Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 140/2018

Αριθμός απόφασης      140 /2018

Αριθμός έκθεσης προσδιορισμού δικασίμου  173/148/2015

 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Τακτική Διαδικασία 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Θεοκτή Νικολαΐδου, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου και τη γραμματέα Δ.Π..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση του ηττηθέντος ανακόπτοντος Ελληνικού Δημοσίου κατά της υπ΄αριθμ. 4829/2014 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία) έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρ. 495§1, 511, 513, 516, 517 ΚΠολΔ), και εμπρόθεσμα ήτοι εντός της προθεσμίας των 30 ημερών, που προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 518§2 ΚΠολΔ. Toύτο διότι η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε στις 19-1-2015 (βλ. την από 19-1-2015 επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……… επί του προσκομισθέντος επικυρωμένου αντιγράφου της εκκαλουμένης απόφασης) και η κατάθεση της έφεσης στη γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου έλαβε χώρα στις 18-2-2015 (βλ. την υπ΄αριθμ. …../2015 έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου της γραμματείας  του Πρωτοδικείου Πειραιά). Κατά συνέπεια η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατά την τακτική διαδικασία (άρθρ. 533§1 ΚΠολΔ) δεδομένου ότι για το παραδεκτό της έφεσης δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου.

Με την υπ΄αριθμ. εκθέσεως καταθέσεως …./2013 ανακοπή, που ασκήθηκε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία), το ανακόπτον Ελληνικό Δημόσιο ισχυρίστηκε ότι σε βάρος της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία ‘………….’’ έχει ήδη βεβαιωθεί ληξιπρόθεσμο χρέος προς το ίδιο ποσού 326.662,12 ευρώ προερχόμενο από εισόδημα περαίωσης, πρόστιμο ΚΒΣ, οριστική βεβαίωση ΦΠΑ, πρόστιμο άμεσων φόρων, προσωρινή βεβαίωση ΦΜΥ, ΕΔΕ, προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κλπ. και ότι για την εξασφάλιση της εν λόγω απαίτησης δυνάμει του υπ΄αριθμ. πρωτ. …./2013 και υπ΄αριθμ. ειδικού βιβλίου …… από 15-2-2013 κατασχετηρίου εγγράφου του προϊσταμένου της ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών, το ίδιο προέβη στην αναγκαστική κατάσχεση στα χέρια του καθού η ανακοπή και ήδη εφεσιβλήτου εμπόρου ως τρίτου όσων ο τελευταίος οφείλει ή μέλλει να οφείλει ή όσων βρίσκονται στα χέρια του λόγω ιδιότητας ή όσων έχει στα χέρια του από συναλλαγές με την ως άνω οφειλέτιδα ανώνυμη εταιρία ποσού 183.299,99 ευρώ βάσει παραστατικών (ήτοι από τις μεταξύ αυτού και της οφειλέτιδος του ανακόπτοντος συναλλαγές) μέχρι του ύψους της απαίτησης του ιδίου (ανακόπτοντος και ήδη εκκαλούντος) σε βάρος της ήτοι μέχρι του ποσού των 326.662,12 ευρώ, όπως το ποσό αυτό εμφαίνεται κατά είδος οφειλής, αριθμό και ημερομηνία ταμειακής βεβαίωσης, οικονομικό έτος, κεφάλαιο, τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής στον από 15-2-2013 πίνακα χρεών, που συνοδεύει το προαναφερθέν κατασχετήριο έγγραφο. Ότι μετά την επίδοση στις 22-4-2013 του εν λόγω κατασχετηρίου εγγράφου, το οποίο ενσωματώνεται στο δικόγραφο με τον πίνακα χρεών, ο καθού η ανακοπή προέβη διά πληρεξουσίου δικηγόρου στην από 25-4-2013 αρνητική δήλωση τρίτου ενώπιον παντός αρμοδίου Δικαστηρίου και αρχής προς τον προϊστάμενο της ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών, η οποία περιήλθε στη ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών στις 26-4-2013.  Ότι στα πλαίσια της ανωτέρω δήλωσης, ο καθού η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητος ισχυρίστηκε μεταξύ άλλων ότι δεν υπάρχει καμία οφειλή του προς την ως άνω οφειλέτιδα του ανακόπτοντος κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο δικόγραφο. Ότι η δήλωση αυτή του καθού η ανακοπή τυγχάνει ανακριβής διότι η ως άνω ανώνυμη εταιρία του ανακόπτοντος διά του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της είχε ενημερώσει πριν από την επίδοση του εν λόγω κατασχετηρίου εγγράφου τη ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών για την ύπαρξη πληθώρας ανεξόφλητων τιμολογίων πώλησης-δελτίων αποστολής με εκδότρια –πωλήτρια την ίδια και αγοραστή τον καθού η ανακοπή, από τα οποία προκύπτει η ύπαρξη χρηματικής απαίτησης κατά του καθού η ανακοπή συνολικού ποσού 183.297,38 ευρώ, υποβάλλοντας ταυτόχρονα αίτηση περί εκχώρησης των απαιτήσεων της αυτών κατά του καθού η ανακοπή στο ανακόπτον έναντι των δικών της οφειλών στο τελευταίο και καταθέτοντας μάλιστα και την καρτέλα πελάτη, στην οποία περιλαμβάνονται εξατομικευμένα οι οφειλές του καθού η ανακοπή, αφού, παρά το γεγονός ότι οι πωλήσεις κατά το χρονικό διάστημα από 6-2-2009 έως και 10-3-2011 δυνάμει του από 7-3-2006 ιδιωτικού συμφωνητικού δικαιόχρησης και της σχετικής σύμβασης franchise, ολοκληρώθηκαν και τα εμπορεύματα παραδόθηκαν, εκδιδομένων μάλιστα και των ως άνω αντίστοιχων τιμολογίων πώλησης (συνολικά 205), τα οποία επισυνάπτονται στο δικόγραφο, δεν προκύπτει καταβολή του τιμήματος εκ μέρους του καθού η ανακοπή. Με ιστορική βάση όλα τα ανωτέρω περιστατικά και επικαλούμενο περαιτέρω ότι εφόσον το ως άνω τίμημα εξακολουθεί να οφείλεται, υπάρχει βάσει συμβατικής υποχρέωσης, που απορρέει από τις κατά τα ανωτέρω συναφθείσες συμφωνίες, απαίτηση σε βάρος του καθού η ανακοπή υπέρ της ως άνω ανώνυμης εταιρίας –οφειλέτιδας του ανακόπτοντος άλλως το ανωτέρω τίμημα εξακολουθεί να οφείλεται από τον καθού η ανακοπή προς την ως άνω αναφερθείσα πωλήτρια ανώνυμη εταιρία –οφειλέτιδα του ανακόπτοντος κατά τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο δικόγραφο ζήτησε το ανακόπτον να αναγνωριστεί ότι η εν λόγω αρνητική δήλωση του τρίτου καθού η ανακοπή είναι ανακριβής, να αναγνωριστεί η οφειλή του καθού η ανακοπή για κάθε ποσό, που οφείλει ή μέλλει να οφείλει στην οφειλέτιδα του ή για όσα βρίσκονται στα χέρια του λόγω ιδιότητας ή για όσα έχει στα χέρια του από τις μεταξύ τους συναλλαγές και μέχρι του ποσού των 326.662,12 ευρώ, για το οποίο και επιβλήθηκε η επίδικη κατάσχεση βάσει συμβατικής υποχρέωσης άλλως κατά τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού καθώς και να υποχρεωθεί ο καθού η ανακοπή να του καταβάλει κάθε ποσό, που οφείλει ή μέλλει να οφείλει στην οφειλέτιδα του από τις μεταξύ τους συναλλαγές ή όσα βρίσκονται στα χέρια του λόγω ιδιότητας ή όσα έχει στα χέρια του από συναλλαγές με την ανωτέρω ποσού 183.299,99 ευρώ και μέχρι του ποσού των 326.662,12 ευρώ, για το οποίο και επιβλήθηκε η επίδικη κατάσχεση με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε επιμέρους οφειλή κατέστη απαιτητή άλλως από την κατάσχεση άλλως από την επίδοση της ανακοπής. Τέλος το ανακόπτον ζήτησε να καταδικαστεί ο καθού η ανακοπή στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, αφού έκρινε μη νόμιμα τα αιτήματα περί αναγνώρισης υποχρέωσης καταβολής κάθε ποσού, που δεν είχε καταστεί κατά το χρόνο συζήτησης της ανακοπής απαιτητό και περί επιδίκασης τόκων, απέρριψε κατά τα λοιπά την ανακοπή ως κατ΄ ουσία αβάσιμη και καταδίκασε λόγω της ήττας του το ανακόπτον στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του αντιδίκου του. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται με την υπό κρίση έφεση του το εκκαλούν-ανακόπτον για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση ώστε να γίνει δεκτή στο σύνολο της η ασκηθείσα από το ίδιο ανακοπή.

Το βάρος απόδειξης στη δίκη της ανακοπής του άρθρου 986 ΚΠολΔ κατανέμεται με βάση τους γενικούς κανόνες (άρθρ. 338 ιδίου Κώδικα). Ο ανακόπτων –κατασχών οφείλει καταρχήν να αποδείξει τους πραγματικούς ισχυρισμούς, που θα έπρεπε να αποδείξει και ο καθού η εκτέλεση οφειλέτης αν είχε ασκήσει αγωγή για την κατασχεθείσα απαίτηση κατά του τρίτου. Πρέπει δηλ. πιο συγκεκριμένα να αποδείξει όλους εκείνους τους πραγματικούς ισχυρισμούς, που θεμελιώνουν την ύπαρξη της κατασχεμένης απαίτησης. Αντίστοιχοι κανόνες εφαρμόζονται και για τα μέσα απόδειξης, που επιτρέπονται. Ισχύει δηλ. η αρχή ότι κατασχών δανειστής, προκειμένου να αποδείξει την ύπαρξη της κατασχεμένης απαίτησης επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει τα ίδια μέσα απόδειξης με εκείνα, που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει και ο καθού η εκτέλεση αν είχε ασκήσει τη σχετική αγωγή. (Π. Γέσιου-Φαλτσή Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως Ειδικό Μέρος §64 αριθμ. 280-281 σελ. 850-851). Περαιτέρω από τη διάταξη του άρθρου 339 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 336§3 και 395 ιδίου Κώδικα συνάγεται ότι εφόσον επιτράπηκε η απόδειξη με μάρτυρες, είναι παραδεκτή η απόδειξη με δικαστικά τεκμήρια, τα οποία το Δικαστήριο μπορεί να συναγάγει από οπουδήποτε και συνεπώς και από κάθε φύσης έγγραφα και αν ακόμα εκδόθηκαν παρατύπως (ΑΠ 315/1995 ΕλλΔνη 1996 352). Κατά τη διάταξη του άρθρου 443 ΚΠολΔ για να έχει αποδεικτική δύναμη ιδιωτικό έγγραφο πρέπει να έχει την ιδιόχειρη υπογραφή του εκδότη (ή τα στοιχεία, που μπορούν κατ΄ αυτό να την υποκαταστήσουν). Ως εκδότης νοείται εκείνος, που αναλαμβάνει υποχρεώσεις με το εκδιδόμενο έγγραφο διότι κρίσιμο στοιχείο είναι το αν το έγγραφο υπεγράφη από εκείνον, που αναλαμβάνει μ’ αυτό υποχρεώσεις και όχι μόνο αν το έγγραφο εκδόθηκε από κάποιον, που απλώς υπέγραψε ή συνέταξε το έγγραφο. Επομένως τα τιμολόγια, που εκδίδονται στην αγορά για φορολογικούς κυρίως λόγους δεν έχουν καμία αποδεικτική δύναμη εναντίον εκείνου, στο όνομα του οποίου εκδόθηκε από τον πωλητή, εφόσον δε φέρουν υπογραφή του φερομένου ως αγοραστή περί του νομίμου της έκδοσης τους ή περί κατάρτισης της περί πώλησης σύμβασης ή περί παραλαβής των αναφερομένων σε αυτά εμπορευμάτων, διότι τα τιμολόγια αυτά δεν εκδόθηκαν από τον αγοραστή, όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 443 ΚΠολΔ, ούτε έχουν υπογραφή του φερομένου ως αγοραστή σύμφωνα με τα ανωτέρω ή του νομίμου αντιπροσώπου του σε περίπτωση έκδοσης στο όνομα του νομικού προσώπου. Το ίδιο ισχύει και για τα δελτία αποστολής εμπορευμάτων, εφόσον αυτά δε φέρουν την υπογραφή του φερομένου ως αγοραστή για την απόδειξη της παραλαβής των αναφερομένων σε αυτά εμπορευμάτων. Αν λείπει η υπογραφή (ή τα στοιχεία που κατά το άρθρο 443 ΚΠολΔ μπορούν να την υποκαταστήσουν) το έγγραφο δεν αποδεικνύει ως ιδιωτικό έγγραφο αλλά ενδεχομένως ως δικαστικό τεκμήριο. Ως τεκμήρια θεωρούνται και τα ανυπόγραφα τιμολόγια (ΕφΠατρ 499/2008 ΑχΝομ 2009 342).

Στην προκειμένη περίπτωση από την ένορκη κατάθεση του νομίμως εξετασθέντος με επιμέλεια του ανακόπτοντος μάρτυρος, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και όλα ανεξαιρέτως τα νομίμως προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα, χωρίς η ρητή αναφορά σε ορισμένα από αυτά να προσδίδει αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα, για τα οποία δε γίνεται ειδική για το καθένα μνεία που είναι όμως ισοδύναμα και ως προεκτέθηκε όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσης σχετικά με τους ισχυρισμούς, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, απορριπτομένου του ισχυρισμού του εφεσιβλήτου περί μη νόμιμης επαναφοράς των ισχυρισμών και των εγγράφων, που επικαλέστηκε το εκκαλούν κατά τη συζήτηση στο Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αφού με τις προτάσεις του τελευταίου ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου έγινε σαφής και ορισμένη επίκληση τόσο των ισχυρισμών όσο και των εγγράφων ήτοι η επίκληση είναι ειδική και προκύπτει η ταυτότητα κάθε αποδεικτικού μέσου κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 240 ΚΠολΔ (ΑΠ 154/2004 ΕλλΔνη 2004 1628), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα:  Η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία ‘’ …………. ’’ (με ΑΦΜ …..) και με το διακριτικό τίτλο ‘’ ……’’ τυγχάνει αποκλειστική δικαιούχος με παραχώρηση των ημεδαπών σημάτων με αριθμό …… ……. και με αριθμό ………..έχοντας ως εμπορικό σκοπό την κατοχή, εκμετάλλευση και γενικά εμπορία κάθε είδους κινητών, ακινήτων και άυλων περιουσιακών στοιχείων και δικαιωμάτων, ιδίως σε σχέση με τον αθλητισμό, συμπεριλαμβανομένης της διάθεσης αυτών ή της χρήσης αυτών με οποιονδήποτε τρόπο προς οποιονδήποτε την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών ως προς την οργάνωση και παροχή υπηρεσιών οργάνωσης και λειτουργίας καταστημάτων εκμετάλλευσης προϊόντων. Σε βάρος της εν λόγω ανώνυμης εταιρίας έχει βεβαιωθεί στην αρμόδια ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών οφειλή υπέρ του ανακόπτοντος και ήδη εκκαλούντος συνολικού ποσού 326.662,12 ευρώ, η οποία  προέρχεται από εισόδημα περαίωσης, πρόστιμο ΚΒΣ, οριστική βεβαίωση ΦΠΑ, πρόστιμο άμεσων φόρων, προσωρινή βεβαίωση ΦΜΥ, ΕΔΕ, προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κλπ. σύμφωνα με τον από 15-2-2013 προσκομισθέντα πίνακα χρεών, που ενσωματώθηκε στο δικόγραφο της υπό κρίση ανακοπής. Στην ως άνω αναφερθείσα ΔΟΥ γνωστοποιήθηκε από τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της εν λόγω ανώνυμης εταιρίας –οφειλέτιδας του ανακόπτοντος ότι η τελευταία είχε πωλήσει και παραδώσει στον καθού η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητο έμπορο εντός του χρονικού διαστήματος από τις 6-2-2009 έως και τις 10-3-2011 πληθώρα εμπορευμάτων και ιδίως ενδύματα και υποδήματα (ανδρικά, γυναικεία, παιδικά, αθλητικές εμφανίσεις, αξεσουάρ όπως κομπολόγια, ρολόγια, στυλό, μπρελόκ, πορτοφόλια, σταχτοδοχεία, καρτοθήκες, σημαιάκια, ποτήρια, λάβαρα, καρφίτσες, κεριά, σχολικά είδη, λευκά είδη κλπ.), όπως αυτά αναφέρονται αναλυτικά και περιγράφονται στο δικόγραφο συνολικού ποσού 183.297,38 ευρώ, για τα οποία εκδόθηκαν και τα επισυναπτόμενα σε αυτό τιμολόγια πώλησης –δελτία αποστολής (συνολικά 205). Επίσης της γνωστοποιήθηκε ότι η απαίτηση αυτή κατά του καθού η ανακοπή δεν είχε εξοφληθεί από αυτόν προς την ανωτέρω οφειλέτιδα παρότι ο πρώτος παρέλαβε τα εμπορεύματα, αφού δεν προέκυπτε καμία καταβολή και ότι συνεπώς εξακολουθούσε η οφειλή αυτή να υφίσταται. Κατόπιν των ανωτέρω η ως άνω οφειλέτιδα του ανακόπτοντος υπέβαλε και αίτηση περί εκχώρησης των απαιτήσεων της αυτών κατά του καθού η ανακοπή στο ανακόπτον έναντι των δικών της οφειλών στο τελευταίο καταθέτοντας μάλιστα και την αντίστοιχη καρτέλα πελάτη, στην οποία περιλαμβάνονταν εξατομικευμένα οι οφειλές του καθού η ανακοπή. Με βάση όλα τα ανωτέρω, τον πίνακα χρεών της οφελέτιδας ανώνυμης εταιρίας καθώς και τις διατάξεις των άρθρων 7,9, 30 και 30Α του ΚΕΔΕ το ανακόπτον προέβη στην αναγκαστική κατάσχεση στα χέρια του καθού η ανακοπή την ανωτέρω οφειλή του στην εν λόγω ανώνυμη εταιρία όπως και κάθε μελλοντική απαίτηση της οφειλέτιδας κατά του καθού η ανακοπή. Ειδικότερα δυνάμει του υπ΄αριθμ. πρωτ. ……/2013 και υπ΄αριθμ. ειδικού βιβλίου ……/2013 από 15-2-2013 κατασχετηρίου εγγράφου του προϊσταμένου της ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών, που επιδόθηκε στον καθού η ανακοπή στις 22-4-2013, ο προϊστάμενος της ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών για την εξασφάλιση της απαίτησης του ανακόπτοντος, επέβαλε αναγκαστική κατάσχεση στα χέρια του καθού η ανακοπή ως τρίτου όσων οφείλει ή μέλλει να οφείλει ή όσων βρίσκονται στα χέρια του λόγω ιδιότητας ή όσων έχει στα χέρια του ‘’από συναλλαγές με τον ανωτέρω φορολογούμενο ποσού 183.299,99 ευρώ βάσει παραστατικών’’ (ήτοι από τις μεταξύ αυτού και της οφειλέτιδας του ανακόπτοντος ανώνυμης εταιρίας συναλλαγές) και μέχρι του ύψους της απαίτησης του ανακόπτοντος κατά της τελευταίας ήτοι μέχρι του συνολικού ποσού των 326.662,12 ευρώ, όπως αυτό εμφαίνεται αναλυτικά κατά είδος οφειλής, αριθμό και ημερομηνία ταμειακής βεβαίωσης, οικονομικό έτος, κεφάλαιο, τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής στον προαναφερθέντα από 15-2-2013 πίνακα χρεών, που συνοδεύει το προαναφερθέν κατασχετήριο έγγραφο. Στα πλαίσια του ως άνω υπ΄αριθμ. πρωτ. ……../2013 και υπ΄αριθμ. ειδικού βιβλίου ……/2013 από 15-2-2013 κατασχετηρίου εγγράφου του προϊσταμένου της ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών, αναφέρονταν επίσης και τα εξής: ‘’…σας προσκαλώ όπως εντός οκτώ ημερών από την επίδοση του παρόντος ή εντός δέκα ημερών αν πρόκειται για πιστωτικό ίδρυμα από την υποβολή της δήλωσης αυτού για την ικανοποίηση των απαιτήσεων του Δημοσίου, καταθέσετε τα κατασχημένα χρήματα στη ΔΟΥ (εάν πρόκειται για εγχώριο νόμισμα) ή καταθέσετε τις κινητές αξίες ή ξένα νομίσματα στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (εάν πρόκειται για κινητές αξίες ή ξένα νομίσματα) ή παραδώσετε στο συμβολαιογράφο ή Ειρηνοδίκη ή πρόεδρο της κοινότητας (εάν πρόκειται για κινητά πράγματα). Επισημαίνουμε τα εξής: σύμφωνα με τα άρθρα 32 και 33 του ΚΕΔΕ, όπως ισχύουν σήμερα, η δήλωση τρίτου, έστω και αρνητική, θα πρέπει να γίνει εντός οκτώ ημερών από την επίδοση του κατασχετηρίου. Η δήλωση τρίτου γίνεται εγγράφως και επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή στον προϊστάμενο της ΔΟΥ, που εξέδωσε το κατασχετήριο ή προφορικά ενώπιον του Ειρηνοδίκη της κατοικίας διαμονής του… Εάν ο τρίτος δεν προβεί σε δήλωση ή προβεί σε εκπρόθεσμη δήλωση ή η δήλωση δεν έχει τον προαναφερόμενο τύπο, ο τρίτος λογίζεται οφειλέτης της όλης ποσότητας, για την οποία έγινε κατάσχεση και διώκεται ως οφειλέτης λαμβανομένων σε βάρος του όλων των προβλεπομένων από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρων’’. Ακολούθως στις 26-4-2013 ο καθού η ανακοπή διά πληρεξουσίου δικηγόρου επέδωσε στον αρμόδιο προϊστάμενο της ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών την ήδη προσβληθείσα από 25-4-2013 ‘’αρνητική δήλωση τρίτου (κατ΄άρθρο 32 ΚΕΔΕ) ενώπιον παντός αρμοδίου Δικαστηρίου και αρχής’’ στα πλαίσια της οποίας δήλωνε τα εξής: ‘’Δυνάμει του από 15-2-2013 και με αριθμό πρωτοκόλλου …… κατασχετηρίου σας εις χείρας τρίτου, το οποίο μου επιδόθηκε στις 22-4-2013, επιβάλατε κατάσχεση εις χείρας μου για δήθεν οφειλόμενο από εμένα ποσό ύψους 183.299,99 ευρώ προς την οφειλέτιδα του Δημοσίου εταιρία με την επωνυμία ‘…………….’’ από δήθεν συναλλαγές μας, για το οποίο δεν έχει επιβληθεί άλλη κατάσχεση, και μέχρι του συνολικού ποσού των 326.662,12 ευρώ ένεκα ισόποσων ληξιπρόθεσμων χρεών της εταιρίας αυτής προς το Δημόσιο, όπως αυτά αναλύονται στον ενσωματωμένο στο ως άνω κατασχετήριο πίνακα χρεών. Κατόπιν των ανωτέρω και επειδή προσκαλούμαι με το ως άνω κατασχετήριο εις χείρας μου όπως καταθέσω εντός οκτώ ημερών από την επίδοση του τα κατασχεμένα χρήματα στην αρμόδια ΔΟΥ, σας δηλώνω και σας αναφέρω ρητά σύμφωνα με το νόμο (άρθρ. 32 ΚΕΔΕ) ότι ουδέν ποσό οφείλω προς την παραπάνω αναφερόμενη οφειλέτιδα προς το Δημόσιο εταιρεία με την επωνυμία ‘…………..’’. Tην εν λόγω αρνητική δήλωση του καθού προσέβαλε το ανακόπτον με την υπό κρίση ανακοπή του ισχυριζόμενο ότι αυτή τυγχάνει ανακριβής. Ειδικότερα το ανακόπτον ισχυρίστηκε ότι η ως άνω αναφερθείσα οφειλέτιδα του ανώνυμη εταιρία μέσω του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της είχε, όπως ήδη εκτέθηκε ανωτέρω, ενημερώσει πριν από την επίδοση του κατασχετηρίου με την υπ΄αριθμ. πρωτ. …../25-1-2013 αίτηση της τη ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών για την ύπαρξη πληθώρας ανεξόφλητων τιμολογίων πώλησης-δελτίων αποστολής με εκδότρια-πωλήτρια την ίδια και αγοραστή τον δηλούντα έμπορο-καθού η ανακοπή, από τα οποία αλλά και από άλλα στοιχεία όπως και η σύμβαση franchise, για την οποία θα γίνει λόγος παρακάτω, αποδεικνύεται η ύπαρξη απαίτησης της πρώτης κατά του καθού η ανακοπή συνολικού ποσού 183.297,38 ευρώ υποβάλλοντας ταυτόχρονα ‘’αίτηση περί εκχώρησης των απαιτήσεων της κατά του πελάτη –καθού η ανακοπή στο ίδιο έναντι των δικών της οφειλών στο τελευταίο και καταθέτοντας μάλιστα και την ΄΄καρτέλα-πελάτη’’, στην οποία περιλαμβάνονται εξατομικευμένα οι οφειλές. Σχετικά με το αν οφείλει και ποιο ποσό ο καθού η ανακοπή στην οφειλέτιδα του ανακόπτοντος Ελληνικού Δημοσίου, ζήτημα που αποτελεί αντικείμενο της υπό κρίση ανακοπής, πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα: από όλα τα προαναφερθέντα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι δυνάμει του από 7-3-2006 ιδιωτικού συμφωνητικού δικαιόχρησης η ως άνω ανώνυμη εταιρία ως δικαιοπάροχος χορήγησε στον καθού η ανακοπή ως δικαιοδόχο την άδεια να ασκεί εμπορία στην περιοχή του Αιγάλεω (λιανική πώληση) και να παρέχει υπηρεσίες υπό τα προαναφερθέντα εμπορικά της σήματα (δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης) αλλά και ταυτόχρονα να κάνει χρήση ενός ολόκληρου συνόλου επιχειρηματικής οργάνωσης, άσκησης εμπορίας, προστατευμένης πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας, το οποίο αποτελείται από όλα τα άυλα και υλικά στοιχεία, τα οποία συνθέτουν την επιχείρηση, που δημιούργησε και καθιέρωσε η πρώτη, σύμφωνα με τις οδηγίες της και με τη συνεχή παροχή εμπορικής, τεχνικής και συμβουλευτικής  βοήθειας (Κεφάλαιο Α-όρος 1 –κεφάλαιο Γ-όρος 1). Η διάρκεια της εν λόγω σύμβασης ορίστηκε δεκαετής, αρχής γενομένης από την ημερομηνία υπογραφής της και λήγουσα την αντίστοιχη ημερομηνία του έτους 2016, εκτός αν λυνόταν νωρίτερα σύμφωνα με άλλο όρο (κεφάλαιο Δ-όρος 1). Επιπλέον στην εν λόγω σύμβαση προβλέφθηκε ότι ο καθού η ανακοπή θα προμηθεύεται όλα τα προϊόντα του καταστήματος του αποκλειστικά από τη δικαιοπάροχο-οφειλέτιδα του ανακόπτοντος με παραγγελίες, που θα αποστέλλονται σε αυτή μέσω φαξ (κεφάλαιο Ζ-όρος 5α), τα δε προϊόντα θα πωλούνται στον δικαιοδόχο –καθού η ανακοπή με πίστωση 5 μηνών από την ημερομηνία παραγγελίας τους (κεφάλαιο Ζ-όρος 5β). Επίσης δυνάμει του εν λόγω συμφωνητικού προβλέφθηκε η αμοιβή της δικαιοδόχου για τις εν γένει παροχές του κεφαλαίου Ε της σύμβασης, ανερχόμενη σε ποσοστό 2% επί των συνολικών από κάθε πηγή ακαθάριστων εισπράξεων από τη λειτουργία του καταστήματος (προ ΦΠΑ) σύμφωνα με τους όρους 1 έως και 4 του κεφαλαίου ΣΤ. Η αμοιβή αυτή ορίστηκε ότι θα περιλαμβάνει και την καταβολή των ‘’Ελάχιστων Εξασφαλισμένων Δικαιωμάτων’’ δηλ. χρηματικών ποσών, που ο δικαιοδόχος καταβάλλει στον δικαιοπάροχο ανεξαρτήτως του ύψους των ακαθάριστων εισπράξεων, που θα πραγματοποιήσει, τα οποία καταβάλλονται σε προκαθορισμένες ημερομηνίες (κεφάλαιο Α-όρος 4, κεφάλαιο ΣΤ όρος 5). Ειδικότερα με τον 5ο όρο του ΣΤ κεφαλαίου της εν λόγω σύμβασης με τίτλο ‘’Αμοιβές’’ ορίστηκε ότι: ‘’Σε κάθε περίπτωση και προς πλήρη διασφάλιση των απαιτήσεων του Δικαιοπαρόχου, ο Δικαιοδόχος είναι υποχρεωμένος να καταβάλει σε αυτόν και για τα πέντε πρώτα έτη διάρκειας του παρόντος, ως ελάχιστα εξασφαλισμένα δικαιώματα (minimum guarantee) το ποσό των 8.000 ευρώ πλέον ΦΠΑ ανά έτος για το σύνολο των παραπάνω παροχών’’. Εξάλλου ορίστηκε συγκεκριμένος τρόπος καταβολής τους με την έκδοση από τον Δικαιοδόχο 4 επιταγών ανά έτος ποσού 2.000 ευρώ η κάθε μία πλέον ΦΠΑ, το οποίο αντιστοιχεί στο 25% του συνόλου της ετήσιας καταβολής των ‘’Ελάχιστων Εξασφαλισμένων Δικαιωμάτων’’. Οι επιταγές αυτές σύμφωνα με τη σύμβαση θα εκδίδονταν μέχρι την 20η ημέρα κάθε Απριλίου, Ιουλίου, Οκτωβρίου και Ιανουαρίου του εκάστοτε έτους (από το έτος 2006 έως και το έτος 2011) και το ποσό τους θα καταβαλλόταν αυθημερόν δηλ. κατά την ημέρα της έκδοσης τους. Για την καταβολή της αμοιβής υπό τη μορφή των ΄΄Ελάχιστων Εξασφαλισμένων Δικαιωμάτων’’ προβλέφθηκε η υποχρέωση έκδοσης από το Δικαιοπάροχο προς το Δικαιοδόχο τιμολογίων παροχής υπηρεσιών με την εκάστοτε οφειλόμενη τριμηνιαία δόση πλέον ΦΠΑ (κεφάλαιο ΣΤ-όρος 5.1). Με την  προαναφερθείσα ρήτρα της ως άνω σύμβασης εισήχθη υποχρέωση καταβολής από το Δικαιοδόχο ως αμοιβή του Δικαιοπαρόχου ήτοι της οφειλέτιδος του ανακόπτοντος ποσού 8.000 ευρώ ανά έτος (προ ΦΠΑ) με χρόνο καταβολής ως παραπάνω και με ειδική πρόβλεψη για τοκοφορία της οφειλομένης τριμηνιαίας δόσης με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την ημερομηνία που το ποσό της καθίσταται ληξιπρόθεσμο και απαιτητό μέχρι την εξόφληση του ποσού αυτού από το Δικαιοδόχο (κεφάλαιο ΣΤ-όρος 6). Σε εκτέλεση της προαναφερθείσας σύμβασης και προκειμένου να ασκήσει την από αυτή προβλεπομένη εμπορική του δραστηριότητα ο καθού η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητος δυνάμει του από 13-1-2006 ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης ακινήτου μίσθωσε από τους …………… ένα κατάστημα συγκυριότητας τους με υπόγειο στην περιοχή του Αιγάλεω επί της οδού ……….. προκειμένου αυτό να χρησιμοποιηθεί ως κατάστημα πώλησης αθλητικών  ειδών και διαφόρων διαφημιστικών της ποδοσφαιρικής ομάδας της ….. και συγκεκριμένα  για εργασίες λιανικής πώλησης προϊόντων με θέση σε αυτά άυλων αγαθών της ομάδας. Περαιτέρω ως προς την επίδικη οφειλή εκδόθηκαν εκ μέρους της ως άνω ανώνυμης εταιρίας –πωλήτριας 205 τιμολόγια πώλησης (και συγκεκριμένα τα υπ΄αριθμ. ……………………………… συνολικού ποσού 161.597,38 ευρώ καθώς και τιμολόγια παροχής υπηρεσιών (και συγκεκριμένα τα υπ΄αριθμ. …./27-1-2009 ποσού 2.380 ευρώ, …./28-4-2009 ποσού 2.380 ευρώ, …../22-7-2009 ποσού 2.380 ευρώ, …../27-10-2009 ποσού 2.380 ευρώ, …../27-1-2010 ποσού 2.380 ευρώ, …./22-4-2010 ποσού 2.420 ευρώ, …./20-7-2010 ποσού 2.460 ευρώ, …./3-11-2010 ποσού 2.460 ευρώ και …../11-2-2011 ποσού 2.460 ευρώ, ήτοι συνολικού ποσού 21.700 ευρώ. Τα εν λόγω τιμολόγια έχουν αναλυτικά ως εξής:

 

(Εδώ  θα μπουν τιμολόγια σε φωτοτυπία)

 

Ο καθού η ανακοπή ισχυρίζεται ότι προέβη σε καταγγελία της ως άνω σύμβασης δικαιόχρησης διαμαρτυρόμενος για ‘’απαράδεκτη, κακόβουλη, αντισυμβατική ίσως και παράνομη συμπεριφορά’’ της οφειλέτιδος του ανακόπτοντος και ήδη εκκαλούντος και προσκάλεσε αυτή εντός προθεσμίας 24 ημερών από τη λήψη να του παραδώσει όλα τα σώματα των ανείσπρακτων επιταγών, οι ημερομηνίες πληρωμής των οποίων είχαν παρέλθει και δεν είχαν εισπραχθεί  και τις οποίες παρακρατούσε η τελευταία, αφού η αιτία, για την οποία αυτές της είχαν παραδοθεί δεν υφίσταντο πλέον κατά τους ισχυρισμούς του. Προς απόδειξη του ισχυρισμού του ο καθού η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητος προσκομίζει την από 29-7-2011 εξώδικη δήλωση του. Παρατηρείται ωστόσο ότι: α) η εν λόγω εξώδικη δήλωση δεν φέρει υπογραφή, β) αν και επικαλείται ο καθού η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητος έκθεση επίδοσης (χωρίς αναφορά του αριθμού της και των στοιχείων του δικαστικού επιμελητή, που τη συνέταξε), από την οποία αποδεικνύεται η επίδοση της στην οφειλέτιδα, δεν την προσκομίζει (βλ. τις προτάσεις τόσο ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου όσο και ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου) γ) η επίδικη οφειλή αφορά προγενέστερο χρονικό διάστημα (6-2-2009 έως και 10-3-2011). Εξάλλου τα ανωτέρω αναφερθέντα τιμολόγια με εξαίρεση τέσσερα από αυτά (και δη τα υπ΄αριθμ. ……/9-4-2009, …../26-2-2010, …./14-7-2009 και …../5-3-2010 τιμολόγια συνολικού ποσού 1.018,37 ευρώ, για τα οποία θα γίνει λόγος παρακάτω) αν και δεν φέρουν υπογραφή του καθού η ανακοπή ως αγοραστή των εμπορευμάτων, νομίμως λαμβάνονται υπόψη κατά τα εκτεθέντα ανωτέρω στη μείζονα πρόταση ως δικαστικά τεκμήρια για την απόδειξη του οφειλομένου τιμήματος αγοράς από τον εναγόμενο των πωληθέντων εμπορευμάτων σε συνδυασμό τόσο με την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα ……….., ο οποίος εξετάστηκε με επιμέλεια του ανακόπτοντος και είναι εργαζόμενος στην οφειλέτιδα του ανώνυμη εταιρία, όσο και με την προσκομισθείσα καρτέλα πελάτη, που τηρούσε η τελευταία. Ειδικότερα ο εξετασθείς μάρτυρας ανέφερε κατά την ένορκη κατάθεση του ότι τα πωληθέντα εμπορεύματα παρελάμβαναν ο καθού η ανακοπή, η σύζυγος του ή η υπάλληλος του, και μάλιστα εμπορεύματα έχει παραδώσει και ο ίδιος ο μάρτυρας όταν δεν μπορούσε να τα παραδώσει ο οδηγός της πωλήτριας εταιρίας και μετέπειτα όταν καταγγέλθηκε η σύμβαση εργασίας του τελευταίου (βλ. τα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου), η δε ένορκη κατάθεση δεν αντικρούεται από κανένα άλλο αποδεικτικό μέσο. Επιπροσθέτως στην κάρτα πελάτη αποτυπώνεται όλη η πορεία της συναλλακτικής σχέσης της πωλήτριας εταιρίας και του αγοραστή με τις συναφθείσες πωλήσεις, τις επιμέρους καταβολές κλπ. Ως προς τα ανωτέρω αναφερθέντα τιμολόγια, που φέρουν ιδιόχειρη υπογραφή, ο καθού η ανακοπή αναγνωρίζει ότι πρόκειται για τη δική του υπογραφή και ισχυρίζεται ότι κατέβαλε τα οφειλόμενα επιμέρους ποσά τοις μετρητοίς χωρίς ωστόσο να προσκομίζει σχετικές αποδείξεις. Ως εκ τούτου ο ισχυρισμός αυτός, ο οποίος συνιστά ένσταση εξόφλησης (άρθρ. 416 ΑΚ) κρίνεται απορριπτέος ως κατ΄ουσία αβάσιμος. Τέλος ο ισχυρισμός του καθού η ανακοπή περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος εκ μέρους του αντιδίκου του λόγω ανυπαρξίας της επικαλούμενης απαίτησης πρέπει να απορριφθεί διότι η καταχρηστική άσκηση προϋποθέτει λογικά υπαρκτό δικαίωμα και ο καθού η ανακοπή ισχυρίστηκε ότι δεν υφίσταται απαίτηση της οφειλέτιδας του ανακόπτοντος Ελληνικού Δημοσίου σε βάρος του.

Με βάση όλα τα ανωτέρω το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο απέρριψε την ανακοπή ως κατ΄ ουσία αβάσιμη με το σκεπτικό ότι δεν αποδείχθηκε η παραλαβή των πωληθέντων από τον καθού η ανακοπή έσφαλε περί την εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων, που προσκομίστηκαν ενώπιον του, όπως βασίμως ισχυρίζεται το εκκαλούν με τους σχετικούς λόγους έφεσης. Για το λόγο πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση έφεση ως κατ΄ ουσία βάσιμη, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, να κρατηθεί η υπόθεση, να δικαστεί επί της ουσίας και να γίνει δεκτή η ανακοπή ως κατ΄ ουσία βάσιμη,  να  αναγνωριστεί ότι η από 26-4-2013 αρνητική δήλωση του τρίτου καθού η ανακοπή είναι ανακριβής, να αναγνωριστεί ότι η οφειλέτιδα του ανακόπτοντος έχει απαίτηση κατά του καθού η ανακοπή συνολικού ποσού 183.297,38 ευρώ (εκατόν ογδόντα τριών χιλιάδων διακοσίων ενενήντα επτά χιλιάδων ευρώ και τριάντα οκτώ λεπτών) και να υποχρεωθεί ο καθού η ανακοπή να καταβάλει το ανωτέρω ποσό στο ανακόπτον. Το αίτημα περί επιδίκασης τόκων  πρέπει να απορριφθεί διότι τόκοι οφείλονται μόλις παρέλθει η προθεσμία του άρθρου 988§1 ΚΠολΔ (Π.Γέσιου –Φαλτσή Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως Ειδικό μέρος §64 σελ. 824), τέτοιο δε αίτημα δε διαλαμβάνεται στο δικόγραφο της ανακοπής. Τέλος πρέπει να καταδικαστεί ο καθού η ανακοπή λόγω της ήττας του  (άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ) στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του ανακόπτοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας μειωμένων κατ΄άρθρ. 22§§1,3 ν.3693/1957, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και ουσιαστικά την έφεση.

Εξαφανίζει την εκκαλουμένη υπ΄αριθμ. 4829/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (τακτική διαδικασία).

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της ουσίας.

Δέχεται την ανακοπή.

Αναγνωρίζει ότι η από 26-4-2013 αρνητική δήλωση του τρίτου καθού η ανακοπή είναι ανακριβής.

Αναγνωρίζει ότι η οφειλέτιδα του ανακόπτοντος έχει απαίτηση κατά του καθού η ανακοπή συνολικού ποσού 183.297,38 ευρώ (εκατόν ογδόντα τριών χιλιάδων διακοσίων ενενήντα επτά χιλιάδων ευρώ και τριάντα οκτώ λεπτών).

Υποχρεώνει τον καθού η ανακοπή να καταβάλει το ανωτέρω ποσό στο ανακόπτον.

Καταδικάζει τον καθού η ανακοπή στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του ανακόπτοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 26 Φεβρουαρίου 2018.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ