Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 447/2018

Αριθμός  447/2018

ΤΟ ΠΕΝΤΑΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών,  Χρυσούλα Πλατιά, Εισηγήτρια, Παρασκευή Μπερσή, Γεωργία Λάμπρου και Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτες  και από τη Γραμματέα  Κ.Δ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου και τη συζήτησή της κατά την αναφερόμενη στην αρχή της απόφασης δικάσιμο (της 15-3-2018) το πρώτο των καθ’ ων η προσφυγή, Ελληνικό Δημόσιο, δεν εμφανίστηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Ωστόσο, από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προέκυψε ότι η προσφεύγουσα, η οποία επισπεύδει τη συζήτηση της υπόθεσης, κλήτευσε το πρώτο των καθ’ ων η προσφυγή (όπως, άλλωστε, ούτε η ίδια το επικαλείται) να παραστεί είτε κατά την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 1.2.2018, οπότε η υπόθεση αναβλήθηκε εκ του πινακίου για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, είτε κατά τη σημερινή δικάσιμο. Συνεπώς, κατόπιν αυτεπάγγελτης από το Δικαστήριο έρευνας για το εάν ο διάδικος που απουσιάζει κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της υπόθεσης, έχει κλητευθεί νομίμως και εμπροθέσμως να παραστεί σ’ αυτήν με βάση τη θεμελιώδη αρχή της εκατέρωθεν ακρόασης των διαδίκων (άρθρο 110 παρ. 2 ΚΠολΔ), πρέπει η συζήτηση της υπόθεσης ως προς το πρώτο των καθ’ ων η προσφυγή, Ελληνικό Δημόσιο, να κηρυχθεί απαράδεκτη.

ΙΙ. Α. Η εταιρία «ΟΣΚ ΑΕ» (ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ) ιδρύθηκε  με το Π.Δ. 414/1998 κατά μετατροπή του ΝΠΔΔ «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ» και ειδικότερα ως μονομετοχική εταιρία του Δημοσίου, λειτουργούσα  χάριν δημοσίου συμφέροντος, διεπόμενη από τις διατάξεις του Ν. 3420/2005 περί ΔΕΚΟ και συμπληρωματικά από τις διατάξεις του Κ.Ν. 2190/1920 περί Ανωνύμων Εταιρειών. Με τη διάταξη του άρθρου 132 του Ν. 4199/2013 (ΦΕΚ 216/Α/2013) «Δημόσιες υπεραστικές οδικές μεταφορές επιβατών – Ρυθμιστική Αρχή Επιβατικών Μεταφορών και άλλες διατάξεις» ιδρύθηκε η εταιρία με την επωνυμία «ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ Α.Ε.», στην οποία συγχωνεύθηκαν οι ανώνυμες  εταιρίες  με την  επωνυμία «ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΑΝΕΓΕΡΣΗΣ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ Α.Ε. (ΔΕΠΑΝΟΜ Α.Ε.)», «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ Α.Ε. (ΟΣΚ Α.Ε.)» και «ΘΕΜΙΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ Α.Ε.». Ακολούθως, με τη με αριθμό Δ16γ/05/483/Γ/2013 Απόφαση των Υπουργών Οικονομικών-Παιδείας και Θρησκευμάτων-Υγείας-Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων-Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΦΕΚ Β΄ 2856/2013) διαπιστώθηκε η συγχώνευση των εταιριών με το διακριτικό τίτλο «Ο.Σ.Κ. Α.Ε.» και «Δ.ΕΠ.Α.ΝΟ.Μ. Α.Ε.»  στην εταιρία με την  επωνυμία «ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ Α.Ε.» (ήδη δεύτερη καθ’ ης η προσφυγή), ενώ η συγχώνευση της εταιρίας «ΘΕΜΙΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ Α.Ε.» επήλθε αυτοδικαίως την 1.8.2015. Στη συνέχεια, με τη με αριθμό πρωτ. 133608/25.11.2013 Ανακοίνωση του Ε.Β.Ε.Α. περί καταχωρίσεως με κωδικό αριθμό καταχώρισης 123901 στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, η οποία δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 8363/27.11.2013 τ. ΑΕ-ΕΠΕ  και ΓΕΜΗ, ολοκληρώθηκε η συγχώνευση στην εταιρία «ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΑΕ» των εταιριών  με το διακριτικό τίτλο «ΔΕΠΑΝΟΜ Α.Ε.» και «ΟΣΚ Α.Ε.»  και, κατά τη ρητή πρόβλεψη του άρθρου 132 του Ν. 4199/2013, κατέστη η πρώτη  οιονεί καθολικός διάδοχος των τελευταίων αυτών εταιριών. Συνεπώς, η εταιρία με την επωνυμία «ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ Α.Ε.» αποτελεί μονομετοχική εταιρία του Ελληνικού Δημοσίου και εταιρία υπαγόμενη στον Ν. 3429/2005 περί Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών (ΔΕΚΟ) και λειτουργεί χάριν δημοσίου συμφέροντος κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1 παρ. 1α΄ του Ν. 3669/2008, με τον οποίο κωδικοποιήθηκαν σε ενιαίο κείμενο, οι ισχύουσες τότε διατάξεις περί δημοσίων έργων και κυρίως οι διατάξεις του Ν. 1418/1984 «Περί Δημοσίων Έργων» και του Π.Δ. 609/1985 (ο οποίος νόμος τυγχάνει εφαρμογής στην κρινόμενη περίπτωση παρά την κατάργηση των άρθρων 1 έως 79 αυτού με το άρθρο 377 παρ. 31 του Ν. 4412/8-8-2016, κατά την μεταβατική διάταξη του άρθρου 376 παρ. 1 Ν. 4412/2016, λόγω του χρόνου έναρξης της διαδικασίας της επίδικης σύμβασης έργου), «Οι διατάξεις του παρόντος Κώδικα, εφαρμόζονται σε όλα τα έργα, που προγραμματίζονται και εκτελούνται από τους φορείς, που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 14 του Ν. 2190/1994». Μεταξύ δε των φορέων αυτών κατά το άρθρο 14 παρ. 1θ` του Ν. 2190/1994 περιλαμβάνονται και οι δημόσιες επιχειρήσεις, οργανισμοί και ανώνυμες εταιρίες, που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 1 Ν. 3429/2005, όπως είναι, μεταξύ άλλων, και η δεύτερη καθ’ ης η προσφυγή ανώνυμη εταιρία, η οποία αποτελεί μονομετοχική εταιρία του Ελληνικού Δημοσίου, υπαγόμενη στον Ν. 3429/2005 περί Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών (ΔΕΚΟ). Τέλος, η υπαγωγή μιας σύμβασης έργου υπό το ιδιαίτερο νομοθετικό καθεστώς των διατάξεων του Ν. 3669/2008 προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, ότι το αντικείμενο αυτής συνίσταται στην εκτέλεση δημοσίου έργου, χωρίς να ασκεί έννομη επιρροή ο χαρακτηρισμός της (οικείας εργολαβικής) σύμβαση ως διοικητικής ή μη. Ο χαρακτηρισμός δε αυτός απλώς προσδιορίζει τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου (διοικητικού ή πολιτικού) προς επίλυση των εκ της εργολαβίας διαφορών, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 77 του Ν. 3669/2008 (ΑΠ 845/2009 ΕφΑΔ 2010.1060, ΑΠ 1499/2009 ΕφΑΔ 2009.1364).

Β. Κατά τις διατάξεις του άρθρου 77 παρ. 1 και 2 του Ν. 3669/2008 κάθε διαφορά μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών που προκύπτει από «σύμβαση κατασκευής δημόσιου έργου», στο οποίο έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του νόμου αυτού, επιλύεται με προσφυγή ή αγωγή στο αρμόδιο δικαστήριο κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ή του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, με την επιφύλαξη των επόμενων παραγράφων, αρμόδιο δε δικαστήριο για την εκδίκαση των διαφορών αυτών είναι το διοικητικό ή το πολιτικό εφετείο, της περιφέρειας στην οποία εκτελείται το έργο, ανάλογα με το αν πρόκειται για διοικητική διαφορά ουσίας ή για ιδιωτική διαφορά, ενώ η διαδικασία που εφαρμόζεται  προσομοιάζει με εκείνη των ασφαλιστικών μέτρων.  Όταν ένα έργο εκτελείται υπέρ νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου ή εταιρίας του Δημοσίου δεν δημιουργείται διοικητική διαφορά ουσίας, έστω και αν το νομικό αυτό πρόσωπο ανήκει στο Δημόσιο ή είναι δημόσια επιχείρηση, που λειτουργεί κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας. Η σχετική σύμβαση, ακόμη και όταν αποτελεί «σύμβαση κατασκευής δημόσιου έργου», λόγω του ότι διέπεται από τη νομοθεσία περί δημόσιων έργων, δεν έχει από τη φύση της διοικητικό χαρακτήρα, ώστε οι προκύπτουσες κατά την εκτέλεση της διαφορές να συνιστούν διοικητικές διαφορές ουσίας. Ειδικότερα, για τον χαρακτηρισμό μιας σύμβασης ως διοικητικής, θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) το ένα από τα δύο συμβαλλόμενα μέρη να είναι το Δημόσιο ή ν.π.δ.δ., το οποίο να ασκεί δημόσια εξουσία, β) το αντικείμενο της σύμβασης να έχει σχέση με την άσκηση δημόσιας υπηρεσίας ή να εξυπηρετεί δημόσιο σκοπό και γ) η κατάρτιση, καθώς και η εκτέλεσή της, να διέπεται από κανόνες διοικητικού δικαίου ή να περιέχει όρους που να δημιουργούν υπέρ του κυρίου του έργου εξαιρετικό συμβατικό καθεστώς. Στις συμβάσεις αυτές και μόνο, ο κύριος του έργου μπορεί να εκδίδει διοικητικές πράξεις, προσβλητές με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του ΣτΕ και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων (άρθρα 94 παρ. 1, 95 παρ.1 και 3 του Συντ. και 6 παρ.1-2 του ΚΔΔ). Αν ελλείπει ένα από τα ανωτέρω στοιχεία, η σύμβαση δεν είναι διοικητική, αλλά ιδιωτικού δικαίου, και κάθε ανακύπτουσα απ’ αυτήν διαφορά ανήκει στη δικαιοδοσία των τακτικών πολιτικών δικαστηρίων, έστω και αν πρόκειται για «σύμβαση εκτέλεσης δημόσιου έργου» υπό την ανωτέρω έννοια (βλ. ΑΕΔ 4/2012, ΣτΕ 2149/2017 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αρμόδιο δε καθ’ ύλην και κατά τόπον δικαστήριο είναι το πολιτικό Εφετείο της περιφέρειας, στην οποία εκτελείται το έργο, δικάζοντας με πενταμελή σύνθεση (άρθρο 64 παρ.4 Εισ.Ν. ΚΠολΔ), αν δε το έργο εκτελείται στην περιφέρεια δύο ή περισσότερων Εφετείων, αρμόδιο κατά τόπον καθίσταται εκείνο το Εφετείο, που θα ορίσει ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου (άρθρο 77 παρ. 2 Ν. 3669/2008). Περαιτέρω, η παρ. 3 του ιδίου άρθρου 77 του ως άνω Ν. 3669/2008 (που κωδικοποιεί το άρθρο 13  παρ. 2 του Ν. 1418/1984), ρυθμίζοντας τη δικαστική επίλυση των διαφορών κατά τρόπο ενιαίο και για τις δύο δικαιοδοσίες, ορίζει ότι «Της προσφυγής στο εφετείο προηγείται υποχρεωτικά αίτηση θεραπείας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 76, διαφορετικά η προσφυγή κηρύσσεται απαράδεκτη. Η προσφυγή στο εφετείο ασκείται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δύο μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης που εκδόθηκε επί της αιτήσεως θεραπείας ή από τη λήξη της τρίμηνης προθεσμίας της παραγράφου 14 του άρθρου 76 του παρόντος. Εάν το έργο εκτελείται στην περιφέρεια δύο ή περισσότερων εφετείων, η αίτηση για τον καθορισμό του αρμόδιου εφετείου, σύμφωνα με την παράγραφο 2, υποβάλλεται μέσα στην ίδια δίμηνη ανατρεπτική προθεσμία. Στην περίπτωση αυτή η δίμηνη ανατρεπτική προθεσμία για άσκηση προσφυγής αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου. Δεν απαιτείται η τήρηση ενδικοφανούς προδικασίας στις περιπτώσεις που ασκείται από τον ενδιαφερόμενο αγωγή, στο δικόγραφο της οποίας δεν σωρεύεται αίτημα ακύρωσης ή τροποποίησης διοικητικής πράξης ή παράλειψης». Η ευθεία ως άνω αγωγή πρέπει να νοηθεί με το περιεχόμενο που έχει στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπου γίνεται διάκριση μεταξύ των ένδικων βοηθημάτων της προσφυγής και της αγωγής (άρθρο 63 και 71 του ΚΔΔ). Για το λόγο αυτό  με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 77 του Ν. 3669/2008 ορίζεται ότι «Η κατά τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας διάκριση μεταξύ των ενδίκων βοηθημάτων της προσφυγής και της αγωγής (άρθρα 63 και 71) ισχύει και στις διαφορές του παρόντος Κώδικα». Ισχύει, επομένως, για κάθε διαφορά δημόσιου έργου είτε υπάγεται στη δικαιοδοσία των διοικητικών είτε των πολιτικών δικαστηρίων. Κατ’ ακολουθίαν, η έννοια της αγωγής, που αναφέρει η παράγραφος αυτή, θα πρέπει να εκληφθεί υπό το πρίσμα της διάπλασης της έννοιας της αγωγής κατά τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (άρθρο 71). Ως αγωγή λοιπόν θα πρέπει να θεωρηθεί το ένδικο βοήθημα που ασκείται από το δικαιούχο χρηματικής αξίωσης από έννομη σχέση δημοσίου δικαίου. Τέτοια, όμως, χρηματική αξίωση στη σχέση εργολαβίας δημοσίου έργου δεν υπάρχει παρά μόνο μετά την εκκαθάριση της αμοιβής του εργολάβου δια μέσω της έγκρισης των σχετικών πιστοποιήσεων. Γι’ αυτό δυνατότητα άσκησης ευθείας αγωγής υφίσταται αποκλειστικά και μόνο στην περίπτωση που υπάρχει εκκαθαρισμένη και αναγνωρισμένη από τα αρμόδια όργανα διοίκησης του έργου απαίτηση του εργολάβου. Σε όλες τις άλλες διαφορές από τα δημόσια έργα για την επίλυσή τους ασκείται το ένδικο βοήθημα της προσφυγής με υποχρεωτική τήρηση ενδικοφανούς προδικασίας και αντικείμενο τις προσβαλλόμενες βλαπτικές πράξεις των οργάνων διοίκησης του κυρίου του έργου, που μπορεί μεν να έχουν ως πρότυπα θεσμούς του διοικητικού δίκαιου, προβλέπονται όμως από τις προαναφερόμενες ειδικές δικονομικές διατάξεις του Ν. 3669/2008 (άρθρα 76 και 77), οι οποίες κατισχύουν των γενικών διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, προς το σκοπό της ενιαίας ρύθμισης και της ταχείας εκδίκασης των διαφορών από δημόσια έργα, χωρίς να ασκεί, όπως προαναφέρθηκε, έννομη επιρροή ο χαρακτηρισμός της (οικείας εργολαβικής) σύμβασης ως διοικητικής ή μη, που απλώς προσδιορίζει τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου. Αντικείμενο δε της ως άνω προσφυγής θα είναι το κύρος και η νομιμότητα των βλαπτικών για τον ανάδοχο του έργου πράξεων και αποφάσεων των οργάνων διοίκησης του κυρίου του έργου, που ναι μεν ως εκδιδόμενες από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του ευρύτερου δημόσιου τομέα δεν θεωρούνται με βάση το οργανικό κριτήριο (παρότι λειτουργικά προσομοιάζουν) ως εκτελεστές διοικητικές πράξεις, έχουν ωστόσο -ως δηλώσεις δικαιοπρακτικής βούλησης- έννομη σημασία για την εξέλιξη της εργολαβικής σύμβασης και τις εξ αυτής αξιώσεις του αναδόχου εργολάβου, ο οποίος σαφώς έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει, με την προσφυγή, την ακύρωσή τους, επικαλούμενος τα νομικά ελαττώματα αυτών. Τα τελευταία κατά βάση θα πηγάζουν από παράβαση των ειδικών ορισμών του διέποντος λεπτομερώς τα δημόσια έργα Ν. 3669/2008, αλλά και από ακυρότητες των γενικών διατάξεων του Αστικού Κώδικα που συμπληρωματικά ρυθμίζει τα δημόσια έργα. Αίτημα δε της προσφυγής θα είναι η ακύρωση ή τροποποίηση της βλαπτικής πράξης ή παράλειψης. Διαφορετικά, όλες οι διαφορές που θα ανέκυπταν κατά το διάστημα από την έναρξη εκτελέσεως του έργου μέχρι την περάτωση και παράδοσή του, από βλαπτικές των συμφερόντων του αναδόχου πράξεις και αποφάσεις των οργάνων του κυρίου του έργου, δεν θα ήταν δυνατόν να επιλυθούν και θα παρέμεναν εκκρεμείς, αν οι συμβαλλόμενοι αρνούνταν να τις άρουν συμβατικά. Γι’ αυτό ακριβώς ο νομοθέτης, θέλοντας να εκλείψει το ενδιάμεσο αυτό στάδιο νομικής αβεβαιότητας, πρόβλεψε με συγκεκριμένη και ειδική διάταξη περίπτωση δικαστικής διάπλασης, δηλαδή δυνατότητα άσκησης προσφυγής με ακυρωτικά (διαπλαστικά) αποτελέσματα και στις διαφορές που αναφύονται στα δημόσια έργα των Ν.Π.Ι.Δ., μη υπακούοντας σε δογματικές δικονομικές ανάγκες, αλλά αποβλέποντας στο ευεργετικό για την πρόοδο των δημόσιων έργων αποτέλεσμα της εξάλειψης της ανωτέρω αβεβαιότητας (ΑΠ 1038/2017 δημ. σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ και σε Διοικητική Δίκη, 2017, βλ. Δ. Ράικο/Ε. Βλάχου/Ε. Σαββίδη, Δημόσιες συμβάσεις-Ν. 4412/2016-Ερμηνεία κατ’ άρθρο, έκδ. 2018, άρθρο 360).

Γ. Με τις διατάξεις του άρθρου 73 του Ν. 3669/2008 «Κύρωση της κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημόσιων έργων» και, υπό τον τίτλο “Προσωρινή παραλαβή του έργου”, ορίζονται τα εξής: «1. Μετά τη βεβαίωση περάτωσης των εργασιών το έργο παραλαμβάνεται προσωρινά. Με την προσωρινή παραλαβή ελέγχονται οι εργασίες ποσοτικά και ποιοτικά. Οι εργασίες συμπληρωματικών συμβάσεων παραλαμβάνονται μαζί με τις εργασίες της αρχικής σύμβασης 2. H προσωρινή παραλαβή διενεργείται μέσα σε έξι (6) μήνες από τη βεβαιωμένη περάτωση του έργου ή, στην περίπτωση του άρθρου 71 παράγραφος. 2, από την ημερομηνία έκδοσης της σχετικής βεβαίωσης περάτωσης των εργασιών, αν υποβληθούν από τον ανάδοχο, μέσα σε δύο (2) μήνες από τις πιο πάνω ημερομηνίες, η τελική επιμέτρηση και το μητρώο του έργου, το οποίο περιλαμβάνει τα βασικά στοιχεία του έργου “όπως κατασκευάστηκε”. Αν η τελική επιμέτρηση και το μητρώο του έργου υποβληθούν από τον ανάδοχο μεταγενέστερα, η πιο πάνω προθεσμία για τη διενέργεια της παραλαβής αρχίζει από την υποβολή της τελικής επιμέτρησης και του μητρώου έργου. Αν δεν υποβληθεί τελική επιμέτρηση και το μητρώο έργου από τον ανάδοχο, η προθεσμία για τη διενέργεια της παραλαβής αρχίζει από την κοινοποίηση στον ανάδοχο της τελικής επιμέτρησης που συντάχθηκε από την υπηρεσία. Αν η παραλαβή δεν διενεργηθεί ή το πρωτόκολλο δεν εγκριθεί μέσα στις πιο πάνω προθεσμίες, η παραλαβή θεωρείται ότι έχει συντελεσθεί αυτοδίκαια τριάντα (30) ημέρες μετά την υποβολή από τον ανάδοχο σχετικής όχλησης για τη διενέργειά της …..». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, καθώς και των αντίστοιχων του προϊσχύσαντος Ν. 1418/1984 «Δημόσια έργα και συναφείς ρυθμίσεις» σε συνδυασμό και με τις διατάξεις των άρθρων 52, 54 και 55 του εκτελεστικού του ανωτέρω νόμου, Π.Δ. 609/1985 “Κατασκευή δημοσίων έργων”, το έργο που κατασκευάσθηκε παραλαμβάνεται προσωρινά και οριστικά, η παραλαβή δε και στις δύο περιπτώσεις συντελείται με την έγκριση του σχετικού πρωτοκόλλου. Με την προσωρινή παραλαβή ελέγχονται οι εργασίες που εκτελέσθηκαν ποσοτικά και ποιοτικά, ενώ με την οριστική παραλαβή ελέγχεται και πάλι η καλή κατάσταση των ως άνω εργασιών. Εάν η παραλαβή, από τη συντέλεση της οποίας επέρχονται οι, κατά το νόμο, συνέπειες αυτής, δεν συντελεσθεί μέσα στις προθεσμίες που διαγράφονται από το νόμο, αυτή, κατά ρητή πρόβλεψη των ως άνω διατάξεων συντελείται αυτοδικαίως μετά την παρέλευση των προθεσμιών που ορίζονται και ειδικά για την προσωρινή παραλαβή μετά την παρέλευση εξαμήνου από τη βεβαιωμένη περάτωση του έργου και τη, στη συνέχεια παρέλευση τριάντα ημερών από την υποβολή της σχετικής όχλησης του αναδόχου (ΑΠ 1275/2017, ΑΠ 488/2015 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η κατά τα ανωτέρω όχληση αποτελεί μονομερή και ανακοινωτέα σε άλλον δήλωση βούλησης και έχει ισχύ και παράγει τα αποτελέσματά της μόνο εφόσον γίνει όπως την εννοεί και απαιτεί ο νόμος. Ειδικότερα η όχληση πρέπει, κατά το περιεχόμενό της να είναι ακριβής, ορισμένη, σαφής απαλλαγμένη από αίρεση ή άλλο όρο και να προκύπτει απ’ αυτήν, κατά τρόπο αναμφίβολο, το είδος και τα άλλα προσδιοριστικά στοιχεία της παροχής, της οποίας ζητείται η εκπλήρωση (ΑΠ 488/2015 ό.π.).

ΙΙΙ. Με την υπό κρίση από 11.10.2017 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ………/11.10.2017) προσφυγή της, η κοινοπραξία με την επωνυμία «Κ/Ξ …………» εκθέτει, κατ’ εκτίμηση του δικογράφου της, ότι η  ανώνυμη εταιρία  με το διακριτικό τίτλο «ΟΣΚ Α.Ε.», με διακήρυξη ανοικτής δημοπρασίας, προκήρυξε ανοικτό διαγωνισμό για την ανάδειξη αναδόχου εκτέλεσης του έργου «Ολοκλήρωση της …… Σχολής Πειραιά (Γυμνάσιο – Λύκειο) – Οικοδομικές Εργασίες και Η/Μ εγκαταστάσεις», συνολικού προϋπολογισμού 11.260.000 ευρώ (με αναθεώρηση και ΦΠΑ). Ότι με την υπ’ αριθ. πρωτ. ΑΠ.22-Τ2/9624/25.7.2012 απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου της «ΟΣΚ Α.Ε.» κατακυρώθηκε το αποτέλεσμα της δημοπρασίας του έργου και ανατέθηκε η κατασκευή του σ’ αυτήν (ήδη προσφεύγουσα κοινοπραξία), η οποία προσέφερε γενική μέση έκπτωση 39,77%. Ότι, ακολούθως, μεταξύ της «ΟΣΚ Α.Ε.» και αυτής (προσφεύγουσας) υπεγράφη το από 31.5.2013 Ιδιωτικό Συμφωνητικό Ανάθεσης Κατασκευής Έργου, ποσού 6.782.097 ευρώ (με αναθεώρηση και απρόβλεπτα χωρίς ΦΠΑ), το οποίο συμπληρώθηκε μετέπειτα με την από 28.6.2013 Συμπλήρωση Ιδιωτικού Συμφωνητικού, ενώ η συνολική προθεσμία για την πλήρη εκτέλεση του έργου ορίστηκε, βάσει της διακήρυξης και της σύμβασης του έργου, σε 600 (εξακόσιες) ημερολογιακές ημέρες από την υπογραφή της σύμβασης. Ότι με την υπ’ αριθ. Δ16γ/05/483/Γ/11.11.2013 διαπιστωτική πράξη των Υπουργών Οικονομικών-Παιδείας και Θρησκευμάτων-Υγείας-Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων-Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συντελέσθηκε η συγχώνευση των εταιριών «Ο.Σ.Κ. Α.Ε.», «Δ.ΕΠ.Α.ΝΟ.Μ. Α.Ε.» και «ΘΕΜΙΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ Α.Ε.» και η σύσταση μίας νέας εταιρίας με την  επωνυμία «ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ Α.Ε.» (ήδη δεύτερη καθ’ ης η προσφυγή), η οποία απορρόφησε τις ανωτέρω εταιρίες και υπεισήλθε, ως καθολικός διάδοχος αυτών, στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις εκάστης, άρα και της εταιρίας «Ο.Σ.Κ. Α.Ε.». Ότι το έργο εκτελέσθηκε και περατώθηκε εμπρόθεσμα την 19.2.2016, συντάχθηκε δε η υπ’ αριθ. πρωτ. 2456/19.2.2016 Βεβαίωση Περαίωσης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, ήτοι της Διεύθυνσης Κατασκευών Έργων της καθ’ ης η προσφυγή εταιρίας, ενώ το έργο παραδόθηκε και διοικητικά προς χρήση την 4.3.2016, συνταχθέντος του σχετικού από 4.3.2016 Πρωτοκόλλου Διοικητικής Παραλαβής. Ότι αυτή (προσφεύγουσα) στις αρχές Μαρτίου 2016 υπέβαλε εμπροθέσμως τόσο το Μητρώο του έργου με λεπτομερείς οδηγίες χειρισμού λειτουργίας και συντήρησης των εγκαταστάσεων, όσο και τα βασικά σχέδια του έργου «όπως κατασκευάστηκε» (as built), ενώ, με το υπ’ αριθ. πρωτ. …../3.5.2016 έγγραφό της, κάλεσε τον κύριο και φορέα κατασκευής του έργου (ήτοι την καθ’ ης η προσφυγή) να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες για την προσωρινή παραλαβή του έργου. Ότι, επειδή η προσωρινή παραλαβή του έργου καθυστερούσε από την καθ’ ης περισσότερο από έξι μήνες από τότε που είχε γίνει η βεβαιωμένη περάτωσή του, αυτή (προσφεύγουσα-ανάδοχος) όχλησε την καθ’ ης, με το υπ’ αριθ. πρωτ. ……/26.8.2016 έγγραφό της, καλώντας τα αρμόδια όργανά της να διενεργήσουν τα νόμιμα αναφορικά με την προσωρινή παραλαβή του έργου. Ότι και η όχληση αυτή δεν είχε αποτέλεσμα, με συνέπεια την 27.9.2016 (δηλαδή 30 ημέρες μετά την υποβολή της ως άνω όχλησης), να έχει συντελεσθεί αυτοδίκαια η προσωρινή παραλαβή του έργου κατ’ άρθρο 73 παρ. 2 του Ν. 3669/2008. Ότι με το από 1.12.2016 έγγραφό της η Διευθύνουσα Υπηρεσία του έργου, ήτοι η Διεύθυνση Κατασκευών Έργων της καθ’ ης, γνωστοποίησε σ’ αυτήν (προσφεύγουσα) ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την αυτοδίκαιη προσωρινή παραλαβή του έργου λόγω μη προσκόμισης από την τελευταία των απαιτούμενων κατά νόμο εγγράφων, ήτοι τόσο των σχεδίων του έργου «ως κατασκευάστηκε» (as built), όσο και των λεπτομερών οδηγιών χειρισμού λειτουργίας και συντήρησης των εγκαταστάσεων, και μάλιστα την κάλεσε να καταθέσει άμεσα τα ανωτέρω έγγραφα στο πλαίσιο της διαδικασίας προσωρινής παραλαβής του έργου. Ότι κατά της ως άνω πράξης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, αυτή (προσφεύγουσα), αφού κατάθεσε ένσταση και, ακολούθως, αίτηση θεραπείας, άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την προγενέστερη από 11.9.2017 (με αριθ. έκθ. κατάθ. …../146/2017) προσφυγή της, στρεφόμενη κατά των αναφερόμενων σ’ αυτήν προγενέστερων πράξεων της καθ’ ης. Ότι, στη συνέχεια, την 27.12.2016 επιδόθηκε σ’ αυτήν (προσφεύγουσα) το από 21.12.2016 πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής (με τα καταγραφόμενα σ’ αυτό προβλήματα και λοιπές παρατηρήσεις του έργου) της Επιτροπής Προσωρινής Παραλαβής του έργου, κατά του οποίου αυτή, με την επίκληση ότι δημιουργείται διαφωνία (αφού η ίδια ισχυρίζεται ότι η προσωρινή παραλαβή του έργου συντελέσθηκε αυτοδικαίως την 27.9.2016) και προσβάλλει το έννομο συμφέρον αυτής ως αναδόχου, άσκησε εμπρόθεσμα την από 9.1.2017 ένστασή της ενώπιον της Προϊσταμένης Αρχής του έργου, η οποία (ένσταση), όμως, λόγω παρόδου της δίμηνης προθεσμίας, απορρίφθηκε σιωπηρά. Ότι, ακολούθως, κατά της ως άνω σιωπηρής απόρριψης της ένστασής της, αυτή άσκησε εμπρόθεσμα την από 30.5.2017 αίτηση θεραπείας στον αρμόδιο Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών, η οποία επιδόθηκε νόμιμα στον Υπουργό, στην καθ’ ης, στον Διευθύνοντα Σύμβουλό της, στο Διοικητικό Συμβούλιό της και στην Διευθύνουσα Υπηρεσία του έργου. Ότι με την ως άνω αίτηση θεραπείας εστράφη και κατά της υπ’ αριθ. 125/21.3.2017 απόφασης (θέμα 3ο) του Διοικητικού Συμβουλίου της καθ’ ης, με την οποία εκπροθέσμως, δηλαδή μετά την πάροδο της δίμηνης προθεσμίας από την κατάθεσή της, απορρίφθηκε η ανωτέρω ένσταση αυτής (προσφεύγουσας) ως νομικά αβάσιμη «στο βαθμό που υποστηρίζει ότι έχει επέλθει αυτοδίκαιη παραλαβή». Ότι επί της ως άνω αίτησης θεραπείας δεν έλαβε απάντηση εντός της νόμιμης τρίμηνης προθεσμίας, ενώ, μετά την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας αυτής, άσκησε την ένδικη προσφυγή. Με βάση το ιστορικό αυτό η προσφεύγουσα, επικαλούμενη ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις (ήτοι πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής και απόφαση του Δ.Σ. της καθ’ ης) προσβάλλουν το έννομο συμφέρον της ως αναδόχου, καθώς και ότι τηρήθηκε η ενδικοφανής προδικασία, ζητεί, για τους εκτιθέμενους σ’ αυτήν (προσφυγή) λόγους, οι οποίοι εμπεριέχουν αιτιάσεις για έλλειψη νομιμότητας των ως άνω πράξεων, α) να ακυρωθεί η τεκμαιρόμενη σιωπηρή απόρριψη της από 30.5.2017 αίτησης θεραπείας της, β) να ακυρωθεί η τεκμαιρόμενη σιωπηρή απόρριψη της από 9.1.2017 ένστασής της καθώς και η υπ’ αριθ. 125/21.3.2017 απόφαση (θέμα 3ο) του Διοικητικού Συμβουλίου της καθ’ ης κατά το μέρος αυτής με το οποίο απορρίφθηκε η ανωτέρω ένστασή της και γ) να αναγνωρισθεί ότι η προσωρινή παραλαβή του έργου έχει συντελεσθεί αυτοδικαίως την 27.9.2016 και, συνακόλουθα, να ακυρωθεί το μεταγενέστερο από 21.12.2016 πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής ως μη νόμιμο. Επικουρικώς και για την περίπτωση που κριθεί ότι η προσωρινή παραλαβή του έργου δεν έχει συντελεσθεί αυτοδικαίως την 27.9.2016, η προσφεύγουσα ζητεί να αναγνωρισθεί ότι οι παρατηρήσεις της Επιτροπής Προσωρινής Παραλαβής του έργου στο από 21.12.2016 πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής, περί ελλείψεων του έργου, είναι μη νόμιμες. Τέλος, ζητεί να καταδικασθεί η καθ’ ης στα δικαστικά έξοδά της. Με το ανωτέρω περιεχόμενο, η ένδικη προσφυγή παραδεκτώς εισάγεται ενώπιον του παρόντος αρμοδίου Δικαστηρίου, με πενταμελή σύνθεση, προς εκδίκαση κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία του άρθρου 77 του Ν. 3669/2008, καθόσον αυτό έχει δικαιοδοσία και αρμοδιότητα καθ’ ύλη και κατά τόπο κατά τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη στην παράγραφο ΙΙ Α και ΙΙ Β της παρούσας, δεδομένου ότι η προσφεύγουσα άσκησε εμπροθέσμως α) αίτηση θεραπείας τόσο κατά της σιωπηρής απόρριψης της ένστασής της από την καθ’ ης, η οποία δεν απάντησε εντός της νόμιμης δίμηνης προθεσμίας, όσο και κατά της εκπρόθεσμης απόφασης του Δ.Σ. της καθ’ ης που απέρριψε την εν λόγω ένστασή της και β) την ένδικη προσφυγή κατά της σιωπηρής απόρριψης της αίτησης θεραπείας από τον αρμόδιο Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών, ο οποίος δεν απάντησε εντός της νόμιμης τρίμηνης προθεσμίας. Είναι δε αυτή (προσφυγή) νόμιμη, στηριζόμενη στις αναφερόμενες στην ίδια ως άνω νομική σκέψη διατάξεις των άρθρων 73 παρ. 2, 76, 77 του Ν. 3669/2008 καθώς και του άρθρου 70 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην σχετική νομική σκέψη (στην παράγραφο ΙΙ Β), οι προσβαλλόμενες με την προσφυγή πράξεις δεν αποτελούν μεν εκτελεστές διοικητικές πράξεις, συνιστούν όμως δυσμενείς για τον ανάδοχο δημοσίου έργου πράξεις των οργάνων διοίκησης του κυρίου του έργου υποκείμενες σε δικαστικό έλεγχο δυνάμει των προπαρατιθέμενων ειδικών δικονομικών διατάξεων του Ν. 3669/2008 οι οποίες κατισχύουν των γενικών διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, έχουν δε -ως δηλώσεις δικαιοπρακτικής βούλησης- έννομη σημασία για την εξέλιξη της εργολαβικής σύμβασης και τις εξ αυτής αξιώσεις του αναδόχου εργολάβου, ο οποίος (υπό την προϋπόθεση ότι τήρησε την προβλεπόμενη ενδικοφανή προδικασία) έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει, με την προσφυγή, την ακύρωσή τους, επικαλούμενος τα νομικά ελαττώματα αυτών από παράβαση των ειδικών ορισμών του ως άνω Ν. 3669/2008, αλλά και από τυχόν ακυρότητες των γενικών διατάξεων του Αστικού Κώδικα. Πρέπει, επομένως, η προσφυγή αυτή να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

ΙV. Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα ……….., που εξετάσθηκε με επιμέλεια της καθ’ ης η προσφυγή στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου με το σύστημα της φωνοληψίας (άρθρο 256 παρ. 3 ΚΠολΔ), η οποία (κατάθεση) περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου, από όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται με τις προτάσεις τους και προσκομίζουν νομίμως είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (σημειώνεται ότι η τυχόν αναφορά κατωτέρω ορισμένων από τα έγγραφα αυτά είναι απλώς ενδεικτική, αφού δεν παραλείφθηκε κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς – βλ. ΑΠ 1001/2012 δημ. σε ΝΟΜΟΣ), πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η  ανώνυμη εταιρία  με την επωνυμία «Οργανισμός Σχολικών Κτιρίων Α.Ε.» («ΟΣΚ Α.Ε.»), με διακήρυξη ανοικτής δημοπρασίας, προκήρυξε ανοικτό διαγωνισμό για την ανάδειξη αναδόχου εκτέλεσης του έργου «Ολοκλήρωση της ….. Σχολής Πειραιά (Γυμνάσιο – Λύκειο) – Οικοδομικές Εργασίες και Η/Μ εγκαταστάσεις», συνολικού προϋπολογισμού 11.260.000 ευρώ (με αναθεώρηση και ΦΠΑ). Με την υπ’ αριθ. πρωτ. ΑΠ.22-Τ2/9624/25.7.2012 απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου της «ΟΣΚ Α.Ε.» κατακυρώθηκε το αποτέλεσμα της δημοπρασίας του έργου και ανατέθηκε η κατασκευή του στην κοινοπραξία με την επωνυμία «Κ/Ξ ………..» (ήδη προσφεύγουσα), η οποία προσέφερε γενική μέση έκπτωση 39,77%. Ακολούθως, μεταξύ της «ΟΣΚ Α.Ε.» και της προσφεύγουσας υπεγράφη το από 31.5.2013 Ιδιωτικό Συμφωνητικό Ανάθεσης Κατασκευής Έργου, ποσού 6.782.097 ευρώ (με αναθεώρηση και απρόβλεπτα χωρίς ΦΠΑ), το οποίο συμπληρώθηκε, μετέπειτα, με την από 28.6.2013 Συμπλήρωση Ιδιωτικού Συμφωνητικού, ενώ η συνολική προθεσμία για την πλήρη εκτέλεση του έργου ορίστηκε, βάσει της διακήρυξης και της σύμβασης του έργου, σε 600 (εξακόσιες) ημερολογιακές ημέρες από την υπογραφή της σύμβασης. Το έργο ανεγέρθηκε επί των οδών ………… του Δήμου Πειραιά, σε οικόπεδο επιφάνειας 7.633,91μ2 και η δόμηση πραγματοποιήθηκε σε 5.682,42μ2, αποτελούμενη από τρία κτίρια: α) Γυμνάσιο (υπόγειο, ισόγειο και δύο όροφοι) β) Λύκειο (υπόγειο, ισόγειο και δύο όροφοι) και γ) Αίθουσα Πολλαπλών Χρήσεων (υπόγειο και ισόγειο), τα δε κτίρια τοποθετήθηκαν γύρω από ένα εσωτερικό αίθριο που είναι και ο κύριος αύλειος χώρος του σχολείου, ενώ περιμετρικά του αίθριου έχει κατασκευαστεί υπόστεγος χώρος. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι, με την υπ’ αριθ. Δ16γ/05/483/Γ/11.11.2013 διαπιστωτική πράξη των Υπουργών Οικονομικών-Παιδείας και Θρησκευμάτων-Υγείας-Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων-Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, συντελέστηκε η συγχώνευση των εταιριών «Ο.Σ.Κ. Α.Ε.», «Δ.ΕΠ.Α.ΝΟ.Μ. Α.Ε.» και «ΘΕΜΙΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ Α.Ε.» και η σύσταση μίας νέας εταιρίας με την  επωνυμία «ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ Α.Ε.» (ήδη δεύτερης των καθ’ ων η προσφυγή), η οποία, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 69 παρ. 2 ΚΝ 2190/1920 και 132 Ν. 4199/2013, απορρόφησε τις ανωτέρω εταιρίες και υπεισήλθε, ως καθολικός διάδοχος αυτών, στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις εκάστης, άρα και της εταιρίας «Ο.Σ.Κ. Α.Ε.». Περαιτέρω, το ανωτέρω έργο εκτελέσθηκε και περατώθηκε εμπρόθεσμα την 19.2.2016, συνταχθείσης της υπ’ αριθ. πρωτ. 2456/19.2.2016 Βεβαίωσης Περαίωσης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, ήτοι του Διευθυντή Κατασκευών Έργων της καθ’ ης η προσφυγή εταιρίας, στην οποία (Βεβαίωση) αναφέρεται ότι «όλες οι εργασίες του έργου της επικεφαλίδας (Ολοκλήρωση της …….. Σχολής Πειραιά (Γυμνάσιο – Λύκειο) – Οικοδομικές Εργασίες και Η/Μ εγκαταστάσεις), που αφορούν την συνολική προθεσμία περαίωσης του έργου, όπως αυτές περιγράφονται στο άρθρ. 7 της ΕΣΥ, ολοκληρώθηκαν εμπρόθεσμα εντός της συνολικής προθεσμίας του έργου στις 19/02/2016». Επίσης, το ανωτέρω έργο παραδόθηκε και διοικητικά προς χρήση την 4.3.2016, κατά τις διατάξεις του άρθρου 72 του Ν. 3669/2008, συνταχθέντος του από 4.3.2016 «Πρωτοκόλλου Διοικητικής Παραλαβής για χρήση», το οποίο υπογράφεται από τον εκπρόσωπο της αναδόχου κοινοπραξίας (ήδη προσφεύγουσας), τον εκπρόσωπο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, ήτοι τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Κατασκευών Έργων της καθ’ ης και την επιβλέπουσα αρχιτέκτονα μηχανικό. Κατά την ανωτέρω διοικητική παράδοση του έργου, παραδόθηκαν από την προσφεύγουσα, όπως αυτή είχε υποχρέωση κατ’ άρθρο 73 παρ. 2 του Ν. 3669/2008, στον εκπρόσωπο της καθ’ ης τα αναφερόμενα λεπτομερώς στο εν λόγω πρωτόκολλο κρίσιμα έγγραφα του έργου, στα οποία περιλαμβάνονταν και πλήρης σειρά Αρχιτεκτονικών-Στατικών και Η/Μ σχεδίων με την ένδειξη «ως κατασκευάστηκε». Κατά τη διάρκεια του έργου συντάσσονταν από την προσφεύγουσα επιμέρους αναλυτικές επιμετρήσεις, οι οποίες υποβάλλονταν προς έλεγχο και έγκριση στη Διευθύνουσα Υπηρεσία της καθ’ ης. Στις 3.3.2016 η προσφεύγουσα υπέβαλε, με το από 3.3.2016 (που έλαβε αριθμό πρωτ. της καθ’ ης, ……/3.3.2016) έγγραφό της, όπως είχε υποχρέωση από το άρθρο 52 παρ. 5 του Ν. 3669/2008, την από 3.3.2016 Τελική Επιμέτρηση και τον Τελικό Συνοπτικό Επιμετρητικό Πίνακα του Έργου. Ακόμη, την ίδια ημέρα (3.3.2016) η προσφεύγουσα, με το από 3.3.2016 (που έλαβε αριθμό πρωτ. της καθ’ ης, …../3.3.2016) έγγραφό της, υπέβαλε, όπως είχε υποχρέωση κατ’ άρθρο 73 παρ. 2 του Ν. 3669/2008, στην Διεύθυνση Κατασκευών Έργων της καθ’ ης το Μητρώο του ως άνω έργου, στο οποίο περιλαμβάνονταν, μεταξύ άλλων, και τα τεχνικά φυλλάδια και εγχειρίδια λειτουργίας και συντήρησης των ηλεκτρικών-ηλεκτρονικών συσκευών και μηχανημάτων. Η καθ’ ης, όμως, μολονότι το έργο περατώθηκε εμπρόθεσμα, δεν προχώρησε στην προσωρινή παραλαβή του έργου εντός της νόμιμης προθεσμίας των έξι μηνών από τη βεβαιωμένη περάτωση του έργου. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 73 παρ. 2 του Ν. 3669/2008, μετά τη βεβαίωση περαίωσης και την εμπρόθεσμη υποβολή (εντός διμήνου από την περαίωση του έργου) από την ανάδοχο της τελικής επιμέτρησης και του μητρώου του έργου, εκκινεί από το βεβαιωμένο χρόνο περαίωσης του έργου η εξάμηνη προθεσμία για την προσωρινή παραλαβή του έργου, κατά τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη στην παράγραφο ΙΙ Γ της παρούσας. Δηλαδή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, από την 19.2.2016 (χρόνος βεβαιωμένης περάτωσης του έργου) εκκίνησε η προθεσμία Προσωρινής Παραλαβής και η καθ’ ης όφειλε εντός εξαμήνου από την 19.2.2016, δηλαδή έως την 19.8.2016 το αργότερο, να παραλάβει το έργο προσωρινά. Μάλιστα, για το λόγο αυτό, η ανάδοχος προσφεύγουσα με το από 30.5.2016 (που έλαβε αριθμό πρωτ. της καθ’ ης, ……/30.5.2016) έγγραφό της, κάλεσε τον φορέα κατασκευής του έργου (ήτοι την καθ’ ης η προσφυγή) να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες για την προσωρινή παραλαβή του έργου. Η καθ’ ης, όμως, σε καμία ενέργεια δεν προέβη. Έτσι μετά την πάροδο της ως άνω εξάμηνης προθεσμίας και συγκεκριμένα την 26.8.2016, η προσφεύγουσα υπέβαλε προς τη Διευθύνουσα Υπηρεσία της καθ’ ης την από 26.8.2016 (που έλαβε αριθμό πρωτ. της καθ’ ης, ……/26.8.2016) έγγραφη όχλησή της, με την οποία, αφού επισήμανε στην καθ’ ης ότι έχει παρέλθει η εξάμηνη προθεσμία από την βεβαιωμένη περάτωση του έργου χωρίς να έχει ακόμη διενεργηθεί η προσωρινή παραλαβή του έργου, όχλησε αυτήν (καθ’ ης) για την κατά νόμο διενέργειά της. Η τριακονθήμερη προθεσμία, εντός της οποίας μπορούσε η Διευθύνουσα Υπηρεσία της καθ’ ης να προβεί σε προσωρινή παραλαβή του έργου, παρήλθε άπρακτη, με συνέπεια την 27.9.2016 (δηλαδή 30 ημέρες μετά την υποβολή της ως άνω όχλησης), να έχει συντελεσθεί αυτοδίκαια η προσωρινή παραλαβή του έργου κατ’ άρθρο 73 παρ. 2 του Ν. 3669/2008, όπως βασίμως η προσφεύγουσα ισχυρίζεται. Σε μεταγενέστερο χρόνο κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα η από 11.10.2016 έγγραφη πρόσκληση του Προέδρου της ορισθείσας από την καθ’ ης Επιτροπής Προσωρινής Παραλαβής, …….., με την οποία την καλούσε στο χώρο του έργου την 17.10.2016 με σκοπό «την συνέχιση της διαδικασίας για την ολοκλήρωση της προσωρινής παραλαβής», ενώ, στη συνέχεια, κοινοποιήθηκε σ’ αυτήν (προσφεύγουσα) και η από 25.10.2016 νεότερη έγγραφη πρόσκληση του ως άνω Προέδρου της Επιτροπής Προσωρινής Παραλαβής, με την οποία την καλούσε εκ νέου στο χώρο του έργου την 31.10.2016 για «τη συνέχιση της διαδικασίας ολοκλήρωσης της προσωρινής παραλαβής του έργου». Στις προσκλήσεις αυτές η προσφεύγουσα απάντησε άμεσα με τα από 13.10.2016 και 27.10.2016 (που έλαβαν αντίστοιχο αριθμό πρωτ. της καθ’ ης, …./13.10.2016 και …./27.10.2016) έγγραφά της, αντιστοίχως, με τα οποία ισχυρίσθηκε ότι η προσωρινή παραλαβή του έργου συντελέστηκε αυτοδίκαια ήδη από 27.9.2016 σύμφωνα με τα εκ του νόμου προβλεπόμενα, με συνέπεια να μην υφίσταται σε εξέλιξη οιαδήποτε νόμιμη διαδικασία προσωρινής παραλαβής του έργου. Ακολούθως, με το υπ’ αριθ. πρωτ. …../1.12.2016 έγγραφό της η Διευθύνουσα Υπηρεσία του έργου, ήτοι η Διεύθυνση Κατασκευών Έργων της καθ’ ης, γνωστοποίησε στην προσφεύγουσα ότι δεν συντρέχουν οι εκ του νόμου προϋποθέσεις για την αυτοδίκαιη προσωρινή παραλαβή του έργου λόγω μη προσκόμισης από την τελευταία των απαιτούμενων κατά νόμο εγγράφων, ήτοι τόσο των σχεδίων του έργου «ως κατασκευάστηκε» (as built), όσο και των λεπτομερών οδηγιών χειρισμού λειτουργίας και συντήρησης των εγκαταστάσεων, και μάλιστα την κάλεσε να καταθέσει άμεσα τα ανωτέρω έγγραφα στο πλαίσιο της διαδικασίας προσωρινής παραλαβής του έργου. Κατά της ως άνω πράξης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, αυτή (προσφεύγουσα), αφού κατάθεσε εμπροθέσμως ένσταση και αίτηση θεραπείας, άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την από 11.9.2017 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ……../2017) προσφυγή της, στρεφόμενη κατά των αναφερόμενων σ’ αυτήν προγενέστερων (σε σχέση με την κρινόμενη προσφυγή) πράξεων της καθ’ ης. Τελικά, την 27.12.2016 επιδόθηκε σ’ αυτήν (προσφεύγουσα) το από 21.12.2016 πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής (με τα καταγραφόμενα σ’ αυτό προβλήματα και λοιπές παρατηρήσεις για το έργο) της ορισθείσας Επιτροπής Προσωρινής Παραλαβής του έργου. Κατά του ανωτέρω πρωτοκόλλου, που θεωρείται ως πράξη της Διευθύνουσας Υπηρεσίας της καθ’ ης (άρθρο 73 παρ. 5 Ν. 3669/2008), η προσφεύγουσα άσκησε νόμιμα και εμπρόθεσμα την υπ’ αριθ. πρωτ. …./9.1.2017 ένστασή της προς την Προϊσταμένη Αρχή του έργου, ήτοι προς το Διοικητικό Συμβούλιο της καθ’ ης, η οποία (ένσταση), όμως, απορρίφθηκε σιωπηρά λόγω παρόδου της νόμιμης δίμηνης προθεσμίας από την κατάθεση της ένστασης (άρθρο 76 παρ. 2 Ν. 3669/2008). Στη συνέχεια, η προσφεύγουσα άσκησε νόμιμα και εμπρόθεσμα την από 30.5.2017 αίτηση θεραπείας, η οποία επιδόθηκε στον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών την 2.6.2017 και κοινοποιήθηκε την ίδια ημέρα  στο Δ.Σ. της καθ’ ης, στον Διευθύνοντα Σύμβουλό της, στη Διεύθυνση Κατασκευών Έργων αυτής και την ίδια την καθ’ ης (ως κυρία και φορέα κατασκευής του έργου – αντισυμβαλλόμενη), όπως τούτο προκύπτει από τις εκθέσεις επίδοσης: α) υπ’ αριθ. ……./2.6.2017 του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ………, β) υπ’ αριθ. ……../2.6.2017 του ιδίου ως άνω δικαστικού επιμελητή. Στη συνέχεια, σε εφαρμογή του άρθρου 76 παρ. 10 του Ν. 3669/2008, η προσφεύγουσα επέδωσε, με την από 6.6.2017 εξώδικη δήλωση – γνωστοποίηση στον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών, αντίγραφο της ως άνω με αριθμό …/2.6.2017 έκθεσης επίδοσης (βλ. υπ’ αριθ. 954Δ/6.6.2017 έκθεση επίδοσης του ιδίου ως άνω δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, ………). Σημειώνεται, ότι με την ως άνω αίτηση θεραπείας η προσφεύγουσα εστράφη και κατά της υπ’ αριθ. 125/21.3.2017 απόφασης (θέμα 3ο) του Διοικητικού Συμβουλίου της καθ’ ης, με την οποία εκπροθέσμως, δηλαδή μετά την πάροδο της δίμηνης προθεσμίας από την κατάθεσή της, απορρίφθηκε η εν λόγω ένσταση αυτής (προσφεύγουσας) ως νομικά αβάσιμη «στο βαθμό που υποστηρίζει ότι έχει επέλθει αυτοδίκαιη παραλαβή». Η ανωτέρω αίτηση θεραπείας απορρίφθηκε σιωπηρά, αφού δεν υπήρξε επ’ αυτής απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών εντός της νόμιμης τρίμηνης προθεσμίας από την επίδοση της αίτησης θεραπείας (άρθρο 76 παρ. 14 Ν. 3669/2008). Ενόψει όλων αυτών, η προσωρινή παραλαβή του έργου συντελέστηκε αυτοδικαίως την 27.9.2016, ήτοι 30 ημέρες μετά την υποβολή από την ανάδοχο προσφεύγουσα της σχετικής από 26.8.2016 όχλησης για τη διενέργειά της (άρθρο 73 παρ. 2 Ν. 3669/2018). Σημειώνεται, ότι μόνες περιπτώσεις που η προσωρινή παραλαβή δεν συντελείται αυτοδικαίως, είναι οι περιπτώσεις που, εντός της προθεσμίας των 30 ημερών από της υποβολής της όχλησης, λάβει χώρα σύνταξη και έγκριση του πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής από την Προϊσταμένη Αρχή, είτε αναβληθεί η έγκριση του πρωτοκόλλου από την τελευταία μέχρι να αποκατασταθούν από τον ανάδοχο τα ελαττώματα που διαπιστώθηκαν από την Επιτροπή Παραλαβής (άρθρο 73 παρ. 4 και 5 Ν. 3669/2008). Στη συγκεκριμένη, όμως, περίπτωση καμία εκ των ανωτέρω ενεργειών δεν έλαβε χώρα εντός των τριάντα ημερών από την γενόμενη από την ανάδοχο  όχληση, με αποτέλεσμα η προσωρινή παραλαβή να συντελεστεί αυτοδικαίως την 27.9.2016. Συνακόλουθα, το μεταγενέστερο από 21.12.2016 πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής είναι μη νόμιμο και, για το λόγο αυτό, πρέπει να ακυρωθεί, αφού η διαδικασία προσωρινής παραλαβής που έλαβε χώρα μετά την συντελεσθείσα την 27.9.2016 αυτοδίκαιη παράδοση του έργου, στερείται εννόμων συνεπειών. Ήδη η καθ’ ης η προσφυγή, με τις προτάσεις της στο παρόν Δικαστήριο, επικαλείται ότι δεν εκκίνησε η προθεσμία προσωρινής παραλαβής του άρθρου 73 παρ. 2 Ν. 3669/2008, λόγω μη υποβολής από την ανάδοχο των σχεδίων του έργου «ως κατασκευάσθη». Ο ισχυρισμός, όμως, αυτός της καθ’ ης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Και τούτο, γιατί τα επίμαχα αυτά σχέδια υποβλήθηκαν από την ανάδοχο προσφεύγουσα στην καθ’ ης την 4.3.2016 κατά την διοικητική παράδοση του έργου, καθόσον στο από 4.3.2016 σχετικό Πρωτόκολλο Διοικητικής Παραλαβής αναφέρεται ότι παραδόθηκαν στην καθ’ ης (Διεύθυνση Κατασκευών Έργων), όπως διαπιστώθηκε από τον εκπρόσωπό της, «πλήρης σειρά Αρχιτεκτονικών-Στατικών και Η/Μ σχεδίων με την ένδειξη “ως κατασκευάστηκε”» (βλ. σχετικά α) στην πρώτη παράγραφο του πρωτοκόλλου, όπου αναγράφεται ότι τα υπογράφοντα μέρη, στα οποία περιλαμβάνεται και ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Κατασκευών Έργων της καθ’ ης καθώς και η επιβλέπουσα αρχιτέκτονας μηχανικός, «διαπιστώνουν τα ακόλουθα κατά την παραλαβή για χρήση του έργου της επικεφαλίδας: » και β) στην υπ’ αριθ. 6 διαπίστωση ότι «Παραδόθηκε πλήρης σειρά Αρχιτεκτονικών-Στατικών και Η/Μ σχεδίων με την ένδειξη “ως κατασκευάστηκε”»). Η κρίση δε αυτή του Δικαστηρίου δεν αναιρείται από το επικαλούμενο από την καθ’ ης υπ’ αριθ. πρωτ. …../30.11.2016 έγγραφο της Διεύθυνσης Αρχιτεκτονικού του Δήμου Πειραιώς, που υπογράφεται από τον αρμόδιο Αντιδήμαρχο ……, στο οποίο αναφέρεται ότι «όπως προκύπτει από το αρχείο του Τμήματος Σχολικών Κτιρίων του Δήμου Πειραιά και από το αρχείο της Διεύθυνσης των ….. Σχολείων, δεν υπάρχουν τα σχέδια της παραγράφου 6 του από 4-3-2016 Πρωτοκόλλου Διοικητικής Παραλαβής για Χρήση των ανωτέρω σχολείων καθότι δεν παραδόθηκαν από τον ανάδοχο της ΚΤΥΠ Α.Ε. Στην Διεύθυνση του σχολείου, δόθηκε η υπόσχεση ότι θα φωτοτυπηθούν και θα παραδοθούν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, λόγω του όγκου των σχεδίων, πράγμα που δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα». Και τούτο, γιατί ο σχετικός ισχυρισμός της καθ’ ης ότι δεν παραδόθηκαν από την προσφεύγουσα τα σχέδια του έργου «ως κατασκευάσθη», ο οποίος επιχειρείται να στηριχθεί στο ανωτέρω έγγραφο του Δήμου Πειραιά, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το προαναφερόμενο περιεχόμενο του από 4.3.2016 Πρωτοκόλλου Διοικητικής Παραλαβής, στο οποίο αναγράφεται ότι παραδόθηκαν από την ανάδοχο στην Διεύθυνση Κατασκευών Έργων της καθ’ ης, όπως διαπιστώθηκε και από τον Προϊστάμενο αυτής, σειρά εγγράφων, στα οποία περιλαμβάνεται και πλήρης σειρά Αρχιτεκτονικών-Στατικών και Η/Μ σχεδίων με την ένδειξη “ως κατασκευάστηκε”» χωρίς να υπάρχει οιαδήποτε επιφύλαξη ως προς την παραλαβή των εν λόγω εγγράφων ή έστω οιαδήποτε παρατήρηση  ως προς το ότι τα έγγραφα αυτά δεν παραδόθηκαν άμεσα αλλά δόθηκε υπόσχεση από την ανάδοχο ότι θα φωτοτυπηθούν και θα παραδοθούν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος λόγω του όγκου των σχεδίων, όπως μία τέτοια επιφύλαξη ή παρατήρηση καταγραφείσα στο ως άνω πρωτόκολλο θα ήταν εύλογη και λογικά αλλά και νομικά αναμενόμενη (ειδικά αναφορικά με μία σύμβαση δημοσίου έργου), εάν πράγματι ήταν αληθής ο ισχυρισμός της καθ’ ης, ότι η ανάδοχος ουδέποτε παρέδωσε τα έγγραφα αυτά, αλλά μόνο έδωσε υπόσχεση να τα παραδώσει στο μέλλον. Συνεπώς, ο ανωτέρω ισχυρισμός της καθ’ ης η προσφυγή περί του ότι δεν εκκίνησε η προθεσμία προσωρινής παραλαβής λόγω μη υποβολής από την ανάδοχο των ανωτέρω εγγράφων, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος για τους προεκτιθέμενους λόγους.

  1. V. Κατόπιν αυτών, η υπό κρίση προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτή, κατά τα κύρια αιτήματά της, ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν ως προς τη δεύτερη καθ’ ης εταιρία και πρέπει: 1) να ακυρωθούν α) η τεκμαιρόμενη απόρριψη από τον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών της από 30.5.2017 αίτησης θεραπείας της προσφεύγουσας, β) η τεκμαιρόμενη απόρριψη από το Διοικητικό Συμβούλιο της καθ’ ης εταιρίας, ως Προϊσταμένη Αρχή του έργου, της υπ’ αριθ. πρωτ. …./11.10.2017 ένστασης της προσφεύγουσας και γ) η υπ’ αριθ. ……/21.3.2017 απόφαση (θέμα 3ο) του Διοικητικού Συμβουλίου της καθ’ ης κατά το μέρος αυτής που απέρριψε την ανωτέρω ένσταση της προσφεύγουσας και 2) να αναγνωρισθεί ότι η Προσωρινή Παραλαβή του αναφερόμενου στο σκεπτικό έργου συντελέστηκε αυτοδίκαια την 27.9.2016 και να ακυρωθεί το μεταγενέστερο από 21.12.2016 πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής, ως μη νόμιμο. Σημειώνεται ότι, αφού κρίθηκε ότι η προσωρινή παραλαβή του έργου συντελέστηκε αυτοδίκαια την 27.9.2016 και αφού, κατά παραδοχή του κύριου αιτήματος της ένδικης προσφυγής, ακυρώθηκε το μεταγενέστερο από 21.12.2016 πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής, παρέλκει η έρευνα του επικουρικού αιτήματος αυτής (προσφυγής) αναφορικά με τις αναφερόμενες στο εν λόγω πρωτόκολλο παρατηρήσεις της Επιτροπής Παραλαβής περί ελλείψεων του έργου. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της δίκης πρέπει να συμψηφισθούν, στο σύνολό τους, μεταξύ των ως άνω διαδίκων, γιατί ήταν ιδιαίτερα δυσχερής η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρο 179 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση ως προς το πρώτο των καθ’ ων η προσφυγή, Ελληνικό Δημόσιο.

Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των λοιπών διαδίκων.

Δέχεται την από 11.10.2017 (με αριθ. έκθ. κατάθ. ………/2017) προσφυγή ως προς τη δεύτερη των καθ’ ων  η προσφυγή, εταιρία με την επωνυμία «ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ».

Ακυρώνει α) την τεκμαιρόμενη απόρριψη από τον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών της από 30.5.2017 αίτησης θεραπείας της προσφεύγουσας και β) την τεκμαιρόμενη απόρριψη από το Διοικητικό Συμβούλιο της καθ’ ης εταιρίας, ως Προϊσταμένη Αρχή του έργου, της υπ’ αριθ. πρωτ. ……/9.1.2017 ένστασης της προσφεύγουσας και γ) την υπ’ αριθ. 125/21.3.2017 απόφαση (θέμα 3ο) του Διοικητικού Συμβουλίου της καθ’ ης κατά το μέρος αυτής που απέρριψε την ανωτέρω ένσταση  της προσφεύγουσας.

Αναγνωρίζει ότι η Προσωρινή Παραλαβή του αναφερόμενου στο σκεπτικό έργου συντελέστηκε αυτοδίκαια την 27.9.2016 και ακυρώνει το μεταγενέστερο από 21.12.2016 πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής.

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα, στο σύνολό τους, μεταξύ των ως άνω διαδίκων.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 5η Ιουλίου 2018  και δημοσιεύθηκε στις 10 Ιουλίου 2018 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους  της προσφεύγουσας και της δεύτερης εκ των καθ΄ ων η προσφυγή.

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ