Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 737/2019

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Περίληψη

Κατά το άρθρο 544 παρ. 6 ΚΠολΔ, χωρεί αναψηλάφηση, αν η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίζεται μεταξύ άλλων και σε ψευδή κατάθεση μάρτυρα, εφόσον το ψεύδος αναγνωρίστηκε με αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου και, αν πρόκειται για κατάθεση διαδίκου και με δικαστική ομολογία του. Ο λόγος δεν ιδρύεται, αν η απόφαση είναι αθωωτική, έστω και ελλείψει δόλου, καθώς προϋπόθεση του λόγου είναι η τέλεση εγκλήματος ψευδορκίας ή ψευδομαρτυρίας, που προϋποθέτει δόλο. Πρέπει να αναγνωρίζεται η δόλια κατάθεση αναληθών γεγονότων και όχι απλώς η αναλήθεια αυτών. Κατά το άρθρ. 544 αριθ. 7 ΚΠολΔ αναψηλάφηση συγχωρείται και εάν ο αιτούμενος διάδικος βρήκε ή έλαβε στην κατοχή του μετά την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως νέα κρίσιμα έγγραφα, τα οποία δεν ήταν δυνατόν να προσαγάγει εγκαίρως εξ ανωτέρας βίας, ή τα οποία κατακρατήθηκαν υπό του αντιδίκου ή τρίτου ευρισκομένου σε συνεννόηση μετά του αντιδίκου και των οποίων την ύπαρξη, ως και την παρά του αντιδίκου ή τρίτου κατοχή, αγνοούσε διαρκούσης της δίκης. Τέτοιο υπάρχει και όταν εκ του επικαλουμένου νέου εγγράφου, μεταγενεστέρου του χρονικού σημείου δημοσιεύσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, προκύπτει η ύπαρξη και το περιεχόμενο, κρισίμου εκδοθέντος προ του ρηθέντος χρονικού σημείου, εγγράφου, η έγκαιρη προσκόμιση του οποίου (ήτοι αυτού του προκύπτοντος εγγράφου) υπό του αιτούντος την αναψηλάφηση δεν ήταν δυνατή από λόγο ανωτέρας βίας.

 

Αριθμός          737 /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, Εφέτη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιά και τη Γραμματέα E.T..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

          Κατά τη διάταξη του άρθρου 544 παρ. 6 ΚΠολΔ μεταξύ των περιοριστικά απαριθμούμενων λόγων είναι και εκείνος, κατά τον οποίο χωρεί αναψηλάφηση, αν η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίζεται σε ψευδή κατάθεση μάρτυρα ή διαδίκου, σε ψευδή έκθεση ή κατάθεση πραγματογνώμονα, σε ψευδή όρκο διαδίκου ή σε πλαστά έγγραφα, εφόσον το ψεύδος ή η πλαστότητα αναγνωρίστηκαν με αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου και, αν πρόκειται για κατάθεση διαδίκου και με δικαστική ομολογία του. Αν η άσκηση της ποινικής αγωγής ή η πρόοδος της ποινικής διαδικασίας είναι αδύνατη, η αναγνώριση γίνεται με κύρια αγωγή, η οποία ασκείται μέσα σε έξι μήνες από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης και, αν η αδυναμία επήλθε κατόπιν, μέσα σε έξι μήνες από αυτήν. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι προϋπόθεση του παραδεκτού του λόγου αυτού αναψηλάφησης είναι η ύπαρξη, κατά το χρόνο προβολής του, αμετάκλητης απόφασης ποινικού δικαστηρίου με την οποία να αναγνωρίζεται το ως άνω ψεύδος ή η πλαστότητα, ή η ύπαρξη δικαστικής ομολογίας επί καταθέσεως διαδίκου,  αν δε η άσκηση της ποινικής δίωξης ή η πρόοδος της ποινικής διαδικασίας είναι αδύνατη, η ύπαρξη σχετικής απόφασης πολιτικού δικαστηρίου. Ο λόγος δεν ιδρύεται, αν η απόφαση είναι αθωωτική, έστω και ελλείψει δόλου, καθώς προϋπόθεση του λόγου είναι η τέλεση εγκλήματος ψευδορκίας ή ψευδομαρτυρίας, που προϋποθέτει δόλο (βλ. ΑΠ 689/2002 δημ ΝΟΜΟΣ, Κεραμεύς Κονδύλη Νίκας Ερμηνεία ΚΠολΔ Μαργαρίτης άρθρ. 544 αρ. 19 με τις εκεί παραπομπές στη νομολογία). Περαιτέρω, κατά το άρθρ. 544 αριθ. 7 ΚΠολΔ αναψηλάφηση συγχωρείται και εάν ο αιτούμενος διάδικος βρήκε ή έλαβε στην κατοχή του μετά την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως νέα κρίσιμα έγγραφα, τα οποία δεν ήταν δυνατόν να προσαγάγει εγκαίρως εξ ανωτέρας βίας, ή τα οποία κατακρατήθηκαν υπό του αντιδίκου ή τρίτου ευρισκομένου σε συνεννόηση μετά του αντιδίκου και των οποίων την ύπαρξη, ως και την παρά του αντιδίκου ή τρίτου κατοχή, αγνοούσε διαρκούσης της δίκης. Από αυτή τη διάταξη σαφώς προκύπτει ότι το νέο κρίσιμο έγγραφο πρέπει να υπήρχε κατά την έκδοση της προσβαλλομένης με την αναψηλάφηση απόφασης και ότι περίπτωση ανεύρεσης νέου, κρισίμου, εγγράφου δυναμένου να θεμελίωση την αίτηση αναψηλάφησης υπάρχει και όταν εκ του επικαλουμένου νέου εγγράφου, μεταγενεστέρου του χρονικού σημείου δημοσιεύσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, προκύπτει η ύπαρξη και το περιεχόμενο, κρισίμου εκδοθέντος προ του ρηθέντος χρονικού σημείου, εγγράφου, η έγκαιρη προσκόμιση του οποίου (ήτοι αυτού του προκύπτοντος εγγράφου) υπό του αιτούντος την αναψηλάφηση δεν ήταν δυνατή από λόγο ανωτέρας βίας (ΑΠ 1501/1979 δημ ΝΟΜΟΣ).

Στην προκειμένη περίπτωση ο αιτών με την υπό κρίση αίτησή του ζητεί την αναψηλάφηση της υπ’ αρ. 622/2018 απόφασης αυτού του Δικαστηρίου, που απέρριψε κατ’ ουσίαν έφεσή του κατά της υπ’ αρ. 2299/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, δεκτής γενομένης εν μέρει, όπως και πρωτοδίκως, της με αρ. κατ. …../2015 αγωγής του καθ’ ου εναντίον του για καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης από προσβολή της προσωπικότητάς του, που υπέστη από την εναντίον του υποβληθείσα και αμετακλήτως απορριφθείσα εκ μέρους του αιτούντος ………. έγκληση, επειδή η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίχθηκε σε ψευδή κατάθεση μάρτυρα και δη σε αυτή του ……….. καθώς και στην ένορκη κατάθεση του καθ’ ου περί βεβαίωσης ως αληθούς της δικής του (του καθ’ ου) έγκλησης για ψευδή καταμήνυση και συκοφαντική δυσφήμηση (ΚΠολΔ 544 αρ. 6). Επικαλείται δε και προσκομίζει ως ποινικές αποφάσεις, με τις οποίες αναγνωρίστηκε το ψεύδος των ως άνω καταθέσεων, τις υπ’ αρ. ΒΤ 3781 και ΒΤ 3782/15.10.2018 αμετάκλητες ποινικές αθωωτικές αποφάσεις του ΤριμΠλημΠειρ, με τις οποίες ο ίδιος (ο αιτών) αθωώθηκε των κατηγοριών της ψευδούς καταμήνυσης και συκοφαντικής δυσφήμησης σε βάρος του καθ’ ου. Επίσης ζητεί την αναψηλάφηση της ως άνω απόφασης, γιατί έλαβε στην κατοχή του, μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, τις ως άνω αμετάκλητες ποινικές αποφάσεις του ΤρΠλημΠειρ, τα οποία αποτελούν κρίσιμα έγγραφα, γιατί με αυτές ο ίδιος αθωώνεται των ως άνω κατηγοριών (ΚΠολΔ 544 αρ. 7) και από αυτές προκύπτει η ύπαρξη και το περιεχόμενο άλλων εγγράφων και δη της έγκλησης του καθ’ ου εναντίον του και του συνταχθέντος σε βάρος του κατηγορητηρίου με πράξη ορισμού δικασίμου, που εκδόθηκαν πριν από την τελευταία συζήτηση επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλομένη.

Η ως άνω αίτηση ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως (ΚΠολΔ 545) και καταβλήθηκε γι’ αυτήν το σχετικό παράβολο (βλ. το υπ’ αρ. ………/2018 ηλεκτρονικό παράβολο). Κρίνεται όμως απαράδεκτη και ως εκ τούτου απορριπτέα και για τους δύο λόγους της. Και τούτο, γιατί, όσον αφορά τον πρώτο λόγο (544 αρ. 6 ΚΠολΔ), δεν επικαλείται αμετάκλητη απόφαση ποινικού ή πολιτικού δικαστηρίου, που να αναγνωρίζει το ως άνω ψεύδος αλλά επικαλείται και προσκομίζει τις μη έχουσες τέτοιο περιεχόμενο αμετάκλητες αποφάσεις ΒΤ 3781 και ΒΤ 3782/15.10.2018 του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, με τις οποίες ο ίδιος κηρύχθηκε αθώος των πράξεων της ψευδούς καταμήνυσης και της συκοφαντικής δυσφήμησης, από τις οποίες, ναι μεν μπορεί λογικά, συμπερασματικά εξ αντιδιαστολής να συνάγεται το αναληθές των όσων κατέθεσε ενόρκως ο μάρτυρας ………… και της ένορκης κατάθεσης του καθ’ ου περί της αληθείας της υποβληθείσας σε βάρος του αιτούντος έγκλησής του, χωρίς όμως απ’ αυτές (τις ποινικές αποφάσεις) να αναγνωρίζεται το ψεύδος των ανωτέρω καταθέσεων – βεβαιώσεων, δηλαδή η δόλια πρόθεση αυτών να καταθέσουν αναληθή γεγονότα, τα οποία εκτίμησε αυτό το Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, όπως απαιτείται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 544 αρ. 6 του ΚΠολΔ. Όσον αφορά το δεύτερο λόγο αναψηλάφησης, γιατί τα επικαλούμενα κρίσιμα έγγραφα, ήτοι οι ως άνω αμετάκλητες ποινικές αποφάσεις, δεν υπήρχαν κατά την τελευταία συζήτηση στο Δικαστήριο, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση και τα επικαλούμενα κρίσιμα έγγραφα, ήτοι της από 20.7.2016 έγκλησης του καθ’ ου εναντίον του και του συνταχθέντος σε βάρος του κατηγορητηρίου με πράξη ορισμού δικασίμου, που υπήρχαν κατά τη συζήτηση της έφεσης, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη, πλην όμως δεν γίνεται επίκληση από τον αιτούντα ανώτερης βίας ή δόλου του αντιδίκου ή τρίτου σε συνεννόηση με αυτόν, εξαιτίας των οποίων εμποδίστηκε ο αιτών να τα προσκομίσει (αυτά τα έγγραφα, ήτοι την έγκληση και το κατηγορητήριο) στο Δικαστήριο κατά τη συζήτηση της έφεσης. Κατόπιν των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η αναψηλάφηση και να διαταχθεί η εισαγωγή του σχετικού παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο. Τέλος πρέπει ο αιτών να καταδικαστεί στη δικαστική δαπάνη του καθ’ ου.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει την αίτηση αναψηλάφησης κατά της υπ’ αρ. 622/2018 απόφασης αυτού του Δικαστηρίου.

Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου της αναψηλάφησης στο Δημόσιο Ταμείο.

Καταδικάζει τον αιτούντα στην πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του καθ’ ου που καθορίζει σε 300 ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους, στον Πειραιά στις     17.12.2019

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ