Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 651/2019

Αριθμός    651/2019

ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές, Ελένη Κούφη, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννη Αποστολόπουλο και Νικόλαο Κουτρούμπα, Εισηγητή, Εφέτες και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Κατά την διάταξη του άρθρου 109 παρ. 1 του Συντάγματος, δεν επιτρέπεται η μεταβολή του περιεχομένου ή των όρων διαθήκης, κωδικέλλου ή δωρεάς ως προς τις διατάξεις τους υπέρ του Δημοσίου ή υπέρ κοινωφελούς σκοπού. Η συνταγματική αυτή διάταξη αποβλέπει στην προστασία και κατοχύρωση της θέλησης των διαθετών και δωρητών ακόμη και εναντίον των πράξεων της πολιτείας που έχουν νομοθετικό περιεχόμενο και, σύμφωνα με αυτήν, δεν επιτρέπεται, καταρχήν, η μεταβολή σκοπού περιουσίας που έχει ταχθεί υπέρ του Δημοσίου ή προς εξυπηρέτηση κοινής ωφελείας, όχι μόνο με διατάγματα, αλλά ούτε και με νόμο (βλ. Ολομ ΑΠ 1241/1979,ΝοΒ 28, σελ. 709 ). Κατ` εξαίρεση, όμως, επιτρέπεται, σύμφωνα με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου του Συντάγματος, η επωφελέστερη αξιοποίηση ή διάθεση του καταλειφθέντος ή δωρηθέντος περιουσιακού στοιχείου, υπέρ του ίδιου ή άλλου, (συγγενούς), κοινωφελούς σκοπού, στην ίδια περιοχή που όρισε ο διαθέτης ή ο δωρητής ή στην ευρύτερη περιφέρειά της, όταν βεβαιωθεί με δικαστική απόφαση, (α) είτε ότι η θέληση του διαθέτη ή του δωρητή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί για οποιοδήποτε λόγο, καθόλου ή κατά το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου της ως προς τον ορισθέντα σκοπό, (β) είτε ότι η θέληση αυτή μπορεί να ικανοποιηθεί πληρέστερα με τη μεταβολή της εκμετάλλευσης του υπόψη περιουσιακού στοιχείου, όπως ειδικός νόμος θα ορίσει. Όταν με διαθήκη ή άλλη πράξη διατίθενται περιουσιακά στοιχεία με κληρονομία, κληροδοσία ή δωρεά υπέρ κοινωφελών σκοπών, η επίτευξη των τελευταίων μπορεί να επιδιώκεται, είτε με την σύσταση αυτοτελούς ιδρύματος, στο νομικό πρόσωπο του οποίου περιέρχεται η καταλειφθείσα περιουσία, κατ’ άρθρο 50 του ν. 4182/2013, είτε με την μεταβίβαση της περιουσίας αυτής σε ορισμένο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, με τον όρο της εκπληρώσεως από αυτό του ταχθέντος κοινωφελούς σκοπού, οπότε πρόκειται για μη αυθύπαρκτο,άλλως «υποτελές», ίδρυμα ή «κεφάλαιο αυτοτελούς διαχειρίσεως» και η αφιερούμενη περιουσία αποτελεί ιδιαίτερη περιουσιακή ομάδα, υποκείμενη, κατά το άρθρο 53 παρ. παρ. 1-2 του ίδιου νόμου, στην εποπτεία της αρμόδιας αρχής, δηλαδή του Υπουργού Οικονομικών και του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2, του άνω νόμου, οι οποίοι ασκούν τις σχετικές αρμοδιότητες δια των οικείων Διευθύνσεων (βλ. ΕφΑθ 607/2012, στην ΤΝΠ Νόμος, ΕφΑθ 2188/2008, ΕφΑθ 9628/2000 ΕλΔ/νη44, σελ. 550 – 552, ΕφΑθ 863/83 ΕλΔ.25, σελ. 573, υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς). Εξάλλου, με το άρθρο 1 παράγραφος 1 του παραπάνω εκτελεστικού της ως άνω συνταγματικής διατάξεως νόμου 4182/2013 ορίζεται ότι “Κοινωφελής περιουσία είναι: Το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων, που διατίθενται με κληρονομιά, κληροδοσία, ή δωρεά υπέρ του δημοσίου, ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, ή για κοινωφελή σκοπό. Ως κοινωφελής περιουσία νοείται επίσης και το νομικό πρόσωπο, που τα διαχειρίζεται και εκπροσωπεί εφόσον υπάρχει”. Περαιτέρω με την παράγραφο 3 του ίδιου πιο πάνω άρθρου ορίζεται ότι: “Κοινωφελής σκοπός είναι κάθε εθνικός, θρησκευτικός, φιλανθρωπικός, εκπαιδευτικός, πολιτιστικός και γενικά επωφελής για την κοινωνία εν όλω ή εν μέρει σκοπός”.Με την παράγραφο 4 ότι: “Αρμόδια αρχή είναι ο Υπουργός Οικονομικών και ο Γενικός Γραμματέας της οικείας αποκεντρωμένης διοίκησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2, οι οποίοι ασκούν τις σχετικές αρμοδιότητες διά των οικείων διευθύνσεων”. Με τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 1, 3 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι:«1. Το Δημόσιο έχει την υποχρέωση να διασφαλίζει την πιστή και επακριβή εκτέλεση της βούλησης των διαθετών και δωρητών…3. Αρμοδιότητα του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης υφίσταται, με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 και τυχόν ειδικών διατάξεων, στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) Όταν ο σκοπός της περιουσίας εκπληρώνεται κατά κύριο λόγο μέσα στα όρια μιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ανεξαρτήτως του τόπου όπου βρίσκεται η περιουσία. Τυχόν επικουρικοί σκοποί δεν επηρεάζουν την αρμοδιότητα, β)Όταν δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής η προηγούμενη περίπτωση και η περιουσία βρίσκεται κατά το μεγαλύτερο μέρος της μέσα στα όρια μιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. γ)Όταν πρόκειται για σχολάζουσα κληρονομία της οποίας τα ακίνητα περιλαμβάνονται στα όρια μιας και μόνης Αποκεντρωμένης Διοίκησης. 4. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις αρμόδιος είναι ο Υπουργός Οικονομικών. Αρμοδιότητα του Υπουργού Οικονομικών υφίσταται επίσης κατ` εξαίρεση: α) Για την εποπτεία εκκαθάρισης και διαχείρισης περιουσιών που καταλείπονται στο Δημόσιο. β) Για την εποπτεία της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων και του Βαρβακείου Ιδρύματος. γ) Για την εκκαθάριση και εποπτεία κοινωφελών περιουσιών που έχουν τα κύρια περιουσιακά στοιχεία στην αλλοδαπή ή ο σκοπός τους εκτελείται κατά κύριο λόγο σε αυτή. δ) Για περιουσίες του κεφαλαίου Ε` του παρόντος κώδικα που υπάγονται στην άμεση διαχείριση του Υπουργείου Οικονομικών, ε) Για την εποπτεία περιουσιών των οποίων η αξία εκτιμάται, μετά την προηγηθείσα εκκαθάριση, ως ανώτερη του ποσού των δέκα εκατομμυρίων (10.000.000) ευρώ ή των οποίων οι σκοποί εκτελούνται σε όλη την επικράτεια. Για την υπαγωγή των περιουσιών της περίπτωσης αυτής στην αρμοδιότητα του Υπουργού Οικονομικών, απαιτείται η έκδοση από αυτόν ειδικής προς τούτο υπουργικής απόφασης.» Περαιτέρω, κατά την παρ. 1 του άρθρου 10 του αυτού νόμου, περιουσίες που καταλείπονται υπέρ κοινωφελών σκοπών αξιοποιούνται κατά τον τρόπο που όρισε ο διαθέτης ή δωρητής. Απαγορεύεται η μεταβολή τόσο των παραπάνω κοινωφελών σκοπών, όσο και του τρόπου και των όρων διαχείρισης της περιουσίας, καθώς και των ορισμών για τον τρόπο διοίκησής της, ενώ κατά την παρ. 2 του ίδιου άρθρου, αν υπάρχει αμφιβολία περί του περιεχομένου της βούλησης του διαθέτη, ή δωρητή, ή αμφισβήτηση επ’ αυτού, αυτή επιλύεται από το αρμόδιο κατ` άρθρο 825 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας δικαστήριο, δηλαδή το Εφετείο της έδρας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης που εποπτεύει την κοινωφελή περιουσία, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, κατόπιν αιτήσεως του Υπουργού των Οικονομικών ή του αρμοδίου εκ του σκοπού Υπουργού ή του υπέρ η κοινωφελής περιουσία νομικού προσώπου ή παντός έχοντος έννομο συμφέρον. Το πιο πάνω δικαστήριο αποφαίνεται επίσης, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, επί του εάν η βούληση του διαθέτη ή δωρητή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, για οποιονδήποτε λόγο, καθόλου ή κατά το μεγαλύτερο μέρος της και καθορίζει τον τρόπο της επωφελέστερης ή ασφαλέστερης αξιοποίησης της περιουσίας, καθώς και το σκοπό και την περιοχή για την οποία πρέπει αυτή να διατεθεί. (ΑΠ 2013/2014 ,ΕφΑνΚρητ 31/2018, ΕφΘεσ 661/2017,ΕφΘεσ. 1309/2014 ΤΝΠ Νόμος).Τέλος το άρθρο 82 παρ.1 ν.4182/2013ορίζει τα εξής: «Μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις. 1. Όπου δεν ορίζεται διαφορετικά, οι διατάξεις του Κώδικα εφαρμόζονται και στις κοινωφελείς περιουσίες που υφίστανται κατά την έναρξη ισχύος του, ανεξάρτητα από τον τρόπο σύστασης τους. Κοινωφελή ιδρύματα που έχουν εξαιρεθεί με ειδικές διατάξεις του α.ν. 2039/1939 εξακολουθούν να εξαιρούνται του παρόντος Κώδικα και της εποπτείας της αρμόδιας αρχής αλλά υπέχουν σε κάθε περίπτωση υποχρέωση υποβολής προς έλεγχο του προϋπολογισμού και του απολογισμού τους, κατά τις διατάξεις του άρθρου 59.”Διαδικασίες που έχουν ήδη αρχίσει, δύνανται να ολοκληρώνονται και κατά την προϋφιστάμενη διαδικασία»(όπως το τελευταίο εδάφιο αντικαταστάθηκε με την παρ.12 του άρθρου 32 ν.4223/2013). Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων συνάγεται ότι μετά την ισχύ του ν.4182/2013(11-11/2013) σε δίκες κοινωφελών περιουσιών αρμόδια αρχή στην άσκηση εποπτείας επί των κοινωφελών ιδρυμάτων και περιουσιών που καταλείπονται για κοινωφελείς σκοπούς όταν ο σκοπός της περιουσίας εκπληρώνεται κατά κύριο λόγο μέσα στα όρια μιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ανεξαρτήτως του τόπου όπου βρίσκεται η περιουσία αποτελεί ο Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκησης (ΑΠ 808/2019 στην ΤΝΠ Νόμος). Ανάλογα με το ποιος είναι ο αρμόδιος Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένος Διοίκησης ως εποπτεύων την περιουσία που έχει αφεθεί με διαθήκη για κοινωφελή σκοπό κρίνεται και η κατά τόπον αρμοδιότητα του Δικαστηρίου που δικάζει κατ’ άρθρο 825 ΚΠολΔ αίτηση προς άρση αμφιβολίας ή αμφισβήτησης για την ερμηνεία διαθήκης. Ιδίως ζήτημα γεννάται όταν ο σκοπός της διαθήκης εκπληρώνεται εντός των ορίων περισσότερων Αποκεντρωμένων Διοικήσεων. Όπως προεκτέθηκε, κατ’ άρθρο 2 παρ.3 του ν. 4182/2013 αρμόδιος είναι ο Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, μέσα στα όρια της οποίας εκπληρώνεται κατά κύριο λόγο ο σκοπός της περιουσίας, ανεξαρτήτως του τόπου, όπου αυτή βρίσκεται. Και μόνο όταν δεν μπορεί να βρεθεί ο τόπος όπου εκπληρώνεται κατά κύριο λόγο ο σκοπός της κοινωφελούς περιουσίας, η αρμοδιότητα του Γενικού Γραμματέα μιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης αναζητείται με βάση το εάν η ταχθείσα για τον κοινωφελή σκοπό περιουσία βρίσκεται κατά το μεγαλύτερο μέρος της μέσα στα όρια μιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Στην αιτιολογική έκθεση διαλαμβάνεται σχετικά: «Συγκεκριμένα, µε γνώμονα τη διευκόλυνση της άσκησης εποπτείας, ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης καθίσταται αρμόδιος, όταν ο σκοπός της περιουσίας εκτελείται κατά κύριο λόγο μέσα στα όρια μιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ανεξαρτήτως του τόπου που βρίσκεται η περιουσία, ή όταν, αν και ο σκοπός εκτελείται σε περισσότερες Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, η περιουσία βρίσκεται μέσα στα όρια μιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Επίσης, ο Γενικός Γραμματέας έχει αρμοδιότητα για όλα τα θέματα που σχετίζονται µε διαχείριση ακινήτων των περιουσιών που βρίσκονται στα χωρικά όρια της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, πλην των περιουσιών που υπάγονται στην άμεση διαχείριση του Υπουργείου Οικονομικών και όσων καταλείπονται χωρίς όρο προς το Δημόσιο. Με τη ρύθμιση αυτή, η αρμόδια αρχή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης αναλαμβάνει την ευθύνη διενέργειας πράξεων τρέχουσας διαχείρισης των ακινήτων που βρίσκονται στα χωρικά της όρια (π.χ. εκμίσθωση, διενέργεια επισκευών, λήψη μέτρων προστασίας), ώστε η διαχείριση αυτή να καταστεί πιο άμεση και, συνεπώς, πιο αποτελεσματική, μειώνοντας ταυτόχρονα τις σχετικές δαπάνες. Σημειώνεται ότι τυχόν εκποίηση των ακινήτων δεν περιλαμβάνεται στις πράξεις τρέχουσας διαχείρισης καθώς συνεπάγεται οριστική αποξένωση από το ακίνητο.» Επομένως όταν μία προσοδοφόρος περιουσία έχει ταχθεί με διαθήκη για την εκπλήρωση περισσότερων κοινωφελών σκοπών, οι οποίοι εκτελούνται εντός των ορίων περισσότερων Αποκεντρωμένων Διοικήσεων κριτήριο ως προς το ποια Αποκεντρωμένη Διοίκηση εποπτεύει την συγκεκριμένη κοινωφελή περιουσία συνιστά το πού κατευθύνεται το μεγαλύτερο μέρος των προσόδων της εν λόγω περιουσίας. Σε περίπτωση που οι περισσότεροι σκοποί εκτελούνται εξίσου στα όρια περισσότερων Αποκεντρωμένων Διοικήσεων κριτήριο ως προς το ποια Διοίκηση είναι αρμόδια για την εποπτεία της κοινωφελούς περιουσίας αποτελεί το πού βρίσκεται η περιουσία από την οποία αντλούνται οι πόροι προς εκπλήρωση των κοινωφελών σκοπών. Σε καμία, όμως, περίπτωση ο νομοθέτης δεν προβλέπει παράλληλη εποπτεία της ίδιας κοινωφελούς περιουσίας από περισσότερες Αποκεντρωμένες Διοικήσεις.

ΙΙ. Περαιτέρω η έννοια του διαδίκου, όπως αυτή καθορίζεται στα πλαίσια της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας, δεν προσαρμόζεται στη ρυθμιζόμενη από τα άρθρα 741-781 ΚΠολΔ διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, στην οποία δεν υπάρχει αντιδικία, αλλά μετέχουν στην διαδικασία αυτή οι ενδιαφερόμενοι για το ρυθμιστικό μέτρο, οι οποίοι αποκτούν την ιδιότητα του διαδίκου α) με την υποβολή της αίτησης για την εκδίκαση ορισμένης υποθέσεως της εκούσιας δικαιοδοσίας, β) με την κλήτευσή τους στη διαδικασία αυτή κατόπιν διαταγής του αρμοδίου δικαστηρίου (άρθρ 748 παρ 3 ΚΠολΔ), γ) με την άσκηση κύριας ή πρόσθετης παρέμβασης (άρθρ 752 ΚΠολΔ), δ) με την προσεπίκλησή τους, που γίνεται με πρωτοβουλία κάθε διαδίκου ή αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο (άρθρ. 753 ΚΠολΔ). Συνεπώς κατά την ανωτέρω διαδικασία ο καθ’ ου η αίτηση δεν προσλαμβάνει την ιδιότητα του διαδίκου με μόνη την απεύθυνση της αίτησης εναντίον του, αν δεν κλητεύθηκε ύστερα από διαταγή του δικαστηρίου, δεν προσκλήθηκε ή δεν άσκησε παρέμβαση, ακόμη και όταν, χωρίς πάντως να ασκήσει παρέμβαση, παραστεί στη δίκη (ΑΠ 546/2018 στην ΤΝΠ Νόμος).Ούτε άλλωστε, ο από τον αρμόδιο δικαστή για τον προσδιορισμό δικασίμου ορισμός, κατά την κατάθεση της αίτησης, απλώς της προθεσμίας για την τυχόν κοινοποίησή της στον Εισαγγελέα και στους καθ’ων για να ασκήσουν παρέμβαση ή να προστατεύσουν κατά άλλο, ενδεχομένως, τρόπο τα πιθανά συμφέροντα τους, συνιστά ή μπορεί να αναπληρώσει την προβλεπόμενη από το άρθρο 748 παρ.3 ΚΠολΔ κλήτευση, με διαταγή του αρμόδιου δικαστή, εκείνου που έχει έννομο συμφέρον από τη δίκη, ώστε να προσδίδει στον καθ’ ου η αίτηση ιδιότητα διαδίκου (βλ. ΑΠ 41/2003 ΝοΒ 2003.1619, ΑΠ1305/1994 ΕλλΔνη 1996.638, ΑΠ 646/1975 ΝοΒ 24.50, ΕφΑθ 171/2017 στην ΤΝΠ Νόμος ΕφΑΘ. 4941/2009 ΕλλΔνη 2013.159, ΕφΑθ. 9707/2000 ΕλλΔνη 2000, σελ. 1398, ΕφΠείρ. 798/2010 ΠειρΝομ 2010, σελ. 423, ΕφΠειρ. 736/2010 ΔΕΕ 2011, σελ. 455).

Με την κρινόμενη αίτηση, η οποία νόμιμα φέρεται από το πινάκιο μετ’ αναβολή προς συζήτηση από την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 17.1.2019 κατ’ άρθρο 226 παρ.4 ΚΠολΔ, όπως η σχετική διάταξη εφαρμόζεται και στην εκουσία δικαιοδοσία (ΕφΠειρ 578/2015, ΤΝΠ Νόμος), το αιτούν εκκλησιαστικό ν.π.δ.δ. εκθέτει ότι ο αποβιώσας το έτος 1878 ….. ., καταγόμενος από τα …. .., με την από 18.2.1878μυστική διαθήκη του, που δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Πρωτοδικείου Αθηνών με την υπ’ αριθμ. 29 της 13.5.1878 απόφασή του (όπως παραδεκτά διορθώθηκε στο ακροατήριο και με τις προτάσεις του η παραπάνω ημερομηνία), αφενός μεν εγκατέστησε ως μοναδική κληρονόμο του, εφ’ όλης της κινητής και ακίνητης περιουσίας του, τη σύζυγό του . …………………….-η οποία μεταπεβίωσε αυτού στις 4.7.1889- αφετέρου όρισε, όπως μετά τον θάνατο της συζύγου του, τα δύο συνεχόμενα ιδιοκτησίας του ακίνητα (οικίες), που βρίσκονται στην Αθήνα, στην οδό ….. και τα οποία έχουν διαμορφωθεί εδώ και χρόνια στα περιγραφόμενα στην αίτηση τέσσερα αυτοτελή εμπορικά καταστήματα (το πρώτο στην οδό ………., το δεύτερο στην οδό …….., το τρίτο στην οδό ………. και το τέταρτο στην ……….), να περιέλθουν κατά το ½ εξ αδιαιρέτου κατά κυριότητα, νομή και κατοχή στα τότε υφιστάμενα πολιτικό ή δημοτικό ….. Αθηνών και …….. Αθηνών αντίστοιχα, διάδοχα νομικά σχήματα των οποίων είναι σήμερα εκ του νόμου το πρώτο και δεύτερο των καθ’ων νομικά πρόσωπα, υπό τους κατωτέρω όρους: «…χωρίς ποτέ να ημπορούν οι επίτροποι ή αδελφοί αυτών να «εκποιήσωσιν ή να υποθηκεύσωσιν αλλά τα εισοδήματα αυτών θα διαιρούνται εις πέντε μερίδας, και τας δύο να λαμβάνη το …. και μίαν το …., την τετάρτην το εν …. γυνακείον μοναστήριον  λεγόμενον  …. και την πέμπτην εις την κοινότητα του χωρίου …..…».  Ότι τα ως άνω νομικά πρόσωπα ως αρχικοί κληρονόμοι του διαθέτη και τα καθ’ων η αίτηση ως διάδοχα νομικά πρόσωπα, αφού υπεισήλθαν και αναμείχθηκαν στην παραπάνω κληρονομία με πρόθεση κληρονόμου και διάνοια κυρίου, την αποδέχθηκαν με το βάρος των προαναφερόμενων όρων. Ότι τα τέσσερα καταστήματα του κληροδοτήματος εκμισθώθηκαν σε τρίτους και ότι σύμφωνα με τα παλιά και τα τρέχοντα μισθωτήρια, η καταβολή του εκάστοτε μηνιαίου μισθώματος από τους εκάστοτε μισθωτές των παραπάνω ακινήτων γινόταν και γίνεται ως εξής: Τα μεν 3/5 των καταβαλλόμενων μηνιαίων μισθωμάτων εισπράττονται απευθείας από το πρώτο καθ’ου γηροκομείο δια καταθέσεως σε τραπεζικό λογαριασμό του, στα οποία περιλαμβάνεται το 1/5 που αναλογεί στο αιτούν και το 1/5 που αναλογεί στην καταργηθείσα πρώην Κοινότητα ………, νόμιμος διάδοχος της οποίας είναι ο Δήμος ….., ενώ τα υπόλοιπα 2/5 εισπράττονται απευθείας από το δεύτερο καθ’ου, στο οποίο και αναλογούν, με εξαίρεση το μηνιαίο μίσθωμα που καταβάλλει η μισθώτρια εταιρία «…………», η οποία καταθέτει ολόκληρο το μηνιαίο μίσθωμα σε λογαριασμό του πρώτου καθ’ου. Επειδή από το έτος 2009, το πρώτο καθ’ου έχει παύσει να αποδίδει το αναλογούν στο αιτούν ποσοστό επί των μισθωμάτων της κοινωφελούς περιουσίας, ενώ από το έτος 2013 έχει παύσει ακόμη και να το ενημερώνει για το ύψος των εισπραχθέντων μισθωμάτων, ιδιοποιούμενο τα σχετικά ποσά, με αποτέλεσμα να μην εκπληρώνεται η θέληση του διαθέτη . ……………………. ως προς τις προσόδους της κοινωφελούς περιουσίας που πρέπει να περιέρχονται στην Ιερά Μονή κι έτσι να επέρχεται ανεπίτρεπτη μεταβολή των όρων της διαθήκης, το αιτούν ζητεί: Α) Να αρθεί υπέρ αυτού η υφιστάμενη από το έτος 2009 μέχρι σήμερα αμφισβήτηση εκ μέρους των καθ’ων ως βεβαρημένων συγκληρονόμων και συνδιαχειριστών της ακίνητης περιουσίας του κληροδοτήματος «…………………….», ιδίως δε από το πρώτο καθ’ου, του επιβληθέντος εις βάρος τους όρου, που αναγράφεται στην από 18.2.1878 μυστική διαθήκη του . ……………………., δυνάμει του οποίου διατίθεται στο αιτούν για την εκτέλεση του αναφερόμενου στη διαθήκη ειδικού κοινωφελούς σκοπού, το 20% από τα εισοδήματα (μισθώματα) της ακίνητης περιουσίας του κληροδοτήματος, αμφισβήτηση που εκδηλώνεται με την από πλευράς του πρώτου καθ’ου παράνομη ιδιοποίηση του παραπάνω ποσοστού και διάθεση αυτού κατά το δοκούν. Β) Να βεβαιωθεί δε, κατόπιν των ανωτέρω, αδυναμία πραγματώσεως του σκοπού που όρισε ο παραπάνω διαθέτης με τον τεθέντα υπέρ της αιτούσας Μονής στην παραπάνω διαθήκη του όρο, εξ υπαιτιότητας των καθ’ων, ιδίως του πρώτου εξ αυτών και ότι η θέληση του διαθέτη ως προς την εκπλήρωση του όρου αυτού δύναται να πραγματοποιηθεί από την αιτούσα Μονή, πλήρως δια μεταβολής των από τη διαθήκη οριζόμενων προσώπων (καθ’ων), τα οποία διοικούν και διαχειρίζονται από κοινού την ακίνητη περιουσία του κληροδοτήματος, μεταβολής που έχει ως εξής: Να αφαιρεθεί η συνδιαχείριση του προαναφερθέντος ποσοστού (20%) από τα καθ’ων νομικά πρόσωπα και να ανατεθεί αποκλειστικά στην αιτούσα Μονή, η διαχείριση του ποσοστού αυτού επί των ακινήτων του κληροδοτήματος, ήτοι των τεσσάρων αυτοτελών εμπορικών καταστημάτων, από τα οποία τα δύο έχουν είσοδο από την οδό ………. και ……. και τα άλλα δύο έχουν είσοδο από την οδό ………. και ………, με σκοπό την άσκηση εκ μέρους της Μονής των κατωτέρω διαχειριστικών πράξεων και όσων άλλων είναι απαραίτητες και αναγκαίες προς ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας: Ως προς τις υφιστάμενες συμβάσεις μισθώσεως α) Να λάβει χώρα, επί ποινή ακυρότητας της μελλοντικής ισχύος τους, εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την επίδοση εγγράφου προσκλήσεως προς τους καθ’ων, ειδική τροποποίηση των υφιστάμενων συμβάσεων, με τη σύμπραξη της αιτούσας Μονής, ως εκ τρίτου συμβαλλόμενης, στην οποία (τροποποίηση) πρέπει να συμπεριληφθεί δεσμευτικός όρος, δυνάμει του οποίου εντέλλονται αμετάκλητα οι μισθωτές από τους καθ’ ων ως συνεκμισθωτές, να καταβάλουν υποχρεωτικά σε τραπεζικό λογαριασμό της Μονής, που θα τους υποδειχθεί, σε εξόφληση του 20% του εκάστοτε καταβαλλόμενου μηνιαίου μισθώματος, το ισόποσο αυτού, αρχής γινομένης από την υπογραφή της άνω τροποποίησης μέχρι την καθ’ οιονδήποτε τρόπο λήξη ή λύση τους, β) Η ίδια δε ως άνω διαδικασία να ισχύει σε κάθε περίπτωση αναπροσαρμογής του καταβαλλόμενου μηνιαίου μισθώματος.

Ως προς τις μέλλουσες συμβάσεις μισθώσεως.

Α) Μετά την ολοκλήρωση της νόμιμης διαδικασίας (δημοπρασίας) εκμισθώσεως ενός εκάστου από τα ακίνητα του κληροδοτήματος, να καλείται η Ιερά Μονή από το νομικό πρόσωπο που διενήργησε τη δημοπρασία, επί ποινή ακυρότητας της συμβάσεως, που πρόκειται να συναφθεί με τον αναδειχθέντα μισθωτή, ως τελευταίο ή ως μοναδικό πλειοδότη, να συμβληθεί ως συνδιαχειρίστρια- συνεκμισθώτρια, κατά το άνω ποσοστό του 20%, στην κατάρτιση και υπογραφή της οικείας μισθωτικής σύμβασης. Β) Κατά τα λοιπά, σε αμφότερες τις άνω περιπτώσεις, η διαδικασία εκμισθώσεως των ακινήτων του κληροδοτήματος διατηρείται, όπως αυτή εφαρμόζεται μέχρι σήμερα, εκτός από την τυχόν άσκηση του δικαιώματος επίσπευσης της από τις διατάξεις του ν. 4182/2013 προβλεπόμενης διαδικασίας εκμίσθωσης των ακινήτων με δημοπρασία, εφόσον, η κίνηση της σχετικής διαδικασίας από τους ενεργούντες μαζί ή χωριστά καθ’ ων συνδιαχειριστές καθυστερεί αδικαιολόγητα.

Άλλως και όλως επικουρικά: Να βεβαιωθεί, κατόπιν των ανωτέρω, αδυναμία πραγματώσεως του σκοπού που όρισε ο άνω διαθέτης με τον τεθέντα υπέρ της αιτούσας Μονής στην ανωτέρω διαθήκη όρο, εξ υπαιτιότητας των καθ’ων, ιδίως του πρώτου εξ αυτών και ότι η θέληση του άνω διαθέτη ως προς την εκπλήρωση του όρου αυτού, δύναται να πραγματοποιηθεί πλήρως από την Ιερά Μονή δια μεταβολής της κατά τα άνω τηρούμενης διαδικασίας απόδοσης του άνω ποσοστού της (20%) από τα εισοδήματα (μισθώματα) της ακίνητης περιουσίας του κληροδοτήματος, ήτοι: των τεσσάρων προπεριγραφόμενων αυτοτελών εμπορικών καταστημάτων, με σκοπό την εκ μέρους της Ιεράς Μονής απευθείας είσπραξή του, χωρίς μεσολάβηση του πρώτου καθ’ου, από τους εκάστοτε μισθωτές του κληροδοτήματος, με σκοπό την αλλαγή του τρόπου απόδοσης του ανωτέρω ποσοστού προς επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, αλλαγή που έχει ως εξής: Ως προς τις υφιστάμενες συμβάσεις μισθώσεως: α) Να λάβει χώρα, επί ποινή ακυρότητας της μελλοντικής ισχύος τους, εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την επίδοση εγγράφου προσκλήσεως προς τους καθ’ων, ειδική τροποποίηση των υφιστάμενων συμβάσεων, με τη σύμπραξη της αιτούσας Μονής, ως εκ τρίτου συμβαλλόμενης, στην οποία (τροποποίηση) να συμπεριληφθεί δεσμευτικός όρος δυνάμει του οποίου εντέλλονται ανέκκλητα οι μισθωτές, από τους καθ’ων ως συνεκμισθωτές, να καταβάλουν υποχρεωτικά σε τραπεζικό λογαριασμό της Μονής, που θα τους υποδειχθεί, σε εξόφληση του 20% του (εκάστοτε) καταβαλλόμενου μηνιαίου μισθώματος, το ισόποσο αυτού, αρχής γινομένης από την υπογραφή της παραπάνω τροποποίησης μέχρι την καθ’ οιονδήποτε τρόπο λήξη ή λύση τους και β) Η ίδια δε ως άνω διαδικασία να ισχύει σε κάθε περίπτωση αναπροσαρμογής του καταβαλλόμενου μηνιαίου μισθώματος.

Ως προς τις μέλλουσες συμβάσεις μισθώσεως.

α) Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας (δημοπρασίας) εκμισθώσεως ενός εκάστου από τα ανωτέρω ακίνητα του κληροδοτήματος, να καλείται η Ι. Μονή, επί ποινή ακυρότητας της συμβάσεως, που πρόκειται να συναφθεί με τον αναδειχθέντα μισθωτή, ως τελευταίο ή ως μοναδικό πλειοδότη, από όποιον από τους καθ’ων διενήργησε τη δημοπρασία, να συνυπογράψουν τη μισθωτική σύμβαση, ως εκ τρίτου συμβαλλόμενη, στην οποία (σύμβαση) πρέπει να συμπεριλαμβάνεται ειδικός δεσμευτικός όρος δυνάμει του οποίου εντέλλονται ανέκκλητα οι μισθωτές, από τους καθ’ων ως συνεκμισθωτές, να καταβάλουν υποχρεωτικά σε τραπεζικό λογαριασμό της, που θα τους υποδειχθεί, σε εξόφληση του 20% του εκάστοτε καταβαλλόμενου μηνιαίου μισθώματος, το ισόποσο αυτού, αρχής γινομένης από την υπογραφή της σύμβασης μέχρι την καθ’ οιονδήποτε τρόπο λήξη ή λύση της. β) Η ίδια δε ως άνω διαδικασία να ισχύει σε κάθε περίπτωση αναπροσαρμογής του καταβαλλόμενου μηνιαίου μισθώματος και γ) Κατά τα λοιπά, σε αμφότερες τις άνω περιπτώσεις, η διαδικασία εκμισθώσεως των ακινήτων διατηρείται όπως αυτή εφαρμόζεται μέχρι σήμερα.

Γ) Να βεβαιωθεί ότι: α) 1) Τα καθ’ων δεν έχουν δικαίωμα (εκούσιας) εκποίησης ή άλλως πως διάθεσης των τελούντων υπό τον όρο του «αναπαλλοτρίωτου» εξ αδιαιρέτου ποσοστών τους επί των άνω ακινήτων του κληροδοτήματος, χωρίς τήρηση των διατυπώσεων του ν. 4182/2013 και αντικατάστασης του εξ αδιαιρέτου ποσοστού τους, με άλλο, ίσης αξίας ακίνητο ή με ποσοστό, ίσης αξίας σε άλλο ακίνητο. 2) Δεν επιτρέπεται στα καθ’ων να επιβαρύνουν εκούσια τα «αναπαλλοτρίωτα» εξ αδιαιρέτου ποσοστά τους επί των ακινήτων του κληροδοτήματος με εμπράγματα βάρη, συμπεριλαμβανομένης της εγγραφής προσημείωσης υποθήκης, χωρίς τήρηση των διατυπώσεων του ν. 4182/2013 και χωρίς παροχή στην Ι. Μονή, ανάλογου ποσού εγγύησης, προς το επιτιθέμενο βάρος και β) Η τελούσα υπό τον όρο του «αναπαλλοτρίωτου» ως άνω περιγραφόμενη ακίνητη περιουσία, ιδίως δε τόσο το  ½  εξ αδιαιρέτου που κυριεύει, νέμεται και κατέχει το πρώτο καθ’ου και οι από αυτό πρόσοδοι, εξαιρούνται από την επιβολή εις βάρος τους πάσης φύσεως καταδιωκτικών μέτρων από τους δανειστές του πρώτου καθ’ου. Τέλος, ζητεί να καταδικασθούν τα καθ’ ων στην εν γένει δικαστική δαπάνη του αιτούντος.

Πριν το Δικαστήριο αυτό προχωρήσει σε κρίση σχετικά με την τήρηση της προβλεπόμενης από το νόμο προδικασίας από το αιτούν και την αρμοδιότητά του προς εκδίκαση της ένδικης υπόθεσης, σημειώνεται ως προς την ύπαρξη πληρεξουσιότητας στο πρόσωπο του παραστάντος για λογαριασμό του αιτούντος κατά τη συζήτηση της αιτήσεως, δικηγόρου Πειραιώς, ……….. (ΑΜ: .. ΔΣΠ) ότι προσκομίζεται νόμιμα μετ’ επικλήσεως από το αιτούν η υπ’ αρ. …./17-3-2018 απόφαση του Ηγουμενοσυμβουλίου της Ιεράς Μονής «………..» που εδρεύει στο ……… …. με την εγκριτική αυτής υπ’ αριθμ. …./20-4-2018 (αρ. πρωτ. …../20-4-2018) Μητροπολιτική Πράξη του Σεβασμιώτατου Μητροπολίτη Σύρου και Τήνου. Επειδή, κατά την έννοια του άρθρου 39 παρ. 4 του ν. 590/1977 (“Καταστατικού Χάρτη” της Εκκλησίας της Ελλάδος), σε συνδυασμό προς τα οριζόμενα στα άρθρα 67 και 74 του ίδιου νόμου, στα άρθρα 7 και 12 περ. δ΄ του Κανονισμού 39/1972 της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος (Α΄ 103), καθώς και στο από 28.7/15.9.1858 β. δ/μα “Κανονισμός περί των Μοναστηρίων” (Α΄ 42), που εφαρμόζεται και στην αιτούσα Ιερά Μονή, καθώς δεν προκύπτει ότι διαθέτει κανονισμό που προβλέπει κάτι διαφορετικό, το ηγουμενοσυμβούλιο αρμοδίως λαμβάνει απόφαση για την άσκηση ένδικων βοηθημάτων και μέσων και παρέχει προς τούτο πληρεξουσιότητα σε δικηγόρο (βλ.(Σ.τ.Ε. 463/2017 και 510/2015 στη Νόμος) και ακολουθεί έγκριση από τον οικείο Μητροπολίτη κατ’ άρθρο 39 § 6 του ως άνω νόμου 590/1977 (βλ. ΑΠ 2051/2009, ΕφΑΔ 2011, σελ. 76), νομίμως παρίσταται ο ως άνω δικηγόρος ως πληρεξούσιος της αιτούσας Ιεράς Μονής.

Περαιτέρω, σε ό,τι αφορά τη δικονομική θέση των καθ’ων η αίτηση, επισημαίνεται κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη ότι μόνο το γεγονός ότι η αίτηση απευθύνεται κατά αυτών, επειδή κατά το ένδικο δικόγραφο είναι αναγκαίοι ομόδικοι ως βεβαρημένοι συγκληρονόμοι και συνδιαχειριστές του κληροδοτήματος «…………………….» δεν τους καθιστά διαδίκους στην παρούσα δίκη της εκούσιας δικαιοδοσίας, χωρίς αυτοί να έχουν ασκήσει πρόσθετη ή κύρια παρέμβαση, ούτε να έχει γίνει προσεπίκλησή τους από το παρόν Δικαστήριο ή από το αιτούν, τέλος δε το διαλαμβανόμενο στην πράξη ορισμού συζήτησης «Ορίζουμε ως χρόνο συζήτησης την 17-01-2019, ημέρα Πέμπτη και ώρα 09:30 στο ακροατήριο του ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ στον/ην γ’ όροφος, Αίθουσα 310, κοινοποίηση προ 30 ημερών»  δεν συνιστά ούτε μπορεί να αναπληρώσει την προβλεπόμενη από το άρθρο 748 παρ.3 ΚΠολΔ κλήτευση με διαταγή του αρμόδιου δικαστή, εκείνου που έχει έννομο συμφέρον από τη δίκη, ώστε να μπορεί να προσδώσει στους καθ’ων η αίτηση ιδιότητα διαδίκων. Επομένως, έστω κι αν οι καθ’ων η αίτηση παρέστησαν κατά τη συζήτηση της ένδικης αίτησης δια πληρεξούσιων δικηγόρων, δεν συμμετέχουν νόμιμα στην παρούσα δίκη και οι ισχυρισμοί τους προς αντίκρουση της αιτήσεως δεν λαμβάνονται υπόψη.

Κατά τα λοιπά, η αίτηση φέρεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατά την προσήκουσα διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, ενώ για το παραδεκτό της συζήτησης έγινε επίδοση του αντιγράφου της αίτησης στον Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, τον οποίο θεωρεί το αιτούν, στην προκειμένη περίπτωση, αρμόδια εποπτεύουσα αρχή κατ` άρθρα 1 § 4 και 2 § 3 περ. α` του Ν. 4182/2013, επειδή αυτό εδρεύει στην Τήνο και επειδή ο κοινωφελής σκοπός που αφορά στο ίδιο σε ποσοστό 20% των προσόδων της περιουσίας του κληροδοτήματος εκπληρώνεται στην έδρα του (βλ. την υπ` αριθ. Δ’ …/11.6.2018 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ……..), καθώς και στον Εισαγγελέα Εφετών Πειραιά (βλ.την με αριθμό ……../11.6.2018 έκθεση επίδοσης του ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή). Εξάλλου περίληψη της αίτησης αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, ένα μήνα πριν από την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και παρέμεινε αναρτημένη μέχρι και την προηγούμενη ημέρα της δικασίμου, ήτοι την 3.4.2019, η ίδια δε περίληψη τοιχοκολλήθηκε στο κατάστημα της έδρας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης (βλ.την υπ` αριθμ.πρωτ. …../2.4.2019 βεβαίωση της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Εσωτερικών της Γενικής Διεύθυνσης Εσωτερικής Λειτουργίας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου). Επίσης περίληψη της ένδικης αίτησης αναρτήθηκε από τις 5.9.2018 μέχρι τις 3.4.2019 στον ιστότοπο του Δήμου ….. και τοιχοκολλήθηκε στον Πίνακα ανακοινώσεων του Δήμου στις 6.9.2018, μένοντας αναρτημένη εκεί μέχρι τις 3.4.2019, σύμφωνα με το από 3.4.2019 αποδεικτικό δημοσίευσης του υπαλλήλου στο γραφείο Δημάρχου, ………. και το από 3.4.2019 αποδεικτικό ανάρτησης της υπαλλήλου ΔΕ Διοικητικού, ………….. Τέλος δε περίληψη της αιτήσεως αναρτήθηκε στον πίνακα δημοσιεύσεων και αναρτήσεων του γραφείου της Κοινότητας Δύο Χωρίων στον οικισμό των Δύο Χωρίων και η περίληψη παρέμεινε αναρτημένη έως και την 3.4.2019 (βλ. την με ίδια ημερομηνία Βεβαίωση αποδεικτικού τοιχοκόλλησης της υπαλλήλου ………..).

Ωστόσο, η εν λόγω αίτηση στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 825 του ΚΠολΔ και 10 του ν. 4182/2013 αναρμοδίως κατά τόπον εισάγεται ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, κατά τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη, όπως η κατά τόπον αρμοδιότητα ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο κατ’ άρθρο 46 σε συνδυασμό με το άρθρο 741 του ΚΠολΔ και ως προς την οποία δεν χωρεί παρέκταση κατά την εν προκειμένω εφαρμοζόμενη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (ΕφΑθ 4321/1988, Δ 1988, σελ.657, Μιχαήλ και Άντα Μαργαρίτη, Ερμηνεία ΚΠολΔ Ι, 2η έκδοση, σελ. 99). Συγκεκριμένα, κατ’ άρθρο 825 εδ.1 ΚΠολΔ επί αμφισβητήσεων περί την ερμηνεία διαθήκης υπέρ κοινωφελών σκοπών σχετικά με τη διαχείριση και την εκτέλεση της περιουσίας που έχει διατεθεί για τέτοιους σκοπούς αρμόδιο είναι το Εφετείο της έδρας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης που εποπτεύει την κοινωφελή περιουσία. Εξάλλου, κατ’ άρθρο 2 παρ.3 στοιχ.α’ του ν. 4182/2013, εκτός από τις εξαιρέσεις που προβλέπει ο νόμος για την εποπτεία του Υπουργού Οικονομικών, την κοινωφελή περιουσία εποπτεύει ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης εντός των ορίων της οποίας εκπληρώνεται κατά κύριο λόγο, ο κοινωφελής σκοπός,ανεξαρτήτως του τόπου όπου βρίσκεται η περιουσία. Στην προκειμένη περίπτωση, σύμφωνα με τα όσα διαλαμβάνονται στην ένδικη αίτηση, ο κοινωφελής σκοπός του κληροδοτήματος «…………………….» εκπληρώνεται κατά το μεγαλύτερο μέρος του στην Αθήνα, αφού οι πρόσοδοι της κοινωφελούς περιουσίας διοχετεύονται κατά τα 3/5, ήτοι κατά το 60% σύμφωνα με την από 18.2.1878 διαθήκη του ………… στα εδρεύοντα στην Αθήνα καθ’ων η αίτηση νομικά πρόσωπα, ήτοι στο ν.π.ι.δ. με την επωνυμία «……………» το 1/5 ή το 20% επί του συνόλου των προσόδων και στο ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «…………..» τα 2/5 ή το 40% επί του συνόλου των προσόδων της κοινωφελούς περιουσίας και μόνο το υπόλοιπο ποσοστό διοχετεύεται στα εδρεύοντα στην Τήνο νομικά πρόσωπα και δη το 20% των προσόδων στο αιτούν και ίδιο ποσοστό (20%) στην Κοινότητα …… .. και ήδη στο Δήμο …. Επιπλέον, σε περίπτωση που η κοινωφελής περιουσία εξυπηρετεί περισσότερους σκοπούς στα όρια διαφορετικών Αποκεντρωμένων Διοικήσεων δεν προβλέπεται στο νόμο, η εποπτεία της περιουσίας αυτής να γίνεται παράλληλα από τους Γενικούς Γραμματείς των περισσότερων Αποκεντρωμένων Διοικήσεων ανάλογα με το μέρος που αναλογεί σε κάθε ωφελούμενο πρόσωπο, όπως αβασίμως υποστηρίζει στις προτάσεις του το αιτούν. Αντίθετα, τόσο από το γράμμα των διατάξεων του άρθρου 2 παρ.3 στοιχ.α’ του ν. 4182/2013, όσο και από την αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει τον παραπάνω νόμο και αναφέρεται στις σχετικές διατάξεις προκύπτει σαφώς ότι ο νομοθέτης προκρίνει την εποπτεία της κοινωφελούς περιουσίας από μία και μόνο Αποκεντρωμένη Διοίκηση. Εξάλλου, η τυχόν αλληλογραφία που διατηρεί το αιτούν με την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αιγαίου, δεν αποτελεί κριτήριο για να καταλήξει το παρόν Δικαστήριο σε διαφορετική κρίση σχετικά με την κατά τόπον αρμοδιότητά του. Επομένως, την κοινωφελή περιουσία του κληροδοτήματος «…………………….» εποπτεύει ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής με έδρα την Αθήνα και όχι ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου με έδρα τον Πειραιά. Ενόψει των ανωτέρω, πρέπει το παρόν Δικαστήριο να κηρυχθεί κατ’ άρθρο 46 του ΚΠολΔ, όπως η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και στην προκείμενη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας κατ’ άρθρο 741 του ίδιου Κώδικα, κατά τόπον αναρμόδιο και να παραπέμψει την αίτηση να δικασθεί από το αρμόδιο κατά τόπο Δικαστήριο που είναι το και καθ’ ύλην αρμόδιο κατ’ άρθρο 825 ΚΠολΔ Τριμελές Εφετείο Αθηνών, σύμφωνα με το διατακτικό. Δικαστικά έξοδα δεν επιβάλλονται σε βάρος των καθ’ων η αίτηση νομικών προσώπων, αφού κατά τα ανωτέρω, μόνο με την απεύθυνση της αιτήσεως κατά αυτών δεν κατέστησαν διάδικοι στην παρούσα δίκη.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει την αίτηση με την παρουσία του αιτούντος.

Κηρύσσει εαυτόν κατά τόπον αναρμόδιο.

Παραπέμπει την αίτηση να δικασθεί από το κατά τόπον αρμόδιο Δικαστήριο που είναι το Τριμελές Εφετείο Αθηνών.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις   26 Αυγούστου 2019.

 

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Και αντ΄ αυτής,

λόγω λήξεως της

απόσπασής της

και αναχωρήσεώς της,

ο αρχαιότερος της

συνθέσεως Εφέτης,

Ιωάννης

Αποστολοπουλος.

 

 

 

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, στις 5 Νοεμβρίου  2019, με άλλη σύνθεση, λόγω λήξεως της απόσπασής της και αναχωρήσεως της Προέδρου Εφετών,  Ελένης Κούφη, αποτελουμένη από τους Δικαστές, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Προεδρεύοντα Εφέτη,  Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά και Νικόλαο Κουτρούμπα,  Εφέτες, και με Γραμματέα την Ε.Τ., χωρίς την παρουσία των διαδίκων και   των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΕΦΕΤΗΣ