Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 254/2018

ΕΦΕΤΕΙΟΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός αποφάσεως  254/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ 

Αποτελούμενον από τον Δικαστή Παναγιώτη Χουζούρη, Εφέτην, ο οποίος ωρίσθη υπό του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από την Γραμματέα Γ.Λ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΣΚΕΦΘΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

Α) Η κρινομένη έφεσις (υπ’ αριθ. καταθ.  ….. /23-7-2015) των κατ’ αντιμωλίαν πρωτοδίκως δικασθεισών εναγομένων κατά της υπ’ αριθ. 995 /2015 αποφάσεως τακτικής διαδικασίας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αρμοδίως εισαγομένη, κατ’ άρθρον 19 ΚΠολΔ, προς συζήτησιν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως προ πάσης επιδόσεως της εκκαλουμένης (άρθρα 495§1, 144§1, 511, 513§1περ.β και 518§2 ΚΠολΔ). Έχει δέ κατατεθεί το εκ του άρθρου 495§4εδ.α΄ ΚΠολΔ οριζόμενον παράβολον εκ διακοσίων (200) ευρώ (βλ. υπ’ αριθ. ……. σειράς Α΄ παράβολα του Δημοσίου και υπ’ αριθ. ……. σειράς Α΄ παράβολα ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.). Κρίνεται, επομένως, τυπικώς δεκτή και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτόν και το νόμω και ουσία βάσιμον των λόγων αυτής (άρθρο 533§1 ΚΠολΔ).

Β) Διά της υπ’ αριθ. καταθ. ….. /2011 αγωγής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς η ενάγουσα εζήτησε (μετά παραδεκτόν, κατά τα άρθρα 223, 295 και 297 ΚΠολΔ, περιορισμόν των αγωγικών αιτημάτων) να υποχρεωθούν να καταβάλουν προς αυτήν διά χρηματικήν ικανοποίησιν της ηθικής βλάβης από την αδικοπραξίαν εκάστης εκ των αντιδίκων εις βάρος της: η πρώτη εναγομένη χρηματικόν ποσόν 21.955 ευρώ και η δευτέρα εναγομένη χρηματικόν ποσόν 2.955 ευρώ νομιμοτόκως από την επομένην της -διά της αντιστοίχου εγκλήσεως συντελεσθείσης- εξωδίκου οχλήσεως, άλλως από της επομένης της επιδόσεως της αγωγής και να απαγγελθεί εις βάρος της πρώτης εναγομένης προσωπική κράτησις διαρκείας έξι μηνών ως μέσον αναγκαστικής εκτελέσεως της εκδοθησομένης αποφάσεως. Επί της αγωγής εξεδόθη η υπ’ αριθ. 995 /2015 απόφασις τακτικής διαδικασίας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, διά της οποίας (μετ’ απόρριψιν της κυρίας βάσεως του παρεπομένου ουσιαστικού αιτήματος περί τοκοδοσίας από την επομένην της εξωδίκου οχλήσεως και του αιτήματος διά απαγγελίας προσωπικής κρατήσεως) η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή (διά επιδικάσεως αντιστοίχων κεφαλαίων 4.000 ευρώ και 500 ευρώ νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής). Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται αι εναγόμεναι, αι οποίαι διά λόγους αναγομένους σε πλημμελή εκτίμησιν των αποδείξεων ζητούν μετ’ εξαφάνισιν του εκκληθέντος μέρους της εκκαλουμένης την ολοκληρωτικήν απόρριψιν της αγωγής.

Γ) Από τα άρθρα 297, 298 και 914 ΑΚ συνάγεται ότι προϋποθέσεις της υποχρεώσεως προς αποζημίωσιν του παθόντος εξ αδικοπραξίας τυγχάνουν, πλήν της ζημίας: α) η πρόκλησις της ζημίας παρανόμως και υπαιτίως υπό του δράστου, β) η παράνομος συμπεριφορά (πράξις ή παράλειψις) του δράστου και γ) η ύπαρξις προσφόρου αιτιώδους συναφείας μεταξύ της ζημιογόνου πράξεως ή παραλείψεως και της επελθούσης ζημίας. Εν τη εννοία της υπαιτιότητος περιλαμβάνονται ο δόλος και η αμέλεια. Η έννοια του δόλου συμπίπτει προς την αντίστοιχον του άρθρου 27§1 ΠΚ, κατά το οποίον εκ δόλου πράττει, όποιος θέλει την παραγωγήν των κατά νόμον απαρτιζόντων την έννοιαν αξιοποίνου πράξεως περιστατικών και όποιος γνωρίζει ότι εκ της πράξεώς του ενδέχεται να παραχθούν τα περιστατικά ταύτα και αποδέχεται τούτο, ενώ ο ορισμός της αμελείας δίδεται διά του άρθρου 330 ΑΚ. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 284 ΑΚ δεν αποτελεί παράνομον πράξιν η υπεράσπισις η επιβαλλομένη εις τινα προς αποτροπήν παρούσης και αδίκου επιθέσεως εναντίον του ιδίου ή τρίτου. Επίσης διά του άρθρου 300§1 ΑΚ ορίζεται ότι, εάν ο ζημιωθείς συνετέλεσεν εξ ιδίου πταίσματος εις την ζημίαν ή την έκτασιν αυτής, το δικαστήριον δύναται να μην επιδικάσει αποζημίωσιν ή να μειώσει το ποσόν αυτής. Διά την εφαρμογήν της τελευταίας ως άνω διατάξεως απαιτείται: α΄) υποχρέωσις προς αποζημίωσιν, β΄) συμβολή του παθόντος εις την επέλευσιν ή την έκτασιν της ζημίας και γ΄) αιτιώδης συνάφεια της συμπεριφοράς του ζημιωθέντος ως προς την επέλευσιν ή την έκτασιν της ζημίας (βλ. ΑΠ 1306 /2011, ΤΝΠΔΣΑ). Εν τέλει, κατά το άρθρον 932 ΑΚ εν περιπτώσει αδικοπραξίας το δικαστήριον δύναται να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίσιν αυτού, αποζημίωσιν λόγω ηθικής βλάβης. Ούτως παρέχεται εις το δικαστήριον η δυνητική ευχέρεια κατόπιν εκτιμήσεως των αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών (όπως του είδους της προσβολής, του βαθμού πταίσματος και της περιουσιακής και οικονομιής καταστάσεως των αντιδίκων μερών) να επιδικάσει ή μη χρηματικήν ικανοποίησιν ηθικής βλάβης, εάν κρίνει ότι επήλθε εις τον αδικηθέντα ηθική βλάβη, καθώς και να καθορίσει το χρηματικόν ύψος αυτής, το οποίον θεωρεί εύλογον (βλ. ΑΠ 1404 /2012, ΤΝΠΔΣΑ).

Δ) Από τις ένορκες καταθέσεις των εκατέρωθεν εξετασθέντων μαρτύρων, αι οποίαι εμπεριέχονται στα ταυτάριθμα προς την εκκαλουμένην απόφασιν πρακτικά, και από τα έγγραφα, τα οποία νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: η εφεσιβλητος κατοικεί εντός διαμερίσματος του τρίτου ορόφου και αι εκκαλούσαι κατοικούν εντός διαμερίσματος του τετάρτου ορόφου πολυκατοικίας κειμένης επί της οδού ……… εν Πειραιεί. Αι σχέσεις αυτών ήσαν ήδη διατεταραγμέναι  από του έτους 1990 υπαιτιότητι της πρώτης εκκαλούσης, όταν η εφεσίβλητος είχε ασκήσει εναντίον της πρώτης εκκαλούσης την υπ’ αριθ. καταθ. …… /21-5-1990 αγωγήν ειδικής διαδικασίας διαφορών μεταξύ οροφοκτητών ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, επί της οποίας εξεδόθησαν αρχικώς η υπ’ αριθ. 259 /1991 μη οριστική απόφασις (περί διατάξεως πραγματογνωμοσύνης) και ακολούθως η υπ’ αριθ. 208 /1992 απόφασις ειδικής διαδικασίας μεταξύ οροφοκτητών του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, διά της οποίας η πρώτη εκκαλούσα υπεχρεώθη αφ’ ενός να καταβάλει προς την εφεσίβλητον χρηματικόν κεφάλαιον 50.000 δραχμών δι’ αποκατάστασιν της ζημίας του διαμερίσματός της ένεκα υγρασίας εισρρευσάσης εκ του εξώστου του διαμερίσματος της πρώτης εκκαλούσης εις την οροφήν δύο εκ των τριών δωματίων του διαμερίσματος της εφεσιβλήτου και αφ’ ετέρου να επισκευάσει τον εξώστην του ως άνω διαμερίσματός της (δι’ αντικαταστάσεως του μωσαϊκού, στεγανοποιήσεως της πλακός του ωπλισμένου σκυροδέματος και προσδόσεως εις το δάπεδον της αναγκαίας κλίσεως διά την απορροήν των ομβρίων υδάτων προς την υδρορροήν του εξώστου). Επί πλέον δυνάμει της υπ’ αριθ. ΒΜ 6785 /2003 αποφάσεως του Β΄ Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς η πρώτη εκκαλούσα είχε καταδικασθεί σε ποινή φυλακίσεως εβδομήκοντα (70) ημερών διά εξύβρισιν της θυγατρός της εφεσιβλήτου. Την 11ην Οκτωβρίου 2006 και περί ώραν 11:00 η μεγαλυτέρας ηλικίας και μικροτέρας σωματικής διαπλάσεως (εξηκονταπενταετής τότε) εφεσίβλητος ανέβη εις το ακάλυπτο δώμα της πολυκατοικίας, προκειμένου να παρατηρήσει την κατά δώδεκα και πλέον έτη μικροτέρας ηλικίας και εμφανώς μεγαλυτέρας σωματικής διαπλάσεως πρώτην εκκαλούσαν, διότι παρά τις περί του αντιθέτου επανειλημμένες οχλήσεις των λοιπών κατοίκων της πολυκατοικίας, εχρησιμοποίει το δώμα διά τον περίπατο και τις ανάγκες αφοδεύσεως του κατοικιδίου σκύλου αυτής. Εις την περί τούτου παρατήρησιν της εφεσιβλήτου η πρώτη εκκαλούσα απηύθυνε προς αυτήν τις εξυβριστικές και απειλητικές φράσεις: «ζώο, καριόλα, γαμημένη», «θα σε γαμήσω και θα σε πεθάνω», «τώρα θα δείς τι θα πάθεις», «καριόλα θα πεθάνεις». Αμέσως δέ η πρώτη εκκαλούσα έδραξε την αντίδικον αυτής από την κώμην και εξερίζωσε μέρος των τριχών του τριχωτού της κεφαλής αυτής, ενώ διά της χειρός αυτής επίεσε την κεφαλήν αυτής προς τα κάτω, ήπερ βιαία κίνησις ώθησε την εφεσίβλητον να καθίσει βιαίως διά των οπισθίων αυτής επί της επιφανείας του δώματος. Ακολούθως διά της μιάς χειρός η πρώτη εκκαλούσα συνέχισε να πιέζει την κεφαλήν της εφεσιβλήτου προς τα κάτω, ενώ συγχρόνως διά της άλλης χειρός έπληττε αυτήν επί της κεφαλής και του σώματος, ενώ διά προτάξεως του ενός γονάτου αυτής η πρώτη εκκαλούσα επίεζε την αντίδικον επί της πλάτης. Εξ αιτίας της τοιαύτης πιέσεως  το σώμα της εφεσιβλήτου εκύρτωσε σε υπερβολικό βαθμό (υπερεκάμφθη) και η εφεσίβλητος ήκουσεν ήχο θραύσεως από το εσωτερικόν της μέσης της και ένοιωσε έντονο πόνο. Τότε συγκεντρώσασα τις δυνάμεις αυτής προσεπάθησε να διαφύγει και να κατευθυνθεί προς την κλίμακα του κλιμακοστασίου της πολυκατοικίας, πλήν, όμως η πρώτη εκκαλούσα προέλαβε και άδραξε αυτήν πάλιν από την κώμη και κατέφερε πλήγματα διά της πυγμής αυτής επί του αυχένος της εφεσιβλήτου. Ακούσασα τον διαπληκτισμόν και τις φωνές πόνου της αντιδίκου η δευτέρα εκκαλούσα εξήλθε του διαμερίσματος του τετάρτου ορόφου και ιδούσα την πρώτην εκκαλούσα μητέρα της να πλήττει την εφεσίβλητον, απηύθυνε προς την αντίδικον την εξυβριστική φράσιν: «καλά να πάθεις καριόλα». Ταυτοχρόνως είχε εξέλθει του ετέρου διαμερίσματος του τετάρτου ορόφου η ένοικος ………, η οποία προσεπάθησε να αποσπάσει την εφεσίβλητον από τας χείρας της πρώτης εκκαλούσης, η οποία τότε εξεστόμισε ενώπιον αυτής την δυσφημητικήν και εξυβριστική φράσιν: «άς την πουτάνα αυτή, γδύνεται στους γέρους», δίχως να ισχύει τέτοιο γεγονός διά την εφεσίβλητον. Αμέσως μετά αι εκκαλούσαι εισήλθαν εντός του διαμερίσματος εγκατοικήσεως αυτών (επί του τετάρτου ορόφου), ενώ η εφεσίβλητος επέστρεψε εντός του διαμερίσματος αυτής εις τον τρίτον όροφον, όπου κατεκλίθη επί του πατώματος, καθώς ο πόνος της σπονδυλικής στήλης ενεδυναμούτο. Εκεί ανεύρε αυτήν η εις έτερον διαμέρισμα του τρίτου ορόφου κατοικούσα ….., η οποία εις ανύποπτον χρόνον είχε λάβει από την  εφεσίβλητο δεύτερο κλειδί του διαμερίσματός της, διά του οποίου και ήνοιξε την θύραν εισόδου, όταν δεν ελάμβανε απάντησιν εις τον ήχον του εξωτερικού κώδωνος του διαμερίσματος. Αμέσως εκάλεσε το Εθνικό Κέντρο Αμέσου Βοηθείας (ΕΚΑΒ) και συνέδραμε την εφεσίβλητον εις την επιβίβασίν της εντός του ασθενοφόρου. Η εφεσίβλητος διεκομίσθη εις το Γενικόν Κρατικό Νοσοκομείο Νικαίας «Άγιος Παντελεήμων», όπου διεπιστώθη ότι είχεν υποστεί κάταγμα «Ο1» σπονδύλου και ενοσηλεύθη μέχρι την 16ην Οκτωβρίου 2011 (βλ. υπ’ αριθ. πρωτ. …. /30-10-2006 πιστοποιητικό νοσηλείας του Τμήματος Κινήσεως Ασθενών του ως άνω Νοσοκομείου). Παραλλήλως κατά την διάρκειαν της ως άνω νοσηλείας της (και δή κατά τις ημερομηνίες των 14ης και 16ης Οκτωβρίου 2011) εντός της Ορθοπεδικής Κλινικής του ως άνω Νοσοκομείου επεσκέφθη αυτήν ο ιατροδικαστής . …., ο οποίος εξήτασε αυτήν και διεπίστωσεν: α) εκ μέν της αντικειμενικής κλινικής εξετάσεως έξι συνολικώς εκδορές (διαστάσεων από 4εκ. Χ 0,5 εκ. έως 7 εκ. Χ 0,5 εκ.) κατά τις ραχιαίες επιφάνειες αμφοτέρων των άνω άκρων και άλγος μεσότητος της βρεγματικής χώρας του τριχωτού της κεφαλής, εκ δέ της αξονικής τομογραφίας της κάτω θωρακικής και οσφυϊκής χώρας σταθερό συμπιεστικόν κάταγμα «Ο1» σπονδύλου, όπου ανεγνωρίσθη μικρή οπισθία ενδοκαναλική προπέτεια του σώματος αυτού και ανέφερεν επιπροσθέτως ότι η εφεσίβλητος ητιάτο άλγος οσφυϊκής χώρας και άλγος αυχενικής και βρεγματικής χώρας της κεφαλής. Εχαρακτήρισε δέ το κάταγμα του ως άνω σπονδύλου (συνεπεία υπερκάμψεως της σπονδυλικής στήλης προκληθέν) ως βαρεία σωματική βλάβην και εξετίμησεν ότι η παθούσα αναμένεται να νοσήσει και να απόσχει των ασχολιών αυτής επί τεσσαράκοντα πέντε ημέρες από του επιδίκου γεγονότος (βλ. υπ’ αριθ. …… /23-10-2006 ιατροδικαστικήν έκθεσιν του ως άνω Ιατροδικαστού). Εκ των προαναφερομένων αποδεικτικών στοιχείων προκύπτει μετά πλήρους βεβαιότητος η φύσις, το είδος και η έκτασις της σωματικής βλάβης της εφεσιβλήτου και δεν συντρέχει περίπτωσις διατάξεως ιατρικής πραγματογνωμοσύνης κατά την δευτεροβάθμιον συζήτησιν της υποθέσεως (μετά παρέλευσιν δεκαετίας από της συντελέσεως του επιδίκου συμβάντος). Η ως άνω σωματική βλάβη προεκλήθη εκ των πληγμάτων (πυγμών και λακτισμάτων και πιέσεως διά γόνατος) της πρώτης εκκαλούσης εις την εφεσίβλητον. Πρέπει να επισημανθεί ότι διά την ποινική διάστασιν των ως άνω αδικοπραξιών η πρώτη εκκαλούσα πρωτοδίκως εκηρύχθη ένοχη επικινδύνου σωματικής βλάβης, απειλής, συκοφαντικής δυσφημήσεως και εξυβρίσεως και κατεδικάσθη σε συνολικήν ποινήν φυλακίσεως δέκα πέντε (15) μηνών [ποινή βάσεως εννέα (9) μηνών διά την πρώτην πράξιν προσαυξηθείσα κατά δύο (2) μήνες από εκάστην των λοιπών επί μέρους ποινών εκ πέντε (5) μηνών δι’ εκάστην των λοιπών πράξεων] και η δευτέρα εκκαλούσα εκηρύχθη ένοχη εξυβρίσεως και κατεδικάσθη σε ποινή φυλακίσεως πέντε (5) δυνάμει της υπ’ αριθ. ΒΤ 677 /2010 αποφάσεως του Β΄ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς και δευτεροβαθμίως η πρώτη εκκαλούσα εκηρύχθη ένοχη επικινδύνου σωματικής βλάβης και κατεδικάσθη σε ποινή φυλακίσεως έξ (6) μηνών δυνάμει της υπ’ αριθ. 397 /2013 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς (διά της τελευταίας ως άνω αποφάσεως η υπόθεσις ως προς αξιόποινες πράξεις της απειλής, της συκοφαντικής δυσφημήσεως και της εξυβρίσεως διεβιβάσθη εις τον Εισαγγελέα Εφετών Πειραιώς διά θέσιν εις το αρχείον, κατ’ άρθρον 2 Ν. 4043 /2012, λόγω της πρωτοδίκου επιβολής επί μέρους ποινών φυλακίσεως κατωτέρων των έξ μηνών). Ουδόλως απεδείχθη ότι η εφεσίβλητος επετέθη εις βάρος της πρώτης εκκαλούσης και ότι η τελευταία ετέλει εν καταστάσει αμύνης αλλά αντιθέτως η πρώτη εκκαλούσα εξεδήλωσεν άνευ λόγου εριστικήν συμπεριφοράν και εκμεταλλευθείσα την υπερτέραν σωματικήν διάπλασιν και δύναμιν και την νεωτέραν ηλικίαν αυτής έναντι της εφεσιβλήτου επετέθη κατ’ αυτής και προεκάλεσεν εις εκείνην αδικαιολογήτως την ως άνω σωματικήν βλάβην.  Ωσαύτως ουδόλως απεδείχθη οιαδήποτε συνυπαιτιότης της εφεσιβλήτου εις την πρόκλησιν ή επαύξησιν της ζημίας της, αφού δεχθείσα αναίτιον επίθεσιν απλώς προσεπάθησεν να προστατεύσει εαυτήν από περισσότερα πλήγματα και επεχείρησε να διαφύγει, διά να σωθεί. Η δε εκ των υστέρων κλήσις εκ  μέρους της πρώτης εκκαλούσης ασθενοφόρου του ΕΚΑΒ ήτο προσχηματική, αφού ουδέν πλήγμα εδέχθη υπό της εφεσιβλήτου.  Από τις εκ μέρους των εκκαλουσών εις βάρος της εφεσιβλήτου εκ δόλου συντελεσθείσες παρανόμους και υπαιτίους (αξιόποινες) πράξεις (επικινδύνου σωματικής βλάβης, απειλής, συκοφαντικής δυσφημήσεως και εξυβρίσεως εκ μέρους της πρώτης εκκαλούσης και εξυβρίσεως εκ μέρους της δευτέρας εκκαλούσης), η εφεσίβλητος υπέστη τραυματισμόν εις καίριον σημείον του σώματος (κατάγμα σπονδύλου οσφυϊκής χώρας σπονδυλικής στήλης), σωματικόν άλγος, φόβον, ταραχήν και στενοχωρίαν, καθώς και παραλλήλως εθίγη η τιμή και υπόληψίς της και ετρώθη η προσωπικότης αυτής, και ως εκ τούτου υπέστη ηθική βλάβην, διά την χρηματικήν ικανοποίησιν της οποίας, λαμβανομένων υπ’ όψιν της φύσεως, του είδους και της εκτάσεως της προσβολής, του βαθμού πταίσματος εκάστης αντιδίκου, καθώς και της οικονομικής και κοινωνικής καταστάσεως των αντιδίκων πλευρών, κρίνεται εύλογον το χρηματικόν ποσόν των 4.000 ευρώ εις βάρος της πρώτης εκκαλούσης και το χρηματικόν ποσόν των 500 ευρώ εις βάρος της δευτέρας εκκαλούσης. Ορθώς, επομένως, εκρίθησαν αι αποδείξεις υπό του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, το οποίον διά της εκκαλουμένης αποφάσεως αφ’ ενός έκρινε αποκλειστικές υπαίτιες τις εκκαλούσες (μετ’ απόρριψιν των ενστάσεων περί αμύνης και περί συντελέσεως εξ οικείου πταίσματος εις την πρόκλησιν της ζημίας) και αφ’ ετέρου επεδίκασε τα προαναφερόμενα χρηματικά ποσά χρηματικής ικανοποιήσεως ηθικής βλάβης, οπότε τυγχάνουν αβάσιμοι οι περί πλημμελούς εκτιμήσεως των αποδείξεων λόγοι εφέσεως και συνακολούθως η έφεσις πρέπει να απορριφθεί εν συνόλω. Επιπλέον πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του καταβληθέντος παραβόλου εφέσεως εις το Δημόσιον Ταμείον (άρθρον 49554εδ.ε΄ ΚΠολΔ). Η δικαστική δαπάνη της εφεσιβλήτου διά τον δεύτερον βαθμόν δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθεί, κατόπιν υποβολής αντιστοίχου αιτήματος εκ μέρους της, εις βάρος των ηττηθεισών εκκαλουσών (άρθρα 191§2 και 183 ΚΠολΔ), κατά τα εν τω διατακτικώ ειδικώτερον οριζόμενα.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν.

Δέχεται τυπικώς και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την (ενώπιον του Γραμματέως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ασκηθείσαν) υπ’ αριθ. καταθ. ….. /23-7-2015 έφεσιν κατά της υπ’ αριθ. 995 /2015 αποφάσεως τακτικής διαδικασίας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Διάτάσσει την εισαγωγήν του εν τω σκεπτικώ αναφερομένου παραβόλου εφέσεως εις το Δημόσιον Ταμείον.

Επιβάλλει εις βάρος των εκκαλουσών την δικαστικήν δαπάνην του δευτέρου βαθμού δικαιοδοσίας της εφεσιβλήτου, την οποίαν ορίζει σε πεντακόσια (500) ευρώ.

Εκρίθη, απεφασίσθη και εδημοσιεύθη σε έκτακτη δημοσία συνεδρίασιν, δίχως να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι αυτών, εντός του ακροατηρίου εν Πειραιεί την 19ην Απριλίου 2018.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΥΣ