Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 665/2019

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ                                  

 Αριθμός απόφασης  665/2019

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Αμαλία Μήλιου, Πρόεδρο Εφετών,  Αικατερίνη Κοκόλη, Αγγελική Δέτση – Ε ι σ η γ ή τ ρ ι α, Εφέτες, και από τη γραμματέα Γ.Λ..

 ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση του εν μέρει ηττηθέντος στον πρώτο βαθμό εναγομένου Δήμου κατά της υπ’ αριθμ. 325/2018 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε  αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της με ημερομηνία 25-2-2015 και με αριθ. κατάθ.  ……../2015 αγωγής του ενάγοντος, ήδη εφεσίβλητου, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, καθόσον η προσβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε στον εναγόμενο στις  22-2-2018 (βλ. με ημερομηνία 22-2-2018 σημείωση του δικαστικού επιμελητή Πρωτοδικείου Αθηνών, …………., επί του αντιγράφου της εκκαλουμένης απόφασης) και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου στις 23-3-2018, ήτοι εντός της τριακονθήμερης προθεσμίας από την επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης (άρθρα 495, 499, 511, 513 § 1β, 516, 517, 518 § 1 ΚΠολΔ ως ισχύουν), αρμοδίως δε φέρεται προς εκδίκαση στο Δικαστήριο αυτό, κατ’ άρθρο 19 ΚΠολΔ, και νομίμως εισάγεται προς συζήτηση μετά την από 2-4-2018 με αρ. κατάθ. ………./2018 αίτηση επίσπευσης- κλήση του εφεσίβλητου. Εξάλλου, για το παραδεκτό της άσκησης της από τον εκκαλούντα δήμο προσκομίζεται από τον τελευταίο η με αρ. 103/2018  απόφαση της οικονομικής επιτροπής (άρθρο 72 § 1 περ. 1γ, ιε και § 2 Ν. 3852/2010). Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί ως προς τη βασιμότητα των λόγων της κατά το μέρος που μεταβιβάζεται στο παρόν Δικαστήριο, κατά την ίδια διαδικασία (άρθρα 533 και 535 § 1 ΚΠολΔ).

Με την κρινόμενη αγωγή του, που άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, ο ενάγων, ήδη εφεσίβλητος, ιστορούσε ότι τυγχάνει κύριος ενός οικοπέδου κείμενου εντός του ρυμοτομικού σχεδίου πόλεως του Δήμου Πόρου Τροιζηνίας ως αυτό λεπτομερώς περιέγραφε κατά θέση, έκταση και όρια στο αγωγικό δικόγραφο, το οποίο περιήλθε σε αυτόν από κληρονομιά του αποβιώσαντος το έτος 1998 πατέρα του, την οποία νομίμως αποδέχτηκε δυνάμει της με αρ. …./2001 δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Καλαυρίας, ….. ., νομίμως μεταγραφείσας. Ότι ο δικαιοπάροχος πατέρας του και οι απώτεροι δικαιοπάροχοι του απέκτησαν το επίδικο ακίνητο με παράγωγο τρόπο, δυνάμει των αναφερόμενων στην αγωγή τίτλων. Ότι ο ίδιος απέκτησε το ακίνητο και με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας,  ασκώντας επ’ αυτού από το 2001 τις περιγραφόμενες πράξεις νομής και με προσμέτρηση του χρόνου νομής του δικαιοπαρόχου πατέρα του,  ο οποίος ασκούσε  και αυτός από το 1952 τις ίδιες πράξεις νομής. Επικαλούμενος δε έννομο συμφέρον, καθόσον ο εναγόμενος, ήδη εκκαλών, δήμος με τις αναφερόμενες στην αγωγή ενέργειές του αμφισβητεί την επί του ως άνω ακινήτου κυριότητα του, ζητούσε 1) να αναγνωριστεί κύριος του επίδικου οικοπέδου, 2)να απαγορευτεί στον εναγόμενο  δήμο κάθε μελλοντική διατάραξη της κυριότητας, νομής και κατοχής του, 3) να απειληθεί κατ’ αυτού χρηματική ποινή ύψους 3.000 ευρώ για κάθε παράβαση της εκδοθησομένης απόφασης,  4) να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί ο αντίδικος δήμος στα δικαστικά του έξοδα. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, πλην του αιτήματος για παύση της μελλοντικής διατάραξης και των παρεπόμενων αιτημάτων περί προσωρινής εκτελεστότητας και επιβολής χρηματικής ποινής, την δέχτηκε ως ουσία βάσιμη και αναγνώρισε τον ενάγοντα κύριο του επίδικου ακινήτου. Κατά της παραπάνω απόφασης (και κατά το μέρος που έγινε δεκτή η αγωγή) παραπονείται ο εναγόμενος, και ήδη εκκαλών, δήμος με τους λόγους της κρινόμενης έφεσής του, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, ώστε να απορριφθεί στη συνέχεια η ένδικη αγωγή.

Με τον πέμπτο λόγο (υπό στοιχ. Β5) της έφεσής του ο εκκαλών   ισχυρίζεται ότι η ένδικη αγωγή πάσχει αοριστίας, διότι δεν περιγράφεται το μείζον ακίνητο, τμήμα του οποίου αποτελεί το επίδικο, ενώ επιπλέον δεν γίνεται σε αυτήν μνεία ότι το προσδιοριστικό στοιχείο του ακινήτου «ΟΤ …..» αναφέρεται στον  πίνακα του υπουργείου οικονομικών. Ωστόσο, με το περιεχόμενο, που αναφέρθηκε ανωτέρω, η αγωγή είναι πλήρως ορισμένη, αφού το επίδικο ακίνητο περιγράφεται λεπτομερώς κατά θέση, έκταση και όρια  και μάλιστα ενσωματώνεται σ’ αυτή, αποτελώντας αναπόσπαστο τμήμα της, σχετικό τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού ………… και συνεπώς, ο παραπάνω λόγος έφεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

Κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 967 ΑΚ, κατά την οποία πράγματα κοινής χρήσεως είναι ιδίως τα νερά με ελεύθερη και αέναη ροή, οι δρόμοι, οι πλατείες, οι γιαλοί, τα λιμάνια και ο όρμοι, οι όχθες πλεύσιμων ποταμών, οι μεγάλες λίμνες και οι όχθες τους, συνάγεται ότι πράγματα κοινής χρήσεως είναι εκείνα των οποίων δικαιούται να κάνει χρήση ευρύτερος, αόριστος, αλλά όχι κατ’ ανάγκη και απεριόριστος αριθμός προσώπων. Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 968 ΑΚ, «τα κοινόχρηστα πράγματα, εφόσον δεν ανήκουν σε δήμο ή κοινότητα ή ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, ανήκουν στο δημόσιο». Από το συνδυασμό των πιο πάνω διατάξεων, που εφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρθρο 51 ΕισΝΑΚ και προκειμένου να κριθεί, μετά την εισαγωγή του ΑΚ, η ιδιότητα ενός πράγματος ως κοινοχρήστου, καθιερώνεται κανόνας, κατά τον οποίο το δημόσιο έχει κυριότητα επάνω στα κοινόχρηστα πράγματα, κατ’ εξαίρεση δε μπορεί αυτό να μην έχει κυριότητα επάνω σ’ αυτά. Ο δήμος ή η κοινότητα για να είναι κύριοι κοινοχρήστου ακινήτου πράγματος, θα πρέπει αυτό να έχει περιέλθει σ’ αυτούς με δικαιοπραξία, με νόμο ή με νόμιμη διοικητική πράξη. Εξάλλου, πράγματα κοινής χρήσεως είναι όσα, ύστερα από την τήρηση των νομίμων διατυπώσεων, έλαβαν τον προορισμό αυτό. Μεταξύ των περιοριστικά προβλεπομένων τρόπων απόκτησης από ένα ακίνητο της ιδιότητας του κοινοχρήστου πράγματος περιλαμβάνεται και η απόδοση της ιδιότητάς του αυτής από τον νόμο, όπως συμβαίνει με την επέκταση των ρυμοτομικών σχεδίων πόλεων και τον χαρακτηρισμό συγκεκριμένων ακινήτων ως κοινοχρήστων (οδών, πλατειών, χώρων πρασίνου κ.λπ.) από το εγκεκριμένο ρυμοτομικό διάγραμμα του σχεδίου πόλης. Στην περίπτωση όμως αυτή, ο κοινόχρηστος χαρακτήρας των εν λόγω ακινήτων αποκτάται μόνο με τη νομότυπη καταβολή του δικαστικώς καθορισθέντος ποσού αποζημίωσης στους δικαιούχους (ή την παρακατάθεσή του στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων), ότε και εντεύθεν περιέρχονται τα ρυμοτομούμενα ακίνητα στην κοινή χρήση (καθώς το ρυμοτομικό διάταγμα αποτελεί απλώς την κήρυξη της απαλλοτρίωσης των προβλεπομένων ως κοινοχρήστων χώρων). Άλλοι τρόποι καταστήσεως ενός ακινήτου κοινοχρήστου αποτελούν η βούληση του ιδιοκτήτη, που πρέπει να εκδηλωθεί με νομότυπη μεταβιβαστική δικαιοπραξία, κατά τους όρους του άρθρου 1033 ΑΚ ή με διάταξη τελευταίας βούλησης ή και με μονομερή παραίτηση από την κυριότητα, με σκοπό να καταστεί το συγκεκριμένο ακίνητο κοινόχρηστο, η οποία όμως παραίτηση απαιτείται να περιβληθεί το συμβολαιογραφικό τύπο και να μεταγραφεί, κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1134, 1169, 1187 και 1389 ΑΚ. Μέχρι δε της εισαγωγής του Αστικού Κώδικα τον χαρακτήρα του κοινοχρήστου ακινήτου μπορούσε να προσδώσει 1) η σύμφωνα με τις διατάξεις περί σχεδίου πόλεων πράξη της αρμόδιας διοικητικής αρχής, που περιλαμβάνει αυτό στο ρυμοτομικό διάγραμμα του σχεδίου πόλεως 2) η βούληση του ιδιοκτήμονα εκδηλούμενη με δικαιοπραξία κατά το νομ. 6 § 2 πανδ. (34-2) και 3) η παραγραφή του αμνημονεύτου χρόνου κατά το νομ. 3 πρ. πανδ (43-7), που παρότι δεν υιοθετήθηκε από τον ΑΚ, διατηρείται σύμφωνα με το άρθρο 51 ΕισΝΑΚ η δυνάμει αυτού ιδιότητα που απέκτησε το πράγμα ως κοινής χρήσεως. Ειδικότερα, η αμνημονεύτου χρόνου αρχαιότητα (vetustas) υπάρχει, όταν δύο σε συνέχεια γενιές έτσι γνώρισαν την παρούσα κατάσταση, με την προϋπόθεση πάντως ότι η αμνημόνευτη αυτή αρχαιότητα ήταν συμπληρωμένη μέχρι της κατά την 23-2-1946  εισαγωγής του ΑΚ, μετά την οποία αποκλείεται η συμπλήρωση αυτής, γιατί τέτοια αμνημόνευτη αρχαιότητα δεν προβλέπει ο ΑΚ. Ο ισχυριζόμενος ότι κάποιο ακίνητο είναι δημοτικό πρέπει, για το ορισμένο του ισχυρισμού του, να προσδιορίσει τον νόμιμο τρόπο με τον οποίο απέκτησε την ιδιότητα αυτή. Ειδικότερα, ο επικαλούμενος της αμνημονεύτου χρόνου αρχαιότητας, δηλαδή την αμνημονεύτου χρόνου παράδοση του ακινήτου σε κοινή χρήση, πρέπει να επικαλεσθεί και σε περίπτωση αμφισβήτησης να αποδείξει ότι η τώρα υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων υπάρχει από χρόνου τόσου, ώστε η γενεά ανθρώπων που ζει κατά την εισαγωγή του ΑΚ και αυτή που αμέσως προηγήθηκε, κάθε μίας απ’ αυτές νοούμενης και εκτεινομένης επί σαράντα έτη, να μη γνώρισαν διαφορετική κατάσταση (ΑΠ 137/2015, ΑΠ 723/2014, 831/2014, ΑΠ 1614/2013, ΑΠ 955/2013, ΑΠ 1533/2012, ΑΠ 1178/2011). Περαιτέρω με το άρθρο 28 του Ν.1337/1983 καθιερώνεται ένας επιπλέον τρόπος καταστήσεως ακινήτου κοινοχρήστου, καθόσον με αυτό ορίζεται ότι “Ιδιωτικοί δρόμοι, πλατείες και λοιποί χώροι κοινής χρήσεως που έχουν σχηματιστεί με οποιοδήποτε τρόπο, έστω και κατά παράβαση των κειμένων πολεοδομικών διατάξεων και που βρίσκονται μέσα σε εγκεκριμένα σχέδια πόλεων, θεωρούνται ως κοινόχρηστοι χώροι και ανήκουν στον οικείο Δήμο ή Κοινότητα. Για τους χώρους αυτούς δεν οφείλεται καμία αποζημίωση λόγω ρυμοτομίας. Σε περίπτωση όμως που οι χώροι αυτοί καταργούνται με το σχέδιο πόλεως,  προσκυρώνονται κατά τις κείμενες διατάξεις». Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, ιδιωτικά ακίνητα αποκτούν την ιδιότητα του κοινοχρήστου χωρίς την καταβολή αποζημίωσης, εφόσον : α) προβλέπονται από το εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως ως κοινόχρηστοι χώροι και β) η κοινοχρησία είναι αποτέλεσμα της βούλησης του ιδιοκτήτη (ρητής ή συναγόμενης εμμέσως από τις ενέργειες του) ή προκύπτει από πραγματική κατάσταση που διατηρήθηκε επί μακρό χρόνο, κατ’ ανοχή του ιδιοκτήτη. Έτσι, για τη μετάθεση της κυριότητας ακινήτων υπέρ του οικείου ΟΤΑ δεν αρκεί οποιαδήποτε ενέργεια διάθεσης του ακινήτου στην κοινή χρήση, αλλά πρέπει να συντρέχουν σωρευτικώς οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις, η συνδρομή των οποίων ελέγχεται παρεμπιπτόντως από τη Διοίκηση και κρίνεται οριστικώς από τα αρμόδια πολιτικά δικαστήρια, δηλαδή διάθεση του ακινήτου στην κοινή χρήση, με τη βούληση του ιδιοκτήτη, που μπορεί να εκδηλωθεί με οποιονδήποτε τρόπο, και χωρίς δηλαδή τη σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου και μεταγραφή αυτού. Συνεπώς, εφόσον συντρέχουν οι άνω προϋποθέσεις του άρθρου 28 του Ν. 1337/1983 επέρχεται μετάθεση της κυριότητος υπέρ του οικείου Δήμου ή Κοινότητας, αδιαφόρως αν το ακίνητο είχε τεθεί σε κοινή χρήση πριν ή μετά την έγκριση του ρυμοτομικού σχεδίου, δεδομένου ότι τέτοια διάκριση δεν συνάγεται από την ανωτέρω διάταξη, αλλά αντιθέτως ο δικαιολογητικός λόγος που οδήγησε τον νομοθέτη να εισαγάγει αυτήν την ρύθμιση συντρέχει σε αμφότερες τις περιπτώσεις (ΑΠ 46/2018, ΑΠ 14/2018, ΑΠ 220/2015, ΑΠ 1451/2014, ΑΠ 1362/2014,  ΕΠειρ 397/2016 ΝΟΜΟΣ).

Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα ανταπόδειξης, που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης (ο ενάγων δεν εξέτασε μάρτυρα), από τις με αρ. ………../19-1-2016 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ……….., αντίστοιχα, ενώπιον του συμβολαιογράφου Καλαυρίας (Πόρου) ……….., που ελήφθησαν με  επιμέλεια του ενάγοντος κατόπιν προηγούμενης νομότυπης κλήτευσης του εναγομένου (βλ. με αρ. ……/14-1-2016 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας Πρωτοδικείου Πειραιώς, ………..),  από τη με αρ. …../2-10-2017 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρα ………… ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, που λήφθηκε με επιμέλεια του εναγομένου κατόπιν προηγούμενης νομότυπης κλήτευσης του ενάγοντος (βλ. με αρ. …../27-9-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Εφετείου Αθηνών, ……..), και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που νόμιμα μετ’ επικλήσεως προσκομίζουν οι διάδικοι, ακόμη και εκείνων που προσκομίζονται το πρώτον στην παρούσα δίκη, παραδεκτά κατ’ άρθρο 529 § 1 ΚΠολΔ, στα οποία (έγγραφα) συμπεριλαμβάνονται οι προσκομισθείσες φωτογραφίες, που η γνησιότητά τους δεν αμφισβητήθηκε, οι με αρ. ……….. ένορκες βεβαιώσεις, που δόθηκαν στα πλαίσια δίκης ασφαλιστικών μέτρων και χρησιμεύουν ως δικαστικά τεκμήρια,  χωρίς, ωστόσο, να ληφθεί υπόψη η από 22-1-2016 υπεύθυνη δήλωση του ……….., που προσκομίζει ο ενάγων, η οποία δόθηκε προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό μέσο για την παρούσα δίκη και δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη ούτε ως δικαστικό τεκμήριο (ΟλΑΠ 8/1987 ΕλΔνη 1987.628), αποδείχθηκαν τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά : Το επίδικο ακίνητο είναι ένα οικόπεδο επιφάνειας 291,23 τμ. κείμενο εντός του ρυμοτομικού σχεδίου πόλεως του Πόρου Τροιζηνίας, πλησίον  του Κέντρου Εκπαιδεύσεως του Πολεμικού Ναυτικού, δίπλα στο ΟΤ …, ως αυτό εμφαίνεται στο από Ιουνίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού ………., που προσαρτάται στην υπ’ αρ. …./22-6-2001 πράξη αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Καλαυρίας, ………., οριοθετείται δε αυτό με τα περιμετρικά στοιχεία 30-Ε4-27-24-34-30 και συνορεύει ανατολικά επί προσώπου 30-Ε4 μήκους 7,51 μ. με δημοτική οδό, δυτικά επί προσώπου 34-24 μήκους 12,38 μ. ομοίως με δημοτική οδό, βόρεια επί πλευράς 34-30 μήκους 29,55 μ. με έτερη ιδιοκτησία ενάγοντος και νότια επί πλευράς 24-27 μήκους 18,46 μ. με ιδιοκτησία ……. και επί προσώπου 27-Ε4 μήκους 10,85 μ. με δημοτική οδό. Το ως άνω οικόπεδο περιήλθε στον ενάγοντα από κληρονομία του πατέρα του, ………….., που απεβίωσε στις 18-1-1998, αφήνοντας την υπ’ αρ. …../28-12-1997 δημόσια διαθήκη του, συνταχθείσα ενώπιον της συμβολαιογράφου Καλαυρίας ……….. και δημοσιευθείσα νομίμως με το υπ’ αρ. 23/12-1-2001 πρακτικό δημόσιας συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, την κληρονομία δε αυτή αποδέχτηκε με την υπ’ αρ. ……/22-6-2001 πράξη αποδοχής κληρονομίας της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Καλαυρίας (τ. …, αρ. μετ. ……). Το επίδικο είχε περιέλθει στην κυριότητα του πατέρα του ενάγοντος το 1952 με αγορά από τον ………., δυνάμει του υπ’ αρ. …../5-6-1952 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών, ………….., νομίμως μεταγεγραμμένου στα οικεία βιβλία μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Καλαυρίας (τ. ….. αρ. μετ. ….). Ο …….. είχε αποκτήσει το επίδικο το 1923 με  αγορά από τους ……. και ……….., δυνάμει του υπ’ αρ. …./7-3-1923 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Πόρου ………., νομίμως μεταγεγραμμένου στα οικεία βιβλία μεταγραφών του αρμοδίου υποθηκοφυλακείου (τ. …, αρ. μετ. …). Στους ανωτέρω πωλητές το επίδικο είχε περιέλθει, κατά το ήμισυ εξ αδιαιρέτου στον καθένα, από κληρονομία του αποβιώσαντος στις 27-4-1901 πατέρα τους, ………. Στον …….. είχε περιέλθει το 1896 με αγορά από τον ……….., δυνάμει του υπ’ αρ. …./8-7-1896 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Πόρου, ……….., νομίμως μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Καλαυρίας (τ. …, αρ. μετ. …….). Στον ως άνω πωλητή είχε περιέλθει το επίδικο το 1894 με αγορά από τον ……….., δυνάμει του με αρ. …./17-11-1894 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου του συμβολαιογράφου Πόρου ………., νομίμως μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του υποθηκοφυλακείου Καλαυρίας (τ. …., αρ. μετ. ….), ο οποίος τα είχε αγοράσει από τους ………… και ………… με το υπ’ αρ. …/9-12-1858 συμβολαίου του άλλοτε συμβολαιογράφου Πόρου ……….., νομίμως μεταγραφέντος στα οικεία βιβλία μεταγραφών. Με το από 25-8-1900 ΒΔ (ΦΕΚ Α’ 203/26-8-1900) το επίδικο ακίνητο εντάχθηκε για πρώτη φορά στο σχέδιο πόλης του Πόρου και ρυμοτομήθηκε με σκοπό τη δημιουργία δημοτικού δρόμου. Εν συνεχεία το ρυμοτομικό σχέδιο του Πόρου αναθεωρήθηκε και επεκτάθηκε με το από 30-5-1952 ΒΔ (ΦΕΚ Α’ 153/4-6-1952), στο συνοδεύον διάγραμμα του οποίου για πρώτη φορά  προβλέπεται κλίμακα καθ’ όλο το μήκος του επιδίκου (βλ. προσκομιζόμενα διαγράμματα από τις ρυμοτομήσεις των ετών 1952 και 1997), ενώ με το από 13-11-1997 ΠΔ περί «Εγκρίσεως πολεοδομικής μελέτης αναθεώρησης του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου του παραδοσιακού οικισμού του Πόρου» (ΦΕΚ Δ’ 1091/15-12-1997) διατηρήθηκε η ρυμοτομική απαλλοτρίωση. Ωστόσο, παρά την παρέλευση χρονικού διαστήματος άνω της πεντηκονταετίας η ως άνω απαλλοτρίωση δεν συντελέστηκε καθώς μέχρι σήμερα δεν έχει εκδοθεί πράξη αναλογισμού αποζημίωσης. Στο αγοραπωλητήριο συμβόλαιο, που καταρτίστηκε λίγες ημέρες μετά την κήρυξη της απαλλοτρίωσης (στις 5-6-1952), με το οποίο ο πατέρας του ενάγοντος απέκτησε το επίδικο, αυτό περιγράφεται ως εξής, « ..γιγνομένης μνείας ότι εν τη ως άνω περιγραφή του όλου κτήματος (σημειώνεται ότι με το ίδιο υπ’ αρ. ……../1952 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο ο πατέρας του ενάγοντος, ………….., αγόρασε και έτερη εδαφική έκταση όμορη προς βορρά με το επίδικο, η οποία περιελάμβανε μία διόροφη οικία μετά συνεχόμενου ισογείου καταστήματος και του οικοπέδου αυτών, που βρισκόταν εντός της περίφραξης) περιλαμβάνεται προς μεσημβρίαν και εκτός μανδρωτοίχου και πωλείται και τούτο δια του παρόντος εν τεμάχιον όπερ μετ’ άλλης εκτάσεως ρυμοτομηθείσης ήδη δι’ οδού είχε αγορασθεί αυτοτελώς παρά του ………….. δυνάμει του υπ’ αριθμόν … (1923) συμβολαίου του συμβολαιογράφου Πόρου ……….. εν συνδυασμώ προς το υπ’ αριθμόν …../1923 συμβόλαιον του συμβολαιογράφου ως άνω ……… μεταγεγραμένων αμφοτέρων εν τοις βιβλίοις των μεταγραφών του δήμου τέως Τροιζηνίας…», ενώ στο τέλος του ίδιου συμβολαίου αναφέρεται ότι, «… επί πλέον και έχει ρυμοτομηθεί μεταγενεστέρως». Ήδη δηλαδή, από το 1952, οι δικαιοπάροχοι  του ενάγοντος αναγνώριζαν και μνημόνευαν τη  ρυμοτόμηση αυτού υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι αυτή θα συντελείτο.  Από την κήρυξη της πρώτης ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης το επίδικο παρέμενε δεσμευμένο χωρίς όμως να έχει ουδέποτε κατατεθεί ή καταβληθεί οποιαδήποτε αποζημίωση είτε στους δικαιοπαρόχους του ενάγοντος είτε στον ίδιο. Γι’ αυτό  ο τελευταίος με την από 10-2-2003 αίτησή του προς τον Υπουργό ΠΕΧΩ.Δ.Ε. ζήτησε να προβεί σε άρση της ρυμοτόμησης και στην τροποποίηση του υφιστάμενου ρυμοτομικού σχεδίου της πόλης του Πόρου. Την σιωπηρή απόρριψη εκ μέρους της Διοικήσεως της ανωτέρω αίτησης ο ενάγων προσέβαλε με την υπ’ αρ. …./3-11-2003 από 31-10-2003 προσφυγή του ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς. Επ’ αυτής εξεδόθη η με αρ. 1212/2008 απόφαση του ως άνω δικαστηρίου, που έχει καταστεί ήδη αμετάκλητη,  με την οποία, αφού απέρριψε τον ισχυρισμό του νυν εναγομένου δήμου περί ανέκαθεν κοινοχρήστου χαρακτήρα του επιδίκου ως αναπόδεικτου, ακύρωσε την προσβαλλόμενη πράξη και βεβαίωσε την άρση της επιβληθείσας απαλλοτρίωσης, δεχόμενο, δηλαδή, ότι έχει παρέλθει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από το εύλογο (ήτοι 51 έτη) χωρίς η απαλλοτρίωση αυτή να έχει συντελεστεί και η περαιτέρω διατήρησή της αντίκειται στη συνταγματική προστασία της ιδιοκτησίας. Στη συνέχεια ο ενάγων με την από 14-5-2009 εξώδικη δήλωση του προς τον εναγόμενο δήμο ζήτησε την εφαρμογή της προαναφερόμενης απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς, πράγμα που επανέλαβε και με την μεταγενέστερη από 15-12-2009 νέα εξώδικη δήλωση του. Εντούτοις, ο εναγόμενος δήμος εξέδωσε μέσω του δημοτικού του συμβουλίου την με αρ. 23/12-2-2010 απόφαση, με την οποία απεφάνθη ότι το επίδικο «έχει ήδη τεθεί σε κοινή χρήση προ  του έτους 1923… Επομένως έχει τεθεί σε κοινή χρήση κατά το άρθρο 28 του Ν. 1337/83 (ΦΕΚ 33Α)». Την απόφαση αυτή ο ενάγων προσέβαλε  με την από 22-2-2010 προσφυγή του ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, η οποία όμως απορρίφθηκε. Κατόπιν σχετικής ένστασης του ενάγοντος ενώπιον του εναγομένου εξεδόθη η με αρ. 62/2012 απόφαση του Δημοτικού του Συμβουλίου, με την οποία απεφάνθη  και πάλι ότι το επίδικο ακίνητο έχει τεθεί σε κοινή χρήση. Την τελευταία αυτή απόφαση προσέβαλε ο ενάγων με την από 5-6-2012 προσφυγή του ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, η οποία απορρίφθηκε σιωπηρά. Στη συνέχεια, επί της από 21-1-2013 αίτησης, που άσκησε ο εναγόμενος δήμος ενώπιον του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς αιτούμενος να αναγνωριστεί προσωρινά νομέας του επιδίκου, εκδόθηκε η με αρ. …/2013 διάταξη του άνω Εισαγγελέα, που την έκανε δεκτή. Ήδη με το από 15-7-2016 ΠΔ (ΦΕΚ ΑΑΠ 158/1-8-2016) περί «Τροποποιήσεως του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου του δήμου Πόρου (Ν. Αττικής) με άρση και επανεπιβολή απαλλοτρίωσης» επιβλήθηκε εκ νέου ρυμοτομική απαλλοτρίωση στο επίδικο ακίνητο, το οποίο, πλέον, προβλέπεται ως πεζόδρομος, χωρίς όμως μέχρι και σήμερα να έχει καταβληθεί οποιαδήποτε αποζημίωση και έτσι η κυριότητα της επίδικης εδαφικής λωρίδας δεν έχει μετατεθεί στο εκκαλούντα δήμο από την αιτία αυτή.

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο πατέρας του ενάγοντος, ………., ήδη από το έτος 1952, που περιήλθε το ακίνητο στην πλήρη κυριότητα νομή και κατοχή του, μέχρι και το 1998, που απεβίωσε, ασκούσε επ’ αυτού συνεχώς και αδιαλείπτως έως τον θάνατό του τις υλικές διακατοχικές πράξεις, που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό του, με διάνοια κυρίου, χωρίς να ενοχληθεί ποτέ από κανένα, ήτοι το επέβλεπε, το καλλώπιζε με δέντρα και  φυτά, τα οποία περιποιείτο, μεριμνούσε για τη νομική και φυσική του προστασία, το επόπτευε συνεχώς ως προς τα όρια του και είχε προβεί σε μερική τσιμεντόστρωση αυτού το έτος 1971. Το 1991, μάλιστα, υπέβαλε την παρακάτω αναφερόμενη ένσταση επί της πολεοδομικής μελέτης Πόρου παραπονούμενος για την εμφάνιση του επιδίκου ως κοινόχρηστου χώρου. Προ δε αυτού  οι ως άνω αναφερθέντες δικαιοπάροχοι του ………. ασκούσαν τις πράξεις της επίβλεψης επί του επιδίκου και της προστασίας του από τρίτους. Τούτο προκύπτει από το προαναφερθέν με αρ. …../7-3-1923 συμβόλαιο, με το οποίο  περιήλθε το επίδικο στον ……….., όπου σ’ αυτό γίνεται μνεία για την αντιδικία των πωλητών (αδερφών …..) με τον από νότια όμορο γείτονα, …………, ο οποίος είχε ανεγείρει εντός του επιδίκου αυθαίρετο παράπηγμα. Ειδικότερα δε αναφέρεται ότι, «…υπό τον εξής περιορισμόν ότι επί του  ανωτέρω οικοπέδου ο ………., κάτοικος Πόρου ανέγειρεν αυθαιρέτως και άνευ τινός δικαιώματος ξύλινον παράπηγμα προ τινός  αξιώσας δικαίωμα ιδιοκτησίας επί μέρους του οικοπέδου τούτου, εν γνώσει δε της τοιαύτης διενέξεως γενόμενος ήδη αγοραστής ο …………. αναδέχεται να διεξαγάγει ούτος την περί αμφισβητήσεως του μέρους τούτου δικαστικόν αγώνα δι’ ίδιον λογαριασμόν». Μετά το 1998 ο ίδιος ο ενάγων ασκούσε τις προσιδιάζουσες στο επίδικο πράξεις νομής, ήτοι φρόντιζε τα φυτά, που υπήρχαν στα παρτέρια εντός του επιδίκου, είχε την εποπτεία αυτού και προέβαινε στις αναγκαίες ενέργειες για την νομική του προστασία, όπως αναλυτικά περιγράφηκαν παραπάνω. Ακόμη, αποδείχθηκε ότι το επίδικο ακίνητο, το οποίο είναι επικλινές (με κατωφέρεια προς τη δυτική πλευρά του) και, σύμφωνα με την υπ’ αρ. …../7-2-2011 ένορκη βεβαίωση του γεννηθέντος το 1934 μάρτυρα …………..,  είχε τη μορφή «χωματόδρομου» συνδέοντας την υπάρχουσα τότε από δυτικά οδό Μονής ……….. με τις γειτονιές, που βρίσκονταν στην ανατολική του πλευρά, εξυπηρετούσε τη διέλευση τόσο των κατοίκων του Πόρου για να μεταβαίνουν στις οικίες τους ή στο προγυμναστήριο όσο και των πλανόδιων πωλητών (μανάβης, φούρναρης), που διέρχονταν από αυτό πεζή ή με ζώα  για να πουλήσουν τα προϊόντα τους. Περί τα έτη 1935-1938 εν αγνοία του τότε ιδιοκτήτη του επιδίκου, ………., με δαπάνη του δήμου και με πρωτοβουλία του …………, που υπήρξε τα χρόνια εκείνα σύμβουλος του δήμου και διατηρούσε οικία στην ανατολική πλευρά του επιδίκου, κατασκευάστηκαν εντός  αυτού (του επιδίκου), στο μέσο αυτού και καθ’ όλο το μήκος του,  πέτρινα σκαλοπάτια.  Περί της κατασκευής των σκαλοπατιών κατ’ εκείνη τη χρονική περίοδο καταθέτουν με σαφή και κατηγορηματικό τρόπο από τους γηραιότερους κατοίκους της εν λόγω περιοχής οι μάρτυρες ………..(γεννηθείς το 1922), …………. (γεννηθείς το 1927) και ……… (γεννηθείς το 1934). Οι καταθέσεις των μαρτύρων αυτών για τον χρόνο κατασκευής των σκαλοπατιών, όμως, επιβεβαιώνεται και από τον πατέρα του ενάγοντος, ο οποίος στην από 26-4-1991 με αρ. πρωτ. …. ένσταση του προς τον δήμο Πόρου, αναφερόμενος στα σκαλοπάτια, αποδίδει αυτά στις κομματικές σχέσεις των …. και …. (είναι ο γείτονας από τη νότια πλευρά του επιδίκου) με την εκάστοτε δημοτική και κοινοτική αρχή του Πόρου, και τα τοποθετεί χρονικά πενήντα χρόνια πριν το 1991, ήτοι περί το 1940 (βλ. στη σχετική ένσταση : «Σύμμαχοι αυτού του ανουσιουργήματος αφ’ ενός η μακρά απουσία του ιδιοκτήτη …….. από την Ελλάδα (έμπορος καπνών στην Κίνα) και αφ’ ετέρου οι συμμετοχικές ή κομματικές σχέσεις των ….. και …. με την εκάστοτε δημοτικήν ή κοινοτικήν αρχή του Πόρου.  Τα πληθωρικά σκαλοπάτια, με έξοδα του δήμου, αυθαίρετα και χωρίς αποζημίωση του ιδιοκτήτη, τα διάφορα αυθαίρετα κτίσματα που μετέβαλαν τη συμφωνίαν απόψεως  σε διόδου, είχαν σκοπό να στερήσουν από τον ιδιοκτήτη τη δυνατότητα ανεγέρσεως κτίσματος, μήπως φράξει η θέα των κατοικιών τους…. Έτος 1991 -οι δημιουργοί αυτού του σφάλματος με τη νοοτροπία τους και τους συνεργούς τους δεν ζουν πλέον. Ύστερα από μισόν αιώνα που έχει περάσει από τότε…»). Προσκομίζονται βέβαια, από τον ενάγοντα  η από Ιουνίου 2007 έκθεση πραγματογνωμοσύνης (φωτοερμηνεία) της αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού ………… –που συντάχθηκε με εντολή του ιδίου-,  η από Φεβρουαρίου 2013 τεχνική έκθεση φωτοερμηνείας της πολιτικού μηχανικού ………… και η από Ιανουαρίου 2016 τεχνική έκθεση (φωτοερμηνεία) της αγρονόμου τοπογράφου μηχανικού …………, οι οποίες μετά από επεξεργασία και ερμηνεία των αεροφωτογραφιών  της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού έτους 1945 καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το έτος αυτό στο επίδικο  δεν αναγνωρίζονται σκαλιά ή άλλο τεχνικό έργο, ωστόσο, όπως επισημαίνει ο αγρονόμος τοπογράφος μηχανικός …………. στην από 13-11-2009 έκθεση φωτοερμηνείας, που προσκομίζεται από τον εναγόμενο, οι εν λόγω αεροφωτογραφίες είναι ασπρόμαυρες, αρχικής κλίμακας 1:42000 (σε αντίθεση με πιο πρόσφατες αεροφωτογραφίες του έτους 1977, όπου η κλίμακα είναι 1:5000 ή του 1992 και του 2001 που είναι 1:6000) και μέτριας ποιότητας και, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, δεν μπορούν να παρέχουν ασφαλή στοιχεία για την μη ύπαρξη σκαλοπατιών το έτος 1945. Ο μάρτυρας, πάντως, του εναγομένου, …………., που εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, κατέθεσε ότι στη συγκεκριμένη περιοχή άρχισαν να χτίζονται σπίτια από το 1890 και μετά, γεγονός που μαρτυρεί ότι τουλάχιστον μέχρι την χρονική αυτή περίοδο δεν υπήρχε η ανάγκη διέλευσης των δημοτών από το επίδικο. Τούτο επιβεβαιώνεται και από την συγκριτική επισκόπηση των με αρ. ../1858 και …./1894 συμβολαίων κτήσης των απώτατων δικαιοπαρόχων του ενάγοντος, στο μεν πρώτο από τα οποία ως σύνορα του επιδίκου αναφέρονται από ανατολικά αγρός, βόρεια και νότια οικόπεδα και δυτικά δημόσιος δρόμος, ενώ στο δεύτερο από αυτά, που συντάσσεται λίγο μετά το 1890,  αναφέρεται πλέον ότι στον αγρό και στα οικόπεδα έχουν ανεγερθεί οικίες (των ………………). Η διέλευση, εντούτοις, των δημοτών από  το επίδικο καθ’ όλα τα χρόνια μετά το 1894 μέχρι και τον χρόνο κατασκευής των σκαλοπατιών δεν γινόταν  με την πεποίθηση και αντίληψη ότι διέρχονται μέσω ενός κοινόχρηστου χώρου, αλλά ενός ξένου μη περιφραγμένου  οικοπέδου. Τούτο συνάγεται και από την υπ’ αρ. …../19-9-1923 πράξη συστάσεως δουλείας απόψεως του συμβολαιογράφου Πόρου ………., μεταγραφείσα στα οικεία βιβλία του υποθηκοφυλακείου Πόρου (τ. .., αρ. μετ. …), που  υπεγράφη μεταξύ του τότε κυρίου, ………., και των ………. και ……….., κυρίων των δύο όμορων –από νότια και ανατολικά αντίστοιχα – ακινήτων, με την οποία ο τότε κύριος του επιδίκου ανέλαβε την υποχρέωση να μην ανοικοδομήσει το επίδικο, προκειμένου να εξασφαλιστεί για τις οικίες των έτερων δύο γειτονικών ακινήτων ακώλυτη η θέα και ο φωτισμός, συστήνοντας υπέρ των δεσποζόντων ακινήτων δουλεία μη ανεγέρσεως και μη παρεμποδίσεως του φωτός ή της θέας. Έτσι, από τη συγκεκριμένη συμφωνία μεταξύ των ως άνω συμβαλλομένων καταδεικνύεται ότι,  από το έτος 1923 οι όμοροι ιδιοκτήτες αναγνώριζαν τον ………… (απώτερο δικαιοπάροχο του ενάγοντος) ως κύριο του επιδίκου και άρα ότι δεν θεωρούσαν τη συγκεκριμένη εδαφική λωρίδα ως κοινόχρηστη. Σύμφωνα, συνεπώς, με τα ως άνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά δεν αποδείχθηκε ότι το επίδικο ακίνητο αποτελεί κοινόχρηστο χώρο κατά το θεσμό της αμνημονεύτου χρόνου αρχαιότητας του προϊσχύσαντος βυζαντινορωμαϊκού δικαίου και συγκεκριμένα ότι  από τις 23-2-1866 μέχρι τις 23-2-1946, το χρησιμοποιούσε αόριστος αριθμός προσώπων, με την έννοια ότι διέρχονταν από αυτό με την πεποίθηση ότι χρησιμοποιούν κοινόχρηστο χώρο, όπως υποστηρίζει ο εναγόμενος με την ένσταση ιδίας κυριότητας, που υπέβαλε παραδεκτά στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και την οποία επαναφέρει με τους υπό στοιχ. Β1 και Β2 λόγους της ένδικης έφεσης, οι οποίοι είναι απορριπτέοι ως ουσία αβάσιμοι.

Περαιτέρω, όμως, αποδείχθηκε ότι ο πατέρας του ενάγοντος, ………., επιθυμώντας να αποδεσμεύσει το επίδικο ακίνητο, το οποίο είχε μεν ρυμοτομηθεί, αλλά ο ίδιος δεν είχε αποζημιωθεί, λαμβάνοντας υπόψη και την δημιουργηθείσα έως τότε πραγματική κατάσταση με την, έστω αυθαίρετη, κατασκευή των σκαλοπατιών, τη χρήση τους από τους δημότες του Πόρου και την αναβάθμιση της περιοχής,  το 1991 υπέβαλε προς τον εναγόμενο δήμο Πόρου την από 26-4-1991 και με αρ. πρωτ. ….. ένστασή του (που μνημονεύτηκε και παραπάνω) σχετικά με την πολεοδομική μελέτη επέκτασης αναθεώρησης του ΥΠΕΧΩΔΕ έτους 1990,  στην οποία δηλώνει ότι μεταβιβάζει άνευ ουδεμία αποζημίωσης προς τον εναγόμενο τμήμα από το επίδικο ακίνητο εμβαδού 165 τμ., προσδιορίζοντας το  ως εξής, από τη δυτική πλευρά 6,60 μ.,  από τη νότια πλευρά 18 μ. συν 10,40 μ. (δηλαδή συνολικά 28,40 μ.), ανατολικά 5 μ. και βόρεια 10 μ. συν 19 μ. (δηλαδή συνολικά 29 μ.)., όπως αποτυπωνόταν στο διάγραμμα που συνόδευε την παραπάνω ένστασή του. Το τμήμα δε αυτό περιελάμβανε σε έκταση το μεγαλύτερο μέρος των σκαλοπατιών, που υπήρχαν τότε. Ο πατέρας, δηλαδή, του ενάγοντος, το 1991, αποδεχόμενος έκτοτε την πραγματική κατάσταση, που είχε δημιουργηθεί με τη χρήση των σκαλοπατιών από τους κατοίκους του Πόρου για τη διέλευσή τους στις παρακείμενες γειτονιές, εξέφρασε ρητά τη βούλησή του να παραχωρήσει προς τον εναγόμενο δήμο, για να τεθεί σε κοινή χρήση, άνευ αποζημιώσεως, το εδαφικό  τμήμα που καταλάμβαναν  τα σκαλοπάτια εντός του επιδίκου ακινήτου, με ανακατάταξη όμως αυτών, ώστε να μετακινηθούν προς τα νότια όρια του επιδίκου για να μην τέμνουν αυτό σε δύο μέρη. Ο ίδιος, εξάλλου, στο από 26-11-1991 έγγραφο του προς το δημοτικό συμβούλιο του δήμου Πόρου, μετά την απόρριψη εν τέλει της ένστασής του, παραδέχεται ότι, σε κοινή χρήση είναι μόνο ο χώρος στο εύρος των κλιμάκων.  Στη συνεδρίαση, επίσης, του δημοτικού συμβουλίου του Πόρου στις 18-11-1992, στην οποία παρευρέθηκε ο ενάγων, συζητηθείσης σχετικής αναφοράς του πατέρα του  προς τον εναγόμενο  δήμο, δέχεται και αυτός ότι, ο χώρος που καταλαμβάνουν τα σκαλιά (εντός του επιδίκου)  είναι σε κοινή χρήση (βλ. σχ. Πρακτικά συνεδρίασης της 18ης-11-1992 «……….. : … είναι ιδιοκτησία, αλλά σε κοινή χρήση και με τον νόμο του Τρίτση λοιπόν αυτά δεν αποζημιώνονται … αλλά πρέπει να ΄χει τη  σύμφωνη γνώμη του ιδιοκτήτη, μ’ αυτή λοιπόν τη σκέψη ο πατέρας μου λέει ότι σας το κάνει δωρεά, δηλαδή να υπάρχει η σύμφωνη γνώμη του ιδιοκτήτη….»). Από τα ανωτέρω, επομένως, συνάγεται ότι το τμήμα του επιδίκου, που καταλαμβάνουν τα σκαλοπάτια, με ρητή, αλλά σε κάθε περίπτωση με συναγόμενη, εμμέσως από τις προαναφερθείσες ενέργειες, βούληση του ιδιοκτήτη του, πατέρα του ενάγοντος,  τέθηκε σε κοινή χρήση. Οπωσδήποτε πάντως η κοινοχρησία του εν λόγω τμήματος προκύπτει από την πραγματική κατάσταση, που διατηρήθηκε επί μακρό χρόνο, τουλάχιστον από το 1983 (ήδη όμως, όπως προαναφέρθηκε, από την περίοδο κατασκευής των σκαλοπατιών υπήρχε σταθερή διέλευση των δημοτών από το επίδικο διαμέσου αυτών, με την πεποίθηση ότι πλέον είναι κοινόχρηστο) και μετά (οπότε τέθηκε σε εφαρμογή και ο Ν. 1337/1983), κατ’ ανοχή του τότε ιδιοκτήτη του επιδίκου, πατέρα του ενάγοντος. Ενόψει τούτου και δεδομένου ότι το τμήμα  του επιδίκου, που καταλαμβάνουν τα σκαλοπάτια, είχε ήδη από το 1952, ως μέρος του μείζονος επιδίκου, ενταχθεί στο ρυμοτομικό σχέδιο του Πόρου, προβλεπόμενο ως κοινόχρηστη οδό με κλίμακα, χωρίς να έχει καταργηθεί μέχρι σήμερα,  συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 28 του Ν.1337/1983 και έτσι το προπεριγραφόμενο τμήμα περιήλθε στην κυριότητα του εναγόμενου δήμου. Ως προς το υπόλοιπο τμήμα του επιδίκου ακινήτου, ωστόσο, ουδέποτε υπήρξε βούληση τόσο του δικαιοπαρόχου του ενάγοντος όσο και του τελευταίου να καταστεί αυτό κοινόχρηστο, όπως φαίνεται από τις ενστάσεις-αναφορές- προσφυγές (που αναφέρθηκαν αναλυτικά παραπάνω), στις οποίες προέβαιναν από το 1991 και μετά. Μάλιστα, στο από 14-6-1960 έγγραφο του …….. προς τον …………. σχετικά με την συσταθείσα δουλεία απόψεως, στην οποία δηλώνει ότι θα τη σεβαστεί όπως ο δικαιοπάροχος του (…………), έμμεσα δηλώνει ότι εξακολουθεί να διατηρεί το δικαίωμα κυριότητας του στο επίδικο, αναμένοντας την καταβολή της αποζημιώσεως λόγω της κηρυχθείσας ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης, όπως  συνάγεται από την με αρ. πρωτ. …./1991 ένσταση του προς το δήμο Πόρου αλλά και τις ενέργειες του ενάγοντος από το 2003 και μετά ενώπιον των διοικητικών αρχών και του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς για άρση της απαλλοτρίωσης, που περιγράφηκαν πιο πάνω. Άλλωστε, ουδόλως αποδείχθηκε ότι οι κάτοικοι του Πόρου χρησιμοποιούσαν το τμήμα αυτό για τη διέλευση τους, λαμβανομένου υπόψη και της μορφολογίας του ως ένα χωμάτινο πρανές, που στη συνέχεια εντός αυτού διαμορφώθηκαν παρτέρια με φυτά, όπως φαίνεται και στις προσκομιζόμενες από τους διαδίκους φωτογραφίες. Στο τμήμα, μάλιστα, του επιδίκου που δεν καταλαμβάνεται από την κλίμακα ο ενάγων και οι δικαιοπάροχοί του ασκούσαν πράξεις νομής (εποπτεία, φύτευση δέντρων, τσιμεντόστρωση). Κύριος, έτσι, του εν λόγω τμήματος είναι ο ενάγων, έχοντας αποκτήσει αυτό  τόσο παράγωγα με την προαναφερόμενη υπ’ αρ. …./2001 δήλωση αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Καλαυρίας, ………….., νομίμως μεταγεγραμμένη, όσο και με πρωτότυπο τρόπο με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, ήτοι έχοντας τη νομή επί του συγκεκριμένου τμήματος για πάνω από είκοσι χρόνια, αφού ασκούσε επ’ αυτού τις προπεριγραφόμενες πράξεις νομής από το 1998  μέχρι το 2013 (οπότε εκδόθηκε η με αρ. …/2013 διάταξη του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς, που αναγνώρισε τον εναγόμενο δήμο προσωρινά νομέα όλου του επιδίκου) και με προσμέτρηση της νομής του δικαιοπαρόχου πατέρα του, που επίσης ασκούσε τις ως άνω αναφερόμενες πράξεις νομής από το 1952 μέχρι και το θάνατό του (το 1998). Ενόψει όλων των ανωτέρω η ένσταση ιδίας κυριότητας, που προέβαλε πρωτοδίκως ο εναγόμενος δήμος, θεμελιούμενη στη διάταξη του άρθρου 28 του Ν. 1337/1983, και την οποία επαναφέρει με τον υπό στοιχ. Β3 λόγο της ένδικης έφεσής του αποδεικνύεται εν μέρει ως ουσία βάσιμη (για το τμήμα του επιδίκου στο εύρος των σκαλοπατιών). Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων, όπως βάσιμα διατείνεται ο εκκαλών με τον αντίστοιχο λόγο της έφεσής του, και πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση ως ουσία βάσιμη, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση και να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο για να δικάσει την από 25-2-2015 αγωγή.  Ωστόσο, από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί η επιφάνεια, που καταλαμβάνουν τα ως άνω αναφερόμενα σκαλοπάτια εντός του επιδίκου, ούτε και το απομένον τμήμα αυτού, το οποίο, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, ανήκει κατά κυριότητα στον ενάγοντα. Κρίνεται, συνεπώς, αναγκαίο, καθόσον το σχετικό θέμα απαιτεί ειδικές τεχνικές γνώσεις και γνώσεις επιστήμης, να αναβληθεί η έκδοση απόφασης επί της ουσίας και να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, ώστε να διενεργηθεί τεχνική πραγματογνωμοσύνη. Κατά την μετ’ επανάληψη συζήτηση, η οποία θεωρείται συνέχεια της παρούσας και θα διεξαχθεί  με επιμέλεια οποιουδήποτε των διαδίκων, θα προσκομιστεί, με πρωτοβουλία του επιμελεστέρου αυτών, η κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό της  προκειμένης απόφασης έκθεση πραγματογνωμοσύνης. Τέλος, στην παρούσα απόφαση, η οποία δεν είναι οριστική, δεν περιλαμβάνεται διάταξη για επιβολή δικαστικής δαπάνης σε βάρος κάποιου διαδίκου (άρθρο 191 § 1 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων την έφεση.

ΔΕΧΕΤΑΙ αυτή τυπικά και κατ’ ουσίαν.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αρ. 325/2018 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 25-2-2015 αγωγή.

ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ την έκδοση οριστικής αποφάσεως.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επανάληψη της συζητήσεως προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη, η οποία θα γίνει με επιμέλεια του επιμελέστερου από τους διαδίκους.

ΔΙΟΡΙΖΕΙ πραγματογνώμονα την ……….. αγρονόμο τοπογράφο μηχανικό, κάτοικο Καλλιθέας (τηλ………….), που περιλαμβάνεται στον οικείο κατάλογο που τηρείται στο παρόν Εφετείο, ο οποίος, μέσα σε προθεσμία είκοσι  (20) ημερών από τη νόμιμη επίδοση σ’ αυτόν αντιγράφου της παρούσας αποφάσεως,  θα δώσει τον νόμιμο όρκο του πραγματογνώμονα ενώπιον του Δικαστή, που θα οριστεί νομίμως. Στη συνέχεια,  αφού λάβει γνώση των εγγράφων της δικογραφίας, των διαγραμμάτων, που συνοδεύουν τα εκδοθέντα ΠΔ για  τη ρυμοτομική  απαλλοτρίωση της πόλης του Πόρου, και κάθε άλλου εγγράφου, που αυτός κρίνει αναγκαίο, ζητήσει κάθε τυχόν απαιτούμενη διευκρίνιση από τους διαδίκους και αφού επισκεφτεί το επίδικο ακίνητο, που περιγράφεται στο σκεπτικό της παρούσας, προβεί δε κατά την κρίση του και σε άλλες τεχνικές ενέργειες, πρέπει να γνωμοδοτήσει εγγράφως με πλήρως αιτιολογημένη έκθεσή του, την οποία θα καταθέσει στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού μέσα σε προθεσμία σαράντα (40) ημερών από την όρκισή του, α) ποια είναι η έκταση που καταλαμβάνουν τα σκαλοπάτια εντός του επιδίκου, προσδιορίζοντας αυτήν κατά όρια και διαστάσεις  και β) ποια είναι η έκταση του απομένοντος τμήματος του επιδίκου, προσδιορίζοντας αυτό, επίσης, κατά όρια και διαστάσεις, και αποτυπώνοντας την κατάσταση αυτών των τμημάτων, όπως είχε διαμορφωθεί μέχρι τέλη της δεκαετίας του 1990. Στην έκθεση αυτή θα γίνεται ακριβής περιγραφή των δύο τμημάτων και επιπλέον θα συνοδεύεται από σχετικό τοπογραφικό διάγραμμα, όπου θα αποτυπώνονται τα δύο τμήματα.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις   12 Σεπτεμβρίου 2019.

Η  ΠΡΟΕΔΡΟΣ               Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Και αντ΄ αυτής,

λόγω μεταθέσεως

και αναχωρήσεώς της,

η αρχαιότερη της

συνθέσεως Εφέτης,

Αικατερίνη Κοκόλη.

 

 

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, στις   8 Νοεμβρίου  2019, με άλλη σύνθεση, λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως της Προέδρου Εφετών,  Αμαλίας Μήλιου και λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως της Εφέτου, Αγγελικής Δέτση, αποτελουμένη από τους Δικαστές, Αικατερίνη Κοκόλη, Προεδρεύουσα Εφέτη,  Ελένη Σκριβάνου και Ευγενία Τσιώρα,  Εφέτες, και με Γραμματέα τη Γεωργία Λογοθέτη, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και   των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

           ΕΦΕΤΗΣ