Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 663/2019

Αριθμός  663/2019

ΤΟ   ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Δήμητρα Τσουτσάνη, Πρόεδρο Εφετών, Αθανάσιο Θεοφάνη, Εφέτη-Εισηγητή και Μαρία Κωττάκη, Εφέτη   και από τη Γραμματέα Ε.Τ.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

  1. Οι από 04.06.2018 (γεν. αριθμ. καταθ. ……./13.06.2018, ειδ. αριθμ. καταθ. …../13.06.2018), 20.07.2018 (γεν. αριθμ. καταθ. …/20.07.2018, ειδ. αριθμ. καταθ. …/20.07.2018) και 03.09.2018 (γεν. αριθμ. καταθ. …./03.09.2018, ειδ. αριθμ. καταθ. …../03.09.2018) εφέσεις των εναγομένων – ανακοινωσάντων την δίκη – προσεπικαλεσάντων – παρεμπιπτόντως εναγόντων –υπέρ ων  η πρόσθετη παρέμβαση -εκκαλούντων – εφεσιβλήτων, καθής η ανακοίνωση δίκης – προσεπικληθείσης – παρεμπιπτόντως εναγομένης – προσθέτως παρεμβάσας – εκκαλούσας – εφεσίβλητης και εναγουσών – καθών η πρόσθετη παρέμβαση εφεσιβλήτων – εκκαλουσών κατά των πρωτοδίκως αντιδίκων τους και κατά της υπ΄ αριθμ. 184/2018 οριστικής αποφάσεως του Ναυτικού Τμήματος του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί των από 20.01.2015 (γεν. αριθμ. καταθ. …../20.01.2015, αριθμ. καταθ. …./20.01.2015) αγωγής και επί της από 22.04.2015 (γεν. αριθμ, καταθ. …./24.04.2015, αριθμ. καταθ. …../24.04.2015) ανακοινώσεως δίκης με προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση και παρεμπίπτουσας αγωγής και 08.10.2015 (γεν. αριθμ. καταθ. …./08.10.2015, αριθμ. καταθ. …../08.10.2015) πρόσθετης παρεμβάσεως, ασκήθηκαν κατά τους νομίμους τύπους, στους οποίους συγκαταλέγεται η προσκομιδή του προβλεπομένου στον νόμο παραβόλου, και εμπροθέσμως, ενόψει του ότι επίδοση κυρωμένου φωτοτυπικού αντιγράφου της εκκαλουμένης αποφάσεως επιδόθηκε στις  07.2018 και τα πρωτότυπα των δικογράφων των ενδίκων εφέσεων κατατέθηκαν στην Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, του εκδόντος την εκκαλουμένη απόφαση, στις 04.06.2018, 20.07.2018 και 03.09.2018. Ασκήθηκαν, συνεπώς,  κατά τις διατάξεις των άρθρων 144§§1, 2, 145, 147§2,  495§§1, 2, 3 εδάφ. α΄, δ΄, 496, 499, 500, 511, 513§1 εδάφ. α΄, 516§1, 517 εδάφ. α΄, 518§1, 520§1 Κ.Πολ.Δ. και 9§2 ν. 4335/2015. Περαιτέρω, ο από 26.03. 2019 (γεν. αριθμ. καταθ. …../27.03.2019, ειδ. αριθμ. καταθ. …../27.03.2019) πρόσθετος λόγος της από 03.09.2018 εφέσεως ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (βλ. τις προσκομιζόμενες με νόμιμη επίκληση με στοιχεία ……. εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς ………) αφορά δε κεφάλαιο προσβληθέν με την προαναφερομένη έφεση. Συνεπώς, οι από 04.06.2018, 20.07.2018 και 03.09.2018, μετά του προσθέτου αυτής λόγου, ασκήθηκαν παραδεκτά και, για τον λόγο αυτό πρέπει, αφού διαταχθούν η ένωση και η συνεκδίκασή τους, εφόσον αφορούν τα αυτά διάδικα μέρη, υπάγονται στην αυτή (τακτική) διαδικασία και, με τον τρόπο αυτό, επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης (άρθρα 246, 524§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ.), να εξετασθούν το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρα 532, 533§1 Κ.Πολ.Δ.).
  2. Στην από 20.01.2015 αγωγή τους οι ενάγουσες (…………..) ισχυρίστηκαν ότι ήσαν σύζυγος (η πρώτη), θυγατέρες (η δεύτερη και η τρίτη), αδελφή (η τετάρτη), μητέρα (η πέμπτη) και πεθερά (η έκτη) του ………., ο οποίος τραυματίσθηκε θανάσιμα, στις 15.09.2013 και περί ώρα 11:30, κολυμπώντας στην θαλασσία περιοχή της Βουλιαγμένης Αττικής και συγκεκριμένα στην τοποθεσία «Βράχια Αεροπορίας», παρασυρθείς από το διερχόμενο ταχύπλοο σκάφος, με το όνομα «FG», νηολογίου Ελευσίνας, πλοιοκτησίας της δεύτερης εναγομένης εταιρείας («…………»), με κυβερνήτη τον πρώτο εναγόμενο (…………), ο οποίος, παραλλήλως, ήταν νόμιμος εκπρόσωπος της δεύτερης εναγομένης, ιδρυτής της και μέτοχός της κατά ποσοστό 50%. Ότι για τις πράξεις και τις παραλείψεις αυτού ευθυνόταν και αυτή (δεύτερη εναγομένη) οι πράξεις δε και οι παραλείψεις του ενέκειντο στο ότι, κατά τον χρόνο του συμβάντος, εκτελώντας πλου αναψυχής, δεν ακολούθησε τους εμπειρικούς κανόνες και τους κανόνες της ναυτικής τέχνης, που θα ακολουθούσε κάθε μέσος συνετός κυβερνήτης, υπό τις δεδομένες περιστάσεις, με σκοπό την διασφάλιση της ασφαλείας των λουομένων, οι οποίοι αφορούν την οπτική επιτήρηση του θαλασσίου χώρου, την τήρηση της ενδεδειγμένης ταχύτητας και την αξιολόγηση των συνθηκών κυματισμού, ανέμου, μεγέθους σκάφους κτλ. Ισχυρίστηκαν, περαιτέρω, ότι από την απώλεια του συζύγου και συγγενούς τους υπό τις ανωτέρω συνθήκες υπέστησαν ψυχική οδύνη και, για τον λόγο αυτό, δικαιούνται να λάβουν χρηματικά ποσά για την ψυχική ανακούφισή τους και την παρηγορία τους. Ακόμη, η σύζυγος και οι θυγατέρες του θανόντος ισχυρίστηκαν ότι θα στερούνται τις υπηρεσίες και την διατροφή που, κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων, θα απολάμβαναν αν δεν μεσολαβούσε ο θάνατος του προαναφερθέντος και ότι, για τον λόγο αυτό, δικαιούνται να λάβουν εκάστη ανάλογη αποζημίωση. Με ουσιαστικό έρεισμα τους ανωτέρω πραγματικούς ισχυρισμούς και μετά από παραδεκτά γενόμενες μερικές παραιτήσεις από το σχετικά αγωγικά κονδύλια, αλλά και από το καταψηφιστικό χαρακτήρα της αγωγής, οι ανωτέρω ζήτησαν να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν σε αυτές τα εξής χρηματικά ποσά: 1. Στην πρώτη ενάγουσα ποσό 288.340,92€ ως εφάπαξ αποζημίωση για στέρηση υπηρεσιών και διατροφής που αφορά το χρονικό διάστημα από τις 15.09.2013 έως τις 15.09.2044, ήτοι έως την ηλικία των εβδομήντα εννέα (79) ετών που αποτελούσε το προσδόκιμο ζωής και επαγγελματικής δραστηριότητας του θανόντος, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής,  άλλως ποσό 33.808,87€ για οφειλόμενες μηνιαίες δόσεις από τις 15.09.2013 έως την πρώτη συζήτηση της αγωγής, νομιμοτόκως ως άνω, καθώς και ποσό 755,11€ μηνιαίως, καταβλητέο εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός έκτοτε, προσαυξανόμενο κατά ποσοστό 5% κατ΄ έτος, νομιμοτόκως ως άνω,  όπως και ποσό 199.956,00€ ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, νομιμοτόκως ως άνω,  στην δεύτερη ενάγουσα ποσό 16.800,00€ ως εφάπαξ αποζημίωση για στέρηση υπηρεσιών και διατροφής που αφορά το χρονικό διάστημα από τις 15.09.2013 έως τις 15.09.2017, οπότε θα συμπλήρωνε το 25ο έτος της ηλικίας της, θα ολοκλήρωνε τις σπουδές της και θα καθίστατο οικονομικά ανεξάρτητη,  νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, άλλως ποσό 15.266,32€ ως αποζημίωση για οφειλόμενες μηνιαίες δόσεις από τις 15.09.2013 έως την πρώτη συζήτηση της αγωγής, νομιμοτόκως ως άνω, καθώς και ποσό 350,00€ μηνιαίως,  καταβλητέο εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός έκτοτε, προσαυξανόμενο κατά ποσοστό 5% κατ΄ έτος, νομιμοτόκως ως άνω, όπως και ποσό 200.000,00€ ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, νομιμοτόκως ως άνω,  3. στην τρίτη ενάγουσα ποσό 33.600,00€ ως εφάπαξ αποζημίωση για στέρηση υπηρεσιών και διατροφής που αφορά το χρονικό διάστημα από τις 15.09.2013 έως τις 15.09.2012, οπότε θα συμπλήρωνε το 25ο έτος της ηλικίας της, άλλως ποσό15.266,32€ ως αποζημίωση για οφειλόμενες μηνιαίες δόσεις από τις 15.09.2013 έως την πρώτη συζήτηση της αγωγής, νομιμοτόκως ως άνω, καθώς και ποσό 350,00€ μηνιαίως,  καταβλητέο εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός έκτοτε, προσαυξανόμενο κατά ποσοστό 5% κατ΄ έτος, νομιμοτόκως ως άνω, όπως και ποσό 200.000,00€ ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, νομιμοτόκως ως άνω, 4. στην τετάρτη ενάγουσα ποσό 150.000,00€ ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, 5. στην πέμπτη ενάγουσα ποσό 150.000,00€ ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, και 6. στην έκτη ενάγουσα ποσό 80.000,00€ ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Τέλος, οι ενάγουσες ζήτησαν να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα εις βάρος των εναγομένων. Περαιτέρω, οι εναγόμενοι με την από 20.01.2015 αγωγή, με το από 22.04.2015 (γεν. αριθμ. καταθ. …./24.04.2015, αριθμ. καταθ. …./24.04.2015) δικόγραφο, το οποίο ως επικεφαλίδα φέρει τον τίτλο «ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΔΙΚΗΣ ΜΕ ΠΡΟΣΕΠΙΚΛΗΣΗ ΣΕ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΥΣΑ ΑΓΩΓΗ», ισχυρίστηκαν ότι εγέρθηκε κατ΄ αυτών η ως άνω έχουσα αγωγή καθώς και ότι το ένδικο σκάφος ήταν ασφαλισμένο για την κάλυψη της αστικής ευθύνης της πλοιοκτήτριάς  του έναντι τρίτων στην καθής η ανακοίνωση δίκης – προσεπικαλουμένη σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπιπτόντως εναγομένη αλλοδαπή ασφαλιστική εταιρεία («…………»), κατά το χρονικό σημείο κατά το οποίο έλαβε χώρα το προπεριγραφόμενο ατύχημα. Με ουσιαστικό δε έρεισμα τον ισχυρισμό αυτό ζητούν από την καθής η ανακοίνωση δίκης  – καθής η προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπιπτόντως εναγομένη να παρέμβει υπέρ αυτών στην ανοιγείσα με την αγωγή δίκη και, σε περίπτωση παραδοχής αυτής (αγωγής) να αναγνωρισθεί ότι η παρεμπιπτόντως εναγομένη οφείλει να καταβάλει στην εναγομένη πλοιοκτήτρια το χρηματικό ποσό που θα κληθεί να καταβάλει στις ενάγουσες, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, άλλως από την επίδοση του από 22.04.2015 δικογράφου, όπως και να καταδικαστεί η αυτή διάδικος να καταβάλει τα δικαστικά τους έξοδα. Τέλος, η  καθής η ανακοίνωση δίκης  – καθής η προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπιπτόντως εναγομένη  με την από 08.10.2015 (γεν. αριθμ. καταθ. …./08.10.2015, αριθμ. καταθ. …../08.10.2015) πρόσθετη υπέρ της δεύτερης εναγομένης παρέμβαση και κατά των εναγουσών ζήτησε να γίνει αυτή (πρόσθετη παρέμβαση) δεκτή και να απορριφθεί η κατ΄ αυτής (δεύτερης εναγομένης) αγωγή να επιβληθούν δε τα δικαστικά της έξοδα εις βάρος των καθών η πρόσθετη παρέμβαση.
  3. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς – Ναυτικό Τμήμα), με την εκκαλουμένη απόφασή του (υπ΄ αριθμ. 184/2018), αφού διέταξε την ένωση και συνεκδίκαση των ανωτέρω αναφερομένων αιτήσεων δικαστικής προστασίας, έκρινε ότι έχει διεθνή δικαιοδοσία, τοπική, υλική και λειτουργική αρμοδιότητα να κρίνει αυτές κατά την τακτική διαδικασία. Ακολούθως, έκρινε εν μέρει νόμιμη την αγωγή νόμιμες δε την προσεπίκληση σε πρόσθετη παρέμβαση και την ενωμένη σε αυτή παρεμπίπτουσα αγωγή όπως και την πρόσθετη παρέμβαση. Μετά ταύτα, προήλθε στον έλεγχο της ουσιαστικής βασιμότητας αυτών και αναγνώρισε ότι: 1. Η πρώτη ενάγουσα δικαιούται να λάβει εις ολόκληρον από τους εναγομένους εφάπαξ ποσό 83.482,43€, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, και ποσό 188,75€ μηνιαίως, καταβλητέο εντός του πρώτου πενθημέρου εκάστου μηνός, έως τις 03.04.2025, προσαυξανόμενο ετησίως κατά ποσοστό 2%, 2. η  δεύτερη ενάγουσα δικαιούται να λάβει εις ολόκληρον από τους εναγομένους εφάπαξ ποσό 70.893,75€, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, 3. η τρίτη  ενάγουσα δικαιούται να λάβει εις ολόκληρον από τους εναγομένους εφάπαξ ποσό 70.893,75€, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, 4. η τετάρτη ενάγουσα δικαιούται να λάβει εις ολόκληρον από τους εναγομένους ποσό 50.000,00€, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, 5. η πέμπτη  ενάγουσα δικαιούται να λάβει εις ολόκληρον από τους εναγομένους ποσό 30.000,00€, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, και 6. η έκτη ενάγουσα δικαιούται να λάβει εις ολόκληρον από τους εναγομένους ποσό 10.000,00€, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Επιπλέον, καταδίκασε τους εναγόμενους στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εναγουσών το ποσό των οποίων προσδιόρισε σε 7.800,00€. Περαιτέρω, το αυτό Δικαστήριο δεν διατύπωσε κρίση επί της προαναφερομένης ανακοινώσεως δίκης δέχθηκε δε την προσεπίκληση, την πρόσθετη υπέρ της δεύτερης εναγομένης παρέμβαση και την παρεμπίπτουσα αγωγή, αναγνώρισε την υποχρέωση της καθής η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένης να καταβάλει στην δεύτερη εναγομένη το χρηματικό ποσό που θα κληθεί η τελευταία να καταβάλει σε εκτέλεση της επί της από 20.01.2015 αγωγής με τους τόκους και τα δικαστικά έξοδα, νομιμοτόκως από την επομένη της επιδόσεως της παρεμπίπτουσας αγωγής και έως την εξόφληση τέλος δε αναγνώρισε την υποχρέωση της παρεμπιπτόντως εναγομένης να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα, τα οποία προσδιόρισε στο ποσό των 7.800,00€.
  4. Κατά της ως άνω αποφάσεως του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, ασκήθηκαν οι ένδικες από 04.06.2018, 20.07.2018 και 03.09.2018 εφέσεις και ο από 26.03.2019 πρόσθετος λόγος εφέσεως της τρίτης εφέσεως. Ειδικότερα, με την από 04.06.2018 έφεσή τους οι εναγόμενοι – παρεμπιπτόντως ενάγοντες παραπονούνται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λόγω κακής εκτιμήσεως των αποδείξεων και εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής του νόμου κατέληξε στην παραδοχή ότι ο πρώτος εναγόμενος υπήρξε συνυπαίτιος του ενδίκου ατυχήματος κατά ποσοστό 70% και, εκ του λόγου τούτου, αναγνώρισε την υποχρέωση αυτών να καταβάλουν στις ενάγουσες τα προαναφερόμενα χρηματικά ποσά. Ζητούν δε να γίνει τυπικά δεκτή η έφεσή τους, που διαρθρώνεται σε τρεις λόγους εφέσεως, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, να διακρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο, να αναδικασθεί η αγωγή, να κριθεί ότι ο θανών υπήρξε αποκλειστικώς υπαίτιος του επελθόντος αποτελέσματος, άλλως συνυπαίτιος κατά ποσοστό 95%, και να κριθούν ως υπερβολικά τα χρηματικά ποσά που αναγνωρίσθηκε ότι οφείλουν, απορριπτομένης ή μεταρρυθμιζομένης της εκκαλουμένης αποφάσεως. Όμοιες αιτιάσεις αποδίδονται στην εκκαλουμένη απόφαση με την από 20.07.2018 έφεση της προσεπικληθείσης – παρεμπιπτόντως εναγομένης και στο αιτητικό της διατυπώνονται τα αυτά ως άνω αιτήματα. Περαιτέρω, με την από 03.09.2018 έφεσή τους, όπως αυτή διαμορφώθηκε με τον από 26.03.2019 πρόσθετο λόγο της, οι ενάγουσες παραπονούνται διότι, κατ΄ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού,  το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι ο θανών σύζυγος και συγγενής τους υπήρξε συνυπαίτιος του επελθόντος αποτελέσματος ενώ αποκλειστικά υπαίτιος αυτού υπήρξε ο πρώτος εναγόμενος.  Ζητούν δε να γίνει τυπικά και κατ΄ ουσίαν δεκτή η έφεσή τους, που διαρθρώνεται σε δύο λόγους εφέσεως, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, να κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο, να αναδικασθεί η αγωγή, να γίνει δεκτή στο σύνολό της, άλλως να μεταρρυθμισθεί υπό την έννοια να επαυξηθούν τα πρωτοδίκως προσδιορισθέντα χρηματικά ποσά, ανάλογα με το ποσοστό συνυπαιτιότητας που θα δεχθεί το Δικαστήριο τούτο ότι βαρύνεται ο σύζυγος και συγγενής τους.
  5. Στον από 05.04.1999 Γενικό Κανονισμό Λιμένα με αριθμό 20 που αφορά τα «Ταχύπλοα (ταχυκίνητα) σκάφη και λοιπά θαλάσσια μέσα αναψυχής» και εκδόθηκε από τον Αρχηγό του Λιμενικού Σώματος, κατ΄ εξουσιοδότηση του άρθρου 156 στοιχ. α΄ Κ.Δ.Ν.Δ., όπως αντικαταστάθηκε αρχικά  με το άρθρο 10 ν. 1940/1991 και μεταγενέστερα με το άρθρο 20 ν. 4504/2017, εγκρίθηκε δε με την υπ΄ αριθμ. 3131.1/03/06.04.1999 απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας (Φ.Ε.Κ.  Β΄ 444/26.04.1999), και συγκεκριμένα στα άρθρα 1, 2 αριθμ. 1, 2 και 4§§1 στοιχ. δ΄, 3 στοιχ β΄ προβλέπονται τα ακόλουθα: (στο άρθρο 1) «Άρθρο 1 – Όρια ισχύος – Ο παρών Γενικός Κανονισμός Λιμένων ισχύει στην περιφέρεια δικαιοδοσίας κάθε Λιμενικής Αρχής της χώρας, όπως αυτή καθορίζεται από τις ισχύουσες διατάξεις.», (στο άρθρο 2§1) «Άρθρο 2 – Όρισμοί – 1. «ΤΑΧΥΠΛΟΟ ΣΚΑΦΟΣ»: Κάθε μηχανοκίνητο σκάφος αναψυχής, το οποίο είναι ιδιωτικής χρήσης ή εκμισθώνεται ή χρησιμοποιείται από τον εκμισθωτή και: α) ανεξάρτητα από τον τύπο και το υλικό κατασκευής του φέρει εξωλέμβια μηχανή μέγιστης συνεχούς ιπποδύναμης πάνω από 30 ΗΡ ή έσω/εξωλέμβια μηχανή ή εσωλέμβια βενζινομηχανή μέγιστης συνεχούς ιπποδύναμης πάνω από 40 ΗΡ ή εσωλέμβια πετρελαιομηχανή πάνω από 70 ΗΡ.», 2. «ΛΟΥΤΡΙΚΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ»: Για την εφαρμογή του παρόντος Κανονισμού αναφορικά με την έννοια της λουτρικής εγκατάστασης ισχύουν τα όσα προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις του προεδρικού διατάγματος περί ίδρυσης και λειτουργίας σχολών ναυαγοσωστικής εκπαίδευσης – χορήγησης άδειας ναυαγοσώστη – καθορισμός περιπτώσεως υποχρεωτικής πρόσληψης ναυαγοσώστη, σε οργανωμένες ή μη παραλίες, για την προστασία των λουομένων στο θαλάσσιο χώρο, το οποίο εκδίδεται κατ΄ εξουσιοδότηση της παραγράφου 11 του άρθρου 15 του ν. 2743/1999 (Α΄ 211).», (στο άρθρο 4) «Άρθρο 4 – Υποχρεώσεις χειριστών – ιδιοκτητών εκμισθωτών ταχυπλόων σκαφών – 1. Οι χειριστές ταχυπλόων σκαφών: α) … , β) … , γ) … , δ) χειρίζονται το σκάφος με μεγάλη προσοχή και αποφεύγουν τους επικίνδυνους ελιγμούς, ε) …, στ) … , ζ) … . 2. … , 3. Η κυκλοφορία/πλεύση του ταχύπλοου σκάφους, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά από άλλες διατάξεις του παρόντος Κανονισμού απαγορεύεται: α) … , β) σε απόσταση μικρότερη των διακοσίων (200) μέτρων από το συνηθισμένο σημείο στο οποίο φθάνουν κολυμπώντας οι λουόμενοι στις θαλάσσιες περιοχές, οι οποίες δεν επισημαίνονται με πλωτούς σημαντήρες, γ) … .». Περαιτέρω, στο άρθρο 1 αριθμ. 1 π. δ. 31/2018, που εκδόθηκε κατ΄ εξουσιοδότηση του άρθρου 15§11 στοιχ. α΄ ν. 2743/1999 ορίζονται τα ακόλουθα: «Άρθρο 1 – Ορισμοί:  Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος, οι όροι που χρησιμοποιούνται έχουν την ακόλουθη έννοια: 1. Λουτρική εγκατάσταση: α) Ο κατάλληλα οργανωμένος χώρος του αιγιαλού ή του αιγιαλού και της παραλίας ή ζώνης λιμένα, στον οποίο εισέρχονται άτομα, με την καταβολή εισιτηρίου (αντιτίμου), για λήψη λουτρού στην έμπροσθεν αυτού θαλάσσια περιοχή. β) Με την επιφύλαξη της ισχύος των αναφερόμενων στην επόμενη περίπτωση, ως λουτρική εγκατάσταση νοείται και ο χώρος του αιγιαλού ή του αιγιαλού και της παραλίας ή ζώνης λιμένα, ο οποίος παραχωρείται ή εκμισθώνεται από το Δημόσιο ή τους Οργανισμούς Λιμένα ή τα Λιμενικά Ταμεία ή από την Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου κλπ, σε διάφορους φορείς ή επιχειρήσεις (Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ξενοδοχειακές μονάδες, οργανωμένες κατασκηνώσεις, φυσικά – νομικά πρόσωπα κλπ), για χρήση εκμισθούμενων θαλάσσιων μέσων αναψυχής, τοποθέτηση καθισμάτων ή ανακλίντρων ή μέσων προφύλαξης των λουομένων από τον ήλιο, ανεξάρτητα αν τα άτομα που εισέρχονται για λήψη λουτρού στην έμπροσθεν αυτού θαλάσσια περιοχή καταβάλουν ή όχι αντίτιμο. γ) Δεν θεωρείται λουτρική εγκατάσταση  ο χώρος του αιγιαλού ή του αιγιαλού και της παραλίας ή ζώνης λιμένα, για τον οποίο (χώρο) συντρέχουν οι προϋποθέσεις της προηγούμενης περίπτωσης, αλλά δεν είναι πολυσύχναστος, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 11 του παρόντος.». Περαιτέρω, στο άρθρο 3§3 π. δ. 373/1985 για την «Ερασιτεχνική – Αθλητική Αλιεία» ορίζονται τα ακόλουθα: «3. Οι ερασιτέχνες υποβρύχιοι ψαράδες, όταν είναι σε κατάδυση, υποχρεούνται να φέρουν έναν επιπλέοντα σημαντήρα (πλαστικό) χρώματος κίτρινου, ο οποίος φέρει μία σημαία κίτρινη με διαγώνια κόκκινη γραμμή, στην οποία να αναγράφονται τα ψηφία Υ.Δ. (Υποβρύχια Δραστηριότητα) και ο οποίος πρέπει να είναι ορατός με κανονικές συνθήκες από απόσταση 300 τουλάχιστον μέτρων. Εάν ο υποβρύχιος ψαράς συνοδεύεται από πλωτό μέσο, η σημαία αυτή πρέπει να είναι στερεωμένη σε εμφανές σημείο πάνω στο μέσο αυτό. Ο υποβρύχιος ψαράς πρέπει να κινείται σε μία ακτίνα 50 μέτρων από τη σημαντήρα ή το πλωτό μέσο.». Εξάλλου, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 928 εδάφ.  β΄  Α.Κ., κατ’ εξαίρεση του γενικού κανόνα ότι δεν αποκαθίσταται η ζημία του εμμέσως ζημιωθέντος, επί θανατώσεως προσώπου, υφίσταται υποχρέωση προς αποζημίωση και έναντι τρίτου, ο οποίος κατά τον  νόμο είχε δικαίωμα να απαιτεί από το θύμα διατροφή και στερήθηκε εξαιτίας του θανάτου του το δικαίωμα αυτό. Η εξίσωση που απορρέει από την ως άνω διάταξη είναι γνήσια αξίωση αποζημιώσεως και όχι διατροφής και αποσκοπεί να φέρει τον δικαιούχο διατροφής στην θέση που θα βρισκόταν αν δεν θανατωνόταν ο υπόχρεος για να τον διατρέφει. Επομένως, από απόψεως εκτάσεως, η αποζημίωση αυτή, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1378 επόμ., 1442 επόμ., 1485 επόμ. και 1504 Α.Κ., περιλαμβάνει ό,τι και για όσο χρόνο θα όφειλε να καταβάλει ο θανατωθείς στον δικαιούχο της διατροφής. Από την αυτή ως άνω διάταξη (άρθρο 928 εδάφ. β΄ Α.Κ.) συνάγεται ότι η αξίωση αποζημιώσεως του επιζώντος συζύγου στοχεύει γενικώς στην αποκατάσταση της ζημίας που αυτός υφίσταται εξαιτίας του ότι, με τον θάνατο του άλλου συζύγου, επέρχεται απόσβεση της αξιώσεως για συμβολή στις ανάγκες της οικογενείας που ο σύζυγος είχε από τον νόμο. Για να ευρεθεί, όμως το περιεχόμενο της αποζημιώσεως επιβάλλεται να γίνει προσφυγή στις σχετικές διατάξεις του οικογενειακού δικαίου, που ρυθμίζουν το ζήτημα της συνεισφοράς στις οικογενειακές ανάγκες και ειδικότερα στην διατροφή του συζύγου (άρθρα 1389 και 1390 Α.Κ.), το μέτρο της οποίας προσδιορίζεται ανάλογα με τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής, λαμβανομένων υπόψη των αναγκών του δικαιούχου, όπως διαμορφώνονται στα πλαίσια της συμβιώσεως, οριοθετούνται δε από το ύψος των τυχόν εισοδημάτων του και της λοιπής περιουσίας αυτού, σε συσχετισμό προς την περιουσιακή κατάσταση του άλλου συζύγου. Κρίσιμος για τον υπολογισμό της με το ανωτέρω περιεχόμενο αποζημιώσεως είναι ο προσδιορισμός των εισοδημάτων του θανατωθέντος κατά τον τελευταίο καιρό πριν από την θανάτωσή του και της πιθανής εξελίξεως των εισοδημάτων αυτών, κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων, αν αυτός ζούσε. Εξάλλου, όταν ενάγει ο επιζών σύζυγος τον υπόχρεο και ζητεί αποζημίωση για την αποκατάσταση της ζημίας του από την στέρηση του δικαιώματος διατροφής, την οποία κατά  νόμο θα όφειλε ο θανατωθείς και υπόχρεος αν ζούσε, για την πληρότητα του δικογράφου της αγωγής του και την θεμελίωση της αξιώσεώς του στο νόμο, πρέπει να επικαλείται τα εξής στοιχεία: α) Την ύπαρξη γάμου μεταξύ δικαιούχου και υποχρέου διατροφής, β) την θανάτωση του υποχρέου από παράνομη και υπαίτια πράξη ή παράλειψη του εναγομένου, γ) τον πιθανό χρόνο ζωής του υποχρέου σε διατροφή συζύγου και δ) το ποσό της καταβλητέας διατροφής ανάλογα με τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής. Αντιθέτως, δεν απαιτείται για να είναι ορισμένη η αγωγή αποζημιώσεως του δικαιούχου συζύγου, να γίνεται στο δικόγραφο αποτίμηση της συνεισφοράς που θα παρείχε καθένας από τους συζύγους για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας, αφού η αποτίμηση αυτή μπορεί να θεμελιώσει καταλυτικό της αξιώσεως ισχυρισμό του εναγομένου. Εξάλλου, οι γονείς έχουν κοινή υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμα και αν τούτο έχει περιουσία, εφόσον όμως τα εισοδήματα από αυτήν ή το προϊόν της εργασίας του ή άλλα τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για την διατροφή του. Το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται με βάση της ανάγκες του τέκνου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες τη ζωής του και περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρησή του έξοδα και επιπλέον έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευσή του. Ως συνθήκες ζωής νοούνται οι συγκεκριμένη όροι διαβιώσεως, που ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη εκπαιδεύσεως ή την κατάσταση της υγείας του δικαιούχου, σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υποχρέου. Η κατά τα άνω υποχρέωση των γονέων προς διατροφή του τέκνου τους, βαρύνει αυτούς, ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Επίσης, και το ανήλικο τέκνο έχει δικαίωμα διατροφής από τους γονείς του, εφόσον δεν μπορεί να διατρέφει τον εαυτό του από την περιουσία του ή από εργασία κατάλληλη για την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του και λοιπές βιοτικές συνθήκες, ενόψει και των τυχόν αναγκών της εκπαιδεύσεώς του. Στοιχεία δε θεμελιωτικά του δικαιώματος διατροφής τέκνου, τα οποία πρέπει σύμφωνα με το άρθρο 216§1 στοιχ. α΄  Κ.Πολ.Δ., να περιέχονται στην σχετική αγωγή για το ορισμένο αυτής, είναι η αδυναμία του τέκνου να διατρέφει τον εαυτό του, τα εισοδήματά του ή την περιουσία και γενικώς τα περιουσιακά στοιχεία του εναγομένου γονέα και το χρηματικό ποσό που χρειάζεται το τέκνο για την διατροφή του, χωρίς να απαιτείται να εκτίθενται και οι οικονομικές δυνατότητες του άλλου γονέα, διότι το στοιχείο αυτό ανήκει στην βάση ενστάσεως από το άρθρο 1489§2 Α.Κ., την οποία μπορεί να προτείνει ο εναγόμενος προς περιορισμό της υποχρεώσεώς  του προς διατροφή, ισχυριζόμενος ότι το τέκνο έχει δικαίωμα διατροφής έναντι και του άλλου γονέα ο οποίος υποχρεούται να συμβάλλει στην διατροφή αυτού (τέκνου), ανάλογα με τις προσδιορισμένες με την ένσταση οικονομικές του δυνατότητες. Συνεπώς, ο εναγόμενος προς καταβολή ολόκληρου του ποσού της διατροφής δύναται να επικαλεσθεί, κατ’ ένσταση (άρθρο 262 Κ.Πολ.Δ.), ότι και ο άλλος γονέας έχει την οικονομική δυνατότητα να καλύψει μέρος της διατροφής του τέκνου. Την ένσταση δε αυτή δεν δύναται το δικαστήριο να ερμηνεύσει αυτεπαγγέλτως ως προς την οικονομική δυνατότητα του άλλου γονέα και να κανονίσει ανάλογα με τις δυνάμεις του κάθε γονέα, το επιδικαστέο ποσό της διατροφής (Α.Π. 124/2017 τ.ν.π. Νόμος). Εξάλλου, με τα άρθρα 1485 επόμ. Α.Κ. ρυθμίζεται η υποχρέωση διατροφής μεταξύ ανιόντων και κατιόντων. Ειδικότερα, στο άρθρο 1486 Α.Κ. ορίζεται ότι δικαίωμα διατροφής έχει, εκτός από το ανήλικο και το ενήλικο τέκνο, εφόσον το τελευταίο δεν μπορεί να διατρέφει τον εαυτό του από την περιουσία του ή από εργασία κατάλληλη για την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του και τις λοιπές βιοτικές του συνθήκες, ενόψει και των τυχόν αναγκών της εκπαιδεύσεώς του. Η διατροφή αυτή, σύμφωνα με το άρθρο 1493 Α.Κ., περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για την συντήρηση του δικαιούχου και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευσή του. Από τα άρθρα αυτά προκύπτει ότι στην ανάλογη διατροφή ενός ενηλίκου τέκνου που στερείται επαρκών περιουσιακών προσόντων και δεν έχει ακόμα υποχρέωση να εργασθεί, γιατί έχει την πρόθεση να σπουδάσει, περιλαμβάνεται όχι μόνον η δαπάνη για τροφή, στέγαση και κάθε άλλο απαραίτητο για την επιβίωσή του, αλλά και η δαπάνη για την επαγγελματική του εκπαίδευση, θεωρητική ή τεχνική, οποιασδήποτε βαθμίδας, περιλαμβανομένης και της πανεπιστημιακής (Α.Π. 1486/2018 τ.ν.π. Νόμος). Επιπλέον, ο εμμέσως ζημιωθείς, λόγω στερήσεως της διατροφής οφείλει, κατ΄ άρθρο. 300 Α.Κ., να λάβει όλα τα δυνατά μέτρα προς αποτροπή ή μείωση της ζημίας. Συνεπώς, η σύζυγος, η οποία κατά την διάρκεια του γάμου ασχολιόταν με τα οικιακά, έχει την υποχρέωση να μειώσει την ζημία της από τον θάνατο του συζύγου, εργαζομένη σε εργασία ανάλογη με τις ικανότητές της και την κοινωνική τους θέση. Για το θέμα του καθήκοντος της εκ μέρους της χήρας ασκήσεως επαγγελματικής απασχολήσεως λαμβάνονται υπόψη: η ηλικία, η ικανότητα για προσφορά εργασίας, οι βιοτικές εν γένει σχέσεις, η τυχόν ύπαρξη ανηλίκων τέκνων, οι γνώσεις, η οικονομική κατάσταση και η κοινωνική θέση των συζύγων κατά την διάρκεια του γάμου. Δεν ενδιαφέρει δε αν η σύζυγος θα υποχρεούταν  έναντι του συζύγου – αν ζούσε – να εργαστεί, γιατί το σχετικό βάρος γεννάται γι΄ αυτήν, κατ΄ άρθρο 300 Α.Κ., με την θανάτωση του συζύγου. Επομένως, εφόσον η χήρα οφείλει, σύμφωνα με τα παραπάνω, να εργαστεί, τα από την εργασία της πιθανά εισοδήματα της υπολογίζονται κατά τον καθορισμό της μηνιαίας χρηματικής δόσεως της αποζημιώσεως, αδιάφορο αν η γυναίκα εργάζεται πράγματι, παραλείπει υπαιτίως να εργαστεί ή προτιμά άλλη απασχόληση μη αμειβομένη. Από όλα τα προαναφερθέντα προκύπτει, ότι το συντρέχον πταίσμα (άρθρο 300 Α.Κ.) αντιτάσσεται από τον εναγόμενο κατά του τρίτου εμμέσως ζημιουμένου (δικαιούχο διατροφής) και ταυτίζεται με τον περιορισμό της εκτάσεως της ζημίας, στον οποίο είναι υποχρεωμένος να προβεί ο έμμεσα ζημιωθείς, ο σχετικός δε ισχυρισμός προβάλλεται από τον εναγόμενο με την μορφή ενστάσεως  κατά τα άρθρα 300 Α.Κ. και 262 Κ.Πολ.Δ. (Α.Π. 788/2010 τ.ν.π. Νόμος = Επιδικία 2010.407 = ΕλλΔνη 2013 993 = Επιθ. Δικ. Ι.Α. 2010.407). Τέλος, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 522, 527, 532 και 535§1 Κ.Πολ.Δ., προκύπτει ότι η ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου έρευνα, διέρχεται τρία στάδια, κατά τα οποία εξετάζονται: Πρώτα το παραδεκτό της ασκηθείσης εφέσεως (άρθρο 532§1 Κ.Πολ.Δ.), έπειτα το παραδεκτό ενός εκάστου των λόγων αυτής και, ακολούθως, η ουσιαστική βασιμότητα αυτών (άρθρο 533§1 Κ.Πολ.Δ.). Το βάσιμο ή μη των λόγων της εφέσεως κρίνεται από το εφετείο από την εκτίμηση του σε αυτό και στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο συγκεντρωθέντος εν γένει αποδεικτικού υλικού, συμπεριλαμβανομένου και του προσκομισθέντος το πρώτον στην κατ΄ έφεση δίκη, κατά τις προϋποθέσεις και τους ορισμούς του άρθρου 529§§1, 2 Κ.Πολ.Δ. . Το εφετείο, όμως, του νόμου μη ορίζοντος το αντίθετο, κατά την ορθή έννοια των ως άνω διατάξεων, δεν κωλύεται για την κατά την κρίση του ολοκλήρωση της έρευνας περί της βασιμότητας των λόγων της εφέσεως και την καλύτερη διάγνωση της διαφοράς, χωρίς να εξαφανίσει την εκκαλουμένη απόφαση, α) να διατάξει νέες ή συμπληρωματικές αποδείξεις δια των αποδεικτικών μέσων που αναφέρονται στο άρθρο 339 Κ.Πολ.Δ., μεταξύ των οποίων και η πραγματογνωμοσύνη και β) να διατάξει επανάληψη της συζητήσεως, όταν κατά την μελέτη και διάσκεψη της υποθέσεως παρουσιάστηκαν κενά, που χρειάζονται συμπλήρωση (άρθρο 254 Κ.Πολ.Δ.), ώστε μετά την εκτίμηση των διεξαχθησομένων τούτων αποδείξεων καθώς και αυτών που εκτιμήθηκαν από την εκκαλουμένη απόφαση, να κρίνει εάν είναι εσφαλμένη ή μη η πληττομένη με την έφεση απόφαση και, σε καταφατική περίπτωση, να αποφανθεί περί της βασιμότητας των λόγων της εφέσεως και, εκ τούτου, κατ΄ επιταγή πλέον του νόμου (άρθρο 533§1 Κ.Πολ.Δ), να εξαφανίσει τότε την απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, εφόσον κατά την έννοια της άνω διατάξεως, προϋπόθεση της εξαφανίσεως αυτής (αποφάσεως) είναι η προηγουμένη διάγνωση από το εφετείο της βασιμότητας των λόγων εφέσεως, η οποία επιτυγχάνεται κυριαρχικά από αυτό, κατά τα προεκτεθέντα. Το αντίθετο δεν συνάγεται από την διάταξη του άρθρου 535§1 Κ.Πολ.Δ., αλλά τουναντίον από την διάταξη του άρθρου 254§1 Κ.Πολ.Δ., που εφαρμόζεται, κατά το άρθρο 524§1 του ιδίου Κώδικα, και στην έκκλητη δίκη, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την επανάληψη της συζητήσεως στο ακροατήριο η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υποθέσεως ή την διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση και  από την έχουσα, επίσης, εφαρμογή στην δευτεροβάθμια δίκη (άρθρο 524§1 Κ.Πολ.Δ.) διάταξη του άρθρου 245§1 του ιδίου Κώδικα, η οποία ορίζει ότι το δικαστήριο μπορεί αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου να διατάξει οτιδήποτε μπορεί να συντελέσει στη διάγνωση της διαφοράς, σαφώς προκύπτει ότι το εφετείο δικαιούται να διατάξει επανάληψη της συζητήσεως και να διατάξει νέες ή συμπληρωματικές αποδείξεις, που θα συντελούν στην διάγνωση της βασιμότητας του λόγου εφέσεως και της εν γένει διαφοράς, κατά τα δι΄ αυτού οριζόμενα όρια, χωρίς να εξαφανίσει την εκκαλουμένη απόφαση (Α.Π. 1844/2011 α΄ δημοσίευση στην τ.ν.π. Νόμος). Αναφορικά δε με τα παραπάνω ζητήματα, το δικαστήριο αποφασίζει κατά την ανέλεγκτη κρίση του, εκτιμώντας ελεύθερα τη χρησιμότητα του επιλεγομένου μέτρου για την διαλεύκανση των εριστών σημείων της διαφοράς(Ε.Α. 248/2012 ΕλλΔνη 2013.453 = ΕφΑΔ 2012.881 = δημοσιευμένη στην τ.ν.π. Νόμος). Τέλος, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 368 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι η συμπλήρωση των αποδείξεων με την διενέργεια πραγματογνωμοσύνης εναπόκειται στην κυριαρχική και μη ελεγχομένη αναιρετικά κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο ελευθέρως εκτιμά την ανάγκη της χρησιμοποιήσεως του αποδεικτικού αυτού μέσου, με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία κάποιος από τους διαδίκους ζητήσει τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης και το δικαστήριο κρίνει ότι χρειάζονται όχι απλώς «ειδικές», αλλά «ιδιάζουσες» γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, δηλαδή γνώσεις ιδιαίτερες, με μοναδικά χαρακτηριστικά ή, τουλάχιστον, μοναδικά χαρακτηριστικά σε μεγάλο βαθμό, οπότε οφείλει να διορίσει πραγματογνώμονα ή πραγματογνώμονες, άλλως η απόρριψη, ρητώς ή σιωπηρώς, του σχετικού αιτήματος δημιουργεί λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως (Α.Π. 498/2018 α΄ δημοσίευση στην τ.ν.π. Νόμος).
  6. Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων αποδείξεως και ανταποδείξεως (…………..), που περιέχονται στην έκθεση απομαγνητοφωνημένων πρακτικών της συζητήσεως της υποθέσεως στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου όπως και αυτές των μαρτύρων ……………, οι οποίοι, αφού προηγήθηκε η προβλεπομένη στον νόμο προδικασία (βλ. τις προσκομιζόμενες με νόμιμη επίκληση με στοιχεία …………../24.01.2017 εκθέσεις επιδόσεως των δικαστικών επιμελητών της Περιφερείας του Εφετείου Πειραιώς …. ………..), ενώπιον των Ειρηνοδικών Αθηνών και Πειραιώς, συνταγεισών των υπ΄ αριθμ.  ………….. ενόρκων βεβαιώσεων αυτών, και από το σύνολο, όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων, συμπεριλαμβανομένων και επισκοπηθεισών φωτογραφιών και αποσπασμάτων χαρτών,  που προσκομίζονται με νόμιμη επίκληση είτε για να χρησιμοποιηθούν ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα αμφισβητούμενα πραγματικά που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Στις 15.09.2013, ημέρα της εβδομάδας Κυριακή, περί ώρα 11:00, ο …………., γεννημένος το έτος 1965, στην Αθήνα Ν. Αττικής, ιχθυοπώλης το επάγγελμα, συνοδευόμενος από την σύζυγό του ……….. και την θυγατέρα τους ……….. , βρίσκονταν στην περιοχή του όρμου  «Καβούρι» του Δήμου Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης Ν. Αττικής και στην ειδικότερη θέση «Λιμανάκι Αεροπορίας», με σκοπό να κολυμπήσουν. Πράγματι, εισήλθαν στην θάλασσα, απομακρύνθηκαν από την ακτή περί τα 60 μ. – 70 μ. και κολύμπησαν για κάποιο χρονικό διάστημα. Κάποια στιγμή, ο ………… αισθάνθηκε την ανάγκη να κολυμπήσει με κατεύθυνση τα ανοιχτά και, αφού γνωστοποίησε την πρόθεσή του αυτή στην σύζυγο και την θυγατέρα του, άρχισε να κολυμπά ενώ οι προαναφερόμενες αποφάσισαν να εξέλθουν της θαλάσσης. Στο μεταξύ, στα ανοιχτά της προαναφερομένης θέσεως έπλεε, προερχόμενο από τον τουριστικό λιμένα Αλίμου, το Ε/Π – Τ/Ρ – Τ/Χ, με το όνομα «ΦΤ» («FG»), νηολογίου Ελευσίνας, με αριθμό νηολογίου …, Δ.Δ.Σ. …., Μ.M.S.I. …., κ.ο.χ. 23,85, κ.κ.χ. 18,73, ολικού μήκους 13,80 μ., μήκους νηολογήσεως 13,20 μ., πλάτους νηολογήσεως 4,06 μ., βάθους νηολογήσεως 1,85 μ., κατασκευασμένο από ενισχυμένο πλαστικό, φέρον δύο μηχανές εσωτερικής καύσεως, συνολικής ιπποδυνάμεως 1066 BHP, ανήκον κατά πλοιοκτησία στην δεύτερη εναγομένη εταιρεία. Το εν λόγω πλοίο ήταν ασφαλισμένο για την κάλυψη της αστικής ευθύνης της πλοιοκτήτριάς του έναντι τρίτων στην καθής η ανακοίνωση δίκης – προσεπικαλουμένη – παρεμπιπτόντως εναγομένη – προσθέτως παρεμβάσα αλλοδαπή ασφαλιστική εταιρεία. Κυβερνήτης του πλοίου ήταν ο κεκτημένος τα νόμιμα προσόντα πρώτος εναγόμενος συνεπέβαιναν δε η σύζυγός του …………και οι φίλοι τους …………. Σκοπός των επιβαινόντων ήταν το πλοίο να αγκυροβολήσει μετά την βραχονησίδα «Καβουρονήσι» προς το εσωτερικό του όρμου «Καβούρι» και αυτοί (επιβαίνοντες) να κολυμπήσουν. Έτσι, όταν πλησίαζαν στο επιλεγέν σημείο της θαλάσσιας περιοχής ο κυβερνήτης του μείωσε την ταχύτητά του και ο επιβαίνων  …………… κατευθύνθηκε στην πλώρη του πλοίου για να απασφαλίσει την άγκυρα και, ακολούθως, να την ρίξει στην θάλασσα ώστε να ακινητοποιηθεί το πλοίο σε σημείο με αρκετό βάθος δεδομένου του βυθίσματός του και προς αποφυγή προσαράξεως. Ενώ ήταν σε εξέλιξη η δυναμική αυτή διαδικασία, οι επιβαίνοντες στο πλοίο άκουσαν ένα θόρυβο (γδούπο) και ο κυβερνήτης όπως και ο συνεπιβαίνων  ……………, ο οποίος ήταν κάτοχος αδείας κυβερνήτη ταχυπλόου, πίστεψαν ότι το πλοίο είχε παρασύρει κάποιο επιπλέον τεμάχιο ξύλου που ίσως είχε προκαλέσει βλάβη στην προπέλα αυτού (πλοίου) που βρίσκεται στο κάτω μέρος (γάστρα) του. Αποφάσισαν, λοιπόν, να κινηθεί το πλοίο στην γραμμή που άφησαν τα απόνερά του με σκοπό να εντοπίσουν το αντικείμενο που προκάλεσε το περιστατικό. Κατά την αντίστροφη αυτή πορεία και σε μικρή απόσταση από το σημείο εκκινήσεως διαπίστωσαν να επιπλέει σώμα βαριά τραυματισμένου κολυμβητή, ο οποίος δεν έδειχνε να βρίσκεται εν ζωή. Αμέσως, περί ώρα 11:35, ο ………… κάλεσε με το κινητό του τηλέφωνο την Λιμενική Αρχή ενώ, στις 11:36, την αυτή Αρχή κάλεσε ομοιοτρόπως, και τρίτο πρόσωπου που βρισκόταν στην στεριά, ο …………… Αμέσως, δόθηκε εντολή αρμοδίως να αποπλεύσει για το σημείο του ατυχήματος το Π.Λ.Σ. … με χειριστή τον …………. Στο μεταξύ, στο ένδικο σημείο κατευθύνθηκε ο ………., που υπηρετούσε στο Λιμενικό Τμήμα Βουλιαγμένης, χρησιμοποιώντας ιδιωτικό ταχύπλοο σκάφος, με το όνομα «Ν». Όταν οι άνδρες του Λιμενικού Σώματος προσήγγισαν το ένδικο πλοίο, στις 12:05, έλεγξαν τα έγγραφα του πλοίου και του κυβερνήτη και ο χειριστής του Π.Λ.Σ. … ενημέρωσε αρμοδίως ότι ήταν αδύνατη η περισυλλογή του κολυμβητή γιατί ήταν σχεδόν διαμελισμένος. Έτσι, αποφασίσθηκε η κλήση της Μ.Υ.Α/Λ.Σ. ώστε να ανασυρθεί το πτώμα, το οποίο όμως ήδη είχε περισυλλεγεί από ιδιωτικό σκάφος, και να αναζητηθεί το δεξιό χέρι του θανόντος το οποίο είχε αποκοπεί. Στις 14:45 στον τουριστικό λιμένα της Βουλιαγμένης κατέπλευσαν το περισυλλέξαν το πτώμα ιδιωτικό σκάφος, το Π.Λ.Σ. … και το ένδικο πλοίο. Μετά ταύτα το πτώμα μεταφέρθηκε στο Γ. Ν. «Ασκληπιείο Βούλας» και, ακολούθως, στο Νεκροτομείο Αθηνών όπου διενεργήθηκε νεκροψία – νεκροτομή από την οποία διαπιστώθηκε ότι ο θάνατος επήλθε συνεπεία πολλαπλών σωματικών κακώσεων. Από τα ανωτέρω παρατιθέμενα πραγματικά περιστατικά συνάγεται το ασφαλές αποδεικτικά συμπέρασμα ότι ο θάνατος του προαναφερομένου άνδρα, συζύγου και συγγενούς των εναγουσών, προήλθε από την παράσυρσή του και τον τραυματισμό του από το ένδικο πλοίο. Ωστόσο δεν είναι δυνατό να εξαχθεί εξ ίσου ασφαλές αποδεικτικά συμπέρασμα σχετικά με το ακριβές (στο μέτρο του ανθρωπίνως δυνατού) σημείο στο οποίο έλαβε χώρα το σχετικό περιστατικό, εάν, δηλαδή, ο θανών κολυμπούσε στην «ασφαλή» περιοχή των  ≥ 100 μ. έως ≤ 300 μ. ή πέραν αυτής. Η αδυναμία συναγωγής ασφαλούς συμπεράσματος οφείλεται στις αλληλοσυγκρουόμενες (ευλόγως) καταθέσεις εμπλακέντων στην υπόθεση προσώπων. Συγκεκριμένα, ο λιμενικός ………….. στην από 15.09.2013 προανακριτική του κατάθεση καταθέτει: « … . Πράγματι είκοσι λεπτά μετά, είδαμε σε εκείνο το σημείο και σε απόσταση περίπου τετρακοσίων μέτρων από τη βραχώδη ακτή ένα σκάφος … .», ο λιμενικός ……….. στην από 15.09.2013 προανακριτική του κατάθεση καταθέτει: « … . Πήγα λοιπόν με το ιδιωτικό ταχύπλοο σκάφος «Ν.» Τ.Π. .. – Θ΄, στο σημείο και περίπου διακόσια μέτρα από την ακτή, και αφού επικοινώνησα τηλεφωνικά με τον κυβερνήτη του σκάφους «ΦΤ» Ν. ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ …., είχα το κινητό του τηλέφωνο από το Θάλαμο Επιχειρήσεων, εκείνος με καθοδήγησε στο σημείο που βρισκόταν. … .», ο τρίτος κολυμβητής ………. στην από 05.02.2014 προανακριτική του κατάθεση καταθέτει: « … . Το σκάφος που έδειχναν οι άνθρωποι που φώναζαν, ήταν πολύ μακρυά, πολύ ανοιχτά, σε σημείο που ίσα  ίσα το ξεχώριζα, από τη μύτη του Καβουρίου Βουλιαγμένης και μέσα στη θάλασσα. … .», ο μη αυτόπτης του ατυχήματος . ………, αδερφός του θύματος, στην υπ΄ αριθμ. …./2017 ένορκη βεβαίωσή του, καταθέτει: « … . Επίσης μου ανέφερε ότι ο αδελφός μου δεν είχε πιεί ούτε είχε φάει ούτε είχε απομακρυνθεί πολύ από την ακτή την ώρα του ατυχήματος ούτε έκανε βουτιές ούτε κολυμπούσε με μάσκα ενώ η κατάσταση της θάλασσας και οι καιρικές συνθήκες ήταν πολύ καλές. … .», η αυτόπτης μάρτυρας … ., σύζυγος του κυβερνήτη του ενδίκου σκάφους, στην υπ΄ αριθμ. …/2017 ένορκη βεβαίωσή της, καταθέτει: « … . Η απόστασή μας από την ακτή ήταν κάτω από τις κεραίες της Αεροπορίας ήταν περίπου 300 μέτρα. … .», ο αυτόπτης μάρτυρας …………., επιβάτης του ενδίκου σκάφους, στην υπ΄ αριθμ. …./2017 ένορκη βεβαίωσή του, καταθέτει: « … . Ανέφερα από την πρώτη στιγμή ότι βρισκόμασταν περί τα 300 μέτρα από την ακτή, στο χώρο κάτω από τις κεραίες της Αεροπορίας και λίγο ανατολικότερα. … .», ο μη αυτόπτης μάρτυρας αποδείξεως ………….., στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, καταθέτει: « … . Η απόσταση που επισυνέβη το ατύχημα είναι μάξιμουμ εκατόν πενήντα περίπου και μίνιμουμ εκατό. Δεν μπορώ να είμαι απολύτως βεβαίως (προφανώς βέβαιος) διότι οι περιγραφές δεν είναι απολύτως ακριβείς. Όμως είναι βέβαιο ότι είναι κάτω από διακόσια μέτρα και και πάνω από εβδομήντα ή ογδόντα. … .» ενώ ο μη αυτόπτης μάρτυρας ανταποδείξεως ……… ., στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, καταθέτει: « … . Στα 300 μέτρα από την ακτή. … Είναι κανείς τι περιμένει να δει, στα 300 μέτρα από την ακτή εκεί που δεν υπάρχει παραλία … .». Διέξοδο στην αποδεικτική αυτή δυσχέρεια δεν μπορούν να δώσουν ούτε οι από 17.02.2014 και 18.04.2019 (αρχική και συμπληρωματική) εκθέσεις «ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΙΤΙΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΘΑΝΑΣΙΜΟΥ ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΥ ΛΟΥΟΜΕΝΟΥ (……….) ΑΠΌ ΤΟ ΣΚΑΦΟΣ «FG» ΣΤΟΝ ΚΟΛΠΟ ΚΑΒΟΥΡΙΟΥ ΤΗΝ 15.09.2013» του …………, μάρτυρα αποδείξεως, πλοιάρχου Ε.Ν., ναυτιλιακού συμβούλου και ερευνητή ναυτιλιακών ατυχημάτων παραλλήλως δε εταίρου του δικηγορικού γραφείου που χειρίζεται την υπόθεση από πλευράς των εναγουσών, και τούτο διότι η μεν αρχική έκθεση αναφέρεται κυρίως στο ζήτημα της ευθύνης του κυβερνήτη του ενδίκου πλοίου σε σχέση με τα κείμενα του νόμου και τους κανόνες της ναυτικής τέχνης που την διέπουν στην δε συμπληρωματική έκθεση εστιάζει μεν στο ενδιαφέρον ζήτημα πλην όμως χρησιμοποιώντας όρους και παραδείγματα μη κατανοητά στο Δικαστήριο τούτο, τα μέλη του οποίου στερούνται των ιδιαζουσών σχετικών γνώσεων. Ενόψει των ανωτέρω,  το Δικαστήριο κρίνει ότι για την διατύπωση κρίσεως επί του προαναφερομένου ζητήματος και άλλων συναφών απαιτείται η κατοχή ιδιαζουσών γνώσεων. Συνεπώς, πρέπει να διαταχθεί η επανάληψη της συζητήσεως της υποθέσεως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 254§1 εδάφ. α΄, 524§1 εδάφ. α΄ Κ.Πολ.Δ.), αφού προηγηθεί η διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης, κατά τα στο διατακτικό ειδικότερα διαλαμβανόμενα.
  7. Διάταξη για τον προσδιορισμό και την επιβολή δικαστικών εξόδων δεν περιλαμβάνεται στην απόφαση αυτή διότι δεν έχει στο σύνολό της οριστικό χαρακτήρα (άρθρο 191§2 Κ.Πολ.Δ.).

Γ  Ι  Α     Τ  Ο  Υ  Σ     Λ  Ο  Γ  Ο  Υ  Σ     Α  Υ  Τ  Ο  Υ  Σ

Διατάσσει την ένωση και συνεκδίκαση των από 04.06.2018, 20.07.2018 και 03.09.2018 εφέσεων ως και του από 26.03.2019 προσθέτου λόγου της τρίτης εφέσεως κατά της υπ΄ αριθμ. 184/2018 οριστικής αποφάσεως του Τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Πρωτοδικείου Πειραιώς και συνεκδικάζει αυτές αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά τις εφέσεις και τον πρόσθετο λόγο της τρίτης εξ αυτών.

Αναβάλλει να αποφανθεί επί της ουσίας αυτών.

Διατάσσει την επανάληψη της συζητήσεως της ένδικης υποθέσεως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου προς τον σκοπό διεξαγωγής πραγματογνωμοσύνης διεξακτέας, κατά τα κατωτέρω, από τον …………, διπλωματούχο ναυπηγό μηχανολόγο μηχανικό Ε.Μ.Π. – ηλεκτρολόγο μηχανικό, ειδικό για ζητήματα εκτιμήσεως εγκαταστάσεων και μηχανολογικού εξοπλισμού βιομηχανικών – ξενοδοχειακών συγκροτημάτων κτλ, για διερεύνηση πυρκαγιών κτλ καθώς και για ατυχήματα ταχυπλόων σκαφών, κάτοικο Αγίας Παρασκευής Αττικής (………), σταθ. τηλ. …, κιν. τηλ. …, δνση ηλεκτρ. ταχ. …………, ο οποίος, αφού δώσει, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, τον ορισμένο όρκο του πραγματογνώμονα, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, από την επίδοση επικυρωμένου αντιγράφου της αποφάσεως αυτής, πρέπει, εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από της ορκωμοσίας του, με ειδικά εμπεριστατωμένη και λεπτομερή έκθεσή του  συνοδευομένη από σχέδια και άλλες απεικονίσεις (εφόσον απαιτούνται), αφού μελετήσει όλα τα κρίσιμα της δικογραφίας έγγραφα, αναζητήσει χρήσιμα έγγραφα από τις αρμόδιες αρχές (Ε.Μ.Υ., Λιμενική Αρχή, Υδρογραφική Υπηρεσία Πολεμικού Ναυτικού κλπ) και προβεί σε αυτοψία του χώρου, όπου αυτή είναι αναγκαία και δυνατή, να παράσχει την επιστημονική του άποψη στο Δικαστήριο αναφορικά με τον λόγο παρασύρσεως του θανόντος κολυμβητή από το ένδικο πλοίο και, επιπλέον, το ακριβές (κατά το δυνατό) σημείο στο οποίο έλαβε χώρα η εν λόγω παράσυρση.  Την έκθεση που θα συντάξει ο ανωτέρω οφείλει να καταθέσει εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την λήξη του εξαμήνου στο αρμόδιο τμήμα του Δικαστηρίου τούτου και για το γεγονός της καταθέσεως να συνταχθεί σχετική έκθεση.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις  12 Σεπτεμβρίου 2019. 

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

 

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, την 7η Νοεμβρίου  2019, με άλλη σύνθεση, λόγω προαγωγής και αναχωρήσεως του Εφέτη, Αθανασίου Θεοφάνη, αποτελουμένη από τους Δικαστές,  Δήμητρα Τσουτσάνη, Πρόεδρο Εφετών,  Μαρία Κωττάκη και  Μαρία Δανιήλ, Εφέτες, και με Γραμματέα την Ελένη Τσίτου, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ