Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 648/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΩΝ

ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός Απόφασης    648/2019

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών, Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη, Ελευθέριο Γεωργίλη, Εφέτη – Εισηγητή και από τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι.  Η από 29.6.2018 έφεση των ηττηθέντων πρώτου και δεύτερου εναγομένων – . ……………….και εταιρείας με την επωνυμία “…………” αντίστοιχα”, κατά της οριστικής απόφασης 2316/2018 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η από 6.2.2017 αγωγή σε βάρος των τελευταίων και του τρίτου εναγομένου …………., έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε στους εκκαλούντες στις 15.6.2018, όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση στην εκκαλουμένη της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο Αθηνών ………… και η έφεση κατατέθηκε, στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, στις 2.7.2018, ήτοι εντός της προθεσμίας των τριάντα ημερών (άρθρα 495, 511, 513 §1β,  516 §1, 517 και 518 §1του Κ.Πολ.Δ.). Περαιτέρω, αρμοδίως φέρεται για συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 του ίδιου Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε   με το άρθρο 4 §2 του ν. 3994/2011), ενώ έχει κατατεθεί το σχετικό   παράβολο, ποσού 150 ευρώ από τη δεύτερη εκκαλούσα, κατ’ άρθρο 495 §3 Α.  στοιχ. γ´ του Κ.Πολ.Δ., όπως προκύπτει από το με αριθμό ……….. ηλεκτρονικό παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών, σε συνδυασμό με την από 2.7.2018 βεβαίωση εξόφλησης της Εθνικής  Τράπεζας, αρκούντος ενός μόνο παραβόλου (άρθρο 495 §3Γ.  εδ. β΄ του Κ.Πολ.Δ.). Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 §1 του Κ.Πολ.Δ.), κατά την ίδια ως άνω διαδικασία.

ΙΙ.   Ο ενάγων, ήδη εφεσίβλητος – . ……………….., με την από 6.2.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../2017 αγωγή του, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ιστορούσε ότι ο τρίτος εναγόμενος, μη εκκαλών, …………, κατά τη διάρκεια εκπομπής, που προβλήθηκε στις 15.11.2016 και ώρα 00.30, σε τηλεοπτικό σταθμό πανελλήνιας εμβέλειας, ιδιοκτησίας της δεύτερης εναγομένης, με παρουσιαστή τον πρώτο εναγόμενο – δημοσιογράφο, από πρόθεση ανέφερε τα ειδικά αναγραφόμενα στην αγωγή ψευδή γεγονότα, εν γνώσει της αναλήθειάς τους, καθώς και εξυβριστικούς χαρακτηρισμούς. Ότι ο πρώτος εναγόμενος, αν και έμπειρος δημοσιογράφος, επέτρεψε εν γνώσει του την αναφορά των ανωτέρω ισχυρισμών από τον  τρίτο εναγόμενο, χωρίς να τον διακόψει ούτε να καλέσει τηλεφωνικά αυτόν (ενάγοντα), ώστε να τοποθετηθεί. Ότι η δεύτερη εναγόμενη έχει αντικειμενική ευθύνη για τις ως άνω πράξεις του πρώτου εναγόμενου σε βάρος του. Ότι από τις παράνομες και υπαίτιες αυτές πράξεις των εναγομένων προσβλήθηκε η προσωπικότητά του, ως καταξιωμένου δικηγόρου, που επιπλέον ασχολείται με τα αθλητικά δρώμενα και έχει συμβάλλει στην αποκάλυψη παράνομων συμπεριφορών στο χώρο του ποδοσφαίρου, υπέστη δε σημαντική ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας ζήτησε, κατόπιν περιορισμού του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό, με δήλωσή του     στα πρακτικά, να αναγνωριστεί ότι οφείλουν να του καταβάλουν ως χρηματική ικανοποίηση, εις ολόκληρον, το ποσό των 300.044 ευρώ, με την επιφύλαξη    να ζητήσει το ποσό 44 ευρώ από τα ποινικά δικαστήρια. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την εκκαλούμενη οριστική απόφασή του, δέχθηκε την αγωγή ως νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις του άρθρου μόνου του ν. 1178/1981 και των άρθρων 4 §10 του ν. 2328/1995, 57, 59, 299, 330, 481, 914, 920, 932 του Α.Κ., 70 του Κ.Πολ.Δ., 361 και 362 – 363 του Π.Κ., την έκανε δε εν μέρει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και αναγνώρισε ότι οι εναγόμενοι οφείλουν να καταβάλουν, εις ολόκληρον, στον ενάγοντα, ως χρηματική ικανοποίηση, το ποσό των 20.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Ήδη, κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται τόσο ο πρώτος όσο και ο δεύτερος εναγόμενος, για τους διαλαμβανόμενους στην ως άνω έφεση λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνισή της, ώστε ν’ απορριφθεί καθ’ ολοκληρίαν η αγωγή, άλλως να μεταρρυθμιστεί.

ΙΙΙ.  Ο πρώτος λόγος της έφεσης στηρίζεται στην εσφαλμένη απόρριψη    της ένστασης του πρώτου εναγομένου – εκκαλούντος περί δικαιολογημένου ενδιαφέροντος για την ενημέρωση του τηλεοπτικού κοινού, με αποτέλεσμα να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή ως προς αυτόν και κατ’ επέκταση προς τη δεύτερη εναγόμενη – εκκαλούσα, που φέρει αντικειμενική ευθύνη. Ο δεύτερος λόγος της έφεσης αφορά στην εσφαλμένη λήψη υπόψη του αποδεικτικού μέσου του ψηφιακού δίσκου και στο ότι η εκκαλουμένη αναφέρει πως έχει τελεσθεί αδικοπραξία πριν εξετάσει την ουσιαστική βασιμότητα της αγωγής, ενώ ο τρίτος λόγος αφορά στην επιδίκαση σε βάρος των εκκαλούντων του υπερβολικού ποσού των 20.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση.

  1. Με το δεύτερο λόγο της έφεσης, κατά το πρώτο σκέλος του, οι εκκαλούντες ισχυρίζονται ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα έλαβε υπόψη του ως αποδεικτικό μέσο τον ψηφιακό δίσκο με το περιεχόμενο         της τηλεοπτικής εκπομπής, της 15.11.2016, εφόσον δεν συνοδευόταν από έγγραφο πιστοποίησης, ώστε να βεβαιώνεται η ακρίβεια της μεταφοράς         του περιεχομένου του. Ωστόσο, η επίκληση και η προσκομιδή του ως            άνω ψηφιακού δίσκου, ως ιδιωτικού εγγράφου, κατά το άρθρο 444 αρ. 3         του Κ.Πολ.Δ., συνοδευόταν από έγγραφο κείμενο, το οποίο περιείχε τις αποτυπωθείσες στη μαγνητοταινία ομιλίες, από κοινού με πιστοποίηση αρμόδιου οργάνου, του δικηγόρου ………., κατ’ άρθρο 36 του   ν. 4194/2013, που βεβαίωνε την ακρίβεια της μεταφοράς (Α.Π. 1133/2013 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”), όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο σχετικό    έγγραφο με αριθμό 4 του ενάγοντος. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έλαβε υπόψη του ως αποδεικτικό μέσο, τον ανωτέρω ψηφιακό δίσκο, όπως κάθε έγγραφο, ορθά εφάρμοσε το νόμο και πρέπει ν’ απορριφθεί   ως αβάσιμος, ο λόγος αυτός της έφεσης. Επιπλέον, με το δεύτερο σκέλος του ίδιου λόγου έφεσης, οι εκκαλούντες ισχυρίζονται ότι η εκκαλουμένη έσφαλε, διότι, κατά τον έλεγχο του νόμιμου και ορισμένου της αγωγής, ανέφερε ότι “Περαιτέρω, η αγωγή είναι ορισμένη, καθώς περιέχει όλα τα απαραίτητα στοιχεία που προβλέπονται από τη διάταξη του άρθρου 216 Κ.Πολ.Δ., παρά τις περί του αντιθέτου αιτιάσεις των δύο πρώτων εναγομένων. Ειδικότερα, ο ενάγων, ο οποίος στηρίζει την αγωγική του αξίωση στην διαπραχθείσα  σε βάρος του αδικοπραξία…”, ήτοι, με τη λέξη “διαπραχθείσα” δέχθηκε ότι ο ενάγων υπέστη αδικοπραξία, πριν καν υπεισέλθει στην εξέταση των αποδεικτικών μέσων. Και κατά το σκέλος του αυτό, ο δεύτερος λόγος της έφεσης είναι αβάσιμος, διότι η αναφορά της απόφασης περί διαπραχθείσας σε βάρος του ενάγοντος αδικοπραξίας, αναφέρεται στα περιστατικά, υπό τα εκτιθέμενα στην αγωγή, κατά την εξέταση του ορισμένου αυτής, χωρίς να αποτελεί τούτο παραδοχή της απόφασης, η οποία, μεταγενέστερα εξετάζει  τα αποδεικτικά μέσα για τον έλεγχο και του ουσιαστικά βάσιμου ή όχι της αγωγής.
  2. Ως προς τους λοιπούς λόγους της έφεσης, από την εκτίμηση           των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων, που εξετάστηκαν νομότυπα στο ακροατήριο και περιλαμβάνονται στα πρακτικά ………./2017 δημοσίας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, καθώς και από το σύνολο          των εγγράφων που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα είτε       προς άμεση είτε προς έμμεση απόδειξη (σημειωτέον ότι η τυχόν αναφορά πιο κάτω ορισμένων από τα έγγραφα αυτά είναι απλώς ενδεικτική, αφού δεν παραλείφθηκε κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς – Α.Π. 1001/2012 Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ” και Α.Π. 1628/2003 Ελλ.Δ/νη 2004, σελ. 724), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Ο ενάγων είναι δικηγόρος ….., παρ’ Αρείω Πάγω, ασχολούμενος από τα νεανικά του χρόνια με το ποδόσφαιρο, αρχικά ως ποδοσφαιριστής και στη συνέχεια ως πρόεδρος ποδοσφαιρικών ανωνύμων εταιρειών, ενώ ο πρώτος εναγόμενος είναι δημοσιογράφος, παρουσιαστής  και συντονιστής τηλεοπτικής εκπομπής με τίτλο «………..», η οποία παρουσιάζεται στα πλαίσια του προγράμματος του τηλεοπτικού σταθμού, πανελλαδικής εμβέλειας, με τίτλο «…..» και πραγματεύεται ζητήματα που αφορούν κυρίως στο άθλημα του ποδοσφαίρου. Η δεύτερη εναγόμενη, στην οποία έχει συγχωνευθεί δια απορρόφησης (άρθρα 68 – 67 του ν. 2190/1920) η αρχική εναγομένη –  εταιρεία με την επωνυμία «……………..» (με την Απόφαση 12334/17.11.2015 της Γενικής Διεύθυνσης Ανάπτυξης Π.Ε. Πειραιά και την ανακοίνωση 21802/19.11.2015 της Γ.Ε.ΜΗ.) είναι ιδιοκτήτρια του εν λόγω τηλεοπτικού σταθμού. H ως άνω τηλεοπτική εκπομπή, που μεταδόθηκε ζωντανά, την Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2016 περί ώρα 00:30 π.μ., είχε ως κύριο αντικείμενο την εγκληματική οργάνωση στο ποδόσφαιρο, τις αποκαλύψεις του τρίτου εναγόμενου – ενός εκ των κατηγορουμένων γι’ αυτήν και ενός άλλου κατηγορουμένου – ποδοσφαιριστή. Παρουσιαστής της εκπομπής αυτής ήταν ο πρώτος εναγόμενος και καλεσμένος, μεταξύ άλλων, ο τρίτος εναγόμενος, πραγματοποιήθηκε δε συζήτηση, στο πλαίσιο της οποίας ειπώθηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής : …………. (πρώτος εναγόμενος) : «Ήδη η κυρία ….. παρέδωσε τη δικογραφία των πλαστών ενημεροτήτων (είχαν προαναφερθεί οι συγκεκριμένες κακουργηματικές πράξεις) στον ανακριτή, στον ειδικό ανακριτή διαφθοράς …….. που είχε την υπόθεση της εγκληματικής οργάνωσης του ελληνικού ποδοσφαίρου που σε λίγο θα αποκαλύψουμε μία πολύ σημαντική παράμετρο. Επίσης…». ………………. (τρίτος εναγόμενος): «Συγγνώμη ο κύριος ………………. είναι μέσα στους κατηγορουμένους κύριε ….;» (……) : «Ξέρω ότι είναι η …. Δεν ξέρω για τον κ. ……………….». (……………….) : «Πρόεδρος τότε ήταν  ο Κύριος ………………..». (….): «Στην …. ναι αλλά είχε μηνύσει τον λογιστή της …». (……………….) : «Δηλαδή ο λογιστής για λογαριασμό  δικό του έβαλε τις πλαστές φορολογικές και ασφαλιστικές ενημερότητες;». (…) : «Του έχει κάνει μήνυση αλλά τον ίδιο λογιστή τον προσέλαβε  και στην .., στην καινούρια του ομάδα». (……………….) : «Ναι, για να ξέρει ο κόσμος τι γίνεται»… Στο σημείο αυτό έγινε τηλεοπτικό διάλειμμα. (……………….) : «Ο …… ο ……………….. να τα αναπτύξουμε όλα και για την φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα, τα πλαστά στοιχεία που προσκόμισε..». (…): «Εντάξει. Θα τα πούμε. Θα τα πούμε όλα». (……………….) : «… και κατηγόρησε έναν λογιστή που ήταν λογιστής του, να μας εξηγήσει πως γίνεται ένας απλός λογιστής να βγάλει πλαστή φορολογική ενημερότητα». Σχετικά με τα ανωτέρω, πρέπει να αναφερθεί ότι ο ενάγων, είναι δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, ασχολείται με το ποδόσφαιρο επί πολλά έτη, αρχικά ως ποδοσφαιριστής και στη συνέχεια ως Πρόεδρος ποδοσφαιρικών ανωνύμων εταιρειών, έχει δε διατελέσει και Πρόεδρος της ΠΑΕ “…..”. Από την έναρξη της έρευνας που διεξήγαγε η Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, για το ζήτημα ύπαρξης εγκληματικής οργάνωσης στο χώρο του ποδοσφαίρου, ο ενάγων υπήρξε ο βασικός μάρτυρας κατηγορίας. Τμήμα της υπόθεσης αυτής αφορούσε στην κατ’ εξακολούθηση παράδοση, από συγκεκριμένες Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρείες, πλαστών φορολογικών και ασφαλιστικών ενημεροτήτων, προκειμένου να μπορούν να μεταγράφονται ποδοσφαιριστές από Π.Α.Ε., οι οποίες δεν είχαν τα απαραίτητα έγγραφα. Παράλληλα με τις μαρτυρικές του καταθέσεις, ο ενάγων υπέβαλε έγγραφα προς την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, με τα οποία ζητούσε να ανοίξουν οι φάκελοι όλων των Π.Α.Ε. και να ερευνηθεί από την Εισαγγελία ποιες (Π.Α.Ε.) έχουν πλαστά φορολογικά και ασφαλιστικά έγγραφα. Από την έρευνα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, διαπιστώθηκε ότι κάποιες Π.Α.Ε. προσκόμιζαν πλαστά φορολογικά και ασφαλιστικά έγγραφα, καθώς επίσης  και ότι ένα εκ των πιστοποιητικών ασφαλιστικής ενημερότητας της Π.Α.Ε. “……” παρουσιαζόταν ότι δεν είχε εκδοθεί από το Taxisnet. Ωστόσο, ο τρίτος εναγόμενος, στον προαναφερόμενο διάλογό του με τον πρώτο εναγόμενο – δημοσιογράφο εμφάνισε, στο μέσο τηλεθεατή, τον ενάγοντα ως ύποπτο για ηθική αυτουργία της πράξης που τέλεσε ο λογιστής της Π.Α.Ε. “……….”, καθώς και ότι προσκόμισε πλαστή φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα και κατηγόρησε προς τούτο το λογιστή της Π.Α.Ε. Τα γεγονότα αυτά, που ισχυρίστηκε ο τρίτος εναγόμενος, ήταν ψευδή, αφού είχαν ήδη αποτελέσει αντικείμενο έρευνας από την Πρωτοβάθμια Πειθαρχική Επιτροπή της  Ένωσης Επαγγελματικού Ποδοσφαίρου Β’ και Γ’ Εθνικής Κατηγορίας, καθώς και της Επιτροπής Ιδιότητας και Μετεγγραφών της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, με τις αποφάσεις 306/6.10.2011 και 685/14-15.7.2011 αντίστοιχα, με βάση τις οποίες, απαλλάχθηκε η Π.Α.Ε. “…….” και ο ενάγων για τα αδικήματα του Πειθαρχικού Κώδικα, τα οποία σχετίζονται με το πειθαρχικό παράπτωμα της πλαστογραφίας δημοσίων εγγράφων που είχαν άμεση σχέση με ποδοσφαιρικές δραστηριότητες, το οποίο φερόταν ότι τελέστηκε τον Ιανουάριο του 2011. Εξάλλου, έκριναν ότι η υποβολή νοθευμένου αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας της Π.Α.Ε. “….” οφειλόταν αποκλειστικά σε δόλια ενέργεια του λογιστή της . …., η οποία δεν μπορούσε να παράγει δυσμενείς συνέπειες σε βάρος της Π.Α.Ε. Περαιτέρω,  ο τρίτος εναγόμενος γνώριζε την αναλήθεια των ανωτέρω, διότι, αφενός μεν κανένα αποδεικτικό στοιχείο, επιχείρημα ή έστω τεκμήριο, για την αλήθεια των εκφερομένων από μέρους του γεγονότων δεν ανέφερε ούτε εισέφερε, πολύ, δε, περισσότερο, εκ του ότι, ως άνθρωπος που ασχολείται με το ποδόσφαιρο, γνώριζε τις αποφάσεις των Πειθαρχικών Οργάνων της Ε.Π.Ο., δυνάμει των οποίων δεν αποδόθηκαν ευθύνες στην Π.Α.Ε. “……………….” (και συνακόλουθα, στον τότε Πρόεδρό της, ενάγοντα), αλλά μόνο στον πρώην λογιστή της, όπως κατέθεσε με βεβαιότητα η μάρτυρας απόδειξης. Εξάλλου, σε άλλο σημείο της ως άνω εκπομπής αναφέρθηκαν τα εξής : (… : «… Ας πει ο Κύριος ……………….. στον κόσμο, στους συναδέλφους του, αλλά και στα δικαστήρια που πηγαίνει γιατί παραιτήθηκε από πολιτική αγωγή στην υπόθεση αυτή; Είναι γιατί    όπως λέει ο κόσμος έξω, εγώ δεν το υιοθετώ αυτό και δεν το γνωρίζω, λόγω τιμήματος ή για κάποια συναλλαγή; Γιατί παραιτήθηκε;”. (… : “Αυτό που λέτε είναι βαρύ. Είναι βαρύ αυτό που λέτε”. (……………….) : “Δεύτερον, ρωτάω δεν το λέω εγώ. Ρωτάω. Ας πει ο Κύριος ……………….. στον κόσμο πως είναι δυνατόν αυτοί οι ποδοσφαιριστές που πουληθήκανε, που δεν παίζουν ούτε σε Α’ τοπικό, 500.000 και πήρε το τίμημα”. (…. : “Ποιοι; Ποιοι ποδοσφαιριστές;” (……………….) : Δύο ποδοσφαιριστές δεν πούλησε που έλεγε εδώ στην εκπομπή, που έκανε παρέμβαση”. (…. : “Λέτε για τον …. και έναν ακόμα”. (……………….) : “Ούτε σε Α΄ τοπικό δεν παίζουν και πουληθήκανε αυτοί οι παίχτες 500.000 ευρώ για να πάρει τα χρήματα  από τον …. ο Κύριος ……………….. …”. Οι φράσεις αυτές του τρίτου εναγόμενου, αν και διατυπώνονται υπό τύπο ερώτησης ή αμφιβολίας, διαλαμβάνουν ισχυρισμούς με σαφείς υπαινιγμούς αναφορικά με το πρόσωπο του ενάγοντα, σχετικά με την αιτία παραίτησης του ενάγοντος από την πολιτική αγωγή, εννοώντας την υπόθεση κατάρτισης των πινάκων διαιτησίας Κ.Ε.Δ. – Ε.Π.Ο. για την ποδοσφαιρική περίοδο 2012 -2013, ήτοι της εγκληματικής οργάνωσης που λυμαινόταν το χώρο του ποδοσφαίρου, λόγω λήψης παράνομα χρηματικού ανταλλάγματος. Ο άνω ισχυρισμός τυγχάνει ψευδής, αφού δεν αποδείχθηκε από κανένα αποδεικτικό μέσο. Αντίθετα, όπως με σαφήνεια κατέθεσε, στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, η ίδια ως άνω μάρτυρας απόδειξης, η Π.Α.Ε. “…..”, εκπροσωπούμενη από τον τότε Πρόεδρό της – εδώ ενάγοντα – είχε προβεί σε δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγής στην εν λόγω υπόθεση, η οποία δεν αποσύρθηκε όσο Πρόεδρος της εν λόγω Π.Α.Ε. ήταν ο ενάγων. Ωστόσο, μετά τη μεταβίβαση των μετοχών της πιο πάνω Π.Α.Ε. από τον ενάγοντα σε άλλο ιδιοκτήτη, αυτός (ο ενάγων) δεν μπορούσε πλέον να την εκπροσωπεί και υποκαταστάθηκε η πολιτική αγωγή από άλλο πρόσωπο, ήτοι το νέο ιδιοκτήτη της ΠΑΕ “….”. Αντίστοιχα, από την ίδια κατάθεση συνάγεται ότι ο ενάγων ουδέποτε πούλησε παίκτες της ως άνω ΠΑΕ (….) στην ΠΑΕ “….”, αντί 500.000 Ευρώ. Αντιθέτως, μετά τη μεταβίβαση της ΠΑΕ “….”, στις 7.8.2015, ο ενάγων κράτησε το πούλμαν της ομάδας και τα δικαιώματα για κάποιους ποδοσφαιριστές, ήτοι ένα συμφωνηθέν ποσοστό από την ενδεχόμενη πώλησή τους. Για το λόγο αυτό, ο ενάγων απέστειλε προς την ΠΑΕ “…..”, το Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΠΑΕ “……..” … …., την ΠΑΕ “….”, τον Πρόεδρο και το Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΠΑΕ “…”, την από 14.1.2016 εξώδικη δήλωση, αιτούμενος την καταβολή σε αυτόν του ως άνω ποσού, το οποίο δεν του είχε καταβληθεί. Επίσης, ο ενάγων δικαιούνταν να λάβει από την ΠΑΕ “….” χρήματα που αφορούσαν στα δικαιώματα της ΠΑΕ “….” από τα τροφεία για την πώληση του ποδοσφαιριστή …. στην Μπενφίκα, αντί ποσού 15.000.000 Ευρώ, όπου η ΠΑΕ “……..” δικαιούνταν ποσοστό 5%, δικαίωμα το οποίο εκχωρήθηκε σε αυτόν (τον ενάγοντα), κατά τη μεταβίβαση των μετοχών της εν λόγω ΠΑΕ, σύμφωνα με το από 7.8.2015 ιδιωτικό συμφωνητικό μεταβίβασης μετοχών, έλαβε, δε, ο ενάγων, για την αιτία, αυτή, από την ΠΑΕ “……”, το ποσό των 75.000 ευρώ. Ο τρίτος εναγόμενος, γνώριζε την αναλήθεια των όσων επικαλέστηκε, καθόσον, πέραν των όσων διατείνεται, κανένα άλλο συγκεκριμένο περιστατικό επικαλείται, από το οποίο να προκύπτει η αλήθεια των λεγομένων του, αντίθετα, μάλιστα ως άνθρωπος που ασχολείται με το ποδόσφαιρο, ήταν σε θέση να γνωρίζει τα ανωτέρω, ήτοι τα δικαιώματα που ο ενάγων είχε από την πώληση της ΠΑΕ “……………….”, αφού αυτά είχαν λάβει δημοσιότητα, σε κάθε δε, περίπτωση, ο εν λόγω εναγόμενος ως κατηγορούμενος στην εν λόγω δίκη, γνώριζε ότι ο ενάγων δεν είχε παραιτηθεί από τη δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγής, πολύ δε περισσότερο, ότι δεν έκανε τούτο έναντι χρηματικού ανταλλάγματος. Περί τούτων, κατέθεσε η μάρτυρας απόδειξης, η οποία ανέφερε ότι η μεταβίβαση της ΠΑΕ “……………….” έγινε στις 7.8.2015, γεγονός που έλαβε δημοσιότητα στον αθλητικό τύπο και  η παραίτηση από τη δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγή έγινε ένα χρόνο μετά, όταν πλέον ο ενάγων δεν ήταν πρόεδρος της εν λόγω Π.Α.Ε., γεγονότα που γνώριζε ο τρίτος εναγόμενος. Επίσης, ήταν σε γνώση του τρίτου εναγομένου, ως ανθρώπου που ασχολούνταν επί σειρά ετών με το ποδόσφαιρο, ότι οι άνω παίκτες, στους οποίους αναφερόταν (………. και ……….) δεν ήταν ερασιτέχνες για να παίζουν στο Α΄ τοπικό πρωτάθλημα, αλλά επαγγελματίες ποδοσφαιριστές, οι οποίοι είχαν πολλές συμμετοχές στη Superleague. Σημειωτέον ότι οι ανωτέρω ισχυρισμοί, διατυπώθηκαν μεν υπό μορφή ερώτησης και επιφύλαξης για την αλήθεια  τους από μέρους του τρίτου εναγομένου, πλην όμως, από τον τρόπο και το ύφος που διατυπώνονται (υπό μορφή υπαινιγμού), σε συνδυασμό με τη σοβαρότητά τους και το μέγεθος της ηθικής απαξίας για το πρόσωπο του ενάγοντα, που διαλαμβάνουν, συνάγεται η γνώση του τρίτου εναγομένου  περί την αναλήθεια τούτων. Ακολούθως, ψευδής ήταν και ο ισχυρισμός του ίδιου εναγομένου ότι «… επίσης ένα σημαντικό θέμα που πρέπει να ψάξει η δικαιοσύνη είναι όταν μεταβιβάστηκαν οι μετοχές της ……………….. στον άνθρωπο που μεταβιβάστηκαν, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν ξέρω αν ήταν κατηγορούμενος ή αν είχε φυλακιστεί για Ναρκωτικά, σύμφωνα με τον νόμο αυτό απαγορεύεται. Πήρε κάποιο τίμημα. Άρα το τίμημα αυτό που πήρε είναι νόμιμα…;», αφού οι μετοχές της εν λόγω ομάδας μεταβιβάστηκαν στην  …….., η οποία δεν έχει καμία εμπλοκή με παράνομες πράξεις διακίνησης ναρκωτικών, όπως κατέθεσε η μάρτυρας απόδειξης. Εξάλλου, ο τρίτος εναγόμενος τελούσε σε γνώση του ψεύδους αυτού, αφού ουδέν υποστηρικτικό του ισχυρισμού του προσκομίζει ούτε δημοσιεύματα του τύπου, στα οποία, κατά τα αναφερόμενα στις προτάσεις του, στηρίζει τους ισχυρισμούς του, ενώ και η ίδια ως άνω μάρτυρας ανέφερε ότι ο εναγόμενος αυτός γνώριζε πολύ καλά σε ποιον πουλήθηκε η ΠΑΕ “……………….”, η οποία  και δεν έχει καμία σχέση με τον χώρο αυτό (τον ποινικό) ότι η μεταβίβαση  έχει εγκριθεί από την επιτροπή επαγγελματικού αθλητισμού, η οποία δημοσιοποιείται, ότι η κυρία ………. είναι αυτοκινητίστρια και ο σύζυγός της είναι ο ………. που έγινε και Πρόεδρος της ομάδας, καθώς και ότι στην Ε.Π.Ο. προσκομίζονται τα ποινικά μητρώα και δεν μπορεί να αποκτήσει την Π.Α.Ε. κάποιος που έχει ποινικό μητρώο. Επίσης, ψευδείς ήταν και οι ισχυρισμοί του τρίτου εναγομένου, σύμφωνα με τους οποίους ο ενάγων έχει αλλάξει τις καταθέσεις του τουλάχιστον τέσσερις φορές, καθώς και ότι ενόσω ο εν λόγω εναγόμενος ήταν προφυλακισμένος, προσπαθούσε (ο ενάγων) να επηρεάσει Ανακριτές με την εμφάνισή του στην εν λόγω εκπομπή και τις τοποθετήσεις που ελάμβανε σε αυτήν. Των ανωτέρω γεγονότων ο τρίτος εναγόμενος τελούσε εις γνώση του ψεύδους τους, αφού ουδέν ενισχυτικό τούτων στοιχείο εμφάνισε προς απόδειξή τους, αντιθέτως, ενώ από την κατάθεση της μάρτυρος απόδειξης αποδείχθηκε ότι ο ενάγων συνέβαλε με  τις καταθέσεις και τις καταγγελίες του στη διαλεύκανση της υπόθεσης που αφορούσε στην ύπαρξη εγκληματικής οργάνωσης στο ελληνικό ποδόσφαιρο και ήταν βασικός μάρτυρας κατηγορίας σε αυτή. Επιπλέον, οι φράσεις του τρίτου εναγόμενου από το διάλογό του με τον ενάγοντα «… Δεν θα κριθώ  από έναν άνθρωπο μυθομανή που επίσης καθημερινά αλλάζει τις καταθέσεις του…», «Μύδρους, λάσπη, ψέματα είναι μυθομανής. Μυθομανής», δεν περιέχουν από μόνες τους κάποιο συγκεκριμένο γεγονός, πλην όμως διαλαμβάνουν αξιολογικές κρίσεις και γνώμες του εν λόγω εναγομένου, που υποκρύπτουν συμβάντα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία, τα οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντα, αφού αφήνουν ευθέως υπόνοιες ότι αυτός (ενάγων) προέβη σε αλλαγή των μαρτυρικών του καταθέσεων, σχετικά με την άνω  υπόθεση (αναφερόμενος στην υπόθεση της εγκληματικής οργάνωσης στο ποδόσφαιρο), γεγονός όμως του οποίου ο εν λόγω εναγόμενος δεν απέδειξε τη βασιμότητα. Ο ίδιος, δε, γνώριζε την αναλήθεια των όσων επικαλέστηκε, καθόσον κανένα άλλο περί τούτου συγκεκριμένο περιστατικό επικαλέστηκε, από το οποίο να προκύπτει η βασιμότητα των καταγγελιών του, ενώ παράλληλα αποδείχθηκε, όπως εκτέθηκε και παραπάνω, ότι συνέβαλε (ο ενάγων) στην ποινική διαδικασία που αφορούσε την υπόθεση της εγκληματικής οργάνωσης στο χώρο του ποδοσφαίρου, με την κατάθεση υπομνημάτων και τις καταθέσεις του ως μάρτυρας για την υπόθεση αυτή. Τα ανωτέρω δεν αναιρούνται από την κατάθεση του μάρτυρα ανταπόδειξης – δημοσιογράφου και συνεργάτη στο παρελθόν του τρίτου εναγομένου, ο οποίος δεν αναφέρθηκε σε πραγματικά περιστατικά, αλλά περιορίστηκε σε γενικές και αόριστες κρίσεις για τα άνω σχόλια και ισχυρισμούς του τρίτου εναγομένου, χωρίς να εκθέσει περαιτέρω στοιχεία, στα οποία ο εν λόγω εναγόμενος στήριξε τους ισχυρισμούς του ή πίστευε ότι αυτοί είναι αληθείς. Όσον αφορά στα προαναφερόμενα γεγονότα, που ο τρίτος εναγόμενος ισχυρίστηκε ενώπιον τρίτων και ειδικότερα των τηλεθεατών της προαναφερόμενης εκπομπής, σχετικά με το πρόσωπο του ενάγοντος, μπορούσαν να βλάψουν, όπως και έβλαψαν, την τιμή και την υπόληψη του τελευταίου. Εξάλλου, ήταν ψευδή και το ψεύδος τους το γνώριζε ο τρίτος εναγόμενος, με αποτέλεσμα να συνιστούν συκοφαντική δυσφήμιση σε βάρος του ενάγοντος. Τέλος, στα αποσπάσματα του διαλόγου του πρώτου και του τρίτου των εναγομένων, διαλαμβάνονται οι φράσεις «.. είχες πάρει συνέντευξη πρόσφατα πριν δύο μέρες σε αυτόν τον Μίκυ Μάους τον ………………., που λέμε ;» και στη συνέχεια «… Καταρχήν θα πρέπει να τον βάλετε σε μία πιο ψηλή καρέκλα να σηκωθεί λίγο. Γιατί δεν μπορεί να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων», «… Έχει κλάψει κιόλας εδώ. Δεν είχες μαντηλάκια εκείνη την ημέρα.», καθώς και «…Κύριε ……………….εδώ η ελληνική κυβέρνηση, αυτό είναι το χάος και το αίσχος, είχε συνοδούς να προστατεύουν τον ………………., να μην τρελαθούμε», βάλλουν ευθέως κατά της υπόληψης και της τιμής του ενάγοντος και είναι εξυβριστικές, αφού εκφεύγουν από το αναγκαίο μέτρο έκφρασης. Οι άνω εκφράσεις δεν έγιναν με σατιρική και χιουμοριστική διάθεση, αφού, άλλωστε, και το ύφος της εν λόγω εκπομπής δεν είναι  τέτοιο, υπερέβησαν δε, το αναγκαίο μέτρο για να αποδοθεί το περιεχόμενο της σκέψης του εν λόγω εναγομένου. Σημειωτέον ότι για όλα τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά δεν αποδείχθηκε ότι ασκήθηκε έφεση από τον         τρίτο εναγόμενο, ούτε άλλωστε προσβάλλονται με λόγο έφεσης (για το ότι δεν είναι δυσφημιστικά ή εξυβριστικά) από τους εκκαλούντες. Περαιτέρω, όσον αφορά στον πρώτο εναγόμενο, με τον πρώτο λόγο της έφεσης επαναφέρει την και πρωτοδίκως προβληθείσα ένσταση, κατ’ άρθρο 367 §1 του Π.Κ., περί δικαιολογημένου ενδιαφέροντος, που αίρει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης του. Ειδικότερα, είχε επικαλεστεί ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ότι, συνέτρεχε στο πρόσωπό του, ως δημοσιογράφου, εύλογο ενδιαφέρον για τη μετάδοση προς το κοινωνικό σύνολο και τους φιλάθλους του ποδοσφαίρου, ενός αληθούς σε κάθε περίπτωση συμβάντος. Όμως, ο πρώτος εναγόμενος  – δημοσιογράφος, ως συντονιστής και κεντρικός παρουσιαστής της ως        άνω τηλεοπτικής εκπομπής, ο οποίος επιμελείται της θεματολογίας της και         είχε προγραμματίσει την εμφάνιση του τρίτου εναγομένου σε αυτήν, ως καλεσμένου, ήταν σε θέση να μην επιτρέψει να ειπωθούν ή, τουλάχιστον,     να ζητήσει την ανάκληση των επίμαχων φράσεων από μέρους του τρίτου εναγομένου. Εντούτοις, δεν το έπραξε, αν και θα μπορούσε να τον διακόψει, επισημαίνοντάς του την πραγματική αιτία, για την οποία τον είχε καλέσει        στην εκπομπή. Παράλληλα, του επέτρεψε να αναφέρεται στον ενάγοντα για περίπου δεκαπέντε λεπτά, δυσφημώντας τον επί μακρόν και επανειλημμένα ενώπιον του τηλεοπτικού κοινού. Επιπλέον, ο πρώτος εναγόμενος, όχι μόνο ανεχόταν τις παραπάνω συκοφαντικές και εξυβριστικές για τον ενάγοντα φράσεις, αλλά και με διάφορες διατυπώσεις του πυροδοτούσε ο ίδιος τα σχόλια και τους προσβλητικούς ισχυρισμούς του τρίτου εναγομένου σε βάρος του ενάγοντος. Ειδικότερα, αυτός (ο πρώτος εναγόμενος), ξεκίνησε πρώτος λέγοντας ότι «η κυρία …… παρέδωσε τη δικογραφία των πλαστών ενημεροτήτων στον ανακριτή…», δίνοντας έτσι το έναυσμα στον τρίτο εναγόμενο για τη διατύπωση των ανωτέρω συκοφαντικών ισχυρισμών του.  Σε άλλο σημείο, προσπάθησε μεν να διακόψει τον τελευταίο, λέγοντας «σας παρακαλώ όχι όχι εκφράσεις όχι … Σας παρακαλώ. Όχι χαρακτηρισμούς», πλην όμως, στη συνέχεια, συνέχισε τη συζήτηση για τον ενάγοντα, λέγοντας «Ε, καλά κάποτε ήσασταν φίλος με τον κύριο ….» και «Δεν ήσασταν και τόσο  σταθερός. Τώρα είναι ο Κύριος ……………….. φίλος» και συνεχίζει να  ρωτάει «Ποιοι; Ποιοι ποδοσφαιριστές;» και εν τέλει, ενώ είχαν προηγηθεί  οι παραπάνω συκοφαντικοί ισχυρισμοί του τρίτου εναγομένου, αναφέρει «Λοιπόν, αφήστε να είναι παρών. Να είναι παρών», καθώς και «Αφού συμφώνησε και ο κύριος ……………….. Θα καλέσουμε και τον κύριο ……………….». Επιπλέον, ο πρώτος εναγόμενος, ως έμπειρος δημοσιογράφος, ο οποίος ασχολείται επί σειρά ετών με ζητήματα σχετικά με τον αθλητισμό και κυρίως  το άθλημα του ποδοσφαίρου, γνώριζε, όταν καλούσε τον τρίτο εναγόμενο στην εκπομπή του, ότι αυτός θα αναφερθεί στον ενάγοντα, καθόσον ο τελευταίος ήταν βασικός μάρτυρας κατηγορίας στην υπόθεση της εγκληματικής οργάνωσης του ελληνικού ποδοσφαίρου, για την οποία  είχε διενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση, είχε ασκηθεί ποινική δίωξη          κατά του τρίτου εναγομένου και είχε παραπεμφθεί σε δίκη. Εάν πράγματι, ενδιαφερόταν ο τρίτος εναγόμενος για την πληροφόρηση του κοινού,       όφειλε τουλάχιστον να καλέσει τηλεφωνικά τον ενάγοντα προκειμένου να τοποθετηθεί για τα όσα τον κατηγορούσε ο τρίτος εναγόμενος, όπως είχε πράξει και στο παρελθόν. Ειδικότερα, τούτο είχε πράξει ο πρώτος εναγόμενος τουλάχιστον δύο φορές στο παρελθόν, στις 24.9.2013 και το Νοέμβριο του 2014, όπου καλεσμένος ήταν ο εδώ ενάγων και είχε καλέσει τηλεφωνικά τον τρίτο εναγόμενο, προκειμένου να τοποθετηθεί. Με τον τρόπο αυτό, θα έδινε πράγματι τη δυνατότητα στο τηλεοπτικό κοινό, αφού ακούσει τις απόψεις      και τα επιχειρήματα και από τις δύο πλευρές, να ενημερωθεί σωστά για            τα ανωτέρω. Ο πρώτος εναγόμενος, όμως δεν έπραξε τούτο ούτε όταν ο καλεσμένος στη ίδια εκπομπή – δικηγόρος ……, του το υπέδειξε,      μετά απ’ όσα αναφέρθηκαν και μετέθεσε την κλήση του ενάγοντος “για αντιπαράθεση”, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, με τον τρίτο εναγόμενο,  αορίστως σε επόμενη εκπομπή, που ουδέποτε έλαβε χώρα. Έτσι, επέτρεψε εν γνώσει του στον τελευταίο, στον οποίο σημειωτέον είχε επιβληθεί, από τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα της Super League, η ποινή της εφ’ όρου  ζωής, απαγόρευσης εκτέλεσης οποιασδήποτε δραστηριότητας σχετικής με   το ποδόσφαιρο και της εισόδου στους αγωνιστικούς χώρους, και μάλιστα   χωρίς την προβολή των απόψεων του ενάγοντος, που είχε πρωταρχικό  ρόλο στη διερεύνηση της ύπαρξης εγκληματικής οργάνωσης στο χώρο του ποδοσφαίρου, να τον δυσφημίσει. Κατά συνέπεια, στο τηλεοπτικό κοινό  έμεινε η εντύπωση των όσων δυσφημιστικών γεγονότων είχε ισχυριστεί για τον ενάγοντα ο τρίτος εναγόμενος, ειδικά επειδή η αναφορά στον ενάγοντα έλαβε χώρα σε δύο σημεία της εκπομπής, πολύ περισσότερο δε που στην πρώτη περίπτωση ακολουθούσε τηλεοπτικό διάλειμμα και μετά τη διακοπή ξεκίνησε άλλο θέμα συζήτησης. Σημειωτέον ότι ακόμη και ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, η ένσταση του πρώτου εναγόμενου περί δικαιολογημένου ενδιαφέροντος στηριζόταν, όπως προαναφέρθηκε, στο  ότι η μετάδοση αφορούσε σε “ένα αληθές σε κάθε περίπτωση συμβάν”, υιοθετώντας έτσι τα συκοφαντικά γεγονότα του τρίτου εναγομένου. Ακόμη  και ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ο πρώτος εναγόμενος δεν προέβαλε  τον ισχυρισμό ότι, δεν γνώριζε, ούτε ανυπαίτια, την αναλήθεια των διαδόσεων του τρίτου εναγομένου. Επομένως, ο πρώτος εναγόμενος γνώριζε την αναλήθεια των ισχυρισμών που ο τρίτος εναγόμενος ανέφερε, πλην όμως υπαίτια επέτρεψε τη διάδοσή τους μέσω της εκπομπής του, ενώ όφειλε να τηρήσει τις «συναλλακτικές υποχρεώσεις του τύπου», που του επέβαλαν, τουλάχιστον, να καλέσει στην εκπομπή τον ενάγοντα για να προβάλει αντίλογο στα ισχυριζόμενα από τον τρίτο εναγόμενο. Και τούτο, ενώ  γνώριζε ότι η δημοσίευση των ανωτέρω συκοφαντικών και εξυβριστικών ισχυρισμών δεν ήταν αναγκαία για την ενημέρωση του τηλεοπτικού κοινού  και ξεπερνούσε κάθε ανεκτό και επιβαλλόμενο μέτρο κριτικής, έχοντας  ως σκοπό να μειώσει δημόσια την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος, ως δικηγόρου, ατόμου ασχολούμενου διοικητικά με το ποδόσφαιρο, αλλά και ως ανθρώπου. Τα ανωτέρω, δεν μπορούν να αναιρεθούν από την κατάθεση του μάρτυρα ανταπόδειξης, ο οποίος αποδέχθηκε ότι πριν από κάποια ζωντανή εκπομπή είθισται να προηγείται κάποια βασική προσυνεννόηση μεταξύ του δημοσιογράφου και του καλεσμένου του, σχετικά με τη θεματολογία της εκπομπής, ανέφερε, δε, ότι, κατά τη γνώμη του, ο πρώτος εναγόμενος κατέστησε σαφές στον καλεσμένο του – τρίτο εναγόμενο πως   δεν υιοθετούσε τους ισχυρισμούς του. Όμως, τούτο δε δύναται να συναχθεί από την επισκόπηση της υπό κρίση εκπομπής, από την οποία καθίσταται σαφές ότι ο πρώτος εναγόμενος όχι μόνο δε διέκοπτε, αλλά, αντίθετα, συχνά προκαλούσε ή έδινε αφορμή για περαιτέρω ισχυρισμούς στον τρίτο εναγόμενο. Επομένως, η ένσταση δικαιολογημένου ενδιαφέροντος, που προβλήθηκε από τον πρώτο εναγόμενο και κατ’ επέκταση και η έλλειψη ευθύνης, από τη δεύτερη εναγόμενη, η οποία ευθύνεται αντικειμενικά, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη και οι ανωτέρω πράξεις ήταν υπαίτιες (άρθρο 330 Α.Κ.) και παράνομες (άρθρα 57, 914, 920 Α.Κ., 362 – 363 και 361 Π.Κ.). Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο απέρριψε την ανωτέρω ένσταση,        έστω και με διαφορετική εν μέρει αιτιολογία, που συμπληρώνεται μ’ αυτή της παρούσας (άρθρο 534 του Κ.Πολ.Δ.), δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και την εφαρμογή του νόμου, απορριπτόμενου ως ουσιαστικά αβάσιμου του πρώτου λόγου της έφεσης. Σημειωτέον ότι ο ισχυρισμός          των εκκαλούντων – δύο πρώτων εναγομένων, πως αποκατέστησαν την προσβολή σε βάρος του ενάγοντος, κατά το ν. 1178/1981, στην εκπομπή που προβλήθηκε στις 9.1.2017, όπως αναφέρεται στις προτάσεις τους, χωρίς να προβληθεί με λόγο έφεσης, δεν αποδείχθηκε βάσιμος κατ’ ουσία. Και τούτο, διότι δεν έλαβε χώρα, όπως ορίζεται στην παρ. 5 του άρθρου μόνου του      ως άνω νόμου, ρητή ανάκληση της προσβολής, κατά το αποσταλέν από τον προσβληθέντα έγγραφο και σε ανάλογη έκταση και μέγεθος με την επιλήψιμη προσβολή (έγινε αναφορά μόνο για ένα λεπτό της ώρας και για το ότι υποβλήθηκε εξώδικο από τον ενάγοντα, του οποίου απεικονίστηκε η πρώτη σελίδα και από τον πρώτο εναγόμενο έγινε αναφορά περί μη υιοθέτησης       των αναφερομένων του τρίτου εναγόμενου με αόριστη πρόσκληση προς τον ενάγοντα να προσέλθει στην εκπομπή για συζήτηση των προβλημάτων του ελληνικού ποδοσφαίρου). Ενόψει των παραπάνω πραγματικών περιστατικών, των ως άνω δυσφημιστικών γεγονότων και εξυβριστικών ισχυρισμών, ενόψει και της υψηλής τηλεθέασης του σταθμού, που είναι πανελλήνιας εμβέλειας, έλαβε γνώση μεγάλος αριθμός πολιτών, σχηματίστηκε δε σ’ αυτούς μειωτική εικόνα για το πρόσωπο του  ενάγοντος. Αποτέλεσμα των ανωτέρω, ήταν           να βλαβεί η τιμή και η υπόληψη του ενάγοντος, ως ατόμου, καταξιωμένου δικηγόρου – ποινικολόγου και επιστήμονα, αλλά και ως ασχολούμενου διοικητικά με τον αθλητισμό, και να υποστεί σημαντική ηθική βλάβη. Πρέπει επομένως, να υποχρεωθούν οι πρώτος και δεύτερη εναγόμενοι να του καταβάλουν, εις ολόκληρον, ως χρηματική ικανοποίηση το ποσό των 20.000 ευρώ. Το ποσό αυτό το δικαστήριο κρίνει εύλογο με βάση την έκταση της προσβολής, την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών και την συμπεριφορά του πρώτου εναγομένου μετά την τέλεση της αδικοπραξίας        και κατ’ εφαρμογή και της αρχής της αναλογικότητας (Ολ.Α.Π. 9/2015 σε www.areiospagos.gr, Ολ.Α.Π. 6/2011 και Α.Π. 1406/2015 αμφότερες στην Τ.Ν.Π. “ΝΟΜΟΣ”). Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και υποχρέωσε τους εναγομένους αυτούς να καταβάλουν εις ολόκληρον στον ενάγοντα το ίδιο ποσό, ορθά εκτίμησε         τις αποδείξεις και εφάρμοσε το νόμο, απορριπτομένου ως αβάσιμου του τρίτου λόγου της έφεσης.

VΙ.  Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος προς εξέταση, πρέπει ν’ απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη, η από 29.6.2018  έφεση των εκκαλούντων – δύο πρώτων εναγομένων, να διαταχθεί η  εισαγωγή του κατατεθέντος από τη δεύτερη εκκαλούσα παραβόλου των εκατόν πενήντα (150) ευρώ στο Δημόσιο Ταμείο και να καταδικαστούν οι τελευταίοι, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 183 και 191 §2 Κ.Πολ.Δ., 69      §1, 68 §1, 63 §1 στοιχ. i περ. α του ν. 4194/2013), στη δικαστική δαπάνη     του εφεσίβλητου, κατόπιν του σχετικού αιτήματός του, για τον παρόντα  βαθμό δικαιοδοσίας, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 29.6.2018 και          με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2018 έφεση των εκκαλούντων,        κατά της οριστικής απόφασης 2316/2018 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του, κατατεθέντος από        τη δεύτερη εκκαλούσα, παραβόλου των εκατόν πενήντα (150) ευρώ, που αναφέρεται στο σκεπτικό.  Και

Καταδικάζει τους εκκαλούντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων  του εφεσίβλητου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία καθορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις   12 Σεπτεμβρίου 2019.

  Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Και αντ΄ αυτής,

λόγω μεταθέσεως

και αναχωρήσεώς της,

η αρχαιότερη της

συνθέσεως Εφέτης,

Αικατερίνη Κοκόλη.

 

 

 

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, την 1η Νοεμβρίου  2019, με άλλη σύνθεση, λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως της Προέδρου Εφετών,  Αμαλίας Μήλιου, αποτελουμένη από τους Δικαστές, Αικατερίνη Κοκόλη, Προεδρεύουσα Εφέτη,  Ελένη Σκριβάνου και Ελευθέριο Γεωργίλη,  Εφέτες, και με Γραμματέα την Ελένη Τσίτου, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

                     Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ                                               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

                               ΕΦΕΤΗΣ