Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 83/2018

ΕΦΕΤΕΙΟΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός αποφάσεως 83/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 

Αποτελούμενον από τον Δικαστή Παναγιώτη Χουζούρη, Εφέτη, τον οποίον ώρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από την Γραμματέα Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

Ι) Η κρινομένη έφεσις κατά της κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων εκδοθείσης υπ’ αριθ. 3635 /2014 αποφάσεως ειδικής διαδικασίας εργατικών διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αρμοδίως εισαγομένη προς συζήτησιν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου [άρθρο 19 ΚΠολΔ (όπως ισχύει μετά την αντικατάστασιν του διά του άρθρου 4§2 Ν. 3994 /2011], έχει ασκηθεί, κατά τα άρθρα 495§1, 511, 513§1περ.β και 518§2 ΚΠολΔ, εμπροθέσμως (προ πάσης επιδόσεως της εκκαλουμένης), ενώ δεν απαιτείται κατά την κατάθεσίν της η καταβολή παραβόλου εφέσεως (άρθρο 495§4εδ.στ΄ ΚΠολΔ). Κρίνεται, επομένως, τυπικώς δεκτή και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτόν, το νόμω και ουσία βάσιμον των λόγων αυτής.

ΙΙ) Διά της υπ’ αριθ. καταθ. ….. /13-2-2014 αγωγής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς η ενάγουσα ισχυρίσθη τα ακόλουθα: α) ότι την 17η Οκτωβρίου 2001 προσελήφθη διά συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου υπό της εναγομένης ως καθαρίστρια του εξαωρόφου κτιρίου της επιχειρήσεως αθλητικού γυμναστηρίου της εργοδότιδος επί πενθήμερον εβδομαδιαίως και επί επτά ώρες ημερησίως και ότι η αντίδικος κατήγγειλε αιφνιδίως την σύμβασιν εργασίας την 17η Δεκεμβρίου 2012, β) ότι από του χρόνου προσλήψεως έως και του καλοκαιριού του έτους 2009 απησχολείτο επί δύο ώρες ημερησίως και κατά τις τέσσερεις ημέρες του Σαββάτου εκάστου μηνός, ενώ από του θέρους του έτους 2009 μέχρι και του χρόνου απολύσεως παρείχε δίωρη εργασία επί δύο ημέρες Σαββάτου ανά μήνα, γ) ότι κατά τον χρόνο απολύσεως ο βασικός μισθός της ανήρχετο σε 916,09 ευρώ μηνιαίως και έλαβεν αποζημίωσιν απολύσεως χρηματικού ύψους 2.788 ευρώ, δ) ότι η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας είναι άκυρος διά τον λόγον ότι τυγχάνει καταχρηστική αφ’ ενός ως γενομένη εκ ταπεινών αιτίων και λόγων εμπαθείας και εκδικητικότητος ένεκα της αναγκαστικής απουσίας της εκτός εργασίας λόγω αναρρωτικής αδείας προς αντιμετώπισιν εμφανισθέντος προβλήματος υγείας και ένεκα του αιτήματος της ιδίας διά μη απασχόλησιν αυτής κατά την έκτην ημέραν της εβδομάδος και διά κάλυψιν της διαφοράς από την μέχρι τότε καταβολήν εργοδοτικών εισφορών διά απλήν και ουχί διά βαρείαν και ανθυγιεινήν εργασίαν και αφ’ ετέρου ως συντελεσθείσα κατά την διάρκειαν της αναρρωτικής αδείας αυτής, επικουρικώς δέ διά τον λόγον ότι (και υπό την εκδοχήν ότι έγινε διά οικονομικούς λόγους) δεν ετηρήθη η αρχή της αναλογικότητος συνισταμένη εις την πρόκρισιν της υιοθετήσεως του ηπιοτέρου μέτρου της απασχολήσεως της ιδίας βάσει συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας μερικής απασχολήσεως αντί της επιλογής του εσχάτου μέτρου της καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας, ε) ότι εξ αιτίας της ακύρου απολύσεως αυτής δικαιούται μισθούς υπερημερίας χρηματικού ύψους 25.650,52 ευρώ κατά το χρονικό διάστημα από 17ης Δεκεμβρίου 2012 έως και 31ης Μαΐου 2015, στ) ότι εξ αιτίας της προπεριγραφείσης συμπεριφοράς του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης η ιδία υπέστη ισχυρή ψυχική στενοχωρία και δικαιούται χρηματική ικανοποποίησιν λόγω ηθικής βλάβης χρηματικού ύψους 100.000 ευρώ και ζ) ότι εις πάσαν περίπτωσιν (σωρευτικώς) δικαιούται: διά την παροχήν της εργασίας της κατά την έκτην ημέραν του Σαββάτου (συμπεριλαμβανομένης και της βάσει του Ν. 3846 /2010 προβλεπομένης προσαυξήσεως εκ ποσοστού 30% από 1-1-2011 έως και 17-12-2012) ποσόν 18.916 ευρώ και διά αποδοχές αδείας των ετών 2010, 2011 και 2012 και προσαύξησιν 100% επ’ αυτών ένεκα μη χορηγήσεως αδείας παρά το υποβληθέν αίτημα ποσόν 6.880 ευρώ. Εζήτησε δε κατόπιν επιτρεπτού περιορισμού των λοιπών (πλήν του περί αμοιβής και προσαυξήσεως διά εργασίαν κατά την ημέραν του Σαββάτου) καταψηφιστικών επί μέρους αιτημάτων εις αναγνωριστικά (άρθρον 223 ΚΠολΔ): α΄) να αναγνωρισθεί ότι η προαναφερθείσα καταγγελία της συμβάσεως εργασίας τυγχάνει άκυρος, β΄) να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη υποχρεούται να καταβάλει προς αυτήν: ι. χρηματικόν ποσόν 25.650,52 ευρώ διά μισθούς υπερημερίας, ιι. χρηματικόν ποσόν 100.000 ευρώ διά χρηματικήν ικανοποίησιν της ηθικής βλάβης της, και ιιι.  χρηματικόν ποσόν 6.880 ευρώ διά αποδοχές αδείας και προσαύξησιν εκ ποσοστού 100% επ’ αυτών και γ΄) να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει προς αυτήν χρηματικόν ποσόν 18.916 ευρώ διά αμοιβήν παροχής εργασίας (μετά της προαναφερθείσης νομίμου προσαυξήσεως) κατά την έκτην ημέραν της εβδομάδος, εκ των οποίων χρηματικών κονδυλίων το περί μισθών υπερημερίας αντίστοιχον νομιμοτόκως από της πρώτης ημέρας του μηνός αντιστοιχίσεως εκάστου μηνιαίου μισθού υπερημερίας και τα υπόλοιπα χρηματικά κονδύλια από της επιδόσεως της αγωγής. Επί της ως άνω αγωγής εξεδόθη η υπ’ αριθ. 3635 /2014 απόφασις ειδικής διαδικασίας μισθωτικών διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, διά της οποίας η αγωγή απερρίφθη αφ’ ενός ως μη νόμιμος ως προς το αίτημα περί αναγνωρίσεως της ακυρότητος της καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας κατά το μέρος επιστηρίξεως της επικαλουμένης ακυρότητος εις την συντέλεσιν της καταγγελίας κατά την διάρκειαν της αναρρωτικής αδείας και αφ’ ετέρου ως κατ’ ουσίαν αβάσιμος κατά τα αναγνωριστικά αιτήματα πρώτον περί ακυρότητος της καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας διά τους λοιπούς αναφερομένους νομίμους λόγους επιστηρίξεως της τοιαύτης ακυρότητος, δεύτερον περί οφειλής μισθών υπερημερίας, τρίτον περί οφειλής χρηματικής ικανοποιήσεως ηθικής βλάβης και τέταρτον περί οφειλής αποδοχών αδείας μετά προσαυξήσεως λόγω μη χορηγήσεως αδείας, ενώ έγινε εν μέρει δεκτή ως προς το αίτημα περί καταβολής αμοιβής (μετά της προσαυξήσεως του Ν. 3846 /2010) διά εργασίαν κατά την ημέραν του Σαββάτου (διά επιδικάσεως χρηματικού ποσού 5.310 ευρώ νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής). Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται η ενάγουσα, η οποία διά λόγους αναγομένους εις πλημμελή εκτίμησιν των αποδείξεων ζητεί την μερικήν εξαφάνισιν της εκκαλουμένης και δή κατά τα κεφάλαια εκφοράς απορριπτικής ουσιαστικής κρίσεως επί των αγωγικών αιτημάτων περί αναγνωρίσεως της ακυρότητος της συμβάσεως εργασίας και της υποχρεώσεως περί καταβολής αφ’ ενός μισθών υπερημερίας και αφ’ ετέρου χρηματικής ικανοποιήσεως ηθικής βλάβης και την ουσιαστικήν παραδοχήν της αγωγής ως προς τα προαναφερθέντα αγωγικά αιτήματα (δεν εξεκλήθη η εκκαλουμένη κατά το κεφάλαιον της εν μέρει απορριπτικής κρίσεως επί του αγωγικού αιτήματος διά αμοιβήν εργασίας κατά την ημέραν του Σαββάτου και κατά το κεφάλαιον περί ολικκής απορριτπικής κρίσεως επί του αγωγικού αιτήματος περί καταβολής αποδοχών αδείας και προσαυξήσεως).

ΙΙΙ) Από την ένορκον κατάθεσιν του μάρτυρος ανταποδείξεως, η οποία εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα προς την εκκαλουμένην απόφασιν πρακτικά, από τα έγγραφα, τα οποία νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, από την υπ’ αριθ. …. /20-5-2013 ένορκον βεβαίωσιν ενώπιον του Ειρηνοδίκου Νικαίας μετά νόμιμον, κατ άρθρον 671§1εδ.δ΄ ΚΠολΔ, κλήτευσιν της εναγούσης – εκκαλούσης διά της από 14-5-2013 εξωδίκου κλήσεως της εναγομένης – εφεσιβλήτου (βλ. υπ’ αριθ. … /15-5-2013 έκθεσιν επιδόσεως της δικαστικής επιμελητρίας της περιφερείας του Πρωτοδικείου Αθηνών ……….), δίχως να υφίσταται ακυρότης εκ του ότι διά της ως άνω κλήσεως της εναγομένης ωρίσθησαν σωρευτικώς περισσότερα του ενός όργανα και πλείονες τόποι και χρόνοι λήψεως των ενόρκων βεβαιώσεων (βλ. ΑΠ 36 /2006, ΤΝΠΔΣΑ), και από την ανωμοτί εξέτασιν της εναγούσης ως διαδίκου, η οποία ωσαύτως εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα προς την εκκαλουμένην απόφασιν πρακτικά, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: την 17ην Οκτωβρίου 2001 διά συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου η εκκαλούσα (ενάγουσα) προσελήφθη ατομικώς από τον μετέπειτα νόμιμον εκπρόσωπον της εναγομένης (εφεσιβλήτου) ως καθαρίστρια εις το κτίριον στεγάσεως της ατομικής επιχειρήσεως γυμναστηρίου του ως άνω φυσικού προσώπου επί της οδού ……… εντός του δήμου Νικαίας νομού Αττικής. Η εργασία αυτής συνεφωνήθη πενθήμερος (από Δευτέραν έως Παρασκευήν) εκάστης εβδομάδος και επτάωρος (από ώραν 07:00 έως ώραν 14:000 εκάστης ημέρας). Ακολούθως διά του από 1-6-2006 ιδιωτικού συμφωνητικού συστάσεως ετερορρύθμου εταιρείας (καταχωρηθέντος στα βιβλια εταιρειών του Πρωτοδικείου Πειραιώς υπ’ αύξοντα αριθμόν καταθέσεως … /6-6-2006 και υπό αριθμόν μητρώου ….) συνεστήθη η εφεσίβλητος (εναγομένη) ετερόρρυθμος εταιρεία, προς την οποίαν μετεβιβάσθη από το ως άνω φυσικόν πρόσωπον ολόκληρος η μέχρι τότε ως άνω ατομική επιχείρησις γυμναστηρίου. Εντός δέ του πλαισίου της τοιαύτης μεταβιβάσεως η εφεσίβλητος υπεισήλθεν ως εργοδότις εις την έννομον σχέσιν της επιδίκου συμβάσεως εργασίας. Η εκκαλούσα συνέχισε να παρέχει την εργασίαν της εις την εφεσίβλητον έως την 17η Δεκεμβρίου 2012, καθ’ ήν ημερομηνίαν η σύμβασις εργασίας ελύθη διά της από 17-12-2012 εγγράφου καταγγελίας της εργοδότιδος, η οποία εγνωστοποιήθη αυθημερόν εις την υπογράψασαν ταύτην εκκαλούσαν (της αποζημιώσεως απολύσεως καταβληθείσης κατά χρηματικόν ποσόν 1.400 ευρώ κατά την ημέραν της απολύσεως και κατά χρηματικόν ποσόν 1.400 ευρώ κατά την 8η Φεβρουαρίου 2013). Κατά τον χρόνον λειτουργίας του γυμναστηρίου ως ατομικής επιχειρήσεως, πέραν της εκκαλούσης (απασχολουμένης διά συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου πλήρους απασχολήσεως), ειργάζοντο επιπροσθέτως εντός του γυμναστηρίου ως ωρομίσθιοι: α) κατά τον μήνα Οκτώβριο του έτους 2001 (χρόνου ενάρξεως λειτουργίας του γυμναστηρίου ως ατομικής επιχειρήσεως) δύο  υπάλληλοι γραφείου και επτά γυμναστές (και γυμνάστριες), β) κατά τον μήνα Οκτώβριον του έτους 2002 δύο υπάλληλοι γραφείου και δέκα γυμναστές (και γυμνάστριες), γ) κατά τον μήνα Οκτώβριον του έτους 2003 μία υπάλληλος γραφείου και εννέα γυμναστές (και γυμνάστριες), δ) κατά τον μήνα Οκτώβριον του έτους 2004 μία υπάλλληλος γραφείου και πέντε γυμναστές (και γυμνάστριες) και ε) κατά τον μήνα Οκτώβριον του έτους 2005 μία υπάλληλος γραφείου και τέσσερεις γυμναστές (και γυμνάστριες). Από του χρόνου μεταβιβάσεως της επιχειρήσεως του γυμναστηρίου υπό του αρχικού φορέως εκμεταλλεύσεως αυτής εις την εφεσίβλητον εργοδότιδα ετερόρρυθμον εταιρείαν μέχρι του χρόνου απολύσεως της εκκαλούσης, πέραν της ως άνω διαδίκου (απασχολουμένης διά συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου πλήρους απασχολήσεως), ειργάζοντο επιπροσθέτως εντός του γυμναστηρίου: α΄) κατά τον μήνα Οκτώβριον του έτους 2006 μία υπάλληλος γραφείου, πέντε γυμναστές (και γυμνάστριες) και μία επιπροσθέτως καθαρίστρια (μετ’ ενάρξεως απασχολήσεως αυτής εντός του Οκτωβρίου του έτους 2006), ως ωρομίσθιοι, β΄) κατά τον μήνα Οκτώβριον του έτους 2007 αφ’ ενός μία υπάλληλος (αμειβομένη βάσει μηνιαίου μισθού) και αφ’ ετέρου είς γυμναστής και μία γυμνάστρια και τέσσερεις επιπλέον υπάλληλοι γραφείου, ως ωρομίσθιοι, γ΄) κατά τον μήνα Οκτώβριον του έτους 2008 είς γυμναστής (ωρομίσθιος), δ΄) κατά τον μήνα Νοέμβριον του έτους 2009 ουδείς (πλήν της εκκαλούσης), ε΄) κατά τον μήνα Νοέμβριον του έτους 2010 μία υπάλληλος γραφείου (ως ωρομίσθιος), στ΄) κατά τον μήνα Οκτώβριον του έτους 2011 μία γυμνάστρια (ωρομίσθιος) και ζ΄) κατά τον μήνα Νοέμβριον του έτους 2012 μία υπάλληλος γραφείου (ως ωρομίσθιος). Τα προαναφερθέντα προκύπτουν αφ’ ενός διά των εκ μέρους της εκκαλούσης μετά νομίμου επικλήσεως προσκομιζομένων υπ’ αριθ. πρωτ. …………. πινάκων καταστάσεως προσωπικού (του άρθρου 16 Ν. 2874 /2000) της ατομικής επιχειρήσεως του αρχικού εργοδότου και εν συνεχεία της εφεσιβλήτου εργοδότιδος ετερορρύθμου εταιρείας προς το Τμήμα Κοινωνικής Υπηρεσίας Νικαίας της Διευθύνσεως Κοινωνικής Υπηρεσίας Πειραιώς του Σώματος Επιθεωρήσεως Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφαλίσεως και αφ’ ετέρου διά των εκ μέρους της εφεσιβλήτου μετά νομίμου επικλήσεως (πέραν των υπ’ αυτής ωσαύτως προσκομισθέντων ως άνω υπ’ αριθ. …. /18-9-2006 και …. /21-10-2007) επιπροσθέτως προσκομισθέντων υπ’ αριθ. πρωτ. … /19-10-2006, …. /4-11-2011 και …. /9-10-2012 πινάκων καταστάσεως προσωπικού (του άρθρου 16 Ν. 2874 /2000) της εφεσιβλήτου εργοδότιδος ετερορρύθμου εταιρείας προς το ως άνω Τμήμα Κοινωνικής Υπηρεσίας Νικαίας. Η τοιαύτη κατακόρυφος συρρίκνωσις του προσωπικού του γυμναστηρίου από την εφεσίβλητον εργοδότιδα ωφείλετο εις την εμφανή σταδιακήν μείωσιν του πελατολογίου των γυμναζομένων προσώπων, η οποία ενετάθη από την ένσκυψιν της γενικής εθνικής οικονομικής κρίσεως από του έτους 2009. Η ραγδαία μείωσις του αριθμού των εγγεγραμμένων συνδρομητών καταδεικνύεται και διά συναγωγής δικαστικού τεκμηρίου εκ του ότι κατά τα έτη 2009, 2010 και 2011 η συνδρομή ετησίου προγράμματος εκγυμνάσεως (δι’ εφ’ άπαξ καταβολής τοις μετρητοίς) εμειώθη σε ποσοστόν ημίσεος (1/2) έως σχεδόν και δύο τρίτων (2/3) του αντιστοίχου χρηματικού ύψους της ετησίας (δι’ εφ’ άπαξ καταβολής) συνδρομής εκγυμμνάσεως του έτους 2008. Τούτο καταδεικνύεται ενδεικτικώς αφ’ ενός διά των υπ’ αριθ. … /7-10-2008, …. /12-10-2009 και …. /22-10-2010 αποδείξεων παροχής υπηρεσιών της εφεσιβλήτου προς τον εκγυμναζόμενον πελάτην αυτής ……., βάσει των οποίων ο ως άνω αθλούμενος πελάτης κατέβαλεν διά συνδρομήν ετησίου προγράμματος χρηματικά ποσά 420 ευρώ, 150 ευρώ και 120 ευρώ κατά τις αντίστοιχες διαδοχικές ετήσιες χρονικές περιόδους εκγυμνάσεως από 7-10-2008 έως 6-10-2009, από 12-10-2009 έως 11-10-2010 και από 22-10-2010 έως 21-10-2011, και αφ’ ετέρου διά των υπ’ αριθ. …… /5-2-2009 και ….. /8-2-2011 αποδείξεων παροχής υπηρεσιών της εφεσιβλήτου προς την εγκυγναζομένην πελάτιδα ………, βάσει των οποίων η ως άνω αθλουμένη πελάτις κατέβαλεν διά συνδρομήν ετησίου προγράμματος χρηματικά ποσά 380 ευρώ και 150 ευρώ κατά τις αντίστοιχες ετήσιες περιόδους εκγυμνάσεως από 5-2-2009 έως 4-2-2010 και από 8-2-2011 έως 7-2-2012. Διά τον λόγον αυτόν εντός του μηνός Αυγούστου του έτους 2011 το μηνιαίο μίσθωμα, το οποίον κατέβαλεν η εφεσίβλητος προς τον εκμισθωτήν διά την μίσθωσιν του ακινήτου του γυμναστηρίου, εμειώθη από το χρηματικόν ύψος των 1.450 ευρώ εις το αντίστοιχον των 1.200 ευρώ. Συνακολούθως λόγω της ραγδαίως φθινούσης πορείας του πελατολογίου και της συνακόλουθης αντίστοιχης ραγδαίας συρρικνώσεως του υπ’ αυτής απασχολουμένου προσωπικού από το έτους 2008 και εντεύθεν παράλληλα καθήκοντα γυμναστού και επικουρικής γραμματειακής υποστηρίξεως εξετέλει ο νόμιμος εκπρόσωπος της εργοδότιδος εταιρείας, ο οποίος τυγχάνει γυμναστής (απόφοιτος Γυμναστικής Ακαδημίας) και εξεμεταλλεύετο ατομικώς την ως άνω επιχείρησιν γυμναστηρίου προ της, κατά τα ως άνω, μεταβιβάσεως του συνόλου αυτής εις την εφεσίβλητον εργοδότιδα. Ήτοι, κατά την διάρκειαν λειτουργίας του γυμναστηρίου ως ατομικής επιχειρήσεως και κατά την διάρκειαν εκμεταλλεύσεως του γυμναστηρίου από την εφεσίβλητον ετερόρρυθμον εταιρείαν έως και της απολύσεως της εκκαλούσης (από Οκτωβρίου έτους 2001 έως και 17ης Δεκεμβρίου 2012) η εκκαλούσα υπήρξε εν τοις πράγμασιν η μοναδική από το προσωπικόν του γυμναστηρίου, η οποία ως καθαρίστρια ανάμεσα σε γυμνασττές (γυμνάστριες) και υπαλλήλους γραφείου απησχολήθη διά συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας πλήρους απασχολήσεως, ενώ το υπόλοιπον προσωπικόν (γυμναστές, υπάλληλοι γραφείου και δευτέρα καθαρίστρια) ειργάσθησαν διά πολύ μικρότερα χρονικά διαστήματα και μάλιστα ως ωρομίσθιοι (εξαιρέσει μιάς υπαλλήλου γραφείου απασχοληθείσης διά πλήρους απασχολήσεως αλλά επί πολύ μικρότερον χρονικόν διάστημα εν σχέσει προς την εκκαλούσαν). Τούτο ωφείλετο κυρίως εις την πολύ καλήν (εγγύσασαν τα όρια της οικογενειακής φιλίας) σχέσιν μεταξύ του νομίμου εκπροσώπου της εφεσιβλήτου και της εκκαλούσης, η οποία πολλάκις είχε επισκεφθεί την οικογενειακήν οικίαν του νομίμου εκπροσώπου της εφεσιβλήτου, είχε δεχθεί διευκολύνσεις από την εργοδότιδα διά απουσίαν από της εργασίας κατά ημέρες αναγκαιότητος αντιμετωπίσεως οικογενειακών προβλημάτων ή εκπληρώσεως οικογενειακών υποχρεώσεών της (όπως χάριν μεταβάσεως εις την Πάτραν προς τον σκοπόν επισκέψεως της μητρός και των εγγονών της)  και μάλιστα είχε λάβει ατόκως, ως δάνειον, χρηματικά ποσά έως και 15.000 ευρώ από τον νόμιμον εκπρόσωπον της εφεσιβλήτου μετά συμφωνίας σταδιακής αποπληρωμής τούτων διά παρακρατήσεως από του οφειλομένου μισθού (η τοιαύτη επισήμανσις της εφεσιβλήτου δεν ημφισβητήθη ειδικώς από την εκκαλούσαν). Άλλωστε εντός της τοιαύτης καλής σχέσεως η εφεσίβλητος εργοδότις εχορήγησεν εις την εκκαλούσαν τις από 8-9-2009 και από 14-4-2010 βεβαιώσεις, διά των οποίων αναληθώς εβεβαίωσεν ότι οι μηνιαίες αποδοχές της αντιδίκου (τότε εργαζομένης) ανήρχοντο εις ποσά 1.050 ευρώ και 1.280 ευρώ μηνιαίως (ήτοι εις ποσά μείζονα των πράγματι συμφωνηθέντων και καταβαλλομένων) προς τον σκοπόν εξασφαλίσεως πιστοληπτικής ικανότητος εις το πρόσωπον της εκκαλούσης καθαριστρίας διά τραπεζικήν δανειοδότησιν (όπερ,  όμως, γεγονός εξυπηρετήσεως της εκκαλούσης διά παρανόμου, μάλιστα, πράξεως της εφεσιβλήτου εξεμεταλλεύθη μετά την λύσιν της εργασιακής σχέσεως η ως άνω πρώην εργαζομένη, η οποία προσεκόμισεν και παρέδωσε τις -χάριν εξυπηρετήσεώς της- ως άνω εκδοθείσες αναληθείς βεβαιώσεις μισθοδοσίας της εφεσιβλήτου προς το Τοπικόν Υποκατάστημα Νικαίας του ΙΚΑ, το οποίον διά του από 15-1-2014 εγγράφου της υπαλλήλου του Τμήματος Εσόδων ………. προσεκάλεσεν την εφεσίβλητον εργοδότιδα διά έλεγχον). Εντός μάλιστα του πλαισίου της προπεριγραφείσης τοιαύτης πολύ καλής  σχέσεως μεταξύ των αντιδίκων παρεβλέπετο και εδεικνύετο ανοχή υπό του νομίμου εκπροσώπου της εφεσιβλήτου εις το ότι κατά την διάρκειαν της εργασίας η εκκαλούσα εδείκνυε χαλάρωσιν εις την εκτέλεσιν των εργασιακών καθηκόντων της και ανέπτυσσε συνομιλίες μετά των αθλουμένων και κυρίως εις το ότι κατά την διάρκειαν των διαλειμμάτων της εργασίας της αλλά και εις άλλες στιγμές της εργασίας η εκκαλούσα εκάπνιζε εις τον εξώστην του γυμναστηρίου, όπερ δεν επηρρέαζε μέν την υγείαν των αθλουμένων εντός των εσωτερικών χώρων του γυμναστηρίου, πλήν, όμως, εδημιούργει προς τους διερχομένους έξωθεν του γυμναστηρίου αρνητικήν εντύπωσιν διά την εικόνα και την φήμην του γυμναστηρίου ως χώρου αυστηράς αθλήσεως και διατηρήσεως της υγείας και της καλής φυσικής καταστάσεως των εκγυμναζομένων, εντός της έδρας του οποίου ουδαμώς συνήδε και έδει να επιτρέπεται το κάπνισμα (ακόμη και εις τον εξώστην αυτού). Από τον μήνα Σεπτέμβριον του έτους 2012 η εκκαλούσα ενεφάνισε πόνον κατά τον καρπόν της αριστεράς χειρός. Βάσει δέ της από 29-12-2012 ιατρικής βεβαιώσεως – γνωματεύσεως του χειρουργού ορθοπεδικού και συντονιστού διευθυντού της Κλινικής Χειρουργικής Χειρός Άνω Άκρου  – Μικροχειρουργικής του ΚΑΤ . ………. διεπιστώθη ότι έπασχεν εξ οξείας αποσβεστώσεως επί εδάφους αρθρίτιδος βασικής αρθρώσεως αντίχειρος αριστεράς χειρός. Συνεστήθη ακινητοποίησις διά νάρθηκος πηχεοκαρπικής και αποχή εκ της εργασίας επί τρείς εβδομάδες και επανεξέτασις. Την 18η Δεκεμβρίου 2012 έγινε επανεξέτασις υπό του ιδίου ως άνω ιατρού και εξεδόθη γνωμάτευσις του αυτού περιεχομένου και συνεστήθη αποχή εκ της εργασίας επί είκοσι ημέρες. Η αυτή γνωμάτευσις του ιδίου ως άνω ιατρού διετυπώθη και κατά την τρίτην ιατρικήν εξέτασιν κατά την 9ην Ιανουαρίου 2013. Την 21ην Ιανουαρίου 2013 η εκκαλούσα υπεβλήθη σε χειρουργικήν επέμβασιν προς αντιμετώπισιν αρθρίτιδος κατά την βάσιν του αντίχειρος (αρθρίτιδος μείζονος πολυγώνου βάσεως πρώτου μετακαρπίου). Ενοσηλεύθη εντός του Νοσοκομείου ΚΑΤ επί τριήμερον και έλαβεν εξιτήριον της 24ην Ιανουαρίου 2013. Ακολούθως έλαβεν αναρρωτικήν άδειαν έξι εβδομάδων. Εν τέλει την 21η Φεβρουαρίου 2013 ενεκρίθησαν δέκα συνεδρίες φυσικοθεραπείας, δέκα συνεδρίες ηλεκτροθεραπείας και δέκα συνεδρίες υπερήχων διά την πλήρη αποκατάστασιν της αριστεράς χειρός. Ένεκα της προπεριγραφείσης παθήσεώς της η εκκαλούσα είχε διακόψει την εργασίαν αυτής από την 30η Νοεμβρίου 2012. Δυνάμει δέ της υπ’ αριθ. ….. . /30-11-2012 αποφάσεως του Διευθυντού του Τοπικού Καταστήματος ΙΚΑ Νικαίας εχορηγήθη εις την εκκαλούσαν επίδομα ανικανότητος προς εργασίαν διά το χρονικόν διάστημα από 30ης Νοεμβρίου έως και 14ης Δεκεμβρίου 2012. Την 17η Δεκεμβρίου 2012 η εφεσίβλητος εγνωστοποίησεν, κατά τα εις ανωτέρω σημείον της παρούσης αναφερθέντα, προς την εκκαλούσαν έγγραφον καταγγελίαν της συμβάσεως εργασίας, την οποίαν αυθημερόν υπέγραψεν η εκκαλούσα (λαβούσα και το ήμισυ της οφειλομένης αποζημιώσεως απολύσεως). Λαμβανομένου, όμως, υπ’ όψιν ότι κατά τα άρθρα 667§2 ΑΚ, 1 Ν. 2112 /1920 και 1 και 5 Ν. 3148 /1955 η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου τυγχάνει μονομερής και αναιτιώδης δικαιοπραξία, η οποία αποτελεί δικαίωμα του εργοδότου και του εργαζομένου αλλά ελέγχεται διά ακυρότητα, κατά τα άρθρα 174 και 180 ΑΚ ένεκα προφανούς υπερβάσεως των εκ του άρθρου 281 ΑΚ περί καταχρηστικής ασκήσεως δικαιώματος τιθεμένων ορίων, καθώς και ότι η κατ’ άρθρον 5§6 Ν. 539 /1945 απαγόρευσις καταγγελίας της εργασιακής συμβάσεως αφορά μόνον εις την καταγγελίαν κατά την διάρκειαν της αδείας αναψυψής και ουχί και εις την καταγγελίαν κατά την διάρκειαν άλλων αδειών συμπεριλαμβανομένης και της αναρρωτικής (βλ. ΑΠ 402 /2014, ΤΠΔΣΑ και ΑΠ 1161 /2012, ΤΝΠΔΑ), εις την προκειμένην περίπτωσιν αυτή καθ’ εαυτήν η επίδικος καταγγελία της συμβάσεως εργασίας μεταξύ των αντιδίκων δεν τυγχάνει άκυρος εκ μόνου του λόγου ότι έγινε κατά την διάρκειαν της αναρρωτικής αδείας της εκκαλούσης. Επί πλέον, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι το βάρος αποδείξεως του ισχυρισμού περί καταχρηστικότητος και συνακολούθως περί εκ του λόγου τούτου ακυρότητος της καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας εκ μέρους του εργοδότου φέρει ο προβάλλων τον ως άνω πραγματικόν ισχυρισμόν ενάγων μισθωτός και ότι εάν δεν αποδειχθούν υπό του προβάλλοντος τον αντίστοιχον αυτοτελή ισχυρισμόν ως άνω διαδίκου τα θεμελιωτικά της καταχρηστικότητος της καταγγελίας εξιστορούμενα ιστορικά στοιχεία, τότε η αγωγή απορρίπτεται κατ’ ουσίαν, δίχως να απαιτείται διά το κύρος της καταγγελίας ο καθορισμός της πραγματικής αιτίας ή των αληθών κινήτρων του εργοδότου (βλ. ΑΠ 1476 /2002, ΤΝΠΔΣΑ), εις την προκειμένην περίπτωσιν δεν απεδείχθη ότι η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας έγινεν εκ ταπεινών αιτίων και δή εκ λόγων εκδικητικότητος του νομίμου εκπροσώπου της εφεσιβλήτου εργοδότιδος προς το πρόσωπον της εκκαλούσης και δή διά τον λόγον ότι εκείνη, τελούσα εν αναρρωτική αδεία και αποσκοπούσα εις την διαφύλαξιν και προστασίαν της σωματικής υγείας της, εζήτησεν την μη απασχόλησίν της κατά τις ημέρες του Σαββάτου και την αξίωσιν καταβολής ασφαλιστικών ενσήμων βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας (όπως προσήκει σε καθαρίστριες πλήρους απασχολήσεως βάσει της υπ’ αριθ. Φ. 10221 /26816 /929 /2-12-2011 αποφάσεως του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων). Προς τούτο πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ότι κατά το τελευταίον έτος παροχής εργασίας (2012) η δαπάνη καλύψεως της μισθοδοσίας της εκκαλούσης ανήλθεν βάσει των υπό της εργοδότιδος δηλωθεισών ημερών εργασίας: ι. κατά τον Ιανουάριον σε ποσόν 876,26 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των εργατικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 181,47 ευρώ) πλέον εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 213,37 ευρώ, ήτοι σε χρηματικόν ύψος 1.089,63 ευρώ (επί παροχής εργασίας είκοσι δύο ημερών), ιι. κατά τον Φεβρουάριον σε ποσόν 836,43 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των εργατικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 171,63 ευρώ) πλέον εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 205,26 ευρώ, ήτοι σε χρηματικόν ύψος 1.041,69 ευρώ (επί παροχής εργασίας είκοσι μιάς ημερών), ιιι. κατά τον Μάρτιον σε ποσόν σε ποσόν 836,43 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των εργατικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 171,63 ευρώ) πλέον εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 205,26 ευρώ, ήτοι σε χρηματικόν ύψος 1.041,69 ευρώ (επί παροχής εργασίας είκοσι μιάς ημερών), ιx. κατά τον Απρίλιον σε ποσόν 836,43 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των εργατικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 171,63 ευρώ) πλέον εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 205,26 ευρώ, ήτοι σε χρηματικόν ύψος 1.041,69 ευρώ (επί παροχής εργασίας είκοσι μιάς ημερών), ν. κατά τον Μάιον σε ποσόν 916,09 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των εργατικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 191,32 ευρώ) πλέον εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 221,47 ευρώ, ήτοι σε χρηματικόν ύψος 1.137,56 ευρώ (επί παροχής εργασίας είκοσι τριών ημερών), νι. κατά τον Ιούνιον σε ποσόν 836,43 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των εργατικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 171,63 ευρώ) πλέον εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 205,26 ευρώ, ήτοι σε χρηματικόν ύψος 1.041,69 ευρώ (επί παροχής εργασίας είκοσι μιάς ημερών), νιι. κατά τον Ιούλιον σε ποσόν 876,26 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των εργατικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 181,47 ευρώ) πλέον εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 213,37 ευρώ, ήτοι σε χρηματικόν ύψος 1.089,63 ευρώ (επί παροχής εργασίας είκοσι δύο ημερών), νιιι. κατά τον Αύγουστον σε ποσόν 916,09 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των εργατικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 191,32 ευρώ) πλέον εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 221,47 ευρώ, ήτοι σε χρηματικόν ύψος 1.137,56 ευρώ (διά αποδοχές αδείας), ιx. κατά τον Σεπτέμβριον σε ποσόν 796,60 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των εργατικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 161,78 ευρώ) πλέον εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 197,17 ευρώ, ήτοι σε χρηματικόν ύψος 993,77 ευρώ (επί παροχής εργασίας είκοσι ημερών), x. κατά τον Οκτώβριον σε ποσόν 916,09 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των εργατικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 151,32 ευρώ) πλέον εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 221,47 ευρώ, ήτοι σε χρηματικόν ύψος 1.137,56 ευρώ (επί παροχής εργασίας είκοσι τριών ημερών), xι. κατά τον Νοέμβριον σε ποσόν 856,35 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των εργατικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 176,55 ευρώ) πλέον εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 191,14 ευρώ, ήτοι σε χρηματικόν ύψος 1.047,49 ευρώ (επί παροχής εργασίας είκοσι μιάς ημερών), xιι. κατά τον Δεκέμβριον σε ποσόν 960,89 ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των εργατικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 158,55 ευρώ) πλέον εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών εκ ποσού 263,86 ευρώ), ήτοι σε χρηματικόν ύψος 1.224,75 ευρώ, xιιι. διά επίδομα Πάσχα και αδείας χρηματικά ποσά 528,99 ευρώ και 517,79 ευρώ και xιν. διά επίδομα Χριστουγέννων – Νέου Έτους ποσόν 960,89 ευρώ. Δηλαδή η δαπάνη της μισθοδοσίας της εκκαλούσης διά το έτος 2012 βάσει των δηλωθεισών ημερών εργασίας της ανήλθεν σε συνολικόν χρηματικόν ύψος 15.032,38 ευρώ. Μετά την απόλυσιν της εκκαλούσης η εφεσίβλητος συνήψε σύμβασιν έργου μετά του ………., εντός του πλαισίου της οποίας ο τελευταίος ανέλαβε την συμβατικήν υποχρέωσιν, όπως διά συνεργείου καθαρισμού αποτελουμένου εκ τριών προσώπων, διεκπεραιώνει τον καθημερινόν καθαρισμόν του γυμναστηρίου της εφεσιβλήτου διά παροχής υπηρεσιών πρωινού καθαρισμού υπό δύο προσώπων του συνεργείου επί τρείς ώρες προ της ενάρξεως ή μετά την έναρξιν λειτουργίας του γυμναστηρίου και υπηρεσιών απογευματινού καθαρισμού υπό ενός προσώπου επί δύο επιπλέον ώρες  καθημερινώς από ημέρας Δευτέρας έως ημέρας Σαββάτου, καθώς και τον γενικόν καθαρισμόν του γυμναστηρίου κατά τα υψηλά στρώματα καθ’ εκάστην Κυριακήν αντί μηνιαίας εργολαβικής αμοιβής χρηματικού ύψους 850 ευρώ μηνιαίως (συμπεριλαμβανομένου εις την συμφωνηθείσαν εργολαβικήν αμοιβήν και του κόστους δαπάνης των αναλωσίμων υλικών καθαρισμού), η οποία εργολαβική αμοιβή ανέρχεται σε χρηματικόν ύψος 10.200 ευρώ ετησίως. Εκ της αντιπαραβολής του κόστους απασχολήσεως της εκκαλούσης διά σχέσεως εξηρτημένης εργασίας εν συγκρίσει προς το αντίστοιχον της μισθώσεως του έργου του καθαρισμού του συνεργείου του ως άνω ιδιώτου καταδεικνύεται ότι η απασχόλησις της εκκαλούσης από την εφεσίβλητον ήτο δαπανηροτέρα δι’ εκείνην κατά χρηματικήν διαφοράν 4.832,38 ευρώ, την οποίαν η εφεσίλητος εξοικονόμησεν διά της συνάψεως συμβάσεως έργου καθαρισμού του γυμναστηρίου αυτής. Η τοιαύτη χρηματική εξοικονόμησις μεγενθύνεται προς όφελος της εφεσιβλήτου διά του συνυπολογισμού και της επιπροσθέτου εξοικονομήσεως αφ’ ενός της δαπάνης αγοράς των υλικών καθαριότητος (εκ ποσού τουλάχιστον 50 ευρώ μηνιαίως), η οποία καθ’ όλον το χρονικό διάστημα απασχολήσεως της εκκαλούσης εβάρυνεν την εφεσίβλητον, ενώ μετά την σύναψιν της προρρηθείσης συμβάσεως έργου εβάρυνε τον εργολάβον καθαριότητος, και αφ’ ετέρου της δαπάνης απασχολήσεως αναπληρωματικής καθαριστρίας κατά τον χρόνον της τακτικής αδείας της εκκαλούσης.  Ούτως, η καταγγελία της συμβάσεως εργασίας υπό της εφεσιβλήτου δεν συνετελέσθη εκ λόγων εκδικητικότητος του νομίμου εκπροσώπου της ως άνω διαδίκου προς το πρόσωπον της εκκαλούσης αλλά λόγω της καταλυτικής συρρικνώσεως της επιχειρηματικής κερδοφορίας του γυμναστηρίου της εργοδότιδος και της αναγκαιότητος εξευρέσεως λύσεων επιβιώσεως της επιχειρήσεως εντός του πλαισίου της γενικής εθνικής οικονομικής κρίσεως. Εν σχέσει δε προς την ανακύψασαν διαφοράν μεταξύ των αντιδίκων περί της καταβολής από την εφεσίβλητον προς την εκκαλούσαν ασφαλιστικών εισφορών (ενσήμων) διά απλήν και ουχί διά βαρείαν και ανθυγιεινήν εργασίαν και διά την εργασίαν κατά την ημέραν του Σαββάτου έχουν ήδη εκδοθεί (πλήν της -μη εκκληθείσης κατά την κρίσιν και διάταξιν περί της εργασίας κατά την έκτην ημέραν της εβδομάδος- εκκαλουμένης) και οι υπ’ αριθ. 22 /29-1-2015 και 23 /29-1-2015 αποφάσεις της ΤΔΕ του Τοπικού Υποκαταστήματος ΙΚΑ και ΕΤΑΜ Νικαίας, διά των οποίων έγινε δεκτόν (κατόπιν τελικής κοινής παραδοχής των αντιτιθεμένων μερών) αφ’ ενός ότι η εκκαλούσα ειργάζετο επί επτάωρον ημερησίως κατά τις πέντε εργάσιμες ημέρες εκάστης εβδομάδος και επί δύο επιπλέον ώρες κατά την έκτην ημέραν εκάστης εβδομάδος κατά το χρονικόν διάστημα απασχολήσεως αυτής εις την ατομικήν επιχείρησιν του νύν νομίμου εκπροσώπου της εφεσιβλήτου (από 17-10-2001 έως και 5-9-2006) και αφ’ ετέρου ότι η εκκαλούσα ειργάζετο επί επτάωρον ημερησίως κατά τις πέντε εργάσιμες ημέρες της εβδομάδος και επί δύο επιπλέον ώρες κατά την έκτην ημέραν εκάστης εβδομάδος (από δέ του έτους 2009 και εντεύθεν επί δίωρον διά δύο μόνον Σάββατα μηνιαίως) κατά το χρονικόν διάστημα απασχολήσεως αυτής εις την επιχείρησιν της εφεσιβλήτου (από 6-9-2006 έως και 17-12-2012). Ζήτημα αποδοχών αδείας και ποινής  προσαυξήσεως δεν ετέθη εις δεύτερον βαθμόν, αφού η εκκαλούσα ωμολόγησεν πρωτοδίκως κατά την ανωμοτί εξέτασιν αυτής ως διαδίκου ότι ελάμβανεν τις αποδοχές αδείας αυτής και την κανονικήν άδειαν αυτής, Ωσαύτως δεν απεδείχθη ότι η εφεσίβλητος εργοδότις ηδύνατο να υιοθετήσει ηπιότερα μέτρα αντί της καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας, ήτοι να προβεί εις μερικήν απασχόλησιν της εκκαλούσης κατά την διάρκειαν της αναρρώσεως ή μετ’ αυτήν, αφού τούτο προϋποθέτει την παράλληλον πρόσληψιν και άλλης καθαριστρίας μερικής απασχολήσεως προς διεκπεραίωσιν του καθαρισμού του γυμναστηρίου, όπερ ανεβίβαζεν και πάλιν την δαπάνην καθαρισμού εις χρηματικόν ύψος μεγαλύτερον του αντιστοίχου της επιτευχθείσης συμβάσεως έργου καθαρισμού, συνηγορούσης εις τούτο και της προπεριγραφείσης δυσχερούς οικονομικής καταστάσεως της εφεσιβλήτου λόγω της κατακορύφου συρρικνώσεως των εσόδων αυτής και της αναγκαιότητος απροσκόπτου λειτουργίας του γυμναστηρίου και εις τον τομέα της καθαριότητος διά σταθερού συνεργείου καθαρισμού κατά την δυσχερή περίοδον της τοιαύτης οικονομικής υφέσεως. Ορθώς, κατά συνέπειαν, εξετιμήθησαν αι αποδείξεις διά της εκκαλουμένης αποφάσεως και απερρίφθη η αγωγή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμος κατά τα διά της ενδίκου εφέσεως εκκληθέντα κεφάλαια αυτής και πρέπει η έφεσις να απορριφθεί εν συνόλω κατ’ ουσίαν. Η δικαστική δαπάνη της εφεσιβλήτου διά τον δεύτερον βαθμόν δικαιοδοσίας πρέπει, κατόπιν υποβολής αντιστοίχου αιτήματος εκ μέρους της, να επιβληθεί εις βάρος της ηττηθείσης εκκαλούσης (άρθρα 191§2 και 183 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικώτερον οριζόμενα εν τω διατακτικώ.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Δέχεται τυπικώς και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την υπ’ αριθ. καταθ. …. /30-10-2014 έφεσιν κατά της υπ’ αριθ. 3635 /2014 αποφάσεως ειδικής διαδικασίας εργατικών διαφορών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Επιβάλλει εις βάρος της εκκαλούσης την δικαστικήν δαπάνην του δευτέρου βαθμού δικαιοδοσίας της εφεσιβλήτου, την οποίαν ορίζει σε τετρακόσια (400) ευρώ.

Εκρίθη, απεφασίσθη και εδημοσιεύθη σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων αυτών, την 1η Φεβρουαρίου 2018.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΥΣ