Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 632/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Περίληψη απόφασης :

Ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής. Νόμιμη η συμφωνία τράπεζας και πιστούχου στα πλαίσια της ελεύθερης σύναψης της δανειακής σύμβασης ότι το απόσπασμα του μηχανογραφικά τηρούμενου λογαριασμού του δανείου που εξέδωσε η ίδια η τράπεζα, καίτοι δεν αποτελεί έγγραφο κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 444 παρ. και 448 παρ. 1 ΚΠολΔ, θα αποτελεί πλήρη έγγραφη απόδειξη της οφειλής των πιστούχων, ώστε αυτό να δύναται να στηρίξει την νόμιμη έκδοση σε βάρος των διαταγής πληρωμής. Όχι αυτεπάγγελτος έλεγχος από το δικαστή που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμή της ύπαρξης καταχρηστικών όρων στη δανειακή σύμβαση. Δεν απαγορεύεται η μετακύλιση της εισφοράς του Ν. 128/1975 στον πιστούχο, αφού τέτοια απαγόρευση δεν προβλέπεται ούτε και συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 3 του Ν. 128/1975 και νομίμως ανατοκίζεται. Όχι απαραίτητο να γίνεται στη διαταγή πληρωμής πανηγυρική αναφορά του επιτοκίου ανατοκισμού, γιατί προκύπτει στο απόσπασμα των βιβλίων της τράπεζας με απλό αριθμητικό υπολογισμό.

 

Αριθμός          632 /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, Εφέτη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθ. 3097/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (ΚΠολΔ 518 παρ. 2). Είναι, συνεπώς, τυπικά δεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσία, μετά την καταβολή του σχετικού παραβόλου της έφεσης.

Με την υπό κρίση έφεσή του οι εκκαλούντες, ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, που κατ’ εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου απέρριψε την ανακοπή τους κατά της υπ’ αρ. ……/2018 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, εκδοθείσας επί τη βάσει συμβάσεως τοκοχρεωλυτικού δανείου, επί τω τέλει όπως αυτή γίνει δεκτή και ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής.

Με τους λόγους της ανακοπής τους, οι ανακόπτοντες ισχυρίστηκαν ότι η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής έπρεπε να ακυρωθεί γιατί εκδόθηκε : α) χωρίς να αποδεικνύεται η χρηματική απαίτηση από δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα, παρά μονάχα από το απόσπασμα του μηχανογραφικά τηρούμενου λογαριασμού του δανείου, που εξέδωσε η ίδια η τράπεζα και που παρανόμως είχε συμφωνηθεί ότι θα αποτελεί πλήρη απόδειξη της οφειλής των πιστούχων, β) χωρίς προηγούμενο αυτεπάγγελτο έλεγχο της καταχρηστικότητας των όρων της δανειακής σύμβασης από τον εκδόσαντα αυτήν δικαστή, γ) παρότι στο χρηματικό ποσό που επιτάσσεται με αυτήν να καταβληθεί έχει παρανόμως μετακυλήσει η καθ’ ης τράπεζα την εισφορά του Ν. 128/1975, που θα ‘πρεπε να βαρύνει την καθ’ ης και παρότι έχει κεφαλαιοποιήσει και ανατοκίσει την εν λόγω εισφορά παράνομα αφού δεν αποτελεί τόκο και δ) χωρίς να γίνεται καμία αναφορά στο επιτόκιο υπολογισμού του τόκου των τόκων.

Σε σχέση με τον υπό στ. α’ λόγο, αυτός είναι μη νόμιμος γιατί αν και το απόσπασμα του μηχανογραφικά τηρούμενου λογαριασμού του δανείου που εξέδωσε η ίδια η τράπεζα δεν αποτελεί έγγραφο κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 444 παρ. και 448 παρ. 1 ΚΠολΔ, πλην όμως νομίμως συμφωνήθηκε στα πλαίσια της ελεύθερης σύναψης της δανειακής σύμβασης ότι το εν λόγω απόσπασμα θα αποτελεί πλήρη έγγραφη απόδειξη της οφειλής των πιστούχων, ώστε αυτό να δύναται να στηρίξει την νόμιμη έκδοση σε βάρος τους διαταγής πληρωμής. Σε σχέση με τον υπό στ. β’ λόγο της ανακοπής, αυτός είναι μη νόμιμος, γιατί δεν αποτελεί κατά νόμο προϋπόθεση για την έκδοση διαταγής πληρωμής για το κατάλοιπο δανείου ο αυτεπάγγελτος έλεγχος από το δικαστή της ύπαρξης καταχρηστικών όρων στη δανειακή σύμβαση. Σε περίπτωση δε ύπαρξης τέτοιων όρων δύνανται αυτοί να αποτελέσουν λόγους ανακοπής εναντίον της. Σε σχέση με τον υπό στ. γ’ λόγο της ανακοπής, αυτός είναι μη νόμιμος γιατί δεν απαγορεύεται η μετακύλιση της εισφοράς του Ν. 128/1975 στον πιστούχο, αφού τέτοια απαγόρευση δεν προβλέπεται ούτε και συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 3 του Ν. 128/1975. Επιπλέον δε, επειδή η εν λόγω εισφορά υπολογίζεται στον καθορισμό του επιτοκίου δανείων, ώστε να αποτελεί μέρος αυτού, νομίμως ανατοκίζεται. Σε σχέση με τον υπό στ. δ’ λόγο της ανακοπής, αυτός είναι επίσης μη νόμιμος, γιατί δεν είναι απαραίτητο να γίνεται στη διαταγή πληρωμής πανηγυρική αναφορά του επιτοκίου ανατοκισμού, γιατί στο απόσπασμα των βιβλίων της τράπεζας, όπου τηρείται η κίνηση του λογαριασμού, βάσει του οποίου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, αναφέρονται αναλυτικά οι τόκοι κατ’ είδος και οι τόκοι τόκων, ώστε να δύναται με απλό αριθμητικό υπολογισμό των λοιπών αναφερομένων σταθερών στοιχείων του λογαριασμού να προκύψει το επιτόκιο ανατοκισμού. Μετά ταύτα η ανακοπή έπρεπε να απορριφθεί και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που δέχθηκε τα ίδια και απέρριψε αυτήν δεν έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου, γι’ αυτό και θα πρέπει να απορριφθεί η έφεση και να καταδικαστούν οι εκκαλούντες στη δικαστική δαπάνη της καθ’ ης αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας, ενώ πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης στο δημόσιο ταμείο.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την έφεση.

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου της έφεσης στο δημόσιο ταμείο.

Επιβάλλει τη δικαστική δαπάνη της καθ’ ης αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας σε βάρος των εκκαλούντων, που καθορίζει σε 300 ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 23-10-2019

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ