Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 735/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Αριθμός Αποφάσεως:   735        /2019

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Αντώνιο Πλακίδα, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννη Αποστολόπουλο, Εφέτη, Ιωάννη Γερωνυμάκη, Εφέτη – Εισηγητή και τη Γραμματέα Ε.Τ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ακριβές αντίγραφο της έφεσης και της από 1/11/2018 κλήσης για συζήτηση για τη σημερινή δικάσιμο, έχει επιδοθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα στον εφεσίβλητο κατά τα άρθρα 110 παρ. 2, 122, 123, 124, 126 παρ. 1 εδ. α΄, 498 παρ. 2 του ΚΠολΔ (υπ’ αριθμ. …………/16.11.2017 και …./15.11.2018 εκθέσεις επίδοσης των αρμόδιων δικαστικών επιμελητών στο Πρωτοδικείο Πειραιώς ………. και στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………… αντίστοιχα). Επομένως αυτός, που δεν παραστάθηκε κατά την εκφώνηση της υπόθεσης κατά τη σειρά που ήταν γραμμένη στο πινάκιο της οριζόμενης δικασίμου και δεν πήρε μέρος στη συζήτηση, πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο ωστόσο πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 764 παρ. 2εδ. β΄ του ΚΠολΔ).

Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 4666/2014 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε ερήμην του καθ’ ου η ανακοπή κατά την διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα εντός τριών ετών (ΟλΑΠ 10/2018 ΝΟΜΟΣ) από τη δημοσίευσή της (άρθρα 495 επ., 511, 513 παρ. 1β, 518 παρ. 2, 520, 748, 760 του ΚΠολΔ, 24 παρ. 1 του ΕισΝΚΠολΔ), δοθέντος ότι δεν αποδείχθηκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει επιδοθεί, ενώ καταβλήθηκε και το νόμιμο παράβολο ποσού 150 ευρώ (e-παράβολο με κωδικό ………, το ποσό του οποίου καταβλήθηκε στην Εθνική Τράπεζα), το οποίο επισυνάπτεται στην από 9/11/2017 έκθεση που συνέταξε η Γραμματέας του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ και αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία (άρθρα 533 παρ.1 του ΚΠολΔ).

Με την από 21/2/2014 ανακοπή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η ανακόπτουσα, ήδη εκκαλούσα, ισχυρίστηκε ότι είναι πιστώτρια του ………….., ο οποίος έχει κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης με την υπ’ αριθμ. 5311/2010 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και οριστικός σύνδικος έχει οριστεί ο καθ’ ου η ανακοπή, ήδη εφεσίβλητος, δικηγόρος Πειραιώς, ότι κατά του πτωχού έχει απαιτήσεις προερχόμενες από τις υπ’ αριθμ. …/2005 και ……/2005 συμβάσεις τοκοχρεωλυτικών δανείων, ότι σε εκτέλεσή τους, τηρήθηκαν οι λογαριασμοί, των οποίων η κίνηση παρατίθεται αναλυτικά στην ανακοπή, ότι, λόγω της μη τήρησης από τον πιστούχο των συμβατικών του υποχρεώσεων αποπληρωμής των δανείων, την 22/10/2013 οι λογαριασμοί παρουσίασαν χρεωστικό υπόλοιπο ποσού 114.282,31 ευρώ και 182.910,32 ευρώ αντίστοιχα, με συνέπεια αυτή να καταγγείλει τις συμβάσεις, ότι για την εξασφάλιση της απορρέουσας από τις ανωτέρω συμβάσεις απαίτησής της έχει εγγράψει προσημείωση υποθήκης  στο περιγραφόμενο στην αγωγή ακίνητο και ότι δεν ανήγγειλε στην πτώχευση τις προαναφερθείσες απαιτήσεις της μέσα στη νόμιμη προθεσμία, ώστε να συμμετάσχει στην επαλήθευση των πιστώσεων. Ζήτησε την επαλήθευση της ως άνω απαίτησής της, συνολικού ποσού 297.192,63 ευρώ με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επόμενη ημέρα της καταγγελίας και με εξάμηνο ανατοκισμό, κατ’ άρθρο 12 του ν. 2601/1998, έως την εξόφληση. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε την ανακοπή και αναγνώρισε ότι η ανακόπτουσα είναι πτωχευτική πιστώτρια του πτωχού για το ποσό των 297.192,63 ευρώ, απορρίπτοντας σιωπηρά το αίτημα για την επιδίκαση και των τόκων υπερημερίας του ποσού αυτού έως την εξόφλησή του. Ήδη με την υπό κρίση έφεση κατά της προσβαλλόμενης απόφασης η εκκαλούσα παραπονείται για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και ζητεί να γίνει η έφεσή της δεκτή ώστε να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να γίνει η ανακοπή δεκτή στο σύνολό της.

Από τις διατάξεις των άρθρων 17, 21, 25, 89 επ. του Πτωχευτικού Κώδικα, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του ν. 3588/2007, προκύπτει ότι από τη δημοσίευση της απόφασης που κηρύσσει την πτώχευση ο πτωχός στερείται της διοίκησης της πτωχευτικής περιουσίας, ενώ οι πτωχευτικοί πιστωτές δεν έχουν δικαίωμα άσκησης των ατομικών διώξεων εναντίον του πτωχεύσαντος για την ικανοποίηση των χρηματικών απαιτήσεών τους, αλλά είναι υποχρεωμένοι να ακολουθήσουν τη διαδικασία εξέλεγξης των πιστώσεών τους, αν θέλουν να μετάσχουν στις εργασίες της πτώχευσης και στη διανομή του προϊόντος της εκκαθάρισης της πτωχευτικής περιουσίας. Η προθεσμία της αναγγελίας των απαιτήσεων των πιστωτών είναι τρεις μήνες από τη δημοσίευση της απόφασης που κήρυξε την πτώχευση στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών (άρθρο 90 παρ. 1 του Πτωχευτικού Κώδικα, όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή της παρ. 1 από το άρθρο 2 παρ. Γ υποπαρ. Γ.3 περ. 3 του ν. 4336/2015). Ωστόσο, κατά τη διάταξη του άρθρου 92 παρ. 1 του ίδιου κώδικα, «Πιστωτές που δεν ανήγγειλαν την απαίτησή τους μέσα στη νόμιμη προθεσμία, ώστε να μετάσχουν στην επαλήθευση, μπορούν με ανακοπή και δικά τους έξοδα να ζητήσουν την επαλήθευσή της από το πτωχευτικό δικαστήριο, που δικάζει κατά τη διαδικασία του άρθρου 54». Κατά την τελευταία αυτή διάταξη (άρθρο 54), το πτωχευτικό δικαστήριο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 741 επ. ΚΠολΔ). Επίσης, κατά την παρ. 2 της προαναφερθείσας διάταξης του άρθρου 92 (όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή της με το άρθρο 4 παρ. 1 του ν. 4446/2016), η ανακοπή στρέφεται κατά του συνδίκου και μπορεί να ασκηθεί μέχρι και την τελευταία διανομή, ενώ αντικείμενο της ανακοπής αυτής είναι η εξέλεγξη και όχι η επιδίκαση της απαίτησης (Λ. Κοτσίρη, Πτωχευτικό Δίκαιο, έκδοση 2008, παρ. 361/34 και 39, σέλ. 493, 494, ΕφΑθ 116/2009 ΕλλΔνη 2009,605, ΕφΠειρ109/2006 ΕΕμπΔ 2006,1029). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1 του Πτωχευτικού Κώδικα, «Από την κήρυξη της πτώχευσης οι απαιτήσεις των πιστωτών που δεν είναι εξασφαλισμένες με ειδικό προνόμιο ή εμπράγματο δικαίωμα παύουν να παράγουν νόμιμους ή συμβατικούς τόκους…». Κατά συνέπεια, η αρχή της παύσης της τοκογονίας δεν εφαρμόζεται αν η απαίτηση του δανειστή είναι ασφαλισμένη κατά τα ανωτέρω, υπό τον περιορισμό, όμως, ότι, μετά την κήρυξη της πτώχευσης, η αξίωση για τους τόκους που έχουν παραχθεί μετά την κήρυξη της πτώχευσης μπορεί να ικανοποιηθεί μόνο από το τίμημα της πώλησης των υπέγγυων πραγμάτων και σε όση έκταση αυτό επαρκεί για την εξόφλησή του (ΑΠ 61/2003 ΕλλΔνη 2003,736, ΑΠ 434/2000 ΝοΒ 2001,806, ΑΠ 1355/1998 ΕλλΔνη 1999,287, ΕφΑθ 2492/2005 ΕλλΔνη 2005,1731). Τις προϋποθέσεις για τη γέννηση της απαίτησης τέτοιων τόκων και την έκταση αυτής της απαίτησης καθορίζει το άρθρο 1289 του ΑΚ, από το οποίο συνάγεται ότι, αν το κεφάλαιο της απαίτησης που εξασφαλίζεται με υποθήκη γράφτηκε στο βιβλίο υποθηκών ως τοκοφόρο, η υποθήκη ασφαλίζει κατά την ίδια τάξη εγγραφής και τους καθυστερούμενους τόκους ενός έτους πριν από την πτώχευση, καθώς και αυτούς μέχρι να πληρωθεί το χρέος ή να καταστεί εκτελεστός ο πίνακας διανομής. Η προβλεπόμενη από την ως άνω διάταξη εξαίρεση από την παύση της τοκοφορίας των ασφαλισμένων με υποθήκη απαιτήσεων περιλαμβάνει, κατά την αληθινή έννοια αυτής και τις ασφαλισμένες απαιτήσεις με προσημείωση υποθήκης επί ακινήτων του πτωχού υπό τις αυτονόητες προϋποθέσεις ότι η απαίτηση θα επιδικαστεί τελεσιδίκως και ότι η προσημείωση θα τραπεί σε υποθήκη, διότι από τις διατάξεις των άρθρων 1277 και 1289 του ΑΚ, 1007 παρ. 1 του ΚΠολΔ και 41 του ΕισΝΚΠολΔ προκύπτει ότι η προσημείωση υποθήκης, μετατρεπόμενη σε υποθήκη και μετά την κήρυξη της πτώχευσης με την τελεσίδικη επιδίκαση της απαίτησης, λογίζεται ως τέτοια (υποθήκη) από την ημέρα της εγγραφής της προσημείωσης, επαγόμενη έκτοτε τις νόμιμες συνέπειές της (ΑΠ 305/2009 ΕλλΔνη 2010,485, ΑΠ 1392/1999 ΝοΒ 2000, 266, ΕφΑθ 2492/2005 ΕλλΔνη 2005, 1731, ΕφΑθ 657/2001 ΕλλΔνη 2001,1419, ΕφΠειρ 341/1999 ΕΕμπΔ 2000, 363, ΕφΑθ 4904/1995 ΕλλΔνη 1997,148), αδιαφόρως του ότι η υπέρ ης η προσημείωση απαίτηση, μέχρι να τραπεί σε υποθήκη η υπάρχουσα προσημείωση, θα καταταγεί τυχαίως, δηλαδή υπό την αίρεση της τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησης (ΑΠ 726/1984 ΝοΒ 33, 460, ΕφΑθ 4904/1995 ό.π.).

Εν προκειμένω από την εκτίμηση των εγγράφων που η ανακόπτουσα προσκομίζει και επικαλείται είτε ως άμεσα αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με τις υπ’ αριθμ. …./19.9.2005 και …../19.9.2005 συμβάσεις τοκοχρεωλυτικών δανείων η ανακόπτουσα χορήγησε στον …………… τοκοχρεωλυτικά δάνεια ποσού 93.900 ευρώ και 150.000 ευρώ αντίστοιχα. Στις συμβάσεις αυτές συμφωνήθηκαν, μεταξύ άλλων, ότι τα συνομολογούμενα δάνεια θα εξοφληθούν από τον οφειλέτη κατά το σύστημα της σύνθετης χρεολυσίας (γαλλικό σύστημα) εντός προθεσμίας τριάντα (30) ετών, με την πληρωμή από τον οφειλέτη τριακοσίων εξήντα (360) συνεχών μηνιαίων τοκοχρεολυτικών δόσεων, οι οποίες θα άρχιζαν να καταβάλλονται ένα μήνα μετά την πρώτη εκταμίευση, ότι το επιτόκιο του δανείου, συμπεριλαμβανομένης της νόμιμης κατά περίπτωση εισφοράς του ν. 128/75, θα είναι σταθερό μεν προς 3,72% για τις πρώτες δώδεκα (12) μηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις, κυμαινόμενο δε για τις υπόλοιπες δόσεις μέχρι τη λήξη του συμβατικού χρόνου εξυπηρέτησης του δανείου, ότι σε περίπτωση καθυστέρησης εξόφλησης οποιασδήποτε οφειλής του δανείου ο οφειλέτης θα χρεώνεται αυτοδικαίως για τα καθυστερούμενα ποσά, από την ημέρα της καθυστέρησης και χωρίς όχληση, με τόκους υπερημερίας, οι οποίοι θα υπολογίζονται με επιτόκιο ίσο με το επιτόκιο του δανείου προσαυξημένο, μέχρι το εκάστοτε επιτρεπόμενο ανώτατο όριο των εκατοστιαίων μονάδων υπερημερίας. Επίσης, συμφωνήθηκε ότι, από της ημέρας της υπερημερίας, χωρεί αυτοδικαίως και χωρίς όχληση ανατοκισμός, οι δε οφειλόμενοι σε καθυστέρηση τόκοι προστίθενται στο ληξιπρόθεσμο κεφάλαιο ανά εξάμηνο και ότι σε περίπτωση καθυστέρησης, εν όλω ή εν μέρει, εξόφλησης οποιασδήποτε οφειλής από τα δάνεια αυτά ή παράβασης οποιουδήποτε όρου των συμβάσεων, που συμφωνείται ρητά ότι είναι όλοι ουσιώδεις, η τράπεζα δικαιούται είτε να επιδιώξει την είσπραξη των καθυστερούμενων ποσών, είτε, αφού καταγγείλει τις συμβάσεις, να καταστήσει τα δάνεια ληξιπρόθεσμα και απαιτητά και να ασκήσει όλα γενικά τα δικαιώματά της που απορρέουν από τις συμβάσεις αυτές και από το νόμο. Σε ασφάλεια των άνω απαιτήσεών της, που προέρχονται από τις ως άνω συμβάσεις και κάθε ποσού που δικαιούτο από την ίδια αιτία, δηλαδή του τοκοφόρου κεφαλαίου, των πάσης φύσεως τόκων (συμβατικών, υπερημερίας, ανατοκισμού, καθώς και αυτών του άρθρου 1289 ΑΚ), των προμηθειών και των οποιωνδήποτε φόρων και εξόδων μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή της, ενεγράφησαν υπέρ αυτής και με συναίνεση του πιστούχου 1)δυνάμει της υπ’ αριθ. 7442/2005 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς προσημείωση υποθήκης α΄ σειράς ποσού 122.070 ευρώ, σε ασφάλεια της απορρέουσας από την υπ’ αριθ. …../19.09.2005 σύμβαση απαίτησής της, που ενεγράφη την 21/9/2005 στα βιβλία υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Νίκαιας, στον τόμο …., Φύλλο … με α/α … και 2)δυνάμει της ίδιας απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς προσημείωση υποθήκης β΄ σειράς ποσού 195.000 ευρώ, σε ασφάλεια της απορρέουσας από την υπ’ αριθ. ……./19.09.2005 σύμβαση απαίτησής της, που ενεγράφη την 21/9/2005 στα βιβλία υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Νίκαιας, στον τόμο …, Φύλλο .. με α/α …., επί διαμερίσματος – μεζονέτας που βρίσκεται στον τρίτο και τέταρτο όροφο οικοδομής, η οποία έχει ανεγερθεί σε οικόπεδο ευρισκόμενο στο Δήμο Κορυδαλλού στην οδό …………., στο οποίο ανήκει ως παρακολούθημα και κατ’ αποκλειστική χρήση η υπό στοιχεία Ρ1 υπαίθρια θέση στάθμευσης αυτοκινήτου του ισογείου. Για την εξυπηρέτηση των συμβάσεων αυτών τηρήθηκαν οι υπ’ αριθμ. ………. και ……….. λογαριασμοί, οι οποίοι, επειδή ο πιστούχος δεν ήταν συνεπής στις καταβολές των δόσεων αποπληρωμής των δανείων, παρουσίασαν την 27/1/2010 χρεωστικό υπόλοιπο ποσού 94.186,57 ευρώ και ποσού 150.768,09 ευρώ αντίστοιχα. Αποδεικνύεται περαιτέρω ότι με την υπ’ αριθμ. 5311/30.9.2010 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ο πιστούχος κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης. Λόγω της ως άνω οφειλής, η ανακόπτουσα άσκησε το δικαίωμά της από τις συμβάσεις και με τις από 21/10/2013 καταγγελίες, που επιδόθηκαν στον πιστούχο και ήδη πτωχό την 22/10/2013 (…./22.10.2013 και …/22.10.2013 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……………..), κατήγγειλε τις συμβάσεις, θεωρώντας το σύνολο του ανεξόφλητου ποσού των δανείων ληξιπρόθεσμο και απαιτητό και ζήτησε την άμεση εξόφλησή του. Την ημέρα εκείνη (22/10/2013) η οφειλή του πιστούχου από την πρώτη ως άνω σύμβαση ανερχόταν στο ποσό των 114.282,31 ευρώ (που αναλύεται ως εξής: για χρεολύσια από την 22/10/2008 έως την 27/1/2010 ποσό 89.494,34 ευρώ, για τόκους κεφαλαίου από την 22/11/2008 έως την 27/1/2010 ποσό 3.989,34 ευρώ, για τόκους υπερημερίας από την 22/11/2008 έως την 22/10/2013 ποσό 20.277,77 ευρώ και για διάφορα έξοδα ποσό 520,86 ευρώ) και από τη δεύτερη σύμβαση στο ποσό των 182.910,32 ευρώ (που αναλύεται ως εξής: για χρεολύσια από την 22/11/2008 έως την 27/1/2010 ποσό 144.053,07 ευρώ, για τόκους κεφαλαίου από την 22/11/2008 έως την 27/1/2010 ποσό 6.421,39 ευρώ, για τόκους υπερημερίας από την 22/11/2008 έως την 22/10/2013 ποσό 32.408,86 ευρώ και για διάφορα έξοδα ποσό 27 ευρώ). Επομένως η απαίτηση της ανακόπτουσας έναντι του πτωχού ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 297.192,63 ευρώ πλέον τόκων υπερημερίας από την επόμενη της καταγγελίας των συμβάσεων και με εξάμηνο ανατοκισμό αυτών, κατ’ άρθρο 12 του ν. 2601/1998, όπως είχε συμφωνηθεί στις ως άνω συμβάσεις, της συμφωνίας αυτής ισχύουσας και μετά τη λήξη των συμβάσεων με τις πιο πάνω καταγγελίες (ΑΠ 578/2006 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 938/2002 ΕλλΔνη 44,1368). Η τοκοφορία της απαίτησης της ανακόπτουσας δεν έπαυσε με την κήρυξη της πτώχευσης, διότι είναι εξασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκης, που παράγει τα ίδια αποτελέσματα με αυτά της υποθήκης και συνεπώς εξακολουθεί να παράγει τόκους, κατά τα εκτεθέντα στη μείζονα σκέψη και, επειδή το κεφάλαιο της απαίτησής της έχει εγγραφεί τοκοφόρο κατά τη διάταξη του άρθρου 1289 του ΑΚ, αυτή (η απαίτησή της) καλύπτει και τους οφειλόμενους τόκους έως την εξόφλησή της ή έως γίνει αμετάκλητος ο πίνακας κατάταξης. Αποδεικνύεται, τέλος, ότι η ανακόπτουσα δεν ανήγγειλε την ανωτέρω απαίτησή της εντός της νόμιμης προθεσμίας αναγγελίας των απαιτήσεων των πιστωτών του πτωχού και ότι δεν έχει πραγματοποιηθεί η τελευταία διανομή του προϊόντος της πτωχευτικής περιουσίας. Συνεπώς πρέπει να αναγνωριστεί ότι η ανακόπτουσα είναι πτωχευτική πιστώτρια του πτωχού για το ποσό των 297.192,63 ευρώ πλέον των τόκων υπερημερίας, ανατοκιζόμενων ανά εξάμηνο, έως την εξόφλησή της. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε την ως άνω απαίτηση της ανακόπτουσας και την αναγνώρισε ως πτωχευτικήπιστώτρια για το ποσό των 297.192,63 ευρώ, εντούτοις απέρριψε σιωπηρά το παρεπόμενο αίτημά της για την επιδίκαση τόκων, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και ο μοναδικός λόγος της έφεσης είναι βάσιμος.

Πρέπει επομένως η έφεση να γίνει δεκτή, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, να κρατηθεί η υπόθεση προς εκδίκαση από το δικαστήριο αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 535 παρ. 1 του ΚΠολΔ, να γίνει η ανακοπή δεκτή στο σύνολό της και να αναγνωρισθεί ότι η ανακόπτουσα είναι πτωχευτική πιστώτρια του πτωχού ………….. για το ποσό των 297.192,63 ευρώ πλέον των νόμιμων τόκων υπερημερίας, ανατοκιζόμενων αυτών ανά εξάμηνο και να διαταχθεί η επιστροφή στην εκκαλούσα του παράβολου άσκησης έφεσης, ποσού 150 ευρώ, που κατέθεσε, κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ. Δικαστικά έξοδα δεν επιβάλλονται ελλείψει σχετικού αιτήματος από την εκκαλούσα. Τέλος, πρέπει να ορισθεί το παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση που θα ασκηθεί από τον εφεσίβλητο ανακοπή ερημοδικίας κατά της απόφασης αυτής (άρθρο 55 εδ. α΄ του ΠτΚ, καθώς και άρθρα 764 παρ. 3 και 505 παρ. 2 του ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην του εφεσίβλητου.

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων ενενήντα (290) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση τυπικά και κατ’ ουσίαν.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμ. 4666/2014 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει επί της από 21/2/2014 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …./2012 ανακοπής.

ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοπή.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την ανακόπτουσα ως πτωχευτική πιστώτρια στην πτώχευση του ……….., ο οποίος κηρύχθηκε σε πτώχευση με την υπ’ αριθμ. 5311/30.9.2010 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, για το ποσό των διακοσίων ενενήντα επτά χιλιάδων εκατόν ενενήντα δυο ευρώ και εξήντα τριών λεπτών (297.192,63), με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επόμενη της καταγγελίας των ανωτέρω συμβάσεων, δηλαδή από 23/10/2013, ανατοκιζόμενων αυτών ανά εξάμηνο, έως την εξόφληση.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παράβολου άσκησης έφεσης, ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ, στην καταθέσασα αυτό εκκαλούσα.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις    31 Οκτωβρίου 2019.

 

Ο   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

 

 

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, την 16-12-  2019, με άλλη σύνθεση, λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως του Εφέτη Ιωάννη Γερωνυμάκη, αποτελουμένη από τους Δικαστές,  Αντώνιο Πλακίδα, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννη Αποστολόπουλο και Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτες, και με Γραμματέα την  Ελένη Τσίτου, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και του πληρεξουσίου δικηγόρου της καλούσας-εκκαλούσας.

 Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ