Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 631/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Περίληψη της απόφασης :

Όταν το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε την αγωγή ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας και το δευτεροβάθμιο κρίνει αυτήν ως μη νόμιμη δεν χωρεί αντικατάσταση αιτιολογιών, αλλά ούτε και εξαφάνιση της εκκαλουμένης, χωρίς αντίθετη έφεση ή αντέφεση, γιατί έτσι καθίσταται χειρότερη η θέση του εκκαλούντος. Απαραίτητο στοιχείο της αγωγής καταβολής αμοιβής από σύμβαση έργου (παροχής υπηρεσιών) το συμφωνηθέν ποσό αμοιβής, κατά τιμή μονάδος ή κατ’ αποκοπή. Όχι αδικαιολογήτως πλουσιότερος ο μη καταβάλλων την αμοιβή από σύμβαση έργου. Δεν είναι απαραίτητη η αναφορά στο δικόγραφο της αγωγής καταβολής αμοιβής από σύμβαση έργου η νομική κατάσταση της εργοδότριας δημοτικής επιχείρησης, αν γίνεται επίκληση κατάρτισης έγγραφης σύμβασης έργου μετά την 31.12.2010.

 

Αριθμός       631    /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, Εφέτη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

            Η υπό κρίση έφεση κατά της 5664/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (ΚΠολΔ 518 παρ. 1). Επομένως, μετά την καταβολή και του σχετικού παραβόλου της έφεσης, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

Η ενάγουσα, ήδη εκκαλούσα, ισχυριζόμενη στην αγωγή της ότι στα πλαίσια επαγγελματικής συνεργασίας που είχε με την εναγομένη, ήδη εφεσίβλητη, δημοτική επιχείρηση, της προσέφερε τις αναφερόμενες στην αγωγή υπηρεσίες κατά τα έτη 2008, έως και αρχές Φεβρουαρίου 2011, Ότι στη συνέχεια δυνάμει έγγραφης σύμβασης, ετήσιας διάρκειας, που σύναψε στις 10.2.2011 με την εναγομένη, ανέλαβε και της προσέφερε τις προσδιοριζόμενες στην αγωγή υπηρεσίες έναντι μηνιαίας κατ’ αποκοπή αμοιβής ύψους 1.490 ευρώ πλέον ΦΠΑ. Ότι αν και η εναγομένη της όφειλε το χρηματικό ποσό των 15.506,36 ευρώ για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες της έως τις αρχές Φεβρουαρίου 2011 και το ποσό των 21.992,40 ευρώ για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες της στα πλαίσια της ως άνω έγγραφης σύμβασης, αυτή, με επιμέρους καταβολές έως τις 4.3.2010, της κατέβαλε το συνολικό χρηματικό ποσό των 9.500 ευρώ και της οφείλει ακόμη το υπόλοιπο χρηματικό ποσό των 27.998,76 ευρώ, στην καταβολή του οποίου ζήτησε να υποχρεωθεί δικαστικά, νομιμοτόκως από την παρέλευση 30 ημερών από την έκδοση εκάστου τιμολογίου, άλλως από την επίδοση της αγωγής, έως την εξόφληση. Άλλως δε, επικουρικά, ζήτησε να γίνει δεκτή η αγωγή της, κατά τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού, επειδή η εναγόμενη έγινε πλουσιότερη επειδή δεν της κατέβαλε το ως άνω οφειλόμενο εκ της σύμβασης έργου χρηματικό ποσό. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι η εν λόγω αγωγή και ως προς τις δύο βάσεις της (κύρια και επικουρική) είναι απαράδεκτη λόγω αοριστίας αυτής και απέρριψε αυτήν. Η εκκαλούσα με την υπό κρίση έφεσή της παραπονείται κατά της ως άνω απόφασης για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου. Από την επισκόπηση του δικογράφου της αγωγής συνάγεται ότι, αν και με αυτή ζητείται από την ενάγουσα εργολάβο η καταβολή αμοιβών για την εκτέλεση διαδοχικών συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, δεν αναφέρεται σ’ αυτήν καθόλου το ποσό της συμφωνηθείσας αμοιβής για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες για το χρονικό διάστημα 2008 έως αρχές Φεβρουαρίου 2011. Αντίθετα αναφέρεται η συμφωνηθείσα αμοιβή στα πλαίσια της από 10.2.2011 καταρτισθείσας έγγραφης σύμβασης έργου. Επομένως η αγωγή, ως προς την κύρια βάση της, ήταν απαράδεκτη λόγω αοριστίας, όσον αφορά την καταβολή αμοιβής από την εκτέλεση του έργου για το χρονικό διάστημα 2008 έως αρχές Φεβρουαρίου 2011, ενώ όσον αφορά τη αντίστοιχη μηνιαία κατ’ αποκοπή αμοιβή για το ετήσιο χρονικό διάστημα, που διέδραμε μετά την από 10.2.2011 έγγραφη σύμβαση, ήταν επαρκώς ορισμένη και παραδεκτή, δίχως να είναι απαραίτητη η ακριβής αναφορά της νομικής κατάστασης της εναγομένης, αφού σε κάθε περίπτωση αναφέρεται ότι για αυτήν τη σύμβαση τηρήθηκε ο έγγραφος τύπος, όπως δηλαδή απαιτείτο μετά τις 31.12.2010, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 257 παρ. 2, 269 παρ. 1 του Ν. 3463/2006, σε συνδ. με εκείνες των άρθρων 17 παρ. 3 του Ν. 3812/2009 και 80 το Ν 2362/1995 «Περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού» και των άρθρων 41, 42 και 43 του Ν. 496/1974. Ως προς δε την επικουρική βάση του αδικαιολογήτου πλουτισμού, η αγωγή ήταν μη νόμιμη, καθόσον δεν καθίσταται αδικαιολόγητα πλουσιότερος ο μη καταβάλλων την οφειλόμενη αμοιβή εκ της σύμβασης έργου, όπως ισχυρίστηκε η ενάγουσα. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε την εν λόγω αγωγή, ως προς την κύρια βάση της, απαράδεκτη λόγω αοριστίας έσφαλε ως προς την κεφάλαιο αυτής που αφορούσε την καταβολή αμοιβής για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες στα πλαίσια της από 10.2.2011 έγγραφης σύμβασης έργου, ενώ δεν έσφαλε ως προς το κεφάλαιο αυτής που αφορούσε την καταβολή αμοιβής για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες κατά τα χρονικό διάστημα από 2008 έως αρχές Φεβρουαρίου 2011. Σχετικά δε με την απόρριψη της αγωγής, ως προς την επικουρική βάση του αδικαιολογήτου πλουτισμού, από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ως απαράδεκτης, αυτή αν και είναι εσφαλμένη, αφού με βάση τα αναφερόμενα στην αγωγή περιστατικά η εν λόγω βάση έπρεπε να απορριφθεί ως μη νόμιμη, εντούτοις το παρόν Δικαστήριο δεν θα εξαφανίσει την εκκαλουμένη ως προς το σκέλος αυτό, αφού έτσι θα καθιστούσε χειρότερη τη θέση του εκκαλούντος, ενόψει του ότι δεν ασκήθηκε αντίθετη έφεση ή αντέφεση (ΚΠολΔ 536 παρ. 1). Μετά ταύτα πρέπει η εν λόγω έφεση να γίνει εν μέρει δεκτή κατ’ ουσίαν και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη μόνο ως προς το ως άνω κεφάλαιο (καταβολή αμοιβής για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες στα πλαίσια της έγγραφης σύμβασης έργου) που έκρινε εσφαλμένως ως απαράδεκτη την αγωγή, ως προς την κύρια βάση της, λόγω αοριστίας, στη συνέχεια δε να διακρατηθεί η υπόθεση, να δικαστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, ως προς το κεφάλαιο αυτό, δεδομένου ότι καταβλήθηκε το ανάλογο προς την αξία του αντικειμένου της τέλος δικαστικού ενσήμου με τις υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το 13480739/ΣΕΙΡΑ VI Διπλ. Είσπρ. της Γ’ Δ.Ο.Υ. Πειραιά) και να αποδοθεί το παράβολο της έφεσης στον καταθέσαντα αυτό.

Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι και της υπ’ αρ. …./29.4.2015 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον του συμβ/φου Πειραιώς …………, που ελήφθη κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της αντίδικης πλευράς, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα αποτελεί εμπορική εταιρεία με σκοπό την παροχή υπηρεσιών προώθησης προϊόντων και έρευνας αγοράς, τη παραγωγή, προώθηση και διανομή ψηφιακών μακετών, την παραγωγή διαφημίσεων, την εξεύρεση χορηγών, την πώληση διαφημιστικού χώρου και διαφημιστικού χρόνου, την παραγωγή, προώθηση και εκμετάλλευση οπτικοακουστικών προϊόντων, την παροχή υπηρεσιών και προγραμμάτων λογισμικού και ηλεκτρονικών προγραμμάτων, την ενοικίαση μηχανημάτων οπτικοακουστικών μέσων, την παροχή διαφημιστικών υπηρεσιών κάθε τύπου, την παροχή ηλεκτρολογικών και φωτιστικών καλύψεων και την παροχή υπηρεσιών διαδικτύου. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της ενάγουσας, δυνάμει της από 10.2.2011 έγγραφης σύμβασης έργου ανέλαβε την υποχρέωση να παρέχει προς την εναγόμενη, δημοτική επιχείρηση ραδιοφωνίας του Δήμου Πειραιά, υπηρεσίας δημιουργίας ηλεκτρονικής σελίδας, τη φιλοξενία αυτής στο διαδίκτυο, το σχεδιασμό και τη δημιουργία ψηφιακών μακετών και φόρτιση αυτών, το σχεδιασμό και τη δημιουργία λογοτύπων, την τεχνική υποστήριξη της σχετικής ιστοσελίδας και τεχνική ανανέωση αυτής, την εκπομπή διαδικτυακού ήχου μέσω του κεντρικού διακομιστή, της εκ μέρους της ενημέρωση – εκπαίδευση των εργαζομένων της εναγομένης σχετικά με τις ως άνω υπηρεσίες, καθώς και τη μετάδοση διαδικτυακού τηλεοπτικού προγράμματος και την ταυτόχρονη μετάδοση πολλαπλών καναλιών ήχου για τη μετάδοση προγράμματος από απομακρυσμένα σημεία.  Η εν λόγω όμως έγγραφη σύμβαση δε προσκομίστηκε από την ενάγουσα, παρότι η εναγομένη δήλωσε ότι δεν την έχει στο αρχείο της και δεν γνωρίζει από ποιον έχει υπογραφεί και ζήτησε για το σκοπό αυτό την προσκόμισή της. Επομένως δεν προέκυψε έγγραφη κατάρτιση της επικαλούμενης από την ενάγουσα επίδικης σύμβασης έργου (παροχής των ως άνω υπηρεσιών). Ούτε όμως και η από 10.2.2011 έγγραφη προσφορά που προσκόμισε και επικαλέστηκε η ενάγουσα με τις προτάσεις της και αφορά τις ως άνω υπηρεσίες, προέκυψε ότι απεστάλη με κάποιο τρόπο στην εναγόμενη ή ότι με κάποιο τρόπο έλαβε αυτή γνώση αυτής, ώστε να αποτελέσει έγγραφη πρόταση για τη σύναψη σύμβασης. Συνεπώς  ουδέποτε καταρτίστηκε έγγραφη σύμβαση μεταξύ της ενάγουσας και της εναγομένης δημοτικής επιχείρησης, η οποία είναι ενεργή και δεν έχει λυθεί και ως προς την οποία η σύναψη συμβάσεων υπηρεσιών και έργου διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων που ισχύουν για τους Ο.Τ.Α. (257 παρ. 2 του Ν. 3463/2006), ως προς τους οποίους έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 80 το Ν 2362/1995 «Περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού» και των άρθρων 41, 42 και 43 του Ν. 496/1974, σύμφωνα με τις οποίες απαιτείται πάντοτε ο έγγραφος τύπος ή τουλάχιστον η έγγραφη πρόταση (για τη σύναψη σύμβασης) σε περίπτωση εκπλήρωσης της σύμβασης, που εν προκειμένω ούτε αυτή (η έγγραφη πρόταση) υπάρχει. Επομένως, πρέπει η αγωγή, κατά το πιο πάνω διακρατηθέν και ερευνηθέν κεφάλαιο, να απορριφθεί κατ’ ουσίαν. Σχετικά δε με την επιβολή των δικαστικών εξόδων, αυτά, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της δυσχέρειας εφαρμογής των ουσιαστικών κανόνων δικαίου, εξαφανιζομένου του σχετικού κεφαλαίου επιβολής τούτων της εκκαλουμένης, δεκτού γενομένου του σχετικού λόγου της έφεσης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται την έφεση τυπικά και εν μέρει ουσιαστικά.

Εξαφανίζει την με αρ. 5664/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ως προς τα αναφερόμενα στο ιστορικό κεφάλαια.

Διακρατεί την υπόθεση ως προς αυτά και δικάζοντας επί της με αρ. κατ. ……/2013 αγωγής.

Απορρίπτει αυτήν.

Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις    23-10-2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ