Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 95/2018

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμός Απόφασης 95 /2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

——————————————-

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Δανιήλ, Εφέτη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου και από τη Γραμματέα Δ.Π..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση της εν μέρει ηττηθείσας στον πρώτο βαθμό εναγομένης ανώνυμης εταιρίας κατά της υπ’αριθμ. 3490/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τότε ισχύουσα ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, και με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη η σε βάρος της ασκηθείσα από 9.9.2014 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ………/12.9.2014) αγωγή του εφεσιβλήτου για την επιδίκαση διαφόρων χρηματικών απαιτήσεών του, απορρεουσών από μεταξύ τους καταρτισθείσα σύμβαση παροχής εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ήδη λυθείσα λόγω οικειοθελούς αποχώρησής του, και, αφενός μεν αναγνωρίσθηκε ότι υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα αυτής, αφετέρου δε υποχρεώθηκε να του καταβάλει, τα ειδικότερα αναφερόμενα στην ανωτέρω απόφαση ποσά, πλέον τόκων, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα και νομότυπα (άρθρα 495, 499, 511, 513 παρ.1 εδαφ.β΄, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ.2, 520 παρ.1 και 674 του ΚΠολΔ),  με την κατάθεση του δικογράφου της στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 4.4.2016 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………/4.4.2016), προ πάσης επίδοσης της εκκαλουμένης απόφασης, αφού τέτοια επίδοση δεν επικαλούνται οι διάδικοι, ούτε άλλωστε προκύπτει οίκοθεν από τα προσκομιζόμενα ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου αποδεικτικά μέσα, αλλά εντός της προβλεπομένης στη διάταξη του άρθρου 518 παρ.2 του ΚΠολΔ [όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α΄87), που ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ.2 του αυτού άρθρου και νόμου, για τα ένδικα μέσα, που ασκούνται μετά από την 1η.1.2016, και, επομένως, εφαρμόζεται και εν προκειμένω, καθώς η ένδικη έφεση ασκήθηκε στις 4.4.2016, παρά το ότι η πρωτόδικη απόφαση εκδόθηκε, χωρίς να επιδοθεί, πριν από την 1η.1.2016, και συγκεκριμένα στις 15.9.2015, βλ.σχετ. ΑΠ 1176/2017 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος), προθεσμίας των δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης, που έλαβε χώρα στις 15.9.2015, κατά τα προεκτεθέντα, και, επιπροσθέτως, δε συντρέχει άλλος λόγος απαραδέκτου, αρμόδια δε φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 19 του ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να διερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρα 522 και 533 παρ.1 του ΚΠολΔ).

Ο ενάγων με την από 9.9.2014 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ………./12.9.2014) αγωγή, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, επικαλούμενος ότι προσλήφθηκε την 1η.12.2008 από την εναγόμενη, ανώνυμη εταιρία, εδρεύουσα στον Πειραιά Αττικής, δυνάμει σύμβασης παροχής εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ως χειριστής ανυψωτικών μηχανημάτων, αντί μηνιαίου μισθού, υπό καθεστώς πενθήμερης εβδομαδιαίας απασχόλησης, κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας, από Δευτέρα έως Παρασκευή, και με  συμβατικό ημερήσιο ωράριο εργασίας 8 ωρών (από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00), καθώς και ότι, στο πλαίσιο της σύμβασης αυτής, παρείχε τις υπηρεσίες του στην εργοδότριά του συνεχώς, εντός των ετών 2011 και 2012 καθ’υπέρβαση του συμφωνημένου εβδομαδιαίου, αλλά και του καθοριζομένου στο νόμο για τους εργαζομένους της αυτής κατηγορίας ημερησίου, ωραρίου εργασίας, καθώς και κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή Σάββατα και Κυριακές, επί οκτάωρον, αλλά και υπερωριακά, και κατά τις νυκτερινές ώρες, χωρίς, μάλιστα, να του χορηγηθεί αναπληρωματική ημέρα εβδομαδιαίας ανάπαυσης σε άλλη εργάσιμη ημέρα της επόμενης εβδομάδας λόγω της απασχόλησής του την Κυριακή, αλλά και εκτός της έδρας του, όπως αναλυτικά αναφέρεται στο δικόγραφο, μέχρι και τις 31.3.2013, οπότε και αποχώρησε οικειοθελώς από την εργασία του, ζήτησε, κατόπιν παραδεκτής τροπής μέρους του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής του σε αναγνωριστικό με δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου του κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του ανωτέρω Δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά και περιλήφθηκε και στις κατατεθείσες στον πρώτο βαθμό προτάσεις του, αφενός μεν να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 19.797 ευρώ, που αφορά σε αμοιβή του για παρασχεθείσα υπερεργασία του και για την κατ’εξαίρεση υπερωριακή του απασχόληση κατά τις αναφερόμενες (συνολικά, αλλά και ανά εβδομάδα και ανά μήνα) στο δικόγραφο ώρες του χρονικού διαστήματος από 1.1.2011 έως 31.12.2012, σε αμοιβή του για την παροχή εργασίας κατά τα επίσης διαλαμβανόμενα Σάββατα του ιδίου χρονικού διαστήματος, επί οκτώ ώρες, αλλά και καθ’υπέρβαση του ανώτατου νομίμου ημερησίου ωραρίου εργασίας των απασχολουμένων επί πενθήμερον σε εβδομαδιαία βάση, καθώς και κατά τις νυκτερινές ώρες των εκτιθέμενων στην αγωγή Κυριακών των ανωτέρω ετών, αλλά και για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις αυτές Κυριακές, σε αμοιβή του και για την επί οκτάωρον εργασία του κατά τις επίσης αναφερόμενες στο δικόγραφο Κυριακές λόγω μη χορήγησης σ’αυτόν αναπληρωματικής ημέρας εβδομαδιαίας ανάπαυσης σε άλλη εργάσιμη ημέρα της επόμενης εβδομάδας, και, τέλος, σε αποζημίωσή του για την εκτός της έδρας του πρόσκαιρη απασχόληση και διανυκτέρευσή του κατά τις παρατιθέμενες στην αγωγή ημερομηνίες, αφετέρου δε ν’αναγνωρισθεί η υποχρέωση της αντιδίκου του να του καταβάλει για τις αυτές αιτίες (πλην της αμοιβής για υπερεργασία, ως προς την οποία το αγωγικό αίτημα παρέμεινε στο σύνολό του καταψηφιστικό) το συνολικό ποσό των 24.506,25 ευρώ, είτε με βάση τις διατάξεις της ενδοσυμβατικής της ευθύνης, είτε του αδικαιολόγητου πλουτισμού, κατά τα ειδικότερα στο δικόγραφο εκτιθέμενα ως προς έκαστο των επιμέρους κονδυλίων, άλλως επικουρικώς, και σε περίπτωση ακυρότητας της εργασιακής του σύμβασης, με βάση τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις, καθώς κατέστη πλουσιότερη χωρίς νόμμη αιτία σε βάρος της δικής του περιουσίας, δεδομένου ότι το ανωτέρω χρηματικό ποσό, το οποίο του οφείλει, θα είχε οπωσδήποτε καταβάλει, εάν προσελάμβανε και αποσχολούσε στην επιχείρησή της της άλλον εργαζόμενο, δυνάμει έγκυρης εργασιακής σύμβασης, με τα ίδια προσόντα και καθήκοντα και υπό τις αυτές συνθήκες, όρους, και περιστάσεις, όπως τον ίδιο τον ακύρως προσληφθέντα, με το νόμιμο τόκο από τότε, που έκαστο κονδύλιο κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, άλλως από την επίδοση προς αυτήν προηγούμενης αγωγής του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, από το δικόγραφο της οποίας παραιτήθηκε με το δικόγραφο της ένδικης αγωγής, άλλως από την επίδοση της αγωγής αυτής μέχρι πλήρους και ολοσχερούς εξόφλησης, και να καταδικασθεί στη δικαστική του δαπάνη. Επί της εν λόγω αγωγής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τότε ισχύουσα ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, η υπ’αριθμ. 3490/2015 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ’ουσίαν βάσιμη και, αφενός μεν υποχρεώθηκε η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα για τις προαναφερθείσες αιτίες το συνολικό ποσό των 11.998,79 ευρώ, με το νόμιμο τόκο για κάθε επιμέρους κονδύλιο κατά τα ειδικότερα στο σκεπτικό της αναφερόμενα, αφετέρου δε αναγνωρίσθηκε η υποχρέωση της εναγομένης να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 11.689,34 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Κατά της  ανωτέρω απόφασης, και δη κατά το μέρος αυτής, που την βλάπτει, παραπονείται η εναγόμενη – ανώνυμη εταιρία (υπο νέα πλέον επωνυμία), έχοντας προφανές προς τούτο έννομο συμφέρον, ως εν μέρει ηττηθείσα στον πρώτο βαθμό διάδικος, με την κρινόμενη έφεσή της, για τους λόγους, που ειδικότερα εκτίθενται στο δικόγραφο του ένδικου μέσου (υπ’αριθμ.1,2 και 3) και συνιστούν παραδεκτές αιτιάσεις, οι οποίες στο σύνολό τους εκτιμώμενες, ανάγονται αφενός μεν σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς της, κατά παράβαση της προβλεπομένης στο άρθρο 106 του ΚΠολΔ αρχή της διάθεσης και της συζήτησης, επιδίκασε στον ενάγοντα χρηματικά ποσά για τα κονδύλια της κατ’εξαίρεση υπερωριακής απασχόλησής του εντός των ετών 2011 και 2012, της υπερωριακής απασχόλησής του κατά τις αναφερόμενες στην απόφασή του Κυριακές του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, και της παροχής της εργασίας του εκτός της έδρας του κατά τα ίδια έτη, πλείονα και διαφορετικά των αιτηθέντων με την αγωγή του, σύμφωνα με τα αναλυτικά στο εφετήριο εκτιθέμενα, αφετέρου δε, και σε κάθε περίπτωση, και ανεξαρτήτως των ανωτέρω, σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων ως προς την κρίση του επί της ουσίας της υπόθεσης, αρνούμενη συλλήβδην τις αγωγικές αξιώσεις, ζητώντας την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, ούτως ώστε, αφού κρατηθεί και εκδικασθεί εξαρχής η υπόθεση, ν’απορριφθεί στο σύνολό της η σε βάρος της ασκηθείσα αγωγή.

Όπως προκύπτει από το άρθρο 520 του ΚΠολΔ, το έγγραφο της έφεσης (εφετήριο) πρέπει να περιέχει, εκτός από τα άλλα στοιχεία, και τους λόγους της έφεσης. Οι τελευταίοι συνίστανται σε ορισμένες αιτιάσεις κατά της εκκαλούμενης απόφασης, αναφερόμενες είτε σε παραλείψεις του εκκαλούντος, είτε σε νομικά ή πραγματικά σφάλματα της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (ΑΠ 1345/2015 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Ειδικότερα ως λόγοι έφεσης νοούνται οι αποδιδόμενες στην εκκαλουμένη απόφαση πλημμέλειες και ελλείψεις οι συνιστάμενες, ως επί το πλείστον, σε παραδρομές του πρωτοδίκως δικάσαντος δικαστηρίου, οι οποίες είναι δυνατόν να ανάγονται, είτε στην εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, είτε στην εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων (ΑΠ 1574/2014 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος), αλλά και μερικές φορές και σε σφάλματα του ιδίου του εκκαλούντος, εφόσον, στην τελευταία περίπτωση, περιλαμβάνονται στα όρια που διαγράφονται από το άρθρο 527 του ΚΠολΔ, άλλως απορρίπτονται ως απαράδεκτοι (ΑΠ 408/2000 ΝοΒ 49.811, ΑΠ 156/1996 ΕλλΔνη 37.1346, ΕφΑθ 973/2003 ΕλλΔνη 46.557, ΕφΑθ 5715/1999 ΝοΒ 49.848). Στην προκειμένη περίπτωση η εκκαλούσα με την τέταρτο λόγο της κρινόμενης έφεσής της ζητά, σε περίπτωση απόρριψης της έφεσής της και επικύρωσης της εκκαλουμένης, ή σε περίπτωση παραδοχής της έφεσής της, εξαφάνισης της εκκαλουμένης και παραδοχής εν μέρει της αγωγής του εφεσιβλήτου από πλευράς ουσιαστικής βασιμότητας, να συμψηφισθεί το ποσό των 5.000 ευρώ, ως προς το οποίο η πρωτόδικη απόφαση κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή, και το οποίο, οικειοθελώς συμμορφωθείσα μ’αυτήν, έχει ήδη καταβάλει στον αντίδικό της, με τις τελεσιδίκως επιδικασθείσες σε βάρος της χρηματικές αξιώσεις του ανωτέρω, σε εξόφλησή τους κατά το ισόποσο, και δη συμμέτρως μεταξύ των κατ’ιδίαν κονδυλίων της απαίτησής του. Τα προαναφερθέντα, όμως, δεν αποτελούν παραδεκτό λόγο έφεσης, διότι δε συνιστούν αποδιδόμενη στην εκκαλουμένη πλημμέλεια, η οποία ανάγεται, είτε σε σφάλμα πραγματικό ή νομικό του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, δηλαδή ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή απ’αυτό ουσιαστικής ή δικονομικής διάταξης, ή ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, είτε σε παράλειψη –  παραδρομή της ίδιας της εκκαλούσας, όπως αναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης περί των αιτιάσεων, που μπορούν παραδεκτά να προβληθούν από το διάδικο ως λόγοι έφεσης κατά πρωτόδικης απόφασης. Σημειωτέον μάλιστα, όσον αφορά στο ήδη καταβληθέν από την εκκαλούσα, όπως προαποδεικνύεται, χρηματικό ποσό, κατά το οποίο η πρωτόδικη απόφαση κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή, ότι σε περίπτωση παραδοχής της έφεσης οριστικά και κατ’ουσίαν, και απόρριψης ολικά η εν μέρει της αγωγής, η ανωτέρω θα μπορούσε να ζητήσει την επαναφορά των πραγμάτων στην κατάσταση προ της εκτέλεσης της εξαφανισθείσας ή μεταρρυθμισθείσας απόφασης, με αίτησή της, υποβαλλόμενη είτε με το δικόγραφο της έφεσης, είτε με τις προτάσεις της, είτε με χωριστό δικόγραφο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 914 του ΚΠολΔ, όπερ δεν έπραξε εν προκειμένω, ενώ, σε περίπτωση απόρριψης της έφεσης, το εν λόγω ποσό θα αφαιρεθεί κατά το στάδιο της εκτέλεσης από το τελεσιδίκως επιδικασθέν με την πρωτόδικη απόφαση στον ενάγοντα ποσό. Πρέπει, επομένως, ενόψει των ανωτέρω, ν’απορριφθεί ο λόγος αυτός της ένδικης έφεσης ως απαράδεκτος.

Τα χρονικά όρια της εργασίας των μισθωτών έχουν καθοριστεί με ειδικές διατάξεις δημόσιας τάξης, με την έννοια ότι αποτελούν τα ελάχιστα όρια προστασίας των εργαζομένων και συνεπώς με ατομική ή συλλογική σύμβαση εργασίας ή με διαιτητική απόφαση ή άλλη κανονιστική πράξη νομοθετικής ή συμβατικής ισχύος μπορούν να περιοριστούν, όχι όμως και να ξεπεραστούν χωρίς την τήρηση της διαδικασίας για τη νομιμότητα της υπερωριακής απασχόλησης. Ειδικότερα: Με την Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. της 26ης.2.1975, η οποία κυρώθηκε με το ν. 133/1975, εισήχθη η εβδομάδα των πέντε (5) εργασίμων ημερών ή το λεγόμενο διαφορετικά πενθήμερο εργασίας, δηλαδή καθιερώθηκε ως χρονικό όριο εργασίας οι σαράντα πέντε (45) ώρες την εβδομάδα. Εξάλλου, κατά το άρθρο 6 της από 14.2.1984 εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως με την απόφαση του Υπουργού Εργασίας 11770/20.3.1984 (ΦΕΚ Β΄ , 81), η εβδομαδιαία διάρκεια της εργασίας των μισθωτών ορίστηκε από 1.1.1984 σε 40 ώρες,  ενώ για την απασχόληση πέρα από το συμβατικό (συλλογικό) αυτό εβδομαδιαίο ωράριο έως τη συμπλήρωση του νόμιμου ανώτατου ωραρίου εβδομαδιαίας εργασίας (υπερεργασία) καταβάλλεται αμοιβή, σύμφωνα με το άρθρο 9 της 1/1982 απόφασης του Δ.Δ.Δ.Δ. Αθηνών, που κυρώθηκε με το άρθρο 29 του νόμου 1346/1983 (ΑΠ 864/2015). Εξάλλου από τις διατάξεις των άρθρων 2 του ν. 435/1976, 1 και 10 παρ. 1 του ΒΔ 748/1966, τις διατάξεις της 8900/1956 ΚΥΑ των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και του άρθρου 904 του ΑΚ, προκύπτει ότι σε εκείνον που παρέσχε την εργασία του κατά τις Κυριακές πρέπει να χορηγηθεί αναπληρωματική εβδομαδιαία ανάπαυση, διαρκείας 24 συνεχών ωρών, σε άλλη, εργάσιμη ημέρα της εβδομάδας που άρχισε την Κυριακή. Η εκούσια ή εξαναγκασμένη παροχή εργασίας κατά την Κυριακή χωρίς χορήγηση άλλης ημέρας αναπαύσεως την εβδομάδα που ακολουθεί την Κυριακή, απαγορευμένη από τους πιο πάνω κανόνες δημόσιας τάξης, είναι άκυρη και γεννά, πέραν της προσαύξησης 75% επί του νομίμου ημερομισθίου για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο, απαίτηση απόδοσης της ωφέλειας του εργοδότη από την παροχή μιας τέτοιας εργασίας κατά τις αρχές του αδικαιολογήτου πλουτισμού. Η ωφέλεια αυτή, ως έκτης ημέρας σε σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, συνίσταται στις αποδοχές τις οποίες ο εργοδότης θα κατέβαλλε σε άλλο μισθωτό, που θα απασχολείτο με έγκυρη σύμβαση εργασίας κατά την αυτή ημέρα, υπό τις αυτές συνθήκες με τον ακύρως κατ` αυτές εργασθέντα. Σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν. 2874/2000, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 3385/2005 (έναρξη ισχύος από 1.10.2005): 1. Σε επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο εργασίας έως σαράντα (40) ώρες την εβδομάδα, ο εργαζόμενος μπορεί να απασχολείται πέντε (5) επί πλέον ώρες την εβδομάδα κατά την κρίση του εργοδότη (υπερεργασία). Οι ώρες αυτές υπερεργασίας (41η, 42η, 43η, 44η, και 45η ώρα) αμείβονται με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25% και δεν συνυπολογίζονται στα επιτρεπόμενα, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, όρια υπερωριακής απασχόλησης. Για όσους εργαζόμενους ισχύει σύστημα εργασίας έξι (6) εργάσιμων ημερών την εβδομάδα, η σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, υπερεργασία ανέρχεται σε οκτώ (8) ώρες την εβδομάδα (από 41η έως 48η ώρα). 2. Η πέραν των σαράντα πέντε (45) ωρών την εβδομάδα απασχόληση του μισθωτού στις επιχειρήσεις της παραγράφου 1 θεωρείται υπερωριακή απασχόληση ως προς όλες τις νόμιμες συνέπειες, διατυπώσεις και διαδικασίες έγκρισης. Για όσους εργαζόμενους ισχύει σύστημα εργασίας έξι (6) εργάσιμων ημερών την εβδομάδα, υπερωριακή απασχόληση θεωρείται η εργασία πέραν των σαράντα οκτώ (48) ωρών την εβδομάδα. Σε κάθε περίπτωση διατηρούνται σε ισχύ οι ρυθμίσεις για το νόμιμο ημερήσιο ωράριο εργασίας. 3. Μισθωτοί απασχολούμενοι υπερωριακά δικαιούνται για κάθε ώρα νόμιμης υπερωρίας και μέχρι τη συμπλήρωση 120 ωρών ετησίως αμοιβή ίση με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 50%. Η αμοιβή για την πέραν των 120 ωρών ετησίως υπερωριακή απασχόληση είναι το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 75%. 4. Κάθε ώρα υπερωρίας, για την πραγματοποίηση της οποίας δεν τηρούνται οι προβλεπόμενες από το νόμο (άρθρο 3 του ν.δ. 515/1970) διατυπώσεις και διαδικασίες έγκρισης, χαρακτηρίζεται εφεξής κατ’εξαίρεση υπερωρία. 5. Για κάθε ώρα κατ’εξαίρεση υπερωρίας ο μισθωτός δικαιούται αποζημίωση ίση με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 100%. Η στην άνω διάταξη έκφραση, ότι θεωρείται υπερωριακή απασχόληση η πέραν των 45 ωρών την εβδομάδα επί πλέον απασχόληση, επί πενθήμερης εβδομαδιαίας απασχόλησης, δεν έχει την έννοια ότι ως υπερωρία θεωρείται πλέον μόνον η υπέρβαση του ανωτάτου νομίμου εβδομαδιαίου ωραρίου εργασίας και όχι η υπέρβαση του ανωτάτου ωραρίου της ημερήσιας απασχόλησης του μισθωτού, το οποίο και μετά την 1.4.2001, ελλείψει άλλης ειδικής ρύθμισης εξακολουθεί να είναι το 9ωρο επί πενθήμερης εβδομαδιαίας απασχόλησης. Επομένως, για τους εργαζόμενους με το σύστημα της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας και μετά την ισχύ του Ν. 2874/2000, ως υπερωριακή εργασία θεωρείται η απασχόληση πέραν των εννέα (9) ωρών ημερησίως. Ο νομοθέτης με το άρθρο 4 του Ν. 2874/2000 ήθελε να υπογραμμίσει ότι μετά την κατάργηση των 5 ωρών εβδομαδιαίας υπερεργασιακής απασχόλησης, το ανώτατο νόμιμο εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας είναι πλέον 45 (αντί 48) ώρες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Από την τελευταία αυτή διάταξη, του άρθρου 4 του Ν. 2874/2000, σαφώς συνάγεται επίσης ότι η αξίωση αμοιβής της κατ’ εξαίρεση υπερωρίας στηρίζεται ευθέως στο νόμο και όχι στις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις. Δηλαδή, μετά την ισχύ του ανωτέρω νόμου 2874/2000 ο εργαζόμενος για την παράνομη (κατ’ εξαίρεση) υπερωριακή απασχόλησή του δεν έχει πλέον δύο διακριτές αξιώσεις, όπως όριζε το άρθρο 1 παρ. 2 του Ν. 435/1976, αλλά μία, για την θεμελίωση της οποίας δεν απαιτείται η επίκληση των προϋποθέσεων του αδικαιολογήτου πλουτισμού (ΑΠ 314/2017 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Τα ως άνω ποσοστά προσαύξησης των 25% και 100%, καθορίσθηκαν, με το άρθρο 74 παρ.10 του ν. 3863/2010 (ΦΕΚ Α΄115/15.7.2010) σε 20% και 80%, για υπερεργασία και κατ’εξαίρεση υπερωρία αντίστοιχα (ΑΠ 498/2016 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Ειδικότερα από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι για τους εργαζομένους με το σύστημα της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας ως υπερεργασία θεωρείται η κατά τις εργάσιμες μόνο ημέρες της εβδομάδας απασχόληση πέραν των 40 και μέχρι τη συμπλήρωση των 45 ωρών εβδομαδιαίως, δοθέντος ότι με το άρθρο 6 της από 26.2.1975 ΕΓΣΣΕ οι ώρες εργασίας δε μπορούν να υπερβαίνουν τις 9 ημερησίως και ως υπερωριακή εργασία, στην οποία αφορούν οι παροχές του άρθρου 1 του ν. 435/1976, νοείται η απασχόληση πέραν των 9 ωρών ημερησίως, έστω και αν με την απασχόληση αυτή δεν πραγματοποιείται υπέρβαση του νομίμου ανωτάτου ορίου της εβδομαδιαίας εργασίας (ΑΠ 313/2010 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, από το συνδυασμό των ως άνω διατάξεων προκύπτει μεταξύ άλλων, ότι η εργασία του μισθωτού κατά την Κυριακή ή το Σάββατο ως έκτη ημέρα υπό το σύστημα της πενθήμερης εργασίας, δεν αποτελεί υπερεργασία ή υπερωριακή εργασία, εάν στην τελευταία περίπτωση δεν υπερβαίνει το ως άνω ανώτατο όριο ημερήσιας απασχόλησης (ΑΠ 684/2017, ΑΠ 53/2015, ΑΠ 864/2015 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Ειδικότερα για τις εβδομάδες που ο μισθωτός εργάστηκε λιγότερο των πέντε εργασίμων ημερών δε μπορεί να γίνει λόγος για υπερεργασία, σύμφωνα με τις αναφερόμενες διατάξεις, γιατί η συνδρομή υπερεργασίας κριτήριο έχει, όχι την ημερήσια, αλλά την εβδομαδιαία απασχόληση του μισθωτού, και μάλιστα εκείνη που πραγματοποιείται καθ’όλες τις εργάσιμες πέντε ημέρες της εβδομάδας (ΑΠ 353/1995 ΕΕΔ 54.1006, ΑΠ 1017/1995, ΑΠ 1164/1995 ΔΕΝ 51.1363 και 1366). Για τη συνδρομή υπερωριακής απασχόλησης λαμβάνεται υπόψη η ημερήσια εργασία, έστω και αν με την ημερήσια αυτή υπεραπασχόληση δεν πραγματοποιείται υπέρβαση του ανωτάτου ορίου εβδομαδιαίας εργασίας, αφού δεν χωρεί συμψηφισμός της ημερήσιας υπερωρίας με την πραγματοποιηθείσα μικρότερη απασχόληση κατ` άλλη ημέρα της ίδιας εβδομάδας  Ως ημερήσια εργασία θεωρείται αυτή που παρέχεται μέσα σε μία κατά το πολιτικό ημερολόγιο προσδιορισμένη ημέρα, δηλαδή από μεσονυκτίου σε μεσονύκτυο. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 6 της από 26.9.1975 ΕΓΣΣΕ, που κυρώθηκε με το ν.133/1975, 6 της από 14.2.1984 ΕΓΣΣΕ (που δημοσιεύθηκε με την ΥΑ 11770/2030/1984, ΦΕΚ Β΄ 81) και των από 19.1.1985 (ΦΕΚ Β΄ 50) και 13.3.1986 (ΦΕΚ Β΄123), 6 της 6/1979 απόφασης του ΔΔΔΔ Αθηνών, που κυρώθηκε με το άρθρο 15 ν.1082/1980, της ΠΝΠ της 30.12.1980, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.1157/1981, της ΚΥΑ 8900/1946 (όπως ερμηνεύθηκε με την 25825/1951 όμοια και άρθ.2ν.435/1976), του άρθρου 2 ν.3755/1957, του άρθρου 1 ν.435/1976, των άρθρων 1 και 10 του ΒΔ 748/1966, και των άρθρων 904 επ. του ΑΚ, συνάγεται ότι υπό το σύστημα της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας (Δευτέρα έως και Παρασκευή), των 8 ωρών ημερησίως και των 40 συνολικά εβδομαδιαία η επί 8ωρο (εκούσια ή εξαναγκασμένη) παροχή εργασίας κατά το Σάββατο (ως 6η ημέρα) είναι άκυρη και δημιουργεί απαίτηση του μισθωτού κατά τις αρχές του αδικαιολογήτου πλουτισμού για την απόδοση της ωφέλειας του εργοδότη (ΑΠ 506/2017 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Η ωφέλεια του εργοδότη σε περίπτωση εργασίας του εργαζομένου κατά το Σάββατο, ως έκτης ημέρας σε σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, συνίσταται στις αποδοχές τις οποίες ο εργοδότης θα κατέβαλλε σε άλλο μισθωτό, που θα απασχολείτο με έγκυρη σύμβαση εργασίας κατά τις ως άνω ημέρες, υπό τις αυτές συνθήκες με τον ακύρως κατά την ημέρα αυτή εργασθέντα (ΑΠ 313, 314, 315, 316/2017, 67/2015, 32/2013, 376/2010,1732/2005, άπασες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ Νόμος). Το καθεστώς όμως αυτό διαφοροποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 3846/2010, που ισχύει από 11.5.2010, ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου (ΦΕΚ 66 Α΄), σύμφωνα με το άρθρο 35 του ίδιου νόμου, και ορίζει ότι «η εργασία, που παρέχεται την έκτη ημέρα της εβδομάδος, κατά παράβαση του συστήματος πενθήμερης εργασίας, ανεξάρτητα από τις προβλεπόμενες κυρώσεις, αμείβεται με το καταβαλλόμενο ημερομίσθιο προσαυξημένο κατά 30%» (ΑΠ 315/2017 ό.π.). Εξάλλου από τις διατάξεις της 8900/1946 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας “περί καθορισμού αυξημένης αμοιβής εις τους εργαζομένους εν γένει κατά τας Κυριακάς και εορτάς”, όπως ερμηνεύθηκε με την 25825/1951 ομοία και άρθρο 2 του ν. 435/1976, προκύπτει ότι στους εργαζόμενους κατά τις Κυριακές και τις μη εργάσιμες εορτές καταβάλλεται, ανεξαρτήτως του κύρους για την απασχόληση, προσαύξηση του ημερομισθίου, η οποία υπολογίζεται επί του νομίμου μισθού και ισούται με το 75% ενός ημερομισθίου, εφόσον η εργασία εξαντλήσει το κανονισμένο ημερήσιο ωράριο.. Σε περίπτωση δε που στερείται και την εβδομαδιαία ανάπαυση ο εργαζόμενος αυτός δικαιούται και το 1/25 του καταβαλλόμενου μισθού του ως αποζημίωση με βάση τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού (ΑΠ 1418/2015 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, σύμφωνα με την υπ’αριθμ. 18310/1946 απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Οικονομικών «στους πάσης φύσεως μισθωτούς των επιχειρήσεων και εργασιών γενικά, συνεχούς ή μη λειτουργίας, εάν απασχολούνται κατά τις νυχτερινές ώρες – ήτοι από την 10η βραδινή μέχρι την 6η πρωινή – καταβάλλονται οι εκάστοτε κανονικές αποδοχές, αυξημένες κατά 25%». Η προσαύξηση αυτή καταβάλλεται σε όλους τους εργαζόμενους κατά τις νυχτερινές ώρες, άσχετα αν η εργασία τους παρέχεται καθ’όλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα της νύχτας ή μόνο σε μέρος αυτού, υπολογίζεται δε επί του νομίμου μισθού, στον οποίο περιλαμβάνονται και τα κάθε είδους επιδόματα (ΑΠ 520/2015 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, εάν η υπερεργασία ή η υπερωριακή απασχόληση συμπίπτει με παροχή εργασίαςκατά την Κυριακή ή άλλη αργία ή κατά τη νύκτα  συνυπολογίζονται οι προσαυξήσεις 75%  ή  25%  αντίστοιχα   (ΟλΑΠ 3/1999 ΝοΒ 47.1115). Η  υπ’αριθμ. 21091/2990/1946  κοινή  απόφαση  των  Υπουργών  Οικονομικών   και Εργασίας,  που  εκδόθηκε  κατά  εξουσιοδότηση  του νόμου 28/1944, όπως αυθεντικά ερμηνεύθηκε  με  το  νόμο  866/1944  και  δημοσιεύτηκε  στην  Εφημερίδα  της Κυβερνήσεως (Τεύχος  Β΄, 142/4.9.1946), έχει ισχύ νόμου. Η απόφαση αυτή ορίζει ότι στο εκτός έδρας αποστελλόμενο  προσκαίρως  για εργασία   υπαλληλικό  και  εργατοτεχνικό  προσωπικό  όλων  γενικά  των επιχειρήσεων και εργασιών καταβάλλεται  και  πρόσθετη  αποζημίωση  για κάθε εκτός έδρας διανυκτέρευση, η οποία ισούται με το κάθε φορά νόμιμο ημερομίσθιο  ή  το  1/25  του νομίμου μηνιαίου μισθού. Όταν στους μισθωτούς, που εργάζονται εκτός έδρας, παρέχονται από τον εργοδότη στον τόπο, όπου εστάλησαν, τροφή και κατοικία, καταβάλλεται σ’αυτούς το 1/4 μόνο της ανωτέρω αποζημίωσης, ήτοι το 1/4 του νομίμου ημερομισθίου του, ή το 1/4 του 1/25 του νομίμου μηνιαίου μισθού του. Από την απόφαση αυτή προκύπτει  ότι,  προϋπόθεση  για  τη  χορήγηση  αποζημίωσης  για απασχόληση  του μισθωτού εκτός έδρας είναι η αποστολή του από τον τόπο που συμφωνήθηκε για μόνιμη παροχή της εργασίας του σε  άλλο  τόπο  για πρόσκαιρη  απασχόλησή  του σε αυτόν και διανυκτέρευσή του στο νέο αυτό τόπο εργασίας (ΑΠ 231/1991 ΕΕΝ 1992.141, ΑΠ 106/1990 ΔΕΝ 1991.72).

Το παρόν Δικαστήριο εκτιμά: α) Την ένορκη κατάθεση του μάρτυρος του ενάγοντος ……….., και την άνευ όρκου εξέταση του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης ……….., που δόθηκαν κατά τη συζήτηση της αγωγής στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, β) όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, προκειμένου απ’όσα δεν οδηγούν σε άμεση απόδειξη να συναχθούν δικαστικά τεκμήρια, χωρίς να παραλείπεται κανένα για την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης, ασχέτως αν μνημονεύεται ή όχι ειδικά, και γ) τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής (άρθρο 336 παρ.4 του ΚΠολΔ). Από την επανεκτίμηση και συνεκτίμηση του ανωτέρω αποδεικτικού υλικού το δικαστήριο κρίνει ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, τα οποία ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Ο ενάγων προσλήφθηκε την 1η.12.2008 από την εναγόμενη, ανώνυμη εταιρία, η οποία δραστηριοποιείται στον τομέα της μεταφοράς και ανύψωσης αντικειμένων, δυνάμει σύμβασης παροχής εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ως χειριστής ανυψωτικών μηχανημάτων, υπό καθεστώς πενθήμερης εβδομαδιαίας απασχόλησης, κατά τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας (από Δευτέρα έως Παρασκευή) και με συμβατικό ωράριο εργασίας 8 ωρών (από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00), αντί μηνιαίου μισθού. Ειδικότερα τα καθήκοντά του συνίσταντο στην ανύψωση με το γερανό της εργοδότριάς του αντικειμένων μεγάλου όγκου και βάρους και η εναπόθεσή τους σε φορτηγά οχήματα της ιδίας, που θα χρησιμοποιούντο για τη μεταφορά τους, καθώς και στη συνέχεια, με την άφιξή τους, η εκφόρτωση αυτών, επίσης με το συγκεκριμένο μηχάνημα, από τα εν λόγω οχήματα στο συμφωνηθέντα κάθε φορά με τους εκάστοτε πελάτες της τόπο παράδοσης ή τοποθέτησής τους. Σε εκτέλεση της σύμβασης αυτής ο ενάγων προσέφερε τις υπηρεσίες του στην εναγόμενη προσηκόντως και συνεχώς μέχρι τις 31.3.2013, οπότε και αποχώρησε οικειοθελώς από την εργασία του. Αποδείχθηκε επίσης ότι κατά τα επίδικα έτη 2011 και 2012, κατά τα οποία ο συμφωνημένος μηνιαίος μισθός του (που εν προκειμένω ταυτίζεται με το νόμιμο) για το χρονικό διάστημα από 1.1.2011 έως 30.9.2011 ανήλθε στο ποσό των 1.926,57 ευρώ μικτά και για το χρονικό διάστημα από 1.10.2011 έως 31.12.2012 στο ποσό των 2.514,68 ευρώ μικτά, όπως επίσης έγινε δεκτό και από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, και δεν αμφισβητείται με ειδικό λόγο έφεσης από την εναγόμενη, αντίθετα συνομολογείται η ορθότητα των συγκεκριμένων παραδοχών της εκκαλουμένης, απασχολήθηκε από την τελευταία καθ’υπέρβαση, τόσο του συμβατικού εβδομαδιαίου ωραρίου εργασίας των 40 ωρών, όσο και του ανωτάτου νομίμου ημερησίου ωραρίου των 9 ωρών, εφόσον πρόκειται περί επιχείρησης για τους εργαζομένους της οποίας ισχύει το σύστημα της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, χωρίς για τις πραγματοποιηθείσες υπερωρίες του να τηρηθούν από την εργοδότριά του οι προβλεπόμενες από το νόμο (άρθρο 3 του ν.δ. 515/1970) διατυπώσεις και διαδικασίες έγκρισης, καθώς επίσης και ορισμένα Σάββατα και Κυριακές, επί οκτάωρον, αλλά και υπερωριακά, ενίοτε και κατά τις νυκτερινές ώρες, ενώ λόγω της εργασίας του την Κυριακή, δεν του χορηγήθηκε, ως έδει, αναπληρωματική εβδομαδιαία ανάπαυση, διαρκείας 24 συνεχών ωρών, σε άλλη, εργάσιμη ημέρα της επομένης εβδομάδας, καθώς και εκτός της έδρας της εναγομένης, όπου επίσης και διανυκτέρευσε, κατά τα κατωτέρω αναλυτικά παρατιθέμενα, χωρίς να του καταβληθεί η οφειλόμενη για τις ανωτέρω αιτίες κατά νόμο αμοιβή. Αποδείχθηκε επίσης ότι κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2011 έως 30.9.2011, κατά το οποίο όπως προεκτέθηκε, οι συμφωνηθείσες μικτές μηνιαίες αποδοχές του ανήλθαν στο ποσό των 1.926,57 ευρώ, το ημερομίσθιό του διαμορφώθηκε στο ποσό των 77,06 ευρώ (1.926,57 ευρώ ο συμφωνηθείς μικτός μηνιαίος μισθός του : 25 ημέρες = 77,06 ευρώ) και το ωρομίσθιό του στο ποσό των 11,56 ευρώ (77,06 ευρώ το ημερομίσθιό του Χ 6 ημέρες = 462,36 ευρώ εβδομαδιαίος μισθός : 40 ώρες = 11,56 ευρώ), ενώ κατά το επόμενο χρονικό διάστημα από 1.10.2011 έως 31.12.2012 κατά το οποίο όπως προεκτέθηκε, οι συμφωνηθείσες μικτές μηνιαίες αποδοχές του ανήλθαν στο ποσό των 2.514,68 ευρώ, το ημερομίσθιό του διαμορφώθηκε στο ποσό των 100,59 ευρώ (2.514,68 ευρώ ο συμφωνηθείς μικτός μηνιαίος μισθός του: 25 ημέρες = 100,59 ευρώ) και το ωρομίσθιό του στο ποσό των 15,09 ευρώ (100,59 ευρώ το ημερομίσθιό του Χ 6 ημέρες = 603,54 ευρώ εβδομαδιαίος μισθός : 40 ώρες = 15,09 ευρώ). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι: Α) Κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2011 έως 30.9.2011: 1) Κατά την εβδομάδα από 17.1.2011 έως 21.1.2011 και κατά τις εργάσιμες ημέρες αυτής (από Δευτέρα έως Παρασκευή) εργάσθηκε στις 17.1.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.30, στις 18.1.2011 από ώρα 6.30 έως ώρα 18.00, στις 19.1.2011 από ώρα 6.30 έως ώρα 16.30, στις 20.1.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 21.1.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά 53 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από 41η έως 45η), ενώ οι υπόλοιπες 8 ώρες (από την 46η έως την 53η) κατ’εξαίρεση υπερωρία,  λαμβανομένου υπόψη του ότι η συνδρομή υπερεργασίας ή υπερωρίας κριτήριο έχει, όχι την ημερήσια, αλλά την εβδομαδιαία απασχόληση του μισθωτού, και μάλιστα εκείνη που πραγματοποιείται καθ’όλες τις εργάσιμες πέντε ημέρες της εβδομάδας, και όχι και κατά το Σάββατο, ή την Κυριακή, κατά τις οποίες η υπέρβαση από το μισθωτό του νομίμου ανωτάτου ημερησίου ωραρίου εργασίας του ρυθμίζεται αυτοτελώς, όπως προεκτέθηκε στη μείζονα σκέψη. Κατά την εβδομάδα από 24.1.2011 έως 28.1.2011 εργάσθηκε στις 24.1.2011 από ώρα 5.30 έως ώρα 20.30, στις 25.1.2011 από ώρα 5.30 έως ώρα 19.00,στις 26.1.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.00, στις 27.1.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.00 και στις 29.1.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά 58,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 13,5 ώρες (από 46η έως 58,5η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως, κατά το μήνα Ιανουάριο του έτους 2011 πραγματοποίησε 10 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 138,7 ευρώ (11,56 ευρώ + 2,31 ευρώ (11,56 ευρώ Χ 20%) = 13,87 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 10 ώρες). 2) Κατά την εβδομάδα από 31.1.2011 έως 4.2.2011 εργάσθηκε στις 31.1.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, όπως και την 1η.2.2011, στις 2.2.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.00, στις 3.2.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 16.00 και στις 4.2.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε επί 45 ώρες συνολικά, πραγματοποιώντας 5 ώρες υπερεργασίας. Κατά την εβδομάδα από 7.2.2011 έως 11.2.2011 εργάσθηκε στις 7.2.2011, στις 8, 9 και 11.2.2011 επί οκτάωρον, από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 10.2.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 16.30, ήτοι εργάσθηκε επί 41,5 ώρες, πραγματοποιώντας 1,5 ώρα υπερεργασίας, Κατά την εβδομάδα από 21.2.2011 έως 25.2.2011 εργάσθηκε στις 21.2.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 16.30, στις 22, 24 και 25.2.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 23.2.2011 από ώρα 5.30  έως ώρα 18.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά 46 ώρες, πραγματοποιώντας 5 ώρες υπερεργασίας και 1 ώρα κατ’εξαίρεση υπερωρίας. Επομένως, κατά το μήνα Φεβρουάριο του έτους 2011 πραγματοποίησε 11,5 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 159,05 ευρώ (13,87 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 11,5 ώρες). 3) Κατά την εβδομάδα από 28.2.2011 έως 4.3.2011 εργάσθηκε στις 28.2.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.00, την 1η.3.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 20.30, στις 2 και στις 3.3.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 4.3.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 20.30, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 53 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 8 ώρες (από 46η έως 53η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 14.3.2011 έως 18.3.2011 εργάσθηκε στις 14.15 και 16.3 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, στις 17.3 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.00 και στις 18.3 από ώρα 7.00 έως ώρα 7.00 έως ώρα 17.30, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 43,5 ώρες, πραγματοποιώντας 3,5 ώρες υπερεργασία. Κατά την εβδομάδα από 21.3.2011 έως 24.3.2011 εργάσθηκε στις 21, στις 22 και στις 24 Μαρτίου από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 23.3.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.30, δηλαδή εργάσθηκε συνολικά επί 36,5 ώρες. Επομένως, δεν πραγματοποίησε υπερεργασία, καθόσον δεν υπερέβη το συμβατικό εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας των 40 ωρών, πλην όμως στις 23.3.2011 υπερέβη το ανώτατο νόμιμο ημερήσιο ωράριο εργασίας των 9 ωρών, που ισχύει για τους εργαζομένους υπό το σύστημα της πενθήμερης εβδομαδιαίας απασχόλησης, κατά 3,5 ώρες, οι οποίες αποτελούν κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 28.3.2011 έως την 1η.4.2011 εργάσθηκε στις 28.3.2011 από ώρα 6.30 έως ώρα 15.30, στις 29.3.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 20.30, και στις 30 και 31.3, αλλά και την 1η.4.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 46,5 ώρες, πραγματοποιώντας 5 ώρες υπερεργασία και 1,5 ώρα κατ’εξαίρεση υπερωρία. Ενόψει τούτων, κατά το μήνα Μάρτιο του έτους 2011 πραγματοποίησε 13,5 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 187,2  ευρώ (13,87 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 13,5 ώρες). 4) Κατά την εβδομάδα από 4.4.2011 έως 8.4.2011 εργάσθηκε στις 4.4.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, στις 5.4.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 20.00, στις 6.4.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 20.30, στις 7.4.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 8.4.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 21.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 56,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 11,5 ώρες (από 46η έως 56,5η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 11.4.2011  έως 15.4.2011 εργάσθηκε στις 11,12 και 13.4 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, στις 14.4.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 22.00 και στις 15.4.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 7.00 έως ώρα 18.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 50 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 6 ώρες (από την 46η έως την 50η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 18.4.2011 έως 22.4.2011 εργάσθηκε στις 18.4.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 21.00 και στις 19, στις 20 και 21.4.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 38 ώρες. Επομένως, δεν πραγματοποίησε υπερεργασία, καθόσον δεν υπερέβη το συμβατικό εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας των 40 ωρών, πλην όμως στις  18.4.2011 υπερέβη το ανώτατο νόμιμο ημερήσιο ωράριο εργασίας των 9 ωρών, που ισχύει για τους εργαζομένους υπό το σύστημα της πενθήμερης εβδομαδιαίας απασχόλησης, κατά 5 ώρες, οι οποίες αποτελούν κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 25.4.2011 έως 29.4.2011 εργάσθηκε στις 25,26 και 28.4 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 29.4.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 20.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 35 ώρες. Επομένως, δεν πραγματοποίησε υπερεργασία, καθόσον δεν υπερέβη το συμβατικό εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας των 40 ωρών, πλην όμως στις 29.4.2011, που εργάσθηκε επί 13 ώρες, υπερέβη το ανώτατο νόμιμο ημερήσιο ωράριο εργασίας των 9 ωρών, που ισχύει για τους εργαζομένους υπό το σύστημα της πενθήμερης εβδομαδιαίας απασχόλησης, κατά 4 ώρες, οι οποίες αποτελούν κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως, κατά το μήνα Απρίλιο του έτους 2011 πραγματοποίησε 10 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 138,7 ευρώ (13,87 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 10 ώρες). 5) Κατά την εβδομάδα από 2.5.2011 έως 6.5.2011 εργάσθηκε στις 2.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.30, στις 3.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.30, στις 4.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, στις 5.5.2011 από ώρα 3.00 έως ώρα 18.00 και στις 6.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 54 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 9 ώρες (από την 46η έως την 54η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 9.5.2011 έως 13.5.2011 εργάσθηκε στις 9.5.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 22.00, στις 10.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 22.00, στις 11.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, στις 12.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 21.00 και στις 13.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 61 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 16 ώρες (από την 46η έως την 61η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 16.5.2011 έως 20.5.2011 εργάσθηκε στις 16.5.2011 από ώρα 5.00 έως ώρα 17.00, στις 17.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 20.30, στις 18.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 22.00, στις 19.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.00 και στις 20.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 21.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 66,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 21,5 ώρες (από την 46η έως την 66,5η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 23.5.2011 έως 27.5.2011 εργάσθηκε στις 23.5.2011 από ώρα 5.00 έως ώρα 22.00, στις 24.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 21.00, στις 25.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 21.30, στις 26.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.30 και στις 27.5.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 65 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 20 ώρες (από την 46η έως την 65η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως, κατά το μήνα Μάιο του έτους 2011 πραγματοποίησε 20 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 277,4 ευρώ (13,87 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 20 ώρες). 6) Κατά την εβδομάδα από 30.5.2011 έως 3.6.2011 εργάσθηκε στις 30.5.2011 από ώρα 5.00 έως ώρα 22.00, στις 31.5.2011 από ώρα 6.30 έως ώρα 19.00, την 1η.6.2015 από ώρα 6.30  έως ώρα 20.00, στις 2.6.2011 από ώρα 6.30 έως ώρα 20.00 και στις 3.6.2011 από ώρα 6.30 έως ώρα 20.30, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 69,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 24,5 ώρες (από την 46η έως την 69,5η) κατ’εξαίρεση υπερωρία.Κατά την εβδομάδα από 6.6.2011 έως 10.6.2011 εργάσθηκε στις 6.6.2011 από ώρα 5.00 έως ώρα 22.00, στις 7.6.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 20.00, στις 8.6.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.30, στις 9.6.2011 από ώρα 5.30 έως ώρα 20.00 και στις 10.6.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 21.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 71 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 26 ώρες (από την 46η έως την 71η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 13.6.2011 έως 17.6.2011 εργάσθηκε στις 14.6.2011 από ώρα 5.00 έως ώρα 19.30, στις 15.6.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.00, στις 16.6.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.00 και στις 17.6.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 42,5 ώρες, πραγματοποιώντας υπερεργασία 2,5 ωρών. Κατά την εβδομάδα από 20.6.2011 από 23.6.2011 εργάσθηκε στις 20,21,22 και 23.6 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 24.6.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 23.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 43 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 3 ώρες (από την 46η έως την 48η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 27.6.2011 έως 1η.7.2011 εργάσθηκε στις 27.6.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.30, στις 28.6.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 21.00, στις 29.6.2011 από ώρα 7.00  έως ώρα 19.30, στις 30.6.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.30 και την 1η.7.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 61,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 16,5 ώρες (από την 46η έως την 61,5η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως, κατά το μήνα Ιούνιο του έτους 2011 πραγματοποίησε 22,5 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 312,07 ευρώ (13,87 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 22,5 ώρες). 7)  Κατά την εβδομάδα από 4.7.2011 έως 8.7.2011 εργάσθηκε στις 4.7.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.30, στις 5.7.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.00, στις 6.7.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 21.00, στις 7.7.2011 και στις 8.7.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 53,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 8,5 ώρες (από την 46η έως την 53,5η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 11.7.2011 έως 15.7.2011 και κατά τις εργάσιμες ημέρες αυτής (από Δευτέρα έως Παρασκευή) εργάσθηκε στις 11.7.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 20.00, στις 12.7.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.00, στις 13.7.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, στις 14.7.2011 από ώρα 3.30 έως ώρα 20.00, και στις 15.7.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 60,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 15,5 ώρες (από την 46η έως την 60,5η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 18.7.2011 έως 22.7.2011 και κατά τις εργάσιμες ημέρες αυτής (από Δευτέρα έως Παρασκευή) εργάσθηκε στις 18.7.2011 από ώρα 5.00 έως ώρα 22.00, στις 19.7.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 21.30, στις 20.7.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 22.30, στις 21.7.2011 από ώρα 5.30 έως ώρα 19.30 και στις 22.7.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 21.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 78 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 33 ώρες (από την 46η έως την 78η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 25.7.2011 έως 29.7.2011 και κατά τις εργάσιμες ημέρες αυτής (από Δευτέρα έως Παρασκευή) εργάσθηκε στις 25.7.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 19.00, στις 26.7.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 17.00, στις 27.7.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 20.00, στις 28.7.2011 από ώρα 6.00 έως 21.00 και στις 29.7.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 21.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 68 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 23 ώρες (από την 46η έως την 68η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως, κατά το μήνα Ιούλιο του έτους 2011 πραγματοποίησε 20 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 277,4 ευρώ (13,87 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 20 ώρες). 8) Κατά την εβδομάδα από την 1η.8.2011  έως τις 5.8.2011 εργάσθηκε την 1η.8.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 19.00, στις 2.8.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, στις 3.8.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.30, στις 4.8.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 16.30 και στις 5.8.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.30, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 53,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 8,5 ώρες (από την 46η έως την 53,5η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από την 8.8.2011 έως τις 12.8.2011 εργάσθηκε στις 8.8.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.00, στις 9.8.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.30, όπως και στις 10.8 και στις 12.8, και στις 11.8 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 55,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 10,5 ώρες (από την 46η έως την 55,5η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 15.8.2011 έως 19.8.2011 εργάσθηκε στις 16.8.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 18.00, στις 17.8.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 16.00, στις 18.8.2011 και στις 19.8.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 37 ώρες. Επομένως, δεν πραγματοποίησε υπερεργασία, καθόσον δεν υπερέβη το συμβατικό εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας των 40 ωρών, πλην όμως στις 16.8.2011, που εργάσθηκε επί 12 ώρες, υπερέβη το ανώτατο νόμιμο ημερήσιο ωράριο εργασίας των 9 ωρών, που ισχύει για τους εργαζομένους υπό το σύστημα της πενθήμερης εβδομαδιαίας απασχόλησης, κατά 3 ώρες, οι οποίες αποτελούν κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 22.8.2011 έως 26.8.2011 εργάσθηκε στις 22.8 και στις 23.8. από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, στις 24.8.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.00 και στις 25.8. και στις 26.8.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 44 ώρες, πραγματοποιώντας υπερεργασία 4 ωρών. Κατά το χρονικό διάστημα από 29.8.2011 έως 2.9.2011 εργάσθηκε στις 29.8.2011 από ώρα 6.00 έως 20.30, και στις 30 και 31.8, αλλά και την 1η.9 και στις 2.9 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.30, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 64,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 19,5 ώρες (από την 46η έως την 64,5η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως, κατά το μήνα Αύγουστο του έτους 2011 πραγματοποίησε 19 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 263,53 ευρώ (13,87 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 19 ώρες). 9) Κατά το χρονικό διάστημα από 5.9.2011 έως 9.9.2011 εργάσθηκε στις 5.9.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 16.00, στις 6.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 7.00 έως ώρα 19.30, στις 7.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.30, στις 8.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 20.00 και στις 9.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.30, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 59,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 14,5 ώρες (από την 46η έως την 59,5η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά το χρονικό διάστημα από 12.9.2011 έως 16.9.2011 εργάσθηκε στις 12.9.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 17.30, στις 13.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.30, στις 14.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.30, στις 15.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.30 και στις 16.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 16.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 56 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 11 (από την 46η έως την 56η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 19.9.2011 έως 23.9.2011 εργάσθηκε στις 19.9.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 19.30, στις 20.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.30, στις 21.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.30, στις 22.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.00 και στις 23.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.30, ήτοι εργάσθηκε επί 58 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 13 ώρες (από την 46η έως την 58η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Τέλος, κατά το χρονικό διάστημα από 26.9.2011 έως 30.9.2011 εργάσθηκε στις 26.9.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 16.00, στις 27.9.2011 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 16.00, στις 28.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 16.00, στις 29.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.30 και στις 30.9.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.30,  ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 48 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 3 ώρες (από την 46η έως την 48η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως, κατά το μήνα Σεπτέμβριο του έτους 2011 πραγματοποίησε 20 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 277,4 ευρώ (13,87 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 20 ώρες). Β) Κατά το χρονικό διάστημα από 1.10.2011 έως 31.12.2012: 1) Κατά την εβδομάδα από 3.10.2011 έως 7.10.2011 και κατά τις εργάσιμες ημέρες αυτής (από Δευτέρα έως Παρασκευή) εργάσθηκε στις 3.10.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 19.30, στις 4.10.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.30, στις 5.10.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 20.30, στις 6.10.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 18.30 και στις 7.10.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 20.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 65 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 20 ώρες (από την 46η έως την 65η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 10.10.2011 έως 14.10.2011 εργάσθηκε στις 10.10.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 19.30, στις 11.10.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.30, όπως και στις 12.10.2011 και στις 13.10.2011, και στις 14.11.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.30, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 62,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 17,5 ώρες (από την 46η έως την 62,5η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 17.10.2011 έως 21.10.2011 εργάσθηκε στις 17.10.2011, στις 18.10.2011 και στις 19.10.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, στις 20.10.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.30 και στις 21.10.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 45,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 0,5 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως, κατά το μήνα Οκτώβριο του έτους 2011 πραγματοποίησε 15 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 271,65 ευρώ (15,09 ευρώ + 3,02 ευρώ (15,09 ευρώ Χ 20%) = 18,11 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 15 ώρες). 2) Κατά την εβδομάδα από 31.10.2011 έως 4.11.2011 εργάσθηκε στις 31.10.2011, την 1.11.2011 και στις 2.11.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, στις 3.11.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 21.00 και στις 4.11.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 46 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ η υπόλοιπη 1 ώρα κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 21.11.2011 έως 25.11.2011 εργάσθηκε στις 21.11.2011 από ώρα 7.00 έως 15.00, στις 22.11.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 15.00, στις 23.11.2011 και στις 24.11.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 19.00 και στις 25.11.2011 από ώρα 6.00 έως ώρα 18.30, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 55,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 10,5 ώρες (από την 46η έως την 55,5η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 28.11.2011 έως 2.12.2011 εργάσθηκε στις 28 και 29.11 και την 1η.12 και στις 2.12 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 30.11.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.30, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 45,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 0,5 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως, κατά το μήνα Νοέμβριο του έτους 2011 πραγματοποίησε 15 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 271,65 ευρώ (18,11 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 15 ώρες). 3) Κατά την εβδομάδα από 12.12.2011 έως 16.12.2011 εργάσθηκε στις 12,13,14 και 16.12 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 15.12.2011 από ώρα 7.00 έως ώρα 22.30, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 47,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45η), ενώ οι υπόλοιπες 2,5 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρία, και, συνεπώς, για το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2011 πραγματοποίησε 5 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 90,55 ευρώ (18,11 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 5 ώρες). 4) Κατά την εβδομάδα από 2.1.2012 έως 6.1.2012 εργάσθηκε μόνο στις 4.1.2012 από ώρα 5.30 έως ώρα 15.30, δηλαδή επί 10 ώρες, υπερβαίνοντας το ανώτατο νόμιμο ημερήσιο ωράριο εργασίας των 9 ωρών των εργαζομένων, για τους οποίους έχει συμφωνηθεί σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας απασχόλησης,  κατά 1 ώρα, και στις 5.1.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.30, ήτοι επί 10,5 ώρες, υπερβαίνοντας το ανώτατο νόμιμο ημερήσιο ωράριο εργασίας των 9 ωρών κατά 1,5 ώρα, δηλαδή πραγματοποιώντας 2,5 ώρες συνολικά κατ’εξαίρεση υπερωρίας. Κατά την εβδομάδα από 9.1.2012 έως 13.1.2012 εργάσθηκε στις 9.1.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.00, στις 10.1.2012 από ώρα 7.00 έως 15.00, όπως και στις 11.1 και στις 12.1, ενώ στις 13.1.2012 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 16.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 43 ώρες, πραγματοποιώντας 3 ώρες υπερεργασίας. Κατά την εβδομάδα από 16.1.2012 έως 20.1.2012 εργάσθηκε στις 16.1.2012 από ώρα 5.30 έως ώρα 23.00, στις 17, στις 19 και στις 20.1 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, και στις 18.1.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί  53,5 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45), ενώ οι υπόλοιπες 8,5 ώρες (από την 46η έως την 53,5η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως, κατά το μήνα Ιανουάριο του έτους 2012 πραγματοποίησε 8 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 144,88 ευρώ (18,11 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 8 ώρες). 5) Κατά το μήνα Φεβρουάριο του έτους 2012 και κατά την εβδομάδα από 30.1.2012 έως 3.2.2012 εργάσθηκε στις 30.1.2012 και στις 31.1.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, την 1η.2.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.00, στις 2.2.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 16.00 και στις 3.2.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 16.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 44 ώρες, πραγματοποιώντας 4 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 72,44 ευρώ (18,11 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 4 ώρες). 6) Κατά το μήνα Μάρτιο του έτους 2012 και κατά την εβδομάδα από 5.3.2012 έως 9.3.2012 εργάσθηκε στις 6, 7 και 8.3 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 9.3.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.00,  ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 36 ώρες. Επομένως, δεν πραγματοποίησε υπερεργασία, καθόσον δεν υπερέβη το συμβατικό εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας των 40 ωρών, πλην όμως στις 9.3.2012, που εργάσθηκε επί 12 ώρες, υπερέβη το ανώτατο νόμιμο ημερήσιο ωράριο εργασίας των 9 ωρών, που ισχύει για τους εργαζομένους υπό το σύστημα της πενθήμερης εβδομαδιαίας απασχόλησης, κατά 3 ώρες, οι οποίες αποτελούν κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 26.3.3012 έως 30.3.2012 εργάσθηκε στις 26.3.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.00 και στις 27, 28, 29 και 30.3 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 41 ώρες, πραγματοποιώντας 1 ώρα υπερεργασίας, για την οποία θα έπρεπε να του καταβληθεί το ποσό των 18,11 ευρώ. 7) Κατά το μήνα Απρίλιο του έτους 2012 και κατά την εβδομάδα από 16.4.2012 έως 20.4.2012 εργάσθηκε στις 17, στις 18 και στις 19.4.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 20.4.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 35 ώρες. Επομένως, δεν πραγματοποίησε υπερεργασία, καθόσον δεν υπερέβη το συμβατικό εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας των 40 ωρών, πλην όμως στις 20.4.2012, που εργάσθηκε επί 11 ώρες, υπερέβη το ανώτατο νόμιμο ημερήσιο ωράριο εργασίας των 9 ωρών, που ισχύει για τους εργαζομένους υπό το σύστημα της πενθήμερης εβδομαδιαίας απασχόλησης, κατά 2 ώρες, οι οποίες αποτελούν κατ’εξαίρεση υπερωρία. 8) Κατά την εβδομάδα από 14.5.2012 έως 18.5.2012 εργάσθηκε στις 14.5.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 16.00 και όλες τις υπόλοιπες ημέρες (15,16,17 και 18.5) από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 41 ώρες, πραγματοποιώντας 1 ώρα υπερεργασία. Κατά την εβδομάδα από 21.5.2012 έως 25.5.2012 εργάσθηκε στις 21, στις 22, στις 24 και στις 25.5 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 23.5.2012 από ώρα 6.00 έως ώρα 21.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 47 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45), ενώ οι υπόλοιπες 2 (46η  και 47η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως, κατά το μήνα Μάιο του έτους 2012 πραγματοποίησε 6 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 108,66 ευρώ (18,11 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 6 ώρες). 9) Κατά την εβδομάδα από 4.6.2012 έως 8.6.2012  εργάσθηκε στις 4.6.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, στις 5.6.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.00, στις 6.6.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, στις 7.6.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.00 και στις 8.6.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.00,  ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 49 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45), ενώ οι υπόλοιπες 4 (46η  έως και 49η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 11.6.2012 έως 15.6.2012 εργάσθηκε στις 11.6 και στις 15.6 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.00, και στις 12,13 και 14.6 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 53 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45), ενώ οι υπόλοιπες 8 (46η  έως και 53η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 18.6.2012 έως 22.6.2012 εργάσθηκε στις 18, 19 και 20.6. από ώρα 7.00 έως ώρα 18.00, στις 21.6.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 21.00 και στις 22.6.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 53 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45), ενώ οι υπόλοιπες 10 (46η  έως και 55η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Κατά την εβδομάδα από 25.6.2012 έως 29.6.2012 εργάσθηκε στις 26.6.2012 από ώρα 2.00 έως ώρα 20.00, στις 27.6.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 22.00, στις 28.6.2012 από ώρα από 7.00 έως ώρα 23.00 και στις 29.6.2012 από ώρα από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 57 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45), ενώ οι υπόλοιπες 12 (46η  έως και 57η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως, κατά το μήνα Ιούνιο του έτους 2012 πραγματοποίησε 20 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 362,2 ευρώ (18,11 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 20 ώρες). 10) Κατά την εβδομάδα από 2.7.2012 έως 6.7.2012 εργάσθηκε στις 2.7.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 16.00 και όλες τις υπόλοιπες ημέρες από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 41 ώρες, πραγματοποιώντας 1 ώρα υπερεργασίας. Κατά την εβδομάδα από 9.7.2012 έως 13.7.2012 εργάσθηκε στις 9,10,11 και 12.7. από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 13.7.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 42 ώρες, πραγματοποιώντας 2 ώρες υπερεργασίας. Κατά την εβδομάδα από 23.7.2012 έως 27.7.2012 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 23.00, στις 24.7.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.30, στις 25.7.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 19.30, στις 26.7.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.00, και στις 27.7.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 58 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45), ενώ οι υπόλοιπες 13 (46η  έως και 58η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως, κατά το μήνα Ιούλιο του έτους 2012 πραγματοποίησε 8 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 144,88 ευρώ (18,11 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 8  ώρες). 11) Κατά την εβδομάδα από 10.9.2012 έως 14.9.2012 εργάσθηκε στις 10,11, 12 και 13.9 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και στις 14.9.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 17.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 42 ώρες, πραγματοποιώντας 2 ώρες υπερεργασίας. Κατά την εβδομάδα από 24.9.2012 έως 28.9.2012 εργάσθηκε στις 24 και στις 25.9 από ώρα 00.00 έως ώρα 24.00, και στις 26,27 και 28.9 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 72 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45), ενώ οι υπόλοιπες 27 (46η  έως και 72η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως, κατά το μήνα  Σεπτέμβριο του έτους 2012 πραγματοποίησε 7 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 126,77 ευρώ (18,11 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 7  ώρες). 12) Κατά την εβδομάδα από 29.10.2012 έως 2.11.2012 εργάσθηκε στις 29,30,31.10 και 2.11 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00 και  την 1.1.2012 από ώρα 7.00 έως ώρα 18.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 43 ώρες, πραγματοποιώντας 3 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 54,33 ευρώ (18,11 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 3  ώρες). 13) Κατά το μήνα Νοέμβριο του έτους 2012 και κατά την εβδομάδα από 19.11.2012 έως 23.11.2012 εργάσθηκε στις 19,20 και 23.11 από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, στις 21.11.2012 από ώρα 5.30 έως ώρα 16.30 και στις 22.12.2012 από ώρα 6.00 έως ώρα 19.00, ήτοι εργάσθηκε συνολικά επί 48 ώρες, εκ των οποίων οι 5 πρώτες ώρες μετά την 40η αποτελούν υπερεργασία του (από την 41η έως την 45), ενώ οι υπόλοιπες 3 (46η έως και 48η) κατ’εξαίρεση υπερωρία. Επομένως κατά το μήνα αυτόν πραγματοποίησε 5 ώρες υπερεργασίας, για κάθε μία εκ των οποίων του οφείλεται ως αμοιβή το ωρομίσθιό του πλέον προσαύξησης ποσοστού 20% επ’αυτού, και συνολικά το ποσό των 90,55 ευρώ (18,11 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 5 ώρες). Σημειωτέον ότι κατά τις υπόλοιπες εβδομάδες των ανωτέρω ετών που δεν αναφέρθηκαν, ο ενάγων, είτε δεν εργάσθηκε καθόλου, είτε δεν απασχολήθηκε καθ’υπέρβαση του εβδομαδιαίου ή του ημερησίου ωραρίου εργασίας του. Επομένως, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2011 έως 30.9.2011 πραγματοποίησε συνολικά 146,5 ώρες υπερεργασίας, για τις οποίες δικαιούται ως αμοιβή το ποσό των 2.013,95 ευρώ (13,87 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 146,5 ώρες), ενώ κατά το χρονικό διάστημα από 1.10.2011 έως 31.12.2012 πραγματοποίησε συνολικά 97 ώρες υπερεργασίας, για τις οποίες δικαιούται ως αμοιβή το ποσό των 1.756,67 ευρώ (18,11 ευρώ το ωρομίσθιό του μετά της προσαύξησης, Χ 97 ώρες). Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο για την αυτή αιτία έκρινε ότι ο ενάγων κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2011 έως 30.9.2011 πραγματοποίησε 118 ώρες υπερεργασίας, για τις οποίες δικαιούται ως αμοιβή το ποσό των 1.636,66 ευρώ, ενώ κατά το χρονικό διάστημα από 1.10.2011 έως 31.12.2012 πραγματοποίησε συνολικά 62 ώρες υπερεργασίας, για τις οποίες δικαιούται αμοιβής, ποσού 1.122,82 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 2.759,48 ευρώ, εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε, πλην όμως το παρόν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο υποχρεούται να επιδικάσει στον ενάγοντα το ίδιο  χρηματικό ποσό, καθώς δε μπορεί να εκδώσει απόφαση επιβλαβέστερη για την εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα (άρθρο 536 παρ.1 του ΚΠολΔ). Το ανωτέρω ποσό πρέπει να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του το καταβάλει, με το νόμιμο τόκο, όχι από το τέλος εκάστου μηνός εντός των ετών 2011 και 2012, κατά τον οποίο παρασχέθηκε η υπερεργασία, όπως εσφαλμένα έγινε δεκτό με την εκκαλουμένη απόφαση και βασίμως επισημαίνεται και από την εκκαλούσα με σχετικό λόγο της έφεσής της, καθώς σ’αυτήν δεν προσδιορίζονται, όπως θα έπρεπε για την πληρότητα της αιτιολογίας της, οι ώρες υπερεργασίας, που πραγματοποιήθηκαν ανά μήνα από τον ενάγοντα, και συνακόλουθα το ποσό της αμοιβής, που δικαιούται αυτός για την πραγματοποιηθείσα υπερεργασία του για τον αντίστοιχο μήνα, αλλά αναφέρονται συνολικά για τα προαναφερθέντα χρονικά διαστήματα συλλήβδην οι πραγματοποιηθείσες ώρες υπερεργασίας, με αποτέλεσμα η περί τοκοφορίας του κονδυλίου αυτού διάταξη να τυγχάνει στην πράξη ανεφάρμοστη, εφόσον ο υπολογισμός των τόκων της εν λόγω απαίτησης βάσει της διάταξης αυτής είναι εκ των πραγμάτων αδύνατος, είτε στο πλαίσιο οικειοθελούς συμμόρφωσης της εναγομένης με αυτήν, είτε στο πλαίσιο επισπευδομένης σε βάρος της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, και, επομένως, και για το παρόν Δικαστήριο, που δεσμεύεται να επιδικάσει το πρωτοδίκως επιδικασθέν για την ίδια αιτία μικρότερο ποσό, απ’αυτό, που κατά την κρίση του αποδείχθηκε ότι δικαιούται ο ενάγων, αλλά από τις 18.9.2013, όταν επιδόθηκε στην εναγόμενη, σύμφωνα με την παραδεκτά προσκομιζόμενη το πρώτον από την τελευταία ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρο 529 του ΚΠολΔ) υπ’αριθμ. …./18.9.2013 έκθεση επίδοσης του διορισμένου στο Πρωτοδικείο Αθηνών Δικαστικού Επιμελητή ……, η από 5.9.2013 (και με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/10.9.2013) ασκηθείσα ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών προγενέστερη αγωγή του ενάγοντος, με την οποία ζητήθηκε να του καταβληθεί για την παροχή υπερεργασίας του στην επιχείρηση της αντιδίκου του κατά το ίδιο χρονικό διάστημα το μεγαλύτερο ποσό των 6.394,50 ευρώ (εν προκειμένω για την ίδια αιτία με την κρινόμενη αγωγή ζητείται το ποσό των 5.292 ευρώ), και από το δικόγραφο της οποίας παραδεκτά παραιτήθηκε αυτός με το δικόγραφο της ένδικης αγωγής του, καθώς η επίδοση της ανωτέρω αγωγής υπέχει θέση όχλησης του άρθρου 345 του ΑΚ για την έναρξη της τοκοφορίας της συγκεκριμένης οφειλής της εναγομένης λόγω της έκτοτε περιέλευσής της σε κατάσταση υπερημερίας περί την καταβολή της. Αποδείχθηκε επίσης κατά τα προεκτεθέντα ότι ο ενάγων κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2011 έως 30.9.2011 πραγματοποίησε συνολικά στην επιχείρηση της εναγομένης 361,5 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας και κατά το χρονικό διάστημα από 1.10.2011 έως 31.12.2012  147,5 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας, πλην όμως δικαιούται να λάβει για την αιτία αυτή το ποσό της αμοιβής, που αναλογεί στο μικρότερο αριθμό ωρών, τον οποίο στο ίδιο το αγωγικό δικόγραφο αναφέρει ότι πραγματοποίησε (350 και 141 ώρες αντίστοιχα), διότι το δικαστήριο δεσμεύεται από το αίτημα της αγωγής και δε μπορεί να επιδικάσει πλέον του αιτηθέντος, όπως κατά παράβαση της αρχής της συζήτησης και της διάθεσης του άρθρου 105 του ΚΠολΔ έπραξε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, κρίνοντας ότι η εναγόμενη οφείλει να του καταβάλει αμοιβή για 400 και 201,5 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωριακής του απασχόλησης αντίστοιχα, σύμφωνα με τα βασίμως υποστηριζόμενα από την εκκαλούσα με σχετικό λόγο της ένδικης έφεσής της. Ενόψει τούτων ο ενάγων δικαιούται ως αμοιβή του  για την κατ’εξαίρεση υπερωριακή του απασχόληση α) για μεν το χρονικό διάστημα από 1.1.2011 έως 30.9.2011 και για 350 ώρες το ποσό των 7.283,5 ευρώ (11,56 € ευρώ αξία ωρομισθίου κατά τα ανωτέρω + προσαύξηση 80% ποσού 9,25 ευρώ = 20,81 ευρώ Χ 350 ώρες) και β) για δε το χρονικό διάστημα από 1.10.2011 έως 31.12.2012, για 141 ώρες το ποσό των 3.829,56  ευρώ (15,09 ευρώ αξία ωρομισθίου + προσαύξηση 80% ποσού 12,07 ευρώ = 27,16 ευρώ Χ 141 ώρες), ήτοι συνολικά το ποσό των 11.113,06 ευρώ, εκ των οποίων ποσό 6.000 ευρώ υποχρεούται να του καταβάλει η εναγόμενη, ενώ το υπόλοιπο ποσό των 5.113,06 ευρώ πρέπει ν’αναγνωρισθεί ότι υποχρεούται να του το καταβάλει, κατόπιν παραδεκτής τροπής του ανωτέρω αιτήματος για το πέραν των 6.000 ευρώ από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό κατά τα προεκτεθέντα, σε αμφότερες τις περιπτώσεις με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, καθώς η περί της έναρξης της τοκοφορίας του εν λόγω κονδυλίου κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου δεν προσβλήθηκε από την εκκαλούσα με λόγο έφεσης, και, συνεπώς, αποτελεί κεφάλαιο της εκκαλουμένης, ως προς το οποίο η υπόθεση δεν έχει μεταβιβασθεί ενώπιον του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου (βλ.σχετ. ΑΠ 207/2017 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο ενάγων για την εργασία του κατά την ημέρα της Κυριακής έπρεπε να λάβει: Α) Για την εργασία του επί οκτώ ώρες την Κυριακή:1) Για την εργασία του επί οκτώ ώρες κατά τις κάτωθι αναφερόμενες Κυριακές του χρονικού διαστήματος από 1.1.2011 έως 30.9.2011, και συγκεκριμένα στις 23.1.2011, 20.2.2011, 8.5.2011 και 10.7.2011, το ποσό των 647,36 ευρώ (11,56 € ευρώ αξία ωρομισθίου κατά τα ανωτέρω + προσαύξηση 75% ποσού 8,67 € = 20,23 € Χ 32 ώρες) και 2) για την εργασία του επί οκτώ ώρες κατά τις κάτωθι αναφερόμενες Κυριακές του χρονικού διαστήματος από 1.10.2011 έως 31.12.2012, και συγκεκριμένα στις 10.6.2012, 17.6.2012 και 23.9. 2012, το ποσό των 633,84 ευρώ (15,09 € ευρώ αξία ωρομισθίου κατά τα ανωτέρω + προσαύξηση 75% επ’αυτού ποσού 11,32 € = 26,41 € Χ 24 ώρες), δηλαδή έπρεπε να λάβει το συνολικό ποσό των 1.281,20 ευρώ (647,36 € + 633,84 €). Β) Για παρασχεθείσα κατ’ εξαίρεση υπερωριακή εργασία του κατά την ημέρα της Κυριακής, ήτοι για όσες ώρες εργάσθηκε ημέρα Κυριακή, καθ’ υπέρβαση των εννέα (9) ωρών, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη, χωρίς την τήρηση των νομίμων διατυπώσεων και εγκρίσεων για την πραγματοποίησή της, ο ενάγων έπρεπε να λάβει για 9,5 ώρες κατ’ εξαίρεση υπερωριακής απασχόλησης, που ειδικότερα πραγματοποίησε στις 23.1.2011, όταν εργάσθηκε από ώρα 5.30 έως ώρα 24.00 καθ’υπέρβαση κατά 9,5 ώρες του νομίμου ημερησίου ωραρίου εργασίας του των 9 ωρών, το ποσό των 345,89 ευρώ (11,56 € ευρώ αξία ωρομισθίου κατά τα ανωτέρω + προσαύξηση 75% κατά τα ανωτέρω για εργασία κατά την Κυριακή ποσού 8,67 € = 20,23 € + προσαύξηση 80% προσαύξη της κατ’εξαίρεση υπερωρίας ποσού  16,18 ευρώ = 36,41 ευρώ Χ 9,5 ώρες). Σημειωτέον ότι ο ενάγων, παρότι στη σελίδα 43 της αγωγής του ισχυρίζεται ότι στις 23.9.2012 ημέρα Κυριακή εργάσθηκε υπερωριακά επί 16 ώρες, εντούτοις ζητά στην επόμενη σελίδα (44) να του καταβληθεί αμοιβή για κατ’εξαίρεση υπερωριακή  του απασχόληση, όχι την ανωτέρω ημερομηνία, αλλά στις 23.9.2011 και για τις ώρες 8.00 έως 18.00, δηλαδή για 12  ώρες, ενώ δεν πρόκειται περί Κυριακής, αλλά Παρασκευής. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του δέχθηκε ότι ο ενάγων πραγματοποίησε 16 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας στις 23.9.2012, για την οποία δικαιούται αμοιβής ποσού 760,64 ευρώ, παρά το ότι δεν είχε υποβληθεί σχετικό αγωγικό αίτημα, και συνολικά για την αιτία αυτή το ποσό των 1.142,95 ευρώ, εκ του οποίου τελικά επιδίκασε μόνο το αιτούμενο ποσό των 945 ευρώ, εσφαλμένα το νόμο ερμήνευσε και εφήρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε, όπως βασίμως ισχυρίσθηκε η εναγόμενη με το σχετικό λόγο της ένδικης έφεσής της. Γ) Για παρασχεθείσα νυκτερινή εργασία του κατά την ημέρα της Κυριακής (προσαύξηση 25% επί του ωρομισθίου του για την εργασία του κατά τις νυκτερινές ώρες την Κυριακή) ο ενάγων έπρεπε να λάβει: 1) Για 0,5 ώρες νυκτερινής εργασίας στις 23.1.2011, από ώρα 05.30 έως 06.00, το ποσό των 2,53 ευρώ (20,23 ευρώ ωρομίσθιο Κυριακής κατά τα ανωτέρω Χ 25% = 5,06 Χ 0,5 ώρες), 2) για 2 ώρες νυκτερινής εργασίας (αλλά κατ’ εξαίρεση υπερωριακής ) στις 23.1.2011, από ώρα 22.00 έως 24.00, το ποσό των 18,20 ευρώ (36,41 ευρώ ωρομίσθιο Κυριακής προσαυξημένο κατά 80% κατά τα ανωτέρω Χ 25% = 9,10 ευρώ Χ 2 ώρες) και 3) για 2 ώρες νυκτερινής εργασίας (κατ’εξαίρεση υπερωριακής εργασίας) στις 23.9.2012, από ώρα 22.00 έως 24.00, το ποσό των 23,78 ευρώ (47,54 ευρώ ωρομίσθιο Κυριακής προσαυξημένο κατά 80% κατά τα ανωτέρω Χ 25% = 11,89 ευρώ Χ 2 ώρες), δηλαδή έπρεπε να λάβει το συνολικό ποσό των 44,51 ευρώ (2,53 ευρώ + 18,20 ευρώ + 23,78 ευρώ). Δ) Για αμοιβή από την μη χορήγηση προς αυτόν αναπληρωματικής εβδομαδιαίας ανάπαυσης, διαρκείας 24 ωρών λόγω της απασχόλησής του τις ανωτέρω Κυριακές, σε άλλη εργάσιμη ημέρα της επόμενης εβδομάδας, ήτοι επί επτά Κυριακές, ο ενάγων έπρεπε να λάβει ως αποζημίωση το 1/25 του νόμιμου μισθού του, χωρίς να συνυπολογίζονται σ’αυτόν τα επιδόματα γάμου και πολυετίας, υπολογιζομένων όμως των επιδομάτων ειδικών συνθηκών, χειρισμού βαρέων μηχανημάτων και οδήγησης γερανοφόρων οχημάτων – το τελευταίο μετά την 1η.10.2011 –  τα οποία θα ελάμβανε υποχρεωτικά, σύμφωνα με την Δ.Α. 19/2011, οποιοσδήποτε εργαζόμενος απασχολείτο στην ίδια εργασία, καθιστάμενης της εναγομένης αδικαιολογήτως πλουσιότερης κατά το ποσό αυτό και συγκεκριμένα: 1) Για τις Κυριακές 23.1.2011, 20.2.2011, 8.5.2011 και 10.7.2011, το ποσό των 229,80 ευρώ [1.436,17 ευρώ νόμιμος μηνιαίος μισθός τρίτου εργαζομένου (1.167,62 ευρώ  β.μ. + 151,79 ευρώ επίδομα ειδικών συνθηκών + 116,76 ευρώ επίδομα χειρισμού βαρέων μηχανημάτων ιπποδύναμης 201 και άνω ΗΡ) : 25 ημέρες = 57,45 € Χ 4] και 2) για τις Κυριακές 10.6.2012, 17.6.2012 και 23.9.2012,  το ποσό των 186,87 ευρώ [1.555,72 € νόμιμος μηνιαίος μισθός τρίτου εργαζομένου (1.167,62 ευρώ β.μ. + 151,79 ευρώ επίδομα ειδικών συνθηκών + 116,76 ευρώ επίδομα χειρισμού βαρέων μηχανημάτων ιπποδύναμης 201 και άνω ΗΡ + 119,55 ευρώ επίδομα οδήγησης γερανοφόρων οχημάτων) : 25 ημέρες = 62,29 ευρώ Χ 3], δηλαδή έπρεπε να λάβει το συνολικό ποσό των 416,67 ευρώ (229,80 ευρώ + 186,87 ευρώ). Δηλαδή συνολικά για την εργασία του την Κυριακή ο ενάγων θα έπρεπε να λάβει το ποσό των 2.088,27 ευρώ  (1.281,20 ευρώ + 345,89 ευρώ  + 44,51 ευρώ + 416,67 ευρώ), το οποίο και πρέπει να υποχρεωθεί να του καταβάλει η εναγόμενη, πλέον τόκων από την επίδοση της αγωγής μέχρι πλήρους και ολοσχερούς εξόφλησης. Αποδείχθηκε επίσης ότι ο ενάγων για την εργασία του κατά την ημέρα του Σαββάτου έπρεπε να λάβει τα κάτωθι ποσά, στα οποία όμως δεν συμπεριλαμβάνεται η προσαύξηση 30% επί του καταβαλλόμενου ημερομισθίου του, σύμφωνα με το άρθρο 8 Ν. 3846/2010, την οποία δε ζήτησε με την αγωγή του να του καταβληθεί: Α) Για την εργασία του επί οκτώ ώρες τα κάτωθι αναφερόμενα Σάββατα: 1) Για την εργασία του επί οκτώ ώρες στις 22.1.2011, 5.3.2011, 19.3.2011, 9.4.2011, 16.4.2011, 7.5.2011, 21.5.2011, 28.5.2011, 4.6.2011, 11.6.2011, 25.6.2011, 2.7.2011, 9.7.2011, 16.7.2011, 23.7.2011, 6.8.2011, 13.8.2011, 20.8.2011, 27.8.2011, 10.9.2011 και 17.9.2011, το ποσό των 1.618,26 ευρώ (77,06 ευρώ το καταβαλλόμενο ημερομίσθιό του της κρίσιμης χρονικής περιόδου Χ 21 Σάββατα) και 2) για την εργασία του επί οκτώ ώρες την 1η.10.2011, 8.10.2011, 22.10.2011, 26.11.2011, 14.1.2012, 10.3.2012, 9.6.2012, 16.6.2012 και 22.9.2012,  το ποσό των 905,31 ευρώ (100,59 ευρώ η αξία του καταβαλλόμενου ημερομισθίου του της κρίσιμης χρονικής περιόδου Χ 9 Σάββατα), δηλαδή έπρεπε να λάβει το συνολικό ποσό των 2.523,57 ευρώ (1.618,26 ευρώ + 905,31 ευρώ). Β) Για παρασχεθείσα κατ’ εξαίρεση υπερωριακή  του εργασία κατά την ημέρα του Σαββάτου, ήτοι για όσες ώρες εργάσθηκε ημέρα Σάββατο, καθ’ υπέρβαση των εννέα (9) ωρών, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη, χωρίς την τήρηση των νομίμων διατυπώσεων και εγκρίσεων για την πραγματοποίησή της. Ειδικότερα:  1) Για τα Σάββατα του χρονικού διαστήματος από 1.1.2011 έως 30.9.2011 λεκτέα τα κάτωθι: Στις 5.3.2011 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 18.30, ήτοι επί 11,5 ώρες, εκ των οποίων οι 2,5 αποτελούν κατ’εξαίρεση υπερωρία, στις 21.5.2011 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 19.00, ήτοι επί 10 ώρες, πραγματοποιώντας 1 ώρα κατ’εξαίρεση υπερωρίας, στις 28.5.2011 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 23.00, ήτοι επί 16 ώρες, πραγματοποιώντας 7 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας, στις 4.6.2011 εργάσθηκε επί 8 ώρες από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, επομένως όχι υπερωριακά, στις 11.6.2011 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 19.00, ήτοι επί 12 ώρες, πραγματοποιώντας 3 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας, στις 25.6.2011 εργάσθηκε από ώρα 5.00 έως ώρα 17.00, ήτοι επί 12 ώρες, πραγματοποιώντας 3 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας, στις 2.7.2011 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 16.00, ήτοι επί 9 ώρες, επομένως όχι υπερωριακά, στις 9.7.2011 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 17.00, ήτοι επί 10 ώρες, πραγματοποιώντας 1 ώρα κατ’εξαίρεση υπερωρίας, στις 16.7.2011 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 19.00, ήτοι επί 12 ώρες, πραγματοποιώντας 3 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας, στις 23.7.2011 εργάσθηκε από ώρα 6.00 έως ώρα 17.00, ήτοι επί 11 ώρες, πραγματοποιώντας 2 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας, στις 6.8.2011 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 18.00, ήτοι επί 11 ώρες, πραγματοποιώντας 2 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας, στις 13.8.2011 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 18.00, ήτοι επί 11 ώρες, πραγματοποιώντας 2 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας, στις 10.9.2011 εργάσθηκε από ώρα εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 21.00, ήτοι εργάσθηκε επί 14 ώρες, πραγματοποιώντας 5 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας, και στις 17.9.2011 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 19.30, ήτοι επί 10,5 ώρες, πραγματοποιώντας 1,5 ώρα κατ’εξαίρεση υπερωρίας. Επομένως, κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα πραγματοποίησε συνολικά 33 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας, για τις οποίες δικαιούται ως αμοιβή το ποσό των 686,73 ευρώ (11,56 ευρώ αξία ωρομισθίου κατά τα ανωτέρω + προσαύξηση 80% ποσού  9,25 ευρώ = 20,81 ευρώ Χ 33ώρες), 2) Για τα Σάββατα του χρονικού διαστήματος από 1.10.2011 έως 31.12.2012 λεκτέα τα κάτωθι: Την 1η.10.2011 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 17.00, ήτοι επί 10 ώρες, πραγματοποιώντας 1 ώρα κατ’εξαίρεση υπερωρίας, στις 8.10.2011 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 17.30, ήτοι επί 10,5 ώρες, πραγματοποιώντας 1,5 ώρα κατ’εξαίρεση υπερωρίας, στις 22.10.2011 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 16.00, επί 9 ώρες, ήτοι όχι υπερωριακά, στις 14.1.2012 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 20.00, ήτοι επί 13 ώρες, πραγματοποιώντας 4 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας, στις 16.6.2012 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 15.00, ήτοι επί 8 ώρες, μη απασχοληθείς, επομένως, υπερωριακά, και στις 22.9.2012 εργάσθηκε από ώρα 7.00 έως ώρα 24.00, ήτοι επί 17 ώρες, πραγματοποιώντας 8 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας. Επομένως, κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα πραγματοποίησε συνολικά 14,5 ώρες κατ’εξαίρεση υπερωρίας, για τις οποίες δικαιούται ως αμοιβή το ποσό των 393,82 ευρώ (15,09 ευρώ αξία ωρομισθίου κατά τα ανωτέρω + προσαύξηση 80% ποσού 12,07 ευρώ = 27,16 € Χ 14,5 ώρες), δηλαδή για την υπερωριακή του απασχόληση τα Σάββατα του επιδίκου χρονικού διαστήματος έπρεπε να λάβει το συνολικό ποσό των 1.080,55 ευρώ (686,73 ευρώ + 393,82 ευρώ). Επομένως, για την εργασία του κατά τα προαναφερθέντα Σάββατα, επί 8 ώρες, αλλά και υπερωριακά, ο ενάγων δικαιούται να λάβει το συνολικό ποσό των 3.604,12 ευρώ ( 2.523,57 ευρώ + 1.080,55 ευρώ), το οποίο και πρέπει ν’αναγνωρισθεί ότι υποχρεούται να του καταβάλει η εναγόμενη, κατόπιν παραδεκτής τροπής του αγωγικού αιτήματος ως προς το συγκεκριμένο κονδύλιο καθ’ολοκληρίαν από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι ο ενάγων δικαιούται για την αυτή αιτία το ποσό των 4.031,26 ευρώ, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις, όπως βάσιμα ισχυρίζεται η εναγόμενη με το σχετικό λόγο της κρινόμενης έφεσής της.  Οι παραδοχές του παρόντος Δικαστηρίου περί της παροχής εργασίας του ενάγοντος στην εναγόμενη κατά τις προαναφερθείσες ημέρες και ώρες επιρρωνύονται ιδίως από τη σαφή και πειστική κατάθεση του εξετασθέντος στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ………….., επίσης εργαζομένου στην ίδια επιχείρηση κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, περί των ειδικότερων συνθηκών εργασίας των μισθωτών της επιχείρησης, ως προς τις οποίες έχει άμεση και ίδιαν αντίληψη, η οποία δεν αναιρείται από τη γενικόλογη εξέταση του νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης, αλλά, ενισχύονται, επιπροσθέτως, και από τα προσκομιζόμενα από τον ενάγοντα φωτοτυπικά αντίγραφα εγγράφων, έκαστο των οποίων τιτλοφορείται ως «εβδομαδιαία κατάσταση χειριστών και βοηθών», και τα οποία έχουν καταρτισθεί από τον ίδιο σε ηλεκτρονικό υπολογιστή επί τυποποιημένου εντύπου, η μορφή του οποίου είχε ειδικότερα καθορισθεί από την εναγόμενη. Οι ανωτέρω ανυπόγραφες καταστάσεις, στις οποίες εμφαίνονται υπό μορφήν στηλών ανά ημέρα εκάστης εβδομάδας του επιδίκου χρονικού διαστήματος συγκεκριμένες ώρες και τόποι παροχής εργασίας από τον ενάγοντα ως χειριστή ανυψωτικού μηχανήματος, είναι υποστατές ως έγγραφα, διότι φέρουν τα τυπικά χαρακτηριστικά του εγγράφου, και επιτρεπτά συνεκτιμώνται και από το παρόν Δικαστήριο, όπως και από το πρωτοβάθμιο, μετά των λοιπών αποδείξεων, ως μη πληρούντα τους όρους τους νόμου αποδεικτικά μέσα, για το σχηματισμό πλήρους δικανικής πεποίθησης επί της ουσίας της διαφοράς, λόγω της ειδικής διαδικασίας εκδίκασης της υπόθεσης (των εργατικών διαφορών των άρθρων 677 επ. του ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής), σύμφωνα με την επίσης τότε ισχύουσα διάταξη του άρθρου 671 παρ.1 του ΚΠολΔ (βλ. σχετ. ΑΠ 2064/2006 Α΄δημοσίευση ΤΝΠ Νόμος), των περί του αντιθέτου υποστηριζομένων από την εναγόμενη με την ένδικη έφεσή της απορριπτομένων ως αβασίμων, ενόψει του ότι, όπως αποδείχθηκε, οι εν λόγω καταστάσεις αποστέλλοντο ανελλιπώς ανά εβδομάδα από τον ενάγοντα, που τις συμπλήρωνε ο ίδιος, τηλεμοιοτυπικώς στην εναγόμενη, όπως άλλωστε συνέβαινε και με τους άλλους εργαζομένους της, σε συμμόρφωση δικών της οδηγιών, χωρίς οι επ’αυτών εγγραφές ν’απορριφθούν από πλευράς της ως αυθαίρετα και κακόπιστα συμπληρωθείσες από τον υπάλληλό της και καθ’ολοκληρίαν ψευδείς, ευθύς αμέσως μετά την παραλαβή των ανωτέρω εγγράφων και την αντιπαραβολή τους με τα εις χείρας της περιελθόντα αντίστοιχα ημερήσια φύλλα ημερολογίου εργασίας των συγκεκριμένων γερανών, όπου εργάσθηκε ο ενάγων για το ίδιο χρονικό διάστημα, τα οποία είχαν επίσης συμπληρωθεί και υπογραφεί απ’αυτόν, και στα οποία είχαν καταχωρηθεί η ημερομηνία, ο τόπος της παροχής της εργασίας, αλλά και το ωράριο εργασίας του, ήτοι η ακριβής ώρα έναρξης και λήξης της, όπως όφειλαν να πράττουν όλοι οι χειριστές αυτών των μηχανημάτων, που απασχολούντο στην εναγόμενη, οι οποίοι πάντοτε συμπλήρωναν οι ίδιοι το εν λόγω ημερολόγιο εις τριπλούν, δηλαδή σε τρία στελέχη, το ένα εκ των οποίων φυλασσόταν εντός του θαλάμου χειρισμού του γερανού, το δεύτερο παραδίδετο στο λογιστήριο της επιχείρησης, η οποία, επομένως, ήταν σε θέση να διαπιστώσει αμέσως την αντιστοιχία ή μη των εγγραφών στις εβδομαδιαίες καταστάσεις περί της εργασίας των χειριστών με τις εγγραφές στα ημερήσια φύλλα της ίδιας εβδομάδας, που παραλάμβανε, και να γνωστοποιήσει στο χειριστή τις αντιρρήσεις της, όπερ ουδόλως αποδείχθηκε ότι συνέβη εν προκειμένω με τον ενάγοντα, και το τρίτο στον εκάστοτε πελάτη, προκειμένου να είναι σε θέση να ελέγξει την ορθότητα της τιμολόγησης του έργου, που κάθε φορά εκτελείτο για λογαριασμό του από την εναγόμενη σε εκπλήρωση συμβατικής της υποχρέωσης, προ της αποπληρωμής της αμοιβής της, έφεραν δε συχνά και την υπογραφή του υπευθύνου – εργοταξιάρχη, ως εκπροσώπου του πελάτη και επιβλέποντος καθ’όλη τη διάρκεια της εργασίας του μηχανήματος, ει μη μόνον αμφισβητήθηκαν απ’αυτήν το πρώτον κατά την παρούσα δίκη και την έγερση από τον ενάγοντα σε βάρος της αξιώσεων. Σημειωτέον ότι τα προεκτεθέντα περί μη αμφισβήτησης από την εναγόμενη των εγγραφών στις ανωτέρω εβδομαδιαίες καταστάσεις αναφορικά με τον τόπο και τη διάρκεια της παροχής της εργασίας του ενάγοντος κατά το επίδικο χρονικό διάστημα αμέσως μετά την παραλαβή τους, ει μόνον πολύ μεταγενέστερα κατά τη διάρκεια της μεταξύ τους αντιδικίας, δεν αναιρούνται και αληθούς υποτιθεμένου του ισχυρισμού της ότι το στέλεχος των ημερήσιων φύλλων του ημερολογίου εργασίας για το ίδιο χρονικό διάστημα των συγκεκριμένων γερανών, όπου εργάσθηκε ο ενάγων, που φυλασσόταν εντός των μηχανημάτων αυτών, έχει πλέον απολεσθεί και δε βρέθηκε, παρότι αναζητήθηκε από πλευράς της, ώστε να μπορέσει να αντικρούσει τις σε βάρος της αξιώσεις του αντιδίκου της, διότι, όπως έχει ήδη αναφερθεί, το ημερολόγιο αυτό, τις εγγραφές στο οποίο η εναγόμενη αποδέχεται ως απολύτως ακριβείς, συμπληρωνόταν από τον εκάστοτε χειριστή του κάθε γερανού εις τριπλούν και τα άλλα δύο στελέχη περιέρχονταν στην ανωτέρω, εκ των οποίων το ένα παρέμενε στο λογιστήριό της, και επομένως, θα μπορούσε ευχερώς να αντιπαραβληθεί με τις αντίστοιχες εγγραφές στις εν λόγω καταστάσεις, ήδη από τότε, και να διατυπωθούν οι επ’αυτών αντιρρήσεις της στον ενάγοντα, διά της επισήμανσης των όποιων διαφορών στις καταχωρήσεις, και όχι να διατυπώνονται εκ των υστέρων, χωρίς μάλιστα να προσκομίζονται στη δίκη τα στελέχη του ημερολογίου, που προφανώς έχει ακόμη στην κατοχή της, εφόσον φυλάσσοντο στο λογιστήριό της, λαμβανομένου υπόψη του ότι ο ενάγων έχει αποχωρήσει από την εργασία του και δε δύναται εκ των πραγμάτων να έχει πλέον πρόσβαση στα έγγραφα αυτά, ώστε να τα προσαγάγει προς επίρρωση των αγωγικών ισχυρισμών του. Αποδείχθηκε επίσης ότι ο ενάγων κατά τις κάτωθι αναφερόμενες ημερομηνίες απασχολήθηκε πρόσκαιρα εκτός της έδρας του στους επίσης κάτωθι αναφερόμενους τόπους, όπου η εργοδότριά του εκτελούσε έργα, και όπου επίσης διανυκτέρευσε, λαμβάνοντας καθ’όλη τη διάρκεια της εκτός έδρας απασχόλησής του από την εργοδότριά του τα έξοδα τροφής και κατοικίας του: Α) Κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2011 έως 30.9.201:  Στις 4 και 5 Απριλίου του έτους 2011 στην Αντίκυρα Βοιωτίας, στις 9,10,11,12,13,14,15,και 16.4.2011 στη Σητεία της Κρήτης, στις 5.5.2011 στο Ναύπλιο Αργολίδας, στις 8,9,10 και 11.5.2011 στη Σητεία της Κρήτης, στις 16, 17, 18, 19 και 20.5.2011, στις 23, 24, 25, 26 και 27.5.2011, στις 30, 31.5, την 1η, και στις 2,3.6.2011,  στις 6,7,8,9 και 10.6.2011, καθώς και στις 14, 15, και 16.6.2011 στο Γαλατά Αργολίδας, στις 24,25,26,27,28,29 και 30.6, αλλά και την 1η, και στις 2,3,4,και 5.7.2011 στην Κρήτη, στις 14, και 15.7. 2011 στο Ναύπλιο, την 1η, στις 2,3,4 και 5.8.2011 στην Κλένια Κορινθίας, στις 8,9,10,11 και 12.8.2011 στην Κλένια, στις 16,17,18 και 19.8.2011 στην Κλένια, στις 22,23,24,25 και 26.8.2011 στην Κλένια, στις 29,30 και 31.8, την 1η και στις 2.9.2011 στην Κλένια, στις 5,6,7,8 και 9.9.2011 στην Κλένια, στις 12,13,14,15 και 16.9.2011 στην Κλένια, στις 19,20,21 και 22.9.2011 στην Κλένια, και στις 26,27,28,29 και 30.9.2011 στην Κλένια, ήτοι απασχολήθηκε συνολικά εκτός έδρας επί 95 ημέρες, απασχόληση για την οποία δικαιούται ως αμοιβή το ¼ του νομίμου ημερομισθίου του, ήτοι το συνολικό ποσό των 1.830,65 ευρώ, εφόσον του παρείχοντο από την εναγόμενη τα έξοδα διατροφής και κατοικίας του, κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης (77,06 ευρώ αξία συμφωνηθέντος και νομίμου ημερομισθίου κατά τα ανωτέρω Χ ¼ = 19,27 € Χ 95 ημέρες = 1830,65 ευρώ). Β)  Κατά το χρονικό διάστημα από 1.9.2011 έως 31.12.2012: Στις 3,4,5,6 και 7.10.2011 στην Κλένια, στις 9,10,11,12 και 13.10.2011 στην Κλένια Κορινθίας, στις 16,17 και 18.1.2012 στη Ναύπακτο, στις 4 και 5.6.2011 στην Καλαμπάκα, στις 7 και 8.6.2011 στην Κρυσταλλοπηγή, στις 9,10,11,12,13,14,15,16,17,18,19 και 20.6.2011 στην Αλβανία, και στις 26.6.2011 στην Αλβανία, ήτοι απασχολήθηκε συνολικά εκτός έδρας επί 30 ημέρες, απασχόληση για την οποία δικαιούται ως αμοιβή το ¼ του νομίμου ημερομισθίου του, και συνολικά το ποσό των 754,50 ευρώ (100,59 € ευρώ αξία συμφωνηθέντος και νομίμου ημερομισθίου κατά τα ανωτέρω Χ ¼ λόγω παροχής τροφής και κατοικίας = 25,15 Χ 30 = 754,50 ευρώ),  δηλαδή συνολικά για 125 ημέρες εκτός έδρας απασχόλησης δικαιούται το ποσό των 2.585,15 ευρώ (1.830,65 ευρώ + 754,50 ευρώ). Σημειωτέον ότι ο ενάγων κατά τις λοιπές αναφερόμενες στην αγωγή ημερομηνίες, κατά τις οποίες πράγματι απασχολήθηκε εκτός της έδρας της εργοδότριάς του, δε διανυκτέρευσε στον τόπο, όπου εργάσθηκε, όπως απαιτείται, κατά τα προεκτεθέντα στη μείζονα σκέψη της παρούσας ώστε να δικαιούται αμοιβής, διότι αποδείχθηκε ότι επέστρεφε στην οικία του αυθημερόν αμέσως μετά το πέρας της εργασίας του. Αποδείχθηκε επίσης ότι έναντι της οφειλής της αυτής η εναγόμενη κατέβαλε στον ενάγοντα το ποσό των 2.000 ευρώ, σύμφωνα με το προσκομιζόμενο με επίκληση από την τελευταία, με ημερομηνία 9.8.2012, αντίγραφο γραμματίου είσπραξης της Εμπορικής Τράπεζας, όπως επίσης κρίθηκε με την πρωτόδικη απόφαση, με την οποία έγινε δεκτή ως κατ’ουσίαν βάσιμη η προβληθείσα από την εναγόμενη ένσταση μερικής εξόφλησης της απαίτησης του ενάγοντος από την ανωτέρω αιτία κατά το εν λόγω ποσό, και δεν αμφισβητήθηκε από τον ενάγοντα, ο οποίος δεν άσκησε έφεση κατά της απόφασης αυτής. Επομένως, ως προς το κονδύλιο αυτό η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και να επιδικασθεί στον ενάγοντα για την αιτία αυτή το ποσό των 585,15 ευρώ (2.585,15 ευρώ – 2.000 ευρώ), το οποίο και πρέπει να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του το καταβάλει, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο δέχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούται για την εκτός έδρας εργασία του επί 138 ημέρες (κατά 8 ημέρες περισσότερες των αναφερομένων  στην αγωγή 130), ως αμοιβή του το ποσό των 739,31 ευρώ, αφενός μεν την αρχή της συζήτησης και διάθεσης παραβίασε, αφετέρου δε εσφαλμένα τις αποδείξεις εκτίμησε, όπως βάσιμα ισχυρίσθηκε η εναγόμενη με τον οικείο λόγο της ένδικης έφεσής της. Πρέπει, επομένως, ενόψει των ανωτέρω, να γίνει δεκτή η κρινόμενη έφεση και ως κατ’ουσίαν βάσιμη, και αφού εξαφανισθεί στο σύνολό της η εκκαλουμένη απόφαση και κρατηθεί και εκδικασθεί εξαρχής η υπόθεση, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή ως κατ’ουσίαν βάσιμη, και αφενός μεν ν’αναγνωρισθεί ότι υποχρεούται η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των  8.717,18 ευρώ (5.113,06 ευρώ + 3.604,12 ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, αφετέρου δε να υποχρεωθεί να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 11.432,9 ευρώ (2.759,48 ευρώ + 6.000 ευρώ + 2.088,27 ευρώ  +  585,15 ευρώ), εκ των οποίων το ποσό των 2.759,48 ευρώ, που αφορά σε αμοιβή του ενάγοντος για πραγματοποιηθείσα απ’αυτόν κατά το επίδικο χρονικό διάστημα υπερεργασία, με το νόμιμο τόκο από τις 18.9.2013 και στο εξής, ενώ το υπόλοιπο ποσό νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι πλήρους και ολοσχερούς εξόφλησης. Τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, για την επιδίκαση των οποίων υποβλήθηκε απ’αυτόν σχετικό αίτημα με τις εμπροθέσμως και νομοτύπως κατατεθείσες ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου προτάσεις του, βαρύνουν την εναγόμενη, που, παρά την παραδοχή της έφεσής της, ηττήθηκε στην ουσία της υπόθεσης, πλην όμως θα επιβληθούν μειωμένα, κατά την έκταση της ήττας της (άρθρα 178 παρ.1, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ’ουσίαν την από 4.4.2016 (με αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. ……../4.4.2016 και ………./4.4.2016) έφεση κατά της υπ’αριθμ. 3490/32015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ καθ’ολοκληρίαν την εκκαλουμένη απόφαση.

ΚΡΑΤΕΙ και δικάζει εξαρχής την υπόθεση επί της από 9.9.2014 (με αυξ.αριθμ.εκθ.καταθ……../12.9.2014) αγωγής.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την ανωτέρω αγωγή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των οκτώ χιλιάδων επτακοσίων δέκα επτά ευρώ και δεκαοκτώ λεπτών ( 8.717,18), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των ένδεκα χιλιάδων τετρακοσίων τριάντα δύο ευρώ και 9 λεπτών (11.432,9), εκ των οποίων το ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων πενήντα εννέα ευρώ και σαράντα οκτώ λεπτών (2.759,48), που αφορά σε αμοιβή του για πραγματοποιηθείσα απ’αυτόν κατά το επίδικο χρονικό διάστημα υπερεργασία, με το νόμιμο τόκο από τις 18.9.2013 και στο εξής, ενώ το υπόλοιπο ποσό νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι πλήρους και ολοσχερούς εξόφλησης.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 6.2.2018

 

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ