Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 730/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙKΑΣΙΑ

Αριθμός Απόφασης:      730     /2019

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Αντώνιο Πλακίδα, Πρόεδρο Εφετών. Ιωάννη Αποστολόπουλο, Εφέτη, Ιωάννη Γερωνυμάκη, Εφέτη – Εισηγητή και τη Γραμματέα Γ.Λ..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 2895/2017 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513 παρ. 1β, 518 παρ. 1, 520 του ΚΠολΔ και άρθρο εικοστό τέταρτο του ν. 4411/2016), δοθέντος ότι η προσβαλλόμενη απόφαση επιδόθηκε την 2/8/2017 (βλ. σχετική επισημείωση του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή ………. στο αντίγραφο της προσβαλλόμενης απόφασης που οι εκκαλούντες προσκομίζουν και επικαλούνται), η δε έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου την 29/9/2017, ενώ καταβλήθηκε και το νόμιμο παράβολο ποσού 150 ευρώ (e-παράβολο με κωδικό …., το ποσό του οποίου καταβλήθηκε στην τράπεζα EUROBANK ERGASIAS A.E.), το οποίο επισυνάπτεται στην από 29/9/2017 έκθεση που συνέταξε η Γραμματέας του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ και αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρο 19 του ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία (άρθρα 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ).

Οι ενάγοντες, ήδη εκκαλούντες, στην από 24/7/2015 αγωγή τους ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ισχυρίστηκαν ότι μεταξύ της εναγόμενης, ήδη εφεσίβλητης, ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας και της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «………….» καταρτίστηκε η υπ’ αριθμ. …/9.12.1994 σύμβαση πίστωσης, με την οποία χορηγήθηκε στην εταιρία πίστωση έως του ποσού των 14.673,50 ευρώ, ότι δυνάμει των αναφερόμενων στην αγωγή μεταγενέστερων πρόσθετων πράξεων το όριο της πίστωσης αυξήθηκε στο ποσό των 171.680,11 ευρώ, ότι για περαιτέρω εξασφάλισή της η εναγόμενη ζήτησε από τον νόμιμο εκπρόσωπο της πιστούχου εταιρίας, ………., υιό τους, να συναινέσει στην εγγραφή προσημείωσης υποθήκης επί του περιγραφόμενου ακινήτου, του οποίου ο ………. είναι ψιλός κύριος και οι ίδιοι επικαρπωτές, ότι προκειμένου να υλοποιηθεί η εγγραφή προσημείωσης και πειθόμενοι από τις διαβεβαιώσεις των εκπροσώπων της εναγόμενης ότι δεν θα εμπλακούν στη σύμβαση πίστωσης, παρά μόνο με την ιδιότητα των επικαρπωτών, υπέγραψαν αρχικά την από 5/4/2000 πρόσθετη πράξη και μεταγενέστερα την από 27/2/2001 πρόσθετη πράξη, με την οποία αυξήθηκε το πιστωτικό όριο έως του ποσού των 205.492,20 ευρώ, ότι την 8/10/2013 η εναγόμενη τους επέδωσε εξώδικη καταγγελία, με την οποία τους δήλωνε ότι έχουν εγγυηθεί ανεπιφύλακτα την ολοσχερή εξόφληση κάθε απαίτησής της από την εν λόγω σύμβαση πίστωσης, καλώντας τους να της καταβάλουν το ποσό των 166.362,94 ευρώ και ότι πείστηκαν από τις διαβεβαιώσεις των αρμόδιων οργάνων της εναγόμενης ότι ο σκοπός της υπογραφής της πρώτης ως άνω πρόσθετης πράξης ήταν για να λάβει χώρα η προσημείωση και της δεύτερης ως άνω πρόσθετης πράξης προκειμένου να λάβουν γνώση της αύξησης του πιστωτικού ορίου και ότι σε κάθε περίπτωση η ευθύνη τους περιορίζεται στην αξία του ακινήτου, στο οποίο ενεγράφη η προσημείωση και όχι σε ολόκληρη την περιουσία τους, τελώντας για τους λόγους αυτούς σε ουσιώδη πλάνη ως προς την ευθύνη που ανέλαβαν ως εγγυητές, για την οποία ουδέποτε η εναγόμενη τους ενημέρωσε. Ζητούσαν να αναγνωριστεί ότι η εγγύηση, την οποία κατάρτισαν με τις από 5/4/2000 και 21/2/2001 πρόσθετες πράξεις είναι άκυρη και να αναγνωριστεί ότι ευθύνονται έναντι της εναγόμενης μόνο ως επικαρπωτές του πιο πάνω ακινήτου που προσημειώθηκε.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, απέρριψε το δεύτερο αίτημα ως μη νόμιμο και το πρώτο αίτημα ως ουσιαστικά αβάσιμο. Κατά της απόφασης αυτής οι εκκαλούντες παραπονούνται με την υπό κρίση έφεσή τους για κακή εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν να γίνει η έφεσή τους δεκτή ώστε να εξαφανιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να γίνει δεκτή η αγωγή στο σύνολό της.

Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικά και όλων των εγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται είτε ως άμεσα αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ’ αριθμ. …./9.12.1994 σύμβασης πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό που υπεγράφη στον Πόρο Τροιζηνίας μεταξύ της εναγόμενης και της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «……….» και το διακριτικό τίτλο «……….», νομίμως εκπροσωπούμενης από τον ……….., υιό των εναγόντων, η εναγόμενη χορήγησε στην ως άνω εταιρεία πίστωση μέχρι του ποσού των 5.000.000 δραχμών και ήδη 14.673,50 ευρώ, η οποία συμφωνήθηκε ότι θα εξυπηρετείται με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό. Στην ίδια σύμβαση οι ……….. και ……….. εγγυήθηκαν προς την εναγόμενη υπέρ της πιστούχου της πλήρη και εμπρόθεσμη εξόφληση της πίστωσης, παραιτούμενοι από τις ενστάσεις που απορρέουν από τις διατάξεις της εγγύησης και ευθυνόμενοι εις ολόκληρον με την πιστούχο εταιρία. Στη συνέχεια μεταξύ των ίδιων συμβαλλομένων υπογράφηκαν α)η από 9/12/1994 πρόσθετη πράξη ειδικού επιτοκίου, με την οποία η εναγόμενη αποκτούσε το δικαίωμα να αναπροσαρμόζει το δικαίωμα πιστώσεως κατά ποσοστό 1% επί πλέον ή έλασσον του βασικού επιτοκίου, όπως αυτό καθορίζεται δυνάμει των σχετικών πράξεων του Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος, δηλ. συνολικά 25,5%, β)η από 1/3/1995 πρόσθετη πράξη, με την οποία συμφωνήθηκε ότι η καταβολή του τόκου εκ μέρους της πιστούχου θα υπολογίζεται με κυμαινόμενο επιτόκιο, γ)η από 29/12/1995 πρόσθετη πράξη, με την οποία συμφωνήθηκε η αύξηση του ορίου πιστώσεως από 5.000.000 δραχμές σε 15.000.000 δραχμές και ήδη σε 44.020,54 ευρώ, δ)η από 27/2/1996 πρόσθετη πράξη, με την οποία συμφωνήθηκε η αύξηση του ορίου πιστώσεως από 15.000.000 δραχμές σε 21.000.000 δραχμές και ήδη σε 61.628,76 ευρώ, ε)η από 1/4/1996 πρόσθετη πράξη, με την οποία συμφωνήθηκε η αύξηση του ορίου πιστώσεως από 21.000.000 δραχμές σε 25.000.000 δραχμές και ήδη σε 73.367,57 ευρώ, στ)η από 18/4/1996 πρόσθετη πράξη, με την οποία συμφωνήθηκε η αύξηση του ορίου πιστώσεως από 25.000.000 δραχμές σε 30.000.000 δραχμές και ήδη σε 88.041,08 ευρώ, ζ)η από 31/5/1996 πρόσθετη πράξη, με την οποία συμφωνήθηκε η αύξηση του ορίου πιστώσεως από 30.000.000 δραχμές σε 31.000.000 δραχμές και ήδη σε 90.975,78 ευρώ, η)η από 1/7/1996 πρόσθετη πράξη, με την οποία συμφωνήθηκε η αύξηση του ορίου πιστώσεως από 31.000.000 δραχμές σε 50.000.000 δραχμές και ήδη σε 146.735,14 ευρώ, θ)η από 2/7/1996 πρόσθετη πράξη, με την οποία συμφωνήθηκε η αύξηση του ορίου πιστώσεως από 50.000.000 δραχμές σε 52.500.000 δραχμές και ήδη σε 154.071,90 ευρώ, ι)η από 14/10/1996 πρόσθετη πράξη, με την οποία συμφωνήθηκε η αύξηση του ορίου πιστώσεως από 52.500.000 δραχμές σε 58.500.000 δραχμές και ήδη σε 171.680,11 ευρώ. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η απαίτηση της εναγόμενης, οι ενάγοντες και ο υιός τους Ευστάθιος συναίνεσαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, στο οποίο εμφανίσθηκαν αυτοπροσώπως, στην εγγραφή προσημείωσης υποθήκης έως του ποσού των 102.715 ευρώ επί ενός διαμερίσματος εμβαδού 126,80 τ.μ., που βρίσκεται στον τρίτο όροφο πολυκατοικίας, η οποία έχει ανεγερθεί στην οδό … … στην ……….. Αττικής, του οποίου την ψιλή κυριότητα έχει ο …….. και την επικαρπία οι ενάγοντες κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου ο κάθε ένας. Η προσημείωση αυτή, για την οποία εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 1309/2000 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, εγγράφηκε στα βιβλία υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Γλυφάδας στον τόμο …, φύλλο …, με αύξοντα αριθμό …./21.3.2000. Ακολούθως, για την εξυπηρέτηση του ίδιου σκοπού οι ενάγοντες, αφού μετέβησαν στο υποκατάστημα της εναγόμενης στον Πόρο, υπέγραψαν την από 5/4/2000 έγγραφη σύμβαση εγγύησης υπέρ της πιστούχου εταιρίας. Το έντυπο της σύμβασης αυτής αποτελείται από δυο σελίδες και φέρει ευκρινώς στην αρχή της πρώτης σελίδας τον υπογραμμισμένο και με έντονα κεφαλαία γράμματα τίτλο «ΣΥΜΒΑΣΙΣ ΕΓΓΥΗΣΕΩΣ», ενώ στο μέσο της ίδιας σελίδας και στον υπ’ αριθμ. 2 όρο αυτής αναγράφεται επί λέξει: «Ήδη ο εγγυητής λαβών γνώσιν ολοκλήρου του περιεχoμένoυ της ως άνω συμβάσεως, των όρων της, της μέχρι σήμερον κινήσεως της δυνάμει των τηρηθέντων λογαριασμών, δηλοί ότι εγγυάται ανεπιφυλάκτως προς την Τράπεζαν υπέρ του πιστούχου, την υπό τούτου εμπρόθεσμον και ολοσχερή εξόφλησιν παντός, οιαδήποτε και αν είναι κατά το οριστικόν κλείσιμον της ως άνω πιστώσεως και των δυνάμει ταύτης τηρουμένων λογαριασμών, καταλοίπου, πλέον τόκων προμηθειών και πάσης φύσεως, κατά τους όρους της, επιβαρύνσεων και εξόδων και γενικώς την παρά του πιστούχου εκπλήρωσιν απασών των δια της ως άνω συμβάσεως αναλαμβανoμένων έναντι της Τραπέζης υποχρεώσεών του, ενεχόμενος εις ολόκληρον μετ’ αυτού και ως αυτοφειλέτης, παραιτούμενος της ενστάσεως της διζήσεως και γενικά της ενστάσεως και παντός δικαιώματός του απορρέοντος εκ των διατάξεων των άρθρων 853, 855, 858, 862, 863, 864, 866, 867 και 868 Α.Κ. ως και πάσης άλλης ενστάσεως, οιασδήποτε ην εκ του νόμου έχει ο πρωτοφειλέτης ή ο εγγυητής έναντι του δανειστού». Από το κείμενο του συγκεκριμένου όρου που αναφέρονται με απλό και κατανοητό τρόπο οι υποχρεώσεις των εγγυητών, σε συνδυασμό με τον τίτλο του έντυπου της εγγύησης, καθίσταται σαφές ότι οι ενάγοντες, οι οποίοι, ως απόφοιτοι Γυμνασίου, έχουν το μορφωτικό και πνευματικό επίπεδο του μέσου ανθρώπου, λαμβάνοντας υπόψιν και την ηλικία τους κατά το χρόνο υπογραφής (70 και 65 ετών αντίστοιχα),  προκειμένου να αντιληφθούν και να κατανοήσουν, όχι μόνο ότι υπέγραψαν σύμβαση εγγύησης υπέρ της εταιρίας του υιού τους, αλλά και ότι ευθύνονται για την εξόφληση οποιασδήποτε απαίτησης της εναγόμενης από τη χορηγηθείσα πίστωση και με την ατομική περιουσία τους. Ο ισχυρισμός τους ότι η υπογραφή της σύμβασης αυτής ήταν αποτέλεσμα απάτης εκ μέρους των υπαλλήλων της εναγόμενης, οι οποίοι τους διαβεβαίωσαν ψευδώς ότι θα υπογράψουν την εν λόγω σύμβαση για να υλοποιηθεί η εγγραφή προσημείωσης του πιο πάνω περιγραφόμενου ακινήτου και ότι η ευθύνη τους περιορίζεται μόνο στο συγκεκριμένο ακίνητο, δεν αποδεικνύεται από κανένα απολύτως αποδεικτικό στοιχείο. Καταρχάς, όπως και η μάρτυρας απόδειξης, σύζυγος του υιού τους ……, κατέθεσε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, οι ενάγοντες μετέβησαν στο υποκατάστημα της εναγόμενης κατόπιν προτροπής του υιού τους, διότι ήθελαν να τον βοηθήσουν στην εξυπηρέτηση της πίστωσης. Επομένως, η παραδοχή ότι μετέβησαν στο υποκατάστημα της εναγόμενης έχοντας διαμορφώσει την ως άνω πεπλανημένη αντίληψη, λόγω των ψευδών διαβεβαιώσεων των υπαλλήλων της, οδηγεί αναγκαστικά στο συμπέρασμα ότι τις ίδιες διαβεβαιώσεις είχαν και από τον υιό τους. Αυτό όμως θα είχε ως λογικό συμπέρασμα, είτε ότι ο υιός τους δεν γνώριζε τι θα υπέγραφαν στην τράπεζα και ποιες υποχρεώσεις θα αναλάμβαναν, γεγονός που στερείται λογικής βάσης, ενόψει της μακροχρόνιας συνεργασίας του με την εναγόμενη και των διαδοχικών πρόσθετων πράξεων που υπέγραψε και ως εγγυητής και ο ίδιος, είτε ότι και ο υιός τους τους παραπλάνησε, γεγονός που δεν επικαλούνται. Σε κάθε περίπτωση είναι αυτονόητο ότι οι ενάγοντες υπέγραψαν την εν λόγω σύμβαση εγγύησης κατόπιν συνεννόησης με τον υιό τους, ο οποίος τους εξήγησε, όπως είναι φυσικό, ότι η σύμβαση εγγύησης που υπέγραψαν δεν αποτελεί ούτε παρακολούθημα, ούτε προϋπόθεση υλοποίησης της προσημείωσης, γεγονός που και οι ίδιοι ήταν σε θέση να αντιληφθούν. Άλλωστε μετά από την πάροδο ενός έτους περίπου, την 27/2/2001, οι ενάγοντες μετέβησαν εκ νέου στο ίδιο υποκατάστημα της εναγόμενης και υπέγραψαν ως εγγυητές νέα πρόσθετη πράξη της σύμβασης πίστωσης, με την οποία το όριο της σύμβασης πίστωσης αυξήθηκε στο ποσό των 70.000.000 ευρώ, στον όρο 5 της οποίας επαναλαμβάνονται οι υποχρεώσεις που ανέλαβαν ως εγγυητές. Την ίδια πρόσθετη πράξη συνυπέγραψε και ο υιός τους, ……………., ο οποίος με τον τρόπο αυτό, ανεξάρτητα αν εμφανίστηκε μαζί με τους γονείς του, όπως ισχυρίζεται η εναγόμενη ή σε μεταγενέστερη ημέρα, όπως κατέθεσε η μάρτυρας απόδειξης, αντιλήφθηκε ότι οι γονείς του συνυπέγραψαν ως εγγυητές, με άμεσο επακόλουθο, αν πράγματι δεν επρόκειτο να συμβληθούν ως εγγυητές, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον με την πιστούχο εταιρία για κάθε απαίτηση της εναγόμενης, να τους ενημέρωνε αμέσως για τις συνέπειες της δήλωσής τους, κάτι που ουδέποτε συνέβη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την προσβαλλόμενη απόφασή του τα ίδια έκρινε, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και ο πρώτος λόγος της έφεσης, με τον οποίο οι εκκαλούντες – ενάγοντες παραπονούνται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα και μη αξιολογώντας ορθά τις ενώπιόν του ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, απέρριψε τον ισχυρισμό τους ότι εκ πλάνης υπέγραψαν τη σύμβαση εγγύησης, ο δεύτερος λόγος, με τον οποίο παραπονούνται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε τον ισχυρισμό τους ότι οι υπάλληλοι της εναγόμενης, αν και όφειλαν, δεν τους ενημέρωσαν για τις υποχρεώσεις που ανέλαβαν με την υπογραφή της εν λόγω σύμβασης και ο τρίτος λόγος, με τον οποίο παραπονούνται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε τον ισχυρισμό τους ότι οι υπάλληλοι της εναγόμενης, λόγω της μη ενημέρωσής τους, τέλεσαν αδικοπραξία σε βάρος τους, είναι ουσιαστικά αβάσιμοι.

Εν όψει όλων των προεκτιθέμενων και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης, πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να απορριφθεί κατ’ ουσίαν, να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος από τους εκκαλούντες παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 εδ. ε του ΚΠολΔ) και να καταδικαστούν οι εκκαλούντες στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή σχετικού αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την από 26/9/2017 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………/2017 έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 2895/2017 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτή κατ’ ουσίαν.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου της έφεσης.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εκκαλούντες στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στον Πειραιά στις    17 Οκτωβρίου 2019.

 

Ο   ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

Δημοσιεύθηκε δε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, την ……. ………………..  2019, με άλλη σύνθεση, λόγω μεταθέσεως και αναχωρήσεως του Εφέτη Ιωάννη Γερωνυμάκη, αποτελουμένη από τους Δικαστές,  Αντώνιο Πλακίδα, Πρόεδρο Εφετών, Ιωάννη Αποστολόπουλο και Εμμανουηλία-Αλεξάνδρα Κεχαγιά, Εφέτες, και με Γραμματέα την  Γεωργία Λογοθέτη, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

 Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ