Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 217/2018

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός Αποφάσεως    217/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ  ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τη δικαστή Μαρία Κωττάκη, Εφέτη, που όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως και τη Γραμματέα  Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟ

          Ι. Οι υπό κρίση από  10.5.2017 (ΓΑΚ …../2017 ΕΑΚ …./2017 ) και από 10.5.2017 (ΓΑΚ …../2017 ΕΑΚ …./2017) εφέσεις του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος-εφεσίβλητου και της εναγομένης και ήδη εκκαλούσας-εφεσίβλητης, αντιστοίχως, κατά της υπ’ αριθ. 1143/2017 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε την ένδικη διαφορά κατ’ αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 663επ. ΚΠολΔ, έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα με κατάθεση του δικογράφου τους στη Γραμματεία του εκδόντος την εκκαλουμένη δικαστηρίου πριν την επίδοσή της.  Πρέπει, επομένως, οι εφέσεις να συνεκδικασθούν (246 ΚΠολΔ), να γίνουν τυπικώς δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο αυτών (αρθρ. 495 επ., 511, 513, 516, 517, 518, 520 § 1, 532, 533 ΚΠολΔ).

ΙΙ. H εκκαλουμένη δέχθηκε εν μέρει ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη την από 11.12.2015 αγωγή (αριθ.κατ. …../2015) του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος-εφεσίβλητου, με την οποία ο τελευταίος ζήτησε (μετά μερικό περιορισμό του καταψηφιστικού αιτήματος) να υποχρεωθεί η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα-εφεσίβλητη, να του καταβάλει συνολικό ποσό 11.469,15 ευρώ για μέρος των δεδουλευμένων αποδοχών του και διαφορών αμοιβής υπερωριακής εργασίας από 1.1.2014 έως 16.4.2015 καθώς και ποσό 9.000 ευρώ για αμοιβή φύλακα του από αυτόν (ενάγοντα) συντηρητικώς κατασχεμένου πλοίου της εναγομένης και να αναγνωρισθεί  ότι η τελευταία υποχρεούται να του καταβάλει συνολικό ποσό 39.469,46 ευρώ, για τις ίδιες ως άνω αιτίες, αξιώσεις πηγάζουσες από την εργασία του ως Α’ μηχανοδηγός, στο αναφερόμενο πλοίο πλοιοκτησίας της εναγομένης κατά το χρονικό διάστημα από 27.8.2011 έως 16.4.2015. Ειδικότερα, η εκκαλουμένη αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, δέχθηκε ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη την προβληθείσα από την εναγομένη ένσταση παραγραφής και απέρριψε ως παραγεγραμμένες τις αξιώσεις του χρονικού διαστήματος από 27.8.2011 έως 31.12.2013. Ακολούθως, απέρριψε ως κατ΄ουσίαν αβάσιμη την αξίωση αποζημιώσεως συνολικού ποσού 18.000 ευρώ για αμοιβή φύλακα του συντηρητικώς κατασχεθέντος πλοίου της εναγομένης και  κατά τα λοιπά δέχθηκε την αγωγή εν μέρει ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη και υποχρέωσε την εναγομένη και ήδη εκκαλούσα-εφεσίβλητη να καταβάλει στον ενάγοντα και ήδη εκκαλούντα-εφεσίβλητο ποσό  9.808,05 ευρώ για διαφορές δεδουλευμένων αποδοχών και υπερωριακής αμοιβής αφού πρώτα δέχθηκε την ένσταση συμψηφισμού που πρότεινε η εναγομένη και αφαίρεσε από τα οφειλόμενα ποσό 354,05 ευρώ καταβληθέν ως επιμίσθιο. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται αμφότερα τα διάδικα μέρη για κακή εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη ώστε κατά τον μεν εκκαλούντα να γίνει δεκτή η αγωγή του στο σύνολό της (πλην του κονδυλίου περί επιδικάσεως ποσού 18.000 ευρώ για πρόσληψη φύλακα, το οποίο απερρίφθη από την εκκαλουμένη, κατά του σχετικού κεφαλαίου της οποίας δεν υπάρχει λόγος εφέσεως) κατά δε την εκκαλούσα να απορριφθεί η αγωγή.

ΙΙΙ.     Στην ένδικη αγωγή ο ενάγων αναφέρει το είδος και τη διάρκεια της συμβάσεως εργασίας του, τον τόπο παροχής αυτής, την ειδικότητά του, το είδος των εργασιών με τις οποίες ήταν επιφορτισμένος, τις συμφωνημένες αποδοχές του και τις καθημερινές ώρες εργασίας του (12 ώρες κάθε ημέρα), με αποτέλεσμα η αγωγή να είναι πλήρως ορισμένη χωρίς να απαιτείται  για το ορισμένο αυτής να αναφέρεται επιπροσθέτως ποιες ειδικότερες εργασίες εκτελούσε μετά το πέρας του οκταώρου, ποιος του είχε δώσει τη σχετική εντολή και έγκριση, ποιες ώρες κάθε ημέρας διαρκούσε το κανονικό του οκτάωρο και ποια ήταν η ανάγκη για τόσες πολλές ώρες υπερωρίας καθημερινώς, όπως ισχυρίζεται η εκκαλούσα με τον πρώτο λόγο της εφέσεώς της, με τον οποίο νομίμως επαναφέρει τον προταθέντα πρωτοδίκως ισχυρισμό της περί αοριστίας της αγωγής, απορριπτομένου του λόγου αυτού ως κατ΄ουσίαν αβάσιμου (βλ.  AΠ 984/2013, ΑΠ 1600/2006, ΕφΠειρ 22/2015, ΕφΠειρ 168/2014 – “Νόμος”, κα).

  1. Κατά τη διάταξη του άρθρου 289 αρ. 1 του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου (κ.ν. 3816/1958) «εις ετησίαν παραγραφήν υπόκεινται αι αξιώσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος δια την πληρωμήν των μισθών και λοιπών παροχών των πηγαζουσών εκ της συμβάσεως ναυτολογήσεως….», κατά δε τη διάταξη του άρθρου 291 εδ. α` του ίδιου Κώδικα «Η παραγραφή αρχίζει άμα τη λήξει του έτους καθ`ο συμπίπτει η αφετηρία αυτής». Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι στη θεσπιζόμενη με αυτές παραγραφή υπόκεινται αδιακρίτως όλες οι απαιτήσεις του πλοιάρχου και των μελών του πληρώματος για την πληρωμή κάθε παροχής, εφόσον πηγάζουν από τη σύμβαση ναυτολογήσεως. Η παραγραφή αυτή των ανωτέρω αξιώσεων αρχίζει μόλις λήξει το έτος, εντός του οποίου συμπίπτει η αφετηρία αυτής, διακόπτεται δε, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 260 και 261 ΑΚ με την έγερση της αγωγής ή με την αναγνώριση της αξιώσεως από τον υπόχρεο με οποιοδήποτε τρόπο. (ΑΠ 1445/2002 ΕΝΔ 30.433, ΑΠ 1185/2002 ΕΝΔ 30,435, Εφ.Πειρ. 872/2003 ΕΝΔ 31.441, EφΠειρ 520/2005, 973/2005  – “Νόμος”). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 261, 270 παρ. 1 ΑΚ, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 277 του ίδιου κώδικα, κατά την οποία το δικαστήριο δεν λαμβάνει αυτεπάγγελτα υπόψη την παραγραφή που δεν έχει προταθεί, προκύπτει ότι όπως η πρόταση παραγραφής αποτελεί αντικείμενο ενστάσεως, έτσι και η πρόταση διακοπής αυτής (παραγραφής) αποτελεί αντένσταση κατά της παραπάνω ενστάσεως, με την αυτονόητη προϋπόθεση ότι ο περιεχόμενος στην αντένσταση αυτή, που δεν λαμβάνεται αυτεπάγγελτα υπόψη, ισχυρισμός έχει τα στοιχεία που απαιτούνται από το νόμο για το πιο πάνω επιδιωκόμενο έννομο αποτέλεσμα της παρακωλύσεως γεννήσεως ή ασκήσεως ή καταλύσεως μεταγενέστερα του επιδίκου δικαιώματος και περιέχει αίτημα για απόρριψη της ενστάσεως παραγραφής λόγω διακοπής και μη συμπληρώσεως αυτής (ΑΠ 1497/2008, ΑΠ 285/2005, ΑΠ 18/1998 ΝοΒ 47.39, ΑΠ 943/1991 ΕΕΔ 51.666, ΕφΑθ 1008/2015, ΕφΑθ 901/2015, ΕφΠειρ 539/2015, ΕφΑθ 1842/2011, ΕφΑθ 6188/2009, ΕφΘεσ 2855/2004, ΕφΘεσ 2853/2004 “Νόμος”).  Τέλος,  όπου κατά τον ΚΠολΔ η επ΄ακροατηρίω διαδικασία είναι προφορική, όπως στην προκειμένη ειδική διαδικασία, για να είναι παραδεκτή η προβολή της ενστάσεως (ή αντενστάσεως), δεν αρκεί να περιέχεται αυτή στο δικόγραφο των προτάσεων (ή της προσθήκης αυτών, εάν πρόκειται για αντένσταση), αλλά πρέπει αυτή να δηλώνεται ενώπιον του ακροατηρίου του δικάζοντος δικαστηρίου και να καταγράφεται στα πρακτικά έστω και συνοπτικά (Ολ ΑΠ 2/2005,  ΑΠ 1275/2009, ΑΠ 1099/2017- “Νόμος”). Στην προκειμένη περίπτωση, η εναγομένη κατά τη συζήτηση της υποθέσεως ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της, που περιέχεται στα ταυτάριθμα της εκκαλουμένης πρακτικά και στις κατατεθείσες επί της έδρας προτάσεις της, αμυνομένη κατά της ενδίκου αγωγής, προέβαλε ένσταση παραγραφής, ισχυρισθείσα ότι οι ένδικες αξιώσεις του ενάγοντος που αφορούν στο χρονικό διάστημα από 28-8-2011 έως 31-12-2013, έχουν υποπέσει στην, κατά τις διατάξεις των άρθρων 289, 291 ΚΙΝΔ, ετήσια παραγραφή, καθόσον η ένδικη αγωγή ασκήθηκε στις 17-12-2015 και πρέπει για την αιτία αυτή να απορριφθούν ως παραγεγραμμένες. Η ένσταση αυτή έγινε δεκτή από την εκκαλουμένη ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη καθώς κρίθηκε ότι ο ενάγων δεν πρότεινε παραδεκτώς αντένσταση περί διακοπής της παραγραφής και ακολούθως  απερρίφθη το αντίστοιχο τμήμα των αγωγικών αξιώσεων λόγω παραγραφής αυτών. Κατά της ως άνω διατάξεως της εκκαλουμένης παραπονείται τώρα ο ενάγων-εκκαλών με τον πρώτο λόγο της υπό κρίση εφέσεώς του  ισχυριζόμενος ότι είχε προτείνει αντένσταση παραγραφής κατά της ως άνω ενστάσεως με την προσθήκη του επί των πρωτόδικων προτάσεών του και με προφορική δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου του ότι αρνείται τις ενστάσεις της εναγομένης. Από τα μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενα σε νομίμως επικυρωμένο αντίγραφο ταυτάριθμα της εκκαλουμένης πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου αποδεικνύεται ότι ο ενάγων κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο του ανωτέρω Δικαστηρίου δεν προέβαλε ισχυρισμό-αντένσταση για διακοπή της ως άνω παραγραφής ούτε επιγραμματικά καθόσον στα ανωτέρω πρακτικά δεν έχει καταχωρισθεί ουδεμία περί τούτου δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου του και δεν αρκεί για να ληφθεί υπόψη ως αντένσταση παραγραφής η ανάπτυξη των σχετικών ισχυρισμών στην προσθήκη επί των πρωτοδίκων προτάσεών του, οι οποίοι εξάλλου δεν συνοδεύονται από σχετικό αίτημα απορρίψεως της περί παραγραφής ενστάσεως. Ούτε αρκεί για να ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο ως αντένσταση διακοπής της παραγραφής η διηγηματική αναφορά στην αγωγή του ενάγοντος ότι  η εναγομένη επανειλημμένως δια των νομίμων εκπροσώπων της αναγνώρισε την οφειλή της προς αυτόν και συγκεκριμένα στις 23/12/2012, 23/12/2013 και 23/12/2014, αλλά και κατά την απόλυσή του, διαβεβαιώνοντάς τον ότι δεν θα χάσει τα λεφτά του καθώς ταυτοχρόνως δεν προβάλλεται ισχυρισμός περί διακοπής της παραγραφής των αντίστοιχων αξιώσεων δια της ανωτέρω αναγνωρίσεως και αίτημα απορρίψεως της σχετικής ενστάσεως παραγραφής που ήθελε προταθεί. Κατ΄ακολουθία των ανωτέρω, ορθώς η εκκαλουμένη απέρριψε ως απαράδεκτη την αντένσταση περί διακοπής της παραγραφής και ο πρώτος λόγος εφέσεως του ενάγοντος-εκκαλούντος είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
  2. Η συμφωνία αμοιβής του ναυτικού με πάγιο μηνιαίο μισθό, που στη ναυτική πρακτική ονομάζεται “κλειστός” και στον οποίο περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός και τα επιδόματα ή άλλες παροχές, που προβλέπονται από τη σχετική ναυτική συλλογική σύμβαση εργασίας, είναι έγκυρη (άρθρο 361 ΑΚ), με την προϋπόθεση ότι οι παραπάνω νόμιμες αποδοχές δεν είναι μεγαλύτερες από τον “κλειστό” μισθό που συμφωνήθηκε. Διαφορετικά, αν ο μισθός αυτός δεν καλύπτει το σύνολο των ελάχιστων νόμιμων αποδοχών, η συμφωνία αυτή δεν είναι έγκυρη και ο ναυτικός δικαιούται ν` αξιώσει τη διαφορά (ΑΠ 1013/2003 ΕΝΔ 2003.345, ΑΠ 225/2002 ΔΕΝ 2002.1314, ΕφΠειρ 391/2009 ΕΝΔ 2009.283, ΕφΠειρ 429/2008 ΕΝΔ 2008.284, ΕφΠειρ 30/2008 ΕΝΔ 2008.106). Η έννοια του κλειστού μισθού περιλαμβάνει και τη συμφωνία ότι οι υπέρτερες αποδοχές καταλογίζονται στα τυχόν ήδη καταβαλλόμενα ή και μελλοντικά επιδόματα, χωρίς ανάγκη άλλου ειδικού καθορισμού τους, ενώ το τυχόν καταβαλλόμενο επιμίσθιο πρέπει να καταβάλλεται τακτικά και παγίως, ώστε να υπολογισθεί στον καταλογισμό (ΕφΠειρ 568/2009 ΕΝΔ 2009.267). Αλλως, εάν δηλαδή δεν συμφωνήθηκε κάτι τέτοιο, με τρόπο ορισμένο και ειδικό, μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, ο εργοδότης δεν έχει την δυνατότητα να προβεί στον ως άνω συμψηφισμό, περιορίζοντας έτσι μονομερώς τις συμβατικές αποδοχές του εργαζομένου (ΑΠ 1013/2003 ΕΝαυτΔ 2003 345, ΑΠ 225/2002 ΔΕΝ 2002 1314, ΑΠ 1089/1987 ΕΝΔ 1988.114, ΕφΠειρ 441/2015- “Νόμος”, ΕφΠειρ 526/2012 ΕΝαυτΔ 2012 381, ΕφΠειρ 185/2012 ΕΝαυτΔ 2012 397). Πρέπει να σημειωθεί, ότι σε περίπτωση που δεν εξειδικεύονται οι αποδοχές, που καλύπτει ο κλειστός μισθός και υπάρχει κενό στη σύμβαση εργασίας ή γεννιέται αμφιβολία περί της εννοίας των βουλήσεων που δηλώθηκαν, αν δηλαδή περιλαμβάνονται ή όχι σ` αυτόν ορισμένες από τις νόμιμες απαιτήσεις του ναυτικού ανακύπτει θέμα ερμηνείας της σύμβασης κατά τα άρθρα 173 και 200 ΑΚ, δηλαδή όπως απαιτεί η καλή πίστη λαμβανομένων υπόψη και των συναλλακτικών ηθών (ΑΠ 1700/1998 ΕΝΔ 1999.465, Εφ.Πειρ 457/2000 ΔΕΕ 2000.895).
  3. Από την εκτίμηση των ενόρκων μαρτυρικών καταθέσεων που περιέχονται στα ταυτάριθμα της εκκαλουμένης πρακτικά, που με επίκληση προσκομίζονται σε νομίμως επικυρωμένο αντίγραφο, της υπ’ αριθ……/2016 ενόρκου βεβαιώσεως του ………. ενώπιον του Συμβολαιογράφου Ικαρίας … ., που νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται ο ενάγων, η οποία ελήφθη νόμιμα (αρθρ. 671 ΚΠολΔ), με επιμέλειά του ύστερα από προηγούμενη κλήτευση της εναγομένης (βλ. …./2016 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά ………), και όλων ανεξαιρέτως των νομίμως μετ΄επικλήσεως προσκομιζομένων εγγράφων, σε μερικά από τα οποία ενδεικτικώς μόνο γίνεται μνεία κατωτέρω, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Κατόπιν εγγράφου συμβάσεως ναυτικής εργασίας που καταρτίσθηκε την 27-8-2011, μεταξύ του ενάγοντος, Έλληνα απογεγραμμένου ναυτικού και της εναγομένης, πλοιοκτήτριας του υπό ελληνική σημαία δεξαμενόπλοιου με το όνομα «ΤXV » με αριθμό νηολογίου Πειραιώς …, ΙΜΟ …, κοχ 470,24, κκχ 263,30, το οποίο διαθέτει δύο μηχανές ισχύος συνολικά 960 KW στις 1.350 στροφές ανά λεπτό, ο ενάγων προσλήφθηκε για να ναυτολογηθεί στο πλοίο αυτό ως Α΄ μηχανοδηγός, έναντι «κλειστού» μηνιαίου μισθού και κατά τα λοιπά σύμφωνα με τους όρους εργασίας που προβλέπονταν από την από 24-12-2010 Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Μεσογειακών Φορτηγών Πλοίων, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 3525.1.4/01/2011 απόφαση του Υπουργού Θαλάσσιων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας (ΦΕΚ Β’ 127/9-2-2011). Ειδικότερα, ο ενάγων σύνηψε με την εναγομένη την από 27-08-2011 σύμβαση στην οποία προβλεπόταν «κλειστός» μηνιαίος μισθός ποσού 2.951,24 ευρώ και δη ευρώ 1.072,40 ως βασικός μισθός, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, ευρώ 201,82 ως υπερωρίες Σαββάτου και αργιών, ευρώ 260,73 ως απλές υπερωρίες, ευρώ 631,74 ως άδεια και ευρώ 103,12 ως τροφοδοσία αδείας. Σε εκτέλεση της συμφωνίας αυτής, ο ενάγων επιβιβάσθηκε και ναυτολογήθηκε την επομένη ημέρα στο ως άνω πλοίο, στο οποίο υπηρέτησε έως την 1-7-2012, οπότε κατόπιν νέας έγγραφης συμβάσεως και αντί συμφωνηθέντος μισθού ποσού ευρώ 2.799,95, συνέχισε να εργάζεται έως την 1-1-2014, οπότε κατόπιν νέας έγγραφης συμβάσεως και αντί συμφωνηθέντος μισθού εκ ποσού ευρώ 2.799,95, συνέχισε να εργάζεται έως την 6-3-2014 με την αυτή ειδικότητα. Ακολούθως, δυνάμει εγγράφου συμβάσεως ναυτικής εργασίας που καταρτίσθηκε την 29-5-2014, ο ενάγων ναυτολογήθηκε για αόριστο χρόνο στο ανωτέρω πλοίο με την αυτή ειδικότητα και αντί συμφωνηθέντος μισθού ποσού ευρώ 2.799,95 (ευρώ 1.072,40 ως βασικός μισθός, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, ευρώ 139,50 ως υπερωρίες Σαββάτου και αργιών, ευρώ 171,76 ως απλές υπερωρίες, ευρώ 631,74 ως άδεια και ευρώ 103,12 ως τροφοδοσία αδείας) και εργάσθηκε έως την 29-9-2014. Τέλος, δυνάμει εγγράφου συμβάσεως ναυτικής εργασίας που καταρτίσθηκε την 5-1-2015, ο ενάγων ναυτολογήθηκε για τέσσερις μήνες στο ανωτέρω πλοίο, με την αυτή ειδικότητα και αντί συμφωνηθέντος μισθού ποσού ευρώ 2.799,95 (ευρώ 1.072,40 ως βασικός μισθός, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 103,12 ως δώρο Πλοιοκτητών, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, ευρώ 139,50 ως υπερωρίες Σαββάτου και αργιών, ευρώ 171,76 ως απλές υπερωρίες, και ευρώ 631,74 ως άδεια) και εργάσθηκε έως την 16-4-2015, οπότε η σύμβαση λύθηκε με κοινή συναίνεση των διαδίκων. Στις αποδοχές του ενάγοντος είχε συμφωνηθεί επομένως και κονδύλιο “κλειστών υπερωριών”, προς κάλυψη τυχόν υπερωριακής απασχολήσεώς του, αναλόγως προς τις ανάγκες του πλοίου και η οποία, κατά τον όρο υπ’ αριθμ. 9 των συμβάσεων εργασίας του, δεν μπορούσε να υπερβεί τις 12 ώρες, πέραν των οποίων εδικαιούτο αυτός αμοιβής σύμφωνα με την εκάστοτε ΣΣΝΕ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι οι ένδικες αξιώσεις του ενάγοντος που γεννήθηκαν έως και τις 31.12.2013, υπέπεσαν στην ετήσια παραγραφή των διατάξεων των άρθρων 289, 291 ΚΙΝΔ. Ειδικότερα, η παραγραφή των αξιώσεών του για το έτος 2011 συμπληρώθηκε την 1.01.2013, για το έτος 2012 την 1.01.2014 και για το έτος 2013 την 1.01.2015, ενώ η ένδικη αγωγή κατατέθηκε στην Γραμματεία του παρόντος δικαστηρίου στις 16.12.2015 και επιδόθηκε στην εναγομένη στις 17.12.2015,  με αποτέλεσμα να έχει επέλθει παραγραφή των ανωτέρω αξιώσεων. Κατόπιν τούτου, ορθώς απερρίφθη από την εκκαλουμένη ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη η αγωγή ως προς τα κονδύλια που αναφέρονται στο ανωτέρω χρονικό διάστημα (δηλαδή έως και 31.12.2013) συνολικού ποσού 30.469,46 ευρώ, κατ’ αποδοχή και από ουσιαστική άποψη της σχετικής ανατρεπτικής ενστάσεως παραγραφής (άρθρα 247, 253 και 277 ΑΚ) που παραδεκτά, κατά τα ανωτέρω, προέβαλε η εναγομένη, δεδομένου ότι ο ενάγων δεν προέβαλε παραδεκτά αντένσταση διακοπής της παραγραφής, όπως προαναφέρεται. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι το πλοίο της εναγομένης, το οποίο είχε ως βάση του το Πέραμα, ήταν εφοδιαστικό δεξαμενόπλοιο, κατέπλεε δε στις εγκαταστάσεις των διυλιστηρίων Ελευσίνας ή Ασπροπύργου προκειμένου να εκτελέσει φόρτωση καυσίμων και ακολούθως, αναχωρούσε για τη μεταφορά αυτού σε διάφορα νησιά του Αιγαίου και δη όπως προκύπτει από το ημερολόγιο Γέφυρας που προσκομίζουν οι διάδικοι, αρχικώς στην Κέα, ακολούθως στην Άνδρο, Τήνο, Πάρο, Νάξο, Θήρα, Φολέγανδρο, Μήλο, Κάλυμνο έως εξαντλήσεως των καυσίμων, οπότε επέστρεφε στο Πέραμα και ακολούθως, αφού φόρτωνε εκ νέου, ξεκινούσε πάλι για την προμήθεια καυσίμων των ανωτέρω νήσων. Η παράδοση των καυσίμων γινόταν στα διάφορα πρατήρια των εκάστοτε νησιών, μέσω δύο (2) βυτιοφόρων οχημάτων, που βρίσκονταν στο ένδικο πλοίο κενά φορτίου κατά τη διάρκεια του πλου. Το κύριο έργο των πλοίου συνίστατο στη φόρτωση των καυσίμων από τα διυλιστήρια, στη μεταφορά, μεταφόρτωση των καυσίμων στο βυτιοφόρο όχημα και παράδοσή τους στα πρατήρια και επιστροφή του στη βάση ανεφοδιασμού. Το ταξίδι φορτώσεως, μεταφοράς και επιστροφής του ανωτέρω πλοίου  στη βάση ανεφοδιασμού κάθε πετρελεύσεως διαρκούσε περίπου δέκα (10) ημέρες, η δε διάρκεια πλεύσεώς του μεταξύ των διαφόρων νήσων διαρκούσε κατά μέσο όρο 14 – 15 ώρες. Στο προαναφερόμενο πλοίο υπηρέτησαν κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα (ήτοι από 1-01-2014 έως 6-03-2014, από 28-05-2014 έως 29-09-2014 και από 5-01-2015 έως 16-04-2015) εκτός από τον ενάγοντα που ήταν Α΄ μηχανοδηγός, ένας Α΄ μηχανικός , από την 1-01-2014 έως 16-04-2015, ένας Γ΄ μηχανικός,  από 17-01-2014 έως 7-02-2014, ένας Α΄ μηχανοδηγός,  από 1-01-2014 έως 17-01-2014, από 6-03-2014 έως 10-07-2014 και από 29-09-2014 έως 16-04-2015, ένας Α΄ μηχανοδηγός , από 2-05-2014 έως 28-05-2014, από 26-03-2015 έως 30-03-2015 και από 7-04-2015 έως 30-04-2015 και ένας Β΄ μηχανοδηγός από 7-02-2014 έως 2-05-2014 και από 10-07-2014 έως 5-01-2015. Υπό την ως άνω ειδικότητά του ο ενάγων εργάσθηκε στο ένδικο πλοίο κατά τα ως άνω επίδικα χρονικά διαστήματα, εκτελώντας τις ανάλογες προς αυτή εργασίες. Ειδικότερα, ο ενάγων εκτελούσε δύο εξάωρες βάρδιες φυλακής μηχανοστασίου ημερησίως στο ανωτέρω πλοίο καθημερινά, και δη από ώρα 00.00 έως 06.00 και από 12.00 έως 18.00.  Οι ισχυρισμοί της εναγομένης ότι υπηρεσίες φυλακής εκτελούσαν όλοι οι εργαζόμενοι στο μηχανοστάσιο, ήτοι και ο Α΄ Μηχανικός, με αποτέλεσμα η εργασία εκάστου να μην υπερβαίνει τις 8 ώρες ημερησίως, δεν αποδεικνύονται βάσιμοι και ισχυρή απόδειξη περί της υπερωριακής απασχολήσεως του ενάγοντος αποτελεί το γεγονός ότι , όπως προαναφέρεται, στη σύμβαση εργασίας του υπήρχε πρόβλεψη για καταβολή “κλειστού” μισθού για εργασία έως δώδεκα ώρες ημερησίως, δηλαδή προβλεπόταν η υπερωριακή εργασία. Περαιτέρω, όπως αποδεικνύεται από το προσκομιζόμενο σε φωτοαντίγραφο ημερολόγιο γέφυρας του εν λόγω πλοίου, το τελευταίο παρέμεινε αγκυροβολημένο στη θέση του στον προβλήτα ………. στο Πέραμα, σε λιμένες ή σε αγκυροβόλιο νήσου, συνολικά επί 129 ημέρες κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα (9 ημέρες τον Ιανουάριο 2014, 11 ημέρες τον Φεβρουάριο 2014, 6 ημέρες τον Μάρτιο 2014, 6 ημέρες τον Ιούνιο 2014, 6 ημέρες τον Ιούλιο 2014, 4 ημέρες τον Αύγουστο 2014, 8 ημέρα τον Σεπτέμβριο 2014, 17 ημέρες τον Ιανουάριο 2015, 15 ημέρες τον Φεβρουάριο 2015, 31 ημέρες τον Μάρτιο 2015 και 16 ημέρες τον Απρίλιο 2015), ενώ το πλοίο ήταν προσδεδεμένο στην αυτή θέση στον προβλήτα ……. για διάστημα άνω των 16 ωρών ημερησίως, επί 10 ημέρες συνολικά (2 ημέρες τον Ιανουάριο 2014, 1 ημέρα τον Ιούνιο 2014, 3 ημέρες τον Ιούλιο 2014, 2 ημέρες τον Αύγουστο 2014, 1 ημέρα τον Σεπτέμβριο 2014 και 1 ημέρα τον Φεβρουάριο 2015). O ενάγων  και κατά τις ανωτέρω ημέρες εκτελούσε κανονικά υπηρεσία φυλακής μηχανοστασίου κατά τις ίδιες ώρες. Περαιτέρω, δυνάμει του άρθρου 4 παρ.1 της ανωτέρω ΣΣΕ που διέπει την ένδικη σύμβαση εργασίας, οι ώρες εργασίας του πληρώματος του ανωτέρω πλοίου, ορίζονται σε 40 ώρες την εβδομάδα ήτοι 8 ώρες από ημέρα Δευτέρα έως και ημέρα Παρασκευή, του Σαββάτου και της Κυριακής θεωρουμένων ως ημερών αργίας. Εξάλλου, κατά την παρ.2 του ιδίου ως άνω άρθρου 4 της ανωτέρω ΣΣΕ η απασχόληση του πληρώματος πέραν των ρητώς οριζομένων ημερών και ωρών με την παρ.1 του ιδίου άρθρου, αμείβεται υπερωριακά εκάστης ώρας υπολογιζομένης ίσης προς το 1/173 του μισθού ενεργείας προσαυξημένου κατά 25% ήτοι για την ειδικότητα του μηχανοδηγού Α΄ αντί 7,75 ευρώ την ώρα και ειδικώς για την ημέρα εργασίας του Σαββάτου ή αργίας προσαυξημένη κατά 50% ήτοι 9,30 ευρώ. Τέλος, κατά την παρ.4 του ιδίου άρθρου, το επίδομα Κυριακών καλύπτει εργασία έως 8 ώρες, για την πέραν του οκταώρου απασχόληση καταβάλλεται στο πλήρωμα υπερωριακή αμοιβή, εκάστης ώρας υπολογιζομένης ίσης προς το 1/173 του μισθού ενεργείας προσαυξημένου κατά 50% ήτοι 9,30 ευρώ. Κατόπιν των ανωτέρω εκτεθέντων ο ενάγων δικαιούται τα κάτωθι ποσά εκ της εργασίας του στο ανωτέρω πλοίο κατά τα επίδικα χρονικά διαστήματα: κατά το μήνα Ιανουάριο 2014, ο ενάγων  εργάσθηκε επί 21 ημέρες καθημερινές πέραν του νομίμου ωραρίου, με αποτέλεσμα να δικαιούται για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης το ποσό των 651 ευρώ (21 Χ 4 = 84 Χ 7,75), καθώς επίσης επί 4 ώρες κατά τις 4 ημέρες Κυριακής του εν λόγω μήνα, 12 ώρες επί 4 Σάββατα και 12 ώρες κατά τις αργίες 1/1 και 6/1, ημέρες Πρωτοχρονιάς και Θεοφανείων αντίστοιχα (άρθρο 9 ανωτέρω ΣΣΕ) και επομένως δικαιούται για την εργασία αυτή το ποσό των 818,40 ευρώ [{(4 Χ 4=) 16 + (6 Χ 12=) 72=} 88 Χ 9,30]. Συνολικά για υπερωριακή εργασία κατά τον εν λόγω μήνα ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των 1.469,40 ευρώ (651 + 818,40). Κατά δε το μήνα Φεβρουάριο 2014, ο ίδιος εργάσθηκε επί 20 ημέρες καθημερινές, πέραν του νομίμου ωραρίου, με αποτέλεσμα να δικαιούται για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης ποσό 620 ευρώ [(20 Χ 4=) 80 Χ 7,75], καθώς επίσης επί 4 ώρες κατά τις 4 ημέρες Κυριακής του εν λόγω μήνα και 12 ώρες επί 4 Σάββατα και επομένως δικαιούται για την εργασία αυτή το ποσό των 595,20 ευρώ [{(4 Χ 4=) 16 + (4 Χ 12=) 48=} 64 Χ 9,30]. Συνολικά, για υπερωριακή εργασία κατά τον εν λόγω μήνα ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των 1.215,20 ευρώ (620 + 595,20). Σύμφωνα με την από 1-1-2014 σύμβαση εργασίας που καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων, ο ενάγων εδικαιούτο μηνιαίως το ποσό των 2.799,95 ευρώ, ήτοι ευρώ 1.072,40 ως Βασικό Μισθό, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, ευρώ 139,50 ως υπερωρίες Σαββάτου και αργιών, ευρώ 171,76 ως απλές υπερωρίες, ευρώ 631,74 ως άδεια και ευρώ 103,12 ως τροφοδοσία αδείας. Αντίθετα δεν είχε συμφωνηθεί ότι ο ενάγων θα λαμβάνει και το εκ ποσού 83,19 ευρώ επίδομα μηχανικού – μηχανοδηγού,  το οποίο αφορά τον εκτελούντα καθήκοντα διεύθυνσης μηχανοστασίου και όχι όλο το προσωπικό (σχετικά και το από 15-9-2015 έγγραφο Διεύθυνσης Ναυτικής εργασίας), όπως ορθώς έκρινε η εκκαλουμένη,  απορριπτομένου ως αβάσιμου του δεύτερου λόγου εφέσεως του ενάγοντος με τον οποίο αυτός προβάλλει το αντίστοιχο παράπονο. Με βάση τον ανωτέρω συμφωνηθέντα μισθό, σε συνδυασμό με τις ώρες υπερωριακής εργασίας του ενάγοντος, αποδείχθηκε ότι ο τελευταίος για το μήνα Ιανουάριο 2014 εδικαιούτο ως αμοιβή το ποσό των 3.958,09 ευρώ (ευρώ 1.072,40 ως Βασικό Μισθό, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, ευρώ 631,74 ως άδεια και ευρώ 103,12 ως τροφοδοσία αδείας, καθώς και 1.469,40 ευρώ ως απλές υπερωρίες και υπερωρίες Σαββάτου και αργιών, όπως αναλύεται ανωτέρω), για δε το μήνα Φεβρουάριο 2014 εδικαιούτο ως αμοιβή το ποσό των 3.703,89 ευρώ (ευρώ 1.072,40 ως Βασικό Μισθό, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, ευρώ 631,74 ως άδεια και ευρώ 103,12 ως τροφοδοσία αδείας, καθώς και ευρώ 1.215,20 ως απλές υπερωρίες και υπερωρίες Σαββάτου και αργιών, όπως αναλύεται ανωτέρω). Και συνολικά για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2014 εδικαιούτο το ποσό των 7.661,98 ευρώ (3.958,09 + 3.703,89). Ο ενάγων, για το ίδιο χρονικό διάστημα, ήτοι από 1-1-2014 έως 28-2-2014, έλαβε από την εναγομένη  το ποσό των 5.599,90 ευρώ και, ως εκ τούτου, δικαιούται το  υπόλοιπο, ποσού 2.062,08 ευρώ (7.661,98 – 5.599,90). Κατά το χρονικό διάστημα από 1-3-2014 έως 6-3-2014, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων εργάσθηκε επί 3 ημέρες καθημερινές πέραν του νομίμου ωραρίου με αποτέλεσμα να δικαιούται για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης ποσό 93 ευρώ (3 Χ 4 = 12 Χ 7,75), καθώς επίσης επί 4 ώρες μία ημέρα Κυριακής, 12 ώρες μίας ημέρας Σαββάτου και 12 ώρες κατά την ημέρα αργίας 3/3 Καθαρή Δευτέρα (άρθρο 9 ανωτέρω ΣΣΕ) και επομένως δικαιούται για την εργασία αυτή το ποσό των 260,40 ευρώ [{(1 Χ 4=) 4 + (2 Χ 12=) 24=} 28 Χ 9,30]. Συνολικά για υπερωριακή εργασία κατά τον εν λόγω μήνα ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των 353,40 ευρώ (93 + 260,40). Ο ενάγων εδικαιούτο κατά την ανωτέρω σύμβαση εργασίας το ποσό των ευρώ 497,74 για αναλογία του ανωτέρω συμφωνηθέντος μισθού (συμφωνηθείς μισθός χωρίς τις υπερωρίες 2.488,69 € : 30 = 82,956 € Χ 6 ημέρες που εργάσθηκε) πλέον ευρώ 353,50 για υπερωριακή απασχόληση κατά τα άνω και συνολικά 851,24 ευρώ εκ του οποίου ποσού, όπως προκύπτει από τη σχετική απόδειξη καταβολής που προσκομίζει ο ενάγων, έλαβε το ποσό των ευρώ 559,99 και ως εκ τούτου δικαιούται το ποσό των 291,25 ευρώ. Περαιτέρω, σύμφωνα με την από 29-5-2014 σύμβαση εργασίας που καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων,  ο ενάγων εδικαιούτο μηνιαίως το ποσό των 2.799,95 ευρώ, ήτοι ευρώ 1.072,40 ως Βασικό Μισθό, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, ευρώ 631,74 ως άδεια και ευρώ 103,12 ως τροφοδοσία αδείας, πλέον ευρώ 139,50 για υπερωρίες ημερών Σαββάτου και αργιών και ευρώ 171,76 για υπερωρίες απλές. Ο ίδιος, δεδομένου ότι εργάσθηκε από 28-5-2014 έως 31-5-2014, αποδείχθηκε ότι εργάσθηκε επί 2 ημέρες καθημερινές πέραν του νομίμου ωραρίου με αποτέλεσμα να δικαιούται για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης ποσό 62 ευρώ (2 Χ 4= 8 Χ 7,75), καθώς επίσης επί 12 ώρες κατά τη μία ημέρα Σαββάτου και 12 ώρες κατά την αργία 29/5 ημέρα εορτής Αναλήψεως (άρθρο 9 ανωτέρω ΣΣΕ) και επομένως δικαιούται για την εργασία αυτή το ποσό των 223,20 ευρώ (2 Χ 12 = 24 Χ 9,30). Συνολικά για υπερωριακή εργασία κατά τον εν λόγω μήνα, ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των 285,20 ευρώ (62 + 223,20). Ως εκ τούτου, για την εργασία του κατά τον εν λόγω μήνα εδικαιούτο κατά την ανωτέρω σύμβαση εργασίας το ποσό των ευρώ 331,82 για αναλογία του ανωτέρω συμφωνηθέντος μισθού (συμφωνηθείς μισθός χωρίς τις υπερωρίες 2.488,69 € : 30 = 82,956 € Χ 4 ημέρες που εργάσθηκε), πλέον αμοιβή υπερωριών εκ ποσού 285,20 ευρώ, ήτοι 617,02 ευρώ. Περαιτέρω, ο ενάγων κατά το μήνα Ιούνιο 2014, αποδείχθηκε ότι εργάσθηκε επί 21 ημέρες καθημερινές πέραν του νομίμου ωραρίου με αποτέλεσμα να δικαιούται για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης ποσό 651 ευρώ (21 Χ 4 = 84 Χ 7,75), καθώς επίσης επί 4 ώρες κατά τις 5 ημέρες Κυριακής του εν λόγω μήνα και 12 ώρες επί 4 Σάββατα και επομένως δικαιούται για την εργασία αυτή το ποσό των 632,40 ευρώ [{(4 Χ 5=) 20 + (4 επί 12=) 48 =} 68 Χ 9,30]. Συνολικά για υπερωριακή εργασία κατά τον εν λόγω μήνα ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των 1.283,40 ευρώ (651 + 632,40). Κατά την τελευταία ως άνω σύμβαση εργασίας εδικαιούτο το ποσό των ευρώ 1.072,40 ως Βασικό Μισθό, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, ευρώ 631,74 ως άδεια και ευρώ 103,12 ως τροφοδοσία αδείας, καθώς και ευρώ 1.283,40 για υπερωρίες Σαββάτου, αργιών και απλές υπερωρίες, ήτοι 3.772,09 ευρώ. Συνολικά για την εργασία του από 28-5-2014 έως 30-6-2014 ο ενάγων εδικαιούτο ως αμοιβή από την εναγομένη το συνολικό ποσό των 4.389,11 ευρώ (617,02 + 3.772,09), έλαβε δε το ποσό των 3.173,28 ευρώ και ως εκ τούτου δικαιούτο το υπόλοιπο, ποσού 1.215,83 ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, κατά το μήνα Ιούλιο 2014, εργάσθηκε επί 23 ημέρες καθημερινές πέραν του νομίμου ωραρίου, με αποτέλεσμα να δικαιούται για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης το ποσό των 713 ευρώ (23 Χ 4= 92 Χ 7,75), καθώς επίσης επί 4 ώρες κατά τις 4 ημέρες Κυριακής του εν λόγω μήνα και 12 ώρες επί 4 Σάββατα και επομένως δικαιούται για την εργασία αυτή το ποσό των 595,20 ευρώ [{(4 Χ 4=) 16 + (4 Χ 12=) 48=} 64 Χ 9,30]. Συνολικά για υπερωριακή εργασία κατά τον εν λόγω μήνα ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των 1.308,20 ευρώ (713 + 595,20). Επιπλέον, με βάση την ανωτέρω τελευταία έγγραφη σύμβασης εργασίας του εδικαιούτο το ποσό των 2.488,69 ευρώ (ευρώ 1.072,40 ως Βασικό Μισθό, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, ευρώ 631,74 ως άδεια και ευρώ 103,12 ως τροφοδοσία αδείας), πλέον της ανωτέρω εκ ποσού 1.308,20 ευρώ αμοιβής του για την ανωτέρω υπερωριακή του απασχόληση και συνολικά εδικαιούτο το ποσό των 3.796,89 ευρώ. Κατά δε το μήνα Αύγουστο 2014, ο ίδιος ενάγων αποδείχθηκε ότι εργάσθηκε επί 20 ημέρες καθημερινές πέραν του νομίμου ωραρίου με αποτέλεσμα να δικαιούται για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης ποσό 620 ευρώ (20 Χ 4 = 80 Χ 7,75), καθώς επίσης επί 4 ώρες κατά τις 5 ημέρες Κυριακής του εν λόγω μήνα, 12 ώρες επί 5 Σάββατα και 12 ώρες κατά την αργία της 15/6 (άρθρο 9 ανωτέρω ΣΣΕ) και επομένως δικαιούται για την εργασία αυτή το ποσό των 855,60 ευρώ [{(5 Χ 4=) 20 + (6 Χ 12=) 72=} 92 Χ 9,30]. Συνολικά για υπερωριακή εργασία κατά τον εν λόγω μήνα ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των 1.475,60 ευρώ (620 + 855,60). Κατά την ανωτέρω σύμβαση εργασίας εδικαιούτο ως αμοιβή το ποσό των 2.488,69 ευρώ (ευρώ 1.072,40 ως Βασικό Μισθό, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, ευρώ 631,74 ως άδεια και ευρώ 103,12 ως τροφοδοσία αδείας), πλέον της ανωτέρω εκ ποσού ευρώ 1.475,60 αμοιβής του για την ανωτέρω υπερωριακή του απασχόληση και συνολικά εδικαιούτο το ποσό των 3.964,29 ευρώ. Συνολικά για τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο 2014 εδικαιούτο το ποσό των 7.761,18 ευρώ (3.796,89 + 3.964,29), έναντι του οποίου, όπως προκύπτει από την σχετική απόδειξη μισθοδοσίας που προσκομίζεται ο ενάγων έλαβε το ποσό των 5.599,90 ευρώ και ως εκ τούτου δικαιούται το ποσό των 2.161,28 ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, κατά το χρονικό διάστημα από 1-9-2014 έως 29-9-2014, οπότε απολύθηκε, εργάσθηκε επί 21 ημέρες καθημερινές πέραν του νομίμου ωραρίου με αποτέλεσμα να δικαιούται για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης ποσό 651 ευρώ  (21 Χ 4= 84 Χ 7,75), καθώς επίσης επί 4 ώρες κατά τις 3 ημέρες Κυριακής του εν λόγω μήνα, 12 ώρες επί 4 Σάββατα και 12 ώρες κατά την αργία της 14/9 (άρθρο 9 ανωτέρω ΣΣΕ) και επομένως δικαιούται για την εργασία αυτή το ποσό των 669,60 ευρώ [{(4 Χ 3=) 12 + (5 Χ 12=) 60=} 72 Χ 9,30]. Συνολικά για υπερωριακή εργασία κατά τον εν λόγω μήνα ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των 1.320,60 ευρώ (651 + 669,60). Κατά την ανωτέρω σύμβαση εργασίας εδικαιούτο ως αμοιβή το ποσό των 2.488,69 ευρώ (ευρώ 1.072,40 ως Βασικό Μισθό, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, ευρώ 631,74 ως άδεια και ευρώ 103,12 ως τροφοδοσία αδείας) και για τις 29 ημέρες που εργάσθηκε το ποσό των 2.405,73 ευρώ (2.488,69 : 30 = 82,956 Χ 29), πλέον της ανωτέρω εκ ποσού 1.320,60 ευρώ αμοιβής του για την ανωτέρω υπερωριακή του απασχόληση και συνολικά εδικαιούτο το ποσό των 3.726,33 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 2.799,95 ευρώ και ως εκ τούτου δικαιούται το ποσό των 926,38 ευρώ.  Αποδείχθηκε επίσης ότι ο ενάγων επαναπροσλήφθηκε με την αυτή ειδικότητά του από την εναγομένη την 5-1-2015, δυνάμει εγγράφου συμβάσεως ορισμένου χρόνου διαρκείας τεσσάρων μηνών, με συμφωνηθέντα μικτό μισθό  ποσού 2.799,95 ευρώ, εκ του οποίου ποσό ευρώ 1.072,40 ως Βασικό Μισθό, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 103,12 ως δώρο Πλοιοκτητών, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, ευρώ 139,50 ως υπερωρίες Σαββάτου και αργιών, ευρώ 171,76 ως απλές υπερωρίες και ευρώ 631,74 ως άδεια. Αποδείχθηκε δε ότι κατά το χρονικό διάστημα από 5-1-2015 έως 31-1-2015, εργάσθηκε επί 19 ημέρες καθημερινές πέραν του νομίμου ωραρίου με αποτέλεσμα να δικαιούται για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης ποσό 589 ευρώ (19 Χ 4= 76 Χ 7,75), καθώς επίσης επί 4 ώρες κατά τις 3 ημέρες Κυριακής του εν λόγω μήνα, 12 ώρες επί 4 Σάββατα και 12 ώρες κατά την αργία της 6/1 ημέρα Θεοφανείων (άρθρο 9 ανωτέρω ΣΣΕ) και επομένως δικαιούται για την εργασία αυτή το ποσό των 669,60 ευρώ [{(4 Χ 3=) 12 + (5 Χ 12=) 60 =} 72 Χ 9,30]. Συνολικά για υπερωριακή εργασία κατά τον εν λόγω μήνα ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των 1.258,60 ευρώ (589 + 669,60). Με βάση την ανωτέρω συμφωνηθείσα αμοιβή εδικαιούτο μηνιαίως το ποσό των ευρώ 1.072,40 ως Βασικό Μισθό, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 103,12 ως δώρο Πλοιοκτητών, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, και ευρώ 631,74 ως άδεια και συνολικά 2.488,69 ευρώ και για τις 27 ημέρες που εργάσθηκε το ποσό των 2.239,82 ευρώ (2.488,69 : 30 = 82,956 Χ 27), πλέον ποσό 1.258,60 ευρώ για την ανωτέρω υπερωριακή του εργασία, ήτοι συνολικά 3.498,42 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 2.519,96 ευρώ εκ του οποίου ποσό 92,81 ευρώ ως δώρο πλοιοκτητών, και ως εκ τούτου δικαιούται το ποσό των 978,46 ευρώ. Κατά το μήνα Φεβρουάριο 2015, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων εργάσθηκε επί 19 ημέρες καθημερινές πέραν του νομίμου ωραρίου με αποτέλεσμα να δικαιούται για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης ποσό 589 ευρώ (19 Χ 4= 76 Χ 7,75), καθώς επίσης επί 4 ώρες κατά τις 4 ημέρες Κυριακής του εν λόγω μήνα, 12 ώρες επί 4 Σάββατα και 12 ώρες κατά την αργία της Καθαρής Δευτέρας στις 23-2-2015 (άρθρο 9 ανωτέρω ΣΣΕ) και επομένως δικαιούται για την εργασία αυτή το ποσό των 706,80 ευρώ [{(4 Χ 4=) 16 + (5 Χ 12=) 60=} 76 Χ 9,30]. Συνολικά για υπερωριακή εργασία κατά τον εν λόγω μήνα ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των 1.295,80 ευρώ (589 + 706,80). Με βάση την ανωτέρω συμφωνηθείσα αμοιβή εδικαιούτο το ποσό των ευρώ 1.072,40 ως Βασικό Μισθό, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 103,12 ως δώρο Πλοιοκτητών, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, και ευρώ 631,74 ως άδεια και συνολικά ευρώ 2.488,69 πλέον ποσό 1.295,80 ευρώ για την ανωτέρω υπερωριακή του εργασία, ήτοι συνολικά το ποσό των 3.784,49 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 2.799,95 ευρώ εκ του οποίου ποσό 103,12 ευρώ ως δώρο πλοιοκτητών, και ως εκ τούτου δικαιούται το ποσό των 984,54 ευρώ. Κατά το μήνα Μάρτιο 2015 αποδείχθηκε ότι ο ενάγων εργάσθηκε επί 21 ημέρες καθημερινές πέραν του νομίμου ωραρίου με αποτέλεσμα να δικαιούται για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης ποσό 651 ευρώ {(21 Χ 4 = 84 Χ 7,75), καθώς επίσης επί 4 ώρες κατά τις 5 ημέρες Κυριακής του εν λόγω μήνα, 12 ώρες επί 4 Σάββατα και 12 ώρες κατά την αργία της 25/3 (άρθρο 9 ανωτέρω ΣΣΕ) και επομένως δικαιούται για την εργασία αυτή το ποσό των 744 ευρώ [{(4 Χ 5=) 20 + (5 Χ 12=) 60=} 80 Χ 9,30]. Συνολικά για υπερωριακή εργασία κατά τον εν λόγω μήνα ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των 1.395 ευρώ (651 + 744). Με βάση την ανωτέρω συμφωνηθείσα αμοιβή εδικαιούτο το ποσό των ευρώ 1.072,40 ως Βασικό Μισθό, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 103,12 ως δώρο Πλοιοκτητών, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, και ευρώ 631,74 ως άδεια και συνολικά 2.488,69 ευρώ πλέον ποσό 1.395 ευρώ για την ανωτέρω υπερωριακή του εργασία, ήτοι συνολικά το ποσό των 3.883,69 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 2.799,95 ευρώ εκ του οποίου ποσό 103,12 ευρώ ως δώρο πλοιοκτητών, και ως εκ τούτου δικαιούται το ποσό των 1.083,74 ευρώ. Τέλος, κατά το χρονικό διάστημα από 1-4-2015 έως 16-4-2015, αποδείχθηκε ότι ο ενάγων εργάσθηκε επί 10 ημέρες καθημερινές πέραν του νομίμου ωραρίου με αποτέλεσμα να δικαιούται για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης ποσό 310 ευρώ (10 Χ 4= 40 Χ 7,75), καθώς επίσης επί 4 ώρες δύο ημέρες Κυριακής  εκ των οποίων η 12/4 ημέρα Πάσχα, δεδομένου ότι δεν αναφέρεται ως ημέρα αργίας στο άρθρο 9 της ανωτέρω ΣΣΕ, 12 ώρες επί 2 Σάββατα και 12 ώρες κατά τις αργίες 10/4 και 13/4 ημέρες Μεγάλης Παρασκευής και δεύτερης ημέρας του Πάσχα, αντίστοιχα (άρθρο 9 ανωτέρω ΣΣΕ) και επομένως δικαιούται για την εργασία αυτή το ποσό των 520,80 ευρώ [{(2 Χ 4=) 8 + (4 Χ 12=) 48=} 56 επί 9,30]. Συνολικά για υπερωριακή εργασία κατά τον εν λόγω μήνα ο ενάγων εδικαιούτο το ποσό των 830,80 ευρώ (310 + 520,80). Με βάση την ανωτέρω συμφωνηθείσα αμοιβή, εδικαιούτο μηνιαίως το ποσό των ευρώ 1.072,40 ως Βασικό Μισθό, ευρώ 235,93 ως επίδομα Κυριακών 22%, ευρώ 103,12 ως δώρο Πλοιοκτητών, ευρώ 428,96 ως επίδομα δεξαμενόπλοιου, ευρώ 16,54 ως επίδομα ανθυγιεινό, και ευρώ 631,74 ως άδεια και συνολικά 2.488,69 ευρώ και για τις 16 ημέρες που εργάσθηκε το ποσό των 1.327,30  ευρώ (2.488,69 : 30 = 82,956 Χ 16) πλέον ποσό 830,80 ευρώ για την ανωτέρω υπερωριακή του εργασία, ήτοι συνολικά το ποσό των 2.158,10 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 1.699,56 ευρώ εκ του οποίου ποσό 55 ευρώ ως δώρο πλοιοκτητών, και ως εκ τούτου δικαιούται το ποσό των 458,54 ευρώ. Συνολικά, πέραν των ανωτέρω καταβληθέντων, ο ενάγων δικαιούται για τις προαναφερόμενες αιτίες το συνολικό ποσό των 10.162,10 ευρώ (2.062,08 + 291,25 + 1.215,83 +  2.161,28 + 926,38 + 978,46 + 984,54 + 1.083,74 + 458,54).  Το γεγονός ότι το ανωτέρω  πλοίο τα ένδικα χρονικά διαστήματα ταξίδευε με πλήρη σύνθεση πληρώματος δεν αναιρεί την παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου ως προς την πραγματοποιούμενη καθημερινά υπερωριακή εργασία, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 του Κώδικα Δημόσιου Ναυτικού Δικαίου (Ν.Δ. 187/1973), η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση του πληρώματος του πλοίου αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και όχι στην ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία.  Το γεγονός, εξάλλου, ότι η παραπάνω υπερωριακή εργασία του ενάγοντος δεν αναγραφόταν στο βιβλίο υπερωριών και ιδιαίτερων αμοιβών του πληρώματος, το οποίο τηρούσε η εναγομένη, δεν αποτελεί απόδειξη που ανατρέπει τα ανωτέρω αποδειχθέντα. Σημειωτέον, ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των μισθοδοτικών του καταστάσεων (περιλαμβάνουσες και τις αποδοχές των υπερωριών) δεν συνιστά παραίτηση από τα σχετικά εκ των υπερωριών δικαιώματά του, λαμβανομένης υπόψη αφενός της δύσκολης θέσης κάθε εργαζομένου, που φοβάται την απόλυσή του και μάλιστα σε περίοδο υψηλού δείκτη ανεργίας αφετέρου της ανάγκης του για εργασία. Σε κάθε περίπτωση, και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των καταστάσεων μισθοδοσίας (περιλαμβάνουσες και τις αποδοχές των υπερωριών) ενέχει παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του από την παροχή της εργασίας του (άφεση χρέους) η παραίτηση αυτή είναι άνευ εννόμου επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα νόμιμα δικαιώματά του που πηγάζουν είτε από το νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτατα όρια προστασίας,  ακόμα κι αν αυτή (παραίτηση) έλαβε χώρα μετά τη λύση της συμβάσεως εργασίας, είναι άκυρη (ΜΕφΠειρ 582/2014, ΕφΠειρ 660/2010, ΕφΠειρ 1117/2005, ΕφΠειρ 1/2003- “Νόμος”), απορριπτομένων ως αβάσιμων όλων των αντίθετων ισχυρισμών της εκκαλούσας που προβάλλονται με την έφεσή της ως λόγοι πλήττοντες την εκτίμηση των αποδείξεων. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι στις καταρτισθείσες έγγραφες συμβάσεις ναυτικής εργασίας μεταξύ των διαδίκων περιελήφθη ο υπό στοιχ. 17 ειδικός όρος με το εξής περιεχόμενο «Η εταιρεία επιφυλάσσει στον εαυτό της κατά την ανέλεγκτη κρίση της να χορηγεί στο ναυτικό, κατά τη διάρκεια παροχής των υπηρεσιών αυτού και πρόσθετο χρηματικό ποσό ως επιμίσθιο (Δώρο πλοιοκτήτου/bonus) σε αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, της δραστηριότητας και του ζήλου στην εκτέλεση των καθηκόντων του. Το ποσό αυτό δεν αποτελεί μέρος του μισθού του ναυτικού, αλλά δωρεάν παροχή της εταιρείας προς αυτόν και κατά την έννοια αυτή είναι ελευθέρως ανακλητή οποτεδήποτε, η δε εταιρεία διατηρεί το δικαίωμα με μονομερή δήλωσή της προς τον ναυτικό να καταλογίζει την παροχή αυτή προς άλλες αξιώσεις του ναυτικού που απορρέουν από την παρούσα σύμβαση ή να συμψηφίζει το ποσό αυτό με μεταγενέστερες αυξήσεις του τελευταίου από τις σχετικές συλλογικές συμβάσεις αποδοχών». Από το περιεχόμενο του όρου αυτού, ερμηνευομένου όπως απαιτεί η καλή πίστη, λαμβανομένων υπόψη των συναλλακτικών ηθών, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται ανωτέρω υπό στοιχείο V, προκύπτει ότι τα συμβληθέντα μέρη συμφώνησαν ώστε να συμψηφίζεται το καταβαλλόμενο στον εργαζόμενο ως επιμίσθιο (Δώρο πλοιοκτήτου/bonus) ποσό, με τις αξιώσεις του ενάγοντος από την ένδικη  σύμβαση ναυτικής εργασίας, συμπεριλαμβανομένων και των αξιώσεών του από πρόσθετη αμοιβή λόγω παροχής υπερωριακής εργασίας, ενόψει του ότι η ειδικότερη συμφωνία για συμψηφισμό αφορά οποιαδήποτε αξίωση του ναυτικού που απορρέει από την εν λόγω σύμβαση. Από τους προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας αποδεικνύεται ότι καταβλήθηκε στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 354,05 ευρώ (92,81 + 103,12 + 103,12 + 55) ως δώρο πλοιοκτητών. Εκ του ανωτέρω επομένως ποσού των 10.162,10 ευρώ, θα πρέπει, δεκτής γενομένης της σχετικής ενστάσεως συμψηφισμού που παραδεκτώς προέβαλε πρωτοδίκως η εναγομένη, να αφαιρεθεί ποσό 354,05 ευρώ, κι επομένως ο ενάγων διατηρεί απαίτηση κατά της εναγομένης ποσού 9.808,05 ευρώ (10.162,10 – 354,05), απορριπτομένου ως αβάσιμου του τρίτου λόγου εφέσεως του ενάγοντος με τον οποίο αυτός προβάλλει το αντίστοιχο παράπονο κατά της εκκαλουμένης. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι όπως αποδεικνύεται από τις σχετικές αποδείξεις καταβολής μισθοδοσίας, πριν τον Ιανουάριοο 2015, δεν καταβαλλόταν στον ενάγοντα από την εναγομένη αντίστοιχο Δώρο Πλοιοκτήτη, ενώ καταβλήθηκε στον ενάγοντα σε μηνιαία βάση, έως και τον Σεπτέμβριο του έτους 2014 το ποσό των 103,12 ευρώ ως τροφοδοσία αδείας. Σύμφωνα με τον  ανωτέρω αναφερόμενο συμβατικό όρο, που ερμηνεύεται κατά τα άρθρα 173 και 200 ΑΚ, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του επιτρεπτού συμβατικού συμψηφισμού του ποσού που καταβλήθηκε ως τροφοδοσία αδείας με την οφειλόμενη στον ενάγοντα αμοιβή από υπερωριακή εργασία, διότι μεταξύ των διαδίκων δεν συμφωνήθηκε ότι το ποσό αυτό θα καταλογίζεται σε τυχόν αξιώσεις του ναυτικού που θα προκύψουν στο μέλλον, δεδομένου ότι το πρόσθετο τούτο ποσό αποτελεί μέρος του συμφωνηθέντος μισθού και όχι δωρεάν παροχή της εναγομένης, ελευθέρως ανακλητή ή δυναμένη μονομερώς να καταλογισθεί προς άλλες αξιώσεις του ναυτικού, απορρέουσες εκ της συμβάσεως. Με τον τελευταίο λόγο εφέσεώς της η εναγομένη-εκκαλούσα παραδεκτώς επαναφέρει την πρωτοδίκως προταθείσα ένσταση συμψηφισμού όσον αφορά στο ποσό των 1.399,98 ευρώ που κατεβλήθη στον ενάγοντα από αυτή ως αποζημίωση απολύσεως, ισχυριζόμενη ότι η ένδικη σύμβαση  εργασίας έληξε πρόωρα με την αμοιβαία συναίνεση του ενάγοντα και γι’ αυτό δεν ήταν υποχρεωμένη να του καταβάλει αποζημίωση, την οποία του κατέβαλε “ως μη έδει και εξ ελευθεριότητος”, όπως επί λέξει αναφέρει στην έφεσή της. Ο λόγος αυτός εφέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος διότι στην ένδικη σύμβαση δεν προβλεπόταν η δυνατότητα τέτοιου συμψηφισμού ούτε μπορεί να θεωρηθεί η αποζημίωση απολύσεως ως bonus/επιμίσθιο ή ως μισθολογική παροχή ώστε να υπόκειται σε συμψηφισμό με τις οφειλόμενες αποδοχές του ενάγοντος από υπερωριακή εργασία. Με τον τελευταίο λόγο της εφέσεώς του παραπονείται ο ενάγων για το ύψος των επιδικασθέντων πρωτοδίκως δικαστικών εξόδων ισχυριζόμενος ότι η εναγομένη έπρεπε να καταδικασθεί στο σύνολο της δικαστικής του δαπάνης και όχι σε μέρος αυτής, χωρίς όμως να προβάλλει και ειδικότερο παράπονο ως προς τον τρόπο υπολογισμού της πρωτοδίκως επιβληθείσης δικαστικής δαπάνης. Η εκκαλουμένη καταδίκασε την εναγομένη σε μέρος των δικαστικών  εξόδων του ενάγοντος ποσού 400 ευρώ, ορθώς, εφόσον η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή (178 παρ. 1 ΚΠολΔ) και ο εξεταζόμενος λόγος εφέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

VII. Ενόψει των προηγουμένων, δεν έσφαλε η εκκαλουμένη που υποχρέωσε την εναγομένη και ήδη εκκαλούσα-εφεσίβλητη  να καταβάλει στον ενάγοντα και ήδη εκκαλούντα-εφεσίβλητο, για τις ανωτέρω αιτίες, το συνολικό ποσό των 9.808,05 ευρώ, με  το νόμιμο τόκο από την επομένη της δήλης ημέρας κατά την οποία καθένα από τα επιμέρους κονδύλια ήταν καταβλητέο (ΟλΑΠ 39-40/2002), ήτοι από την παρέλευση της δήλης ημέρας καταβολής κάθε μηνιαίου μισθού, που συμπίπτει με την τελευταία μέρα κάθε μήνα, κατά τον οποίο ο ενάγων παρείχε την εργασία του (άρθρα 341 παρ. 1 και 655 ΑΚ), μέχρι την πλήρη εξόφληση, αλλ’ ορθώς τον νόμο εφάρμοσε κι εκτίμησε τις αποδείξεις και όσα αντίθετα υποστηρίζουν οι εκκαλούντες με τις υπό κρίση εφέσεις τους είναι απορριπτέα ως αβάσιμα, όπως και οι εφέσεις στο σύνολό τους. Τέλος, κάθε εκκαλών πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα του αντιδίκου του του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (176, 183, 189, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

-Συνεκδικάζει την από  10.5.2017 (ΓΑΚ …../2017 ΕΑΚ …../2017 ) έφεση και την από 10.5.2017 (ΓΑΚ …../2017 ΕΑΚ …../2017) έφεση κατ` αντιμωλία των διαδίκων.

– Δέχεται τυπικά αυτές.

-Απορρίπτει αυτές κατ’ ουσίαν.

-Καταδικάζει τον εκκαλούντα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των 600 ευρώ.

-Καταδικάζει την εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των 600 ευρώ.

-Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη, δημόσια, στο ακροατήριό του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 28 Μαρτίου 2018.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ