google φαίνεται ότι στον εξωτερικό χώρο που βρίσκεται στο τέλος του δρόμου από τον οποίο εξήλθε στη διασταύρωση ο …….. είναι τοποθετημένοι στο βάθος, σε κάποια τμήματα του χώρου αυτού γερανοί, εμπορευματοκιβώτια, βοηθητικά μηχανήματα, κομπρεσέρ, λίγα φορτηγά και ελάχιστα, δύο έως τρία αυτοκίνητα μόνο μπροστά στην είσοδο των αποθηκών, έτσι ώστε ο χώρος αυτός και οπτικά να δίνει την εντύπωση χώρου εξωτερικής αποθήκευσης και εργασίας των μισθωτών των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται εκεί και όχι υπαίθριου χώρου στάθμευσης. Άλλωστε στις φωτογραφίες που προσκομίζει ο εκκαλών-ενάγων που δείχνουν την περιοχή γύρω από τον δρόμο εισόδου της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης και τις παρακείμενες οδούς φαίνονται σταθμευμένα αρκετά αυτοκίνητα, ακόμη και κοντά στην κεντρική είσοδο, έτσι ώστεστο σημείο απ’ όπου ξεκίνησε την πορεία του το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ………. Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο του …….. να μη διακρίνεται υπαίθριος χώρος στάθμευσης, όπως θα δινόταν μια τέτοια οπτική εντύπωση από τη συγκέντρωση ιδίως εκεί αυτοκινήτων σε σύγκριση με τους γύρω δρόμους της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης. Μόνο η μητέρα του εκκαλούντος-ενάγοντος στην κατάθεσή της ως μάρτυρας ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου υποστήριξε ότι o …………. βγήκε από πάρκινγκ και ότι όλοι εκεί παρκάρουν τα αυτοκίνητά τους, πλην όμως η κατάθεσή της κρίνεται μειωμένης αξιοπιστίας, καθώς σε αντίθεση με τους μάρτυρες στην προανάκριση, αυτή όντας νοικοκυρά, δεν μεταβαίνει καθημερινά στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Περάματος, ώστε να έχει ξεκάθαρη γνώση της λειτουργίας του χώρου από τον οποίο εξήλθε το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ………… Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο. Επομένως, αφ’ ης στιγμής διασταυρώνονται οι πορείες των οχημάτων των διαδίκων, υποχρεωτικά ισχύει ο νόμος της εκ δεξιών προτεραιότητας, χωρίς να συντρέχει μία από τις εξαιρέσεις του άρθρου 26 παρ.5 περ.α-δ του Κ.Ο.Κ. Έτσι, σε χωρίς σήμανση ισόπεδο οδικό κόμβο (διασταύρωση οδών) η προτεραιότητα ανήκει στον από δεξιά ερχόμενο, ο δε από αριστερά ερχόμενος οφείλει να διακόψει την ταχύτητα του οχήματος του για να διέλθει ο άλλος, ο οποίος, όταν έχει κανονική ταχύτητα, δεν πρέπει να υποχρεωθεί να τη μεταβάλει απότομα με τροχοπέδη. Αν και οι δύο οδηγοί τηρήσουν αυτές τις υποχρεώσεις, δεν θα προκληθεί (λογικά) κίνδυνος στον οδικό κόμβο. Εξάλλου, επισημαίνεται ότι δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι ένας δρόμος είναι περισσότερο κεντρικός από κάποιον άλλον, εφόσον αυτός δεν έχει χαρακτηρισθεί ως δρόμος προτεραιότητας, κατά τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις του άρθρου 52 του Κ.Ο.Κ. Εν προκειμένω, παρά το γεγονός ότι ο δρόμος, επί του οποίου κινείτο ο εκκαλών-ενάγων χαρακτηρίζεται ως κεντρικός από τους μάρτυρες που έχουν δώσει προανακριτικές καταθέσεις, σε σύγκριση με το δρόμο όπου κινείτο το ασφαλισμένο στην εφεσίβλητη-εναγόμενη αυτοκίνητο, ο ως άνω δρόμος δεν έχει χαρακτηριστεί ως δρόμος προτεραιότητας κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 52 του Κ.Ο.Κ. και επομένως ισχύει η εκ δεξιών προτεραιότητα. Ομοίως κρίνοντας το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση δεν έσφαλε στην εκτίμηση των αποδείξεων και στην εφαρμογή του νόμου, τα όσα δε αντίθετα υποστηρίζει με τον πρώτο λόγο έφεσης ο εκκαλών τυγχάνουν ουσία αβάσιμα.

Παρακάτω με τον δεύτερο λόγο έφεσης, ο εκκαλών παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν εκτίμησε ορθά τις αποδείξεις ως προς τις συνθήκες πρόκλησης του επίδικου ατυχήματος, καθώς δέχθηκε ότι το ως άνω ασφαλισμένο στην εφεσίβλητη αυτοκίνητο είχε μπει στη διασταύρωση και κατόπιν το δίκυκλο του εκκαλούντος-ενάγοντος επέπεσε σε αυτό, με τον δικυκλιστή να μην έχει τεταμένη την προσοχή του στην οδήγηση και να προσκρούσει στο αυτοκίνητο. Ότι έτσι αγνόησε το γεγονός ότι υλική ζημιά στο εμπρόσθιο οριζόντιο τμήμα του προφυλακτήρα έχει υποστεί το αυτοκίνητο και όχι το δίκυκλο, το οποίο φέρει υλική ζημιά στο πλάγιο δεξιό εμπρόσθιο φτερό με απολύτως άθικτο το εμπρόσθιο τμήμα του (πλαστικό κάλυμμα του τροχού, ρόδα κλπ). Ότι αν έκρινε ορθά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο θα δεχόταν ότι το δίκυκλο είχε φτάσει πρώτο στο σημείο της σύγκρουσης και ότι το Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο κατόπιν το εμβόλισε με την αριστερή γωνία του εμπρόσθιου προφυλακτήρα, ότι το δίκυκλο «δίπλωσε» χτυπώντας σε δύο σημεία πλάγια του αυτοκινήτου και με το εμπρόσθιο φτερό και με το πίσω, πριν εκσφενδονίσει τον αναβάτη του με σφοδρότητα αρκετά μέτρα μακριά. Ότι επίσης το Δικαστήριο έσφαλε, καθώς δεν δέχθηκε ότι ο . ….. είχε αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα που δεν του επέτρεπε στο ελάχιστο να έχει την εποπτεία και τον έλεγχο του αυτοκινήτου του και γιατί δεν δέχθηκε ότι κι ο ίδιος δεν έλεγξε την κίνηση πριν εισέλθει στη διασταύρωση, όντας τουλάχιστον συνυπαίτιος του ατυχήματος. Ωστόσο, οι παραπάνω αιτιάσεις του εκκαλούντος δεν αποδεικνύονται βάσιμες. Ως προελέχθη, όπως προκύπτει από την έκθεση αυτοψίας της Λιμενικής Αρχής Περάματος αλλά και τις φωτογραφίες που τη συνοδεύουν ο εκκαλών χτύπησε με το μπροστινό φτερό της δίκυκλης μοτοσικλέτας του στην αριστερή πλευρά του μπροστινού προφυλακτήρα και το εμπρόσθιο αριστερό φτερό του ασφαλισμένου στην εφεσίβλητη αυτοκινήτου. Δεν υπάρχουν υλικές ζημιές καθ’ όλο το μήκος του μπροστινού προφυλακτήρα του υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ………… Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου, ούτε καθ’ όλη τη δεξιά πλευρά της μοτοσικλέτας, όπως θα αναμενόταν, αν ίσχυε η εκδοχή του ατυχήματος που προβάλλει ο εκκαλών, ήτοι ότι είχε φθάσει πρώτος στη διασταύρωση των δύο οδών και ότι τότε εμφανίστηκε ξαφνικά το ως άνω αυτοκίνητο και τον εμβόλισε. Αντίθετα, από την εκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων που πιο πάνω αναφέρονται προκύπτει ότι στο σημείο της διασταύρωσης των δύο οδών έφθασαν ταυτόχρονα τα δύο οχήματα. Κατ’ εφαρμογή δε του κανόνα της εκ δεξιών προτεραιότητας, όφειλε ο εκκαλών-ενάγων να διακόψει την πορεία του για να παραχωρήσει προτεραιότητα στο αυτοκίνητο, κάτι που δεν έπραξε προκαλώντας το ένδικο ατύχημα. Το αυτοκίνητο προχώρησε από τον πρώτο κάθετο δρόμο από τον οποίο μπήκε στη διασταύρωση με μικρή ταχύτητα 20 χιλιομέτρων την ώρα, καθώς κατά τα ανωτέρω είχε εξέλθει προηγουμένως από εξωτερικό αποθηκευτικό χώρο και δεν είχε προλάβει να αναπτύξει ταχύτητα. Άλλωστε ούτε ο ίδιος ο ενάγων στην πρώτη του προανακριτική κατάθεση στις 6.2.2015 καταλόγισε στον οδηγό του αυτοκινήτου ότι είχε αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα, αλλά θεωρούσε ότι έφταιγε γιατί δεν του είχε παραχωρήσει προτεραιότητα καίτοι εκείνος (ο ενάγων) κινείτο στην κεντρική οδό εισόδου-εξόδου της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης, ενώ ο εκ δεξιών δρόμος όπου κινείτο το υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ……….. αυτοκίνητο είναι μικρότερος δρόμος («δρομάκι»). Τέλος, δεν αποδείχθηκε ότι ο ……… δεν οδηγούσε με σύνεση και δεν είχε τεταμένη την προσοχή του κατά την οδήγηση του ως άνω οχήματός του, ούτε ότι δεν έλεγξε την κυκλοφορία των οχημάτων στη διασταύρωση, καθώς έχοντας προτεραιότητα έναντι των οχημάτων που κινούνταν εξ αριστερών του στην οδό της πύλης εισόδου της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης εισήλθε με χαμηλή ταχύτητα στη διασταύρωση, χωρίς να υποχρεούται να σταματήσει εντελώς την κίνησή του πριν από αυτή, υποχρέωση που βάρυνε τον ενάγοντα που δεν είχε προτεραιότητα. Σχετικά με το ότι ο οδηγός του αυτοκινήτου έλεγξε την κίνηση στον δρόμο εισερχόμενος στην παραπάνω διασταύρωση κατέθεσε ο συνεπιβάτης στο όχημά του ………. στην από 12.2.2015 προανακριτική του κατάθεση. Ενόψει των ανωτέρω και κατόπιν παραδεκτής συμπλήρωσης των αιτιολογιών της εκκαλούμενης με τις αιτιολογίες της παρούσας απόφασης κατ’ άρθρο 534 του ΚΠολΔ, ορθά το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εκτιμώντας τις αποδείξεις, έκρινε ότι αποκλειστικά υπαίτιος για την πρόκληση του ατυχήματος είναι ο ενάγων, χωρίς να βαρύνεται με κάποιο βαθμό συνυπαιτιότητας ο οδηγός του υπ’ αριθμ. κυκλοφορίας ………. αυτοκινήτου, του οποίου την έναντι τρίτων αστική ευθύνη ασφάλιζε η εναγόμενη και ακολούθως απέρριψε την αγωγή στην ουσία της. Επομένως, κρινόμενου ουσιαστικά αβάσιμου και του δεύτερου λόγου έφεσης και μη απομένοντος άλλου λόγου προς εξέταση, πρέπει αυτή να απορριφθεί στο σύνολό της. Ωστόσο, τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ τους κατ’ άρθρο 179 του ΚΠολΔ καθώς κρίνεται ότι η ερμηνεία της διατάξεως του άρθρου 26 παρ.5 περ.β’ του Κ.Ο.Κ. ήταν, στην προκειμένη περίπτωση, ιδιαίτερα δυσχερής. Τέλος, λόγω της απόρριψης της εφέσεως πρέπει να διαταχθεί κατ’ άρθρο 495 παρ.4 του ΚΠολΔ η εισαγωγή του με κωδικό ……….. e-παράβολου ποσού 100 ευρώ του Υπουργείου Οικονομικών που κατέθεσε ο εκκαλών για την παραδεκτή άσκηση του ως άνω ένδικου μέσου, στο δημόσιο ταμείο, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 28.3.2018 (κατατεθείσα στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιά με Γ.Α.Κ. …../2018 και Ε.Α.Κ. …../2018 και στη γραμματεία του Εφετείου Πειραιά για προσδιορισμό με Γ.Α.Κ. …./2018 και Ε.Α.Κ. …../2018) έφεση κατά της 273/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας μεταξύ τους.

Διατάσσει την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του με κωδικό …………. e-παράβολου ποσού εκατό (100 ευρώ) του Υπουργείου Οικονομικών, που κατέθεσε ο εκκαλών για την άσκηση της έφεσής του.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 5.11.2019.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ