Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 703/2019

Αριθμός  703    /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή, Ελένη Τοπούζη,  Εφέτη, που ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς και από την Γραμματέα, Ε.Τ..

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις των άρθρων 271 παρ.2, 272 και 524 παρ. 1 και 3 εδ. α` ΚΠολΔ προκύπτει ότι αν ο εκκαλών δεν εμφανισθεί κατά την  συζήτηση της έφεσής του ή εμφανισθεί, αλλά δεν λάβει μέρος κανονικά σ` αυτήν, το Εφετείο ερευνά με επιμέλεια τίνος από τους διαδίκους επισπεύδεται η συζήτηση. Αν αυτή επισπεύδεται από τον απόντα εκκαλούντα και το αποδεικνύει ο παριστάμενος εφεσίβλητος, προσκομίζοντας επικυρωμένο αντίγραφο της έφεσης που του έχει επιδοθεί με πράξη προσδιορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση (άρθρα 139 παρ. 3, 498 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ), απορρίπτεται η έφεση, χωρίς  περαιτέρω έρευνα των λόγων της. Το ίδιο αποφασίζει το Εφετείο και όταν τη συζήτηση της έφεσης επισπεύδει ο εφεσίβλητος και το αποδεικνύει προσκομίζοντας έκθεση επιδόσεως αντιγράφου της έφεσης με πράξη  ορισμού  δικασίμου  και   κλήση   προς   συζήτηση. Η απόρριψη της έφεσης, λόγω της ερημοδικίας του εκκαλούντος, γίνεται κατ` ουσίαν και όχι για τυπικό λόγο, διότι, παρότι στην πραγματικότητα οι λόγοι της έφεσης δεν εξετάζονται ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητά τους, θεωρείται κατά πλάσμα νόμου ότι είναι αβάσιμοι και για το λόγο αυτό είναι πάντοτε απορριπτέοι, αφού δεν δίνεται στο Δικαστήριο η δυνατότητα έκδοσης αντίθετης απόφασης περί παραδοχής τους (βλ. ΟλΑΠ 16/1990 ΕλλΔνη 41.804, ΑΠ 268/2016, ΑΠ 355/2016, ΑΠ 467/2016, ΤριμΕφΠατρ 62/2017, ΤριμΕφΛαρ 11/2016, ΤριμΕφΛαρ 27/2016, δημοσιευμένες στη Νόμος). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 226 παρ.4 εδ. 3 και 4 του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην κατ` έφεση δίκη, κατ` άρθρο 498 παρ.2 του ίδιου Κώδικα, «αν η συζήτηση αναβληθεί, ο γραμματέας είναι υποχρεωμένος, αμέσως μετά το τέλος της συνεδρίασης, να μεταφέρει την υπόθεση στη σειρά των υποθέσεων που πρέπει να συζητηθούν, κατά τη δικάσιμο που ορίστηκε. Κλήση του διαδίκου για εμφάνιση στη δικάσιμο αυτή δεν χρειάζεται και η αναγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων». Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης, η αναβολή της υπόθεσης και η εγγραφή αυτής στο πινάκιο του δικαστηρίου για τη μετ` αναβολή δικάσιμο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων για τη δικάσιμο αυτή και επομένως δεν χρειάζεται νέα κλήτευση των διαδίκων. Προϋπόθεση, όμως, της εγκυρότητας της κλήτευσης αυτής, συνεπεία της αναβολής της υπόθεσης και της εγγραφής αυτής στο πινάκιο, είναι ότι ο απολειπόμενος κατά τη μετ` αναβολή δικάσιμο διάδικος, είτε είχε επισπεύσει εγκύρως τη συζήτηση, είτε είχε νομίμως και εμπροθέσμως κλητευθεί να παραστεί για τη δικάσιμο, κατά την οποία αναβλήθηκε η υπόθεση, είτε είχε παραστεί νομίμως κατά την πρώτη αυτή δικάσιμο και, επομένως, με τη νόμιμη παράσταση και τη μη εναντίωσή του, καλύφθηκε η ακυρότητα της κλητεύσεώς του κατά την αρχική δικάσιμο (βλ. ΑΠ 640/2007 ΕλλΔνη 2007.825, ΑΠ 1261/2007, ΤριμΕφΛαρ 101/2015, δημοσιευμένες στη  Νόμος , ΕφΑθ 7913/2007 ΕλλΔνη 2008.870)

Στην προκείμενη περίπτωση, από τα διαδικαστικά έγγραφα της υποθέσεως, προκύπτουν τα ακόλουθα: Επί της από  3.2.2014 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……./6.2.2014 αγωγής της εφεσίβλητης-ενάγουσας  που ασκήθηκε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, στρεφομένης κατά της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων,   η με αριθμό 5550/2017  οριστική απόφαση του ως Δικαστηρίου, δικάσαντος  κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων,  που δέχτηκε την αγωγή ως προς τις αναφερόμενες στο σκεπτικό της κύριες βάσεις της και αναγνώρισε ότι η εναγόμενη οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 110.455,80 ευρώ, νομιμοτόκως από τις 22.11.2013 μέχρις εξοφλήσεως, ενώ συμψήφισε τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων. Κατά της αποφάσεως αυτής η εναγόμενη-εκκαλούσα άσκησε την από 20.3.2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης  ΓΑΚ/ΕΑΚ/………../2018  έφεσή της και για το παραδεκτό της συζήτησής της προκατέθεσε το  νόμιμο παράβολο,  που προβλέπεται  στην παραγρ. 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, της οποίας (έφεσης),ορίσθηκε δικάσιμος, με επιμέλεια της εκκαλούσας,  η 21.3.2019.   Τη συζήτηση της έφεσης για την προαναφερόμενη δικάσιμο επέσπευσε η εκκαλούσα  με την εμπρόθεσμη επίδοση στην εφεσίβλητη  αντιγράφου της εφέσεως,  ως τούτο προκύπτει από το επικυρωμένο αντίγραφο της έφεσης που μετ΄επικλήσεως προσκομίζει η εφεσίβλητη (βλ. σχετική επισημείωση με ημερομηνία 4.4.2018  του δικαστικού επιμελητή ……….. επί του αντιγράφου της έφεσης).  Κατά τη δικάσιμο αυτή (της 21.3.2019), κατά την οποία, ως προκύπτει από την επισκόπηση του οικείου πινακίου, η εκκαλούσα εκπροσωπήθηκε δια πληρεξουσίου δικηγόρου,   το Δικαστήριο ανέβαλε τη συζήτηση της έφεσης, κατόπιν αιτήματός της,  για την αναγραφόμενη στην αρχή της  παρούσας δικάσιμο  (24.10.2019) και η γραμματέας του Δικαστηρίου τούτου ενέγραψε την επίδικη υπόθεση στο οικείο πινάκιο, στη σειρά των υποθέσεων που έπρεπε να συζητηθούν στη σημερινή, μετ αναβολή δικάσιμο, κατά την οποία δεν απαιτείται η εκ νέου κλήτευση της εκκαλούσας,  δεδομένου ότι, όπως προαναφέρθηκε στη μείζονα σκέψη, η αναβολή της υπόθεσης και η εγγραφή της στο πινάκιο για τη μετ` αναβολή δικάσιμο επέχει θέση κλητεύσεως όλων των διαδίκων. Όπως δε προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού του Δικαστηρίου, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, η εκκαλούσα   δεν εμφανίσθηκε στο Δικαστήριο,  ούτε εκπροσωπήθηκε με οποιοδήποτε νόμιμο τρόπο, σε αντίθεση με την προσηκόντως παρασταθείσα εφεσίβλητη. Επομένως,  εφόσον η εκκαλούσα  ερημοδικεί,  πρέπει η ένδικη έφεσή της,  κατά  την παραγρ.3 του άρθρου 524 ΚΠολΔ, σύμφωνα και με τα  εκτεθέντα εκτενώς στη μείζονα σκέψη της παρούσας,  να απορριφθεί, χωρίς περαιτέρω έρευνα αυτής. Τέλος πρέπει να καταδικασθεί η εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, ως διάδικος που ηττήθηκε, κατ` αποδοχή σχετικού αιτήματος της τελευταίας (αρθρ. 176, 183, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) και να καθορισθεί το νόμιμο παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας (αρθρ. 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), ως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Τέλος, εφόσον η έφεση απορρίπτεται, πρέπει, κατ` άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου ποσού εκατό (100,00) ευρώ, που καταβλήθηκε από την εκκαλούσα κατά την άσκηση της εφέσεώς της, κατά τα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εκκαλούσας..

ΟΡΙΖΕΙ παράβολο ανακοπής ερημοδικίας ποσού διακοσίων ενενήντα (290) ευρώ.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης,  για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας,  τα οποία ορίζει σε πεντακόσια    (500) ευρώ.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου,  ποσού εκατό (100,00) ευρώ, που καταβλήθηκε εκ μέρους της εκκαλούσας κατά την άσκηση της εφέσεώς της  με το με αριθμό  ……….. e- παράβολο.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασή του, στον Πειραιά,  στις        3.12. 2019,  απόντων των διαδίκων και της πληρεξουσίας δικηγόρου της εφεσίβλητης.

 

  Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ