Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 267/2018

Αριθμός   267/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Μαρία Παπαδογρηγοράκου, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  Γ.Λ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

  Οι κρινόμενες ……/20.10.2015 και …../22.10.2015 εφέσεις κατά της οριστικής με αριθμό 3556/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 επ. του ΚΠολΔ (άρθρο 82 του ΚΙΝΔ) αντιμωλία των διαδίκων επί της με αριθμό …../29.12.2014 αγωγής των εναγόντων ήδη εκκαλούντων – εφεσιβλήτων ναυτικών, έχουν ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις με κατάθεση αυτής στη Γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και εμπροθέσμως, αφού αφενός δεν προκύπτει ότι έγινε επίδοση της εκκαλουμένης ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση, ενώ δεν έχει παρέλθει τριετία από την έκδοση της εκκαλουμένης (άρθρα 19, 495 παρ. 1 και 4, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 όπως ίσχυε πριν το ν. 4335/2015 και 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ). Ακολούθως οι προαναφερόμενες εφέσεις πρέπει να γίνουν δεκτές κατά το τυπικό τους μέρος και να ερευνηθούν περαιτέρω κατ’ ουσίαν κατά την ίδια παραπάνω ειδική διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι ως προς τις διαφορές αυτές υπάρχει απαλλαγή από το παράβολο εφέσεως του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το ν. 4055/2012 συνεκδικαζόμενες, λόγω της προφανούς συνάφειας αυτών αφού πλήττουν την ίδια απόφαση (άρθρα 246, 524 και 591 ΚΠολΔ).

Στην προκειμένη περίπτωση, με τη με αριθμό ……/29.12.2014 αγωγή τους οι ενάγοντες ήδη εκκαλούντες και εφεσίβλητοι ναυτικοί εξέθεταν ότι δυνάµει διαδοχικών συµβάσεων εξαρτηµένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά, µεταξύ αυτών και της εναγοµένης ήδη εφεσίβλητης ανώνυμης ναυτιλιακής εταιρείας, πλοιοκτήτριας του µε ελληνική σηµαία επιβατηγού-οχηµαταγωγού πλοίου «ΒΗ», µε αριθµό νηολογίου Πειραιά …, Δ.Δ.Σ. …., ΙΜΟ …., ολικής χωρητικότητας 13.615.17 κόρων, Κ.Κ.χ. 8.434,13, ναυτολογήθηκαν στο παραπάνω πλοίο, το οποίο εκτελούσε καθηµερινά τα αναλυτικά αναφερόµενα στην αγωγή τους δροµολόγια, ο πρώτος αρχικά ως ναύτης και εν συνεχεία ως υποναύκληρος και ο δεύτερος ως θαλαµηπόλος, και ότι οι συμβάσεις εργασίας τους διέπονταν από την ελληνική ΣΣΝΕ Πληρωµάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων. Ότι εργάστηκαν κατά τα αναλυτικά αναφερόµενα στην αγωγή χρονικά διαστήµατα, η δε ναυτολόγηση του πρώτου διήρκησε µέχρι τις 25-10-2014, οπότε και απολύθηκε στο λιµάνι του Πειραιά, αµοιβαία συναινέσει αυτού και του πλοιάρχου και του δεύτερου έως τις 4-12-2014, οπότε και απολύθηκε στο λιµάνι του Πειραιά, αµοιβαία συναινέσει αυτού και του πλοιάρχου. Ότι ο πρώτος καθ’ όλη τη διάρκεια της σύµβασής του, εργαζόταν επί επτά ηµέρες την εβδοµάδα και επί δεκαέξι ώρες την ηµέρα το ένα δεκαπενθήµερο του µήνα και δέκα ώρες την ηµέρα το δεύτερο δεκαπενθήµερο του µήνα, δεν του χορηγούνταν οι προβλεπόµενες από την εφαρµοστέα συλλογική σύµβαση διανυκτερεύσεις, ενώ το πλοίο εκτέλεσε τα αναφερόµενα στην αγωγή δροµολόγια εξπρές. Ότι ο δεύτερος ενάγων καθ’ όλη τη διάρκεια της σύµβασής του, εργαζόταν επί επτά ηµέρες την εβδοµάδα και επί δεκαέξι ώρες την ηµέρα, δεν του χορηγούνταν οι προβλεπόµενες από την εφαρµοστέα συλλογική σύµβαση διανυκτερεύσεις, ενώ το πλοίο εκτέλεσε τα αναφερόµενα στην αγωγή δροµολόγια εξπρές. Ότι η εναγοµένη και ήδη εφεσίβλητη εκκαλούσα ανώνυμη ναυτιλιακή εταιρία, καθ’ όλη τη διάρκεια των συµβάσεών τους, δεν κατέβαλε σε αυτούς το σύνολο των αποδοχών για τις υπερωρίες που πραγµατοποίησαν, ούτε συνυπολόγισε αυτές για την καταβολή των λοιπών δεδουλευµένων αποδοχών τους, µε αποτέλεσµα να οφείλονται σε αυτούς διαφορές για πρόσθετη αµοιβή υπερωριακής εργασίας, πρόσθετη αµοιβή δροµολογίων εξπρές, διαφορές επιδοµάτων εορτών Χριστουγέννων 2013 και 2014 και Πάσχα 2013 και 2014, αποζηµίωση για µη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις, καθώς και αποζηµίωση απόλυσης. Ακολούθως μετά τον περιορισμό του αγωγικού αιτήματος με εν μέρει μετατροπή του καταψηφιστικού αιτήματος σε έντοκο αναγνωριστικό αιτήθηκαν συνολικά ο πρώτος από αυτούς α) να υποχρεωθεί η εναγοµένη να του καταβάλει για πρόσθετη αµοιβή δροµολογίων εξπρές, διαφορές επιδοµάτων εορτών Χριστουγέννων 2013 και 2014 και Πάσχα 2013 και 2014, καθώς και για αποζηµίωση απόλυσης, το συνολικό ποσό των 19.758,24 ευρώ β) να αναγνωριστεί ότι η εναγόµενη οφείλει να του καταβάλει, για διαφορές πρόσθετης αµοιβής υπερωριακής εργασίας, καθώς και για αποζηµίωση για µη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις, το συνολικό ποσό 18.392,44 ευρώ και συνολικά το ποσό των 38.150,68 και ο δεύτερος α) να υποχρεωθεί η εναγοµένη να του καταβάλει για πρόσθετη αµοιβή δροµολογίων εξπρές, διαφορές επιδοµάτων εορτών Χριστουγέννων 2013 και 2014 και Πάσχα 2013 και 2014, καθώς και για αποζηµίωση για µη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις, το συνολικό ποσό των 19.921,11 ευρώ και β) να αναγνωριστεί ότι η εναγόµενη οφείλει να του καταβάλει, για διαφορές πρόσθετης αµοιβής υπερωριακής εργασίας, καθώς και για αποζηµίωση απόλυσης, το συνολικό ποσό 36.213,83 ευρώ και συνολικά το ποσό 56.134,94 ευρώ άπαντα τα ανωτέρω ποσά δε, µε το νόµιµο τόκο από την εποµένη ηµέρα της απόλυσής τους, ήτοι για τον πρώτο από 25-10-2014 και για τον δεύτερο από 4-12-2014, άλλως από την επίδοση της αγωγής Επιχείρησαν δε να στηρίζουν την αγωγή τους επικουρικά στις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού. Η αγωγή κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη κατά την κύρια βάση της από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με έρεισμα επί των διατάξεων των άρθρων 340, 341, 345, 346, 361, 648, 652, 653 και 655 ΑΚ, άρθρων 1, 2, 53, 54, 60, 72, 74, 75, 84, 105 και 106 του ΚΙΝΔ, άρθρο μόνο της Υ.Α. 70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82 «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιουμένους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β/1982) της από 6-06-2013 Συλλογικής Σύµβασης Εργασίας Πληρωµάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2013, που κυρώθηκε µε τη µε αριθµό 3525.1.1.5/01/2013 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β’ 2079/26-08-2013), µε έναρξη ισχύος αυτής από 1-01-2013 και αντίστοιχη λήξη στις 31-12-2013 (βλ. άρθρο 3§2 της µε αριθµό 3525.1.1.5/01/2013 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου) και της από 8-04-2014 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014, που κυρώθηκε με τη με αριθμό 3525.1.5/01/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β’ 1664/24-06-2014). Στη συνέχεια  το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο τη δέχθηκε κατά ένα μέρος κατ’ουσίαν, αφού, δεχόμενο σχετικό ισχυρισμό περί εξόφλησης της εφεσίβλητης, απέρριψε το αίτημα περί καταβολής αμοιβής λόγω υπερωριακής απασχόλησης τις καθημερινές και Κυριακές, ενώ απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμο και το αιτηθέν επίδομα διανυκτερεύσεων και κατά ένα μέρος το επίδομα για δρομολόγια εξπρές, και ακολούθως αναπροσδιόρισε τα οφειλόμενα λόγω επιδομάτων εορτών ποσά και έκρινε ότι για την παραπάνω αιτία για δρομολόγια εξπρές και αποζημίωση απόλυσης η εφεσίβλητη οφείλει να καταβάλει στον πρώτο ενάγοντα ήδη εκκαλούντα εφεσίβλητο ναύτη το ποσό των 6.451,60 ευρώ και στο δεύτερο ενάγοντα ήδη εκκαλούντα εφεσίβλητο θαλαμηπόλο το ποσό των 3.059,65 ευρώ εντόκως αφότου επιδόθηκε η αγωγή. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται τώρα άπαντες οι διάδικοι με τις κρινόμενες εφέσεις τους για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση αποδείξεων και ζητούν η εκκαλούσα ναυτική εταιρία εναγομένη την εξαφάνιση της προκειμένου να απορριφθεί εξ ολοκλήρου η αγωγή για τους αναφερόμενους στην έφεση της λόγους, οι δε εκκαλούντες ναυτικοί τη μεταρρύθμιση της για τους αναφερόμενους στην έφεση τους λόγους ώστε να γίνει δεκτή εξ ολοκλήρου η αγωγή στην ουσία της.

Κατά το άρθρο 3 παρ. 1 του Ν 3239/1955, η ατομική σύμβαση εργασίας, καταρτιζόμενη υπό τίνος εκ των δεσμευομένων υπό συλλογικής συμβάσεως, θεωρείται ότι περιέχει αυτοδικαίως τους καθορισθέντες στη συλλογική σύμβαση όρους, ακυρουμένων των τυχόν αντιθέτων συμφωνιών. ΄Οροι, όμως, ατομικής συμβάσεως εργασίας ευνοϊκότεροι για το μισθωτό από τους διαλαμβανόμενους σε συλλογική σύμβαση εργασίας είναι επικρατέστεροι. Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει, ότι, εάν με την ατομική σύμβαση εργασίας, συμφωνήθηκαν αποδοχές υπέρτερες των προβλεπομένων από τη συλλογική σύμβαση και συμπεριλήφθηκε όρος ότι κάθε άλλη παροχή θα καλύπτεται από τις καταβαλλόμενες πέραν των νομίμων, ο όρος αυτός είναι ισχυρός. Τούτο ισχύει όχι μόνο για τις υφιστάμενες (παροχές) κατά το χρόνο της συνάψεως της ατομικής συμβάσεως, αλλά και για τις μέλλουσες, δηλαδή και για εκείνες που θεσπίσθηκαν μετά την κατάρτιση της συμβάσεως, στην οποία με τον ίδιο όρο συμπεριλήφθηκε πρόβλεψη για καταλογισμό στις συμφωνηθείσες υπέρτερες των νομίμων αποδοχές εκείνων, που θα θεσπισθούν τυχόν στο μέλλον, από της καθιερώσεως των οποίων ενεργοποιείται, η αιτία για την οποία καταβλήθηκαν οι υπέρτερες, δηλαδή η κάλυψη τους συμψηφιστικά. Το ίδιο ισχύει και για τις αξιώσεις από τη ναυτική εργασία, οι οποίες στηρίζονται σε ειδικές διατάξεις, και που καθορίζουν κατ` αποκοπή το ποσό της δικαιούμενης αμοιβής για πρόσθετη εργασία, γιατί η διάταξη του άρθρου 8 παρ. 4 του ΝΔ 4020/1959, η οποία προβλέπει ακυρότητα της συμβάσεως καλύψεως των υπερωριακών αμοιβών με τις πέραν των ελαχίστων ορίων συμβατικές αποδοχές στη χερσαία εργασία, δεν εφαρμόζεται στην πάγια κατ` αποκοπή αμοιβή υπερωριών, που προβλέπουν οι ΣΣΝΕ για τις ειδικότητες ναυτικών, ως μη προσιδιάζουσα προς την ιδιομορφία και τις ειδικές συνθήκες της ναυτικής εργασίας (ΑΠ 943/1988 ΕΝΔ 1990,99, Κοροτζή Ναυτικό Δίκαιο, τόμ. Α`, σελ. 326 επ., ιδίου, Ναυτικό Εργατικό Δίκαιο, σελ. 153 επ.). Συνεπώς, εάν συμφωνήθηκε μεταξύ των συμβληθέντων στη σύμβαση ναυτικής εργασίας και καταβάλλεται τακτικά και παγίως στον ναυτικό κατά τη διάρκεια της παροχής των υπηρεσιών του, εκτός του προβλεπομένου υπό της οικείας ΣΣΕ μισθού και πρόσθετο χρηματικό ποσό, αποκαλούμενο στη ναυτική ορολογία «επιμίσθιο», ως αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας, της δραστηριότητος και του ζήλου τούτου στην εκτέλεση των καθηκόντων του, άνευ προβλέψεως «καταλογισμού» αυτού προς άλλες αποδοχές, το πρόσθετο τούτο ποσόν αποτελεί μέρος του μισθού και όχι δωρεάν παροχή του πλοιοκτήτου, ελευθέρως ανακλητή ή δυναμένη μονομερώς να καταλογισθεί προς άλλες αξιώσεις του ναυτικού, απορρέουσες από τη σύμβαση (ΑΠ 1077/1986 ΕΝΔ 1987,260, ΕφΠειρ 179/1986 ΕΝΔ 1987,168), υπό τις παρακάτω αναφερόμενες προϋποθέσεις. Ειδικότερα αυτό το «επιμίσθιο» μπορεί να συμψηφισθεί προς μεταγενέστερες αυξήσεις των προβλεπομένων από τις σχετικές συλλογικές συμβάσεις αποδοχών, μόνον τότε όταν υπήρξε σχετική συμφωνία στη σύμβαση περί του καταλογισμού των μελλοντικών αυξήσεων στις παρεχόμενες συμβατικές αποδοχές (ΕφΠειρ 526/2012 ΕΝΔ 40, 381). Τέτοια περίπτωση θεωρείται ότι προκύπτει όταν συμφωνήθηκε μισθός ανώτερος του νομίμου ως κλειστός μισθός, δηλαδή όταν συμφωνηθεί αμοιβή του ναυτικού με πάγιο μηνιαίο μισθό. Η έννοια του κλειστού μισθού περιλαμβάνει και τη συμφωνία ότι οι υπέρτερες αποδοχές καταλογίζονται στα τυχόν ήδη καταβαλλόμενα ή και μελλοντικά επιδόματα, χωρίς ανάγκη ειδικού καθορισμού τους. Στο κλειστό αυτό μισθό περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός και τα επιδόματα ή άλλες παροχές, που προβλέπονται από τη σχετική ναυτική συλλογική σύμβαση εργασίας, είναι έγκυρη (άρθρο 361 ΑΚ), με την προϋπόθεση, ότι οι παραπάνω νόμιμες αποδοχές δεν είναι μεγαλύτερες από τον «κλειστό» μισθό που συμφωνήθηκε. Διαφορετικά, αν ο μισθός αυτός δεν καλύπτει το σύνολο των ελάχιστων νόμιμων αποδοχών, η συμφωνία αυτή δεν είναι έγκυρη και ο ναυτικός δικαιούται ν` αξιώσει τη διαφορά (ΑΠ 1013/2003 ΕΝΔ 2003,345, ΑΠ 225/2002 ΔΕΝ 2002,1314, ΕφΠειρ 391/2009 ΕΝΔ 2009,283, ΕφΠειρ 429/2008 ΕΝΔ 2008,284, ΕφΠειρ 30/2008 ΕΝΔ 2008,106, Καμβύση Ναυτεργατικό Δίκαιο β’ έκδοση 1994, 202επ). Βέβαια το ανωτέρω «επιμίσθιο» πρέπει να καταβάλλεται τακτικά και παγίως, ώστε να υπολογισθεί στον καταλογισμό (ΕφΠειρ 568/2009 ΕΝΔ 2009,267). Άλλως, εάν δηλαδή δεν συμφωνήθηκε κάτι τέτοιο, με τρόπο ορισμένο και ειδικό, μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, ο εργοδότης δεν έχει την δυνατότητα να προβεί στον ως άνω συμψηφισμό, περιορίζοντας έτσι μονομερώς τις συμβατικές αποδοχές του εργαζομένου (ΑΠ 1089/1987 ΕΝΔ 1988,114, ΕφΠειρ 640/2009 ΕΝΔ 2010,39, ΕφΠειρ 465/2009 ΕΝΔ 2009,276). Αντιθέτως όταν δεν εξειδικεύονται οι αποδοχές που καλύπτει ο κλειστός μισθός και υπάρχει κενό στη σύμβαση εργασίας ή γεννιέται αμφιβολία για την έννοια των βουλήσεων που δηλώθηκαν, τότε ανακύπτει θέμα ερμηνείας της σύμβασης κατ’άρθρα 173 και 200 του ΑΚ (ΕφΠειρ 185/2012 ΕΝΔ 40, 397).

Από την εκτίµηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης μηχανοδηγού πλοίων …….. και του αρχιθαλαμηπόλου ……… που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και εμπεριέχοναι στα ταυτάριθµα µε την εκκαλουμένη πρακτικά δηµόσιας συνεδρίασης, των προσκομιζόμενων όπως και πρωτοδίκως ενόρκων βεβαιώσεων των ……. και …………. μετά από προηγούμενη κλήτευση της άλλη πλευράς όπως κρίθηκε πρωτοδίκως και δεν αμφισβητήθηκε, τη με αριθμό …../2018 ένορκη βεβαίωση του ναυτόπαιδος ………… ενώπιον της Ειρηνοδίκου Πειραιά μετά από προηγούμενη κλήτευση του άλλου διάδικου μέρους χωρίς να χρειάζεται η αναγραφή του Αφμ του ενόρκως βεβαιώσαντος καθώς καταχωρήθηκε ο αριθμός δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και επομένως αυτός είναι υπαρκτό φορολογικό πρόσωπο του οποίου τα στοιχεία μπορούν να επαληθευθούν, καθώς και των εγγράφων, τα οποία οι διάδικοι επικαλούνται και προσκοµίζουν, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά µέσα είτε για να χρησιµεύσουν ως δικαστικά τεκµήρια (όπως ένορκες βεβαιώσεις που χρησιμοποιήθηκαν στα πλαίσια άλλων δικών), για µερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά παρακάτω, χωρίς όµως να παραλειφθεί κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της παρούσας διαφοράς δεδομένου ότι κατά την προκείµενη διαδικασία λαμβάνονται υπόψη και αποδεικτικά µέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόµου (άρθρο 671 § 1 ΚΠολΔ) και από όσα οι διάδικοι συνοµολογούν σχετικά με το διάστημα ναυτολόγησης την ειδικότητα και τις συμφωνηθείσες αποδοχές των εκκαλούντων εφεσίβλητων ναυτικών τα αυτεπαγγέλτως λαμβανόμενα υπόψη διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), πλήρως αποδείχθηκαν κατά την ουσιαστική κρίση του παρόντος Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγµατικά περιστατικά: Με διαδοχικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά, µεταξύ των ήδη εκκαλούντων εφεσιβλήτων, Ελλήνων απογεγραμµένων ναυτικών και της ήδη εφεσίβλητης εκκαλούσας ναυτικής εταιρείας, πλοιοκτήτριας του µε ελληνική σηµαία επιβατηγού – οχηµαταγωγού πλοίου «ΒΗ», µε αριθµό νηολογίου Πειραιά ….., Δ.Δ.Σ. …., ΙΜΟ ….., ολικής χωρητικότητας 13.615.17 κόρων, κ.κ.χ, 8.434,13, αυτοί ναυτολογήθηκαν, ο πρώτος αρχικά ως ναύτης και εν συνεχεία ως υποναύκληρος και ο δεύτερος ως θαλαµηπόλος σε αυτό. Ειδικότερα, ο πρώτος εκκαλών εφεσίβλητος ναυτολογήθηκε και εργάστηκε ως ναύτης στο παραπάνω πλοίο από 24-10-2012 έως 15-02-2013, οπότε απολύθηκε λόγω αλλαγής ειδικότητας και αυθηµερόν ναυτολογήθηκε στο ίδιο πλοίο ως υποναύκληρος έως 5-08-2013, οπότε και απολύθηκε λόγω αδείας, από 5-09-2013 έως 24-12-2013, οπότε και απολύθηκε στο λιµάνι του Πειραιά λόγω ετήσιας επιθεώρησης, από 6-02-2014 έως 9-07-2014, οπότε και απολύθηκε λόγω άδειας και από 10-08-2014 έως 25-10-2014, οπότε απολύθηκε αµοιβαία συναινέσει αυτού και του Πλοιάρχου, ενώ στη συνέχεια επαναυτολογήθηκε όπως δεν αμφισβητείται πριν την πάροδο 60 ημερών. Επίσης ο δεύτερος ναυτολογήθηκε και εργάστηκε ως θαλαµηπόλος στο παραπάνω πλοίο από 20-03-2013 έως 3-04-2013, οπότε απολύθηκε λόγω αδείας, από 11-04-2013 έως 25-07- 2013, οπότε και απολύθηκε λόγω ασθενείας, από 3-08-2013 έως 1-11-2013, οπότε απολύθηκε λόγω αδείας, από 4-12-2013 έως 10-12-2013, οπότε απολύθηκε στο λιµάνι του Πειραιά λόγω ετήσιας επιθεώρησης, από 9-01-2014 έως 4-02-2014, οπότε και απολύθηκε λόγω αδείας και από 3-04-2014 έως 4-12-2014, οπότε απολύθηκε αµοιβαία συναινέσει αυτού και του Πλοιάρχου. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι συμφωνήθηκε με τις ατομικές συμβάσεις εργασίας τους οι όροι της εργασίας τους το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησης τους και ιδίως το ύψος των καταβαλλόµενων σε αυτούς αποδοχών, κατά ρητή συµφωνία των µερών, να διέπεται αρχικά από τους όρους της από 6-6-2013 Συλλογικής Σύµβασης Εργασίας Πληρωµάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2013, που κυρώθηκε µε τη µε αριθµό 3525.1.1.5/01/2013 απόφαση του Υπουργού Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας, που δηµοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Β’ 2079/26-8-2013 και στην συνέχεια από την από 8-04-2014 Συλλογική Σύµβαση Εργασίας Πληρωµάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014, που κυρώθηκε µε τη µε αριθµό 3525.1.1.5/01/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου που δηµοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Β’ 1664/24-06-2014. Σύμφωνα εξάλλου με τις προαναφερόμενες Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων που εφαρμόζονται και εκ των ατομικών συμβάσεων εργασίας στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι ώρες της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμάνι ορίζονται σε σαράντα (40) εβδομαδιαίως δηλαδή οκτώ (8) ώρες την ημέρα από Δευτέρα μέχρι Παρασκευή, της εργασίας του Σαββάτου και των αργιών αμειβομένης υπερωριακώς. Το οκτάωρο της Κυριακής πληρώνεται με επίδομα που προβλέπεται στη σύμβαση. Οι δύο εκκαλούντες όπως ήδη προαναφέρθηκε ήσαν ναυτολογημένοι ο πρώτος με την ειδικότητα του υποναυκλήρου και ο δεύτερος με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, δηλαδή δεν ήσαν αξιωματικοί και απασχολούνταν κυρίως σε χειρωνακτικές εργασίες. Στο πλοίο δεν τελούσαν βάρδιες τετράωρες ούτε απασχολούνταν επί οκτάωρο αλλά απασχολούνταν είναι δίωρα τρίωρα και τετράωρα με διαλείμματα, είτε ολόκληρα δωδεκάωρα (ο πρώτος) κάθε δεύτερη μέρα πλέον έξτρα καθηκόντων. Ειδικότερα τόσο από την κατάθεση του πρώτου μηχανοδηγού του πλοίου ……… αλλά και την ένορκη βεβαίωση του ναυτόπαιδος ……….. προκύπτει ότι ο πρώτος εκκαλών εργαζόταν με δύο διαφορετικά ωράρια ανά δεκαπενθήμερο αφού ξεκινούσε στις 5 το πρωί μέχρι τις 8 απασχολούμενος στην εκφόρτωση του πλοίου και στη συνέχεια κάθε δεύτερη μέρα εργαζόταν άλλο ένα δεκάωρο μέχρι το απόγευμα στην πυρασφάλεια του πλοίου. Το δεύτερο δεκαπενθήμερο έπιανε δουλειά πάλι από τις 5 το πρωί στη εκφόρτωση του πλοίου μέχρι το μεσημέρι στις 12 και κάθε δεύτερη μέρα στη συνέχεια καθάριζε το πλοίο, έβαφε και έκανε ματσακονισμούς. Και στα δύο δεκαπενθήμερα του το βράδυ απασχολείτο από τις 6 το απόγευμα μέχρι το βράδυ στις 9 στη φόρτωση του πλοίου. Από την ανωτέρω περιγραφή προκύπτει απασχόληση 16 ωρών την πρώτη μέρα και διακεκομμένη εξάωρη απασχόληση τη δεύτερη και συνεπώς απασχόληση 22 ωρών το 48ωρο και συνεπώς ημερήσια 11ωρη απασχόληση. O δεύτερος εκκαλών θαλαμηπόλος απασχολείτο και αυτός τουλάχιστον 11 ώρες ημερησίως όπως προκύπτει από τα διδάγματα της κοινής πείρας σχετικά με την ώρα έναρξης της εργασίας των θαλαμηπόλων που ξεκινάει από τις 6 το πρωί και όχι μετά τις 7 όπως αναφέρει στην κατάθεση του ο αρχιθαλαμηπόλος ………… ο οποίος στην κατάθεση του περιγράφει 9ωρη διακεκομμένη καθημερινή απασχόληση του δευτέρου εκκαλούντος, αφού καταθέτει ότι αυτός εργαζόταν από το πρωί μέχρι τις 11 στην καθαριότητα των καμπίνων και από τις 6 το απόγευμα για μια ώρα στην παραλαβή των επιβατών και μετά τις 7 μέχρι τις 10, κατά τον μάρτυρα, στο σαλόνι του πλοίου. Από την κατάθεση όμως του …………. προκύπτει ότι η εξυπηρέτηση στο σαλόνι του πλοίου δεν σταματούσε πριν τις 11 το βράδυ και συνεπώς και ο δεύτερος εκκαλών απασχολείτο συνολικά 11 ώρες ημερησίως. Η δικανική αυτή κρίση ενισχύεται από το γεγονός ότι οι ναυτικοί λάμβαναν κάθε μήνα ποσά για υπερωριακή απασχόληση, ενώ το γεγονός ότι δεν υπήρχαν κενά στις συγκεκριμένες ειδικότητες στο πλοίο φυσικά δεν αποκλείει την υπερωριακή απασχόληση τη στιγμή μάλιστα που τηρείτο και βιβλίο υπερωριών στο πλοίο. Ακολούθως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι η ημερήσια απασχόληση αμφοτέρων των εκκαλούντων περιοριζόταν στις 10 ώρες εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε και συνεπώς πρέπει κατά παραδοχή του σχετικού πρώτου λόγου της με αριθμό ……./2015 έφεσης να εξαφανιστεί κατά το κεφάλαιο αυτό η εκκαλουμένη και ακολούθως να κρατηθεί και να ξαναδικαστεί η υπόθεση στην ουσία της ως προς το κεφάλαιο αυτό. Ακολούθως και σύμφωνα με τα προαναφερόμενα με βάση την καθημερινή απασχόληση του επί 11ωρο δηλαδή επί 3ωρο επιπλέον του νομίμου ωραρίου καθημερινές και Κυριακές και επί 11ωρο τα Σάββατα και τις αργίες, στον πρώτο εκκαλούντα οφείλεται λόγω υπερωριακής απασχόλησης: Για το έτος 2013: α) κατά το χρονικό διάστηµα από 1/1/2013 έως 15/2/2013, αυτός απασχολήθηκε µε την ειδικότητα του ναύτη 33 καθηµερινές και 5 Κυριακές, ήτοι 38 ηµέρες και συνολικά 114 ώρες (38 Χ 3 ώρες), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τις καθηµερινές και τις Κυριακές το ποσό των 955,32 ευρώ (114 ώρες Χ 8,38ευρώ/ώρα). Επίσης εργάσθηκε κατά τα ανωτέρω όλα τα Σάββατα (συνολικά 6) και τις αργίες (συνολικά 2, ήτοι 1.01.2013 και 6.1.2013) ήτοι 8 ηµέρες και συνολικά 88 ώρες (8 Χ 11 = 88 ώρες), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες το ποσό των 884,40 ευρώ (88 ώρες Χ 10,05ευρώ/ώρα), β) κατά τα χρονικά διαστήµατα από 15/2/2013 έως 5/08/2013 και από 5/09/2013 έως 24/12/2013, απασχολήθηκε µε την ειδικότητα του υποναύκληρου υπερωριακά κατά τα ανωτέρω όλες τις καθηµερινές και Κυριακές και συγκεκριµένα 176 καθηµερινές και 39 Κυριακές, ήτοι 215 ηµέρες και συνολικά 645 ώρες (215 Χ 3 ώρες), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τις καθηµερινές και τις Κυριακές το ποσό των 5.579,25 ευρώ (645 ώρες Χ 8,65 ευρώ/ώρα). Επίσης εργάσθηκε υπερωριακά κατά τα ανωτέρω όλα τα Σάββατα (συνολικά 38) και τις αργίες (συνολικά 10, ήτοι 18.3.2013 (Καθαρά Δευτέρα), 25.3.2013, 1.5.2013, 3.5.2013 (Μ.Παρασκευή), 6.5.2013 (Αγ. Γεωργίου), 13.6.2013 (Αναλήψεως), 15.08.2013, 14.09.2013, 28.10.2013, 6.12.2013) ήτοι 48 ηµέρες και συνολικά 528 ώρες (48 Χ 11= 528 ώρες), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες το ποσό των 5.485,92 ευρώ (528 ώρες Χ 10,39 ευρώ/ώρα). Συνολικά εποµένως δικαιούται το ποσό των 12.904,89 έναντι του οποίου έχει λάβει ποσό (458,44 + 164,55 + 213,94 + 230,37 + 230,66 + 437,81 + 432,48 + 820,89 + 57,66 + 109,45 + 410,85 + 487,40 + 474,06 + 562,38 + 474,06 + 562,38 + 474,06 + 562,38 + 94,81 + 112,48 + 410,85 + 487,39 + 474,06 + 562,38 + 474,06 + 562,38 + 379,25 + 449,90) = 11.171,38 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από τους προσκοµιζόµενους µισθοδοτικούς λογαριασµούς του έτους 2013 που φέρουν την υπογραφή του όπως δεν αμφισβητήθηκε, και επομένως του οφείλεται για την παραπάνω αιτία και μετά την επαναφορά της παραδεκτώς υποβληθείσας πρωτοδίκως εκ μέρους της εφεσιβλήτου ενστάσεως εξόφλησης το ποσό των 1.733,51 ευρώ. Για το έτος 2014: κατά τα χρονικά διαστήµατα από 6/2/2014 έως 9/07/2014 και από 10/08/2014 έως 25/10/2014, απασχολήθηκε µε την ειδικότητα του υποναύκληρου υπερωριακά τρεις ώρες όλες τις καθηµερινές και Κυριακές και συγκεκριµένα 154 καθηµερινές και 31 Κυριακές, ήτοι 185 ηµέρες και συνολικά 555 ώρες (185 Χ 3 ώρες), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τις καθηµερινές και τις Κυριακές το ποσό των 4.800,75 ευρώ (555 ώρες Χ 8,65 ευρώ/ώρα). Επίσης εργάσθηκε υπερωριακά έντεκα ώρες όλα τα Σάββατα (συνολικά 32) και τις αργίες (συνολικά 9, ήτοι 3.3.2014 (κ. Δευτέρα), 25.3.2014, 18.4.2014 (Μ. Παρασκευή) 21.4.2014 (Δευτέρα του Πάσχα), 23.4.2014 (Αγ. Γεωργίου), 1.5.2014,29.5.2014 (της Αναλήψεως), 15.8.2014, 14.9.2014) ήτοι 41 ηµέρες και συνολικά 451 ώρες (41 Χ 11 = 451 ώρες), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες το ποσό των 4.685,89 ευρώ (451 ώρες Χ 10,39 ευρώ/ώρα). Συνολικά εποµένως δικαιούται το ποσό των 9.486,64 ευρώ έναντι του οποίου έχει λάβει ποσό (363,45 + 431,16 + 474,06 + 562,38 + 474,06 + 562,38 + 474,06 + 562,38 + 474,06 + 562,38 + 142,22 + 168,71 + 347,64 + 412,41 + 474,06 + 562,38 + 395,05 + 468,65 =) 7.911,49 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από τους προσκοµιζόµενους µισθοδοτικούς λογαριασµούς, και επομένως του οφείλεται για την παραπάνω αιτία και μετά την επαναφορά της παραδεκτώς υποβληθείσας πρωτοδίκως εκ μέρους της εφεσιβλήτου ενστάσεως εξόφλησης το ποσό των 1.575,15 ευρώ. Στον δεύτερο εκκαλούντα που επίσης απασχολήθηκε έντεκα ώρες ημερησίως δηλαδή υπερωριακά τρεις ώρες πέραν του οκταώρου τις καθημερινές και αργίες και όλο το διάστημα τα Σάββατα και τις αργίες οφείλονται τα ακόλουθα: Για το έτος 2013: α) κατά τα χρονικά διαστήματα από 20.3.2013 έως 3/4/2013, από 11/4/2013 έως 25/0712013, από 3/08/2013 έως 1/11/2013, από 4/12/2013 έως 10/12/2013, απασχολήθηκε με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου υπερωριακά τρεις ώρες όλες τις καθημερινές και Κυριακές και συγκεκριμένα 145 καθημερινές και 31 Κυριακές, ήτοι 176 ημέρες και συνολικά 528 ώρες (176 Χ 3 ώρες), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές το ποσό των 4.419,39 ευρώ (528 ώρες Χ 8,37 ευρώ/ώρα). Επίσης εργάσθηκε υπερωριακά έντεκα ώρες όλα τα Σάββατα (συνολικά 30) και τις αργίες (συνολικά 9, ήτοι 25.3.2013, 1.5.2013, 3.5.2013 (Μ. Παρασκευή), 6.5.2013 (Αγ. Γεωργίου), 13.6.2013 (Αναλήψεως), 15.08.2013, 14.09.2013, 28.10.2013, 6.12.2013) ήτοι 39 ημέρες και συνολικά 429 ώρες (39 Χ 11), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες το ποσό των 4.307,16 ευρώ (429 ώρες Χ 10,04 ευρώ/ώρα). Συνολικά επομένως δικαιούται το ποσό των 8.726,55 ευρώ εκ του οποίου έχει λάβει ποσό 165,82 + 220,92 + 41,45 + 55,23 + 305,63 + 128,29 + 458,44 + 192,44 + 458,44 + 192,44 + 382,04 + 160,37 + 443,16 + 186,02 + 458,44 + 192,44 + 458,45 + 192,44 + 15,28 + 6,42 + 106,97 + 44,91 =) 4.866,04 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από τους προσκομιζόμενους μισθοδοτικούς λογαριασμούς, κι επομένως έχει εξοφληθεί εν μέρει για την ανωτέρω αιτία, υπολειπόμενου ακόμα ποσού 3.860,51 ευρώ. Για το έτος 2014: κατά τα χρονικά διαστήματα από 9/1/2014 έως 4/02/2014 και από 3/04/20l4 έως 4/12/2014, απασχολήθηκε με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου υπερωριακά τρεις ώρες όλες τις καθημερινές και Κυριακές και συγκεκριμένα 188 καθημερινές και 37 Κυριακές, ήτοι 225 ημέρες και συνολικά 675 ώρες (225 Χ 3 ώρες), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές το ποσό των 5.649,75 ευρώ (675 ώρες Χ 8,37 ευρώ/ώρα). Επίσης εργάσθηκε υπερωριακά έντεκα ώρες όλα τα Σάββατα (συνολικά 38) και τις αργίες (συνολικά 8, ήτοι 18.4.2014 (Μ. Παρασκευή) 21.4.2014 (Δευτέρα του Πάσχα), 23.4.2014 (Αγ. Γεωργίου), 1.5.2014, 29.5.2014 (της Αναλήψεως), 15.8.2014, 14.9.2014, 28.10.2014) ήτοι 46 ημέρες και συνολικά 506 ώρες (46 Χ 11), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες το ποσό των 5.080,24 ευρώ (506 ώρες Χ 10,04 ευρώ/ώρα). Συνολικά επομένως δικαιούται το ποσό των 10.729,99 ευρώ εκ του οποίου έχει λάβει ποσό (351,47+ 147,54 + 61,13 + 25,66 + 427,88 + 179,61 + 458,44 + 192,44 + 458,44 + 192,44 + 458,44 + 192,44 + 458,44 + 192,44 + 458,44 + 192,44 + 458,44 + 192,44 + 458,44 + 192,44 + 61,13 + 25,66 = ) 5.836,24 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από τους προσκομιζόμενους μισθοδοτικούς λογαριασμούς, κι επομένως έχει εξοφληθεί εν μέρει για την ανωτέρω αιτία, υπολειπόμενου ακόμα ποσού 4.893,75 ευρώ, κατά παραδοχή και της σχετικής ένστασης εξόφλησης που η εκκαλούσα εφεσίβλητη εργοδότρια επαναφέρει. Περαιτέρω από το ίδιο αποδεικτικό υλικό αποδείχτηκε ότι στις ατομικές συμβάσεις των εκκαλούντων ναυτικών ορίστηκε στην παράγραφο 4 ότι κάθε ποσό που καταβάλει η Εταιρία στο Ναυτικό πάνω από τις ελάχιστες νόµιµες αποδοχές µπορεί να συµψηφίζεται µε τυχόν πραγµατοποιούµενες από το Ναυτικό υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις της Εταιρίας σχετικές µε την παρούσα σύµβαση και ότι τυχόν επιδόµατα της Εταιρίας καταβάλλονται χωρίς υποχρέωση και µττορούν να ανασταλούν ή διακοπούν. Σε κάθε περίπτωση επομένως και με βάση το άρθρο 361 του ΑΚ ορίστηκε (χωρίς να ανακύπτει θέμα ερμηνείας της σύμβασης κατ’άρθρα 173 και 200 του ΑΚ, αφού δεν υφίσταται κενό) από τα οφειλόμενα ποσά που οφείλονται κατά τα ανωτέρω θα πρέπει σύμφωνα με το συμβατικό όρο να αφαιρεθούν τα ποσά που οι δύο εκκαλούντες έλαβαν ως έκτακτες αμοιβές το έτος 2013, δηλαδή ως προς τον πρώτο εκκαλούντα από το ποσό των 1.733,51 ευρώ θα αφαιρεθούν για το έτος 2013 (479 + 455,12 + 39,90 + 35,45 + 31,88 + 71,11 + 29,11 + 10,52) = 1.152,09 ευρώ και συνεπώς του οφείλεται το ποσό των 581,42 ευρω και από το ποσό των 1.575,15 ευρώ που αφορά το 2014 θα αφαιρεθούν 989,99 ευρώ δηλαδή 21,37 + 554 + 28,32 + 50,83 + 40,77 + 41,93 + 9,28 + 18,16 + 197,91 + 27,42  και συνεπώς του οφείλεται ως υπερωριακή απασχόληση για το έτος 2014 585,16 ευρώ. Ως προς το δεύτερο εκκαλούντα για το έτος 2013 και το ποσό των 3.860,51 θα αφαιρεθούν ποσά ύψους 116 + 109,73 + 153,77 + 150,52 + 355,91 + 190,04 = 1.075,97 ευρώ δηλαδή του οφείλεται για υπερωριακή απασχόληση το έτος 2013 το ποσό των 2784,54 ενώ για το έτος 2014 από το ποσό των 4.893,75 ευρώ θα αφαιρεθούν ποσά 96,99 + 14,39 + 184,32 + 128,94 + 157 + 240,23 + 384,21 + 174,84 + 126,33 + 201,25 + 13,85 δηλαδή 1,722,35 ευρώ με αποτέλεσμα να του οφείλεται ως υπερωριακή αμοιβή για το έτος 2014 το ποσό των 3.171,40 ευρώ και συνεπώς ο πρώτος λόγος έφεσης του τελευταίου εκκαλούντος ναυτικού περί του αντιθέτου δηλαδή παρά το νόμο και την ατομική σύμβαση καταλογισμό του επιμισθίου στην υπερωριακή απασχόληση κρίνεται απορριπτέος ως αβάσιμος. Επομένως κατά παραδοχή του πρώτου λόγου της με αριθμό …../2015 εφέσεως θα πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ως προς το κεφάλαιο της αυτό αφού αυτή επιδίκασε μικρότερα ποσά στους εκκαλούντες κρίνοντας περί 10ωρης υπερωριακής απασχόλησης κατ’εσφαλμένη εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού και να απορριφθεί ο σχετικός τρίτος λόγος της με αριθμό ……/2015 εφέσεως με τον οποίο η εργοδότρια ισχυρίστηκε ότι οιαδήποτε υπερωριακή απασχόληση έχει εξοφληθεί.

Λόγω της ανωτέρω υπερωριακής απασχόλησης η μέση υπερωριακή αμοιβή έπρεπε να συνυπολογιστεί στα επιδόματα εορτών. Να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι το επίδομα εορτών Χριστουγέννων καταβάλλεται ακέραιο εφόσον η σχέση εργασίας διήρκεσε από 1.5 έως 31.12 και σε διαφορετική περίπτωση καταβάλλονται τα 2/25 του μισθού ή δύο ημερομίσθια για κάθε 19ημερο εργασίας ενώ αναφορικά με το επίδομα εορτών Πάσχα οι ναυτικοί δικαιούνται μισθό 15 μερών, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το διάστημα από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου αντιστοίχως, ή 1/15 ημίσεος μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε καθ’ όλο το διάστημα και από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου. Λεκτέον ότι λαμβάνεται υπόψη ο μισθός που καταβαλλόταν την 15η ημέρα προ του Πάσχα και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβαλλόταν ή έπρεπε να καταβληθεί από την εργοδότρια ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικά σε ορισμένα χρονικά διαστήματα, δηλαδή το επίδομα Κυριακών, το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας, η υπερωριακή αμοιβή, το επίδομα αδείας, η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας, καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές μεταξύ των οποίων είναι και η τροφοδοσία είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως. Ακολούθως ο πρώτος εκκαλών έπρεπε να λάβει να λάβει για επιδόµατα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα τα παρακάτω αναφερόµενα ποσά και συγκεκριµένα: α) για επίδοµα εορτής Πάσχα 2013, για την εργασία του κατά το χρονικό διάστηµα από 1-1-2013 έως 30- 04-2013, το ποσό των 1.883,84 ευρώ [1.197,44 € µισθός ενεργείας + 263,44 € επίδοµα Κυριακών + 14,42 € ειδικό επίδοµα ναύκληρου + 35,22 € επίδοµα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21 € Χ 30) + 428,05 € επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας (1.197,44 € μισθός ενεργείας + 263,44 € επίδομα Κυριακών = 1.460,88 € Χ 1/22 = 66,40 € Χ 5 ημέρες = 332 € + αντίτιμο τροφής 5 ημερών 19,21 Χ 5 = 96,05 €) + 1.252,80 € μέσος όρος υπερωριών (σύνολο αμοιβής υπερωριών του πρώτου ενάγοντος για το έτος 2013 =12.904,89: 309 ημέρες εργασίας =41,76 ευρώ Χ 30 ημέρες = 1.252,80 €) = 3.767,67 ευρώ πάγιες μηνιαίες αποδοχές: 2 = 1.883,84 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από την εναγομένη αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, το συνολικό ποσό των 674,85 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή 1208,99 ευρώ, β) για αναλογία επιδόματος εορτής Χριστουγέννων 2013, για την εργασία του κατά τα χρονικά διαστήματα από 1-5-2013 έως 5-8-2013 και 5-9-2013 έως 24-12-2013, το ποσό των 3.297,46 ευρώ (3.767,67 ευρώ πάγιες μηνιαίες αποδοχές όπως προσδιορίστηκαν ανωτέρω Χ 2/25 = 301,41 ευρώ ανά δεκαεννεαήμερο Χ 10,94 δεκαεννεαήμερα (208 ημέρες: 19) = 3.297,46 ευρώ), έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από την εφεσίβλητη εργοδότρια αποδείξεις μισθοδοσίας του πρώτου εκκαλούντος, το συνολικό ποσό των 2.187,88 ευρώ, και συνεπώς του οφείλεται το ποσό των 1.109,58 ευρώ, γ) για αναλογία επιδόματος εορτής Πάσχα 2014, για την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 6-2-2014 έως 30-4-2014, ο πρώτος εκκαλών έπρεπε να λάβει το ποσό των 1.321,15 ευρώ [1.197,44 ευρώ μισθός ενεργείας + 263,44 ευρώ επίδομα Κυριακών + 14,42 ευρώ ειδικό επίδομα ναύκληρου + 35,22 ευρώ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 ευρώ αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21 ευρώ Χ 30) + 428,05 ευρώ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας (δηλαδή 1.197,44 ευρώ μισθός ενεργείας + 263,44 ευρώ επίδομα Κυριακών = 1.460,88 ευρώ Χ 1/22 = 66,40 ευρώ Χ 5 ημέρες = 332 ευρώ + αντίτιμο τροφής 5 ημερών 19,21 Χ 5 = 96,05 €) + μέσος όρος υπερωριών (σύνολο αμοιβής υπερωριών του πρώτου εκκαλούντος για το έτος 2014 = 9.486,64: 226 ημέρες εργασίας = 41,98 ευρώ Χ 30 ημέρες = 1.259,40 ευρώ) = 3.774,72 ευρώ πάγιες μηνιαίες αποδοχές: 2 = 1.887,36 ευρώ  Χ 1/15 = 125,82 ευρώ ανά οκταήμερο χ 10,50 οκταήμερα (84 ημέρες : 8) = 1321,15], έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις προσκοµιζόµενες µε επίκληση από την εφεσίβλητη εργοδότρια αποδείξεις µισθοδοσίας του ενάγοντος το συνολικό ποσό των 881,24 ευρώ, εναποµείναντος οφειλόµενου υπολοίπου για την αιτία αυτή 439,91 ευρώ και δ) για αναλογία επιδόµατος εορτής Χριστουγέννων 2014, για την εργασία του κατά τα χρονικά διαστήµατα από 1-5-2014 έως 9-7-2014 και από 10-8-2014 έως 25-10-2014, το ποσό των 2.319,19 ευρώ [3.774,72 ευρώ πάγιες µηνιαίες αποδοχές όπως προσδιορίστηκαν ανωτέρω Χ 2/25 = 301,98 ευρώ ανά δεκαεννεαήµερο Χ 7,68 δεκαεννεαήµερα (146 ηµέρες: 19) = 2.319,19 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις προσκοµιζόµενες µε επίκληση από την εφεσίβλητη αποδείξεις µισθοδοσίας του, το συνολικό ποσό των 1.550,25 ευρώ και συνεπώς του οφείλεται για την παραπάνω αιτία το ποσό των 768,94 ευρώ. Αναφορικά με το δεύτερο εκκαλούντα αυτός έπρεπε να λάβει να λάβει για επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα τα παρακάτω αναφερόμενα ποσά και συγκεκριμένα: α) για αναλογία επιδόματος εορτής Πάσχα 2013, για την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 20-3-2013 έως 3-04-2013 και από 11-4-2013 έως 30-04-2013 το ποσό των 518,37 ευρώ [1.157,99 € μισθός ενεργείας + 254,76 € επίδομα Κυριακών + 35,22 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21 € Χ 30) + 417,12 € επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας (1.157,99 € μισθός ενεργείας + 254,76 € επίδομα Κυριακών = 1.412,75 € Χ 1/22 = 64,21 € Χ 5 ημέρες = 321,07 € + αντίτιμο τροφής 5 ημερών 19,21 Χ 5 = 96,05 €) + 1217,70 € μέσος όρος υπερωριών (σύνολο αμοιβής υπερωριών του δεύτερου ενάγοντος για το έτος 2013 =8.726,55: 215 ημέρες εργασίας = 40,59 ευρώ Χ 30 ημέρες = 1.217,70 €) = 3.659,09 ευρώ πάγιες μηνιαίες αποδοχές: 2 = 1.829,54 ευρώ.Χ 1/15 = 121,97 € ανά οκταήμερο Χ 4,25 οκταήμερα (34 ημέρες: 8) = 518,37 €, έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από την εναγομένη αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, το συνολικό ποσό των 174,91 ευρώ, και συνεπώς απομένει ποσό 343,46 ευρώ για την αιτία αυτή, β) για αναλογία επιδόματος εορτής Χριστουγέννων 2013, για την εργασία του κατά τα χρονικά διαστήματα από 1-5-2013 έως 25-07-2013, από 3-08-2013 έως 1-11-2013 και από 4-12-2013 έως 10-12-2013, το ποσό των 2.848,23 ευρώ (3.659,09 ευρώ πάγιες μηνιαίες αποδοχές όπως προσδιορίστηκαν ανωτέρω Χ 2/25 = 292,73 ευρώ ανά δεκαεννεαήμερο Χ 9,73 δεκαεννεαήμερα (185 ημέρες: 19) = 2.848,23 ευρώ) έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από την εναγομένη αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, το συνολικό ποσό των 1.593,78 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή 1.254,45 ευρώ, γ) για αναλογία επιδόματος εορτής Πάσχα 2014, για την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 9-1-2014 έως 4-02-2014 και από 3-04-2014 έως 30-4-2014, το ποσό των 874,07 ευρώ (1.157,99 ευρώ μισθός ενεργείας + 254,76 ευρώ επίδομα Κυριακών + 35,22 ευρώ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 ευρώ αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21 € Χ 30) + 417,12 ευρώ επίδομα αδείας μετά τροφοδοσίας (1.157,99 ευρώ μισθός ενεργείας + 254,76 ευρώ επίδομα Κυριακών = 1.412,75 ευρώ Χ 1/22 = 64,21 ευρώ Χ 5 ημέρες = 321,07 ευρώ + αντίτιμο τροφής 5 ημερών 19,21 Χ 5 = 96,05 ευρώ) + 1.375,50 ευρώ μέσος όρος υπερωριών (σύνολο αμοιβής υπερωριών του δεύτερου ενάγοντος για το έτος 2014 =10.729,99: 234 ημέρες εργασίας = 45,85 ευρώ Χ 30 ημέρες = 1.375,50 ευρώ) = 3.816,89 ευρώ πάγιες μηνιαίες αποδοχές: 2 = 1.908,44 ευρώ Χ 1/15 = 127,23 ευρώ ανά οκταήμερο Χ 6,87 οκταήμερα (55 ημέρες: 8) = 874,07) έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από την εφεσίβλητη εργοδότρια αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος το συνολικό ποσό των 481,34 ευρώ, και συνεπώς απομένει για την αιτία αυτή 392,73 ευρώ και δ) για αναλογία επιδόματος εορτής Χριστουγέννων 2014, για την εργασία του κατά τα χρονικά διαστήματα από 1-5-2014 έως 4-12-2014, το ποσό των 3.502,38 ευρώ (3.816,89 ευρώ πάγιες μηνιαίες αποδοχές όπως προσδιορίστηκαν ανωτέρω Χ 2/25 = 305,35 ευρώ ανά δεκαεννεαήμερο Χ 11,47 δεκαεννεαήμερα (218 ημέρες: 19) = 3.502,38 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από την εφεσίβλητη εργοδότρια αποδείξεις μισθοδοσίας του δευτέρου εκκαλούντος, το συνολικό ποσό των 1.871,57 ευρώ, και συνεπώς απομένει οφειλόμενο για την αιτία αυτή το ποσό των 1.630,81 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε ότι στον πρώτο εκκαλούντα οφείλεται το συνολικό ποσό των 3.093,85 ευρώ και στο δεύτερο το ποσό των 3.037,20 ευρώ εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε και συνεπώς πρέπει αφενός να απορριφθεί ο σχετικός τέταρτος λόγος της με αριθμό ……./2015 εφέσεως με τον οποίο η εργοδότρια ισχυρίστηκε ότι οιαδήποτε οφειλή λόγω επιδομάτων εορτών έχει εξοφληθεί  και να γίνει δεκτός κατ’ουσίαν ο δεύτερος λόγος εφέσεως των εκκαλούντων ναυτικών και ακολούθως να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ως προς το κεφάλαιο αυτό και να κρατήσει και ως προς αυτό το παρόν δικαστήριο την υπόθεση και να την εξετάσει στην ουσία της.

Εξάλλου, ως δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής. Δηλαδή, το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η υποχρέωση 6ωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ορίζεται σαφώς ότι πρέπει να γίνεται μία και μοναδική φορά σε κάθε δρομολόγιο και συγκεκριμένα στο λιμάνι αφετηρίας «πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο». Η παραπάνω έννοια του δρομολογίου ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται με το άρθρο 1 του π.δ. 814/1974 «περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως», στο οποίο, το μεν δρομολόγιο νοείται ως «το κατά ημέραν και ώραν ιδιαίτερον ταξίδιον προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής», ο δε λιμένας αφετηρίας ως «ο λιμήν ή το σημείο εκκινήσεως και επανόδου του επιβατηγού πλοίου κατά την εκτέλεση του δρομολογίου του». Σύμφωνα με το άρθρο 33 της από 8-04-2014 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014, που κυρώθηκε με τη με αριθμό 3525.1.5/01/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β’ 1664/24-06-2014) που κατά το άρθρο 38 αρχίζει από 1.1.2014 το οποίο άρθρο τιτλοφορείται “Δρομολόγια Εξπρές”, ορίζεται ότι, σε κάθε περίπτωση κατά τον καθορισμό, την έγκριση και την εκτέλεση των δρομολογίων, πρέπει να προνοείται, από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΕΝ και από τους πλοιοκτήτες, η παραμονή των πλοίων στο λιμάνι αφετηρίας τουλάχιστον έξι (6) ώρες πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο, προκειμένου να παρασχεθεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα ο αναγκαίος χρόνος ανάπαυσης καθώς και προετοιμασίας του πλοίου για το επόμενο δρομολόγιο (παρ. 1). Αν κατ` εξαίρεση αυτό δεν καθίσταται δυνατόν ή αποφασίζεται και εκτελείται έκτακτο δρομολόγιο, κατά τη διαδικασία του Ν. 2932/2001 ή του ΚΔΝΔ, η περί εγκρίσεως του οποίου απόφαση κοινοποιείται στην Π.Ν.Ο., και καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα πρόσθετη αμοιβή, όπως καθορίζεται στις επόμενες παραγράφους αυτού του άρθρου (παρ. 2). Κατά δε την παρ. 3 του ίδιου άρθρου τέτοια δρομολόγια (Express) για τα οποία καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα του πλοίου, η κατά τη παρ. 7 πρόσθετη αμοιβή, θεωρούνται εκείνα για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού, κατά περίπτωση, πριν περάσουν τουλάχιστον έξι (6) ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού. Για τον υπολογισμό της πρόσθετης αυτής αμοιβής, αθροίζονται οι ώρες πρόωρης αναχώρησης του πλοίου εβδομαδιαίως, δηλαδή προ της συμπληρώσεως 6 ωρών από της αφίξεως στο λιμάνι και το άθροισμα διαιρείται διά του αριθμού 8, το δε πηλίκον αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων, για τα οποία καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή. ‘Ομως, σύμφωνα με τη παρ. 5 του ίδιου άρθρου, ειδικά προκειμένου περί πλοίων τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή για τα πέραν των 5 δρομολογίων κάθε εβδομάδα, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, του, κατά την προαναφερθείσα παρ. 2 προσδιορισμού. Για την πρόσθετη αυτή απασχόληση καταβάλλεται στον πλοίαρχο και το πλήρωμα αμοιβή υπολογιζόμενη ως εξής: Εφόσον η διάρκεια του κυκλικού ταξιδιού (δηλαδή μετάβαση στο λιμάνι ή τους λιμένας προορισμού και επιστροφή στο λιμένα αφετηρίας) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, η αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών (παρ. 7α). Εάν είναι μικρότερη των 12 ωρών είναι ίση προς το ήμισυ της, ως άνω προβλεπόμενης (παρ. 7β). Από τις διατάξεις αυτές, προκύπτει, καθόσον αφορά την προβλεπόμενη απ` αυτές πρόσθετη αμοιβή ότι αυτή καταβάλλεται εφόσον σε κάθε δρομολόγιο το πλοίο δεν παραμείνει τουλάχιστον έξι ώρες στο λιμάνι αφετηρίας πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο. Κατά τη σαφή δε έννοια της παρ. 1 του άρθρου αυτού, δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής, δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η υποχρέωση δε εξάωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ορίζεται σαφώς ότι πρέπει να γίνεται “πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο”. Με τη διάταξη δε της παρ. 3 του ίδιου άρθρου δίδεται δυνατότητα παραμονής του πλοίου, στο λιμένα προορισμού, για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1 αυτού, οπότε στην περίπτωση αυτή δρομολόγιο για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7 θεωρείται εκείνο, για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν έξι τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Εξάλλου, όπως προκύπτει από την παρ. 5 του ίδιου άρθρου, πρόσθετη επίσης αμοιβή καταβάλλεται για τα πέραν των πέντε δρομολογίων κάθε εβδομάδα, προκειμένου περί πλοίων, τα οποία έχουν τακτικές καθημερινές αναχωρήσεις από το λιμάνι αφετηρίας, “ανεξάρτητα από το αποτέλεσμά του, κατά την παρ. 2 προσδιορισμού”. Δηλαδή, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, οι ναυτικοί που εργάζονται σε πλοία που εκτελούν καθημερινώς και περισσότερα από πέντε (5) (κυκλικά) δρομολόγια την εβδομάδα (δηλαδή 6, 7 …) είτε παραμένουν στο λιμάνι 6 ώρες, είτε όχι, λαμβάνουν την πρόσθετη αμοιβή που προβλέπεται στην παρ. 7, για τον καθορισμό της οποίας, δεν γίνεται ο υπολογισμός που προβλέπεται από την προαναφερθείσα παρ. 4 του άρθρου αυτού, αλλά εφόσον η διάρκεια του κάθε δρομολογίου (κυκλικού ταξιδιού) είναι μεγαλύτερη των 12 ωρών, η πρόσθετη αυτή αμοιβή είναι ίση προς το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών για κάθε δρομολόγιο, εφόσον δε είναι μικρότερη των 12 ωρών, είναι ίση προς το ήμισυ αυτής, κατά τα προεκτεθέντα. Δηλαδή, αν εκτελούν 6 τακτικά δρομολόγια την εβδομάδα διάρκειας μεγαλύτερης των 12 ωρών το καθένα, λαμβάνουν ως πρόσθετη αμοιβή το 1/30 των ως άνω αποδοχών, αν δε εκτελούν 7 τακτικά δρομολόγια τα 2/30 αυτών. Αν όμως εβδομαδιαίως εκτελούν μόνο πέντε (5) δρομολόγια Express ή λιγότερα των πέντε, τότε έχει εφαρμογή η παρ. 4 του ως άνω άρθρου, οπότε η δικαιουμένη για την εκτέλεση δρομολογίων “Express” πρόσθετη αμοιβή υπολογίζεται κατά το διαγραφόμενο από την παράγραφο αυτή τρόπο, κατά τον οποίον το προκύπτον πηλίκον από τη διαίρεση του αθροίσματος των ωρών πρόωρης αναχωρήσεως του πλοίου, δια του αριθμού 8, αποτελεί τον αριθμό των δρομολογίων αυτών. Τακτικά θεωρούνται τα δρομολόγια εκείνα, κατά τα οποία, το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας σε προκαθορισμένη για κάθε ημέρα ώρα, σε εκτέλεση τακτικού δρομολογίου, χωρίς να ασκεί επιρροή, για το χαρακτηρισμό του δρομολογίου ως τακτικού, η ύπαρξη τυχόν καθυστερήσεων, κατά την εκτέλεσή του. Εξάλλου, κατά τη σαφή έννοια της παρ. 1 του πιο πάνω άρθρου, ως δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής. Δηλαδή το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η υποχρέωση εξάωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ορίζεται σαφώς ότι πρέπει να γίνεται μία και μοναδική φορά σε κάθε δρομολόγιο και συγκεκριμένα στο λιμάνι αφετηρίας “πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο”. Η παραπάνω έννοια του δρομολογίου ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται και με το άρθρο 1 του Π.Δ. 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, στο οποίο, το μεν δρομολόγιο νοείται ως “το κατά ημέραν και ώραν ιδιαίτερον ταξίδιον προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής”, ο δε λιμένας αφετηρίας ως “ο λιμήν ή το σημείο εκκινήσεως και επανόδου του επιβατηγού πλοίου κατά την εκτέλεση του δρομολογίου του”. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 33 της πιο πάνω Σ.Σ.Ν.Ε. δεν εισάγει διαφορετική ρύθμιση από εκείνη της παρ. 1, με την έννοια ότι το πλοίο πρέπει να παραμείνει 6 ώρες τόσο στο λιμάνι αφετηρίας όσο και στο λιμάνι προορισμού. Δίδεται, όμως, η δυνατότητα, με τη διάταξη αυτή, παραμονής του πλοίου επί εξάωρο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1, είτε στο λιμάνι αφετηρίας είτε στο λιμάνι προορισμού, οπότε, στη δεύτερη περίπτωση, δρομολόγιο, για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7, θεωρείται εκείνο για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν 6 τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Το ότι η αμοιβή που προβλέπεται στο άρθρο αυτό καταβάλλεται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο δεν παρέμεινε στο λιμάνι επί 6 ώρες σε κάθε πλήρες ταξίδι του προκύπτει και από τον αναφερόμενο στην παρ. 7 τρόπο υπολογισμού της αμοιβής, όπου ο υπολογισμός γίνεται ανάλογα με την πλήρη διάρκεια του ταξιδιού, δηλαδή από την αναχώρηση του πλοίου έως την επιστροφή του (Εφ.Πειρ.716/2011 ΕΝΔ 2012.107, Εφ.Πειρ.34/2008 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ.768/2005 αδημ. σε νομικό τύπο). Τέλος, με τη διάταξη της παρ. 6 του ίδιου άρθρου 33 ορίζεται ότι οι προαναφερθείσες διατάξεις δεν ισχύουν και δεν εφαρμόζονται σε ημερόπλοια, καθώς και σε πλοία δευτερευουσών και τοπικών γραμμών, εκτός εάν τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους τις νυχτερινές ώρες, δηλαδή 23.00 μέχρι 7.00 ώρας. Από το περιεχόμενο της διατάξεως αυτής, προκύπτει σαφώς, ότι μ` αυτήν εισάγεται, κατ` αρχή, εξαίρεση, όσον αφορά τα ημερόπλοια, επί των οποίων, συμφωνήθηκε με την ως άνω ΣΣΝΕ να μην ισχύουν και να μην εφαρμόζονται οι προαναφερθείσες διατάξεις για καταβολή πρόσθετης αμοιβής, σε περίπτωση εκτελέσεως δρομολογίων “Express”. Ως ημερόπλοια νοούνται τα πλοία, που εκτελούν ημερινούς πλόες. Σύμφωνα δε με το άρθρο 1 του Κανονισμού “περί ενδιαιτήσεως και καθορισμού αριθμού επιβατών των επιβατηγών πλοίων”, ως ημερινοί πλόες νοούνται οι εκτελούμενοι μεταξύ των ωρών 05.00 έως 22.00 κατά τη θερινή περίοδο και των οποίων η συνολική διάρκεια δεν υπερβαίνει τις 12 ώρες. Ομως, και για τα ημερόπλοια, κατά το τελευταίο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 33 εισάγεται εξαίρεση της ως άνω εξαιρέσεως, σύμφωνα με την οποία και επί των πλοίων αυτών έχουν εφαρμογή όλες οι προαναφερθείσες διατάξεις, εφόσον όμως τα πλοία αυτά εκτελούν δρομολόγια ή επεκτείνουν τα δρομολόγιά τους τις νυκτερινές ώρες, δηλαδή από 23.00 μμ μέχρι 07.00 ημ, όπως ειδικότερα ορίζεται με τη ΣΣΝΕ αυτή. Επομένως, καταβάλλεται πρόσθετη αμοιβή και στους απασχολουμένους στα ημερόπλοια, τα οποία όμως εκτελούν τα παραπάνω δρομολόγια (Express) μόνον τις νυκτερινές ώρες ή επεκτείνουν τα δρομολόγια τους αυτά, τις ώρες αυτές δηλαδή 23.00 μέχρι 07.00 ώρας (βλ. σχετ. ΕφΠειρ 1056/1997 Νομολ. Ναυτ. Τμήματος ΕφΠειρ 1996-1997, σελ. 27, ΕφΠειρ 1055/2000, ΕφΠειρ 1056/ 2000, ΕφΠειρ 1206/2000, ΕφΠειρ 207/2001 αδημ).

Περαιτέρω από το ίδιο αποδεικτικό υλικό αποδείχθηκε ότι το πλοίο αυτό, κατά την περίοδο απασχόλησης των εκκαλούντων ναυτικών, εκτελούσε δροµολόγια σε γραµµές ενταγµένες στο γενικό δίκτυο ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών από τις 11.4.2013 καθώς αυτό παρέμεινε δεμένο σε ναυπηγείο στη Σύρο και δεν εκτελούσε δρομολόγια από το έτος 2012 και έως τις 11-04-2013. Στη συνέχεια εκτελούσε δρομολόγια σε γραμμή ενταγμένη στο γενικό δίκτυο ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών και συγκεκριμένα: α) από 11/04/2013 έως 19/10/2013 εκτελούσε κυκλικά δρομολόγια Πειραιάς-Ρόδος-Πειραιάς με ενδιάμεση προσέγγιση σε Σαντορίνη και Κω. Συγκεκριμένα, είχε αναχώρηση από Πειραιά κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Κυριακή ώρα 18:00, άφιξη στη Σαντορίνη στις 02:00 της επομένης, άφιξη στην Κω ώρα 07:30, άφιξη στη Ρόδο στις 11 :30. Στο λιμάνι της Ρόδου παρέμενε μέχρι τις 16:00, οπότε και αναχωρούσε για Κω (19:45) και Σαντορίνη (01 :25) και κατέπλεε Πειραιά στις 08:00. Κάθε Σάββατο το πλοίο μετά τον κατάπλου του στον Πειραιά στις 8:00 το πρωί παρέμενε δεμένο στο λιμάνι, μέχρι την επόμενη προγραμματισμένη αναχώρησή του την Κυριακή στις 18:00 και β) από 20/10/2013 και ολόκληρο το 2014 το πλοίο εκτελούσε ανά δυο ημέρες το κυκλικό δρομολόγιο Πειραιάς-Ηράκλειο-Πειραιάς. Συγκεκριμένα, αναχωρούσε κάθε δεύτερη ημέρα από Πειραιά στις 21:00, κατέπλεε στο Ηράκλειο στις 06:00 της επομένης. Από το Ηράκλειο αναχωρούσε στις 21:00 και κατέπλεε στον Πειραιά στις 06:00 της επομένης. Συγκεκριμένες ημερομηνίες ότι παρέμειναν ανεκτέλεστα δρομολόγια και ειδικότερα τα δρομολόγια των ακόλουθων ημερών: 16/0412013 (λόγω απεργίας ΠΝΟ), 17/0412013 (λόγω απεργίας ΠΝΟ), 25/06/2013 (λόγω βλάβης) 03/1212013 (απαγορευτικό), 10/12/2013 (απαγορευτικό), 24/1212013, 25/12/2013, 31/12/2013, 31/0312014 έως 02/04/2014 (απεργία ΠΝΟ), 19/0412014 (Σάββατο) και 20/04/2014 (Κυριακή), ενώ το πλοίο παρέμεινε σε ακινησία από 10/12/2013 έως 08/01/2014 (για τη διενέργεια ετήσιας επθεώρησης). Επομένως το πλοίο της εφεσίβλητης εκκαλούσας εργοδότριας πραγµατοποιούσε τακτικά κυκλικά δροµολόγια την εβδοµάδα, όπως αυτά περιγράφηκαν ανωτέρω, τα οποία διαρκούσαν πάνω από δώδεκα ώρες το καθένα, επεκτείνονταν δε και κατά τις νυκτερινές ώρες, απέπλεε δε από τα λιµάνια προορισµού που ήταν η Ρόδος και το Ηράκλειο πριν τη συµπλήρωση παραµονής έξι ωρών σε αυτά. Ειδικότερα, κατά την εκτέλεση του δροµολογίου Πειραιάς – Ρόδος, κάθε δεύτερη µέρα αναχωρούσε από το λιµάνι προορισµού τη Ρόδο μιαμιση ώρα προ της συµπληρώσεως 6ώρου, αφού έφτανε στις 11 :30 και αναχωρούσε στις 16:00, οπότε κάθε εβδοµάδα οι πρόωρες αναχωρήσεις ανήρχοντο σε 6 (4 Χ 1,5) : 8 = 0,75 δροµολόγια την εβδοµάδα και συνεπώς ο πρώτος λόγος εφέσεως περί του αντιθέτου της εργοδότριας κρίνεται απορριπτέος ως αβάσιμος. Συνεπώς ο πρώτος εκκαλών για το διάστημα απασχόλησης του στο πλοίο από 11.4.2013 έως 19.10.2013  δηλαδή για 27,3 εβδομάδες δικαιούται το ποσό των (3.767,67 ευρώ πάγιες μηνιαίες αποδοχές : 30 = 125,59 ευρώ  χ 0,75 δρομολόγια εξπρές  χ 27,30 εβδομάδες = 2.571,43 ευρώ ενώ από τις καταστάσεις μισθοδοσίας του προκύπτει μόνο το ποσό των 134,15 ευρώ τους μήνες Ιούλιου και Αύγουστο του 2013 με αποτέλεσμα να του οφείλεται για την αιτία αυτή το ποσό των 2.437,28 ευρώ κατά παραδοχή του σχετικού πέμπτου λόγου εφέσεως του πρώτου εκκαλούντος ναυτικού ο οποίος παραπονείται ότι δεν υπολογίστηκε η μέση υπερωριακή αμοιβή του λόγω υπερωριακής απασχόλησης. Αντιστοίχως η αμοιβή του δεύτερου εκκαλούντος για τα δροµολόγια εξπρές για το διάστηµα που απασχολήθηκε στο πλοίο από 11-04-2013 έως 25-07-2013 και από 3-08-2013 έως 19-10-2013 (οπότε σταµάτησαν τα δροµολόγια προς Ρόδο), ήτοι για τις 27 εβδοµάδες εργασίας του ανέρχεται στο συνολικό ποσό των (3.659,09 ευρώ : 30 = 121,97  Χ 0,75 δροµολόγια εξπρές/εβδοµάδα Χ 27 εβδοµάδες = 2.469,88 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις προσκοµιζόµενες µε επίκληση από την εφεσίβλητη αποδείξεις µισθοδοσίας του, μόνο το ποσό των 99,01 ευρώ το μήνα Αύγουστο του 2013 και συνεπώς απομένει υπόλοιπο 2.370,87 ευρώ, κατά παραδοχή του σχετικού πέμπτου λόγου εφέσεως του δεύτερου εκκαλούντος ναυτικού ο οποίος παραπονείται ότι δεν υπολογίστηκε η μέση υπερωριακή αμοιβή του λόγω υπερωριακής απασχόλησης. Η εφεσίβλητη ισχυρίζεται ότι δεν εκτελέστηκαν καθόλου δρομολόγια εξπρές το παραπάνω διάστημα πλην όμως αφενός δεν προσκομίζει το ημερολόγιο του 2013 και δεν εξηγεί επαρκώς γιατί κατέβαλε τελικά κάποιες αμοιβές για διπλά δρομολόγια στους εκκαλούντες, και ούτε φυσικά η ανάρτηση των δρομολογίων στο ίντερνετ αρκεί για να κριθεί πειστικός ο ισχυρισμός της αφού η ναυτική εργασία και επομένως τα χρονικά όρια ενός δρομολογίου επηρεάζονται από πολλούς αστάθμητους παράγοντες, όπως προκύπτει από τα διδάγματα της κοινής πείρας. Αντίθετα δεν αποδεικνύεται εκτέλεση διπλών δρομολογίων το έτος 2014 παρά μόνο στις 20/8/2014 και 27/8/2014 (Τετάρτες), 18/7/2014 και 25/7/2014 (Παρασκευές), 12/7/2014, 26/7/2014, 2/8/2014, 9/8/2014, 23/8/2014 και 30/8/2014 (Σάββατα) και 20/7/2014, 3/8/2014, 17/8/2014, 24/8/2014 και 31/8/2014 (Κυριακές) οπότε και το πλοίο αναχωρούσε δυο ώρες νωρίτερα από το λιμάνι του Πειραιά και οι εκκαλούντες έχουν εξοφληθεί με την καταβολή ο πρώτος ποσού 238,16 ευρώ και ο δεύτερος με την καταβολή ποσού 258,70 ευρώ όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες μισθολογικές καταστάσεις κατά παραδοχή του προβαλλόμενου με το δεύτερο λόγο εφέσεως ισχυρισμό της εφεσίβλητης και συνεπώς πρέπει να γίνει δεκτός κατ’ουσίαν ο δεύτερος λόγος εφέσεως της εργοδότριας που αφορά τα εξπρές δρομολόγια του παραπάνω διαστήματος. Επομένως πρέπει να εξαφανιστεί ως προς το κεφάλαιο της αυτό η εκκαλουμένη με την οποία κρίθηκε ότι το εναπομείναν υπόλοιπο για την παραπάνω αιτία στον πρώτο εκκαλούντα ανέρχεται σε 1.558,02 ευρώ και στον δεύτερο εκκαλούντα το ποσό των 3.329,49 ευρώ. Να σημειωθεί ότι με την αγωγή τους οι ήδη εκκαλούντες εφεσίβλητοι ναυτικοί αιτήθηκαν την αποζημίωση του άρθρου 75 του ΚΙΝΔ δηλαδή αυτή των 15 ημερομισθίων και όχι αυτή του άρθρου 27 της σχετικής ΣΣΝΕ που αφορά αποζημίωση 22 ημερομισθίων στην περίπτωση διακοπής πλοών άνω των 60 ημερών και συνεπώς ο σχετικός πέμπτος λόγος της με αριθμό ……/2015 εφέσεως είναι απορριπτέος διότι ερείδεται επί εσφαλμένης προϋπόθεσης καθώς με αυτόν η εργοδότρια ισχυρίζεται ότι οι ναυτικοί δεν δικαιούνται αποζημιώσεως επειδή επαναπροσλήφθηκαν πριν τη πάροδο 60 ημερών από την απόλυσης τους. Επιπλέον δεν προκύπτει από την ειδική διάταξη του άρθρου 27 της ΣΣΝΕ ότι αποκλείει την εφαρμογή της γενικής διατάξεως του άρθρου 75 του ΚΙΝΔ που έχει άλλες προϋποθέσεις εφαρμογής. Όμως οι οφειλόμενες για 2013 αποζημιώσεις θα προσδιοριστούν με διαφορετικές αποδοχές δηλαδή στον πρώτο εκκαλούντα οφείλονται 3.767,67 : 2 = 1.883,83 ευρώ και στο δεύτερο εκκαλούντα 3.659,09 : 2 = 1.829,54 ευρώ και συνεπώς κατά παραδοχή του σχετικού τετάρτου λόγου εφέσεως των εκκαλούντων ναυτικών θα πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη ως προς το κεφάλαιο αυτό και να ξαναδικαστεί κατ’ουσίαν η υπόθεση από το παρόν δικαστήριο (άρθρο 535 παρ.1 του ΚΠολΔ).Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 16 της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε. κάθε πλοιοκτήτης υποχρεούται να ρυθμίζει την υπηρεσία των πλοίων του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται μία φορά το μήνα κατά τους μήνες Ιούλιο έως και Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα κατά τους υπόλοιπους μήνες, η διανυκτέρευση των μελών του πληρώματος στο λιμάνι αφετηρίας ή στο λιμάνι προορισμού του δρομολογίου του πλοίου, κατά την επιθυμία του ναυτικού και εφόσον τούτο είναι δυνατόν. Σε περίπτωση που για λόγους ασφαλείας του πλοίου ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο δεν καθίσταται δυνατή η διανυκτέρευση, καταβάλλεται στο ναυτικό για κάθε μη παρεχομένη διανυκτέρευση αποζημίωση ίση με ένα ημερομίσθιο, δηλαδή το 1/22 του μισθού ενεργείας. Για την παρεχόμενη ως άνω άδεια διανυκτερεύσεως θα γίνεται από τον Πλοίαρχο μνεία στο ημερολόγιο του πλοίου που θα επικυρώνεται από την Λιμενική Αρχή. Στην προκείμενη περίπτωση από την προσκομιζόμενη μετ’επίκληση από την εφεσίβλητη εργοδότρια κατάσταση διανυκτερεύσεων, αποδείχθηκε ότι, κατά τη διάρκεια της ναυτολόγησης του πρώτου εκκαλούντος αυτός έλαβε στις 22.3.2014 στις 26.4.2014 στις  6.5.2014, στις 11.6.2014, στις 5.7.2014 και στις 7.10.2014 από δύο διανυκτερεύσεις κάθε φορά και συνεπώς ουδέν ποσό του οφείλεται. Αντιστοίχως στο δεύτερο εκκαλούντα χορηγήθηκαν δύο διανυκτερεύσεις στις 26.4.2014, στις 18.5.2014, στις 7.6.2014, την 1.7.2014, στις 3.9.2014, στις 5.10.2014 και στις 2.11.2014 και συνεπώς ουδέν ποσό του οφείλεται. Αναφορικά με το 2013 κρίνεται ότι οι εκκαλούντες που απασχολήθηκαν μόνο συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα και όχι όλη την περίοδο λάμβαναν διανυκτέρευση το διάστημα που το πλοίο παρέμενε στον Πειραιά. Κρίνοντας τα ίδια το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και συνεπώς θα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο σχετικός τρίτος λόγος εφέσεως των εκκαλούντων.  Μετά από αυτά και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος εφέσεως προς εξέταση θα πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές αμφότερες οι εφέσεις και στη συνέχεια να εξαφανιστεί στο σύνολο της για το ενιαίο της εκτέλεσης η εκκαλουμένη απόφαση (ΕφΑθ 44/2006 ΕλλΔνη 48,1507, Σ.Σαμουήλ «Η έφεση» έκδ. Ε΄σελ. 430-431 παρ. 1143) και ως προς τη διάταξη περί δικαστικών εξόδων, αφού εφόσον όταν εξαφανίζεται ολικά ή εν μέρει η εκκαλούμενη απόφαση, εξαφανίζεται και το κεφάλαιο των δικαστικών εξόδων, ολικά και στις δύο περιπτώσεις, στην μεν πρώτη ως αναγκαίο επακόλουθο της εξαφανίσεως της αποφάσεως, στη δε δεύτερη εν όψει της αναγκαιότητος ενιαίου καθορισμού των δικαστικών εξόδων ως προς όλα τα κεφάλαια της αποφάσεως (ΑΠ 192/1998 ΕλΔ 39.825), και ακολούθως και με βάση τον εν μέρει περιορισμό του αιτήματος της αγωγής σε έντοκο αναγνωριστικό όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά θα πρέπει να γίνει κατά ένα μέρος δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η από 23.12.2014 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 7910/29.12.2014 αγωγή των εκκαλούντων και ειδικότερα να αναγνωριστεί ότι η εναγομένη εργοδότρια οφείλει να καταβάλει στον πρώτο εκκαλούντα ενάγοντα ως υπόλοιπο υπερωριακής απασχόλησης το ποσό των 1.166,58 (581,42+585,16) ευρώ και επιπλέον να υποχρεωθεί αυτή να του καταβάλει ως υπόλοιπο επιδομάτων εορτών, αποζημίωσης απόλυσης και υπολοίπου δρομολογίων εξπρές το ποσό των 1208,99 +1.109,58 + 439,91 + 768,94 + 2.437,28 + 1.883,83  = 7.848,53 ευρώ. Όλα τα παραπάνω οφείλονται εντόκως αφότου επιδόθηκε η αγωγή (άρθρο 346 του ΑΚ) δεδομένου ότι το επίδομα εορτών Χριστουγέννων του 2014 κατέστη ληξιπρόθεσμο μετά την απόλυση του πρώτου εκκαλούντος. Επίσης θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι η εναγομένη οφείλει να καταβάλει στο δεύτερο εκκαλούντα ενάγοντα ως υπόλοιπο υπερωριακής αμοιβής και αποζημιώσεως απόλυσης το ποσό των 2784,54+ 3.171,40 +1.829,54 = 7.785,48 ευρώ καθώς επίσης και να υποχρεωθεί να του καταβάλει για υπόλοιπα επιδομάτων εορτών, και δρομολογίων εξπρές το ποσό των 343,46 +1.254,45 +392,73 +1.630,81 +2.370,87 = 5.992,32 ευρώ και όλα τα παραπάνω αφότου επιδόθηκε η αγωγή και μέχρι την εξόφληση κατά τα ανωτέρω. Μέρος των δικαστικών εξόδων των εκκαλούντων εφεσιβλήτων εναγόντων και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας βαρύνει μετά την υποβολή σχετικού αιτήματος την εφεσίβλητη εκκαλούσα εναγομένη λόγω της εν μέρει ήττας της κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό (άρθρα 178, 191 παρ. 2 και 183 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει με τη δικονομική παρουσία των διαδίκων τις με αριθμό …../20.10.2015 και …./22.10.2015 εφέσεις κατά της οριστικής με αριθμό 3556/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά που εκδόθηκε, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 επ. του ΚΠολΔ (άρθρο 82 του ΚΙΝΔ) αντιμωλία των διαδίκων επί της με αριθμό …../29.12.2014 αγωγής

Απορρίπτει ό,τι έκρινε ως απορριπτέο στο σκεπτικό

Δέχεται τυπικά αυτές και εν μέρει κατ’ ουσίαν

Εξαφανίζει τη με αριθμό 3556/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά

Κρατεί και δικάζει κατ’ουσίαν την υπόθεση επί της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./29.12.2014 αγωγής

Δέχεται κατά ένα μέρος την αγωγή

Αναγνωρίζει ότι η πρώτη εναγομένη οφείλει να καταβάλει στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των χιλίων εκατόν εξήντα έξι ευρώ και πενήντα οκτώ λεπτών του ευρώ (1.166,58) και στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των επτά χιλιάδων επτακοσίων ογδόντα πέντε ευρώ και σαράντα οκτώ λεπτών του ευρώ (7.785,48) εντόκως αφότου επιδόθηκε η αγωγή

Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει επιπλέον στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των επτά χιλιάδων οκτακοσίων σαράντα οκτώ ευρώ και πενήντα τριών λεπτών του ευρώ (7.848,53) και στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των πέντε χιλιάδων εννιακοσίων ενενήντα δύο ευρώ και τριάντα δύο λεπτών του ευρώ (5.992,32) εντόκως αφότου επιδόθηκε η αγωγή και μέχρι την εξόφληση

Επιβάλει στην εναγομένη εφεσίβλητη εκκαλούσα ένα μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων εκκαλούντων εφεσιβλήτων και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας δηλαδή το ποσό των χιλίων διακοσίων (1200) ευρώ για κάθε ενάγοντα.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  30 Απριλίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ