Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 666/2019

Αριθμός  666/2019

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών, Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη-Εισηγήτρια και Ευαγγελία Πανταζή, Εφέτη,   και από τη Γραμματέα Κ.Δ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την από 5-10-2017 (αρ. καταθ. …./2017) κλήση επαναφέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, κατ΄ άρθρο 581 παρ. 1 του ΚΠολΔ, η υπόθεση [ως προς την από 18-8-2009 (αρ. καταθ. …./2009) έφεση], ύστερα από την έκδοση α) της υπ΄ αρ. 474/2013 αποφάσεως του Δικαστηρίου αυτού, με την οποία, απορρίφθηκε η από 5-4-2012 (αρ. καταθ. …./2012) έφεση και έγινε δεκτή η από 18-8-2009 (αρ. καταθ. …./2009) έφεση, και β) της υπ΄ αρ. 1600/2014 αποφάσεως του Αρείου Πάγου. Με την τελευταία αναιρέθηκε η ως άνω υπ΄ αρ. 474/2013 εφετειακή απόφαση και παραπέμφθηκε η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο (Εφετείο Πειραιώς), συγκροτούμενο από άλλους Δικαστές.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 581 παρ. 1 του ΚΠολΔ στο Δικαστήριο της παραπομπής η υπόθεση εισάγεται και συζητείται με κλήση. Δεν είναι απαραίτητο να επιδοθεί η αναιρετική απόφαση. Κατά τη σαφή έννοια της διατάξεως αυτής, για την εισαγωγή της υποθέσεως προς συζήτηση στο Δικαστήριο της παραπομπής, μετά την αναίρεση της αποφάσεως, απαιτείται κλήση, που πρέπει να επιδοθεί στον αντίδικο του επισπεύδοντος, χωρίς να είναι υποχρεωτική και η επίδοση της αποφάσεως (ΑΠ 141/2005). Εξάλλου, από την ως άνω διάταξη σε συνδυασμό με αυτή του άρθρου 579 του ίδιου Κώδικα προκύπτει, ότι αν αναιρεθεί η απόφαση οι διάδικοι επανέρχονται στην προηγουμένη της αναιρεθείσας απόφασης κατάσταση και η διαδικασία ακυρώνεται, μόνον εφόσον στηρίζεται στην παράβαση, για την οποία έγινε δεκτή η αναίρεση, με την έννοια ότι, εφόσον η απόφαση αναιρέθηκε εν όλω αποβάλλει κάθε ισχύ και θεωρείται ως εντελώς άκυρη και η συζήτηση, κατά την οποία εκδόθηκε, καταργείται, με συνέπεια και οι προτάσεις που κατατέθηκαν σ΄ αυτήν να μη λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο της παραπομπής (ΑΠ 25/1983, ΑΠ 675/1980 ΝοΒ 28.2012). Κατά τη συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου της παραπομπής εφαρμόζονται οι κανόνες, που ρυθμίζουν τη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου, που εξέδωσε την αναιρεθείσα απόφαση, αναλόγως αν τούτο δίκασε ως πρωτοβάθμιο ή δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, κατά την τακτική ή ειδική διαδικασία και η ερημοδικία των διαδίκων υπόκειται στη ρύθμιση των κανόνων, οι οποίοι αναφέρονται στη διεξαγωγή της δίκης στο δευτεροβάθμιο ή πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ανάλογα αν η απόφαση που αναιρέθηκε είναι του δευτεροβάθμιου ή του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (ΕφΘρακ 14/2016, ΕφΔωδ 171/2013).

Από τις υπ΄ αρ. …….. εκθέσεις επιδόσεως της Δικαστικής Επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιά ……….., αντίστοιχα, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι καλούντες, επισπεύδοντες την παρούσα συζήτηση, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της ως άνω  ένδικης από 5-10-2017 (αρ. καταθ. …/2017) κλήσεως, για την εισαγωγή της από 18-8-2009 (αρ. καταθ. …./2009) εφέσεως προς συζήτηση στο παρόν Δικαστήριο παραπομπής, μετά την αναίρεση της από 474/2013 αποφάσεως του Δικαστηρίου αυτού, με πράξεις καταθέσεως, ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 11-1-2018, οπότε αναβλήθηκε η υπόθεση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (6-12-2018) [κατά την οποία (πρώτη δικάσιμο) οι δεύτερη, τρίτος και τετάρτη των καθ΄ ων η κλήση δεν εμφανίστηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο Δικηγόρο], επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως στους δεύτερη, τρίτο και τετάρτη των καθ΄ ων η κλήση, αντίστοιχα. Οι ως άνω καθ΄ ων η κλήση, όμως, (ήτοι οι δεύτερη, τρίτος και τετάρτη από αυτούς), δεν εμφανίσθηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο Δικηγόρο κατά την παρούσα δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση (τη συζήτηση της οποίας, όπως προαναφέρθηκε, επισπεύδουν οι καλούντες), εκφωνήθηκε νόμιμα στη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συνεπώς, ενόψει του ότι η αναβολή της συζήτησης και η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο θεωρείται ως κλήτευση ως προς όλους τους διαδίκους [άρθρο 226 παρ. 4 του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην κατ΄ έφεση δίκη κατ΄ άρθρο 498 παρ. 2 του ιδίου Κώδικα (ΕφΚρητ 183/2009)], πρέπει να δικασθούν ερήμην, πλην όμως, η διαδικασία θα προχωρήσει σαν να ήταν και αυτοί παρόντες (άρθρο 524 παρ. 1 και 4 εδ. α΄ του ΚΠολΔ).

Από τις διατάξεις των άρθρων 94 παρ. 1, 115 παρ. 3, 524 παρ. 1, 237 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως τα δύο τελευταία αντικαταστάθηκαν με τα άρθρα 16 παρ. 3 και 7 παρ. 1 και 2 του Ν. 2915/2001, με ισχύ από 1-1-2002, ενώπιον των Εφετείων οι διάδικοι πρέπει να παρίστανται δια ή μετά πληρεξουσίου Δικηγόρου και να καταθέτουν εμπροθέσμως γραπτές προτάσεις, διαφορετικά, εάν δηλαδή παρίστανται μεν δια ή μετά πληρεξουσίου Δικηγόρου, δεν καταθέτουν, όμως, καθόλου ή εμπροθέσμως τις προτάσεις τους (καθώς και στην αντίθετη περίπτωση), θεωρούνται ότι δεν λαμβάνουν μέρος κανονικά στη συζήτηση και δικάζονται ερήμην. Επίσης, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 524 παρ. 1 και 237 παρ. 1 και 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύουν το πρώτο άρθρο από 1-1-2002, μετά την προσθήκη δεύτερου εδαφίου στην παράγραφο 1 αυτού με το άρθρο 8 παρ. 3 του Ν. 3043/2002 και το δεύτερο (άρθρο) κατά τα ως άνω, συνάγεται ότι στην περίπτωση του άρθρου 528 του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 16 παρ. 4 του Ν. 2915/2001), δηλαδή αν πρόκειται για έφεση που ασκήθηκε από διάδικο που δικάστηκε στον πρώτο βαθμό από το Πολυμελές Πρωτοδικείο, στην τακτική διαδικασία, σαν να ήταν παρών, οι προτάσεις κατατίθενται είκοσι (20) ημέρες πριν από τη δικάσιμο (ΑΠ 2150/2014, ΑΠ 1851/2011, ΑΠ 293/2005 ΕλλΔνη 2006.1439, ΕφΛαρ 8/2016, ΕφΑθ 5137/2009 ΕλλΔνη 2010.208, ΕφΑθ 3287/2008 ΕλλΔνη 2008.1514, ΕφΑθ 7093/2007, Σ. Σαμουήλ: Η έφεση κατά τον ΚΠολΔ, εκ. 2003, σελ. 383, αρ. 1007 α, Φαλτσή/Απαλαγάκη/Αρβανιτάκη: Η νέα διαδικασία του ΚΠολΔ στον πρώτο και δεύτερο βαθμό, εκ. 2004, Κεφ. Γ΄, σελ. 166, παρ. 11, Ι, 2). Σε περίπτωση δε εκπρόθεσμης κατάθεσης των προτάσεων, αυτές δεν λαμβάνονται υπόψη. Εξάλλου, από τις διατάξεις του άρθρου 271 παρ. 1 και παρ. 2 του ΚΠολΔ (όπως το άρθρο 271 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του Ν. 2915/2001, με ισχύ από 1-1-2002) σε συνδυασμό με αυτή του άρθρου 524 παρ. 1 εδ. α΄ του ίδιου Κώδικα, συνάγεται ότι, αν κάποιος από τους διαδίκους δεν εμφανιστεί κατά τη συζήτηση της έφεσης ή εμφανιστεί και δεν λάβει μέρος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, το Δικαστήριο εξετάζει αυτεπάγγελτα ποιος επισπεύδει τη συζήτηση. Αν την επισπεύδει  ο απολιπόμενος διάδικος ή ο μη παριστάμενος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, η υπόθεση συζητείται σαν να ήσαν παρόντες οι διάδικοι, αν, όμως, την επισπεύδει ο αντίδικός του, τότε ερευνάται αν ο πρώτος (απολιπόμενος διάδικος ή ο μη παριστάμενος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος), κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η κλήση για τη συζήτηση δεν επιδόθηκε ή επιδόθηκε αλλά όχι νόμιμα, το Δικαστήριο κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση (ΑΠ 304/2018, ΑΠ 1747/2017, ΕφΠειρ. 25/2016, Μιχ. Μαργαρίτης: Ερμηνεία ΚΠολΔ, τόμος Ι, άρθρο 524, αρ. 30, σελ. 938).

Στην προκειμένη περίπτωση από τα διαδικαστικά έγγραφα της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα: Η αρχικώς ενάγουσα, …………………, άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 17-8-2007 (αρ. καταθ. …./2007) αγωγή της, κατά του αρχικώς εναγομένου, …………, με την οποία ζητούσε, να υποχρεωθεί ο αρχικώς εναγόμενος – πρώην σύζυγός της, των οποίων ο μεταξύ τους γάμος είχε λυθεί με αμετάκλητη απόφαση, να της καταβάλει το ποσό των 297.500 ευρώ που αντιστοιχεί στο ½ της επαύξησης της περιουσίας του κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσής τους, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της πρώτης από 17-7-2003 αγωγής της. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, κατά την τακτική διαδικασία, ερήμην της ενάγουσας λόγω μη καταβολής του προσήκοντος δικαστικού ενσήμου, η υπ΄ αρ. 971/2009 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία απέρριψε την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη, λόγω μη καταβολής του δικαστικού ενσήμου. Κατά της αποφάσεως αυτής οι αρχικώς διάδικοι άσκησαν εφέσεις, ήτοι την από 18-8-2009 (αρ. καταθ. …./2009) η αρχικώς ενάγουσα και την από 5-4-2012 (αρ. καταθ. …../2012) ο αρχικώς εναγόμενος. Επί των εφέσεων αυτών εκδόθηκε η υπ΄ αρ. 474/2013 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, η οποία αφού απέρριψε, ως απαράδεκτη, την από 5-4-2012 (αρ. καταθ. ……/2012) έφεση του αρχικώς εναγομένου, καθόσον ασκήθηκε εκπρόθεσμα, ήτοι μετά την πάροδο τριετίας από τη δημοσίευση της πρωτοβάθμιας απόφασης, δεδομένου ότι η εκκαλουμένη απόφαση δημοσιεύθηκε στις 26-2-2009 και το δικόγραφο της έφεσης κατατέθηκε στις 5-4-2012 (ενώ έκρινε ότι δεν προκύπτει πότε έγινε η επίδοση του δικογράφου της έφεσης, ούτε αν έγινε επίδοση της εκκαλουμένης), δέχθηκε τυπικά και κατ΄’ουσίαν την από 18-8-2009 (αρ. καταθ. …../2009) έφεση της αρχικώς ενάγουσας, εξαφάνισε την υπ΄’αρ. 971/2009 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κράτησε την υπόθεση και δίκασε επί της από 17-8-2007 (αρ. καταθ. …../2007) αγωγής, απέρριψε ό,τι κρίθηκε απορριπτέο, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή, υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της από 17-7-2003 αγωγής και επέβαλε σε βάρος του εναγομένου μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο όρισε σε δύο χιλιάδες τετρακόσια (2.400) ευρώ. Κατόπιν τούτων ο αρχικώς εναγόμενος –  εφεσίβλητος άσκησε την από 4-10-2013 αίτηση αναίρεσης και ζήτησε την αναίρεση της προαναφερόμενης υπ΄ αρ. 474/2013 αποφάσεως του Δικαστηρίου αυτού. Επί της ως άνω αιτήσεως αναιρέσεως εκδόθηκε η υπ΄ αρ. 1600/2014 απόφαση του Αρείου Πάγου, με την οποία αναιρέθηκε η ως άνω απόφαση (474/2013) και παραπέμφθηκε η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο παρόν Δικαστήριο (Εφετείο Πειραιώς), συγκροτούμενο από άλλους Δικαστές. Ακολούθως, η αρχικώς ενάγουσα, ……….., κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού την από 11-1-2016 (αρ. καταθ 23/2016) κλήση της, με την οποία ζητούσε να ορισθεί νέα ημερομηνία συζήτησης της ως άνω [από 18-8-2009 (αρ. καταθ. 935/2009)] εφέσεώς της. Ορίστηκε δε δικάσιμος η 17-11-2016, οπότε η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 6-10-2017 και τότε αυτή (συζήτηση) ματαιώθηκε. Μετά την κατάθεση και την επίδοση της ως άνω [από 11-1-2016 (αρ. καταθ ……/2016)] κλήσεως, η αρχικώς ενάγουσα απεβίωσε στον Πειραιά στις 17-4-2017 και κληρονομήθηκε εξ αδιαθέτου από τα αδέλφια της, ήδη καλούντες, οι οποίοι με την ως άνω ένδικη από 5-10-2017 (αρ. καταθ. …../2017) κλήση τους, με την οποία επαναφέρουν προς συζήτηση την προαναφερόμενη έφεση της ………., γνωστοποιούν το θάνατο αυτής (……….) και δηλώνουν ότι συνεχίζουν τη δίκη ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της. Την κλήση τους αυτή απηύθυναν κατά α) της …………, γι΄ αυτήν ατομικά και ως ασκούσα τη γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου της ……….., β) της ………., γ) του ……… και δ) της ……….., επικαλούμενοι (οι καλούντες) ότι τούτοι (ήτοι όλοι οι καθ΄ ων η κλήση) είναι κληρονόμοι του αποβιώσαντος στον Πειραιά στις 3-3-2015, ήτοι μετά την έκδοση της υπ΄ αρ. 1600/2014 αποφάσεως, αρχικώς εναγομένου, ……………  Όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι καλούντες εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια Δικηγόρο τους, η πρώτη των καθ΄ ων η κλήση, ατομικά και ως ασκούσα τη γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου της, εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια Δικηγόρο της, ενώ οι δεύτερη, τρίτος και τετάρτη των καθ΄ ων η κλήση, όπως προαναφέρθηκε, δεν εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο Δικηγόρο. Οι καλούντες απαραδέκτως κατέθεσαν τις από 4-12-2017 προτάσεις τους και επί της από 5-4-2012 (αρ. καταθ. …../2012) εφέσεως του αρχικώς εναγομένου, ……….., καθόσον πρωτίστως αυτή (έφεση) δεν επαναφέρεται προς συζήτηση με την ένδικη από 5-10-2017 (αρ. καταθ. …../2017) κλήση. Περαιτέρω, όμως, ως προς την από 18-8-2009 (αρ. καταθ. …../2009) έφεση της αρχικώς ενάγουσας, ………….: οι καλούντες με­τέχουν κανονικά στη συζήτηση της υπόθεσης, καθό­σον α) παραστάθηκαν κατά την παρούσα δικάσιμο εκπροσωπούμενοι από πληρεξούσια Δικηγόρο και β) έχουν καταθέσει εμπρόθεσμα τις από 4-12-2017 προτάσεις, αφού αυτές είχαν ήδη, κατά τη σχετική επισημείωση της Γραμματέως κατατεθεί την 13-12-2017 και επανακατατέθηκαν την 14-11-2018, ήτοι τουλάχιστον προ είκοσι ημερών πριν από την παρούσα συζήτηση, δεδομένου ότι σύμφωνα, με όσα προαναφέρθηκαν, εφόσον η ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου μεταξύ των διαδίκων διαφορά εκδικάσθηκε κατά την τακτική διαδικασία, ερήμην της ενάγουσας και ήδη εκκαλού­σας, πρέπει οι προτάσεις τους στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο να έχουν κατατεθεί είκοσι ημέρες πριν από τη συζήτηση. Αντιθέτως, όμως, [ως προς την ως άνω από 18-8-2009 (αρ. καταθ. …../2009) έφεση της …………] η παριστάμενη πρώτη των καθ΄ ων η κλήση δεν κατέθεσε εμπρόθεσμα, δηλαδή τουλάχιστον είκοσι ημέρες πριν από την παρούσα μετ΄ αναβολή δικάσιμο, τις προτάσεις της, αφού από την επισημείωση της Γραμματέως στις από 6-12-2018 προτάσεις της πρώτης των καθ΄ ων η κλήση προκύπτει ότι αυτές κατατέθηκαν κατά την παρούσα δικάσιμο, ήτοι στις 6-12-2018 επί της έδρας. Συνεπώς, η πρώτη των καθ΄ ων η κλήση δεν μετέχει κανονικά στη συζήτηση. Όπως δε προκύπτει από την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τους καλούντες υπ΄ αρ. …../13-10-2017 έκθεση επιδόσεως της Δικαστικής Επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιά ……….., οι τελευταίοι (καλούντες) που επισπεύδουν την παρούσα συζήτηση επέδωσαν προς την πρώτη των καθ΄ ων η κλήση ακριβές αντίγραφο της ως άνω ένδικης από 5-10-2017 (αρ. καταθ. …../2017) κλήσεως με πράξεις καταθέσεως, ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 11-1-2018, οπότε, όπως προαναφέρθηκε, αναβλήθηκε η υπόθεση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (6-12-2018) [κατά την οποία (πρώτη δικάσιμο) η πρώτη των καθ΄ ων η κλήση παραστάθηκε δια πληρεξουσίου Δικηγόρου]. Κατόπιν τούτων και ενόψει του ότι, όπως επίσης προαναφέρθηκε, η αναβολή της συζήτησης και η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο θεωρείται ως κλήτευση ως προς όλους τους διαδίκους [άρθρο 226 παρ. 4 του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην κατ΄ έφεση δίκη κατ΄ άρθρο 498 παρ. 2 του ιδίου Κώδικα (ΕφΚρητ 183/2009)], η πρώτη των καθ΄ ων η κλήση θεωρείται δικονομικά απούσα και πρέπει να δικασθεί ερήμην, πλην όμως, η διαδικασία θα προχωρήσει σαν να ήταν και αυτή παρούσα (άρθρο 524 παρ. 1 και 4 εδ. α΄ του ΚΠολΔ).

Από τις διατάξεις των άρθρων 286 περ. α΄, 287 και 291 του ΚΠολΔ, όπως το άρθρο 286 και η παρ. 1 του άρθρου 287 ίσχυαν πριν την αντικατάστασή τους με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, που εφαρμόζονται, κατά την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 524 παρ. 1 ίδιου Κώδικα, και στη διαδικασία της δίκης για την έφεση, συνάγεται ότι η δίκη διακόπτεται αν, εωσότου τελειώσει η προφορική συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η οριστική απόφαση, πεθάνει κάποιος διάδικος, ενώ η διακοπή αυτή επέρχεται από τη γνωστοποίηση προς τον αντίδικο του λόγου της διακοπής, με επίδοση δικογράφου ή με προφορική δήλωση στο ακροατήριο ή εκτός του ακροατηρίου κατά την επιχείρηση της διαδικαστικής πράξεως, από εκείνον που έχει δικαίωμα να επαναλάβει την δίκη και ότι ο αντίδικος του διαδίκου, υπέρ του οποίου επήλθε η διακοπή της δίκης, μπορεί να προκαλέσει την επανάληψη της δίκης, που έχει διακοπεί, προσκαλώντας τον για τον σκοπό αυτό με κοινοποίηση δικογράφου, ενώ μπορεί να κοινοποιήσει την πρόσκληση και πριν από τη γνωστοποίηση του γεγονότος, που προκάλεσε τη διακοπή, θεωρώντας ότι αυτή επήλθε και η δίκη, στην περίπτωση αυτή, επαναλαμβάνεται αυτοδικαίως τριάντα ημέρες μετά την κοινοποίηση της προσκλήσεως. Ως διάδικος, υπέρ του οποίου επήλθε η διακοπή της δίκης στην περίπτωση του θανάτου του αρχικού διαδίκου, νοείται ο κληρονόμος αυτού, ο οποίος, όμως, κατά το άρθρο 292 του ΚΠολΔ, δεν μπορεί να κληθεί για να επαναληφθεί η δίκη που έχει διακοπεί πριν περάσει η προθεσμία της αποποιήσεως ή πριν χάσει με οποιοδήποτε άλλο τρόπο το δικαίωμα της αποποιήσεως (ΑΠ 751/2010, ΕφΛαμ 160/2011). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 254 παρ. 1 εδ. α΄ του ΚΠολΔ, το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης, η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση. Στην προκειμένη περίπτωση, οι καλούντες δεν προσκομίζουν τα αποδεικτικά έγγραφα για την ιδιότητα των καθ΄ ων η κλήση ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων του ως άνω θανόντος, ……………,  πλην του πιστοποιητικού πλησιέστερων συγγενών του ως άνω θανόντος. Συνεπώς, κρίνεται αναγκαία για την απόδειξη της ιδιότητάς τους ως κληρονόμων του αρχικώς εναγομένου, ……………, και σύμφωνα με όσα εκτίθενται στη νομική σκέψη της παρούσας, να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης, κατ΄ άρθρο 254 του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στο δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας [άρθρο 524 παρ. 1 του ιδίου Κώδικα ΑΠ 82/1987 ΕλλΔνη 29.288, ΕφΑθ 1388/2007), προκειμένου να προσκομιστούν, με τη φροντίδα του επιμελέστερου των διαδίκων, τα αποδεικτικά  έγγραφα για την ιδιότητά τους ως μοναδικών εξ αδιαθέτου κληρονόμων του αρχικώς εναγομένου, ……….., ήτοι, επιπλέον του ως άνω ήδη προσκομιζόμενου εγγράφου (πιστοποιητικού πλησιέστερων συγγενών του ως άνω θανόντος), το οποίο πρέπει να επαναπροσκομισθεί κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση,: Α) απόσπασμα της ληξιαρχικής πράξης θανάτου του αρχικώς εναγομένου, Β) πιστοποιητικό πλησιέστερων συγγενών του (αρχικώς εναγομένου) της αρμόδιας αρχής, Γ) βεβαίωση του Γραμματέα του αρμόδιου Δικαστηρίου περί μη δημοσιεύσεως διαθήκης του ως άνω θανόντος και Δ) βεβαίωση του Γραμματέα του αρμόδιου Δικαστηρίου περί μη αποποιήσεως της κληρονομίας του ως άνω θανόντος.  Διάταξη περί δικαστικών εξόδων δεν διαλαμβάνεται στην παρούσα, ενόψει του ότι η παρούσα απόφαση δεν είναι οριστική.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην των καθ΄ ων η κλήση.

Διατάσσει την επανάληψη της συζήτησης προκειμένου, κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση, με τη φροντίδα του επιμελέστερου των διαδίκων να προσκομισθούν ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού τα αναφερόμενα στο σκεπτικό έγγραφα.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις  12 Σεπτεμβρίου 2019.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Και αντ΄ αυτής,

λόγω μεταθέσεως

και αναχωρήσεώς της,

η αρχαιότερη της

σύνθεσης Εφέτης,

Αικατερίνη Κοκόλη             

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, στις  8 Νοεμβρίου 2019, με άλλη σύνθεση, λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως της Προέδρου Εφετών, Αμαλίας Μήλιου και λόγω κωλύματος της Εφέτου, Ευαγγελίας Πανταζή, η οποία βρίσκεται σε κανονική άδεια, αποτελουμένη από τους Δικαστές, Αικατερίνη Κοκόλη, Προεδρεύουσα Εφέτη, Ελένη Σκριβάνου και Ευγενία Τσιώρα,  Εφέτες, και με τη Γραμματέα Καλλιόπη Δερμάτη, χωρίς την παρουσία  των διαδίκων και   των πληρεξουσίων Δικηγόρων όσων εξ αυτών παραστάθηκαν.

      Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΕΦΕΤΗΣ