Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 261/2018

Αριθμός    261 /2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή  Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρονται προς συζήτηση οι υπό κρίση αντίθετες εφέσεις και συγκεκριμένα: α) η από 20-11-2014 (αριθμ.κατάθ…../2014) έφεση του ……. κατά της …… και β) η από 24-11-2014 (αριθμ.καταθ…../2014) έφεση της ….. κατά του …….., εφέσεις, οι οποίες στρέφονται κατά της υπ’ αριθμ. 3911/2014 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία. Οι ως άνω εφέσεις, ως  υπαγόμενες στην ίδια διαδικασία, πρέπει σύμφωνα με το άρθρο 246 ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στη διαδικασία της δευτεροβάθμιας δίκης (άρθρ. 31, 246 και 524 παρ.1 ΚΠολΔ), να ενωθούν και συνεκδικασθούν, λόγω της πρόδηλης συνάφειάς τους, αλλά και διότι με τον τρόπο αυτό, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης.

Οι εν λόγω εφέσεις έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ.1, 2, 511, 513 παρ. 1β, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 και 144 παρ. 1 ΚΠολΔ), αφού από τα έγγραφα της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, ούτε παρήλθε τριετία από τη δημοσίευση της, αρμοδίως δε φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/25-7-2011), ενώ για το παραδεκτό αυτών έχει κατατεθεί το απαιτούμενο παράβολο ποσού 200 ευρώ για καθεμία (βλ. τα με σειρά Α` υπ` αριθμ. ……../2014 παράβολα δημοσίου και υπ’αριθμ. ………/2014 παράβολα ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., για την πρώτη έφεση και τα με ίδια σειρά, υπ` αριθμ. ……./2014 παράβολα δημοσίου και υπ’ αριθμ. ……../2014 παράβολα ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., για τη δεύτερη έφεση), σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012 και συμπληρώθηκε με την προσθήκη του εδαφίου β` με το άρθρο 93 παρ. 1 Ν. 4139/2013. Πρέπει, επομένως, οι εφέσεις αυτές να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω, κατά την ίδια άνω διαδικασία, ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων τους (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Με την από 9-8-2012 αγωγή της, η ενάγουσα  ιστορούσε ότι είναι η στενότερη συγγενής και μοναδική εξ αδιαθέτου κληρονόμος του θείου της, αδελφού του προαποβιώσαντος πατρός της, ………., που απεβίωσε στις 24-11-2008.΄Οτι κατά το χρόνο του θανάτου του, ο προαναφερόμενος θανών θείος της είχε στην πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή του τα περιγραφόμενα στην αγωγή ακίνητα(οριζόντιες ιδιοκτησίες).΄Οτι μετά το θάνατο του θείου της και δεδομένου του γεγονότος ότι ουδεμία διαθήκη αυτού είχε δημοσιευθεί, (η ενάγουσα) κατέστη η μοναδική του κληρονόμος και με την υπ’ αριθμ. …../25-6-2009 συμβολαιογραφική πράξη αποδοχής κληρονομίας, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών των Υποθηκοφυλακείων Αθηνών και Παπάγου,  αποδέχθηκε α) για λογαριασμό του θείου της,  την κληρονομία που επήχθη σ’αυτόν από την αδελφή του, ……. ……, η οποία απεβίωσε την 1-2-2008, δυνάμει της αναφερόμενης ιδιόγραφης διαθήκης της, που δημοσιεύθηκε και κηρύχθηκε κυρία από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, κατά τη συνεδρίαση της 18-4-2008 και β)ατομικά την κληρονομία, που επήχθη σ’αυτήν από το θείο της, ως η πλησιέστερη και μοναδική εξ αδιαθέτου κληρονόμος του, ενώ η ως άνω πράξη αποδοχής κληρονομίας δηλώθηκε προσηκόντως στα οικεία Γραφεία Κτηματογράφησης του Εθνικού Κτηματολογίου, με αποτέλεσμα να αποκτήσει την πλήρη και αποκλειστική κυριότητα του συνόλου των προπεριγραφόμενων ακινήτων. ΄Οτι ο εναγόμενος αμέσως μετά το θάνατο του θείου της, απέβαλε αυτήν αυτοβούλως από τη νομή και κατοχή των προπεριγραφόμενων ακινήτων, αντικαθιστώντας τις κλειδαριές των εισόδων αυτών, εγκαθιστάμενος εντός και ποιούμενος έκτοτε χρήση μέχρι την 27-1-2011, οπότε και της απέδωσε τη νομή και κατοχή τους, κατόπιν της από 25-11-2010 εξώδικης όχλησης – διαμαρτυρίας της και έκδοσης της υπ’αριθμ. 5321/26-10-2010 απόφασης του Εφετείου Αθηνών. ΄Οτι ο εναγόμενος υπήρξε κακόπιστος νομέας των ακινήτων, από 24-11-2008 έως 27-1-2011, εκμεταλλευόμενος αυτά διά κατοικήσεως, μισθώσεως ή φιλοξενίας, άλλως όφειλε να εισπράξει ωφελήματα διά της, κατά προορισμό αυτών, εκμεταλλεύσεως-μισθώσεως-χρήσεως, αφού, κατά το χρόνο που κατέλαβε αυτά, γνώριζε ότι δεν είχε δικαίωμα νομής και ως εκ τούτου υπέχει ευθύνη ως προς τα ακίνητα και τα εξ αυτών ωφελήματα. ΄Οτι επειδή α)τις οριζόντιες ιδιοκτησίες, που βρίσκονται στο Δήμο …., μίσθωσε η ενάγουσα από 1-6-2011 με μηνιαίο μίσθωμα 900 ευρώ και β)τις οριζόντιες ιδιοκτησίες που βρίσκονται στη .. … …. στην Αθήνα, μίσθωσε από 19-3-2011, με μηνιαίο μίσθωμα 320 ευρώ και το μίσθωμα αυτό για κάθε ακίνητο είναι ανάλογο του μισθώματος, το οποίο, κατά το χρόνο νομής του εναγόμενου στα ακίνητά της, μπορούσε να πραγματοποιηθεί, είναι βέβαιο ότι έχει εξάγει ή μπορούσε να εξάγει, ως κακόπιστος νομέας των ακινήτων της, μηνιαία ωφελήματα, ύψους 1.220 ευρώ και συνολικά, για τους 26 μήνες, 31.720 ευρώ, τα οποία της οφείλει με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την ημέρα που κάθε μηνιαία παροχή κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, ήτοι, την 3η ημέρα κάθε ημερολογιακού μηνός, τα οποία της οφείλει μέχρις εξοφλήσεως, καθώς και τόκους επιδικίας, καθόσον η κακόπιστη νομή του δημιουργεί ευθύνη του ίδια με αυτήν που υφίσταται και για τον χρόνο μετά την επίδοση της αγωγής. ΄Οτι η προεκτεθείσα κακόπιστη συμπεριφορά του εναγόμενου συνιστά και αδικοπραξία σε βάρος της, αφού οι ισχυρισμοί και πράξεις του την προσέβαλαν καταφανώς ως άτομο και μοναδικό συγγενή του θανόντος. Ότι, σε κάθε περίπτωση και όλως επικουρικά, ο εναγόμενος κατέστη αδικαιολόγητα πλουσιότερος σε βάρος της δικής της περιουσίας, με την εξαγωγή ωφελημάτων, ύψους 31.720 ευρώ, τα οποία σύμφωνα με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού οφείλει να της αποδώσει νομίμως και εντόκως από την επομένη της 19-7-2012, οπότε και ενοχλήθηκε απ’αυτήν με βάση την από 3-5-2012 όχλησή της, άλλως από της επίδοσης της αγωγής. Με βάση το ιστορικό αυτό, η ενάγουσα ζητά να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει για ωφελήματα από κακόπιστη νομή σε ακίνητα κατά τα προεκτεθέντα, το συνολικό ποσό των 31.720 ευρώ (1.220 ευρώ Χ26μήνες), με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την ημέρα, που κάθε μηνιαία παροχή κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, ήτοι την 3η ημερολογιακή ημέρα εκάστου μηνός, ήτις είναι η συνήθης ημερομηνία προκαταβολής μηνιαίων μισθωμάτων, μέχρις εξοφλήσεως, άλλως από την 20-7-2012 επομένη ημέρα της εξωδίκου οχλήσεώς της, άλλως, από της επίδοσης της αγωγής της και επικουρικά, σε περίπτωση απόρριψης της κύριας βάσης της αγωγής, ζητά να υποχρεωθεί να της καταβάλει το ως άνω ποσό, σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την 20-7-2012, επόμενη ημέρα της εξώδικης όχλησής της, άλλως από της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Ζητά, επίσης, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει ποσό 20.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από τις αδικοπραξίες του και την προσβολή της προσωπικότητάς της, νομιμοτόκως από της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Επίσης, ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης για το ποσό της χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης και προσβολής της προσωπικότητάς της να απαγγελθεί κατά του εναγόμενου προσωπική κράτηση διάρκειας τριών μηνών.

Μετά τη συζήτηση της αγωγής, αντιμωλία των διαδίκων, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία, αφού έγινε εν μέρει δεκτή, ως ουσιαστικά βάσιμη η νόμιμη ένσταση συμψηφισμού, που πρότεινε ο εναγόμενος, έγινε εν μέρει δεκτή, ως κατ’ουσίαν βάσιμη, ως προς την επικουρική της βάση του αδικαιολόγητου πλουτισμού, η, ως νόμω βάσιμη και στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1098επ., 340, 341, 345, 346, 904, 914 και 932ΑΚ, κριθείσα αγωγή και  υποχρεώθηκε ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα, το ποσό των 23.695,31 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την 20-7-2012, ήτοι από την επόμενη ημέρα της εξώδικης όχλησης της ενάγουσας.

Επειδή η στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 904ΑΚ αγωγή, προς απόδοση του αδικαιολόγητου πλουτισμού είναι επικουρικής φύσης και δε δίδεται μαζί και παράλληλα με την αγωγή από τη σύμβαση ή την αδικοπραξία όταν οι αγωγές αυτές στηρίζονται στα ίδια πραγματικά περιστατικά. Η κατά το ουσιαστικό όμως δίκαιο εν λόγω επικουρικότητα της αγωγής αυτής περί αδικαιολόγητου πλουτισμού δεν κωλύει την επικουρική άσκησή της κατά το δικονομικό δίκαιο (219 ΚΠολΔ), οπότε μπορεί το δικαστήριο, και εφαρμογή της απορρέουσας από τα άρθρα 107, 232, 245-247 ΚΠολΔ αρχής της οικονομίας της δίκης, υπό την προϋπόθεση της προηγούμενης απόρριψης  της κυρίας βάσης της αγωγής, να εξετάσει συνάμα την επικουρική από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό βάση της αγωγής (βλ. ΑΠ 475/1989 ΕΕΝ 1990. 143, ΕφΘες 1490/1998 δημ/ση ΝΟΜΟΣ).
Ενόψει αυτών, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφαση, έκανε εν μέρει δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη την αγωγή, δεχόμενο αυτήν, ως τέτοια, κατ’αποδοχή της, κατά δικονομική επικουρικότητα, σωρευόμενης, επικουρικής βάσης  αυτής, που στηρίζεται στις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού διατάξεις(ΑΚ 904επ.), μετά την απόρριψη, ως κατ’ουσίαν αβάσιμης, της κύριας βάσης της αγωγής, ορθά το νόμο εφάρμοσε και ο περί του αντιθέτου πρώτος λόγος της έφεσης του εκκαλούντος-εναγόμενου, πρέπει, ως αβάσιμος να απορριφθεί.

Κατά της εκκαλούμενης απόφασης παραπονούνται, περαιτέρω, τόσο ο εναγόμενος της από 9-8-2012 αγωγής και ήδη, εκκαλών με την πρώτη, από 20-11-2014 έφεσή του, όσο και η  ενάγουσα της ίδιας αγωγής και ήδη, εκκαλούσα με τη δεύτερη, από 24-11-2014 έφεση, για λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν ο μεν εκκαλών, με την πρώτη έφεση,  την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, ώστε να απορριφθεί, καθ` ολοκληρίαν, η αγωγή της αντιδίκου του, η, δε, εκκαλούσα, με τη δεύτερη έφεση, την μερική εξαφάνιση της εκκαλουμένης και τη μεταρρύθμισή της ως προς τα εκκαλούμενα απ’αυτήν κεφάλαια, ώστε να γίνει στο σύνολό της, δεκτή η αγωγή της.

Επειδή από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1874, 1876 § 2 και 1877 § 1 του ΑΚ με εκείνες των άρθρων 1096 και 1098 του ιδίου Κώδικος, προκύπτει ότι ο κακόπιστος νομέας της κληρονομίας, ήτοι εκείνος που κατά την κτήση της νομής γνώριζε ή αργότερα έμαθε πως δεν είναι κληρονόμος, ενέχεται από το χρόνο αυτό σε απόδοση των ωφελημάτων που έχουν εξαχθεί από το πράγμα, καθώς και για τα ωφελήματα που από δική του υπαιτιότητα δεν εισέπραξε, ενώ μπορούσε να εισπράξει κατά τους κανόνες της τακτικής διαχείρισης (βλ. ΑΠ 11/2004 δημ. στη ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ6277/2003,ΝοΒ2004, 804). Ειδικότερα, δε, η ευθύνη του κακόπιστου είναι ανεξάρτητη από την επίδοση της αγωγής, καθόσον η κακή του πίστη μπορεί να έχει αρχίσει ήδη προτού εναχθεί από τον κληρονόμο. Από την ως άνω διάταξη του άρθρου 1877 § 1 του ΑΚ προκύπτει ότι αντικείμενο της καλής ή της κακής πίστεως του νομέα είναι το κληρονομικό δικαίωμα, το οποίο αυτός αντιποιείται. Ο νομέας της κληρονομίας είναι καλόπιστος, όταν συντρέχουν δύο προϋποθέσεις: α) Να είχε την πεποίθηση ότι είναι κληρονόμος κατά την κτήση της νομής, χωρίς η πεποίθησή του να οφείλεται σε βαρειά αμέλεια και β)να μην πληροφορήθηκε(μετά την κτήση της νομής)ότι δεν έχει την ιδιότητα του κληρονόμου. Ο νομέας της κληρονομίας είναι κακόπιστος α)εάν κατά την κτήση της νομής γνώριζε ή αγνοούσε από βαρειά αμέλεια ότι δεν είναι κληρονόμος. Η κρίση σχετικά με το αν ο νομέας είναι καλόπιστος ή όχι δύναται να παραλλάσσει ανάλογα με το χρόνο, κατά τον οποίο επέδειξε βαριά αμέλεια. Εάν επιδείξει βαρειά αμέλεια κατά το χρόνο κτήσης της νομής, τότε θεωρείται κακόπιστος. Aντίθετα, εάν δεν έχει γνώση ή άγνοια από βαρειά αμέλεια κατά το χρόνο κτήσης της νομής, η απόδοση σ’αυτόν βαρειάς αμέλειας, μετά την κτήση της νομής δεν τον καθιστά κακόπιστο(1877εδ.α΄ΑΚ) (Ι.Καράκωστα, «Αστικός Κώδικας», έκδ.2008, τόμ.ΙΧ΄, σελ.560επ.).Ο καλόπιστος νομέας πριν από την επίδοση της αγωγής ευθύνεται μόνο για τα ωφελήματα, που εξήγαγε, καθώς και για την επαύξηση των κληρονομιαίων στοιχείων μόνο, όμως, στο μέτρο, που έγινε εξαιτίας τους πλουσιότερος (ΕφΑ 82445/2005 ΝοΒ2006, 76, ΕφΑθ 5321/2003, ΕλΔ2004, 1081, ΕφΘεσ 2336/1991 Αρμ45, 866). Ο κακόπιστος νομέας ευθύνεται όπως και ο νομέας πράγματος μετά την επίδοση της διεκδικητικής αγωγής, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1096ΑΚ, σε πλήρη απόδοση των ωφελημάτων, που έχουν εξαχθεί και κάθε επαυξήσεως των κληρονομιαίων ενσωμάτων, καθώς και των ωφελημάτων, τα οποία από δική του υπαιτιότητα δεν εισέπραξε, ενώ σύμφωνα με τους κανόνες της τακτικής διαχείρισης μπορούσε να εισπράξει (βλ. Κων/νου Παπαδόπουλου, «Αγωγές Κληρονομικού Δικαίου», έκδ.1994, σελ.394).Ο κακόπιστος νομέας, στον οποίο έγινε και δικαστική ή εξώδικη όχληση από τον κληρονόμο, ευθύνεται επιπλέον και ως υπερήμερος οφειλέτης σε αποζημίωση, κατά τη διάταξη του άρθρου 343ΑΚ, καθώς και για τυχαία καταστροφή ή χειροτέρευση των κληρονομιαίων (άρθρ.344 ΑΚ).Ο νομέας που απέκτησε τη νομή του αντικειμένου της κληρονομίας με αξιόποινη πράξη χαρακτηρίζεται ως αξιόποινος νομέας. Για την πράξη αυτή πρέπει να υπάρχει ποινική πρόβλεψη, χωρίς να είναι απαραίτητο να έχει καταδικαστεί γι’αυτήν. Η πράξη δεν αρκεί να είναι απλώς παράνομη, με την έννοια της αντίθεσης στις επιταγές της έννομης τάξης, αλλά θα πρέπει να συνιστά ποινικό αδίκημα (π.χ. υπεξαίρεση, απάτη, πλαστογραφία, αυτοδικία κλπ). Εάν ο νομέας της κληρονομίας απέκτησε τη νομή αντικειμένου με αξιόποινη (κολάσιμη) πράξη, επιτείνεται η ευθύνη του, αφού ευθύνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες (άρθρ.1878, 914επ.ΑΚ). Περαιτέρω, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 1875ΑΚ, ο καλόπιστος νομέας της κληρονομίας δικαιούται να απαιτήσει από τον κληρονόμο όλες τις αναγκαίες δαπάνες, δηλαδή όλες τις δαπάνες που έγιναν στα κληρονομιαία αντικείμενα, προκειμένου να διατηρηθούν κατάλληλα για τακτική εκμετάλλευση. Η διάταξη του άρθρου 1875ΑΚ προστατεύει  και περαιτέρω τον καλόπιστο νομέα, παρέχοντάς του το δικαίωμα να απαιτήσει “κάθε δαπάνη που έγινε υπέρ της κληρονομίας ή των κληρονομιαίων αντικείμενων”. Στις δαπάνες κατά την έννοια της ΑΚ1875, περιλαμβάνονται, εκτός από τα βάρη και τα χρέη της κληρονομίας, οι αναγκαίες, οι επωφελείς και οι πολυτελείς δαπάνες, ανεξάρτητα από το εάν είχαν ως αποτέλεσμα αύξηση της αξίας της κληρονομίας ή αν η αύξηση αυτή σώζεται ή όχι κατά το χρόνο απόδοσης της κληρονομίας στον κληρονόμο. Η δαπάνη πάντως δεν θα πρέπει να καλύπτεται κατά τον υπολογισμό του αδικαιολόγητου πλουτισμού, σύμφωνα με τα άρθρα 1873 και 1874 ΑΚ (Βλ.Ι.Καράκωστα, ό.π., σελ.565).Ο καλόπιστος νομέας της κληρονομίας για τις γενόμενες απ’αυτόν μετά την επίδοση της αγωγής δαπάνες, δικαιούται σύμφωνα με το άρθρο 1876 αρ. 2 ΑΚ, να ζητήσει τις γενόμενες δαπάνες υπέρ του κληρονομιαίου πράγματος, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις στη διεκδικητική αγωγή (ΑΚ1102). Επομένως, έχει δικαίωμα να πάρει αποζημίωση για τις αναγκαίες ή λόγω βαρών των κληρονομιαίων πραγμάτων δαπάνες, μόνο κατά τις διατάξεις για διοίκηση αλλοτρίων (ΑΚ1876 αρ.2, 1101, 1102) (ΕφΘεσ 1681/1990Αρμ1991, 984) (βλ.και Κων/νου Παπαδόπουλου, ό.π., σελ.313).

Ο καλόπιστος νομέας μετά την επίδοση της αγωγής ευθύνεται για απόδοση ωφελημάτων (καρπών ή άλλων ωφελειών), τα οποία αποκόμισε από το πράγμα (ακίνητο) και σώζονται, έστω κι αν ο ενάγων προσωπικώς δεν θα αποκόμιζε αυτά, καθώς και ωφελημάτων (καρπών ή άλλων ωφελειών), τα οποία δεν αποκόμισε με δική του υπαιτιότητα, ενώ, σύμφωνα με τους κανόνες της τακτικής διαχείρισης, έπρεπε να αποκομίσει. Αν όμως για λόγους αντικειμενικούς δεν ήταν δυνατή η καλλιέργεια του ακινήτου ή οι καρποί δεν έχουν παραχθεί ή δεν έχουν συλλεγεί από τυχαίο γεγονός ή ανώτερη βία, δεν υπάρχει ευθύνη του καλόπιστου νομέα ή κατόχου για καρπούς που έπρεπε να συλλεχθούν (βλ.Κων/νου Παπαδόπουλου, “Αγωγές Εμπραγμάτου Δικαίου”, έκδ.1989, σελ.245).Ο κακόπιστος νομέας της κληρονομίας δικαιούται σε ανταπαίτηση δαπανών με τους όρους, με τους οποίους δικαιούται και ο καλόπιστος νομέας μετά την επίδοση της αγωγής (ΑΚ 1877), δηλαδή, έχει δικαίωμα να ζητήσει τις αναγκαίες δαπάνες και τις δαπάνες για πληρωμή των βαρών του πράγματος μόνο κατά τις διατάξεις για διοίκηση αλλοτρίων (ΑΚ 1876, 1877, 1102), χωρίς να εξετάζεται αν αυτές έγιναν πριν ή μετά την επίδοση της αγωγής (βλ. Κων/νου Παπαδόπουλου,ό.π.σελ.414).

Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του ίδιου Δικαστηρίου, ανάλογα με το βαθμό αξιοπιστίας και το μέτρο γνώσης του καθενός, απ’ όλα τα έγγραφα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, ορισμένα από τα οποία μνημονεύονται παρακάτω, χωρίς, όμως, κάποιο από αυτά να παραληφθεί κατά την ουσιαστική εκτίμηση της διαφοράς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ) και γενικά, από όλη την αποδεικτική διαδικασία, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Η ενάγουσα είναι η στενότερη συγγενής και μοναδική εξ αδιαθέτου κληρονόμος του ………, κατοίκου όσο ζούσε, … Αττικής, ο οποίος απεβίωσε στις 24-11-2008 στο θεραπευτήριο «ΙΑΣΩ GENERAL». Ο αποβιώσας ήταν αδερφός του προαποβιώσαντος πατρός της ενάγουσας, ….. και θείος αυτής και νονός της και δεν είχε άλλους, πιο κοντινούς συγγενείς. Κατά τον χρόνο του θανάτου του, ο ως άνω θανών είχε στην πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή του και τα κάτωθι περιγραφόμενα ακίνητα (οριζόντιες ιδιοκτησίες):

1) i) Την υπ’ αριθ. δεκαεννέα (19) αυτοτελή, ανεξάρτητη και διηρημένη οριζόντια ιδιοκτησία – διαμέρισμα του τετάρτου (Δ) πάνω από το ισόγειο ορόφου, ii) ποσοστό ενός εικοστού τετάρτου (1/24) εξ αδιαιρέτου της υπό στοιχεία Ύψιλον κεφαλαίο ένα (Υ-1)οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος του υπογείου ορόφου και iii) ποσοστό ενός εικοστού τετάρτου (1/24) εξ αδιαιρέτου της υπό στοιχεία Ύψιλον κεφαλαίο δύο (Υ-2)οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος του υπογείου ορόφου, πολυκατοικίας η οποία ονομάζεται «Πολυκατοικία Δ (Δέλτα)» και κείται στη θέση «. …», εντός του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλεως των Αθηνών Αττικής, της περιφέρειας του Δήμου Αθηναίων Αττικής, επί των οδών .. (εφ’ ης φέρει σήμερα τον αριθμό ..), …. (πρώην …) και …. Ειδικότερα:

  1. i) Η υπ’ αριθ. δεκαεννέα (19) αυτοτελής, ανεξάρτητη και διηρημένη οριζόντια ιδιοκτησία – διαμέρισμα του τετάρτου (Δ) πάνω από το ισόγειο ορόφου της ανωτέρω «Πολυκατοικίας Δ (Δέλτα)», η οποία αποτελείται από τρία (3) κύρια δωμάτια, χωλλ, οφφίς, κουζίνα, λουτρό και εξώστη προς την πρασιά της πολυκατοικίας επί της οδού …, έχει εμβαδόν μέτρα τετραγωνικά εβδομήντα έξι και 92/00 (76,92), ιδιόκτητο όγκο μέτρα κυβικά διακόσια σαράντα έξι και 15/00 (246,15), αναλογούντα όγκο στους κοινόκτητους και κοινόχρηστους χώρους της «Πολυκατοικίας Δ (Δέλτα)» μέτρα κυβικά τριάντα ένα και 49/00 (31,49), ήτοι συνολικό όγκο μέτρα κυβικά διακόσια εβδομήντα επτά και 64/00 (277,64), ποσοστό συνιδιοκτησίας επί των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων χώρων, πραγμάτων και εγκαταστάσεων της «Πολυκατοικίας Δ (Δέλτα)» τριάντα τρία χιλιοστά και τριάντα δύο εκατοστά του χιλιοστού (33,32/1000) εξ αδιαιρέτου, ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου έξι χιλιοστά και τρία εκατοστά του χιλιοστού (6,03/1000) εξ αδιαιρέτου, αντιστοιχούντος σε μέτρα τετραγωνικά είκοσι τέσσερα και 95/00 (24,95) και έχει ποσοστό συμμετοχής στις δαπάνες κεντρικής θέρμανσης 3,19/100, ποσοστό συμμετοχής στις δαπάνες ανελκυστήρος 5,05/100 και ποσοστό συμμετοχής στις δαπάνες κοινοχρήστων εν γένει 33,32/1000.
  2. ii) Ποσοστό ενός εικοστού τετάρτου (1/24) εξ αδιαιρέτου της υπό στοιχεία Ύψιλον κεφαλαίο ένα (Υ-1) οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος του υπογείου ορόφου, η οποία αποτελείται από δύο (2) κύρια δωμάτια, χωλλ, κουζίνα, λουτρό και διάδρομο, έχει εμβαδόν μέτρα τετραγωνικά πενήντα τρία και 44/00 (53,44), ιδιόκτητο όγκο μέτρα κυβικά εκατό τριάντα οκτώ και 94/00 (138,94), αναλογούντα όγκο στους κοινόκτητους και κοινόχρηστους χώρους της «Πολυκατοικίας Δ (Δέλτα)» μέτρα κυβικά είκοσι ένα και 88/00 (21,88), ήτοι συνολικό όγκο μέτρα κυβικά εκατόν εξήντα και 82/00 (160,82), ποσοστό συνιδιοκτησίας επί των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων χώρων, πραγμάτων και εγκαταστάσεων της «Πολυκατοικίας Δ (Δέλτα)» δέκα εννέα χιλιοστά και τριάντα εκατοστά του χιλιοστού (19,30/1000) εξ αδιαιρέτου, ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου τρία χιλιοστά και σαράντα εννέα εκατοστά του χιλιοστού (3,49/1000) εξ αδιαιρέτου, αντιστοιχούντος σε μέτρα τετραγωνικά δέκα τέσσερα και 45/00 (14,45) και έχει ποσοστό συμμετοχής στις δαπάνες κεντρικής θέρμανσης 1,95/100, ποσοστό συμμετοχής στις δαπάνες ανελκυστήρος 1,55/100 και ποσοστό συμμετοχής στις δαπάνες κοινοχρήστων εν γένει 19,30/1000.

iii) Ποσοστό ενός εικοστού τετάρτου (1/24) εξ αδιαιρέτου της υπό στοιχεία Ύψιλον κεφαλαίο δύο (Υ-2) οριζόντιας ιδιοκτησίας – διαμερίσματος του υπογείου ορόφου, η οποία αποτελείται από τρία (3) κύρια δωμάτια, είσοδο, χωλλ, οφφίς, λουτρό και κουζίνα, έχει είσοδο από την πρασιά της πολυκατοικίας προς την οδό ….., έχει εμβαδόν μέτρα τετραγωνικά ενενήντα πέντε και 53/00 (95,53), ιδιόκτητο όγκο μέτρα κυβικά διακόσια σαράντα οκτώ και 38/00 (248,38), αναλογούντα όγκο στους κοινόκτητους και κοινόχρηστους χώρους της «Πολυκατοικίας Δ (Δέλτα)» μέτρα κυβικά τριάντα εννέα και 06/00 (39,06), ήτοι συνολικό όγκο μέτρα κυβικά διακόσια ογδόντα επτά και 44/00 (287,44), ποσοστό συνιδιοκτησίας επί των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων χώρων, πραγμάτων και εγκαταστάσεων της «Πολυκατοικίας Δ (Δέλτα)» τριάντα τέσσερα χιλιοστά και πενήντα εκατοστά του χιλιοστού (34,50/1000) εξ αδιαιρέτου, ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου έξι χιλιοστά και είκοσι τέσσερα εκατοστά του χιλιοστού (6,24/1000) εξ αδιαιρέτου, αντιστοιχούντος σε μέτρα τετραγωνικά είκοσι πέντε και 84/00 (25,84) και έχει ποσοστό συμμετοχής στις δαπάνες κεντρικής θέρμανσης 3,98/100, ποσοστό συμμετοχής στις δαπάνες ανελκυστήρος 1,55/100 και ποσοστό συμμετοχής στις δαπάνες κοινοχρήστων εν γένει 34,50/1000.

Οι ως άνω οριζόντιες ιδιοκτησίες συνεστήθησαν δυνάμει της υπ’ αριθμ. …./1961 πράξεως συστάσεως οριζοντίου ιδιοκτησίας του Συμβολαιογράφου Αθηνών . …, νομίμως μεταγεγραμμένης στα βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών, σε τόμο … και αριθμό …, όπως έχει νομίμως τροποποιηθεί και ισχύει και περιήλθαν στον ως άνω θανόντα, εκ κληρονομιάς της αδελφής του, …….., η οποία απεβίωσε την 1-02-2008, δυνάμει της από 13-11-1992 ιδιόγραφης διαθήκης της, η οποία δημοσιεύτηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών κατά την συνεδρίαση της 18ης-04-2008 δια του υπ’ αριθμ. …./18-04-2008 πρακτικού του, κηρύχτηκε κυρία από το ως άνω Δικαστήριο κατά την ίδια συνεδρίαση δια του υπ’ αριθμ. …./18-04-2008 πρακτικού του και καταχωρήθηκε στο γενικό βιβλίο διαθηκών του Πρωτοδικείου Αθηνών, στον τόμο … με αύξοντα αριθμό …. Σημειώνεται ότι ο αποθανών δεν αποποιήθηκε την κληρονομία της αδελφής του, με το θάνατο της οποίας η νομή των κληρονομιαίων πραγμάτων μετέβη αυτοδικαίως σ’αυτόν, ως κληρονόμο της(ΑΚ 983) .

2) i) Την υπό στοιχεία Δέλτα Κεφαλαίο ένα (Δ-1) οριζόντια ιδιοκτησία – διαμέρισμα του τετάρτου (Δ΄) πάνω από το ισόγειο ορόφου και ii) την υπό στοιχεία Ύψιλον Κεφαλαίο πέντε (Υ-5) αποθήκη του υπογείου ορόφου, πολυκατοικίας κειμένης εντός του εγκεκριμένου σχεδίου του Δήμου …. Αττικής της κτηματικής περιφέρειας του Δήμου .. Αττικής, επί της διασταυρώσεως της οδού ……. εφ’ ης φέρει τον αριθμό … (πρώην …) μετά της 10ης παρόδου της οδού αυτής. Ειδικότερα: i) Η υπό στοιχεία Δέλτα Κεφαλαίο ένα (Δ-1) οριζόντια ιδιοκτησία – διαμέρισμα του τετάρτου (Δ’) πάνω από το ισόγειο ορόφου, αποτελείται από χωλλ- καθιστικό-τραπεζαρία, τρία (3) υπνοδωμάτια, κουζίνα, λουτρό, διάδρομο, WC ξένων, βεράντα προς την οδό ……., άλλη βεράντα προς την 10η πάροδο της οδού … και τρίτη συνεχόμενη βεράντα σε τμήματα της νότιας και ανατολικής πλευράς, έχει επιφάνεια μέτρα τετραγωνικά εκατόν τριάντα (130), ιδιόκτητο όγκο μέτρα κυβικά τριακόσια ενενήντα (390), αναλογούντα όγκο κοινοχρήστων μέτρα κυβικά εξήντα ένα και 60/00 (61,60), ήτοι συνολικό όγκο μέτρα κυβικά τετρακόσια πενήντα ένα και 60/00 (451,60), ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου διακόσια πενήντα χιλιοστά (250/1000) εξ αδιαιρέτου και συμμετοχή στις δαπάνες: α) Κοινοχρήστων διακόσια πενήντα χιλιοστά (250/1000) και β) ανελκυστήρος τετρακόσια χιλιοστά (400/1000).Στο διαμέρισμα αυτό ανήκει, ως παράρτημα και ο υπ’ αριθμόν τέσσερα (4) χώρος στάθμευσης αυτοκινήτου του ισογείου (PILLOTIS), όπως αυτός προσδιορίζεται στο από Δεκεμβρίου 1978 σχεδιάγραμμα του μηχανικού …….το οποίο έχει προσαρτηθεί νομίμως στο υπ’ αριθμ. …/21-12-1979 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών ………

  1. ii) Η υπό στοιχεία Ύψιλον Κεφαλαίο πέντε (Υ-5) αποθήκη του υπογείου ορόφου, έχει επιφάνεια μέτρα τετραγωνικά τέσσερα και 20/00 (4,20), ιδιόκτητο όγκο μέτρα κυβικά έντεκα και 76/00 (11,76), αναλογούντα όγκο κοινοχρήστων μέτρα κυβικά ένα και 24/00 (1,24), ήτοι συνολικό όγκο μέτρα κυβικά δέκα τρία (13), ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου δύο χιλιοστά (2/1000) εξ αδιαιρέτου και συμμετοχή στις δαπάνες: α) Κοινοχρήστων δύο χιλιοστά (2/1000) και β) ανελκυστήρος μηδέν (0).Οι ως άνω οριζόντιες ιδιοκτησίες συνεστήθησαν δυνάμει της υπ’αριθμ…../21-12-1979 πράξης σύστασης οριζοντίου ιδιοκτησίας και κανονισμού πολυκατοικίας του Συμβολαιογράφου Αθηνών, . . …., νομίμως μεταγεγραμμένης στα βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών, σε τόμο … και αριθμ…., όπως τυχόν έχει νομίμως τροποποιηθεί και ισχύει και περιήλθαν στον ως άνω θανόντα κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου, δυνάμει του υπ’ αριθμ. …/21-12-1979 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών …….., νομίμως μεταγεγραμμένου στα βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών και κατά το υπόλοιπο ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου, δυνάμει της από 12-01-1992 ιδιόγραφης διαθήκης της προαποβιωσάσης, την 11η– 06-1992, συζύγου του, ………., η οποία δημοσιεύτηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών κατά την συνεδρίαση της 22ας-01-1993 δια του υπ’ αριθμ. …/22-01-1993 πρακτικού του και κηρύχθηκε κυρία από το ως άνω Δικαστήριο κατά την ίδια συνεδρίαση, δια του υπ’ αριθμ. …/22-01-1993 πρακτικού του. Την ως άνω, δε, κληρονομιά της προαποβιωσάσης συζύγου του, ο θείος της ενάγουσας αποδέχθηκε νομίμως με την υπ’ αριθμ. …/08-04-1993 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς του συμβολαιογράφου Αθηνών, …….., νομίμως μεταγεγραμμένη στα βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Παπάγου σε τόμο … και με αριθμό …. Μετά τον θάνατο (στις 24-11-2008, στην Αθήνα) του θείου της ενάγουσας, …….. και δεδομένου του γεγονότος ότι ουδεμία διαθήκη αυτού είχε δημοσιευθεί, η ενάγουσα κατέστη, δυνάμει των άρθρων 1710 και 1814 ΑΚ, η μοναδική του κληρονόμος (κληρονόμος δεύτερης τάξης) και προέβη σε όλες τις νόμιμες ενέργειες για την αποδοχή της, σ’αυτήν, επαχθείσας κληρονομιαίας κινητής και ακίνητης περιουσίας, η νομή επί της οποίας, με το θάνατο, στις 24-11-2008, του νομέως κληρονομούμενου, μετέβη αυτοδικαίως σ’αυτήν, κατ’άρθρ.983ΑΚ.

Ο προαναφερόμενος αποβιώσας συνδεόταν με τον εναγόμενο με συγγενική σχέση θείου με μικρανεψιό, καθώς ο τελευταίος ήταν τέκνο του ανεψιού του, ……, μετά, δε, το θάνατο, στις 1-2-2008, της αδελφής του θανόντος, ……., είχε παραχωρήσει στον εναγόμενο τη χρήση του ως άνω διαμερίσματος της … …, στο οποίο και  ασκούσε το επάγγελμα του ιατρού. Να σημειωθεί ότι ο θανών είχε ενισχύσει τον εναγόμενο, οικονομικά και ηθικά, στην προσπάθειά του, να σπουδάσει την ιατρική επιστήμη.

Ο εναγόμενος, την 18.12.2008, μετά το θάνατο του θείου τους, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, την από 15.12.2008, με αριθμ. κατάθ. …../2008 αίτηση, με την οποία ζητούσε να δημοσιευθεί και να κηρυχθεί κυρία, μία άνευ χρονολογίας, ιδιόγραφη διαθήκη του ………, με την οποία ο τελευταίος τον εγκαθιστούσε κληρονόμο, με σύσταση οικογενειακού καταπιστεύματος και άλλες διατάξεις, μεταξύ των οποίων την ρητή παράλειψη από την εγκατάσταση της ενάγουσας, ως κληρονόμου του. Μετά τη συζήτηση, την 29.05.2009, της ως άνω αίτησης, εκδόθηκε την 25.06.2009, η υπ’ αριθμ. 1638/2009 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία απέρριψε την εν λόγω αίτηση, για έλλειψη χρονολογίας και υπογραφής του διαθέτη. Κατά τον ίδιο χρόνο (25-6-2009), η ενάγουσα, με την υπ’ αριθ. …./25-06-2009 πράξη αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Αθηνών, …….. αποδέχθηκε: α) για λογαριασμό του θείου της, ………, την κληρονομιά που επήχθη σ’ αυτόν από την αδελφή του, …….., η οποία απεβίωσε την 1η-02-2008, δυνάμει της από 13-11-1992 ιδιόγραφης διαθήκης της, η οποία δημοσιεύθηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών κατά την συνεδρίαση της 18ης-04-2008 διά  του υπ’ αριθμ. …/18-04-2008 πρακτικού του, κηρύχθηκε κυρία από το ως άνω Δικαστήριο κατά την ίδια συνεδρίαση δια του υπ’ αριθμ. …/18-04-2008 πρακτικού του και καταχωρήθηκε στο γενικό βιβλίο διαθηκών του Πρωτοδικείου Αθηνών, στον τόμο … με αύξοντα αριθμό …. και β) ατομικά την κληρονομιά που επήχθη σ’αυτήν, από τον θείο της, ………. ως η πλησιέστερη και μοναδική εξ αδιαθέτου κληρονόμος του (κληρονόμος δεύτερης τάξης).Η ως άνω πράξη αποδοχής κληρονομίας μετεγράφη νομίμως στα οικεία βιβλία Μεταγραφών των κατά τόπο αρμοδίων Υποθηκοφυλακείων, ήτοι του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών, στον τόμο …. και αριθμό …. και του Υποθηκοφυλακείου Παπάγου, στον τόμο …. και αριθμό …., ενώ επίσης δηλώθηκε προσηκόντως στα οικεία Γραφεία Κτηματογράφησης του Εθνικού Κτηματολογίου, με αποτέλεσμα να αποκτήσει κατά κυριότητα το σύνολο των προπεριγραφόμενων ακινήτων, δυνάμει των άρθρων 1193 και 1199 ΑΚ, της κυριότητας περιερχομένης σ’αυτήν από το χρόνο του θανάτου του προαναφερόμενου θείου της. Εντούτοις και παρά το γεγονός ότι, με το θάνατο του θείου της, η ενάγουσα υπεισήλθε στη νομή, που ασκούσε ο ίδιος στα παραπάνω ακίνητα, ο εναγόμενος, ασκώντας αυτογνωμόνως, το αμφισβητούμενο δικαίωμα νομής και κατοχής σ’ αυτά, το οποίο, εσφαλμένα, θεωρούσε ότι είχε αποκτήσει, πριν ακόμη δημοσιευθεί και κηρυχθεί κυρία η ως άνω ιδιόγραφη διαθήκη και σε κάθε περίπτωση, πριν περατωθεί η νόμιμη δικαστική διαδικασία, απέβαλε, αμέσως μετά τον θάνατο, στις 24-11-2008, του ως άνω κληρονομούμενου, την ενάγουσα και από τα δύο διαμερίσματα, αντικαθιστώντας τις κλειδαριές των εισόδων αυτών και αποκτώντας, έτσι, πλήρη και διαρκή εξουσίαση επ’αυτών, αντιποιούμενος τη νομή της ενάγουσας, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου του κληρονομούμενου νομέα, στο επί της ….. ευρισκόμενο διαμέρισμα και αφαιρώντας το επί του …., διαμέρισμα, εγκαθιστάμενος και σ’αυτό και ποιούμενος, έτσι, αποκλειστική χρήση και στα δύο, μέχρι την 27-1-2011 οπότε και απέδωσε στην ενάγουσα τη νομή και κατοχή των ως άνω οριζόντιων ιδιοκτησιών, κατόπιν εκδόσεως της υπ’ αριθμ. 5321/26-10-2010 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών, με την οποία κρίθηκε τελεσίδικα ότι η ως άνω διαθήκη είχε τυπικές ελλείψεις, συνταγέντων, μάλιστα, για το λόγο αυτό και για τα υπάρχοντα εντός των ακινήτων κινητά πράγματα των υπ’ αριθμ. : 1) …./27-1-2011 έκθεσης καταγραφής και περιγραφής κινητών πραγμάτων του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …… (για το ακίνητο που βρίσκεται στην οδό …….. Αττικής-δ’ όροφος) καθώς και 2) …./27-1-2011 έκθεσης καταγραφής και περιγραφής κινητών πραγμάτων του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ………. (για το ακίνητο που βρίσκεται στην Αθήνα και επί της ……….-δ’ όροφος.

  • Ωστόσο, ο εναγόμενος προέβη στην πράξη αυτή της αποβολής της ενάγουσας από τα δύο ως άνω ακίνητα, με την αλλαγή κλειδαριάς στο καθένα απ’αυτά, καθώς, δικαιολογημένα πίστευε ότι ήταν αυτός ο από διαθήκης κληρονόμος του προαναφερόμενου θείου τους σε όλη την κινητή και ακίνητη κληρονομιαία περιουσία. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου στηρίζεται στο ότι όσο ο κληρονομούμενος θείος του ήταν εν ζωή, ο εναγόμενος του παρείχε κατ’αποκλειστικότητα, τις αναγκαίες φροντίδες και είχε αναλάβει κατά παραχώρηση από αυτόν, την ευθύνη για την πληρωμή όλων των δαπανών των δύο ως άνω διαμερισμάτων και των βοηθητικών τους χώρων, μετά την παράδοση σε αυτόν από τον τελευταίο των κλειδιών των εν λόγω οριζόντιων ιδιοκτησιών, μετά, δε, τον θάνατό του, φύλαξε όλα τα προσωπικά του αντικείμενα, τα ενδύματα, την πλουσιότατη βιβλιοθήκη του, την οικοσκευή και τον πλήρη εξοπλισμό των εν λόγω ιδιοκτησιών, που απαρτιζόταν από οικογενειακά κειμήλια, βαρύτατη επίπλωση και πίνακες ζωγραφικής, σεβόμενος απόλυτα τη θέλησή του και τα όσα ο ίδιος ο διαθέτης είχε ζητήσει απ’αυτόν και είχε γράψει στο ως άνω, πιθανόν, σχέδιο διαθήκης, που είχε συντάξει, όπου με κάθε λεπτομέρεια και χαρακτηριστικά αναφερόταν σ’αυτά και του άφηνε οδηγίες για το τί όφειλε να πράξει. Ενόψει αυτών, μέχρι να κριθεί τελεσίδικα το θέμα της ως άνω ως ιδιόγραφης φερόμενης διαθήκης και η εκ μέρους του εναγόμενου απόδοση στην ενάγουσα των οικοσκευών και των κλειδιών των άνω κληρονομιαίων στοιχείων και του Ι.Χ. επιβατηγού αυτοκινήτου του, ο εναγόμενος ήταν καλής πίστης νομέας και κάτοχος τόσο της κινητής όσο και της ακίνητης κληρονομιαίας περιουσίας, κρίση,  η οποία ενισχύεται και από το ότι με καμία δικαστική απόφαση δεν διατάχθηκε η δικαστική μεσεγγύηση της κληρονομιαίας περιουσίας του  θανόντος, μέχρις ότου κριθεί τελεσίδικα ποιος ήταν ο κληρονόμος του, ούτε ορίστηκε ως μεσεγγυούχος, πέραν του εναγόμενου, η ενάγουσα ή κάποιος τρίτος. Η καλοπιστία του εναγόμενου ενισχύθηκε και με την έκδοση, α)την 18-8-2009, της υπ’αριθμ. 653/2009 απόφασης του Ειρηνοδικείου Χαλανδρίου, με την οποία απορρίφθηκε, λόγω έλλειψης επείγουσας περίπτωσης, η από 10.07.2009 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων νομής, που άσκησε η ενάγουσα και β) την 11-11-2009, της υπ’αριθμ. 7817/2009 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε και η 17-9-2009 έφεση, που άσκησε η ενάγουσα κατά της ως άνω απόφασης, με το σκεπτικό ότι “δεν πιθανολογήθηκε ούτε επείγουσα περίπτωση, η οποία χρήζει άμεσης ρύθμισης με δικαστική παρέμβαση για να αποτραπεί κάποια ουσιώδης βλάβη στην υλική φύση του αντικειμένου ή στο δικαίωμα της αιτούσας, αφού δεν προέκυψε ότι ο καθού έχει προβεί σε φθορές των κληρονομιαίων ή δεν τα συντηρεί προσηκόντως, όπως ισχυρίζεται η εκκαλούσα, αλλά ούτε πιθανολογήθηκε ότι υπάρχει ανάγκη προσωρινής απόλαυσης εκ μέρους της αιτούσας των επίδικων ακινήτων, αφού η πάροδος του αναγκαίου χρόνου προς έκδοση οριστικής απόφασης επί της διαγνωστικής δίκης δεν θα παραβλάψει το αξιούμενο δικαίωμα νομής της επ’αυτών. Επιπλέον δεν πιθανολογήθηκε εάν η εκκαλούσα έχει επείγουσα ανάγκη χρήσης των επίδικων ακινήτων…”.Η περί της καλής πίστης του εναγόμενου κρίση του Δικαστηρίου τούτου στηρίζεται και στο ότι ο πληρεξούσιος αυτού δικηγόρος τον συμβούλεψε ότι το έγγραφο που είχε στα χέρια του είναι έγκυρη διαθήκη, όπως κατέθεσε ο μάρτυρας ανταπόδειξης και του οποίου η κατάθεση δεν αντικρούεται από κανένα αποδεικτικό μέσο, σε συνδυασμό με το ότι μετά την τελεσιδικία της απόφασης, που κήρυξε την διαθήκη άκυρη, ο εναγόμενος επέστρεψε τη νομή και κατοχή των κληρονομιαίων κινητών και ακινήτων στην ενάγουσα. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που δέχθηκε τα ίδια, αναφορικά με την καλή πίστη του εναγόμενου, ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε και ο περί του αντιθέτου πρώτος λόγος της έφεσης της εκκαλούσας, πρέπει ως αβάσιμος να απορριφθεί.

Αποδεικνύεται, περαιτέρω, ότι ο εναγόμενος για όλο το χρονικό διάστημα των 26 μηνών, που εξικνείται από του χρόνου του θανάτου του ………., μέχρι την απόδοση των κληρονομιαίων κινητών και ακινήτων, τα οποία είχε στην καλόπιστη νομή και κατοχή του δεν τα εκμίσθωσε σε  τρίτους, καθώς το μεν διαμέρισμα στη …….., χρησιμοποιούσε ο ίδιος, έχοντας εγκαταστήσει εκεί το ιατρείο του, ενώ το διαμέρισμα στου …,  ήταν γεμάτο με οικογενειακά κειμήλια, προσωπικά αντικείμενα του θανόντος και βαρύτιμη επίπλωση και πίνακες ζωγραφικής, για τα οποία επιθυμία του ήταν να μην απωλεσθούν ούτε να μεταβιβασθούν, αλλά να μείνουν ως είχαν εντός του ως άνω διαμερίσματος, όπως τούτο προκύπτει από το όλο περιεχόμενο της ως άνω άκυρης διαθήκης. Ως εκ τούτου, ενόψει του ότι ο καλής πίστης νομέας, πριν από την επίδοση της αγωγής, ευθύνεται μόνο για τα ωφελήματα, που εξήγαγε και μάλιστα, στο μέτρο, που έγινε εξαιτίας τους πλουσιότερος (ΑΚ 1874), δεν υπέχει ο εναγόμενος ευθύνη για ωφελήματα για το ως άνω χρονικό διάστημα, αφού δεν εξήγαγε ωφελήματα.

Περαιτέρω, κατά το άρθρο 331 του ΠΚ, όποιος ασκεί αυθαίρετα (“αυτογνωμόνως” κατά το κείμενο της καθαρεύουσας) αξίωση σχετική με δικαίωμα που ή το έχει πραγματικά ή από πεποίθηση το οικειοποιείται, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι έξι μηνών ή με χρηματική ποινή. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, για την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της αυτοδικίας, απαιτείται άσκηση αξίωσης κατά τρόπο αυθαίρετο, αναφορικά με δικαίωμα που έχει ή από πεποίθηση οικειοποιείται ο δράστης. Ως αυθαίρετη ενέργεια θεωρείται οποιαδήποτε υλική πράξη, που τείνει στην ικανοποίηση αξίωσης, κατά παράλειψη της δικαστικής οδού, με την οποία ρυθμίζεται η αμφισβήτηση που ανέκυψε, καθώς και όταν κάποιος προσέφυγε, μεν, στο δικαστήριο, δεν ανέμενε, όμως την απόφασή του (βλ.Αθ.Κονταξή, “Ποινικός Κώδικας”, τόμ.Β΄, έκδ.2000, σελ. 2736) Υποκειμενικώς απαιτείται δόλος, δηλαδή γνώση του δράστη ότι ενεργεί αυτογνωμόνως και περαιτέρω πεποίθηση ότι το δικαίωμα ανήκει σ` αυτόν. Κοινό χαρακτηριστικό και περιεχόμενο και των δύο αναφερόμενων στη διάταξη αυτή λόγων, σε έναν από τους οποίους μόνο μπορεί να στηρίζεται η αποδοκιμαζόμενη από τον ουσιαστικό ποινικό νόμο ενέργεια του δράστη, είναι η πεποίθηση τούτου, ότι είναι δικαιούχος του δικαιώματος, από το οποίο ασκεί ο ίδιος την αξίωση, πεποίθηση που υπάρχει αναμφίβολα και στην πρώτη περίπτωση που ο δράστης έχει το δικαίωμα πραγματικά και στη δεύτερη περίπτωση που αυτός από πεποίθηση το οικειοποιείται, δηλαδή και όταν ανήκει στο δράστη το δικαίωμα και όταν δεν ανήκει (ΑΠ213/2012 δημ/ση ΝΟΜΟΣ). Το έγκλημα στρέφεται κατά της προσωπικής ελευθερίας του ατόμου, που, παρά τη θέλησή του, εξαναγκάζεται να πράξει, να παραλείψει ή να ανεχθεί ο,τιδήποτε που απορρέει από την αυθαίρετη ενέργεια, η οποία στρέφεται εναντίον του(ΑΠ1581/86ΠΧρΛΖ΄, 202, Αθ. Κονταξή, ό.π., σελ. 2731).Η θέσπιση του αδικήματος αποσκοπεί στην προστασία του ιδιωτικού οικονομικού συμφέροντος, όμως με την παρέμβαση της δικαστικής αρχής η οποία έχει την εξουσία επιλύσεως των ιδιωτικών διαφορών (ΑΠ 693/96 ΠΧρΜΖ΄, 290).

Στην προκείμενη περίπτωση, αποδεικνύεται, περαιτέρω, ότι με την εκ μέρους του εναγόμενου, εν γνώσει του, αυτογνώμονα απόκτηση της νομής επί των κληρονομιαίων ακινήτων, πιστεύοντας εσφαλμένα ότι ήταν κληρονόμος και ότι το σχετικό δικαίωμα ανήκε σ’αυτόν, χωρίς να αναμένει την έκδοση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης για τη δημοσίευση της εμφανισθείσας διαθήκης, πραγματούται η αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος της αυτοδικίας (άρθρ.331 Π.Κ.).Υπέστη, έτσι, η ενάγουσα υπαίτια και παράνομη σημαντική προσβολή στην προσωπικότητά της (άρθρ.57ΑΚ), καθώς με την πράξη του αυτή, ο εναγόμενος την προσέβαλε ως άτομο και μοναδικό πλησιέστερο συγγενή του θανόντος και υπέστη ηθική και οικονομική ταλαιπωρία, μέχρι να αναλάβει τη νομή των κληρονομιαίων ακινήτων. Υπέστη, έτσι, εξαιτίας της ως άνω αδικοπρακτικής συμπεριφοράς του εναγόμενου, ηθική βλάβη, για την οποία πρέπει να της επιδικαστεί το ποσό των 3.000 ευρώ, ως εύλογη χρηματική της ικανοποίηση, λαμβανομένων υπόψη για τον προσδιορισμό του ύψους της, του είδους της προσβολής, των συνθηκών τέλεσης της πράξης και της περιουσιακής και κοινωνικής κατάστασης των μερών.

Ακολούθως, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος, για το διαμέρισμα στη …….., που του είχε παραχωρήσει κατά χρήση, εν ζωή, ο ………, μετά το θάνατο της αδελφής του,  κατέβαλε, κατ’εντολήν και για λογαριασμό και με χρήματα του τελευταίου και στα πλαίσια της επιθυμίας του, λόγω της αγάπης που διατηρούσε στο πρόσωπο του εναγόμενου και για τη διευκόλυνση του τελευταίου στην άσκηση του ιατρικού λειτουργήματος στο εν λόγω διαμέρισμα, α) το ποσό των 4.029,10 ευρώ, για συντήρηση, βαφή και αλλαγή των εξωτερικών κουφωμάτων, που είχαν καταστραφεί και β)το ποσό των 1.082,10 ευρώ, για κοινόχρηστα του διαμερίσματος αυτού, που βαρύνουν την εν λόγω οριζόντια ιδιοκτησία (άρθρ.5 Ν.3741/1929) και τον ιδιοκτήτη αυτής, μη αποδεικνυομένης αντίθετης συμφωνίας και συνολικά, το ποσό των 5.111,50 ευρώ. Για κοινόχρηστα, συνολικού ύψους 2.229,19 ευρώ, τα οποία βαρύνουν το διαμέρισμα στου ….., παρά το ότι καταβλήθηκαν από τον εναγόμενο, μετά το θάνατο του προαναφερόμενου θείου του, αποτελούν, ωστόσο, βάρος της κληρονομίας, ενόψει και του ότι δεν προέρχονται από τη χρήση του εν λόγω διαμερίσματος από τον εναγόμενο, δεδομένου ότι αυτός μίσθωνε κατοικία στο ΄… Αττικής (βλ. προσκομιζόμενο απ’τον εναγόμενο από 3-8-2005, μισθωτήριο).Περαιτέρω, ο εναγόμενος κατέβαλε για τέλη κυκλοφορίας του Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου του αποβιώσαντος μάρκας NISSAN-DATSUN, με αριθμό κυκλοφορίας ……., που αποτελεί κληρονομιαίο κινητό στοιχείο, ο εναγόμενος κατέβαλε, για σήμα του 2010, το ποσό των 352 ευρώ και για σήμα του 2011, το ποσό των 220 ευρώ και συνολικά, το ποσό των 572 ευρώ, που ομοίως αποτελεί αποδοτέο σ’αυτόν βάρος της κληρονομιαίας περιουσίας. Επίσης, για το ΕΤΑΚ (Ενιαίο Τέλος Ακινήτων)του έτους 2010, που βαρύνει, ομοίως, την κληρονομία, ο εναγόμενος κατέβαλε το ποσό των 114 ευρώ. ΄Ετσι, συνολικά, για τις ως άνω αιτίες, ο εναγόμενος κατέβαλε συνολικά,  το ποσό των 8.026,69 ευρώ.

Περαιτέρω, κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του θανόντος στο θεραπευτήριο “ΙΑΣΩ”, κατά τις τελευταίες ημέρες της ζωής του μέχρι το θάνατό του, στις 24-11-2008, με ημερομηνία εισόδου την 14-11-2008, ο εναγόμενος κατέβαλε για λογαριασμό του τελευταίου, το συνολικό ποσό των 8.193,22 ευρώ και για τα έξοδα κηδείας και μνημοσύνου του κατέβαλε το ποσό των 12.552,65 ευρώ. Τα χρήματα αυτά, ωστόσο, δεν καταβλήθηκαν με χρήματα του εναγόμενου, αλλά του προαναφερόμενου θείου του, ο οποίος ως επί έτη δικαστικός λειτουργός, με ανώτατο βαθμό κατά το χρόνο του θανάτου του, ήταν οικονομικά εύρωστος, με υψηλές τραπεζικές καταθέσεις και σύμφωνα με την ένορκη κατάθεση του μάρτυρος απόδειξης και ενόψει του ότι ήταν ο ίδιος το πρόσωπο, που στήριζε εν ζωή ηθικά και οικονομικά τον εναγόμενο, κυρίως στο ζήτημα της εκπαίδευσής του, για την απόκτηση του πτυχίου της ιατρικής, είχε θέσει, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, στη διάθεση του εναγόμενου τα αναγκαία ποσά για τα μελλοντικά έξοδα νοσηλείας και κηδείας  του. Επομένως, δαπάνησε ο εναγόμενος για τις ως άνω αιτίες το συνολικό ποσό των 8.026,69 ευρώ και πρέπει, για το ποσό αυτό, να γίνει εν μέρει δεκτή η νόμιμη (ΑΚ 440) ένσταση συμψηφισμού των σχετικών δαπανών, που κατέβαλε ως καλής πίστης νομέας της κληρονομίας. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκανε εν μέρει δεκτή την ένσταση συμψηφισμού, για το ως άνω ποσό, ορθά το νόμο (ΑΚ1875) εφάρμοσε και εκτίμησε τις αποδείξεις και ο περί του αντιθέτου τρίτος λόγος της έφεσης της εκκαλούσας, όπως και ο τέταρτος λόγος της έφεσης του εκκαλούντος, πρέπει ως ουσιαστικά αβάσιμοι να απορριφθούν.  Ενόψει όλων των ανωτέρω, πρέπει, κατ’ αποδοχήν της ουσιαστικής βασιμότητας του τρίτου λόγου της έφεσης του εκκαλούντος και του δεύτερου λόγου της έφεσης της εκκαλούσας, να γίνει αντίστοιχα, δεκτή, ως εν μέρει κατ’ουσίαν βάσιμη η κάθε μία έφεση, ως προς το με την κάθε μία εκκληθέν κεφάλαιο, να εξαφανιστεί, όμως, η εκκαλουμένη στο σύνολό της για το ενιαίο της εκτέλεσης αυτής (άρθρ.535 παρ.1 ΚΠολΔ), να κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο αυτό και να δικαστεί κατ’ουσίαν η αγωγή, η οποία πρέπει να απορριφθεί, μετά την εν μέρει αποδοχή της ουσιαστικής βασιμότητας της ένστασης συμψηφισμού, που πρότεινε ο εναγόμενος, ανταπαίτησής του, συνολικού ποσού, κατά τα προεκτεθέντα, 8.026,69 ευρώ, σε αγωγική απαίτηση της ενάγουσας, ύψους 3.000 ευρώ. Πρέπει, τέλος, ενόψει του ότι η κάθε συνεκδικαζόμενη έφεση έγινε εν μέρει δεκτή, να διαταχθεί η επιστροφή του κατατεθέντος με την άσκηση της κάθε έφεσης παραβόλου στον εκκαλούντα της από 20-11-2014 έφεσης και στην εκκαλούσα της από 24-11-2014 έφεσης (άρθρ.495 παρ.3 ΚΠολΔ). Πρέπει, τέλος, τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας να συμψηφιστούν στο σύνολό τους, λόγω του ιδιαίτερα δυσχερούς στην ερμηνεία του εφαρμοσθέντος κανόνος δικαίου (άρθρ.191 παρ.2, 183 και 179 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα  στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’αντιμωλίαν των διαδίκων.

Συνεκδικάζει τις εφέσεις α) από 20-11-2014 (αριθμ. κατάθ. …./2014) και β) από 24-11-2014 (αριθμ. καταθ. …./2014), οι οποίες στρέφονται κατά της υπ’ αριθμ. 3911/2014 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΕΧΕΤΑΙ τις εφέσεις, τυπικά  και εν μέρει κατ’ουσίαν.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την  υπ’ αριθμ.3911/2014 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΔΙΑΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 9-8-2012 αγωγή.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του κατατεθέντος με την άσκηση της κάθε έφεσης παραβόλου, στον κάθε εκκαλούντα

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα, αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας μεταξύ των διαδίκων.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  23 Απριλίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ