Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 573/2019

ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Αγοραπωλησία ακινήτου. Ανέγερση οικοδομής με το σύστημα της αντιπαροχής. Εφόσον κριθεί ότι πρόκειται για μικτή σύμβαση, τα ζητήματα που αφορούν στην ύπαρξη ελλείψεων και ελαττωμάτων στο πωλούμενο ακίνητο ρυθμίζονται από τις διατάξεις για τη μίσθωση έργου. Δικαιώματα εργοδότη σε περίπτωση ελαττωμάτων ή έλλειψης συνομολογηθεισών ιδιοτήτων. Διαζευκτική συρροή. Ενστάσεις εργολάβου. Δικαστική &διαιτητική πραγματογνωμοσύνη. Κύριος όρος της διαιτητικής πραγματογνωμοσύνης είναι η υποχρεωτικότητα αυτής.

 

Αριθμός Απόφασης:  573/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

[ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ]

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Ευγενία Τσιώρα, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου και από τη Γραμματέα Κ.Δ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 02-08-2017 έφεση, η οποία κατατέθηκε, στις 03-08-2017 στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../2017 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. ……/2017, αντίγραφο δε αυτής κατατέθηκε, στις 23-10-2017 στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../23-10-2017 και Ειδ. Αριθμ. Κατάθ. …../23-10-2017, κατά της με αριθμ. 3092/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και της συμπροσβαλλομένης, κατ’ ορθή εκτίμηση, με αριθμ. 4426/2013 μη οριστικής απόφασης του ιδίου Δικαστηρίου, οι οποίες εκδόθηκαν, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 16-03-2012 και με αριθμ. …../2012 αγωγής, έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα, από τον εν μέρει ηττηθέντα εναγόμενο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 144, 147 παρ. 2, 495 παρ. 1, 2, 511, 513 παρ. 1 εδ. β΄, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 1 και 520 ΚΠολΔ, εφόσον η εκκαλουμένη επιδόθηκε στον εκκαλούντα στις 07-07-2017 (βλ. σχετ. με αριθμ. ……/07-07-2017 έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ……….., σε συνδυασμό με την από 07-07-2017 απόδειξη παραλαβής εγγράφου του Αξιωματικού Υπηρεσίας του Α.Τ. Κερατσινίου ……….. και την από 07-07-2017 βεβαίωση του ιδίου ως άνω Δικαστικού Επιμελητή) και η υπό κρίση έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 03-08-2017. Επομένως, εφόσον κατατέθηκε από τον εκκαλούντα στο δημόσιο ταμείο το απαιτούμενο παράβολο των εκατό (100) ευρώ για την άσκηση αυτής (βλ. άρθρο 495 § 3 Α περ. β΄ ΚΠολΔ), η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, για να κριθεί η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της (άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολ).

Με την υπό κρίση από 16/03/2012 αγωγή τους, οι ενάγοντες, ήδη εφεσίβλητοι, εξέθεταν, κατ’ ορθή εκτίμηση, ότι, δυνάμει του με αριθμ. ……/23-03-2001 συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Αθηνών …………., το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά, στον τόμο …., με αριθμό ….., απέκτησαν, αιτία πωλήσεως, από τις: α) ……….. και β) …………, με εκ τρίτου συμβαλλόμενο τον εναγόμενο – εργολάβο, μία ημιτελή οριζόντια ιδιοκτησία, ήτοι την υπ’ αριθμ. δύο (2) οριζόντια ιδιοκτησία – διαμέρισμα του πέμπτου (Ε) πάνω από το ισόγειο – πυλωτή ορόφου πολυκατοικίας κτισμένης επί οικοπέδου κειμένου στη θέση «……» Κερατσινίου Αττικής, της περιφέρειας του Δήμου Κερατσινίου, μέσα στο εγκεκριμένο σχέδιο του άνω Δήμου και στην οδό ….., στην οποία φέρει τους αριθμούς ……., όπως αυτή αναλυτικά περιγράφεται, κατά είδος, θέση και επιφάνεια. Ότι στο ως άνω συμβόλαιο είχε συμβληθεί ως εκ τρίτου συμβαλλόμενος ο εναγόμενος, ως εργολήπτης, δυνάμει του υπ’ αριθμ. …./3-7-2000 προσυμφώνου και εργολαβικού συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Πειραιά ….. ., όπως αυτό τροποποιήθηκε με το με αριθμ. …./24-10-2000 συμβόλαιο της ιδίας ως άνω Συμβολαιογράφου, το οποίο είχε υπογράψει με τις οικοπεδούχους, ………. …..    Ότι, με το προσύμφωνο αυτό και εργολαβικό συμβόλαιο, οι ως άνω οικοπεδούχοι είχαν παραχωρήσει στον εναγόμενο, ως εργολάβο, το οικόπεδο, ιδιοκτησίας τους, επί του οποίου ανεγέρθηκε η ως άνω πολυκατοικία, προκειμένου να ανεγείρει επ’ αυτού με χρήματά του, επιμέλεια και ευθύνη του, πολυόροφη οικοδομή – πολυκατοικία, επί αντιπαροχή σε αυτές των 250/οοο εξ αδιαιρέτου, επί του υπό ανοικοδόμηση άνω οικοπέδου και τα οποία ποσοστά παρακράτησαν οι οικοπεδούχοι, τα δε υπόλοιπα 750/οοο εξ αδιαιρέτου του άνω οικοπέδου αντιστοιχούσαν στις υπόλοιπες αυτοτελείς και ανεξάρτητες οριζόντιες ιδιοκτησίες της υπό ανέγερση πολυκατοικίας, τα οποία θα περιέρχονταν στον εναγόμενο – εργολάβο, όπως οριζόταν στο ως άνω προσύμφωνο και εργολαβικό συμβόλαιο. Ότι, σύμφωνα με το ως άνω με αριθμ. …../23-03-2001 συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Αθηνών ………., η παραπάνω πώληση από τις οικοπεδούχους προς τους ιδίους (ενάγοντες) της ως άνω οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος έγινε με την έγκριση και υπόδειξη του εναγομένου – εργολάβου, το δε συνολικό τίμημα της αγοράς, κατόπιν ειδικής παραγγελίας των οικοπεδούχων στο ως άνω συμβόλαιο, καταβλήθηκε από αυτούς στον εργολάβο, ο οποίος, σύμφωνα με τους όρους του μεταξύ τους συναφθέντος προσυμφώνου και εργολαβικού συμβολαίου, δικαιούνταν να εισπράξει ολόκληρο το τίμημα, σε μερική εξόφληση ίσης απαιτήσεώς του, λόγω αντιπαροχής, για την κατασκευή των οριζοντίων ιδιοκτησιών, που περιήλθαν, σύμφωνα με το πιο πάνω εργολαβικό και στη σχετική σύσταση οριζοντίου ιδιοκτησίας, στις οικοπεδούχους. Ότι, σύμφωνα με σχετικό όρο του ως άνω αγοραπωλητηρίου συμβολαίου, ο οποίος έγινε αμοιβαία αποδεκτός από τους ίδιους και τον εναγόμενο, ως εργολάβο, το πωλούμενο ως άνω διαμέρισμα βρισκόταν την ημέρα υπογραφής του αγοραπωλητηρίου συμβολαίου στο στάδιο της αποπερατώσεως των οπτοπλινθοδομών, ο δε εναγόμενος ανέλαβε την υποχρέωση να κατασκευάσει και αποπερατώσει τις εργασίες, που υπολείπονταν, με δικές του δαπάνες με πεπειραμένο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό και σύμφωνα με όλους τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης, τους όρους και τα υλικά της από 3-7-2000 Γενικής Συγγραφής Υποχρεώσεων και του υπ’ αριθμ. …./3-7-2000 προσυμφώνου και εργολαβικού συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Πειραιά …… και να το παραδώσει σε αυτούς πλήρως και τελείως αποπερατωμένο το αργότερο μέχρι την 24.4.2002. Ότι, σύμφωνα με το από 23-3-2001 ιδιωτικό συμφωνητικό (Ειδική Συγγραφή Υποχρεώσεων), που υπεγράφη μεταξύ αυτών και του εναγομένου – εργολάβου, ο τελευταίος ανέλαβε, απέναντί τους, πέραν της γενικής συγγραφής υποχρεώσεων, η οποία επισυνάφθηκε στο καταρτισθέν, μεταξύ του εναγομένου – εργολάβου και των αρχικών οικοπεδούχων προσύμφωνο – εργολαβικό συμβόλαιο, να εκτελέσει με δικές του δαπάνες, μεταξύ άλλων επιπλέον εργασιών στην ως άνω υπ’ αριθμ. δύο (2) οριζόντια ιδιοκτησία – διαμέρισμα του πέμπτου (Ε) πάνω από το ισόγειο – πυλωτή ορόφου και την επιπλέον εργασία, που αφορούσε στην επίστρωση, στεγανοποίηση και θερμομόνωση του δαπέδου του δώματος (ταράτσας), που βρισκόταν ακριβώς πάνω από το ως άνω διαμέρισμα, είτε με αφρομπετό, 3 cm …. ή 5 cm φελιζόλ, 40 Kgr/m ασφαλτόπανο, αφρομπετό, τσιμεντοκονία και πλακάκια είτε με ……., μπετό, πίσσα ασφαλτόπανο, αφρομπετό, τσιμεντοκονία και πλακάκια και ότι για την υγρομόνωση θα δινόταν από τον τεχνίτη ή το ειδικό συνεργείο, που θα την τοποθετούσε, εγγύηση δέκα (10) ετών. Ότι, περί τα τέλη Φεβρουαρίου του έτους 2002, λόγω της επικείμενης από αυτούς παραλαβής του ως άνω διαμερίσματος και επειδή ήδη είχαν διαπιστώσει την ύπαρξη κακοτεχνιών, ανέθεσαν στον Πολιτικό Μηχανικό …………. να προχωρήσει σε αυτοψία επί του διαμερίσματος αυτού, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν υπάρχουν τυχόν κακοτεχνίες, ελλείψεις και ελαττώματα επ’ αυτού, ούτως ώστε, ακολούθως, να προχωρήσουν στην παραλαβή του από τον εναγόμενο – εργολάβο. Ότι ο ως άνω πολιτικός μηχανικός, αφού διενήργησε τη σχετική αυτοψία, συνέταξε την από 25-2-2002 τεχνική έκθεση, στην οποία, μεταξύ άλλων, διαπίστωσε υγρασία, σε έκταση 0,5 τ.μ., περίπου, στην περιοχή της συμβολής της καμινάδας του τζακιού με τη πλάκα της οροφής, στην νοτιανατολική γωνία της σαλοτραπεζαρίας, οφειλόμενη στην κακή στεγανοποίηση των αρμών των πλακιδίων του δαπέδου του δώματος και του αρμού του σοβατεπί με το δάπεδο, κυρίως στον υπερκείμενο από την υγρασία χώρο, κακοτεχνία στο υπόστρωμα των δαπέδων, πιθανόν, στο αφρομπετόν, με αποτέλεσμα αυτά να ακούγονται «κούφια» κατά το κτύπημά τους, με τη ξύλινη χειρολαβή σφυριού, στους χώρους του δαπέδου της σαλοτραπεζαρίας στην περιοχή μπροστά από το τζάκι, σε έκταση περίπου 1,5 τ.μ., μπροστά από την είσοδο της νότιας κρεβατοκάμαρας σε έκταση 0,5 τ.μ., στον ίδιο χώρο στην περιοχή της συμβολής του νοτίου τοίχου με τον ανατολικό, ανάλογης με την προηγουμένως έκτασης, στο δάπεδο του αίθριου σε έκταση 2,0 τ.μ., στην περιοχή μπροστά από τη μπαλκονόπορτα της νότιας κρεβατοκάμαρας και στο χωλ και τις βόρειες κρεβατοκάμαρες, σε έκταση ενός ή δύο πλακιδίων, συνολικά 6 σημεία, οι χρωματισμοί, των στηθαίων του αίθριου εσωτερικά του διαχωριστικού με την όμορη ιδιοκτησία και του τμήματος της τοιχοποιϊας εξωτερικά της κουζίνας παρουσίαζαν αδικαιολόγητα, λόγω της ελάχιστης ηλικίας της οικοδομής, σκασίματα, σε ύψος από το δάπεδο 0,5 μ. περίπου. Ότι, την 21-3-2002, υπεγράφη μεταξύ αυτών και του εναγομένου – εργολάβου πρωτόκολλο παραδόσεως και παραλαβής του ως άνω διαμερίσματος, στο οποίο διατύπωσαν επιφυλάξεις σχετικά με τις ως άνω κακοτεχνίες, που διαπίστωσε ο προαναφερόμενος Πολιτικός Μηχανικός ……….. και δήλωσαν ότι διατηρούν έναντι του εναγομένου κάθε νόμιμο δικαίωμά τους για την (εξώδικη ή δικαστική) επιδίωξη αποκατάστασης των ως άνω κακοτεχνιών. Ότι μετά εγκαταστάθηκαν στο ως άνω διαμέρισμα, κατά τη διάρκεια του έτους 2004, οπότε και άρχισε να εμφανίζεται και μούχλα, μεγάλης εκτάσεως, στο δάπεδο του κυρίως υπνοδωματίου και ότι, το έτος 2005, άρχισαν ν’ αποκολλούνται τα πλακίδια δαπέδου της κουζίνας, το στηθαίο άρχισε να στάζει νερά, στο ίδιο σημείο, που παρατηρείται ακόμα, παρατηρήθηκε υγρασία στη ντουλάπα ενός υπνοδωματίου, παρουσιάστηκε μούχλα και στο κυρίως μπάνιο του διαμερίσματος, ενώ το έτος 2006 ξεκόλλησαν τα πλακάκια στις δύο κρεβατοκάμαρες και στο σαλόνι. Ότι, μέσα στα επόμενα χρόνια, και αφού κάποιες ανεπιτυχείς επεμβάσεις του εναγομένου – εργολάβου δεν επέφεραν λύση στο πρόβλημα, καθόσον αυτές αφορούσαν κυρίως τα θέματα της ύπαρξης υγρασίας, οι ίδιοι προσπάθησαν ν’ αντιμετωπίσουν τα προβλήματα αυτά με συνεχείς παρεμβάσεις, που έκαναν στο διαμέρισμα και αφορούσαν κυρίως το χρωματισμό αυτού, τη χρήση αφυγραντήρα, τον καλό και συχνό εξαερισμό των χώρων κλπ.. Ότι, το χειμώνα του 2010 – 2011, η κατάσταση στο διαμέρισμα επιδεινώθηκε πολύ, καθόσον εμφανίστηκε υγρασία και μούχλα σε όλα τα πατώματα των υπνοδωματίων, σε δοκάρια, κολώνες και τοίχους του διαμερίσματος, ενώ οι ντουλάπες των δύο παιδικών υπνοδωματίων καταστράφηκαν ολοσχερώς από την υγρασία, τα έπιπλα της κρεβατοκάμαρας μούχλιασαν, όπως και το στρώμα του κρεβατιού, τα δε ταβάνια και οι τοίχοι του κυρίως μπάνιου καταστράφηκαν ολοσχερώς, τα ταβάνια εμφάνιζαν σκασίματα σε πολλά σημεία, οι πίσω εξώστες εμφάνισαν έντονη υγρασία, το στηθαίο της ταράτσας άρχισε να στάζει και σε δύο, επιπλέον των αρχικών, σημεία, ενώ τα πλακίδια του δαπέδου ξεκόλλησαν και στο υπόλοιπο διαμέρισμα και τα ξύλινα δάπεδα στις τρεις κρεβατοκάμαρες καταστράφηκαν από την υγρασία. Ότι, κατόπιν όλων αυτών, και ενώ, στις αρχές του χειμώνα του 2011 – 2012 είχε ήδη επιδεινωθεί και άλλο η κατάσταση, δεδομένης της αρνήσεως του εναγομένου, παρά τις συνεχείς προς τούτο οχλήσεις τους ν’ αποκαταστήσει τις ως άνω κακοτεχνίες και ζημίες, ζήτησαν από τον Πολιτικό Μηχανικό ……. να διενεργήσει αυτοψία στο διαμέρισμά τους και να συντάξει σχετική τεχνική έκθεση για τις κακοτεχνίες, ελλείψεις και πραγματικά ελαττώματα, που υπήρχαν σε αυτό. Ότι ο τελευταίος, αφού διενήργησε, την 30-11-2011, σχετική αυτοψία και έλαβε υπόψη του και το από 23-3-2001 ιδιωτικό συμφωνητικό (ειδική συγγραφή υποχρεώσεων), το οποίο είχε καταρτισθεί μεταξύ των διαδίκων, προέβη στις αναλυτικά αναφερόμενες στην υπό κρίση αγωγή διαπιστώσεις, που ουσιαστικά αφορούσαν στις ως άνω αναφερόμενες εμφανισθείσες ζημίες, αποδίδοντας δε την εμφάνιση υγρασίας στο διαμέρισμα στην έλλειψη επαρκούς θερμομόνωσης, είτε στη μη τοποθέτηση θερμομόνωσης, με αποτέλεσμα τη δημιουργία υδρατμών στον εσωτερικό χώρο. Ότι, ειδικότερα, όπως ανέφερε, η ως άνω έλλειψη είχε ως αποτέλεσμα οι υδρατμοί του εσωτερικού αέρα να έρχονται σ’ επαφή με τα ψυχρότερα τμήματα του εξωτερικού κελύφους και να δημιουργούνται οι κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη μυκήτων (μούχλας) στα σημεία αυτά. Ότι, επιπλέον, όπως ανέφερε, μετά από δοκιμαστικές τομές, που έγιναν στο δώμα, στις 27-01-2012, ώστε να διαπιστωθεί ο τρόπος κατασκευής της μόνωσης, διαπιστώθηκε μη σωστή κατασκευή της υγρομόνωσης του δώματος (εσφαλμένη τοποθέτηση του ασφαλτόπανου, κακή κατασκευή ρήσεων), γεγονός, που είχε ως αποτέλεσμα το νερό, που λιμνάζει, να διαπερνά την τελική επιφάνεια επικάλυψης (στην προκειμένη περίπτωση τσιμεντόπλακες) και να εγκλωβίζεται κάτω από την επιφάνεια των πλακών επικάλυψης, έλλειψη επαρκούς θερμομόνωσης του δώματος, καθόσον τοποθετήθηκε διογκωμένη πολυστερίνη τριών εκατοστών σε χρώμα μπλε, ώστε να φαίνεται σαν εξηλασμένη πολυστερίνη, κατά παράβαση των συμφωνηθέντων στο από 23-3-2001 ιδιωτικό συμφωνητικό, που είχε συναφθεί, μεταξύ των διαδίκων, όπου είχε συμφωνηθεί η τοποθέτηση 3 εκατοστών εξηλασμένης πολυστερίνης και μάλιστα της εταιρίας …… ή 5 εκατοστών διογκωμένης πολυστερίνης. Ότι από τομή που έγινε στα υποστυλώματα του φέροντος οργανισμού, στις 27-01-2012, προκύπτει ότι δεν έχει τοποθετηθεί καμία θερμομόνωση, όπως όφειλε, σύμφωνα με τη μελέτη θερμομόνωσης, με αποτέλεσμα την ύπαρξη υγρασίας – μούχλας στο εσωτερικό του διαμερίσματος, σε διάφορα σημεία των εξωτερικών στοιχείων από σκυρόδεμα (δοκοί – υποστυλώματα) και ότι και στις τοιχοποιίες είχε τοποθετηθεί διογκωμένη πολυστερίνη τριών εκατοστών, σε χρώμα μπλε, ώστε να φαίνεται σαν εξηλασμένη πολυστερίνη, καθώς και ότι υπάρχει κακοτεχνία στο υπόστρωμα των δαπέδων, με αποτέλεσμα ν’ αποκολλούνται τα κεραμικά πλακίδια και πολλά ν’ ακούγονται κούφια. Ότι, περαιτέρω, όπως απεφάνθη, για την αποπεράτωση των παραπάνω προβλημάτων επιβάλλεται η πλήρης ανακατασκευή της μόνωσης του δώματος, η κατασκευή συστήματος εξωτερικής θερμομόνωσης στις εξωτερικές τοιχοποιίες, καθώς, επίσης, και η εκ νέου τοποθέτηση ξύλινων δαπέδων των υπνοδωματίων και ότι για την αποκατάσταση των κεραμικών πλακιδίων, απαιτείται η πλήρης ανακατασκευή του υποστρώματος και η εκ νέου τοποθέτηση των πλακιδίων. Ότι, εκ των ως άνω, προκύπτει ότι ο εναγόμενος, ενώ είχε αναλάβει την υποχρέωση, σύμφωνα με τη μελέτη θερμομόνωσης της άδειας οικοδομής, αλλά και σύμφωνα με τις προδιαγραφές του από 23-3-2001 ως άνω ιδιωτικού συμφωνητικού, να προβεί στην κατασκευή θερμομόνωσης και υγρομόνωσης του δώματος, καθώς και σε κατασκευή θερμομόνωσης των υποστυλωμάτων του φέροντος οργανισμού του διαμερίσματος και της τοιχοποιίας αυτού, υπαίτια παραβίασε την υποχρέωσή του αυτή, προβαίνοντας σε μη σωστή, μη επαρκή και εσφαλμένη κατασκευή της υγρομόνωσης και θερμομόνωσης του δώματος και της τοιχοποιίας του διαμερίσματος και μην τοποθετώντας -ως όφειλε- οιαδήποτε θερμομόνωση στα υποστυλώματα του φέροντος οργανισμού του διαμερίσματος. Ότι, λόγω των ως άνω κακοτεχνιών και ελλείψεων σχετικά με τη μόνωση (θερμομόνωση και υγρομόνωση) του δώματος και του διαμερίσματος, οι οποίες οφείλονται σε υπαιτιότητα αυτού, προκλήθηκαν οι αναλυτικά αναφερόμενες στο υπό κρίση δικόγραφο ζημίες, που οφείλονται αποκλειστικά στην ύπαρξη των ως άνω ελλείψεων και κακοτεχνιών του εναγομένου. ΄Οτι για την αποκατάσταση των ως άνω ελλείψεων και κακοτεχνιών, σχετικά με τη θερμομόνωση και υγρομόνωση του δώματος, τη θερμομόνωση των υποστυλωμάτων του φέροντος οργανισμού και της τοιχοποιίας του διαμερίσματός τους, δια της εκ νέου πλήρους ανακατασκευής της θερμομόνωσης και υγρομόνωσης του δώματος και της κατασκευής συστήματος εξωτερικής θερμομόνωσης στις εξωτερικές τοιχοποιίες, για την αποκατάσταση των λεπτομερώς αναφερόμενων ζημιών, που εμφανίστηκαν στο διαμέρισμά τους και προκλήθηκαν από την περιγραφόμενη από τον εναγόμενο υπαίτια παράβαση των υποχρεώσεών του, σχετικά με την κατασκευή της θερμομόνωσης και υγρομόνωσης του δώματος και της θερμομόνωσης των υποστυλωμάτων του φέροντος οργανισμού και της τοιχοποιίας του διαμερίσματος και για την αντικατάσταση των κεραμικών πλακιδίων που καταστράφηκαν, συνεπεία των κακοτεχνιών, που υπάρχουν στο υπόστρωμα των δαπέδων, θα απαιτηθεί να καταβάλουν τα ακόλουθα κονδύλια, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ, όπως αυτά αναλυτικά περιγράφονται στο υπό κρίση δικόγραφο, τόσο ως προς το είδος, την ποσότητα και το κόστος των επιμέρους υλικών, που θα απαιτηθούν, καθώς και ως προς το είδος των εργασιών, που θα απαιτηθούν και το κόστος κάθε μία από αυτές, ήτοι: α) για την κατασκευή της θερμομόνωσης και υγρομόνωσης του δώματος, το ποσό των 19.321,45 ευρώ, β) για την κατασκευή της εξωτερικής θερμομόνωσης, με το σύστημα BAUMIT, το ποσό των 8.081,10 ευρώ, γ) για την αγορά πλακιδίων μπάνιου και δαπέδων και επίπλων μπάνιου, το ποσό των 4.331,65 ευρώ, δ) για το κόστος εργασιών αποξήλωσης και τοποθέτησης πλακιδίων μπάνιου και δαπέδων και επίπλων μπάνιου, το ποσό των 1.240 ευρώ, ε) για την αγορά υλικών και το κόστος αντικατάστασης των ξύλινων δαπέδων το ποσό των 4.590,48 ευρώ, στ) για την επισκευή, αποξήλωση ξύλινων ντουλαπών και την αντικατάσταση μερών αυτών των δύο παιδικών υπνοδωματίων, το ποσό των 1.845 ευρώ και ζ) για τον εξωτερικό και εσωτερικό επαναχρωματισμό του διαμερίσματος, το ποσό των 4.305 ευρώ. Ενόψει των ανωτέρω, οι ενάγοντες ζήτησαν, κατ’ ορθή εκτίμηση του δικογράφου, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να τους καταβάλει το συνολικό ποσό των 43.714,78 ευρώ, κατά την αναλογία του ποσοστού συγκυριότητάς τους στον κάθε ένα, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στη δικαστική τους δαπάνη. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, με τη συμπροσβαλλόμενη, κατ’ ορθή εκτίμηση, με την υπό κρίση έφεση, με αριθμ. 4426/2013 μη οριστική απόφασή του, εκδοθείσα, κατά την τακτική διαδικασία, μετά από συζήτηση που έγινε, αντιμωλία των διαδίκων, στις 20/03/2013, αφού έκρινε ότι η εν λόγω αγωγή είναι αρκούντως ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη, στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 361, 341, 345, 681, 690 σε συνδ. προς 688 και 689, 176, 907 και 908 ΚΠολΔ και απέρριψε ως μη νόμιμους τους ισχυρισμούς του εναγομένου, με τους οποίους επιχείρησε να θεμελιώσει τις ενστάσεις των άρθρων 691, 300 και 281 Α.Κ., διέταξε την επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου να διενεργηθεί η αναφερόμενη σε αυτήν πραγματογνωμοσύνη, με τη φροντίδα του επιμελεστέρου των διαδίκων, για τα ζητήματα, που τέθηκαν με αυτήν και διόρισε πραγματογνώμονα, ο οποίος αντικαταστάθηκε με τη με αριθμ. 600/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Εν συνεχεία, κατόπιν της από 26/03/2015 και με Γεν. Αριθμ. Κατάθ. …../2014 και αριθμό κατάθεσης …../2015 κλήσεως των εναγόντων, μετά τη διεξαγωγή της ως άνω πραγματογνωμοσύνης και την κατάθεση αυτής, στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου, με αριθμ. έκθ. κατάθ. …../27-2-2015, εκδόθηκε η με αριθμ. ……/2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, μετά από συζήτηση, που έγινε, αντιμωλία των διαδίκων, στις 05/10/2016, δυνάμει της οποίας, αφού ανακλήθηκε εν μέρει η ως άνω με αριθμ. 4426/2013 μη οριστική απόφαση, ως προς την κρίση της περί της νομιμότητας για μέρος του αιτήματος της αγωγής και ειδικότερα για την επιδίκαση τόκου από την επίδοση αυτής έως την εξόφληση, που αφορά στο κονδύλιο περί καταβολής ΦΠΑ, συνολικού ποσού 8.227,63 ευρώ, καθώς και ως προς την κρίση της περί της νομιμότητας της ένστασης του εναγομένου, που επιχειρείται να θεμελιωθεί στο άρθρο 692 Α.Κ., έγινε η αγωγή δεκτή εν μέρει, ως κατ’ ουσία βάσιμη, υποχρεώθηκε δε ο εναγόμενος να καταβάλει στους ενάγοντες, κατά την αναλογία του ποσοστού συγκυριότητάς τους στο διαμέρισμά τους, το συνολικό ποσό των είκοσι οκτώ χιλιάδων τετρακοσίων δέκα πέντε ευρώ και εξήντα οκτώ λεπτών (28.415,68), με το νόμιμο τόκο για το ποσό των είκοσι τριών χιλιάδων εκατόν δύο ευρώ και τριάντα τριών λεπτών (23.102,33) από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως, κηρύχθηκε η απόφαση εν μέρει προσωρινά εκτελεστή, ως προς την ανωτέρω καταψηφιστική της διάταξη, για το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ και καταδικάστηκε ο εναγόμενος σε μέρος της δικαστικής δαπάνης των εναγόντων, την οποία καθόρισε στο ποσό των χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ο εκκαλών, με την υπό κρίση έφεσή του, για τους αναφερομένους στην έφεσή του λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, καθώς και σ’ εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων. Ζητά δε να γίνει δεκτή η έφεσή του, να εξαφανιστεί άλλως μεταρρυθμισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και ν’ απορριφθεί η ως άνω αγωγή.

Με τη διάταξη του άρθρου 681 του A.K., καθορίζονται τα ουσιώδη στοιχεία της συμβάσεως μισθώσεως έργου, τα οποία είναι η συμφωνία των συμβαλλομένων, το έργο και η αμοιβή, η οποία μπορεί να συνίσταται και σε είδος. Καταβάλλεται δε η αμοιβή σύμφωνα με το άρθρο 694 του ίδιου κώδικα, κατά την παράδοση του έργου, εκτός αν η παράδοση τούτου συμφωνήθηκε κατά τμήματα, οπότε καταβάλλεται με την παράδοση κάθε τμήματος. Ως παράδοση, νοείται η πλήρης εκπλήρωση της κύριας υποχρεώσεως του εργολάβου με την προσπόριση του έργου στον εργοδότη, δηλαδή την περιέλευση του έργου στη σφαίρα εξουσιάσεως του τελευταίου, το οποίο, όμως, πρέπει να είναι το προσήκον, δηλαδή να μην είναι εντελώς διαφορετικό από εκείνο που συμφωνήθηκε, γιατί αλλιώς δεν θεωρείται ότι ο εργολάβος εκπλήρωσε πρώτος τη βαρύνουσα αυτόν υποχρέωση. Από το συνδυασμό δε των διατάξεων των άρθρων 688, 689, 690, και 694 A.K. προκύπτει ότι, ένα έργο θεωρείται περατωμένο ή εκτελεσμένο, έστω και αν έχει ελλείψεις συμφωνημένων ιδιοτήτων ή πραγματικά ελαττώματα, ακόμη και ουσιώδη, που το καθιστούν άχρηστο. Στην περίπτωση αυτή ο κύριος του έργου έχει, υπό προϋποθέσεις, ορισμένα δικαιώματα, όπως εκείνο της αναστροφής της συμβάσεως ή της μειώσεως της αμοιβής ή εκείνο της αποζημιώσεως, ενώ δεν έχει ούτε τις κατά τις γενικές διατάξεις ενστάσεις της μη εκπληρώσεως ή της μη προσήκουσας εκπληρώσεως της συμβάσεως (άρθρ. 374 A.K.), ούτε τα δικαιώματα από τα άρθρα 380 επ. 383 επ. σε συνδυασμό με τα άρθ. 337, 343 παρ. 2, 384, 386 και 387 A.K. για τις περιπτώσεις της αδυναμίας ή της υπερημερίας του εργολάβου σχετικά με τη μη προσήκουσα εκπλήρωση της παροχής του, άρα ούτε απαλλαγής του από την αντιπαροχή (καταβολή της αμοιβής του εργολάβου), εκτός αν α) εξαιτίας της ελλείψεως ιδιοτήτων ή των ελαττωμάτων το έργο, που παραδόθηκε ή προσφέρθηκε είναι εντελώς διαφορετικό από εκείνο που συμφωνήθηκε ως εκτελεστέο, αφού τότε δεν υπάρχει εκπλήρωση της παροχής και ο εργολάβος δεν δικαιούται να αξιώσει την αμοιβή του, ή β) έχει συμφωνηθεί μεταξύ κυρίου του έργου και εργολάβου αντίθετη της πιο πάνω ρυθμίσεως. Τούτο γιατί οι διατάξεις για έλλειψη ιδιοτήτων ή ελαττωμάτων του έργου και οι σχετικές εξ αυτών ρυθμίσεις έχουν χαρακτήρα διατάξεων ενδοτικού δικαίου (ΑΠ 1294/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1565/2017, ΑΠ 877/2013). Στην περίπτωση δε, κατά την οποία οι ελλείψεις του εκτελεσθέντος και παραδοθέντος έργου, ανάγονται τόσο σε ουσιώδη ή επουσιώδη ελαττώματα, όσο και σε συμφωνημένες ιδιότητες, οφείλονται σε υπαιτιότητα του εργολάβου, ο εργοδότης δικαιούται, αντί αναστροφής ή μειώσεως της αμοιβής, να απαιτήσει αποζημίωση για κάθε ζημία, η οποία προήλθε από το γεγονός, ότι ο εργολάβος υπαιτίως δεν ανταποκρίθηκε στις από την σύμβαση υποχρεώσεις του να κατασκευάσει έργο, που να φέρει τις συμφωνημένες ιδιότητες και χωρίς ελαττώματα (ΑΠ 1294/2018 ό.π., ΑΠ 345/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 2116/2014). Στην περίπτωση αυτή, την απαιτούμενη για την ευθύνη του εναγομένου εργολάβου προς αποζημίωση, ένεκα ελλείψεων του εκτελεσθέντος έργου, υπαιτιότητά του, δεν υποχρεούται να επικαλεσθεί και αποδείξει ο ενάγων εργοδότης, αλλά να αποκρούσει ο εναγόμενος εργολάβος, επικαλούμενος έλλειψη υπαιτιότητάς του, προς απαλλαγή του από την υποχρέωση αποζημιώσεως (ΑΠ 203/2019 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1294/2018 ό.π., ΑΠ 345/2018 ό.π., ΑΠ 1129/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1590/2017, ΑΠ 1229/2017, ΑΠ 985/2015, ΑΠ 1327/2014 Δημ. Νόμος, ΑΠ 361/2014 Δημ. Νόμος, ΑΠ 360/2011).

Από τις διατάξεις δε των άρθρων 200, 288, 361, 513 και 681 Α.Κ., προκύπτει ότι, η αγοραπωλησία αυτοτελούς οριζόντιας ιδιοκτησίας (διαμερίσματος) υπό κατασκευή πολυκατοικίας, όταν ο πωλητής είναι και κατασκευαστής αυτής, φέρει, κατ’ αρχάς, το χαρακτήρα μικτής σύμβασης, ήτοι της συμβάσεως πωλήσεως και της συμβάσεως μισθώσεως έργου, επί της οποίας εφαρμόζονται, ανάλογα με τη βούληση των μερών και το αποτέλεσμα προς το οποίο αυτά απέβλεψαν, τόσο οι διατάξεις για την πώληση, όσο και εκείνες για τη μίσθωση έργου, εκτός εάν, κατά την αληθή δικαιοπρακτική βούληση των συμβαλλομένων πωλητή και αγοραστή και ενόψει όλων των επιμέρους περιστάσεων, η σύμβαση αυτή φέρει αμιγώς το χαρακτήρα της πώλησης, οπότε διέπεται από τις περί πωλήσεως διατάξεις. Έτσι, καθόσον μεν αφορά τη μεταβίβαση των ποσοστών του οικοπέδου και την οριζόντια ιδιοκτησία, εφαρμογή έχουν οι διατάξεις για την πώληση, καθόσον δε αφορά την αποπεράτωση της πολυκατοικίας και του ημιτελούς διαμερίσματος αυτής, σύμφωνα με τους όρους της συμβάσεως, καθώς και την ύπαρξη ελλείψεων και ελαττωμάτων, εφαρμογή έχουν οι διατάξεις για τη μίσθωση έργου και, ειδικότερα, εκείνες των άρθρων 688 έως 693 του Α.Κ., γιατί θεωρείται, ότι στο αποτέλεσμα αυτό κυρίως, δηλαδή την εκτέλεση του έργου κατά τους όρους της σύμβασης και την παράδοση αυτού, κατά το συμφωνημένο χρόνο, απέβλεψαν τα μέρη. Η ύπαρξη δε των ελλείψεων ή ελαττωμάτων του ημιτελούς έργου, κατά την κατάρτιση της σύμβασης, δεν καθιστά αυτή σύμβαση πώλησης για το μέχρι τότε (χρόνο κατάρτισης της σύμβασης) εκτελεσθέν μέρος του όλου έργου, αφού κρίσιμος χρόνος της ευθύνης του εργολάβου για ελαττώματα του όλου έργου είναι εκείνος, που αυτό παραδόθηκε από τον εργολάβο και δεν νοείται τμηματική παράδοση αυτού, εκτός αν άλλως έχει συμφωνηθεί (ΑΠ 1273/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1220/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1325, 1327/2015, ΑΠ 1327/2014 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1051/2009, ΑΠ 745/2008, ΑΠ 927/2004, ΕφΔωδ (μεταβ. Κω) 231/2017 Δημ. Νόμος, ΕφΛαρ 209/2015).

Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 688-690 του ΑΚ, που καθορίζουν λεπτομερώς την ευθύνη του εργολάβου, αναλόγως με τη φύση των ελαττωμάτων και ελλείψεων, τα οποία φέρει το έργο, που εκτελέσθηκε από αυτόν, προκύπτει, ότι ο εργοδότης δικαιούται να απαιτήσει: α) σε περίπτωση επουσιωδών ελαττωμάτων, είτε τη διόρθωση αυτών, είτε την ανάλογη μείωση της αμοιβής, β) σε περίπτωση ουσιωδών ελαττωμάτων, τα οποία καθιστούν το έργο άχρηστο ή έλλειψης των συνομολογηθεισών ιδιοτήτων, είτε τη διόρθωση, είτε την ανάλογη μείωση της αμοιβής, είτε αντί αυτών να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση και γ) σε περίπτωση κατά την οποία οι ελλείψεις του έργου, οι οποίες ανάγονται, είτε σε ουσιώδη, είτε σε επουσιώδη ελαττώματα, όσο και σε συμφωνημένες ιδιότητες, που οφείλονται σε υπαιτιότητα του εργολάβου, ο εργοδότης δικαιούται, αντί υπαναχωρήσεως ή μειώσεως της αμοιβής, να απαιτήσει αποζημίωση για κάθε ζημία, η οποία προήλθε από το γεγονός ότι ο εργολάβος δεν ανταποκρίθηκε υπαιτίως στις εκ της συμβάσεως υποχρεώσεις του να κατασκευάσει έργο, που να φέρει τις συμφωνημένες ιδιότητες και χωρίς ελαττώματα. Έτσι, ο εργοδότης, που επιδιώκει αποζημίωση, με βάση το άρθρο 690 ΑΚ, οφείλει να επικαλεσθεί και να αποδείξει: α) την κατάρτιση της σύμβασης έργου, β) ότι το έργο εκτελέσθηκε, γ) ότι το εκτελεσθέν έργο έχει ελλείψεις, που πρέπει να προσδιορίζονται, χωρίς να ενδιαφέρει η διάκρισή τους σε ουσιώδεις ή επουσιώδεις και δ) τη ζημία, που υπέστη από τις ελλείψεις του έργου, η οποία τελεί σε λογική ακολουθία με το ποσό της αποζημίωσης που ζητεί. Από τις πιο πάνω διατάξεις προκύπτει, ότι η ενάσκηση της εκ του άρθρου 690 ΑΚ αξίωσης του εργολάβου, προϋποθέτει, κατά την κρατούσα άποψη στη θεωρία και τη νομολογία, εκτελεσθέν και παραδοθέν ή προσφερθέν προς παράδοση έργο, έστω και ελαττωματικό (ΑΠ 203/2019 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1294/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1281/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 345/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1409/2010). Η δε αποζημίωση περιλαμβάνει, κατ’ αρχάς, τη δαπάνη, στην οποία πρέπει να υποβληθεί ή υποβλήθηκε ο εργοδότης, για να αποκαταστήσει τις ελλείψεις του έργου, καθώς, επίσης, το διαφυγόν κέρδος και κάθε περαιτέρω ζημία (ΑΠ 203/2019 ό.π., ΑΠ 1281/2018 ό.π., ΑΠ 427/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 345/2018 ό.π., ΑΠ 1075/2017). Εξάλλου, όπως προκύπτει από τις ανωτέρω διατάξεις, διαγράφεται με αυτές διαζευκτικά συρροή περισσοτέρων δικαιωμάτων υπέρ του εργοδότη, ο οποίος έχει έτσι το εκλεκτικό δικαίωμα να ασκήσει οποιοδήποτε από τα παραπάνω παρεχόμενα σε αυτόν δικαιώματα, όταν δε κάνει την επιλογή του ασκώντας ένα από αυτά, δεν μπορεί να παραιτηθεί από αυτό και να ασκήσει το άλλο, με την έννοια ότι η επιλογή του ενός αποκλείει την άσκηση των λοιπών, με οποιαδήποτε μορφή είτε κυρίως είτε επικουρικώς (ΟλΑΠ 50/2005, ΑΠ 203/2019 ό.π., ΑΠ 1281/2018 ό.π., ΑΠ 1283/2017, ΑΠ 774/2015). Και τούτο, διότι, σύμφωνα με τον κανόνα του άρθρου 306 ΑΚ, ο οποίος εφαρμόζεται και επί διαζευκτικής συρροής δικαιωμάτων, η ως άνω επιλογή, που μπορεί να γίνει με άτυπη, μονομερή και απευθυντέα δήλωση προς τον εργολάβο, είναι αμετάκλητη και αναλίσκεται με τη δήλωση του εργοδότη ότι ασκεί ένα από τα πιο πάνω δικαιώματα. Η επιλογή είναι ανεπίδεκτη αιρέσεως και προθεσμίας, των οποίων η προσθήκη καθιστά άκυρη, κατά το άρθρο 174 ΑΚ, την επιλογή, δηλαδή θεωρείται ότι δεν έγινε (ΑΠ 203/2019 ό.π., ΑΠ 1281/2018 ό.π., ΑΠ 1229/2017, ΑΠ 985/2015). Περαιτέρω, ενόψει του ότι το δικαίωμα επιλογής του εργοδότη ασκείται ανάλογα με τη συνδρομή των προϋποθέσεων των διατάξεων των άρθρων 688-690 ΑΚ, από την τελολογία των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι, η ύπαρξη των διαζευκτικώς συρρεουσών αξιώσεων και η άσκηση του εν λόγω δικαιώματος συνδέονται με συγκεκριμένα ελαττώματα και ελλείψεις, που υπάρχουν σε ορισμένο χρόνο (ΑΠ 203/2019 ό.π., πρβλ. ΑΠ 411/2011), καθώς και με τη φύση και την έκταση αυτών, αφού είναι ενδεχόμενο σε ορισμένο χρονικό σημείο, ανάλογα με το ελάττωμα ή την έλλειψη, να υπάρχει μόνο δικαίωμα διόρθωσης ή μείωσης της αμοιβής, όχι, όμως, και δικαίωμα υπαναχώρησης ή αποζημίωσης. Επομένως, η επιλογή και η άσκηση από τον εργοδότη του δικαιώματος για διόρθωση του εμφανισθέντος σε ορισμένο χρονικό σημείο ελαττώματος, που συνιστά επί της ουσίας αξίωση μετεκπλήρωσης της σύμβασης (ΑΠ 203/2019 ό.π., ΑΠ 1281/2018 ό.π.), η οποία παρέχει στον εργολάβο μία επιπλέον δυνατότητα να εκπληρώσει προσηκόντως τη σύμβαση διορθώνοντας το συγκεκριμένο ελάττωμα, δεν στερεί από αυτόν (εργοδότη) τη δυνατότητα, αν μεταγενέστερα εμφανιστεί άλλο ουσιώδες ελάττωμα, το οποίο επιφέρει διαφορετικές και δυσμενέστερες συνέπειες στο έργο, να ασκήσει κάποιο από τα λοιπά δικαιώματα, που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 688-690 ΑΚ (ΑΠ 203/2019 ό.π.). Αν δε πριν την αποπεράτωση του έργου, ο εργοδότης διαπιστώσει ότι το έργο, που μέχρι τότε έχει εκτελεσθεί, έχει ελλείψεις και ελαττώματα, που οφείλονται σε υπαιτιότητα του εργολάβου, τότε ο εργοδότης δικαιούνται να επικαλεστεί μόνο τα δικαιώματα, που παρέχει σ` αυτόν η ως άνω διάταξη του άρθρου 687 του Α.Κ., ήτοι να τάξει, με δήλωσή του, στον εργολάβο, εύλογη προθεσμία για τη διόρθωση των ελλείψεων και ελαττωμάτων, στην οποία δήλωση πρέπει να περιέχεται η αξίωση για διόρθωση των ελλείψεων και ελαττωμάτων και αν παρέλθει η προθεσμία αυτή χωρίς να κάνει τίποτε ο εργολάβος, να εκτελέσει ο ίδιος τις διορθώσεις, με δαπάνες του εργολάβου, ενώ, αν θέλει να ασκήσει κάποιο από τα άλλα δικαιώματα τα προβλεπόμενα στα άρθρα 688-690 Α.Κ., οφείλει να περιμένει την ολοκλήρωση του έργου, ακόμα και όταν η ύπαρξη ελαττωμάτων είναι βεβαία εκ των προτέρων (ΑΠ 1281/2018 ό.π., ΑΠ 985/2015 Δημ. Νόμος).

Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 692 Α.Κ., μετά την έγκριση του έργου από τον εργοδότη, ο εργολάβος απαλλάσσεται από κάθε ευθύνη για τις ελλείψεις του, εκτός αν αυτές δεν μπορούσαν να διαπιστωθούν με κανονική εξέταση όταν έγινε η παραλαβή του έργου ή αν ο εργολάβος τις απέκρυψε με δόλο. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η έγκριση προϋποθέτει πραγματική παράδοση του έργου, μπορεί δε να είναι ρητή, με την έννοια ότι ο εργοδότης δήλωσε ότι το έργο εκτελέστηκε, σύμφωνα με τους όρους και τις προδιαγραφές της εργολαβικής συμβάσεως, που κατάρτισε με τον εργολάβο, ή σιωπηρή, που μπορεί να συναχθεί από την ανεπιφύλακτη ή χωρίς διαμαρτυρία παραλαβή του έργου από τον εργοδότη. Ως κανονική εξέταση νοείται εκείνη που γίνεται είτε από τον ίδιο τον εργοδότη (ή τον αντιπρόσωπό του ή τρίτον ορισθέντα από τον εργοδότη) είτε από ειδικό που έχει τις αναγκαίες για το εκτελεσθέν έργο γνώσεις, όταν, ανάλογα με τις συνθήκες της συγκεκριμένης περιπτώσεως, εκτιμώμενες κατά την καλή πίστη και τις αντιλήψεις των συναλλαγών, πρόκειται για ελλείψεις, που δεν μπορούν να γίνουν αντιληπτές από οποιονδήποτε. Παρά, όμως, την έγκριση του εργοδότη ο εργολάβος ευθύνεται για τις ελλείψεις του έργου, αν αυτές δεν μπορούσαν να διαγνωσθούν με κανονική εξέταση αυτού κατά την παραλαβή του και μάλιστα είτε έγινε η “κανονική” εξέταση είτε όχι (ΑΠ 1294/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1129/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 361/2014 Δημ. Νόμος, ΑΠ 446/2012 Δημ. Νόμος) ή αν ο εργολάβος τις απέκρυψε με δόλο. Δόλια απόκρυψη, κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως, υπάρχει όταν ο εργολάβος, κατά τον χρόνο μεταθέσεως του κινδύνου στον εργοδότη, δηλαδή, κατά τον χρόνο της παραδόσεως του πράγματος στον εργοδότη και της παραλαβής αυτού από τον τελευταίο, αν και γνωρίζει ή βασίμως υποπτεύεται την ύπαρξη των ελλείψεων (ουσιωδών ή επουσιωδών ελαττωμάτων ή ελλείψεων συμφωνημένων ιδιοτήτων-άρθρα 689 και 534 του Α.Κ.), δεν τα γνωστοποιεί στον αγνοούντα αυτά εργοδότη, παρά την υποχρέωσή του προς τούτο από τη συναλλακτική καλή πίστη (ΑΠ 1294/2018 ό.π., ΑΠ 361/2014 ό.π., ΑΠ 446/2012 Δημ. Νόμος). Ο εργοδότης μπορεί να παραλάβει το έργο με επιφύλαξη για τις ελλείψεις, που αυτό παρουσιάζει ή θα παρουσιάσει στο μέλλον. Η έννομη συνέπεια αυτής της επιφυλάξεως είναι ότι ο εργοδότης διατηρεί τα δικαιώματα των ΑΚ 688-690 Α.Κ. και δεν εγκρίνει το έργο με τις συνέπειες της ΑΚ 692 (ΕφΑθ 2105/1994 ΕΔικΠολυκ 1996.250, ΕφΑθ 437/1993 ΑρχΝ 45.1994, Π. Κορνηλάκη, Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο II (2005) σ. 528-529, Καρδαρά σε Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, Αστικός Κώδιξ άρθρο 692 παρ. 11 σελ. 650).

Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 867 επ. του Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι, η διαιτητική συμφωνία, που διέπεται από τις διατάξεις αυτές, είναι διαφορετική από τη συμφωνία διαιτητικής πραγματογνωμοσύνης, που συναντάται πολλές φορές στις συναλλαγές, αλλά δεν ρυθμίζεται από το νόμο, αναφέρεται, όμως, στη διάταξη του άρθρου 678 παρ. 3 του ίδιου Κώδικα (και ήδη στο άρθρο 622 Α παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 Ν.4335/2015, ΦΕΚ Α 87 και εφαρμόζεται, σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 2 του αυτού άρθρου και νόμου, για τα κατατιθέμενα από τις 1.1.2016 ένδικα μέσα και αγωγές). Χαρακτηριστικό της τελευταίας είναι ότι τα συμβαλλόμενα μέρη αναθέτουν σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα να εξακριβώσουν, βάσει των ειδικών γνώσεων, που διαθέτουν, ορισμένα αμφισβητούμενα περιστατικά, κατά τους κανόνες της επιστήμης ή τέχνης, οι αποφάσεις τους, όμως, δεν επιλύουν την ιδιωτικού δικαίου διαφορά, που ανέκυψε ή πρόκειται να ανακύψει, όπως συμβαίνει στη διαιτητική συμφωνία, αλλά απλώς αίρονται οι διαφωνίες των συμβαλλομένων για ορισμένα αμφισβητούμενα πραγματικά περιστατικά. Η διαιτητική πραγματογνωμοσύνη διαφέρει από τη διαιτητική συμφωνία, κατά το ότι, στην τελευταία, συμφωνείται η επίλυση διαφοράς ιδιωτικού δικαίου, που υπάρχει ή πρόκειται να ανακύψει και αντικείμενο αυτής μπορεί να είναι έννομη σχέση και όχι η διαπίστωση πραγματικού γεγονότος και, επομένως, ο διαιτητής πραγματοποιεί κρίση όμοια με την κρίση του δικαστηρίου, υποβάλλοντας τα πραγματικά γεγονότα στον κανόνα του δικαίου, ενώ ο διαιτητής πραγματογνώμονας προσδιορίζει απλώς ορισμένο πραγματικό περιστατικό. Αναγκαίο στοιχείο για τον καθορισμό της έννοιας «διαιτητική πραγματογνωμοσύνη» είναι ο όρος περί δεσμευτικότητας, δηλαδή υποχρεωτικότητας του περιεχομένου της γνωμοδοτήσεως για τα μέρη και το δικαστήριο. Ο όρος περί δεσμευτικότητας δεν είναι αναγκαίο να είναι οπωσδήποτε και ρητός. Απαιτούνται, όμως, εκφράσεις, που αναμφισβήτητα καταδηλούν βούληση των μερών να αποκλείσουν από την εξουσία του δικαστηρίου ή των διαιτητών το ανατεθέν εις τρίτον ζήτημα. Δεν είναι, επομένως, διαιτητική πραγματογνωμοσύνη η συμφωνία, δια της οποίας ανατίθεται σε τρίτα πρόσωπα η εξακρίβωση ορισμένου στοιχείου της έννομης σχέσεως, για να χωρήσουν περαιτέρω τα μέρη, με βάση την εξακρίβωση αυτή σε συμβιβαστική επίλυση του ζητήματός τους (ΑΠ 631/2012 Δημ. Νόμος).

Εξάλλου, οι ερμηνευτικοί κανόνες των άρθρων 173 και 200 Α.Κ., με τους οποίους ορίζεται αφενός ότι, κατά την ερμηνεία της δήλωσης βούλησης αναζητείται η αληθινή βούληση, χωρίς προσήλωση στις λέξεις και αφετέρου ότι οι συμβάσεις ερμηνεύονται όπως απαιτεί η καλή πίστη, αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη, εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση, κατά την οποία υπάρχει κενό στην δικαιοπραξία ή γεννιέται αμφιβολία για τη δήλωση βούλησης. Μέσα από την εφαρμογή των διατάξεων αυτών θα ανευρεθεί και θα κατανοηθεί το πραγματικό περιεχόμενο μίας δικαιοπραξίας, κατά τρόπο ώστε τούτο να ανταποκρίνεται στην πραγματική θέληση των δικαιοπρακτούντων. Η προσφυγή δε στις διατάξεις αυτές προϋποθέτει την ύπαρξη κενού ή ασάφειας στη δικαιοπραξία, που διαπιστώνεται ανελέγκτως από το δικαστήριο, έστω και έμμεσα (ΑΠ 1483/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 518/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 416/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 354/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 115/2013 Δημ. Νόμος, ΑΠ 355/2011, ΑΠ 604/2011). Παραβιάζονται δε οι κανόνες αυτοί όταν το Δικαστήριο, παρά τη διαπίστωση έστω και έμμεσα, κενού ή αμφιβολίας σχετικά με την έννοια της δήλωσης βούλησης, παραλείπει να προσφύγει σ’ αυτούς, για τη διαπίστωση της αληθινής έννοιας των δηλώσεων ή να παραθέσει στην απόφασή του τα πραγματικά στοιχεία, από τα οποία προκύπτει η εφαρμογή τους ή προβαίνει σε κακή εφαρμογή τους, με την έννοια ότι το ερμηνευτικό πόρισμα στο οποίο, μετά από ερμηνεία της δικαιοπραξίας κατέληξε (το δικαστήριο), δεν είναι σύμφωνο με την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη (Ολ.ΑΠ 26/2004). Οι διατάξεις των άρθρων 173 και 200 του Α.Κ., αποσκοπούν στην ερμηνεία της δήλωσης βούλησης και κάθε μια από αυτές συμπληρώνει την άλλη. Η πρώτη εξαίρει το υποκειμενικό στοιχείο της δήλωσης, δηλαδή την άποψη του δηλούντος και απαιτεί η ερμηνεία να μην προσκολλάται στις λέξεις της δήλωσης, αλλά να αναζητεί την αληθινή βούληση του δηλούντος, η δε δεύτερη εξαίρει το αντικειμενικό στοιχείο, δηλαδή την άποψη των συναλλαγών και επιβάλλει η δήλωση να ερμηνεύεται όπως απαιτεί η καλή πίστη, για τον προσδιορισμό της οποίας και μόνο θα πρέπει να ληφθούν υπόψη τα συναλλακτικά ήθη. Καλή πίστη είναι η συμπεριφορά, που επιβάλλεται στις συναλλαγές κατά την κρίση χρηστού και εχέφρονος ανθρώπου και νοείται αντικειμενικά, ενώ συναλλακτικά ήθη είναι οι συνηθισμένες, στις συναλλαγές τρόποι ενέργειας. Για τη διαμόρφωση της σχετικής κρίσης, το δικαστήριο της ουσίας λαμβάνει υπόψη, με διαφορετική κατά περίπτωση βαρύτητα, τα συμφέροντα των μερών και κυρίως εκείνου από αυτά, το οποίο αποβλέπει να προστατεύσει ο ερμηνευόμενος όρος, το δικαιοπρακτικό σκοπό, τις συνήθειες και τις λοιπές τοπικές, χρονικές και άλλες συνήθειες, υπό τις οποίες έγιναν οι δηλώσεις βούλησης των συμβαλλομένων, καθώς και τη φύση της σύμβασης. Έτσι, κάθε δήλωση βούλησης θα πρέπει να ληφθεί με την έννοια που απαιτεί στη συγκεκριμένη περίπτωση η συναλλακτική ευθύτητα και κατά τους κανόνες της οποίας θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή η δήλωση βούλησης και από τον τρίτο (ΑΠ 518/2018 ό.π., ΑΠ 788/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 416/2018 ό.π.).

Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις του άρθρου 368 Κ.Πολ.Δ, όπως η παρ. 2 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 37 παρ. 1 του Ν. 3994/2011, «Το δικαστήριο μπορεί να διορίσει ένα ή περισσότερους πραγματογνώμονες, αν κρίνει, ότι πρόκειται για ζητήματα που απαιτούν, για να γίνουν αντιληπτά, ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης» (παρ. 1). «Το δικαστήριο οφείλει να διορίσει πραγματογνώμονες, αν το ζητήσει κάποιος διάδικος και κρίνει πως χρειάζονται ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης ή τέχνης» (παρ. 2). Εκ τούτων συνάγεται, ότι η συμπλήρωση των αποδείξεων με τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης εναπόκειται στην κυριαρχική και μη ελεγχόμενη αναιρετικώς κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο ελευθέρως εκτιμά την ανάγκη της χρησιμοποίησης του αποδεικτικού αυτού μέσου, με εξαίρεση την περίπτωση, κατά την οποία κάποιος από τους διαδίκους ζητήσει τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης και το δικαστήριο κρίνει ότι χρειάζονται όχι απλώς “ειδικές” γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, αλλά “ιδιάζουσες” τέτοιες γνώσεις, οπότε οφείλει, στην περίπτωση αυτή, να διορίσει πραγματογνώμονα ή πραγματογνώμονες. Επομένως, εάν δεν υπάρχει παραδοχή του δικαστηρίου ότι πρόκειται για ζητήματα που απαιτούν, για να γίνουν αντιληπτά, ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, η μη λήψη υπόψη ισχυρισμού του διαδίκου για ανάγκη διενέργειας πραγματογνωμοσύνης ή η απόρριψη, ρητώς ή σιωπηρώς, σχετικού αιτήματος αυτού, δεν δημιουργεί λόγο αναίρεσης κατά το άρθρο 559 του ΚΠολΔ (ΑΠ 187/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 300/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 757/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 594/2016 Δημ. Νόμος, ΑΠ 821/2013, ΑΠ 89/2013, ΕφΛαμ 162/2011 Δημ. Νόμος).

Κατά το άρθρο δε 520 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ., το δικόγραφο της έφεσης πρέπει να περιέχει τα στοιχεία, που απαιτούνται κατά τα άρθρα 118 έως 120 του ίδιου κώδικα και τους λόγους της έφεσης, ήτοι τις πλημμέλειες της προσβαλλομένης πρωτόδικης απόφασης, οι οποίες συνίστανται σε νομικά ή πραγματικά σφάλματα του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ή και του ίδιου του εκκαλούντος. Οι λόγοι της έφεσης πρέπει να είναι σαφείς και ορισμένοι, ώστε να μπορεί να οριοθετηθεί η εξουσία του εφετείου, ενόψει, μάλιστα, της διάταξης του άρθρου 522 ΚΠολΔ, που ορίζει ότι η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση (και τους τυχόν πρόσθετους λόγους αυτής) και να είναι σε θέση το δευτεροβάθμιο δικαστήριο να κρίνει για τη νομική και ουσιαστική βασιμότητά τους, αλλά και να μπορεί ο εφεσίβλητος να αμυνθεί, αποκρούοντας και ανασκευάζοντας αυτούς. Η αοριστία του εφετηρίου δεν μπορεί να συμπληρωθεί με τις προτάσεις ή με παραπομπή σε άλλα έγγραφα, έστω και της ιδίας δίκης. Οι αόριστοι λόγοι της έφεσης εξομοιώνονται με ανύπαρκτους και απορρίπτονται ως απαράδεκτοι και κατ` αυτεπάγγελτη έρευνα του δικαστηρίου. Εάν, όμως, με την έφεση πλήττεται η εκκαλουμένη απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, δεν είναι αναγκαίο να εξειδικεύονται στο εφετήριο τα επί μέρους σφάλματα αυτής, ως προς την εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, αλλά αρκεί να μνημονεύεται ότι εξ αιτίας της κακής εκτίμησης αυτού το πρωτοβάθμιο δικαστήριο κατέληξε σε εσφαλμένο πόρισμα και διατακτικό, αφού το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, λόγω του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης, επανεκτιμά από την αρχή την ουσία της υπόθεσης και κρίνει την ορθότητα του διατακτικού με βάση τη καθολική αυτή επανεκτίμηση και όχι με βάση τα συνδεόμενα με αυτήν μερικότερα παράπονα του εκκαλούντος (ΑΠ 19/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1003/2017 Δημ. Νόμος). Από τα άρθρα δε 522, 524, 535 παρ. 1, 536 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι, με την άσκηση της έφεσης η υπόθεση μεταβιβάζεται στα όρια, που καθορίζονται από αυτήν και τους πρόσθετους λόγους στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο (ΑΠ 1003/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 791/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 747/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 207/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1344/2015 Δημ. Νόμος, ΑΠ 258/2015), το οποίο έχει, ως προς την αγωγή, την αυτή, όπως και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, εξουσία σχετικά με το νόμω βάσιμο, το ορισμένο και το παραδεκτό της αγωγής, που αυτεπαγγέλτως τα εξετάζει το εφετείο στην περίπτωση, που με την έφεση διατυπώνονται παράπονα μόνον για την κρίση ως προς την ουσιαστική βασιμότητα αυτών (ΑΠ 791/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 224/2016 Δημ. Νόμος, ΑΠ 591/2015 Δημ. Νόμος, ΑΠ 258/2015 Δημ. Νόμος), κατά το άρθρο δε 536 του ίδιου Κώδικα, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν μπορεί να εκδώσει απόφαση επιβλαβέστερη για τον εκκαλούντα, χωρίς ο εφεσίβλητος να ασκήσει δική του έφεση ή αντέφεση, εκτός αν το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, μετά την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης, δικάζει την υπόθεση κατ’ ουσίαν (ΑΠ 207/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 224/2016 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1344/2015 Δημ. Νόμος). Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι με την άσκηση της έφεσης η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο μόνο κατά τα προσβαλλόμενα “κεφάλαια” και ότι ως προς τα “κεφάλαια” αυτά μπορεί το Εφετείο να εκδώσει, μετά την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης, και δυσμενέστερη για τον εκκαλούντα απόφαση, χωρίς την άσκηση αντίθετης έφεσης ή αντέφεσης και χωρίς η απόφασή του να προσκρούει στην αρχή του άρθρου 536 του ΚΠολΔ της “μη χειροτέρευσης της θέσης του εκκαλούντος”. “Κεφάλαιο” θεωρείται η αυτοτελής αίτηση δικαστικής προστασίας, που δημιουργεί χωριστό αντικείμενο δίκης (στο πλαίσιο της ίδιας διαφοράς) και εκκρεμοδικίας και για την οποία (αίτηση) εκδόθηκε χωριστή διάταξη της απόφασης (ΑΠ 207/2017 ό.π.). Επίσης, από τη διάταξη του άρθρου 522 ΚΠολΔ συνάγεται ότι, αν το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του απέρριψε την αγωγή, κατά παραδοχή αυτοτελούς ισχυρισμού (ένστασης) του εναγομένου, την απόφαση δε αυτή εκκαλεί ο ενάγων, η υπόθεση ή το σχετικό κεφάλαιό της μεταβιβάζονται με την άσκηση της έφεσης στο Εφετείο αδιαίρετα και ως σύνολο, τόσο δηλαδή ως προς την αγωγή, όσον και ως προς την ένσταση και δεν υπάρχει ανάγκη να επαναφέρει την τελευταία και ο ενάγων με τις προτάσεις του στο Εφετείο κατά τους ορισμούς του άρθρου 240 Κ.Πολ.Δ.. Στην αντίστροφη περίπτωση, αν δηλαδή η αγωγή έγινε δεκτή και απορρίφθηκε ένσταση του εναγομένου κατ’ αυτής, ο τελευταίος με την άσκηση έφεσης κατά της αποφάσεως του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου μπορεί να επαναφέρει στο Εφετείο την ένσταση αυτή, μόνο με λόγο έφεσης ή με πρόσθετο λόγο και όχι απλά με τις προτάσεις του (ΑΠ 747/2017 ό.π., ΑΠ 431/2016 Δημ. Νόμος). Επίσης, κατά το άρθρο 534 του ΚΠολΔ, αν το αιτιολογικό της πρωτόδικης απόφασης κρίνεται εσφαλμένο, αλλά το διατακτικό της ορθό, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο αντικαθιστά τις αιτιολογίες και απορρίπτει την έφεση (ΑΠ 224/2016 Δημ. Νόμος). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 240 του ΚΠολΔικ., για την επαναφορά ισχυρισμών, που προβλήθηκαν σε προηγούμενη συζήτηση, στο ίδιο ή ανώτερο δικαστήριο αρκεί η επανυποβολή τους, με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των προτάσεων της προηγούμενης συζητήσεως, που τους περιέχουν και που προσκομίζονται απαραιτήτως σε επικυρωμένο αντίγραφο. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διατάξεως, η επίκληση, με τις προτάσεις, που υποβάλλονται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο κατά τη συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η προσβαλλόμενη απόφαση, ισχυρισμών με γενική αναφορά στις πρωτόδικες προτάσεις δεν αρκεί, ούτε είναι νόμιμη, αλλά απαιτείται και σύντομη περίληψη των ισχυρισμών και αναφορά στις σελίδες των πρωτόδικων προτάσεων, που τους περιέχουν (ΑΠ 2081/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1346/2012, ΑΠ 446/2011, ΑΠ 1154/2002, πρβλ. Ολομ. ΑΠ, 23/2008, 14/2005, 9/2000). Απαιτείται, δηλαδή, η αναφορά αυτή να είναι σαφής και ορισμένη σε τρόπο, ώστε να προκύπτει από αυτή ο εκ νέου επικαλούμενος ισχυρισμός, ο οποίος είχε προβληθεί κατά την προηγούμενη συζήτηση και επαναλαμβάνεται κατά τη νέα, με την αναφορά στις προτάσεις της προηγούμενης συζητήσεως (ΑΠ 2081/2017 ό.π., ΑΠ 446/2011). Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.11 περ. β` ΚΠολΔ, λόγος αναίρεσης ιδρύεται (και) αν το δικαστήριο παρά το νόμο έλαβε υπόψη αποδείξεις, που δεν προσκομίσθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα, που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν (ΟλΑΠ 2/2008). Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, σε συνδυασμό και προς τις διατάξεις των άρθρων 106, 237 παρ.1, 346, 453 παρ.1 και 524 παρ.1 ΚΠολΔ, η πρώτη από τις οποίες εισάγει το συζητητικό σύστημα στη διαγνωστική δίκη, δηλαδή της ενεργείας του δικαστηρίου κατόπιν πρωτοβουλίας των διαδίκων, ως αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν νοούνται και εκείνες, που προσκόμισε ο διάδικος, χωρίς να τις επικαλεσθεί με τις προτάσεις του, κατά τρόπο ειδικό, σαφή και ορισμένο, ώστε να προκύπτει η ταυτότητα του επικαλούμενου αποδεικτικού μέσου. Η δε σχετική επίκληση μπορεί να γίνει είτε με τις προτάσεις της συζήτησης, μετά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, είτε με αναφορά αυτών σε συγκεκριμένο μέρος των προσκομιζόμενων προτάσεων προηγούμενης συζήτησης, στις οποίες γίνεται ειδική, σαφής και ορισμένη επίκληση του αποδεικτικού μέσου, κατά αναλογική εφαρμογή του άρθρου 240 ΚΠολΔ, που αφορά μεν τον τρόπο επαναφοράς ισχυρισμών, πλην, όμως, εφαρμόζεται και για την επίκληση αποδεικτικών μέσων, όπως γίνεται παγίως δεκτό στη νομολογία για την ταυτότητα του νομικού λόγου (ΟλΑΠ 14/2005, ΟλΑΠ 9/2000, ΑΠ 374/2019 Δημ. Νόμος, ΑΠ 305/2019 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1193/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1646/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1674/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1261/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 794/2017, AΠ 363/2017). Απαιτείται δηλονότι, όχι μόνον η προσκομιδή, αλλά και η επίκληση του μη ληφθέντος υπόψη αποδεικτικού μέσου ή η μη επίκληση του ληφθέντος υπ’ όψη (ΑΠ 1674/2018 ό.π., ΑΠ 1261/2018 ό.π., ΑΠ 926/2007, ΑΠ 679/2005). Ειδικότερα, για την επίκληση του αποδεικτικού μέσου, δεν είναι απαραίτητη η χρήση πανηγυρικών όρων, αλλά αρκεί να προκύπτει σαφώς η βούληση του διαδίκου για την εκτίμηση του συγκεκριμένου αποδεικτικού μέσου από το δικαστήριο (ΑΠ 305/2019 ό.π.). Δεν είναι, συνεπώς, νόμιμη η κατ’ έφεση επίκληση εγγράφου, προς άμεση ή έμμεση απόδειξη, όταν στις προτάσεις ενώπιον του Εφετείου περιέχεται γενική μόνο αναφορά σε όλα τα έγγραφα που ο διάδικος είχε επικαλεστεί και προσαγάγει πρωτοδίκως, χωρίς παραπομπή σε συγκεκριμένα μέρη των επανυποβαλλόμενων πρωτόδικων προτάσεων, όπου περιέχεται σαφής και ορισμένη επίκληση του εγγράφου, ή με ενσωμάτωση των προτάσεων προηγουμένων συζητήσεων, στις οποίες γίνεται επίκληση των εγγράφων, στις προτάσεις της δευτεροβάθμιες δίκης. (ΟλΑΠ 9/2000, ΑΠ 14/2005, ΑΠ 23/2008, ΑΠ 1674/2018 ό.π., ΑΠ 1261/2018 ό.π. ΑΠ 1193/2018 ό.π.). Το δικαστήριο της ουσίας οφείλει να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως εάν έγινε νόμιμη επίκληση των προσκομιζομένων από το διάδικο αποδεικτικών μέσων στις προτάσεις του (ΑΠ 1646/2018 ό.π., ΑΠ 1261/2018 ό.π.). Οι αποδείξεις, που παρά το νόμο ελήφθησαν υπ` όψη από το δικαστήριο της ουσίας, πρέπει να είναι κρίσιμες για την απόδειξη ή ανταπόδειξη ουσιώδους για την έκβαση της δίκης ισχυρισμού των διαδίκων, αφού μόνο ένας τέτοιος ισχυρισμός καθίσταται αντικείμενο αποδείξεως (ΟλΑΠ 42/2002, ΟλΑΠ 911/2002, ΑΠ 1261/2018 ό.π., ΑΠ 511/2016). Τέλος, από τις διατάξεις των άρθρων 335, 338 έως 340 και 346 του ιδίου Κώδικα συνάγεται ότι το δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να διαγνώσει την αλήθεια των πραγματικών ισχυρισμών που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, υποχρεούται να λάβει υπόψη του όλα τα αποδεικτικά μέσα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι. Δεν επιβάλλεται όμως η διενέργεια ειδικής μνείας ή ξεχωριστής αξιολόγησης ενός εκάστου αποδεικτικού στοιχείου στην δικαστική απόφαση. Δεν αποκλείεται βεβαίως το δικαστήριο της ουσίας να μνημονεύσει και εξάρει μερικά από τα αποδεικτικά μέσα, λόγω της κατά την ελεύθερη κρίση του μεγαλύτερης σημασίας τους, αρκεί για τον αναιρετικό έλεγχο να προκύπτει με βεβαιότητα το ότι από τη γενική, κατ’ είδος αναφορά στα αποδεικτικά μέσα, καθίσταται βέβαιο ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα που υποβλήθηκαν στη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, χωρίς κανένα να παραληφθεί (Ολ ΑΠ 8/2016, Ολ ΑΠ 42/2002, ΑΠ 997/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1105/2015, ΑΠ 1523/2014 Δημ. Νόμος, ΑΠ 767/2011, ΑΠ 1690/2010, ΑΠ 1901/2009, ΑΠ 2178/2009).

Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, που περιλαμβάνονται στα ταυτάριθμα με τη μη οριστική συμπροσβαλλόμενη με αριθμ. 4426/2013 απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, από τα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη με αριθμ. 3092/2017 πρακτικά δημόσια συνεδριάσεως, τη με αριθμ. πρωτ. …../27-2-2015 κατατεθειμένη, ενώπιον της Γραμματείας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, έκθεσης δικαστικής πραγματογνωμοσύνης της πραγματογνώμονος …….., που διορίσθηκε με την υπ’ αριθμ. 600/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), σε αντικατάσταση του διορισθέντος με την υπ’ αριθμ. 4426/2013 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (τακτική διαδικασία) πραγματογνώμονος και η οποία (πραγματογνώμονας) ορκίσθηκε, δυνάμει της υπ’ αριθμ. …./2015 έκθεσης όρκισης πραγματογνώμονα του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, τις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 339, 444 παρ. 1 γ, 445 ΚΠολΔ), την υπ’ αριθμ. …/15.3.2013 ένορκη βεβαίωση, η οποία ελήφθη νομότυπα, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, την οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι ενάγοντες, με πρωτοβουλία των οποίων έλαβε χώρα, μετά από νόμιμη κλήτευση του εναγομένου, προ δύο (2) εργάσιμων ημερών (άρθρο 270 παρ. 2 ΚΠολΔ, βλ. την από 11.3.2013 γνωστοποίηση εξέτασης μάρτυρα των εναγόντων προς τον ενάγοντα σε συνδυασμό με την υπ’ αρ. …./12.3.2013 έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών …….., με τις συνημμένες σε αυτή από 12.3.2013 απόδειξη παραλαβής θυροκολληθέντος εγγράφου και βεβαίωση αποστολής συνημμένου), τις υπ’ αριθμ. …./19.3.2013 και …./19.3.2013 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς …….., που νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει ο εναγόμενος, με πρωτοβουλία του οποίου έλαβαν χώρα, μετά από νόμιμη κλήτευση των εναγόντων, προ δύο (2) εργάσιμων ημερών (άρθρο 270 παρ. 2 ΚΠολΔ, βλ. την από 12.3.2013 εξώδικο δήλωση του εναγόμενου κατά των εναγόντων, σε συνδυασμό με τις υπ’αρ. …../12.3.2013 και …./12.3.2013 εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς ……., με τις συνημμένες σε αυτές από 12.3.2013 αποδείξεις παραλαβής θυροκολληθέντος εγγράφου και από 13.3.2013 βεβαιώσεις αποστολής συνημμένου), από όλα τα προσκομισθέντα από τους διαδίκους έγγραφα, άλλα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για ορισμένα από τα οποία γίνεται ιδιαίτερη σημείωση κατωτέρω, χωρίς πάντως να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει του υπ’ αριθ. …./23-3-2001 συμβολαίου αγοραπωλησίας οριζοντίων ιδιοκτησιών της Συμβολαιογράφου Αθηνών ……….., το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά, στον τόμο ….., με αριθμό ….., μεταβιβάσθηκε στους ενάγοντες η κυριότητα, κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου σε έκαστο εξ αυτών, αιτία πωλήσεως, από τις: α) ……. και β) …………, της υπ’ αριθ. δύο (2) οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος του πέμπτου (Ε) πάνω από το ισόγειο – πυλωτή ορόφου πολυκατοικίας, κτισμένης επί οικοπέδου, κειμένου στη θέση «…..» Κερατσινίου Αττικής, της περιφερείας του Δήμου Κερατσινίου, μέσα στο εγκεκριμένο σχέδιο του άνω Δήμου και στην οδό …, στην οποία φέρει τους αριθμούς ….. εκτάσεως (του οικοπέδου) 280,105 τ.μ. Το διαμέρισμα αυτό εμφαίνεται στο από Ιουνίου 2000 σχεδιάγραμμα κατόψεως του πέμπτου ορόφου καθώς και στον από Ιουνίου 2000 πίνακα ποσοστών και αναλογιών, του Πολιτικού Μηχανικού ……., έχει επιφάνεια 92 τ.μ., ιδιόκτητο όγκο 276 κ.μ., αναλογία όγκου κοινοχρήστων 47,80 κ.μ., δηλαδή συνολικό όγκο 323,80 κ.μ., ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 116/οοο εξ αδιαιρέτου, ψήφους 116 επί συνόλου 1000, αναλογία συμμετοχής στις δαπάνες των κοινοχρήστων 1·16/οοο και στις δαπάνες του ανελκυστήρα 152/οοο και συνορεύει γύρω του με την οδό …., γειτονική ιδιοκτησία, ακάλυπτο χώρο, κλιμακοστάσιο, φρεάτιο ανελκυστήρα, κοινόχρηστο διάδρομο και με το υπ’ αριθμόν ένα (1) διαμέρισμα. Το διαμέρισμα αυτό, σύμφωνα με το ως άνω σχεδιάγραμμα, θα αποτελούνταν από καθιστικό, με συνεχόμενη κουζίνα, διάδρομο, λουτρό και δύο (2) κοιτώνες, με βεράντα στην οδό ….. και εξώστη στον ακάλυπτο χώρο, πλην όμως, ύστερα από τροποποίηση της διαρρύθμισης, που πραγματοποιήθηκε από τον ίδιο τον εναγόμενο, κατά τη διαδικασία αποπεράτωσης της οικοδομής, το διαμέρισμα αποτελείται από καθιστικό με συνεχόμενη κουζίνα, διάδρομο, λουτρό, βοηθητικό λουτρό και τρεις (3) κοιτώνες. Στο ως άνω συμβόλαιο είχε συμβληθεί, ως εκ τρίτου συμβαλλόμενος, ο εναγόμενος, ως εργολήπτης, δυνάμει του υπ’ αριθ. …/3-7-2000 προσυμφώνου και εργολαβικού συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Πειραιά ………, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το υπ’ αριθ. …./24-10-2000 συμβόλαιο της ίδιας ως άνω Συμβολαιογράφου, το οποίο είχε υπογράψει με τις οικοπεδούχους, ……….. Με το προσύμφωνο αυτό και εργολαβικό συμβόλαιο οι ως άνω οικοπεδούχοι είχαν παραχωρήσει στον εναγόμενο, ως εργολάβο, το οικόπεδο ιδιοκτησίας τους, επί του οποίου ανεγέρθηκε η ως άνω πολυκατοικία, προκειμένου να ανεγείρει επ’ αυτού με δαπάνες του, επιμέλεια και ευθύνη του πολυόροφη οικοδομή – πολυκατοικία, επί αντιπαροχή σε αυτές των 250/οοο εξ αδιαιρέτου, επί του υπό ανοικοδόμηση άνω οικοπέδου και τα οποία ποσοστά παρακράτησαν οι οικοπεδούχοι, τα δε υπόλοιπα 750/οοο εξ αδιαιρέτου του άνω οικοπέδου αντιστοιχούσαν στις υπόλοιπες αυτοτελείς και ανεξάρτητες οριζόντιες ιδιοκτησίες της υπό ανέγερση πολυκατοικίας, μεταξύ των οποίων και η επίδικη, τα οποία θα περιέρχονταν στον εναγόμενο – εργολάβο, όπως όλα τα παραπάνω αναφέρονται ειδικότερα στο ως άνω προσύμφωνο και εργολαβικό συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Πειραιά … … Σύμφωνα με το ως άνω υπ’ αριθ. …./23-3-2001 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών ………., η παραπάνω πώληση από τις οικοπεδούχους προς τους ενάγοντες της ως άνω αναφερόμενης οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος έγινε με την έγκριση και υπόδειξη του εναγόμενου – εργολάβου. Το συνολικό τίμημα της αγοράς, κατόπιν ειδικής παραγγελίας των οικοπεδούχων στο ως άνω συμβόλαιο, καταβλήθηκε από αυτούς στον εργολάβο, καθόσον, σύμφωνα με τους όρους του μεταξύ τους συναφθέντος προσυμφώνου και εργολαβικού συμβολαίου, ο εργολάβος δικαιούνταν να εισπράξει ολόκληρο το τίμημα, σε μερική εξόφληση ίσης απαιτήσεώς του, λόγω αντιπαροχής, για την κατασκευή των οριζοντίων ιδιοκτησιών, που περιήλθαν, σύμφωνα με το πιο πάνω εργολαβικό και στη σχετική σύσταση οριζοντίου ιδιοκτησίας, στις οικοπεδούχους. Σύμφωνα με σχετικό όρο του ως άνω αγοραπωλητηρίου συμβολαίου, ο οποίος έγινε αμοιβαία αποδεκτός από τους ενάγοντες και τον εναγόμενο, ως εργολάβο, το πωλούμενο ως άνω διαμέρισμα βρισκόταν την ημέρα υπογραφής του αγοραπωλητηρίου συμβολαίου στο στάδιο της αποπερατώσεως των οπτοπλινθοδομών, ο δε εναγόμενος ανέλαβε την υποχρέωση να κατασκευάσει και αποπερατώσει τις εργασίες, που υπολείπονταν, με δικές του δαπάνες, με πεπειραμένο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό και σύμφωνα με όλους τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης και τους όρους και τα υλικά της από 3-7-2000 Γενικής Συγγραφής Υποχρεώσεων και του υπ’ αριθ. …./3-7-2000 προσυμφώνου και εργολαβικού συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Πειραιά …….. και να το παραδώσει στους ενάγοντες πλήρως και τελείως αποπερατωμένο και καθ’ όλα έτοιμο προς χρήση και οίκηση μέχρι την 24-4-2002. Περαιτέρω, δυνάμει του από 23­-03-2001 ιδιωτικού συμφωνητικού (Ειδική Συγγραφή Υποχρεώσεων), που υπεγράφη μεταξύ των εναγόντων και του εναγομένου – εργολάβου, ο εναγόμενος ανέλαβε, πέραν της γενικής συγγραφής υποχρεώσεων, η οποία επισυνάφθηκε στο καταρτισθέν μεταξύ του εναγόμενου – εργολάβου και των αρχικών οικοπεδούχων προσυμφώνου – εργολαβικού συμβολαίου, την υποχρέωση να προβεί, μεταξύ άλλων και στην εκτέλεση, στην ως άνω υπ’ αριθ. δύο (2) οριζόντια ιδιοκτησία – διαμέρισμα του πέμπτου (Ε) πάνω από το ισόγειο – πυλωτή ορόφου, με δικές του δαπάνες, της κάτωθι, επιπλέον, εργασίας, ήτοι στην επίστρωση, στεγανοποίηση και θερμομόνωση του δαπέδου του δώματος (ταράτσας), που βρίσκεται ακριβώς πάνω από το ως άνω διαμέρισμα είτε με αφρομπετό, 3 cm ….. ή 5 cm φελιζόλ, 40 kgr/m ασφαλτόπανο, τσιμεντοκονία και πλακάκια είτε με ….., μπετό, πίσσα ασφαλτόπανο, αφρομπετό, τσιμεντοκονία και πλακάκια και ότι για την υγρομόνωση θα δινόταν από τον τεχνίτη ή το ειδικό συνεργείο, που θα την τοποθετούσε, εγγύηση δέκα (10) ετών. Περί τα τέλη Φεβρουαρίου του έτους 2002, όμως, λόγω της επικείμενης παραλαβής από τους ενάγοντες του ως άνω διαμερίσματος, ανέθεσαν οι τελευταίοι στον Πολιτικό Μηχανικό ………. να προχωρήσει σε αυτοψία επί του διαμερίσματος αυτού, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν υπάρχουν τυχόν κακοτεχνίες, ελλείψεις και ελαττώματα επ’ αυτού, ούτως ώστε, ακολούθως, να προχωρήσουν στην παραλαβή του από τον εναγόμενο – εργολάβο. Ο ως άνω Πολιτικός Μηχανικός, ……….., αφού διενήργησε σχετική αυτοψία, συνέταξε την από 25-2-2002 τεχνική έκθεση, στην οποία, μεταξύ άλλων, διαπίστωσε υγρασία, σε έκταση 0,5 τ.μ., περίπου, στην περιοχή της συμβολής της καμινάδας του τζακιού με τη πλάκα της οροφής, στην νοτιανατολική γωνία της σαλοτραπεζαρίας, οφειλόμενη στην κακή στεγανοποίηση των αρμών των πλακιδίων του δαπέδου του δώματος και του αρμού του σοβατεπί με το δάπεδο, κυρίως στον υπερκείμενο από την υγρασία χώρο, κακοτεχνία στο υπόστρωμα των δαπέδων, πιθανόν, στο αφρομπετόν, με αποτέλεσμα αυτά να ακούγονται «κούφια» κατά το κτύπημά τους, με τη ξύλινη χειρολαβή σφυριού, στους χώρους του δαπέδου της σαλοτραπεζαρίας στην περιοχή μπροστά από το τζάκι, σε έκταση περίπου 1,5 τ.μ., μπροστά από την είσοδο της νότιας κρεβατοκάμαρας σε έκταση 0,5 τ.μ., στον ίδιο χώρο στην περιοχή της συμβολής του νοτίου τοίχου με τον ανατολικό, ανάλογης με την προηγουμένως έκτασης, στο δάπεδο του αίθριου σε έκταση 2,0 τ.μ., στην περιοχή μπροστά από τη μπαλκονόπορτα της νότιας κρεβατοκάμαρας και στο χωλ και τις βόρειες κρεβατοκάμαρες, σε έκταση ενός ή δύο πλακιδίων, συνολικά 6 σημεία, οι χρωματισμοί, των στηθαίων του αίθριου εσωτερικά του διαχωριστικού με την όμορη ιδιοκτησία και του τμήματος της τοιχοποιίας εξωτερικά της κουζίνας παρουσίαζαν αδικαιολόγητα, λόγω της ελάχιστης ηλικίας της οικοδομής, σκασίματα, σε ύψος από το δάπεδο 0,5 μ. περίπου. Ακολούθως, την 21-3-2002, υπεγράφη, μεταξύ των εναγόντων και του εναγόμενου – εργολάβου, πρωτόκολλο παραδόσεως και παραλαβής του ως άνω διαμερίσματος, στο οποίο οι ενάγοντες διατύπωσαν, επί λέξει, τις εξής επιφυλάξεις, κατά την παραλαβή αυτού: «Οι δεύτεροι εξ’ αυτών ……….. και ……….., έχοντας εξετάσει το ως άνω διαμέρισμα, το οποίο παραδίδεται σε αυτούς αποπερατωμένο από τον ως άνω εργολάβο κατά τα συμφωνηθέντα μεταξύ τους στο ανωτέρω συμβόλαιο και τη Γενική Συγγραφή Υποχρεώσεων, παραλαμβάνουν αυτό αποπερατωμένο διατηρώντας, όμως, επιφύλαξη ως προς τις κάτωθι κακοτεχνίες, οι οποίες διαπιστώθηκαν από τον Πολιτικό Μηχανικό ………., ενεργούντα για λογαριασμό τους και οι οποίες έχουν αναλυτικά ως εξής: 1) Ύπαρξη υγρασίας, στην περιοχή της συμβολής της καμινάδας του τζακιού με την πλάκα της οροφής, στη νοτιοανατολική γωνία της σαλοτραπεζαρίας. 2) Κακοτεχνία στο υπόστρωμα των δαπέδων, με αποτέλεσμα αυτά να ακούγονται «κούφια». 3) Σκασίματα στους χρωματισμούς των στηθαίων του αίθριου εσωτερικά, του διαχωριστικού με την όμορη ιδιοκτησία και του τμήματος της τοιχοποιϊας εξωτερικά της κουζίνας. Διατηρούν έναντι του ως άνω εργολάβου, κάθε νόμιμο δικαίωμά τους για την (εξώδικη ή δικαστική) επιδίωξη αποκατάστασης των ως άνω κακοτεχνιών.». Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η δεύτερη ενάγουσα υπέβαλε, ενώπιον του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, την υπ’ αρ. πρωτοκόλλου …../16.6.2011 αίτησή της, κατά του εναγόμενου, για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης. Δια της υπ’ αρ. …./13.9.2011 Πράξεως του ΤΕΕ ορίσθηκε Πραγματογνώμονας του ΤΕΕ, ο ………., Πολιτικός Μηχανικός, προκειμένου να διερευνήσει τις αιτίες των προβλημάτων, που εμφανίσθηκαν στο διαμέρισμα, ιδιοκτησίας των εναγόντων, τα οποία είχε εντοπίσει και περιέγραψε η ενάγουσα στην αίτησή της, ως εξής: (α) Εμφάνιση υγρασίας και μούχλας στις κρεβατοκάμαρες και στα μπάνια, (β) Εμφάνιση υγρασίας στα δάπεδα από τους εξωτερικούς τοίχους και (γ) Παραμονή νερών στο στηθαίο της ταράτσας κάτω από τη μόνωση. Ο διορισθείς από το ΤΕΕ Πραγματογνώμων, αφού διενήργησε αυτοψία στο διαμέρισμα, την 6η Οκτωβρίου 2011, και έλαβε υπ’ όψιν του τα υποβληθέντα σε αυτόν έγγραφα, συνέταξε την από Οκτωβρίου 2011 Έκθεση Πραγματογνωμοσύνης, όπου ανέφερε ότι διαπίστωσε τα ακόλουθα: «…1) Έντονη εμφάνιση υγρασίας στο Βοηθητικό Λουτρό του διαμερίσματος…, 2) Στο ξύλινο πάτωμα του Κοιτώνα 1…, 3) στο ξύλινο πάτωμα του Κοιτώνα 3…, 4) Στο κυρίως Λουτρό σε όλο το μήκος του εξωτερικού τοίχου…, 5) Στο ξύλινο πάτωμα του Κοιτώνα 2…, 6) Σκασίματα στην οροφή του τοίχου στο Living room…, 7) Στο στηθαίο της ταράτσας επάνω από το σημείο ΣΤ… και 8) Επιπλέον στο τμήμα της ταράτσας πάνω από το διαμέρισμα διαπίστωσε σε πολλά σημεία προβλήματα από λιμνάζοντα νερά (βλ. σελ. 4 της ως άνω πραγματογνωμοσύνης). Στο πόρισμά του ανέφερε δε, επί λέξει, τα ακόλουθα: «…Όπως προαναφέρθηκε αρκετά σημεία του διαμερίσματος εμφανίζουν έντονα προβλήματα υγρασίας. Κατά τη διεξαγωγή της αυτοψίας εντοπίστηκαν προβληματικά σημεία της κατασκευής, τα οποία μπορούν να αποτελέσουν αιτίες εμφάνισης των προβλημάτων. 1. Αρχικά στα σημεία της ταράτσας, όπου υπάρχει στηθαίο με κάγκελα πάνω από τους κοιτώνες 1 & 3 στην πίσω όψη του διαμερίσματος, καθώς και στην μπροστινή όψη πάνω από το living room τα κάγκελα δεν έχουν σφραγιστεί σωστά, με αποτέλεσμα να διέρχεται υγρασία από εκείνα τα σημεία…, 2. Στην ταράτσα υπάρχει πρόβλημα με τις ρήσεις, με αποτέλεσμα σε πολλά σημεία το νερό να λιμνάζει…, 3. Επιπλέον δεν έχει πραγματοποιηθεί σωστή στεγάνωση των στηθαίων περιμετρικά της ταράτσας. Στα στηθαία αυτά με εξαίρεση το στηθαίο της μπροστινής όψης δεν έχει τοποθετηθεί μάρμαρο και δεν είναι εμφανής η εφαρμογή κάποιου υλικού για τη στεγάνωσή τους…. 4. Τα εμφανή προβλήματα υγρασίας στα μπάνια προέρχονται κυρίως από τον ελλιπή αερισμό του χώρου, (στο κυρίως λουτρό υπάρχει τεχνητός αερισμός), με αποτέλεσμα την εμφάνιση των μαύρων κηλίδων στους τοίχους του μπάνιου…, 5. Ένας επιπλέον λόγος για την έντονη εμφάνιση υγρασίας στους κοιτώνες 1 & 3 στα σημεία Β & Ε είναι το γεγονός ότι, σε περιόδους έντονης βροχόπτωσης και δυνατών πλάγιων ανέμων, το νερό εισέρχεται δια των ανοιγμάτων στα σημεία ένωσης των συρόμενων κουφωμάτων και της τοιχοποιίας, με αποτέλεσμα να δημιουργείται πρόβλημα. Λόγω της θέσης του διαμερίσματος (ρετιρέ – πανταχόθεν ελεύθερο), το διαμέρισμα είναι ευάλωτο σε διάβρωση λόγω καιρικών συνθηκών και μη ύπαρξης προστατευτικών στοιχείων (καθόλου εξώστης πάνω από το σημείο Ε, εξώστης μικρού πλάτους στο σημείο Β) πάνω από τα ανοίγματα…. 6. Όσον αφορά την εμφάνιση υγρασίας στο σημείο Γ, πιθανή αιτία αποτελεί ενδεχόμενη διαρροή στην αποχέτευση της μπανιέρας, η οποία βρίσκεται στο κυρίως λουτρό πλησίον του κοιτώνα…. Τέλος, στην πίσω όψη του διαμερίσματος (στο σημείο Α), όπως και στην πλάγια όψη του διαμερίσματος (σημεία Γ & Δ) εμφανίζονται τριχοειδή φαινόμενα στο σοβά. Πιθανότερη αιτία, κακή κατασκευή των επιχρισμάτων, τα οποία ολοκληρώθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά την κατασκευή της τοιχοποιίας, με αποτέλεσμα την εμφάνιση υγρασίας στο διαμέρισμα…». Στη συνέχεια, μετά τη σύνταξη της ως άνω τεχνικής έκθεσης, η δεύτερη ενάγουσα υπέβαλε ένσταση, επί της οποίας, ο διορισθείς δια της ως άνω υπ’ αρ. …../13.9.2011 Πράξεως του Τ.Ε.Ε. Πραγματογνώμονας, …………, Πολιτικός Μηχανικός, δια του από Φεβρουάριου 2012 εγγράφου του, δεν απάντησε ευθέως και συγκεκριμένως περί της υπάρξεως ή μη κακοτεχνιών επί του διαμερίσματος. Αν και ουδέποτε προέβη ο τελευταίος σε εργασίες απομάκρυνσης των εξωτερικών πλακιδίων της ταράτσας και των μονωτικών υλικών μέχρι την εμφάνιση του σκυροδέματος, με σκοπό να διαπιστωθεί αν έχει τοποθετηθεί μόνωση στην πλάκα, επισκοπώντας τις φωτογραφίες, που του απέστειλε η δεύτερη ενάγουσα από τις σχετικές τομές, στις οποίες προέβη ο …….., Πολιτικός Μηχανικός, για τη σύνταξη της από 30.1.2012 τεχνικής έκθεσής του, ο ως άνω ορισθείς από το ΤΕΕ πραγματογνώμων, ………., απεφάνθη επ’ αυτών ότι, από τις φωτογραφίες δεν προκύπτει πρόβλημα ως προς τη χρήση των μονωτικών υλικών, χωρίς βέβαια να μπορεί να απαντηθεί κατά πόσο έχει γίνει σωστή εφαρμογή της σε όλη την έκταση της πλάκας. Επίσης, σύμφωνα με την από 17.11.2011 έκθεση θερμομετρικής μέτρησης του Μηχανολόγου και Αεροναυπηγού Μηχανικού … ., η οποία συνετάγη μ’ επιμέλεια των εναγόντων, «…Από τη θερμογράφηση των χώρων της οικίας της κας ….., στην οδό ……. στο Κερατσίνι, που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 17/Νοε/2011, με χρήση της θερμικής κάμερας Τ400 της FLIR Systems, προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα: Η γενική εικόνα των τοίχων, δοκαριών και κολονών της οικίας, υποδεικνύει πιθανή κακή εφαρμογή μόνωσης, που οδηγεί στη δημιουργία θερμικών γεφυρών και ταυτόχρονων συμπυκνωμάτων λόγω υγροποίησης τις κρύες ημέρες του έτους, με αποτέλεσμα την εμφάνιση μαύρων στιγμάτων χαρακτηριστικών ανάπτυξης μούχλας. Χαρακτηριστική εμφάνιση αυτού του φαινομένου είναι το μπάνιο (W/C δωματίου 1) αλλά και το δωμάτιο του κοριτσιού, χωρίς να υστερούν οι υπόλοιποι χώροι όπου αναφέρονται τα σχετικά ευρήματα της παρούσας αναφοράς…». Επιπλέον, από την από 30.1.2012 τεχνική έκθεση του Πολιτικού Μηχανικού ……….., η οποία συνετάγη μ’ επιμέλεια των εναγόντων και μετά από τη διενέργεια αυτοψίας από τον ως άνω Πολιτικό Μηχανικό, την 30/11/2011, στο διαμέρισμα των εναγόντων και του οποίου η κατάθεση περιλαμβάνεται στα υπ’ αριθμ. 4426/2013 πρακτικά του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, διαπιστώθηκαν τα κάτωθι: «…1) Υγρασία στους τοίχους και στα δομικά στοιχεία (δοκάρια- υποστυλώματα- πλάκες) των υγρών χώρων (λουτρά) και των τριών υπνοδωματίων της κατοικίας. 2) Υγρασία στα ξύλινα δάπεδα των υπνοδωματίων. 3) Σκασίματα σε διάφορα σημεία στις οροφές εσωτερικά του διαμερίσματος, αλλά και εξωτερικά στους προβόλους- στέγαστρα  πάνω από τις μπαλκονόπορτες. 4) Φουσκώματα στα ερμάρια των υπνοδωματίων και του λουτρού, που είναι σε επαφή με εξωτερικούς τοίχους. 5) Σκασίματα στα στηθαία του δώματος. 6) Σε πολλά σημεία της ταράτσας πάνω από τα διαμέρισμα, λιμνάζοντα νερά. 7) Η ύπαρξη κούφιων κεραμικών πλακιδίων στο δάπεδο. Ειδικότερα: Το κύριο πρόβλημα είναι η εμφάνιση υγρασίας σε πολλά σημεία του διαμερίσματος, που οφείλεται είτε στην έλλειψη επαρκούς θερμομόνωσης, είτε στη μη τοποθέτηση θερμομόνωσης, με αποτέλεσμα τη δημιουργία υδρατμών στο εσωτερικό χώρο. Το φαινόμενο αυτό είναι πιο έντονο κατά τη χειμερινή περίοδο, όπου η διαφορά θερμοκρασίας εσωτερικά και εξωτερικά είναι μεγάλη, με αποτέλεσμα οι υδρατμοί του εσωτερικού αέρα να έρχονται σε επαφή με τα ψυχρότερα τμήματα του εξωτερικού κελύφους και να δημιουργούνται οι κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη μυκήτων (μούχλας) στα σημεία αυτά. Μετά από δοκιμαστικές τομές, που έγιναν στο δώμα, στις 27/01/2012, ώστε να διαπιστωθεί ο τρόπος κατασκευής της μόνωσης, διαπιστώθηκαν τα παρακάτω: – Η μη σωστή κατασκευή της υγρομόνωσης του δώματος (εσφαλμένη τοποθέτηση του ασφαλτόπανου, κακή κατασκευή ρήσεων). Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα το νερό, που λιμνάζει, να διαπερνά την τελική επιφάνεια επικάλυψης (στην προκειμένη περίπτωση τσιμεντόπλακες) και να εγκλωβίζεται κάτω από την επιφάνεια των πλακών επικάλυψης. – Η έλλειψη επαρκούς θερμομόνωσης του δώματος, στην προκειμένη περίπτωση τοποθετήθηκε διογκωμένη πολυστερίνη τριών εκατοστών (και μάλιστα σε χρώμα μπλέ, ώστε να φαίνεται σαν εξηλασμένη πολυστερίνη). Επίσης, από τομή που έγινε στα υποστυλώματα του φέροντα οργανισμού, στις 27/01/2012, προκύπτει πως δεν έχει τοποθετηθεί καμία θερμομόνωση όπως όφειλε σύμφωνα με την μελέτη θερμομόνωσης, με αποτέλεσμα την ύπαρξη υγρασίας- μούχλας στο εσωτερικό του διαμερίσματος, σε διάφορα σημεία των εξωτερικών στοιχείων από σκυρόδεμα (δοκοί- υποστυλώματα). Επίσης και στις τοιχοποιϊες έχει τοποθετηθεί διογκωμένη πολυστερίνη τριών εκατοστών (και μάλιστα σε χρώμα μπλε), ώστε να φαίνεται σαν εξηλασμένη πολυστερίνη. Επίσης, υπάρχει κακοτεχνία στο υπόστρωμα των δαπέδων με αποτέλεσμα ν’ αποκολλούνται τα κεραμικά πλακίδια και πολλά να ακούγονται κούφια. Για την αντιμετώπιση των παραπάνω προβλημάτων 1 έως 6 επιβάλλεται η πλήρης ανακατασκευή της μόνωσης του δώματος, η κατασκευή συστήματος εξωτερικής θερμομόνωσης στις εξωτερικές τοιχοποιίες, εφόσον εσωτερικά δεν είναι εφικτό να κατασκευαστεί, καθώς επίσης και η εκ νέου τοποθέτηση ξύλινων δαπέδων των υπνοδωματίων. Ως προς την αποκατάσταση των κεραμικών πλακιδίων, απαιτείται η πλήρης ανακατασκευή του υποστρώματος και η εκ νέου τοποθέτηση των πλακιδίων…». Εν συνεχεία, οι ενάγοντες άσκησαν την υπό κρίση αγωγή τους, επί της οποίας αρχικά εκδόθηκε η συμπροσβαλλόμενη, με την υπό κρίση έφεση, με αριθμ. 4426/2013 μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η οποία διέταξε την επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη, με τη φροντίδα του επιμελεστέρου των διαδίκων και διόρισε πραγματογνώμονα το ………, Πολιτικό Μηχανικό, κάτοικο Αθηνών, ο οποίος, αφού θα έδινε τον όρκο, που προβλέπεται από το νόμο ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, σε δημόσια συνεδρίαση, εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση σε αυτόν της ως άνω αποφάσεως και ελάμβανε υπόψη του την αγωγή, τις προτάσεις των διαδίκων, τα έγγραφα της δικογραφίας, την από 3-7-2000 Γενική Συγγραφή Υποχρεώσεων, το με αριθμ. …./3-7-2000 προσύμφωνο και εργολαβικό συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ……….., όπως αυτό τροποποιήθηκε με το με αριθμ. …../24-10-2000 συμβόλαιο της ίδιας ως άνω Συμβολαιογράφου, το από 23-3-2001 ιδιωτικό συμφωνητικό (Ειδική Συγγραφή Υποχρεώσεων), που υπεγράφη μεταξύ των διαδίκων, την από 25-2-2002 τεχνική έκθεση του Πολιτικού Μηχανικού ……., την από Οκτωβρίου 2011 ΄Εκθεση Πραγματογνωμοσύνης του ορισθέντος δια της υπ’ αριθμ. ……/13-9-2011 Πράξεως του ΤΕΕ Πραγματογνώμονα ………., Πολιτικού Μηχανικού, την ενώπιον του ΤΕΕ υπ’ αριθμ. πρωτ. ……/5.12.2011 ένσταση της δεύτερης ενάγουσας επί της ως άνω πραγματογνωμοσύνης, την από 17.11.2011 έκθεση θερμομετρικής μέτρησης του Μηχανολόγου Μηχανικού ……, την από 30.1.2012 τεχνική έκθεση του Πολιτικού Μηχανικού ……….., την υπ’ αρ. …../15.3.2013 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Ειρηνοδίκου Αθηνών του ………., ιδιοκτήτη του ομόρου του επιδίκου διαμερίσματος, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο ή έγγραφο, που θα έκρινε αυτός χρήσιμο ή απαραίτητο και θα συγκέντρωνε από τους διαδίκους όσες πληροφορίες έκρινε απαραίτητες και θα ενεργούσε κάθε άλλη αναγκαία πράξη, (λήψη φωτογραφιών κλπ), θα μετέβαινε επί τόπου στη θέση της επίδικης οριζόντιας ιδιοκτησίας και αφού θα διενεργούσε αυτοψία, με αιτιολογημένη έγγραφη γνωμοδότησή του, θα έπρεπε ν’ αποφανθεί για τα ακόλουθα ερωτήματα: α) ποιες ακριβώς ζημίες υφίστανται στο διαμέρισμα των εναγόντων, ποιο το είδος και η έκταση αυτών, β) ποια η αιτία της πρόκλησης αυτών και, ειδικότερα, εάν αυτές οφείλονται σε κατασκευαστικές ελλείψεις και κακοτεχνίες και σε τι ακριβώς αφορούν αυτές, ήτοι εάν αφορούν σ’ έλλειψη επαρκούς θερμομόνωσης, είτε στη μη τοποθέτηση θερμομόνωσης, καθώς και στη μη σωστή κατασκευή της υγρομόνωσης του δώματος και ειδικά ως προς το συγκεκριμένο θέμα να απαντήσει εάν και κατά πόσο τοποθετήθηκαν τα προβλεπόμενα στο από 23-3-2001 ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ των διαδίκων υλικά και αν όχι, ποια τοποθετήθηκαν και ποια η διαφορά μεταξύ αυτών και των προβλεπομένων στο ως άνω συμφωνητικό, καθώς και στην έλλειψη επαρκούς θερμομόνωσης, είτε στη μη τοποθέτηση θερμομόνωσης στα υποστυλώματα του φέροντος οργανισμού και στις τοιχοποιίες του διαμερίσματος και εάν υπάρχουν κακοτεχνίες στο υπόστρωμα των δαπέδων και ποιες ακριβώς και με τι συνέπειες, γ) τι ενέργειες απαιτούνται για την αντιμετώπιση των ζημιών και προβλημάτων, που τυχόν διαπιστωθούν και ποιο είναι το προβλεπόμενο κόστος αποκατάστασης αυτών. Ο ως άνω πραγματογνώμονας αντικαταστάθηκε, με τη με αριθμ. 600/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, με την ………., η οποία κατέθεσε, στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου, τη με αριθμ. πρωτ. …./27-2-2015 έκθεση δικαστικής πραγματογνωμοσύνης, επί των ως άνω θεμάτων. Σημειώνεται ότι, κατά τ’ αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, κατά τις διατάξεις του άρθρου 368 Κ.Πολ.Δ, όπως η παρ. 2 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 37 παρ. 1 του Ν. 3994/2011, «Το δικαστήριο μπορεί να διορίσει ένα ή περισσότερους πραγματογνώμονες, αν κρίνει, ότι πρόκειται για ζητήματα που απαιτούν, για να γίνουν αντιληπτά, ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης» (παρ. 1). «Το δικαστήριο οφείλει να διορίσει πραγματογνώμονες, αν το ζητήσει κάποιος διάδικος και κρίνει πως χρειάζονται ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης ή τέχνης» (παρ. 2). Εκ τούτων συνάγεται, ότι η συμπλήρωση των αποδείξεων με τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης εναπόκειται στην κυριαρχική και μη ελεγχόμενη αναιρετικώς κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο ελευθέρως εκτιμά την ανάγκη της χρησιμοποίησης του αποδεικτικού αυτού μέσου, με εξαίρεση την περίπτωση, κατά την οποία κάποιος από τους διαδίκους ζητήσει τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης και το δικαστήριο κρίνει ότι χρειάζονται όχι απλώς “ειδικές” γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, αλλά “ιδιάζουσες” τέτοιες γνώσεις, οπότε οφείλει, στην περίπτωση αυτή, να διορίσει πραγματογνώμονα ή πραγματογνώμονες. Σύμφωνα δε με την ως άνω με αριθμ. …../27-2-2015 έκθεση πραγματογνωμοσύνης της πραγματογνώμονος ………, Πολιτικού Μηχανικού, η οποία συνετάγη μετά από διενέργεια αυτοψίας στο διαμέρισμα των εναγόντων, την 23-1-2015, διαπιστώθηκε ότι, εντός του διαμερίσματος των εναγόντων, υφίστανται ζημίες και ειδικότερα: 1. υφίσταται έντονη υγρασία στο λουτρό του κοιτώνα 1 κυρίως στην οροφή του λουτρού, στα δοκάρια και στο υποστύλωμα στο βόρειο και δυτικό τμήμα του και είναι μαύρου χρώματος, χαρακτηριστικό εμφάνισης μούχλας. Επίσης, μαύρες κηλίδες παρατηρούνται και στα πλακάκια, κατά μήκος της ένωσης του υποστηλώματος και της τοιχοποιίας, 2. Υφίσταται υγρασία στον εξωτερικό ανατολικό τοίχο του κυρίως λουτρού του διαμερίσματος και στο ψευτοδόκαρο από γυψασανίδα, στο τμήμα της οροφής του στο σημείο, που βρίσκεται η ντουζιέρα, με την επισημείωση ότι, προκειμένου να διαπιστωθεί η υγρασία στον τοίχο έγινε τομή από την ανωτέρω πραγματογνώμονα στη γυψοσανίδα και το τμήμα του τοίχου, που αποκαλύφθηκε ήταν μαύρο από την υγρασία και στην αφή νωπό και 3. υφίσταται υγρασία με τη μορφή μαύρων κηλίδων στην ένωση υποστυλώματος και εξωτερικής τοιχοποιίας στους κοιτώνες 2 και 3. Η υγρασία και στις δύο περιπτώσεις εμφανίζεται χαμηλά στο ξύλινο σοβατεπι, στον τοίχο και στο υποστύλωμα, σε περιορισμένη έκταση. Η υγρασία αυτή, σύμφωνα με την ως άνω δικαστική πραγματογνωμοσύνη, οφείλεται στη συμπύκνωση υδρατμών και ειδικότερα στο φαινόμενο της υγροποίησης. Οι υδρατμοί συμπυκνώνονται σε κάθε ψυχρή επιφάνεια, με αποτέλεσμα το φαινόμενο να εντείνεται στα στοιχεία του περιβλήματος μιας κατασκευής (τοιχοποιίας, δοκαριού ή υποστυλώματος), όταν αυτά δεν είναι καθόλου ή είναι ελλιπώς θερμομονωμένα (θερμογέφυρες), με την επισημείωση ότι το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται πιο εύκολα στα δομικά στοιχεία από μπετόν, λόγω του ότι το μπετόν αφήνει την θερμότητα να περνά 4 φορές πιο εύκολα από ότι τα τούβλα, με αποτέλεσμα τα στοιχεία αυτά να κρυώνουν πιο εύκολα πιο γρήγορα και πιο πολύ. Σύμφωνα δε με την ως άνω υπ’ αριθμ. …../27-2-2015 έκθεση δικαστικής πραγματογνωμοσύνης, το είδος και τα σημεία εμφάνισης της υγρασίας στο διαμέρισμα παραπέμπουν σε ανεπαρκή ή ελλιπή θερμομόνωση του διαμερίσματος των εναγόντων. Περαιτέρω, στην ανωτέρω πραγματογνωμοσύνη αναφέρεται ότι, κατά τη μετάβασή της στο δώμα, διαπίστωσε ότι αρχικά έχουν γίνει επιπρόσθετες επεμβάσεις από τους ιδιοκτήτες. Πάνω στις τσιμεντόπλακες, που ήταν η τελική στρώση της αρχικής μόνωσης έχουν προστεθεί ασφαλτόπανο, γεωύφασμα και θερμομονωτικές πλάκες βατές. Οι στρώσεις αυτές αφαιρέθηκαν ώστε να αποκαλυφθούν οι τσιμεντόπλακες, που ήταν και η τελική στρώση της υπό εξέταση μόνωσης. Κάνοντας τομή μέχρι την πλάκα διαπιστώθηκε ότι η μόνωση αποτελείται από τις παρακάτω στρώσεις: πίσσα, ασφαλτόπανο, φελιζόλ (διογκωμένη πολυστερίνη) 3 cm, μπετόν ρύσεων, τσιμεντόπλακες. Επίσης, αναφέρεται ότι η διογκωμένη πολυστερίνη, όταν αποκαλύφθηκε ήταν νοτισμένη, που σημαίνει ότι το νερό είχε εισέλθει στο εσωτερικό της. Σύμφωνα δε με το από 23-3-2001 ιδιωτικό συμφωνητικό ο κατασκευαστής είχε προτείνει για τη στεγάνωση και θερμομόνωση του δώματος δύο μεθόδους: Αφρομπετόν – 3cm …. ή 5cm φελιζόλ – 40Kg/m ασφαλτόπανο – τσιμεντοκονία – πλακάκια ή …. – μπετόν – πίσσα – ασφαλτόπανο – αφρομπετόν – τσιμεντοκονία – πλακάκια Και οι δύο προτεινόμενοι μέθοδοι, που περιγράφονται στο συμφωνητικό, κατά την ως άνω πραγματογνωμοσύνη, αναφέρονται σε συμβατική μόνωση. Σε μόνωση δηλαδή, όπου τοποθετείται πρώτα το θερμομονωτικό υλικό (…… ή φελιζόλ) και έπειτα η στεγάνωση (ασφαλτόπανο). Στην πράξη, σύμφωνα με την κρίση της πραγματογνώμονα …………., έχει γίνει ανεστραμμένη μόνωση, δηλαδή πρώτα έχει τοποθετηθεί η στεγανωτική στρώση (ασφαλτόπανο) και έπειτα η θερμομόνωση (διογκωμένη πολυστερίνη). Σημειώνεται ότι στην ανεστραμένη μόνωση, κατά την ως άνω δικαστική πραγματογνωμοσύνη, το στεγανοποιητικό υλικό (ασφαλτόπανο) πρέπει να τοποθετείται πάνω από το υλικό ρύσεων και όχι απευθείας πάνω στην πλάκα, όπως και έχει γίνει στην παρούσα μόνωση. Ο λόγος είναι διότι, ακόμα και στην περίπτωση που νερό εισέλθει της μόνωσης και φτάσει στο ασφαλτόπανο, αυτό να μπορεί να διαφύγει λόγω των ρύσεων. Στην περίπτωση, που το ασφαλτόπανο τοποθετηθεί απευθείας πάνω στην πλάκα το νερό δεν έχει κλίση για να φύγει, με αποτέλεσμα να παραμένει στάσιμο μέσα στη μόνωση διαβρώνοντάς την σταδιακά. Τόσο η διογκωμένη πολυστερίνη (φελιζόλ), όσο και η εξηλασμένη πολυστερίνη (……), χρησιμοποιούνται σαν θερμομονωτικά υλικά. Απαιτείται, ωστόσο, προσοχή στην επιλογή τους ανάλογα με τη είδος της μόνωσης που θα εφαρμοσθεί. Έτσι, για παράδειγμα, κατά την ως άνω πραγματογνωμοσύνη, παρά το ότι η διογκωμένη πολυστερίνη (φελιζόλ) δεν μεταβάλει το συντελεστή θερμικής αγωγιμότητας λ, με αποτέλεσμα να παρέχει αξιόπιστη θερμομόνωση στην πάροδο του χρόνου, δεν χρησιμοποιείται στην ανεστραμμένη μόνωση, διότι είναι υδατοαπορροφητική, με συνέπεια να χάνει τη θερμομονωτική της ικανότητα όταν έρθει σε επαφή με το νερό. Στην ανεστραμμένη μόνωση, που η θερμομόνωση τοποθετείται πάνω από τη στεγανωτική στρώση, αυξάνεται η πιθανότητα νερό να εισέλθει στο εσωτερικό της από τους αρμούς των πλακιδίων. Σε αντίθεση, η εξηλασμένη πολυστερίνη (…..) έχει σχεδόν μηδενική απορροφητικότητα σε υγρασία γι’αυτό και κρίνεται καταλληλότερη στην ανεστραμμένη μόνωση. Περαιτέρω, απαντώντας στο τιθέμενο με την απόφαση του Δικαστηρίου αυτού ερώτημα, περί του εάν και κατά πόσο τοποθετήθηκαν τα προβλεπόμενα στο από 23-3­-2001 ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ των διαδίκων υλικά, και αν όχι, ποια τοποθετήθηκαν και ποια η διαφορά μεταξύ αυτών και των προβλεπόμενων στο ως άνω συμφωνητικό, κατά την ως άνω πραγματογνώμονα …………, στο υπό εξέταση δώμα δεν έχει ακολουθηθεί η μόνωση που περιγράφεται στο ιδιωτικό συμφωνητικό. Ειδικότερα, απεφάνθη ότι έχει τοποθετηθεί διογκωμένη πολυστερίνη (φελιζόλ) 3cm και μάλιστα πάνω από τη στεγανωτική στρώση (ασφαλτόπανο) – ανεστραμμένη μόνωση. Η χρήση της δεν ενδείκνυται στην ανεστραμμένη μόνωση, λόγω της υδατοαπορροφητικότητάς της και πράγματι στην πράξη νερό έχει εισέλθει στο εσωτερικό της, με αποτέλεσμα να έχει χάσει τη θερμομονωτική ικανότητά της. Συμπερασματικά, σύμφωνα με την πραγματογνώμονα, η υπάρχουσα θερμομόνωση του δώματος όχι μόνο είναι ανεπαρκής στο πάχος, αλλά λόγω ακαταλληλότητας υλικού και λανθασμένης διάταξης στρώσεων είναι μονίμως εμποτισμένη στο νερό, με αποτέλεσμα να έχει αρνητικά θερμομονωτικά αποτελέσματα. Περαιτέρω, στην πραγματογνωμοσύνη διαπιστώνεται ότι δεν έχει εφαρμοσθεί στο διαμέρισμα η μόνωση, που επιτάσσει η εγκεκριμένη από την Πολεοδομία Μελέτη Θερμομόνωσης του κτιρίου, διότι στη μόνωση του δώματος έπρεπε να χρησιμοποιηθεί μονωτικό υλικό πάχους 6 cm με συντελεστή θερμικής αγωγιμότητας λ=0,03, δηλαδή εξηλασμένη πολυστερίνη (…..). Επίσης, κατά την αυτοψία που πραγματοποιήθηκε παρατήρησε η πραγματογνώμονας ότι στο δώμα υπάρχουν 3 υδρορροές για την απομάκρυνση των βρόχινων υδάτων, μια βρίσκεται στη μεριά του υπό εξέταση διαμερίσματος 2 των εναγόντων, ενώ, στο πίσω τμήμα του δώματος, προς το βορρά, είναι πιθανόν να λιμνάζουν νερά, καθώς η μία υδρορροή, που υπάρχει μπροστά, δε δύναται να καλύψει όλη αυτήν την επιφάνεια του δώματος. Επιπροσθέτως, στο ερώτημα, εάν υφίσταται έλλειψη επαρκούς θερμομόνωσης, είτε μη τοποθέτηση θερμομόνωσης στα υποστυλώματα του φέροντος οργανισμού και στις τοιχοποιϊες του διαμερίσματος, σύμφωνα με την πραγματογνωμοσύνη, προκειμένου να εντοπισθούν τα μέρη του σκελετού του κτιρίου, τα οποία δεν είναι καθόλου ή είναι ελλιπώς θερμομονωμένα (θερμογέφυρες), χρησιμοποιήθηκε από την πραγματογνώμονα η μέθοδος της θερμογραφίας. Σύμφωνα με την από 17/11/2011 θερμογραφική μελέτη, που πραγματοποιήθηκε στο διαμέρισμα, προέκυψε το συμπέρασμα ότι η γενική εικόνα των τοίχων, δοκαριών και υποστυλωμάτων του διαμερίσματος υποδεικνύει πιθανή κακή εφαρμογή μόνωσης, που οδηγεί στη δημιουργία θερμικών γεφυρών και ταυτόχρονων συμπυκνωμάτων, λόγω υγροποίησης, με αποτέλεσμα την εμφάνιση μαύρων στιγμάτων χαρακτηριστικών ανάπτυξης μούχλας. Ειδικότερα, κατά την πραγματοποίηση οπών δεν βρέθηκε μόνωση στο βορινό δοκάρι του υπνοδωματίου, όπου και τοποθετείται η μόνωση και, επίσης, δεν βρέθηκε μόνωση στο διάκενο εσωτερικής – εξωτερικής τοιχοποιίας. Το συμπέρασμα δε της πραγματογνώμονος είναι ότι υπάρχουν στοιχεία του κελύφους (δομικά ή μη) του διαμερίσματος, στα οποία δεν έχει τοποθετηθεί καθόλου θερμομονωτικό υλικό και άλλα στα οποία έχει τοποθετηθεί, χωρίς ωστόσο είναι γνωστό το υλικό ή το πάχος, που έχει χρησιμοποιηθεί. Σύμφωνα πάντα με τη μελέτη θερμομόνωσης του κτιρίου, στους δοκούς υποστυλωμάτων απαιτείται μονωτικό υλικό πάχους 5 cm, με συντελεστή θερμικής αγωγιμότητας λ=0,03. Περαιτέρω, στο ερώτημα της ανωτέρω μη οριστικής απόφασης εάν υπάρχουν κακοτεχνίες στο υπόστρωμα των δαπέδων και ποιες ακριβώς και με τι συνέπειες, η διορισθείσα πραγματογνώμονας αποφαίνεται ότι δεν παρατήρησε προβλήματα στα δάπεδα του διαμερίσματος παρά μόνο λιγοστές μαυρίλες σημειακά στο σοβατεπι των δύο υπνοδωματίων των παιδιών και αυτό σε μικρή έκταση και σε συγκεκριμένα σημεία, ότι στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ΤΕΕ, που συντάχθηκε τον 10/2011 είχαν προσκομισθεί φωτογραφίες, όπου παρατηρούνταν υγρασίες σε διάφορα σημεία των ξύλινων δαπέδων και στα τρία υπνοδωμάτια και ότι η ενάγουσα είχε κρατήσει ωστόσο κομμάτια από το αποξηλωμένο δάπεδο, όπου και φωτογράφισε και σε αυτά ήταν εμφανής η ύπαρξη υγρασίας με τη μορφή μαύρων κηλίδων. Σύμφωνα δε με την από 27-­9-2016 τεχνική έκθεση – αξιολόγηση δικαστικής πραγματογνωμοσύνης του Πολιτικού Μηχανικού ….., ως ορισθέντος από τον εναγόμενο τεχνικού συμβούλου, στην πραγματογνωμοσύνη η τοποθέτηση ασφαλτόπανου θεωρείται αυθαίρετα ως αντεστραμμένη, διότι πρόκειται για συνήθη κατασκευή συμβατικού δώματος, από την οποία απουσιάζει η στεγανοποιητική στρώση (υγρομόνωση) πάνω από τη θερμομόνωση. Συγκεκριμένα, στην κατασκευή δεν τοποθετήθηκε ασφαλτόπανο πάνω από το αφρομπετό και κάτω από τις τσιμεντόπλακες. Επίσης, αναφέρεται ότι η διογκωμένη πολυστερίνη, η οποία τοποθετήθηκε είναι κατάλληλο υλικό για την θερμομόνωση συμβατικού δώματος. Η προσθήκη δε της υγρομονωτικής στρώσης θεωρείται απαραίτητη για την στεγάνωση του δώματος. Το αυτό αναφέρεται και στην προσκομισθείσα από τον εναγόμενο τεχνική έκθεση της ………., Μηχανικού δομικών έργων, η οποία συνετάγη μ’ επιμέλειά του. Περαιτέρω, στο κεφάλαιο της από 27-9-2016 τεχνικής έκθεσης-αξιολόγησης δικαστικής πραγματογνωμοσύνης του Πολιτικού Μηχανικού ………, περί εσφαλμένης ανάγνωσης της μελέτης θερμομόνωσης, αναφέρεται ότι σε κανένα σημείο αυτής δεν αναφέρεται ότι το μονωτικό υλικό είναι εξηλασμένη πολυστερίνη και ότι το φελιζόλ, που τοποθετήθηκε, έχει τον ίδιο συντελεστή λ. Η υφιστάμενη θερμομόνωση στην οροφή του κτιρίου μειώνει περισσότερο τις θερμικές απώλειες της οροφής, σε σχέση με τα προβλεπόμενα στη μελέτη θερμομόνωσης. Η εξήγηση οφείλεται στο γεγονός ότι μειώθηκε μεν το πάχος του θερμομονωτικού υλικού από 6 εκ σε 3 εκ., προστέθηκε, όμως, η στρώση αφρομπετού μεγάλου πάχους, το οποίο χρησιμοποιείται για την θερμομόνωση και τη δημιουργία ρύσεων σε ταράτσες. Ωστόσο, σε αντίθεση με όσα αναφέρονται στην ως άνω τεχνική έκθεση του ………, στην προσκομισθείσα υπ’ αριθμ. …../27-2-2015 δικαστική πραγματογνωμοσύνη και στην περιλαμβανομένη σε αυτή φωτογραφία 18, που αφορά την εγκεκριμένη από την πολεοδομία μελέτη θερμομόνωσης του υπό κρίση κτιρίου, αναφέρονται ειδικότερα: 1) επίχρισμα πάχ. 0.02, 2) πλάκα, 0,14, 3) μονωτικό υλικό πάχους 0,06, 4) μπετόν κλίσης 0,10, στεγάνωση 0,01, 5) στεγάνωση 0,01 και 6) γαρμπιλομωσαϊκό 0,07. Συνεπώς, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην ανωτέρω μελέτη, μετά το μονωτικό υλικό πάχους 6 εκ. και επιπροσθέτως αυτού, ούτως ή άλλως, προβλεπόταν από την κατατεθειμένη μελέτη θερμομόνωσης η στρώση μπετόν κλίσης. Σημειώνεται ότι, η ως άνω πραγματογνωμοσύνη του διορισθέντος από το Τ.Ε.Ε. Πραγματογνώμονος, ……….., Πολιτικού Μηχανικού, δεν αποτελεί διαιτητική πραγματογνωμοσύνη, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο εναγόμενος, το πρώτον, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με τον πρώτο λόγο της έφεσής του, καθώς ο ως άνω πραγματογνώμονας διορίσθηκε, κατόπιν αιτήσεως της δεύτερης ενάγουσας, απευθυνόμενης στο Τ.Ε.Ε. και στρεφόμενης κατά του εναγομένου, δεν αποδείχθηκε δε συμφωνία των διαδίκων περί διεξαγωγής διαιτητικής πραγματογνωμοσύνης για τα ως άνω ζητήματα, που ανέκυψαν, στην ως άνω φύση και έκτασή τους, μετά την αποπεράτωση του έργου και την παράδοσή του στους ενάγοντες. Ειδικότερα δεν αποδείχθηκε ότι αμφότερα τα διάδικα μέρη είχαν συμφωνήσει ν’ αναθέσουν σ’ ένα ή περισσότερα πρόσωπα να εξακριβώσουν, βάσει των ειδικών γνώσεων, που διαθέτουν, ορισμένα αμφισβητούμενα περιστατικά, κατά τους κανόνες της επιστήμης ή τέχνης, ώστε ν’ αρθούν οι διαφωνίες των συμβαλλομένων για αυτά και βούληση των μερών να αποκλείσουν από την εξουσία του δικαστηρίου ή των διαιτητών το ανατεθέν σε τρίτον ζήτημα, που ανέκυψε, στην ως άνω φύση και έκτασή του, μετά την αποπεράτωση του έργου και την παράδοσή του στους ενάγοντες, προσδίδοντας δεσμευτικότητα, δηλαδή υποχρεωτικότητα στο περιεχόμενο της γνωμοδοτήσεως για τα μέρη και το δικαστήριο, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο εναγόμενος. Ούτε, άλλωστε, προέκυψε τέτοιος όρος στα καταρτισθέντα μεταξύ των διαδίκων ως άνω ιδιωτικά συμφωνητικά, ήτοι περί ανάθεσης σε πραγματογνώμονα του ΤΕΕ διενέργειας πραγματογνωμοσύνης για τα ως άνω ζητήματα, με δεσμευτικότητα αυτής, δηλαδή υποχρεωτικότητας του περιεχομένου της γνωμοδοτήσεως για τους διαδίκους και το δικαστήριο, για ζητήματα, που ανέκυψαν, στην ως άνω φύση και έκτασή τους, μετά την αποπεράτωση του έργου και την παράδοσή του στους ενάγοντες. Τούτο διότι, σε κανένα από τα παραπάνω υπογραφέντα μεταξύ των διαδίκων ιδιωτικά συμφωνητικά δεν αναφέρεται οποιαδήποτε έκφραση, από την οποία να προκύπτει αναμφισβητήτως η βούλησή τους να αποκλείσουν από την εξουσία του δικαστηρίου ή των διαιτητών τ’ ανατεθέντα στον, ως άνω, πραγματογνώμονα ζητήματα, που ανέκυψαν, στην ως άνω φύση και έκταση, μετά την αποπεράτωση του έργου και την παράδοσή του στους ενάγοντες. Αν πραγματικά οι διάδικοι ήθελαν τυχόν πόρισμα διορισθέντος από το Τ.Ε.Ε. πραγματογνώμονος να είναι απρόσβλητο από αυτούς και δεσμευτικό για το Δικαστήριο θα έπρεπε να κάνουν ειδική, σαφή και αναμφισβήτητη σχετική μνεία στα παραπάνω αναφερόμενα συμφωνητικά, για την ευθύνη του εργολάβου μετά την αποπεράτωση του έργου και την παράδοσή του στους ενάγοντες, την οποία, όμως, δεν κάνουν. ΄Αλλωστε, ο ίδιος ο εναγόμενος, ενώ προβάλλει ισχυρισμό περί υποχρεωτικότητας του πορίσματος της ως άνω, διενεργηθείσας από πραγματογνώμονα του Τ.Ε.Ε. πραγματογνωμοσύνης, προσκομίζει και επικαλείται την τεχνική έκθεση της ……………., Μηχανικού δομικών έργων, καθώς και την από 27-­9-2016 τεχνική έκθεση – αξιολόγηση δικαστικής πραγματογνωμοσύνης του Πολιτικού Μηχανικού …….., ζητώντας να ληφθούν υπόψη, προς αντίκρουση της ως άνω έκθεσης δικαστικής πραγματογνωμοσύνης. Με δεδομένο δε ότι ο ως άνω πραγματογνώμονας ……….., Πολιτικός Μηχανικός, δεν προέβη ο ίδιος σε αυτοψία και τομή στην πλάκα, αλλά αποφάνθηκε βάσει φωτογραφιών, το ανωτέρω πόρισμά του δεν κρίνεται αξιόπιστο και δεν δύναται να αντικρούσει τα πορίσματα της δικαστικής πραγματογνωμοσύνης, που συντάχθηκε κατόπιν αυτοψίας και τομής μέχρι την πλάκα του δώματος και αφού ελήφθησαν υπόψη οι προτάσεις των διαδίκων, τα έγγραφα της δικογραφίας, η από 3-7-2000 Γενική Συγγραφή Υποχρεώσεων, το με αριθμ. …/3-7-2000 προσύμφωνο και εργολαβικό συμβόλαιο της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το με αριθμ. …./24-10-2000 συμβόλαιο της ίδιας ως άνω Συμβολαιογράφου, το από 23-3-2001 ιδιωτικό συμφωνητικό (Ειδική Συγγραφή Υποχρεώσεων), που υπεγράφη μεταξύ των διαδίκων, η από 25-2-2002 τεχνική έκθεση του Πολιτικού Μηχανικού ………, η από Οκτωβρίου 2011 ΄Εκθεση Πραγματογνωμοσύνης του ορισθέντος δια της υπ’ αριθμ. …/13-9-2011 Πράξεως του ΤΕΕ Πραγματογνώμονα .. …., Πολιτικού Μηχανικού, η, ενώπιον του ΤΕΕ, υπ’ αριθμ. πρωτ. …./5.12.2011 ένσταση της δεύτερης ενάγουσας επί της ως άνω πραγματογνωμοσύνης, η από 17.11.2011 έκθεση θερμομετρικής μέτρησης του Μηχανολόγου Μηχανικού …….., η από 30.1.2012 τεχνική έκθεση του Πολιτικού Μηχανικού ………, η υπ’ αρ. …./15.3.2013 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Ειρηνοδίκου Αθηνών του ………, ιδιοκτήτη του ομόρου του επιδίκου διαμερίσματος, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο ή έγγραφο, που έκρινε αυτή χρήσιμο ή απαραίτητο, κατά το διατακτικό της ως άνω μη οριστικής συμπροσβαλλομένης αποφάσεως. Συνεπώς, εφόσον δεν είχε προηγηθεί η διενέργεια διαιτητικής πραγματογνωμοσύνης εναπόκειτο στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να διορίσει, κατά τις διατάξεις του άρθρου 368 Κ.Πολ.Δ, όπως η παρ. 2 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 37 παρ. 1 του Ν. 3994/2011, πραγματογνώμονα για τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, εφόσον έκρινε ότι επρόκειτο για ζητήματα που απαιτούν, για να γίνουν αντιληπτά, ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης και δη Πολιτικού Μηχανικού και παραδεκτά ελήφθη υπόψη η σχετική έκθεση δικαστικής πραγματογνωμοσύνης, κατ’ άρθρο 387 ΚΠολΔ, από την εκκαλουμένη, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του εκκαλούντος, οι οποίοι προβάλλονται με τον πρώτο λόγο έφεσης. Από όλα ανωτέρω προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι στο υπό κρίση διαμέρισμα των εναγόντων, κατά την κατασκευή του διαμερίσματός τους, από αμέλεια του εναγομένου, εργολάβου και των βοηθών εκπλήρωσης, που χρησιμοποίησε για την εκτέλεση του έργου, το εκτελεσθέν έργο έχει επουσιώδη πραγματικά ελαττώματα (υπό την έννοια ότι δεν καθιστούν εντελώς άχρηστο συνολικά το έργο) και έλλειψη συμφωνημένης ιδιότητας, ως προς τη μόνωση του δαπέδου του δώματος (ταράτσας), σε συνδυασμό με  τη συμφωνηθείσα ιδιότητα αυτού στο από 23-3-2001 ιδιωτικό συμφωνητικό και για το λόγο αυτό οι ενάγοντες έχουν απαίτηση αποζημιώσεως κάθε ζημίας, έναντι του εργολάβου, που προέρχεται εξ αιτίας των ελαττωμάτων και της έλλειψης συμφωνημένης ιδιότητας, απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του εναγομένου, που επαναφέρονται με σχετικούς λόγους εφέσεως. Συνεπώς, εφόσον, εν προκειμένω, το πωλούμενο ως άνω διαμέρισμα βρισκόταν την ημέρα υπογραφής του αγοραπωλητηρίου συμβολαίου στο στάδιο της αποπερατώσεως των οπτοπλινθοδομών και ο εναγόμενος, όφειλε, κατά τους όρους του συμβολαίου, να παραδώσει στους ενάγοντες πλήρως και τελείως αποπερατωμένο και καθ’ όλα έτοιμο προς χρήση και οίκηση, μέχρι την 24-4-2002, το ως άνω έργο, με δικές του δαπάνες και δικά του συνεργεία, αποδεικνύεται ότι μεταξύ των διαδίκων καταρτίσθηκε μίσθωση έργου (άρθρο 681 Α.Κ.), καθόσον αφορά στην ύπαρξη ελλείψεων και ελαττωμάτων, εφαρμογή έχουν, κατά τ’ αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, οι διατάξεις για τη μίσθωση έργου και ειδικότερα εκείνες των άρθρων 688 έως 693 του Α.Κ., γιατί θεωρείται ότι στο αποτέλεσμα αυτό κυρίως, δηλαδή την εκτέλεση του έργου, κατά τους όρους της σύμβασης, και την παράδοση αυτού κατά το συμφωνημένο χρόνο απέβλεψαν τα μέρη. Επομένως, η εκκαλούμενη, η οποία, επί των ελλείψεων και ελαττωμάτων του έργου, λαμβάνοντας υπόψη τη βούληση των μερών, το περιεχόμενο της συμβάσεως και το αποτέλεσμα στο οποίο απέβλεψαν, όπως αυτά προεκτιθέμενα αποδείχθηκαν, εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 688 – 693 Α.Κ., ορθά εφάρμοσε το νόμο και δεν παραβίασε, με εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 200, 288, 361 και 681 Α.Κ., τις οποίες, ενόψει των ως άνω παραδοχών, κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ορθά εφάρμοσε. Την έλλειψη υπαιτιότητάς του δε προς απαλλαγή του ουδόλως απέδειξε ο εναγόμενος εργολάβος, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τ’ αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, την απαιτούμενη για την ευθύνη του εναγομένου εργολάβου προς αποζημίωση, ένεκα ελλείψεων του εκτελεσθέντος έργου, υπαιτιότητά του, δεν υποχρεούται να επικαλεσθεί και αποδείξει ο ενάγων εργοδότης, αλλά να αποκρούσει ο εναγόμενος εργολάβος, επικαλούμενος έλλειψη υπαιτιότητάς του, προς απαλλαγή του από την υποχρέωση αποζημιώσεως. Περαιτέρω, ο επικουρικά προβαλλόμενος ισχυρισμός του εναγομένου, με τον οποίο επιχειρεί να θεμελιώσει την ένσταση εκ του άρθρου 692 ΑΚ, ο οποίος προβλήθηκε πρωτοδίκως και επαναφέρεται με σχετικό λόγο έφεσης, ότι οι ενάγοντες, κατά την παραλαβή του έργου, ενέκριναν αυτό και δεν διατύπωσαν οιαδήποτε αντίρρηση, πέραν των ως άνω αναφερομένων στο πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής επιφυλάξεων, οι οποίες δεν σχετίζονται με τις ένδικες αξιώσεις, τυγχάνει απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι οι ενάγοντες, κατά τα εκτιθέμενα στον ισχυρισμό αυτό πραγματικά περιστατικά, ουδόλως ενέκριναν ανεπιφύλακτα το εκτελεσθέν έργο, αλλά το παρέλαβαν διατηρώντας επιφυλάξεις. Σύμφωνα δε με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, έγκριση του έργου, κατά το άρθρο 692 Α.Κ., σημαίνει πλήρης και ανεπιφύλακτη επιδοκιμασία του έργου, χωρίς ελλείψεις, ενώ η έννομη συνέπεια των επιφυλάξεων είναι ότι ο εργοδότης δεν εγκρίνει το έργο, με τις συνέπειες της ΑΚ 692, όπως έγινε στην προκειμένη περίπτωση. Σε κάθε δε περίπτωση, και αν ήθελε κριθεί ως νόμω βάσιμη η ένσταση αυτή, εκ του άρθρου 692 Α.Κ., περί εγκρίσεως και ανεπιφύλακτης παραλαβής του έργου εκ μέρους των εναγόντων εργοδοτών και συνακόλουθα περί απαλλαγής του εναγομένου εργολάβου από κάθε ευθύνη για τις ελλείψεις και τα ελαττώματα, που παρουσίαζε αυτό, τυγχάνει απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του εναγομένου, καθώς η πρώτη επιφύλαξη των εναγόντων, κατά την παραλαβή του έργου, που αφορά στην ύπαρξη υγρασίας, στην περιοχή της συμβολής της καμινάδας του τζακιού με την πλάκα της οροφής, στην νοτιοανατολική γωνία της σαλοτραπεζαρίας, συνδέεται, σύμφωνα, άλλωστε, και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, με το βασικό ελάττωμα του διαμερίσματος των εναγόντων, ήτοι την ύπαρξη υγρασίας, που αποτελεί τη βάση της ένδικης αγωγής, οφειλόμενη σε πλημμελή κατασκευή της μόνωσης του δώματος και εν γένει σε πλημμελή μόνωση του κελύφους του διαμερίσματος. Εξάλλου, οι ελλείψεις αυτές δεν μπορούσαν να διαπιστωθούν με κανονική εξέταση όταν έγινε η παραλαβή του έργου, ανεξάρτητα από το αν έγινε ή όχι κανονική εξέταση του έργου, διότι η πλημμελής εφαρμογή της μόνωσης και η απουσία σε κάποια στοιχεία του κελύφους του διαμερίσματος των εναγόντων θερμομονωτικού υλικού δεν μπορεί να διαπιστωθεί με κανονική εξέταση, δεκτής γενομένης ως βασίμου της αντένστασης των εναγόντων, αλλά απαιτείται η διενέργεια τομών στη μόνωση και θερμογραφικής μελέτης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεχόμενο τα ίδια, ως προς την απόρριψη της ως άνω ενστάσεως, εκ του άρθρου 692 Α.Κ., δεν παραβίασε ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου την άνω διάταξη, αφού με πλήρεις, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες δέχεται, ομοίως, τ’ ανωτέρω. Ούτε, άλλωστε, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος έχει προβεί στην πλήρη αποκατάσταση των ως άνω ελλείψεων και ελαττωμάτων του έργου, αλλά, σε χρόνο, όπου τα ως άνω προβλήματα δεν είχαν λάβει την ως άνω έκταση, σε ανεπιτυχείς, όπως αποδείχθηκε, προσπάθειες αποκατάστασης αυτών, απορριπτομένου ως κατ’ ουσίαν αβασίμου του σχετικού ισχυρισμού του. Ο εναγόμενος ισχυρίζεται, επίσης, ότι οι ενάγοντες αγόρασαν το επίδικο διαμέρισμα, ενώ η οικοδομή ήταν υπό κατασκευή, και ότι, όπως προβλεπόταν από τη μεταξύ τους σύμβαση και το σχετικό συμβόλαιο αγοραπωλησίας, άσκησαν το δικαίωμά τους και ήλεγξαν και συνέχισαν να παρακολουθούν και να ελέγχουν το έργο με δικό τους μηχανικό, καθ’ όλη τη διάρκεια της κατασκευής, ήδη πριν από την ημερομηνία αγοράς και μέχρι της αποπερατώσεως και παραδόσεώς του σε αυτούς, ο οποίος είχε δικαίωμα επιβλέψεως και παροχής δεσμευτικών οδηγιών και υποδείξεων στον ίδιο και ο οποίος παρείχε οδηγίες, ότι το έργο εκτελέστηκε προσηκόντως και υπό την εποπτεία του μηχανικού αυτών, ο οποίος ουδεμία αντίρρηση διατύπωσε, ούτε κατά το χρόνο αγοράς, ούτε κατά την κατασκευή, ούτε κατά την παράδοση του έργου, πλην των αναφερομένων στο πρωτόκολλο παραδόσεώς παρατηρήσεων, ότι ο μηχανικός τους, όταν ήλεγξε το διαμέρισμα, είδε τη μόνωση, που τοποθετήθηκε και ουδεμία αντίρρηση για αυτή διατύπωσε για το λόγο ότι η κατασκευή ήταν η προσήκουσα. Ο ως άνω ισχυρισμός, ο οποίος επαναφέρεται με σχετικό λόγο έφεσης, εσφαλμένως επιχειρείται από τον εναγόμενο να στηριχθεί στο άρθρο 687 Α.Κ., (σύμφωνα με τις κατατεθειμένες την 20-3-2013 προτάσεις του, που ενσωματώθηκαν στις πρωτοδίκως κατατεθείσες προτάσεις του), διότι η ρύθμιση του άρθρου αυτού προβλέπεται μόνο για το χρονικό διάστημα από την κατάρτιση της σύμβασης έως το ληξιπρόθεσμο της κύριας υποχρέωσης του εργολάβου, ενώ μετά από το σημείο αυτό η ανώμαλη εξέλιξη της σύμβασης κρίνεται, είτε βάσει των γενικών διατάξεων, είτε βάσει των ειδικών διατάξεων του άρθρου 688 επ. Α.Κ., καθώς, τ’ άρθρα 688 – 690 του Α.Κ. ρυθμίζουν την ευθύνη του εργολάβου μετά την αποπεράτωση του έργου και την παράδοσή του στον εργοδότη – κύριο του έργου (ΑΠ 1281/2018 ό.π., ΑΠ 1587/2013 o.p., Π. Κορνηλάκη, Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο II (2005) σ. 440, Καρδαρά σε Γεωργιάδη- Σταθόπουλου Αστικός Κώδιξ άρθρο 687 παρ. 5 σελ. 633). Περαιτέρω, ο ισχυρισμός αυτός ορθώς κρίθηκε, δυνάμει της υπ’ αριθμ. 4426/2013 μη οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, καθώς και με την εκκαλουμένη με αριθμ. 3092/2017 οριστική απόφαση αυτού, κατ’ εκτίμηση ως ένσταση του άρθρου 691 ΑΚ και ακολούθως απορρίφθηκε ως μη νόμιμη, απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του εναγομένου, διότι, και αληθή υποτιθέμενα τα εκτιθέμενα σε αυτόν πραγματικά περιστατικά, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της ως άνω διάταξης, καθώς βασική προϋπόθεση για την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης είναι πρωτίστως η ύπαρξη ελλείψεων στο εκτελεσθέν έργο, γεγονός, ωστόσο, που ο εναγόμενος αρνείται, αφού ισχυρίζεται ότι η κατασκευή ήταν η προσήκουσα. Σε κάθε δε περίπτωση ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος και ως κατ’ ουσίαν αβάσιμος, διότι, εφόσον δεν αποδείχθηκε ότι, κατά την εκτέλεση του έργου, ο εναγόμενος ακολουθούσε τις εντολές του αρμόδιου μηχανικού, γνωστοποιημένου στον εναγόμενο, σύμφωνα με σχετικό όρο της σύμβασης, ως εκπροσώπου των εναγόντων, παρά τις ρητές αντιρρήσεις του, είτε κατ’ άλλο τρόπο, οι ενάγοντες δεν έχουν υπαιτιότητα για τις ως άνω ελλείψεις και ελαττώματα και καταφάσκεται η ευθύνη του εναγομένου προς αποζημίωση των εναγόντων, καθώς αποκρούεται η απαλλαγή του από την ευθύνη αυτή λόγω έλλειψης υπαιτιότητας αυτού και έγκρισης του έργου. Από όλα τα ανωτέρω αναλυτικά περιγραφόμενα αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε, περαιτέρω, ότι, ανεξάρτητα από την ορθότητα ή μη του χαρακτηρισμού από τη διορισθείσα με την ως άνω μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου πραγματογνώμονα της μόνωσης ως αντεστραμμένης, η υπάρχουσα θερμομόνωση του δώματος είναι όχι μόνο ανεπαρκής στο πάχος, αλλά, λόγω ακαταλληλότητας του υλικού αυτής και λανθασμένης διάταξης στρώσεων, είναι μονίμως εμποτισμένη στο νερό και έχει αρνητικά θερμομονωτικά αποτελέσματα, που συντελούν στην εμφάνιση μαύρων στιγμάτων χαρακτηριστικών ανάπτυξης μούχλας σε πολλά σημεία του διαμερίσματος, τοίχους και πατώματα και την πρόκληση εκτεταμένων ζημιών στο διαμέρισμα των εναγόντων, όπως ειδικότερα προαναφέρθηκαν. Εξάλλου, ουδόλως αποδείχθηκε ότι ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι ο εμποτισμός με νερό της υπάρχουσας μόνωσης δεν οφείλεται σε πλημμελή εφαρμογή της μόνωσης, αλλά στην τομή, που πραγματοποίησαν τα συνεργεία των εναγόντων, προκειμένου να σταλούν φωτογραφίες στο διορισθέντα πραγματογνώμονα του ΤΕΕ …………. ΄Αλλωστε οι ενάγοντες, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη δικαστική πραγματογνωμοσύνη περί επιπρόσθετων επεμβάσεων από τους ενάγοντες επί του δώματος, αποδείχθηκε ότι μετά την πραγματοποίηση οπής αποκατέστησαν την προϋφιστάμενη μόνωση του δώματος. Περαιτέρω, όπως αναφέρεται στη διενεργηθείσα δικαστική πραγματογνωμοσύνη, δεν έχει εφαρμοσθεί στο διαμέρισμα η μόνωση, που επιτάσσει η εγκεκριμένη από την Πολεοδομία μελέτη θερμομόνωσης του κτιρίου, διότι στη μόνωση του δώματος έπρεπε να χρησιμοποιηθεί μονωτικό υλικό πάχους 6 cm με συντελεστή θερμικής αγωγιμότητας λ=0,03, ενώ χρησιμοποιήθηκε μονωτικό υλικό πάχους 3 cm, ανεξαρτήτως του αν το τοποθετηθέν έχει τον απαιτούμενο συντελεστή θερμικής αγωγιμότητας, ούτε εφαρμόσθηκε η σειρά της στρώσεως των υλικών, που αναφερόταν στην ανωτέρω εγκεκριμένη από την Πολεοδομία μελέτη, αλλά, επιπροσθέτως, στο δώμα δεν έχει ακολουθηθεί ούτε η μόνωση που περιγράφεται στο από 23-3-2001 ιδιωτικό συμφωνητικό, που συνήφθη μεταξύ των διαδίκων, διότι έχει τοποθετηθεί διογκωμένη πολυστερίνη (φελιζόλ) 3 cm, αντί της συμφωνηθείσας, σύμφωνα με το ιδιωτικό συμφωνητικό, πάχους 5 cm φελιζόλ και μάλιστα πάνω από τη στεγανωτική στρώση (ασφαλτόπανο), απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του εναγομένου. Επιπροσθέτως, αποδείχθηκε ότι οι υφιστάμενες στο δώμα υδρορροές δεν επαρκούν για την απομάκρυνση των βρόχινων υδάτων, καθώς δεν δύνανται να καλύψουν όλη την επιφάνεια του δώματος. Επίσης, σύμφωνα με την από 17/11/2011 θερμογραφική μελέτη της διορισθείσας από το Δικαστήριο πραγματογνώμονος, που πραγματοποιήθηκε στο διαμέρισμα των εναγόντων, σε συνδυασμό με την πραγματοποίηση οπών στο διαμέρισμα αυτών, αποδείχθηκε ότι υπάρχουν στοιχεία του κελύφους (δομικά ή μη) του διαμερίσματος, στα οποία δεν έχει τοποθετηθεί καθόλου θερμομονωτικό υλικό. Η πλημμελής εφαρμογή της μόνωσης και η απουσία σε κάποια στοιχεία του κελύφους θερμομονωτικού υλικού οδηγεί στη δημιουργία θερμικών γεφυρών και ταυτόχρονων συμπυκνωμάτων, λόγω υγροποίησης, με αποτέλεσμα την εμφάνιση μαύρων στιγμάτων, χαρακτηριστικών ανάπτυξης μούχλας. Τα μαύρα στίγματα αυτά εξάλλου αποδείχθηκε ότι, κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, είχαν αναπτυχθεί έντονα και στο ξύλινο πάτωμα όλων των κοιτώνων του διαμερίσματος των εναγόντων. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ΤΕΕ (…/13.9.2011 πράξη του ΤΕΕ), που συντάχθηκε τον Οκτώβριο 2011, διαπιστώθηκε έντονη εμφάνιση υγρασίας στο ξύλινο πάτωμα του κοιτώνα 1, του κοιτώνα 3 και στο ξύλινο πάτωμα του κοιτώνα 2. Περαιτέρω, σύμφωνα με την προσκομισθείσα δικαστική πραγματογνωμοσύνη, ουδεμία άλλη κακοτεχνία στο υπόστρωμα των δαπέδων αποδείχθηκε. Δεδομένου δε ότι οι ενάγοντες επέλεξαν να κρατήσουν το ελαττωματικό έργο, δικαιούνται αποζημίωση για την προκληθείσα από τις ελλείψεις και ελαττώματα του έργου, με υπαιτιότητα του εναγομένου, ζημία, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του εναγομένου. Ειδικότερα, οι ενάγοντες δικαιούνται να ζητήσουν να τους αποκατασταθεί κάθε ζημία, που συνδέεται άμεσα και αιτιωδώς με τις ως άνω ελλείψεις και την ύπαρξη του ελαττώματος, όπως είναι η ζημία λόγω δαπανών, που απαιτούνται για να αρθούν οι ελλείψεις του έργου και να καταστεί τούτο προσήκον, καθώς ο εργολάβος αρνήθηκε να προβεί σε αυτές. Σύμφωνα με την ως άνω υπ’ αριθμ. …../27-2-2015 δικαστική πραγματογνωμοσύνη, για την αποκατάσταση των ζημιών από τις ως άνω ελλείψεις του έργου, ως προς την εξωτερική θερμομόνωση των τοίχων του περιβλήματός του και την εκ νέου μόνωση του δώματος, για να καταστεί τούτο προσήκον, απαιτείται, για την εξωτερική θερμομόνωση η τοποθέτηση της μόνωσης εξωτερικά του περιβλήματος του διαμερίσματος, που αποτελεί την ορθολογικότερη λύση για μη θερμομονωμένα ή πλημμελώς μονωμένα υφιστάμενα κτίρια. Η θερμομόνωση εφαρμόζεται σε όλο το ύψος και πλάτος της υπάρχουσας τοιχοποιίας και περιλαμβάνει όλα τα δομικά στοιχεία, υποστυλώματα και δοκάρια. Δεν απαιτείται έκδοση οικοδομικής άδειας, εφόσον δεν αλλοιώνονται οι όψεις, αλλά έκδοση άδειας απαιτείται για τη χρήση ικριωμάτων, καθώς το διαμέρισμα είναι πέμπτου ορόφου και θα απαιτηθεί σκαλωσιά προκειμένου να εργαστεί το εκάστοτε συνεργείο. Οι θερμομομονωτικές πλάκες τοποθετούνται εξωτερικά της υπάρχουσας τοιχοποιίας και καλύπτονται με ειδικά επιχρίσματα, τα οποία σχηματίζουν ένα τελικό στρώμα προστασίας. Η δυνατότητα προσθήκης χρωστικών ουσιών στο επίχρισμα συντελεί στην ομοιογένεια της επιφάνειας με το υπόλοιπο κτίριο. Περαιτέρω, ουδόλως αποδείχθηκε ότι θα αυξηθεί η εμπορική αξία του επιδίκου διαμερίσματος από την αποκατάσταση αυτή, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο εναγόμενος, απορριπτομένου ως αβασίμου του σχετικού λόγου έφεσης. Σε κάθε δε περίπτωση η εξωτερική θερμομόνωση των τοίχων του περιβλήματος του διαμερίσματος των εναγόντων απαιτούσε χρήση μονωτικού υλικού, σύμφωνα με τη μελέτη θερμομόνωσης του κτιρίου και τις περιλαμβανόμενες στη δικαστική πραγματογνωμοσύνη υπ’ αριθμ. 26, 27 και 28 φωτογραφίες. Συνεπώς, ο εναγόμενος, παρά τα όσα αβάσιμα ισχυρίζεται, είχε υποχρέωση, κατά το χρόνο ανεγέρσεως, να προβεί σε εξωτερική θερμομόνωση των τοίχων του περιβλήματος του διαμερίσματος των εναγόντων. Στην ως άνω πραγματογνωμοσύνη προτείνεται εξωτερική θερμομόνωση «……» και, σύμφωνα με τα αναλυτικά σε αυτήν αναφερόμενα στάδια εργασιών, που θα ακολουθηθούν [ήτοι επικόλληση και αλφάδιασμα των θερμομονωτικών πλακών εξηλασμένης πολυστερίνης, της εταιρίας ….., Xenergy, μηχανική στήριξη των πλακών με ειδικά πλαστικά αγκύρια, τρίψιμο της επιφάνειας των θερμομονωτικών πλακών με ειδικό τριβείο με γυαλόχαρτο για την επίτευξη της τέλειας επιπεδότητας, διάστρωση επί της εξηλασμένης πολυστερίνης, της πρώτης στρώσης της κόλλας (kelyfos bond) και επ’ αυτής επικόλληση, σε όλη την επιφάνεια του αντιαλκαλικού υαλοπλέγματος ενίσχυσης, ακολούθως δεύτερη στρώση κόλλας, η οποία καλύπτει πλήρως το υαλόπλεγμα, σφράγισμα με πολυουρεθανική μαστίχη των αρμών στις μαρμαροποδιές κ.λ.π. για την εξασφάλιση της στεγανότητας στα τελειώματα του συστήματος, επί του βασικού σοβά, αφού σκληρυνθεί, εφαρμογή αστάρι kelyfos primer με κατανάλωση 0,2 KI7m2, στις οριζόντιες επιφάνειες εφαρμογή ελαστικού στεγανωτικού, δύο συστατικών aquamat-flex και, τέλος, εφαρμογή του τελικού έγχρωμου ακρυλικού σοβά], το κόστος αυτής ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 8.925 ευρώ (7.256 € + ΦΠΑ τιμολογίου 23% = 8.925 €). Ειδικότερα, απαιτείται για την αμοιβή Μηχανικού για έκδοση Ο.Α. για χρήση ικριωμάτων και επίβλεψη, το ποσό των 1.500 ευρώ, για την τοποθέτηση ικριωμάτων στο βόρειο και ανατολικό τοίχο του διαμερίσματος, το ποσό των 800 ευρώ, για το σύστημα πλακών με xenergy 6 cm, το συνολικό ποσό των 4.956 ευρώ. Ωστόσο με δεδομένο ότι με την ένδικη αγωγή οι ενάγοντες ζητούν το ποσό των 8.081,10 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ ποσού 1.511,10 ευρώ) για τη δαπάνη κατασκευής της εξωτερικής θερμομόνωσης, ορθώς επιδικάσθηκε σε αυτούς το έλασσον αυτό ποσό. Περαιτέρω, σύμφωνα με την ως άνω δικαστική πραγματογνωμοσύνη, για την αποκατάσταση της μόνωσης δώματος, προτείνεται η αποξήλωση της υπάρχουσας μόνωσης του δώματος και η δημιουργία νέας, σύμφωνα με τις προδιαγραφές, που ορίζει η Μελέτη Θερμομόνωσης του κτιρίου και δεν προτείνεται η προσθήκη μόνωσης επί της υπάρχουσας, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο εναγόμενος, με βάση την προσκομισθείσα από αυτόν τεχνική έκθεση-αξιολόγηση δικαστικής πραγματογνωμοσύνης του Πολιτικού Μηχανικού ………, καθώς μία τέτοια ενέργεια θα προσέθετε επιπρόσθετο βάρος στο κτίριο, βάρος, που στη Στατική Μελέτη δεν είχε υπολογιστεί, και σίγουρα δε θα μπορούσε πρακτικά να διορθώσει τις ατέλειές της, καθώς το νερό, που έχει ήδη εισέλθει στο εσωτερικό της, έχει εξαλείψει τη θερμομονωτική ικανότητά της. Περαιτέρω, το κόστος για την εκτέλεση των εργασιών, που απαιτούνται και για την έκδοση άδειας μικρής κλίμακας, ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 14.883 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ. Ειδικότερα, όπως αναλυτικά αναφέρεται στην ως άνω πραγματογνωμοσύνη, απαιτείται αποξήλωση της υπάρχουσας μόνωσης έως την πλάκα, μεταφορά των αποξηλωμένων υλικών σε κάδους με σωλήνα και αποκομιδή τους στη χωματερή, τοποθέτηση νέας υδρορροής στο πίσω δεξιό τμήμα της ταράτσας για την καλύτερη απορροή των όμβριων, σπάσιμο προεξοχών, καθαίρεση σαθρών και αποκατάσταση τυχόν έντονων ανωμαλιών της επιφάνειας της πλάκας με επισκευαστικό κονίαμα, καλός καθαρισμός της επιφάνειας και επάλειψή της με ασφαλτικό γαλάκτωμα σε δύο στρώσεις – φράγμα υδρατμών, τοποθέτηση θερμομονωτικών φύλλων χωρίς διάκενα μεταξύ τους και καλύπτοντας το σύνολο της επιφάνειας του δώματος για την αποφυγή θερμογεφυρών, διάστρωση ελαφρομπετόν ρύσεων, καθαίρεση τμήματος σοβά χαμηλά στο στηθαίο, πλάτους 15-20 cm για την εσοχή της στεγάνωσης στο επίπεδο του σοβά, διαμόρφωση λουκιού, περιμετρικά, στη συμβολή του στηθαίου και του αφρομπετόν ρύσεων με τσιμεντοκονίαμα, επικόλληση των ασφαλτικών μεμβρανών με χρήση φλόγιστρου με φορά κάθετη στη κλίση ξεκινώντας από τις υδρορροές, τοποθέτηση γεωυφάσματος επί του ασφαλτοπάνου, ως διαχωριστική στρώση και επικόλληση τσιμεντόπλακων με λάσπη. Το κόστος για τη μόνωση δώματος υπολογίζεται ως εξής: για την αμοιβή μηχανικού για έκδοση άδειας μικρής κλίμακας, το ποσό των 500 ευρώ, για την αποξήλωση υφιστάμενης μόνωσης, μεταφορά και απόθεση μπαζών, συμπεριλαμβανομένης της ενοικίασης κάδων αποκομιδής μπαζών και της τοποθέτησης σωλήνα για την απόρριψη αυτών από το δώμα, το ποσό των 2000 ευρώ, το κόστος για τη νέα μόνωση ανέρχεται στο ποσό των 6.400 ευρώ (40 €/m2 x 160 m2 =), για την αγορά και τοποθέτηση τσιμεντοπλακών το ποσό των 3.200 ευρώ (20 €/m2 χ 160 m2 =) και, επομένως, το συνολικό κόστος ανέρχεται στο ποσό των 12.100 ευρώ, πλέον ΦΠΑ τιμολογίου 23% και συνολικά το ποσό των 14.883 ευρώ. Συνεπώς, πρέπει να επιδικασθεί στους ενάγοντες για το κόστος μόνωσης του δώματος το ανωτέρω ποσό, ενώ το αιτούμενο με την αγωγή ποσό των 19.321,45 ευρώ, κατά το ποσό που υπερβαίνει το ανωτέρω, απορρίφθηκε με την εκκαλουμένη ως ουσιαστικά αβάσιμο, χωρίς ν’ ασκηθεί αντίθετη έφεση ή αντέφεση από τους ενάγοντες. Εξάλλου, το ανωτέρω αναφερόμενο στην πραγματογνωμοσύνη κόστος κρίνεται ότι ανταποκρίνεται στις τρέχουσες τιμές, ενώ η προσκομισθείσα από τον εναγόμενο τεχνική έκθεση του ……………. αφορά περιορισμένες εργασίες αποκατάστασης της υγρομόνωσης του δώματος και, επιπροσθέτως, αφορά στην προσθήκη μόνωσης επί της υπάρχουσας ακατάλληλης μόνωσης, που, ως ανωτέρω, αναπτύχθηκε δεν είναι ορθός τρόπος αποκατάστασης του προβλήματος της υφισταμένης μόνωσης του δώματος. Τέλος, αποδείχθηκε ότι, μετά την ολοκλήρωση των άνω εργασιών, απαραίτητων για την καταπολέμηση της αιτίας εμφάνισης της υγρασίας στο εσωτερικό του διαμερίσματος απαιτείται η βαφή των τοίχων και οροφής των δύο λουτρών, καθώς, και τοπικά, στους τοίχους των παιδικών υπνοδωματίων, ώστε να εξαλειφθεί η εικόνα της μούχλας που εμφανίζεται. Ειδικότερα, απαιτείται να καθαρισθούν επιμελώς οι επιφάνειες, ώστε να μην υπάρχουν κατά τόπους υγρασίες, καθώς ο χρωματισμός πρέπει να γίνει σε απόλυτα στεγνή και καθαρή επιφάνεια, να απομακρυνθούν τυχόν σαθρά τμήματα του επιχρίσματος, να στοκαρισθούν οι επιφάνειες, όπου και αν απαιτηθεί, να ασταρωθούν οι επιφάνειες, να γίνει βαφή επιφανειών με αντιμικροβιακό – αντιμουχλικό πλαστικό χρώμα, εφαρμοζόμενο σε δύο επιστρώσεις. Το κόστος για την ανωτέρω περιγραφόμενη εργασία της βαφής ανέρχεται στο ποσό των 861 ευρώ και ειδικότερα στο ποσό των 700 ευρώ, πλέον ΦΠΑ τιμολογίου 23%, σύμφωνα με την ανωτέρω αναφερόμενη έκθεση δικαστικής πραγματογνωμοσύνης. Συνεπώς, ορθώς επιδικάσθηκε με την εκκαλουμένη στους ενάγοντες για το κόστος βαφής το ανωτέρω ποσό, ενώ το αιτούμενο με την αγωγή ποσό των 4.305 ευρώ, που αφορά τον εξωτερικό και εσωτερικό επαναχρωματισμό του διαμερίσματος των εναγόντων, κατά το ποσό που υπερβαίνει το ανωτέρω ποσό (861 ευρώ), απορρίφθηκε με την εκκαλουμένη ως ουσιαστικά αβάσιμο, χωρίς ν’ ασκηθεί αντίθετη έφεση ή αντέφεση, ως προς το κεφάλαιο αυτό, από τους ενάγοντες. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι, λόγω της υγρασίας, στο διαμέρισμα των εναγόντων καταστράφηκαν τα ξύλινα δάπεδα αυτών. Το κόστος για την αγορά και αντικατάσταση των ξύλινων δαπέδων, σύμφωνα με την προσκομισθείσα από τους ενάγοντες από 13-2-2012 προσφορά της εταιρείας «…………», ανέρχεται στο ποσό των 4.590,58 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. ποσού 858,40 ευρώ και, ειδικότερα, ποσό 3.252,18 ευρώ, για αγορά υλικών, ήτοι: 1) δαπέδου ξύλου-φελλού «…….. Red Oak HPS» 32 πακ., συνολική ποσότητα 42,75 m2 προς 65 ευρώ και συνολική καθαρή αξία 2.778,88 ευρώ, 2) σοβατεπι lam. Beech 19Χ 60 mm, 15 βέργες ποσότητα 33 προς 5 ευρώ και συνολικά 165 ευρώ, 3) υπόστρωμα πλαστικό, πάχους 2 mm, 2 ρολά, συνολική ποσότητα 50 mt2 / ρολό προς 1,75 ευρώ και συνολικά 87,50 ευρώ, 4) κόλλα ελαστική στερέωσης σοβατεπι, τεμάχια 4 προς 8 € / τεμ. και συνολικά 32 ευρώ, 5) στοκοσιλικόνη ιδίου χρώματος δαπέδου, τεμάχια 2 προς 8 € / τεμ. και συνολικά 16 ευρώ, 6) μεταλλικό τελείωμα ταφ κόκκινη οξιά, 5,40 lm προς 16 € / lm και συνολικά 86,40 ευρώ, 7) μεταλλικό τελείωμα στοπ κόκκινη οξιά 5,40 προς 16 ευρώ και συνολικά 86,40 ευρώ, ήτοι συνολικά 3252,18 ευρώ και, επίσης, για κόστος εργατικών τοποθέτησης πλωτού δαπέδου και σοβατεπι, ποσό 480 ευρώ, 40 m2x 12€/m2. Σημειώνεται ότι, με την εκκαλουμένη, έγινε δεκτό ότι, από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία και, κυρίως, από τη διενεργηθείσα δικαστική πραγματογνωμοσύνη, ουδεμία άλλη κακοτεχνία αποδείχθηκε αναφορικά με το υπόστρωμα των δαπέδων, συνεπεία της οποίας να απαιτείται αντικατάσταση των κεραμικών πλακιδίων των δαπέδων και απορρίφθηκαν, ως ουσιαστικά αβάσιμα, τα κονδύλια της υπό κρίση αγωγής υπό στοιχεία Γ΄, για αγορά πλακιδίων μπάνιου και δαπέδου και επίπλων μπάνιου, ποσού 4.331,65 ευρώ, υπό στοιχεία Δ΄, για αποξήλωση πλακιδίων δαπέδου και μπάνιου και επίπλων μπάνιου και για την τοποθέτηση πλακιδίων και επίπλων μπάνιου και πλακιδίων δαπέδου, ποσού 1.240 ευρώ, δεν ασκήθηκε δε αντίθετη έφεση ή αντέφεση, ως προς τα κεφάλαια αυτά, από τους ενάγοντες. Επίσης, έγινε δεκτό με την εκκαλουμένη ότι, σύμφωνα με τη διεξαχθείσα ως άνω δικαστική πραγματογνωμοσύνη, δεν αποδείχθηκε το υπό στοιχείο ΣΤ΄ κονδύλιο, περί επισκευής και αποξήλωσης ξύλινων ντουλαπών και αντικατάστασης μερών αυτών, συνολικού ποσού 1.845 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ και απορρίφθηκε, ομοίως, ως ουσιαστικά αβάσιμο, χωρίς ν’ ασκηθεί αντίθετη έφεση ή αντέφεση ως προς το κεφάλαιο αυτό από τους ενάγοντες. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη οριστική απόφαση, κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα, απορριπτομένων ως αβασίμων των αντίθετων σχετικών ισχυρισμών του εναγομένου, που επαναφέρονται με σχετικούς λόγους έφεσης, και έκανε δεκτή εν μέρει την υπό κρίση αγωγή ως κατ’ ουσία βάσιμη, υποχρέωσε δε τον εναγόμενο να καταβάλει στους ενάγοντες, κατά την αναλογία του ποσοστού συγκυριότητάς τους, στο διαμέρισμά τους, το συνολικό ποσό των είκοσι οκτώ χιλιάδων τετρακοσίων δέκα πέντε ευρώ και εξήντα οκτώ λεπτών (28.415,68) [ήτοι (8.081,10 +14.883 + 861 +4590,58 =) 28.415,68 ευρώ)], με το νόμιμο τόκο για το ποσό των είκοσι τριών χιλιάδων εκατόν δύο ευρώ και τριάντα τριών λεπτών (23.102,33) [ήτοι για το ποσό της κύριας οφειλής, καθώς το ανωτέρω ποσό των 28.415,68 ευρώ αφορά εργασίες, για την εκτέλεση των οποίων θα εισπραχθεί και Φ.Π.Α., που ανέρχεται, όπως αναλυτικά προεκτέθηκε για τις ανωτέρω ζημίες σε (1511,10 + 2783 + 161 + 858,40) 5.313,35 ευρώ], από την επίδοση της αγωγής και μέχρι ολοσχερούς εξοφλήσεως, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις, ουσιαστικού δικαίου, ως άνω διατάξεις, ούτε απαίτησε περισσότερα στοιχεία, ούτε αρκέσθηκε σε λιγότερα στοιχεία, από εκείνα που απαιτεί ο νόμος, αλλά ούτε και προσέδωσε σ’ αυτές έννοια διαφορετική από την αληθινή, αναφορικά με τα ουσιώδη για την έκβαση της δίκης ζητήματα της συνδρομής των θεμελιωτικών του αγωγικού αιτήματος πραγματικών περιστατικών (προϋποθέσεων) και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, με πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, απορριπτομένων, ως κατ’ ουσίαν αβασίμων όλων των λόγων της υπό κρίση έφεσης, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι από την επισκόπηση του περιεχομένου της προσβαλλόμενης οριστικής απόφασης, καθώς και της συμπροσβαλλόμενης μη οριστικής απόφασης, και ειδικότερα από την περιεχόμενη βεβαίωση ότι ελήφθησαν υπόψη και εκτιμήθηκαν  οι ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων, που περιλαμβάνονται στα ταυτάριθμα με τη μη οριστική συμπροσβαλλόμενη με αριθμ. 4426/2013 απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, τα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη με αριθμ. 3092/2017 πρακτικά δημόσια συνεδριάσεως, η με αριθμ. πρωτ. …../27-2-2015 κατατεθειμένη, ενώπιον της Γραμματείας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, έκθεση δικαστικής πραγματογνωμοσύνης της πραγματογνώμονος ……….., η οποία διορίσθηκε με την υπ’ αριθμ. 600/2014 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), σε αντικατάσταση του διορισθέντος πραγματογνώμονος, με την υπ’ αριθμ. 4426/2013 μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, εκδοθείσα κατά την τακτική διαδικασία, οι προσκομιζόμενες και επικαλούμενες φωτογραφίες, των οποίων γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 339, 444 παρ. 1 γ, 445 ΚΠολΔ), η υπ’ αριθμ. …../15.3.2013 ένορκη βεβαίωση, η οποία ελήφθη νομότυπα, ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, την οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι ενάγοντες, με πρωτοβουλία των οποίων έλαβε χώρα, οι υπ’ αριθμ. …../19.3.2013 και …../19.3.2013 ένορκες βεβαιώσεις, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς …………., που νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει ο εναγόμενος, με πρωτοβουλία του οποίου έλαβαν χώρα, από όλα τα προσκομισθέντα από τους διαδίκους έγγραφα, άλλα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για ορισμένα από τα οποία έγινε ιδιαίτερη σημείωση, χωρίς πάντως να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, σε συνδυασμό με τις σκέψεις και το σύνολο των αποδεικτικών αναλύσεων, που περιέχει, δεν καταλείπεται καμιά απολύτως αμφιβολία ότι, για το σχηματισμό του αποδεικτικού της πορίσματος, έλαβε υπόψη της και συνεκτίμησε όλα τ’ αποδεικτικά μέσα, που προσκόμισαν και επικαλέστηκαν νομότυπα οι διάδικοι. Σημειώνεται ότι προς τούτο, πέραν της ως άνω εκθέσεως δικαστικής πραγματογνωμοσύνης, των τεχνικών εκθέσεων και των ως άνω ενόρκων βεβαιώσεων, οι οποίες αναφέρονται ρητώς, αρκεί η γενική αναφορά του είδους του αποδεικτικού μέσου (μάρτυρες, έγγραφα κλπ), που έλαβε υπόψη του το δικαστήριο, χωρίς την ανάγκη ειδικής μνείας και αξιολογήσεως εκάστου και χωρίς διάκριση από ποια αποδεικτικά μέσα προκύπτει άμεση και από ποια έμμεση απόδειξη. Οι προσκομιζόμενες δε και επικαλούμενες από αμφότερα τα διάδικα μέρη τεχνικές εκθέσεις, ως συνιστώσες γνωμοδοτήσεις προσώπων, που έχουν ειδική γνώση για τα θέματα αυτά, οι οποίες συντάχθηκαν ύστερα από αίτηση των διαδίκων και προσάγονται αντίστοιχα από αυτούς, δεν συνιστούν ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο, αλλά έγγραφα και εκτιμώνται ελεύθερα (ΟλΑΠ 11/2005 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1294/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 621/2016 Δημ. Νόμος, ΑΠ 160/2013 Δημ. Νόμος, ΑΠ 645/2012 Δημ. Νόμος). Η εκκαλουμένη περιέχει, επίσης, σαφείς, επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, αιτιολογίες, ως προς τις παραδοχές των πληττομένων κεφαλαίων, που επιτρέπουν τον έλεγχο, ως προς την ορθή ή μη εφαρμογή των ως άνω κανόνων ουσιαστικού δικαίου, τις οποίες, συνεπώς, δεν παρεβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου. Εξάλλου, δεν υπάρχει ανεπάρκεια αιτιολογιών, όταν η απόφαση περιέχει συνοπτικές, αλλά πλήρεις αιτιολογίες. Ελλείψεις δε αναγόμενες μόνο στην ανάλυση και στάθμιση των αποδεικτικών μέσων και γενικότερα ως προς την αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αν αυτό διατυπώνεται σαφώς, δεν συνιστούν ανεπαρκείς αιτιολογίες. Δηλαδή, μόνο το τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε είναι ανάγκη να εκτίθεται στην απόφαση πλήρως και σαφώς και όχι γιατί αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε (ΟλΑΠ 15/2006 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1294/2018 Δημ. Νόμος, ΑΠ 997/2017 Δημ. Νόμος, ΑΠ 1250/2011 Δημ. Νόμος). Συνακόλουθα, τα επιχειρήματα του δικαστηρίου, που σχετίζονται με την εκτίμηση απλώς των αποδείξεων, δεν συνιστούν παραδοχές διαμορφωτικές του αποδεικτικού πορίσματος του και, επομένως, αιτιολογία της απόφασης ικανή να ελεγχθεί για ανεπάρκεια ή αντιφατικότητα (ΑΠ 1129/2017 Δημ. Νόμος). Κατόπιν των ανωτέρω, μη υπάρχοντος άλλου παραπόνου κατά της εκκαλουμένης, πρέπει να απορριφθεί, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη, η υπό κρίση έφεση, κατά της με αριθμ. 3092/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και της συμπροσβαλλόμενης με αριθμ. 4426/2013 μη οριστικής απόφασης του ιδίου Δικαστηρίου, οι οποίες εκδόθηκαν, κατά την τακτική διαδικασία, και να διαταχθεί η εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου, το οποίο κατατέθηκε από τον εκκαλούντα για την άσκηση αυτής (άρθρ. 495 § 3 Κ.Πολ.Δ.). Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί ο εκκαλών, λόγω της ήττας του, στα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του σχετικού νομίμου αιτήματός τους (άρθρα 106, 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την υπό κρίση έφεση και

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν κατ’ ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου, το οποίο κατέθεσε ο εκκαλών για την άσκηση της υπό κρίση έφεσης.

Καταδικάζει τον εκκαλούντα στο σύνολο των δικαστικών εξόδων των εφεσιβλήτων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό χιλίων (1.000) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στις 23/09/2019, στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ