Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 686/2019

Αριθμός    686 /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………….., χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέως, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 937 παρ.1β ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ. 2 του άρθρου 1 Ν. 4335/2015, σε περίπτωση εκτέλεσης, που στηρίζεται σε δικαστική απόφαση ή διαταγή πληρωμής, κατά της απόφασης που εκδίδεται επί της ανακοπής επιτρέπεται η άσκηση έφεσης. Στις λοιπές περιπτώσεις εκτελεστών τίτλων του άρθρου 904 παρ. 2, κατά της απόφασης που εκδίδεται επί της ανακοπής επιτρέπεται η άσκηση όλων των ενδίκων μέσων. Στις περιπτώσεις των προηγουμένων εδαφίων, η άσκηση ενδίκου μέσου δεν αναστέλλει την πρόοδο της εκτέλεσης, εκτός αν το Δικαστήριο του ενδίκου μέσου, μετά από αίτηση του ασκούντος αυτό, που υποβάλλεται και αυτοτελώς, δικάζοντας με τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., διατάξει την αναστολή, με την παροχή ή και χωρίς παροχή εγγύησης, εφόσον κρίνει ότι η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκίμηση του ενδίκου μέσου. Επίσης, μπορεί να διαταχθεί να προχωρήσει η αναγκαστική εκτέλεση, αφού δοθεί εγγύηση. Ειδικά όταν η αίτηση αναστολής αφορά τη μη διενέργεια πλειστηριασμού, θα πρέπει με ποινή το απαράδεκτο να κατατεθεί 5 εργάσιμες ημέρα πριν την ημερομηνία πλειστηριασμού (η ημερομηνία καταθέσεως της αιτήσεως και του πλειστηριασμού δεν υπολογίζεται), η δε απόφαση δημοσιεύεται υποχρεωτικά την προηγούμενη του πλειστηριασμού Δευτέρα, μέχρι 12:00` μ.μ. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αιτών, με την κρινόμενη αίτηση, ζητεί να ανασταλεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος του, δυνάμει του με αριθμό ……/16-4-2019 αποσπάσματος κατασχετήριας έκθεσης ακινήτου του Δικαστικού Επιμελητή, στο Εφετείο Αθηνών, ……….., μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της υπ’ αριθ. εκθ. κατάθεσης  …………./06-09-2019 έφεσης, που νομότυπα και εμπρόθεσμα άσκησε κατά της υπ` αριθ. 3046/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την οποία απορρίφθηκε η υπ’ αριθ. εκθ. κατάθεσης …………/2019 ανακοπή του κατά της επισπευδόμενης, δυνάμει του ως άνω αποσπάσματος κατασχετήριας έκθεσης ακινήτου, εκτέλεσης. Η αίτηση αρμοδίως και παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. ΚΠολΔ), και είναι νόμιμη (άρθρο 937 ΚΠολΔ). Πρέπει, συνεπώς, να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της.

ΙΙ. Σύμβαση ανοίγματος πίστωσης υφίσταται, όταν ο ένας από τους συμβαλλόμενους συμφωνείται να θέσει στη διάθεση του άλλου για ορισμένο χρόνο, ορισμένη πίστωση, η οποία συνίσταται, είτε σε αυτούσιο χρήμα, είτε σε παροχή πίστης (π.χ. εγγυητική επιστολή) είτε και στα δύο. Η σύμβαση ανοίγματος πίστωσης συνιστά, κατά την ορθότερη άποψη, δάνειο που καταρτίζεται με μόνη την κοινή συναίνεση των συμβαλλομένων. Η πίστωση αυτή είναι δυνατόν να συνδυάζεται με αλληλόχρεο (ανοικτό) λογαριασμό, οπότε έχουν εφαρμογή και οι σχετικοί με τον αλληλόχρεο λογαριασμό κανόνες (βλ. και Ι. Ρόκα, στον Γεωργιάδη – Σταθόπουλο, άρθρα 806-809 αρ. 27, 28). Συνεπώς, επί ανοίγματος πίστωσης με ανοικτό λογαριασμό, υπάρχουν δύο συμβάσεις που διακρίνονται μεταξύ τους, δηλαδή από το ένα μέρος το άνοιγμα της πίστωσης (δάνειο) και από το άλλο μέρος, παράλληλα, ο τηρούμενος, προς εξυπηρέτηση της πίστωσης, αλληλόχρεος λογαριασμός. Για τις συμβάσεις αυτές εφαρμόζονται οι κανόνες δικαίου που αφορούν την κάθε μία. Ειδικότερα, το άνοιγμα πίστωσης (δάνειο) λήγει, είτε από λόγους γενικούς, όπως κάθε σύμβαση, δηλαδή με την πάροδο προθεσμίας, με αντίθετη συμφωνία, κ.λπ., είτε, ως διαρκής σύμβαση, με καταγγελία, αν συμφωνήθηκε για αόριστο χρόνο. Μόλις λήξει η σύμβαση ανοίγματος πίστωσης (κύρια σχέση), κλείνεται και η παρεπόμενη σύμβαση του αλληλόχρεου λογαριασμού {Κονδύλης, Έννοια, λειτουργία και αποτελέσματα του αλληλόχρεου λογαριασμού, ΕλλΔνη 37,498,1. Ρόκας, στο Γεωργιάδη – Σταθόπουλο, υπ` αριθμ. 806-809, αρ. 20). Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 669 ΕμπΝ, 361 ΑΚ και 112 ΕισΝΑΚ, συνάγεται ότι αλληλόχρεος λογαριασμός είναι η σύμβαση μεταξύ δύο προσώπων, από τα οποία το ένα τουλάχιστον είναι έμπορος (όπως η ανώνυμη εταιρία κατά το άρθρο 1 Ν 2190/1920), με την οποία συμφωνείται να καταχωρούνται σε ένα λογαριασμό, με τύπο πιστωτικών και χρεωστικών κονδυλίων, οι μεταξύ τους συναλλαγές και να οφείλεται, κατά το κλείσιμο του λογαριασμού, το κατάλοιπο. Στην έννοια του αλληλόχρεου λογαριασμού περιλαμβάνεται, σύμφωνα με την πάγια νομολογία, και ο ανοικτός λογαριασμός πίστωσης σε Τράπεζα, που κινείται, με διαδοχικές αναλήψεις του δανείου (πίστωσης) από τον πιστούχο και τμηματικές αποδόσεις τούτου από τον ίδιο, με τους οικείους τόκους και προμήθειες. Δηλαδή, η εξέλιξη της πίστωσης παρακολουθείται (με άλλες λέξεις, εξυπηρετείται ή κινείται με αλληλόχρεο λογαριασμό), μέσω του οποίου η χρήση της πίστωσης μπορεί να γίνεται κατ` επανάληψη, εφόσον ο πιστούχος φροντίζει το υφιστάμενο, ανά πάσα στιγμή, υπόλοιπο του λογαριασμού, να μην υπερβαίνει το συμφωνηθέν όριο της πίστωσης (ΑΠ 1022/2003 ΕλλΔνη 45,90, ΑΠ 667/2001 Νόμος, ΑΠ 1343/2000 ΕλλΔνη 43,419, ΕΑ 4425/2009 ΕλλΔνη 2010,133, Εφθεσ 794/2007 Αρμ 2008,1198, ΕφΠατρ 906/2005 ΔΕΕ 2006,641, Εφθεσ 1853/2003 Αρμ 2005,550). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 623 ΚΠολΔ, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 624 έως 634, μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις παροχής χρεογράφων, εφόσον η απαίτηση και το οφειλόμενο ποσό αποδεικνύεται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο. Τα έγγραφα αυτά, από τα οποία αποδεικνύεται η απαίτηση και το ποσό της, πρέπει, κατά τη διάταξη του άρθρου 626 παρ. 3 του ίδιου Κώδικα, να επισυνάπτονται στην αίτηση για την έκδοση της διαταγής πληρωμής. (ΕφΑθ 3984/2011 ΝΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 630 στοιχ. γ` και δ` Κ.Πολ.Δικ, (κατά την οποία η διαταγή πληρωμής πρέπει να περιέχει, πλην άλλων στοιχείων, την αιτία της πληρωμής και το ποσό των χρημάτων που πρέπει να καταβληθεί), η διαταγή πληρωμής, που δεν είναι δικαστική απόφαση, αλλά μόνο τίτλος εκτελεστός, δεν απαιτείται να περιλαμβάνει πλήρεις και εμπεριστατωμένες αιτιολογίες, αλλά αρκεί ο συνοπτικός προσδιορισμός σε αυτήν του γενεσιουργού λόγου της απαίτησης, κατά τρόπον ώστε να μη δημιουργείται αμφιβολία για την ταυτότητα αυτού (γενεσιουργού λόγου) και δεν απαιτείται περιγραφή όλων των περιστατικών που τον συνθέτουν. Αρκεί, συνεπώς, η εξατομίκευση της εγγράφως αποδεικνυόμενης απαίτησης (ΕφΛαρ 287/2007, Δικογρ. 2008.104), η δε διαταγή πληρωμής αρκεί να αναφέρει την αιτία της πληρωμής, την έννομη δηλαδή σχέση από την οποία απορρέει η αξίωση, συνοπτικά (π.χ. δάνειο, αποδοχή συναλλαγματικής κ.ο.κ.), χωρίς να απαιτείται και λεπτομερής περιγραφή των περιστατικών που συνιστούν την αιτία αυτή (ΑΠ 54/1990 ΕλλΔ 1991.62, ΕφΠατρ 462/2004, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «Νόμος», Κ. Μπέη ΠολΔ αρθρ. 630 σελ. 197). Περιέχει δε η εκδιδόμενη διαταγή το, κατά το άρθρο 630 στοιχ. γ` ΚΠολΔ. απαιτούμενο στοιχείο της αιτίας της πληρωμής, όταν περιλαμβάνει, και χωρίς έστω νομικό χαρακτηρισμό της απαίτησης, έκθεση περιστατικών που εξατομικεύουν την αποδεικνυόμενη εγγράφως απαίτηση, για την οποία εκδίδεται η διαταγή, ούτως ώστε να προκύπτει ο λόγος της αντίστοιχης οφειλής (ΑΠ 54/1990 ο.π, ΕφΘεσ 110/2008 ΕΠΙΣΚΕΜΠΔ 2008.740), αρκεί να μη δημιουργείται καμία αμφιβολία από ολόκληρο το περιεχόμενό της ως προς την αιτία της πληρωμής, και δεν είναι ανάγκη να περιγράφονται τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αιτία αυτή (ΑΠ 1106/1994 ΕλΔ 1997. 1074, ΕφΛαρ 287/2007, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «Νόμος»). Εν προκειμένω, με το μοναδικό λόγο της  ανακοπής του ο ανακόπτων ζητά την ακύρωση της με αριθμό ……/16-4-2017 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης  περιουσίας του Δικαστικού Επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών, …………, δυνάμει της οποίας η καθής επέβαλε αναγκαστική κατάσχεση μέχρι το ποσό των 50.000 ευρώ επι της ευρισκόμενης στο Πειραιά ακίνητης περιουσίας του, με βάση την με αριθμό ……./2014 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ισχυριζόμενος ότι η τελευταία πάσχει ακυρότητας, επειδή στο ποσό των 84,843,64 ευρώ, που διατάσσεται να καταβάλει εντόκως στην καθής περιλαμβάνονται, πέραν του κεφαλαίου, και κεφαλαιοποιημένοι τόκοι μέχρι την 26-3-2013, χωρίς ωστόσο να προσδιορίζεται το επιμέρους ποσό, που αντιστοιχεί σε αυτούς.  Ο ως άνω λόγος ανακοπής, ο οποίος βάλλει κατά του τυπικού κύρους της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής κρίνεται απορριπτέος ως μη νόμιμος , διότι για το ορισμένο αυτής αρκεί να αναφέρεται το συνολικά επιτασσόμενο προς πληρωμή χρηματικό ποσό, που αποτελεί και το χρεωστικό υπέρ της πιστώτριας κατάλοιπο  ποσό του λογαριασμού κατά το κλείσιμο του,  δίχως να απαιτείται  για το εκκαθαρισμένο της απαίτησης να εξειδικεύονται τα επιμέρους οφειλόμενα ποσά κεφαλαίου, κεφαλαιοποιημένων τόκων, φόρων και επιβαρύνσεων πάσης φύσεως (βλ. και ΕφΑθ Μον 302/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επισημαίνεται δε, ότι η αιτίαση ότι δεν προκύπτει από το κείμενο της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής το κλείσιμο του αλληλόχρεου λογαριασμού ούτε ότι  το φερόμενο ως οφειλόμενο ποσό αποτελεί το κατάλοιπο αυτού, προβάλλεται το πρώτον με το δικόγραφο της έφεσης και  δεν περιλαμβάνεται στον ερευνώμενο λόγο της ανακοπής, σε κάθε δε περίπτωση όπως προκύπτει από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, για την έκδοση της προσκομίστηκε και ελήφθη υπόψη, μεταξύ άλλων, η από 11-6-2013 αίτηση για λήψη ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου και οι σχετικές περί της επιδόσεως αυτής στον αντίδικο, πιστούχο εκθέσεις επίδοσης δικαστικού επιμελητή , από την   οποία προκύπτει η καταγγελία της σύμβασης πίστωσης, καθώς και τα από 18-12-2003 και 26-3-2013 αποσπάσματα  από τα εμπορικά της βιβλία του, με την πλήρη κίνηση του εξυπηρετούντος τη πίστωση λογαριασμού, που αποτελούν πλήρη απόδειξη, κατά τη μεταξύ των διαδίκων μερών δικονομική συμφωνία,   από τα οποία προκύπτει το συνολικώς οφειλόμενο ποσό. Κατόπιν τούτου, δεν πιθανολογείται η ουσιαστική ευδοκίμηση της έφεσης και συνακόλουθα η υπο κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της καθής η αίτηση πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του αιτούντος, λόγω της ήττας του, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήμα­τος (άρθρο 176, 191 παρ.2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ την αίτηση με την παρουσία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα της καθής σε βάρος του αιτούντος , και τα ορίζει σε διακόσια (200) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 19 Νοεμβρίου 2019 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, με παρούσα τη Γραμματέα Ε.Τ. (για τη δημοσίευση).

 

      Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ