Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 295/2018

Αριθμός απόφασης    295/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ειδική Διαδικασία άρθρ. 681Α ΚΠολΔ

 Αποτελούμενο από τη Δικαστή Θεοκτή Νικολαΐδου, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου και τη γραμματέα Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις των άρθρων 533 και 535 ΚΠολΔ σε συνδυασμό αυτή του άρθρου 522 ιδίου Κώδικα συνάγεται ότι η δίκη, που διεξάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου, που δικάζει την υπόθεση ως Εφετείο, διέρχεται τρία στάδια: 1) κατά το πρώτο στάδιο εξετάζεται το παραδεκτό της έφεσης (άρθρ. 532 ΚΠολΔ) ήτοι αν ασκήθηκε εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις, αν η απόφαση προσβάλλεται με το ένδικο μέσο της έφεσης, αν ασκείται από ή κατά προσώπου νομιμοποιούμενου κατά νόμο, αν ο ασκών έχει έννομο συμφέρον, αν ασκήθηκε για πρώτη φορά ή υπό αίρεση, πλην της επικουρικής έφεσης, όπου αυτή επιτρέπεται ή ασκήθηκε μετά την παραίτηση από αυτή. 2) κατά το δεύτερο στάδιο ερευνάται το παραδεκτό των κατ΄ ιδίαν λόγων της έφεσης (άρθρ. 533§1 ΚΠολΔ). Αν λείπει μία από τις προϋποθέσεις παραδεκτού της έφεσης το Δικαστήριο απορρίπτει αυτή ως απαράδεκτη και αυτεπαγγέλτως. 3) Κατά το τρίτο στάδιο κρίνεται το βάσιμο ή όχι (νομικό και ουσιαστικό) των λόγων αυτής. Η βασιμότητα ή μη των λόγων έφεσης κρίνεται από την εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, που προσκομίστηκε στο Εφετείο, στο οποίο περιλαμβάνεται και εκείνο, που για πρώτη φορά προσκομίστηκε ενώπιον του Εφετείου στην κατ΄ έφεση δίκη κατ΄άρθρ. 529§§1-2 ΚΠολΔ (ΕφΑθ 5827/2004 ΕλλΔνη 46 243, ΕφΑθ 7792/2002 ΕλλΔνη 46 556).

Στην προκειμένη περίπτωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ασκήθηκε η από 8-2-2017 (αριθμός εκθέσεως καταθέσεως …../2017 και ορισμού δικασίμου στο παρόν Δικαστήριο ……./2017 έφεση κατά της υπ΄αριθμ. 1011/2016 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία άρθρ. 681Α ΚΠολΔ). Η έφεση αυτή ασκήθηκε εμπρόθεσμα (άρθρ. 518 ΚΠολΔ), γεγονός, το οποίο δεν αμφισβητείται από τους διαδίκους ούτε από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει το αντίθετο, ενώ για την άσκηση της έχει κατατεθεί από τους εκκαλούντες το σχετικό παράβολο συνολικού ποσού εκατό (100) ευρώ, όπως προβλέπεται από την §4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 12§2 ν.4055/12-3-2012, λόγω του χρόνου άσκησης της έφεσης. Εξάλλου οι υπό κρίση εφέσεις υπάγονται στην ίδια ειδική διαδικασία (άρθρ. 681Α ΚΠολΔ) και αφορούν αξιώσεις, που προέρχονται από το ίδιο βιοτικό συμβάν (τροχαίο ατύχημα). Εν όψει των διαλαμβανομένων ανωτέρω στη μείζονα πρόταση πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω η υπό κρίση έφεση ως προς τη συνδρομή και των λοιπών προϋποθέσεων του παραδεκτού για να κριθεί πρωτίστως αν πρέπει αυτή να γίνει τυπικά δεκτή και στη συνέχεια να ερευνηθεί το παραδεκτό των κατ΄ ιδίαν λόγων της έφεσης και τέλος η βασιμότητα αυτών.

Ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία άρθρ. 681Α ΚΠολΔ) ασκήθηκε η από 17-9-2015 και υπ΄αριθμ. εκθέσεως καταθέσεως ……../2-10-2015 αγωγή, με την οποία οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες ισχυρίστηκαν ότι ο ……… οδηγώντας το υπ΄αριθμ. κυκλοφορίας ……. ΙΧΕ αυτοκίνητο της αποκλειστικής κυριότητας του ……., το οποίο ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην εναγομένη και ήδη εφεσίβλητη ασφαλιστική εταιρία, προκάλεσε στον αναφερόμενο τόπο και χρόνο και υπό τις περιγραφείσες στο δικόγραφο της αγωγής συνθήκες από αποκλειστική του υπαιτιότητα τροχαίο ατύχημα, συνεπεία του οποίου και οι δύο τραυματίστηκαν και   ζήτησαν να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον πρώτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 6.270 ευρώ και στο δεύτερο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 28.078,58 ευρώ ως αποζημίωση για θετική ζημία και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, που υπέστησαν, όλα δε τα ποσά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, η οποία: α) διέταξε την επανάληψη της συζήτησης προκειμένου να προσκομιστεί με επιμέλεια του βεβαίωση του ΙΚΑ, από την οποία να προκύπτει αν αυτός δικαιούται να απαιτήσει επιπλέον παροχές από αυτό συνεπεία του ατυχήματος, ποιες είναι αυτές κατ΄ είδος και κατά ποσό και σε ποιο ακριβώς χρονικό διάστημα ανάγονται, β) έκανε κατά τα λοιπά εν μέρει δεκτή ως κατ΄ ουσία βάσιμη την αγωγή και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλει στον πρώτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 1.400 ευρώ και στo δεύτερο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 11.326,95 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται με την υπό κρίση έφεση τους οι εκκαλούντες για κακή εκτίμηση των αποδείξεων και εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και ζητούν την κατά παραδοχή αυτής εξαφάνιση άλλως μεταρρύθμιση της εκκαλουμένης απόφασης ώστε να γίνει δεκτή στο σύνολο της η ασκηθείσα από αυτούς αγωγή.

Από το άρθρο 513§1β ΚΠολΔ, κατά το οποίο έφεση συγχωρείται μόνο κατά των οριστικών αποφάσεων του πρώτου βαθμού, οι οποίες περατώνουν όλη τη δίκη ή μόνον τη δίκη για την αγωγή ή την ανταγωγή, ενώ, αν η απόφαση είναι εν μέρει οριστική, δεν επιτρέπεται έφεση ούτε κατά των οριστικών διατάξεων πριν εκδοθεί οριστική απόφαση στη δίκη, σε συνδυασμό και με τις διατάξεις αφενός μεν των άρθρων 308 και 309 και αφετέρου του άρθρου 218§1 ιδίου Κώδικα, συνάγεται, στην πρώτη μεν περίπτωση ότι οριστική απόφαση, κατά της οποίας επιτρέπεται έφεση, είναι εκείνη, που περατώνει την όλη δίκη και στην περίπτωση, κατά την οποία δεν έχει ασκηθεί ανταγωγή, η απόφαση, με την οποία περατώνεται η δίκη, η οποία ανοίχθηκε με την άσκηση της αγωγής ή άλλου εισαγωγικού δικογράφου, με την ολική ή μερική παραδοχή του κυρίου ή παρεπομένου αιτήματος δικαστικής προστασίας, το οποίο υποβλήθηκε μ` αυτό, έτσι ώστε το δικαστήριο να απεκδύεται από κάθε περαιτέρω εξουσία για το αίτημα τούτο, μη μπορώντας να ανακαλέσει τη σχετική απόφαση του (ΟλΑΠ 230/1983 ΝοΒ 31.1561). Ως προς τη δεύτερη ανωτέρω περίπτωση, συνάγεται από τις ανωτέρω διατάξεις ότι εν μέρει οριστική απόφαση, κατά της οποίας δεν επιτρέπεται έφεση, ούτε ως προς τις οριστικές διατάξεις της, πριν δηλαδή εκδοθεί οριστική απόφαση για όλη τη δίκη, είναι και εκείνη, η οποία σε περίπτωση αντικειμενικής σώρευσης περισσοτέρων αιτήσεων παροχής έννομης προστασίας του ίδιου ενάγοντος κατά του ίδιου εναγόμενου σε ένα δικόγραφο, περατώνει τη δίκη ως προς μια από τις περισσότερες αυτές αιτήσεις, με την οριστική παραδοχή ή απόρριψη της, χωρίς όμως να αποφαίνεται οριστικά ως προς την άλλη ή τις άλλες αιτήσεις, όπως όταν διατάσσεται η επανάληψη της συζήτησης της αγωγής ως προς αυτές, για την αποφυγή κατάτμησης της διαφοράς μεταξύ πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων δικαστηρίων και την εξοικονόμηση δαπανών και χρόνου για τον τερματισμό της δίκης (πρβλ. ΑΠ 1060/2004 ΕλλΔνη 48.123, ΑΠ 1188/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 24/2001 ΑρχΝ 2001.914, Σ.Σαμουήλ, Η Έφεση κατά τον ΚΠολΔ 2003, αριθμ. 224 σελ. 93). Έτσι, ως μη οριστική, δεν υπόκειται σε έφεση η απόφαση, με την οποία διατάσσεται η επανάληψη της συζήτησης αγωγής προκειμένου να προσκομιστεί με επιμέλεια του ενάγοντος βεβαίωση του ΙΚΑ, από την οποία να προκύπτει αν αυτός δικαιούται να απαιτήσει επιπλέον παροχές από αυτό συνεπεία του ατυχήματος, ποιες είναι αυτές κατ΄ είδος και κατά ποσό και σε ποιο ακριβώς χρονικό διάστημα ανάγονται, όχι μόνον ως προς την ανωτέρω διάταξη αλλά ούτε ως προς τις διατάξεις της, με τις οποίες αποφαίνεται οριστικά για τα λοιπά κονδύλια, ως εν μέρει (ως προς τις διατάξεις αυτές) οριστική (πρβλ. ΕφΙωαν 216/2008 Αρμ 2009 1225, που αφορούσε εν μέρει οριστική απόφαση, με την οποία κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση αγωγής από τροχαίο ατύχημα, κατά το αίτημα της για αποζημίωση λόγω απώλειας εισοδημάτων, ενώ κρίθηκαν οριστικά τα λοιπά αιτήματα της). Ο ανωτέρω κανόνας κάμπτεται στην περίπτωση, που υπάρχει απλή ομοδικία και η απόφαση του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου είναι οριστική ως προς έναν ή μερικούς ομοδίκους και μη οριστική ως προς άλλους, εφόσον, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 74, 75§§ 1-2, 76 και 517 εδ. β ΚΠολΔ στην περίπτωση αυτή η έναντι κάθε ομοδίκου οριστική διάγνωση έχει αυτοτέλεια και η προς αυτόν κρίση περατώνει έναντι αυτού τη δίκη και επομένως από τότε η απόφαση είναι ως προς αυτόν εκκλητή πριν ακόμη εκδοθεί απόφαση έναντι των λοιπών ομοδίκων (ΑΠ 747/2014 ΤΝΠ ΔΣΑ). Περίπτωση απλής ομοδικίας (υποκειμενική σώρευση αγωγών) υπάρχει όταν ενάγουν ή ενάγονται περισσότεροι του ενός ως εις ολόκληρον δικαιούχοι ή υπόχρεοι για αποζημίωση από αδικοπραξία ή εκ του νόμου, ενώνονται δε σε κοινή διαδικασία πλείονες έννομες σχέσεις δίκης, οι οποίες συνδέουν διάφορα υποκείμενα χωρίς να επηρεάζεται η ανεξάρτητη δικονομική θέση καθενός από αυτούς έναντι των λοιπών, η δε εκδιδόμενη απόφαση, που είναι οριστική ως προς ορισμένους ομοδίκους, περατώνει τη δίκη ως προς αυτούς καθίσταται δε οριστική αυτοτελώς και συνεπώς είναι κατά το μέρος αυτό προσβλητή με έφεση και πριν εκδοθεί απόφαση οριστική για τους λοιπούς διαδίκους (AΠ 747/2014 όπ.π.π.)

Eν προκειμένω η εκκαλούμενη υπ΄αριθμ. 1011/2016 απόφαση, με την οποία, κατά τις παραδοχές των διαδίκων, αλλά και όπως από αυτή προκύπτει, διατάχθηκε η επανάληψη  της συζήτηση της αγωγής ως προς το δεύτερο ενάγοντα – δεύτερο εφεσίβλητο κατά τα αιτήματα της για επιδίκαση αποζημίωσης λόγω καταβολής αμοιβών σε αποκλειστική νοσοκόμα και σε φυσιοθεραπεύτρια προκειμένου να προσκομιστεί με επιμέλεια του βεβαίωση του ΙΚΑ, από την οποία να προκύπτει αν αυτός δικαιούται να απαιτήσει επιπλέον παροχές από αυτό συνεπεία του ατυχήματος, ποιες είναι αυτές κατ΄ είδος και κατά ποσό και σε ποιο ακριβώς χρονικό διάστημα ανάγονται, όπως ρητώς στο σκεπτικό της διαλαμβάνεται, χωρίς αντίθετη διάταξη στο διατακτικό της (ΕφΑθ 11336/1990 ΕλλΔνη 32.1083), ενώ κρίθηκαν οριστικά τα λοιπά αιτήματα της, ως εν μέρει, κατά την παραπάνω έννοια, οριστική, δεν υπόκειται σε έφεση, ούτε κατά τις ανωτέρω οριστικές διατάξεις της. Συνεπώς, η ως άνω έφεση, κατά το μέρος που ασκείται από το δεύτερο εκκαλούντα και αφορά την αγωγή του τελευταίου, πρέπει να  απορριφθεί ως απαράδεκτη και αυτεπαγγέλτως (άρθρο 532 ΚΠολΔ). Κατά τα λοιπά η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε νομότυπα (άρθρ. 495§1, 511, 513, 520§1 ΚΠολΔ), πρέπει επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω κατά την ίδια ειδική διαδικασία, που εφαρμόστηκε από το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (άρθρ. 681Α ΚΠολΔ) ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 533§1 ιδίου Κώδικα).

Περαιτέρω σχετικά με τις συνθήκες του ατυχήματος και την υπαιτιότητα για την πρόκληση αυτού έγιναν δεκτά από το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο τα ακόλουθα, ως προς τα οποία δεν υπάρχει λόγος έφεσης και συνεπώς δεν αποτελούν αντικείμενο έρευνας του παρόντος Δικαστηρίου: στις 22-10-2014 και περί ώρα 23.45 μ.μ. ο πρώτος ενάγων οδηγώντας την υπ΄αριθμ. κυκλοφορίας …….. δίκυκλη μοτοσικλέτα της αποκλειστικής του κυριότητας, στην οποία επέβαινε ο δεύτερος ενάγων, εκινείτο επί της Ακτής Ξαβερίου στον Πειραιά Αττικής με κατεύθυνση προς ΟΛΠ προς την οδό Μ.Χατζηκυριακού. Αμφότερες οι οδοί είναι διπλής κατεύθυνσης. Ταυτόχρονα ο ……… οδηγώντας το υπ΄αριθμ. κυκλοφορίας ……. ΙΧΕ αυτοκίνητο της αποκλειστικής κυριότητας του ……., εκινείτο επί της οδού Μ.Χατζηκυριακού με κατεύθυνση από Καλλίπολη προς Ακτή Ξαβερίου. Κατά το χρόνο που ο πρώτος ενάγων κινούμενος προσέγγισε τη συμβολή των ανωτέρω οδών και προτιθέμενος να εισέλθει στην οδό Μ.Χατζηκυριακού επιχείρησε ελιγμό προς τα αριστερά για να συνεχίσει την πορεία του, ο οδηγός του ως άνω υπ΄αριθμ. κυκλοφορίας ……. ΙΧΕ αυτοκινήτου από έλλειψη προσοχής, που όφειλε και μπορούσε υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις να επιδείξει ως μέσος συνετός οδηγός, οδηγώντας δηλ. με σύνεση και με διαρκώς τεταμένη την προσοχή του λόγω της κατωφέρειας της εν λόγω οδού και της ολισθηρότητας του οδοστρώματος, κατά τον επιχειρούμενο προς τα δεξιά ελιγμό προκειμένου να εισέλθει στην Ακτή Ξαβερίου, απώλεσε τον έλεγχο του οχήματος του και, αφού παρέκλινε αριστερά της πορείας του, εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα πορείας, όπου εκινείτο το όχημα, που οδηγούσε ο πρώτος ενάγων, με αποτέλεσμα με την αριστερή πλευρά του οχήματος του να επιπέσει στην αριστερή πλευρά της μοτοσικλέτας, που οδηγούσε ο πρώτος ενάγων, η οποία ακολούθως ανατράπηκε και οι επιβάτες αυτής δηλ. οι ενάγοντες επέπεσαν στο οδόστρωμα. Με βάση τα ανωτέρω κρίθηκε ότι την αποκλειστική υπαιτιότητα για την πρόκληση του εν λόγω τροχαίου ατυχήματος και τις εξ αυτού προκληθείσες ζημίες φέρει ο οδηγός του υπ΄αριθμ. κυκλοφορίας …….. ΙΧΕ αυτοκινήτου, ο οποίος παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 12§1, 16§§2 και 4, και 19§§1-3 ΚΟΚ, η δε παραβίαση αυτών τελεί σε προφανή αιτιώδη συνάφεια με το επελθόν αποτέλεσμα ενώ το ζημιογόνο όχημα ήταν ασφαλισμένο για την πρόκληση ζημιών σε τρίτους στην εναγομένη ασφαλιστική εταιρία.

Κατά τα λοιπά από την ένορκη κατάθεση της νομίμως εξετασθείσης ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου μάρτυρος με επιμέλεια των εναγόντων, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου, όλα ανεξαιρέτως τα νομίμως προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα, είτε προς άμεση απόδειξη είτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για κάποια από τα οποία γίνεται ιδιαίτερη μνεία παρακάτω χωρίς πάντως να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Συνεπεία του επιδίκου ατυχήματος ο πρώτος ενάγων τραυματίστηκε ελαφρά και μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο ‘’Άγιος Παντελεήμων’’, όπου διαπιστώθηκε ότι είχε υποστεί θλαστικό τραύμα αριστερής κνήμης. Εξήλθε αυθημερόν από το νοσοκομείο με οδηγίες για τριήμερη αναρρωτική άδεια σύμφωνα με τις προσκομισθείσες ιατρικές βεβαιώσεις. Εξάλλου από το επίδικο τροχαίο ατύχημα η μοτοσικλέτα της αποκλειστικής κυριότητας του πρώτου ενάγοντος εργοστασίου κατασκευής Piaggio, τύπου Μ 04 (vespa), 124 κ. εκ. υπέστη φθορές περιμετρικά και δη στο αριστερό και δεξιό πλευρό, στο αριστερό και δεξιό φρύδι πλευρού, στο πάτωμα, στην καρίνα, στον ανεμοθώρακα, στο καπάκι μετάδοσης, στο κεντρικό σταντ και στο λασπωτήρα πινακίδας, για την αποκατάσταση των οποίων απαιτείται δαπάνη για την αγορά ανταλλακτικών ποσού 293 ευρώ συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 23% και εργασίες τοποθέτησης αυτών ποσού 627,3 ευρώ ήτοι απαιτείται το συνολικό ποσό των 920,3 ευρώ. Δοθέντος ότι ο χρόνος πρώτης κυκλοφορίας της μοτοσικλέτας του πρώτου ενάγοντος ανάγεται στο μήνα Ιούνιο του έτους 1998 και η αγοραστική της αξία ανερχόταν λόγω της παλαιότητας της και των διανυθέντων 64.707 χιλιομέτρων στο ποσό των 1.000 ευρώ, ευχερώς συνάγεται ότι η επισκευή της καθίσταται οικονομικά ασύμφορη με αποτέλεσμα να θεωρείται από οικονομικής απόψεως ολικά κατεστραμμένη. Η δε θετική ζημία, που υπέστη ο πρώτος ενάγων, αντιστοιχεί στην αξία της μοτοσικλέτας, αφαιρουμένου όμως του ποσού των 100 ευρώ, που αντιστοιχεί στην αξία των υπολειμμάτων. Περαιτέρω από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα ουδόλως αποδείχθηκε ότι καταστράφηκε ολοσχερώς το παντελόνι, που φορούσε ο πρώτος ενάγων λόγω της ηπιότητας της πτώσης. Εξάλλου            λαμβανομένων υπόψη του είδους και της έκτασης του τραυματισμού του πρώτου ενάγοντος, των προαναφερθεισών συνθηκών επέλευσης του ατυχήματος, της αποκλειστικής υπαιτιότητας του οδηγού του ζημιογόνου οχήματος, του ύψους της θετικής ζημίας και της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης του πρώτου ενάγοντος (χωρίς να λαμβάνεται αυτή της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρίας, της οποίας η ευθύνη είναι εγγυητική βλ. ΑΠ 1114/2000 ΕλλΔνη 41 1591) κρίνεται ότι το ποσό των 500 ευρώ συνιστά εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.

Συνεπώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ομοίως και έκανε εν μέρει δεκτή ως κατ΄ ουσία βάσιμη την  αγωγή ως προς τον πρώτο ενάγοντα υποχρεώνοντας την εναγομένη ασφαλιστική εταιρία να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 1.400 (900 + 500) ευρώ με το νόμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, ορθώς εκτίμησε τις αποδείξεις, που προσκομίστηκαν ενώπιον του, και ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο, όσα δε περί του αντιθέτου ισχυρίζεται ο πρώτος εκκαλών με τους σχετικούς λόγους της έφεσης του κρίνονται απορριπτέα. Μετά από αυτά πρέπει να απορριφθεί η έφεση ως προς τον πρώτο εκκαλούντα ως κατ΄ ουσία αβάσιμη, να καταδικαστούν οι εκκαλούντες λόγω της ήττας τους στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης (άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ) και να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρ. 495§3 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την έφεση ως προς το δεύτερο εκκαλούντα ως απαράδεκτη.

Δέχεται κατά τα λοιπά τυπικά και απορρίπτει ουσιαστικά την έφεση ως προς τον πρώτο εκκαλούντα.

Καταδικάζει τους εκκαλούντες στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων καθορίζει στο ποσό των 500 (πεντακοσίων) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 9  Μαΐου 2018.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ