Μενού Κλείσιμο

Αριθμός Απόφασης 229/2018

Αριθμός     229/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από το Δικαστή Γεώργιο Βερούση, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα   Δ.Π.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι κρινόμενες από 11-10-2016 (ειδικ. αριθ. εκθ. κατάθ. …../12-10-2016) έφεση της ενάγουσας της από 22-12-2010 (αριθ. εκθ. καταθ. …../2010) αγωγής και από 12-10-2016 (ειδικ. αριθ. εκθ …./2016 ) έφεση του ενάγοντος της από 2-1-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. …./2015) αγωγής κατά της με αριθμό 11600/2016 οριστικής απόφασης του Μονομελούς πρωτοδικείου Πειραιά που συνεκδίκασε αντιμωλία των διαδίκων τις παραπάνω αγωγές, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 666 παρ. 1, 667, 670, 671 παρ. 1-3, 672 -676 (άρθρο 681 Β του Κ.Πολ.Δ.)  που ακολουθείται για την επίλυση των διαφορών, που αφορούν διατροφή και επιμέλεια τέκνων έχουν ασκηθεί αμφότερες στις 12-10-2016 νομότυπα και εμπρόθεσμα καθόσον η εκκαλουμένη επιδόθηκε με επιμέλεια της εκκαλούσας της πρώτης των προαναφερόμενων εφέσεων στις 12-9-2016 (βλ. επισημείωση του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …….. επί της εκκαλουμένης) και επίσης δεν έχει παρέλθει τριετία από τη δημοσίευση της απόφασης (άρθρα 495 παρ. 1 και 2, 511, 513 παρ. 1 β΄, 516 παρ. 1, 517 εδ. α΄, 518 παρ. 2 και 520 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.), ενώ δεν απαιτείται η κατάθεση του παραβόλου που προβλέπεται στο άρθρο 495 παρ. 4 του Κ.Πολ.Δ. κατά την άσκηση των κρινόμενων εφέσεων, καθόσον, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 4 εδαφ. στ΄ του Κ.Πολ.Δ. (ως η παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν 4055/2012 και έναρξη ισχύος 2-4-2012 σύμφωνα με το άρθρο 113 του Ν 4055/2012 και προστ. εδαφ. Β΄ με το άρθρο 93 παρ.1 του Ν. 4139/13 (ΦΕΚ 74 Α/20-3-2013 – Διορθ.Σφαλμ. Στο ΦΕΚ-92 Α/19-4-13) και ίσχυε κατά το χρόνο δημοσίευσης της εκκαλουμένης απόφασης), η υποχρέωση κατάθεσης του προβλεπόμενου στη διάταξη αυτή παραβόλου σε εκείνον που ασκεί το ένδικο μέσο της έφεσης δεν ισχύει μεταξύ άλλων και για τις διαφορές των άρθρων 681Β του ΚΠολΔ (διαφορές που αφορούν διατροφή και επιμέλεια τέκνων). Επομένως, οι κρινόμενες εφέσεις, αφού συνεκδικαστούν λόγω της πρόδηλης συνάφειας μεταξύ τους (άρθρα 246 και 524 παρ. 1  ΚΠολΔ), πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους κατά την ίδια ειδική διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.).

Από τις διατάξεις των άρθρων των άρθρων 1389, 1390, 1391, 1392 εδ.2 και 1495 Α.Κ. προκύπτουν τα εξής : Σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, οπότε εξακολουθεί μεν ο μεταξύ των συζύγων γάμος, αλλά δεν μπορεί να γίνει λόγος περί συνεισφοράς αυτών προς αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας, μεταξύ των οποίων και η αμοιβαία υποχρέωση των συζύγων για διατροφή, αφού με τη διακοπή της συμβίωσης έπαυσε να υπάρχει και να λειτουργεί κοινός οίκος και να δημιουργούνται οικογενειακές ανάγκες, εκείνος από τους συζύγους που για εύλογη στο πρόσωπο του αιτία διακόπηκε η έγγαμη συμβίωση, δικαιούται από τον άλλο, ανεξαρτήτως του εάν ο ένας είναι εύπορος και ο άλλος άπορος, διατροφή σε χρήμα, που προκαταβάλλεται μηνιαίως και υποκαθιστά τη συνεισφορά του υπόχρεου υπό συνθήκες οικογενειακής ζωής. Η υποχρέωση για καταβολή κατά μήνα διατροφής σε χρήμα, μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, είναι συνέπεια της κατά το άρθρο 1389 Α.Κ. υποχρέωσης συνεισφοράς των συζύγων στην αμοιβαία διατροφή αυτών κατά τη διάρκεια του γάμου και δεν εξομοιώνεται με την κατά τα άρθρα 1485 επ. Α.Κ. διατροφή (Ολ.ΑΠ.9/1991, ΑΠ 1382/2000), ούτε με την κατά τα άρθρα 1442 επ. Α.Κ. οφειλόμενη μετά το διαζύγιο (ΑΠ 272/2004) υπάρχει δε και αν ακόμη ο υπόχρεος αναγκάστηκε στη διακοπή της συμβίωσης από παράπτωμα του δικαιούχου. Στην τελευταία όμως αυτή περίπτωση, αν το παράπτωμα του δικαιούχου της διατροφής συνιστά λόγο διαζυγίου, αναγόμενο σε υπαιτιότητα αυτού, περιορίζεται η έκταση της οφειλόμενης σ’ αυτόν από τον άλλο διατροφής στα απολύτως αναγκαία για τη συντήρηση του (ελαττωμένη διατροφή) μετ’ ένσταση του εναγομένου, για την πληρότητα όμως της οποίας δεν αρκεί η παράθεση των παραπτωμάτων του ενάγοντος συζύγου, αλλά απαιτείται και αντίστοιχο αίτημα όπως επίσης και προσδιορισμός από τον ενιστάμενο του ποσού της κατ’αυτόν οφειλόμενης ελαττωμένης διατροφής (ΑΠ 132/2003) (ΑΠ 1206/2008 ΕλλΔνη 2008.1398). Εξ άλλου από τις διατάξεις των άρθρων 1389, 1390 και 1391 Α.Κ. προκύπτει, ότι το μέτρο της μετά την διακοπή της έγγαμης συμβίωσης οφειλομένης στο δικαιούχο διατροφής, προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου όπως αυτές προκύπτουν υπό συνθήκες οικογενειακής ζωής, σε συνδυασμό με εκείνες που ανέκυψαν από την χωριστή διαβίωση λαμβανομένων υπόψη των εκατέρωθεν οικονομικών δυνάμεων, μεταξύ των οποίων και η περιουσία (Ολ.ΑΠ 9/1991). Δεν απαιτείται να αναφέρεται στην αγωγή ούτε την απόφαση με την οποία επιδικάζεται διατροφή λόγω διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, η αποτίμηση της συνεισφοράς καθενός από τους συζύγους για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας. Οι οικονομικές αυτές δυνάμεις των διαδίκων, που προσδιορίζουν την αναλογία συνεισφοράς καθενός από τους συζύγους στη διατροφή του δικαιούχου, ενδέχεται να αποτελέσουν τη βάση σχετικής ένστασης του εναγομένου, καταλυτικής εν όλω η εν μέρει της αγωγής (ΑΠ 132/2003, 782/03, 804/1992), (ΑΠ 1206/2008 ο.π.). Ειδικότερα, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1389, 1390 και 1391 Α.Κ. προκύπτει ότι για τη θεμελίωση αξίωσης του ενός από τους συζύγους για καταβολή σ’αυτόν διατροφής σε χρήμα από τον άλλο, μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης, πρέπει ο ενάγων να επικαλείται και να αποδεικνύει τη συζυγική ιδιότητα, τη διακοπή της συμβίωσης για εύλογη αιτία, ότι οι βιοτικές του ανάγκες, λαμβανομένων υπόψη και των συνθηκών της χωριστής διαβίωσης, δικαιολογούν τον προσδιορισμό της διατροφής στο ζητούμενο με την αγωγή χρηματικό ποσό, χωρίς να είναι αναγκαίο και να εξειδικεύει τις ανάγκες αυτές, αναφέροντας και την απαιτούμενη για καθεμία δαπάνη, αλλά αρκεί μόνο να αναφέρει το συνολικό ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των αναγκών του αυτών. Εξάλλου δεν απαιτείται να διαλαμβάνεται στην αγωγή, ούτε στην απόφαση, η αποτίμηση της συνεισφοράς του καθενός από τους συζύγους για την αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας, αφού η υποχρέωση για τη συνεισφορά αυτή υπάρχει όσο διατηρείται η έγγαμη συμβίωση ενώ όταν αυτή διακοπεί, αντικαθίσταται με τη χρηματική διατροφή, που προσδιορίζεται από τη σύγκριση των εκατέρωθεν οικονομικών δυνατοτήτων. Οι οικονομικές δυνάμεις των διαδίκων συζύγων που προσδιορίζουν την αναλογία της συνεισφοράς καθενός απ’αυτούς στη διατροφή αυτή δεν αποτελούν στοιχείο της αγωγής, αλλά ενδέχεται να αποτελέσουν τη βάση σχετικής ένστασης του εναγομένου (ΑΠ 12/2015, ΑΠ 773/2014, ΑΠ 551/2011)

Με την από 20-12-2010 (αριθ. έκθ. κατάθ. ….) αγωγή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα ισχυρίστηκε ότι με τον εναγόμενο σύζυγός της βρίσκονται σε διάσταση από το έτος 2009 από υπαιτιότητα του τελευταίου και ζητούσε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος με απόφαση προσωρινά εκτελεστή να της καταβάλει το ποσό των 1.385 ευρώ μηνιαίως για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση της αγωγής προκαταβαλόμενο την πρώτη ημέρα εκάστου μηνός με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας παροχής μέχρι την εξόφληση καθώς και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην δικαστική της δαπάνη. Επί της παραπάνω αγωγής η οποία συνεκδικάστηκε αντιμωλία των διαδίκων με την από 2-1-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. ……/2015) αγωγή του εκκαλούντος η οποία απορρίφθηκε κατ’ ουσίαν ως αβάσιμη και ως προς το ανωτέρω διατακτικό (απόρριψης της αγωγής) δεν υπάρχει λόγος έφεσης, εκδόθηκε η εκκαλουμένη η οποία αφού έκρινε την αγωγή της ενάγουσας ως νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 346, 1389, 1390, 1391, 1392 του ΑΚ, 176, 907 και 910 αρ.4 του Κ.Πολ.Δ., έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως κατ΄ουσίαν βάσιμη υποχρεώνοντας τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση της αγωγής προκαταβαλλόμενο το πρώτο πενθήμερο εκάστου μηνός με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας παροχής μέχρι την εξόφληση, κήρυξε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή και επέβαλλε σε βάρος του εναγομένου τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας τα οποία όρισε στο ποσό των 300 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται, με τις κρινόμενες εφέσεις τους οι εκκαλούντες εφεσίβλητοι για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν η μεν εκκαλούσα- ενάγουσα να μεταρρυθμιστεί η εκκαλουμένη ώστε να γίνει δεκτή στο σύνολό της ως κατ΄ουσίαν βάσιμη η αγωγή της ο δε εκκαλών να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση, να απορριφθεί η αγωγή κατά το μέρος που κρίθηκε βάσιμη άλλως να μεταρρυθμιστεί, καθώς και να καταδικαστούν οι εφεσίβλητοι στην καταβολή της δικαστικής τους δαπάνης.

Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, των με αριθμούς …./2015 και …../2015 ενόρκων βεβαιώσεων ενόρκων βεβαιώσεων ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που οι διάδικοι επικαλούνται και επαναπροσκομίζουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο κατά τον πολιτικό τύπο στο Δημαρχείο Νικαίας στις 20-05-2004, ο οποίος ιερολογήθηκε σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες της Ανατολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας, στις 18-06-2005, ενώ κατά τη διάρκεια της έγγαμης σχέσης τους δεν απέκτησαν τέκνα.  Από την έναρξη της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων οι σχέσεις τους υπήρξαν τεταμένες, με συνεχείς διαπληκτισμούς, με εκατέρωθεν εξυβρίσεις, φθορές αντικειμένων, χειροδικίες ενίοτε και σωματικές βλάβες. Η σχέση τους χαρακτηρίζονταν από έλλειψη αλληλοεκτίμησης, αλληλοσεβασμού, πίστης και συνεννόησης με έντονα στοιχεία εγωισμού, ανταγωνισμού και προσπάθειας του ενός να επιβληθεί στον άλλο ενώ δημιουργούσαν σύντομες εξωσυζυγικές σχέσεις, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις που θα είχε αυτό στο γάμο τους. Από τον Ιανουάριο του 2007 και μετά μόνιμη αιτία έντασης αποτελούσε η άρνηση της ενάγουσας να εργαστεί, ώστε να καλύπτει τις ατομικές της δαπάνες αλλά και να συνεισφέρει στις κοινές δαπάνες του οίκου, αφού αμφότεροι αντιμετώπιζαν οικονομικά προβλήματα και δεν εξυπηρετούσαν τις υπέρογκες δανειακές τους υποχρεώσεις. Με το πέρασμα του χρόνου το ζεύγος απομακρύνονταν ψυχικά και σωματικά, αδιαφορώντας ο ένας για τα προβλήματα του άλλου. Περί τον μήνα Ιούνιο του έτους 2009 η ενάγουσα αντιλήφθηκε ότι ο σύζυγος διατηρούσε εξωσυζυγική σχέση μ ε αποτέλεσμα, στις 20-6-2009, μετά από έντονο μεταξύ τους διαπληκτισμό, η ενάγουσα να υποστεί σωματικές βλάβες από τον σύζυγό της. Μετά από βραχεία νοσηλεία της στο νοσοκομείο «METROPOLlTAN HOSPITAL» και φοβούμενη για τη σωματική της ακεραιότητα δεν επέστρεψε στην συζυγική στέγη αλλά φιλοξενήθηκε στην οικία της μητέρας της και πλέον ο εναγόμενος δεν της επέτρεπε να επιστρέψει στη συζυγική στέγη ούτε για να παραλάβει τα προσωπικά της αντικείμενα, τα οποία τελικώς παρέλαβαν συγγενικά της πρόσωπα. Επιπλέον ο εναγόμενος άλλαξε κλειδαριές στο διαμέρισμα που αποτελούσε τη συζυγική στέγη των διαδίκων και αρνείτο να δώσει κλειδιά στην ενάγουσα γεγονός που προκάλεσε έντονο διαπληκτισμό μεταξύ τους, ο οποίος οδήγησε σε εκ νέου χειροδικία σε βάρος της. Οι μεταξύ τους διαπληκτισμοί συνεχίστηκαν και τα επόμενα χρόνια, κανένας από τους διαδίκους δεν επιθυμούσε πλέον τη συνέχιση της έγγαμης συμβίωσής τους πλην όμως δεν προέβαιναν όμως στη λύση του γάμου τους καθόσον διαφωνούσαν ως προς τη διεκπεραίωση των οικονομικών τους εκκρεμοτήτων. Κύρια πηγή μεταξύ τους αντιπαραθέσεων αποτέλεσε από τη μια η αξίωση της ενάγουσας -εναγομένης να της καταβληθεί διατροφή και να της παραχωρηθεί η χρήση της συζυγικής στέγης και από την άλλη η άρνηση του εναγομένου -ενάγοντος να ικανοποιήσει τα αιτήματά της. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, αμφότεροι οι διάδικοι ως ενάγοντες κρίνονται συνυπαίτιοι στην διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης και ως εκ τούτου συντρέχουν, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην μείζονα σκέψη,  στο πρόσωπο της ενάγουσας οι προϋποθέσεις να της επιδικασθεί διατροφή. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι ο εναγόμενος είναι απόφοιτος του νυχτερινού λυκείου «…..» και από την 26-08-2002 έως 07-10-2011 εργάστηκε ως ασφαλιστικός σύμβουλος -διοικητικός υπάλληλος στην ασφαλιστική εταιρεία «……» αποκερδαίνοντας μηνιαίως το ποσό των 1.000 ευρώ καθαρά  και απολύθηκε από την παραπάνω εργασία του όταν η εργοδότρια εταιρεία του πληροφορήθηκε ότι είχε δηλώσει ψευδώς ότι είχε αποκτήσει τέκνο με αποτέλεσμα να εισπράττει αν και δεν εδικαιούτο επίδομα τέκνου. Κατά την απόλυσή του εισέπραξε ως αποζημίωση το ποσό των 8.000 ευρώ περίπου, το οποίο δεν αποδείχθηκε ότι ανάλωσε στην εξόφληση των υφισταμένων οφειλών του. Παράλληλα, ο εναγόμενος συνέχιζε την συνεργασία του με την «…….» στην οποία απασχολούνταν ως μπουφετζής καθώς και τη συνεργασία του με διάφορα νυχτερινά κέντρα, στα οποία απασχολούνταν ως ηχολήπτης ενώ ταυτόχρονα, αναλάμβανε εργασίες ελαιοχρωματισμού ακινήτων, τέχνη την οποία είχε μάθει από νωρίς από τον πατέρα του. Τα εισοδήματά του ως μπουφετζής, ηχολήπτης και ελαιοχρωματιστής ουδέποτε τα δήλωνε στη ΔΟΥ τόσο για φορολογικούς λόγους, όσο και για την αποφυγή ικανοποίησης των πιστωτών του. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι από τα τέλη του έτους 2009 ο εναγόμενος  άρχισε να λειτουργεί με τη σύντροφό του …… συνεργείο καθαρισμού με το διακριτικό τίτλο «……..», για το οποίο προφανώς δεν έχει γίνει έναρξη εργασιών στη ΔΟΥ καθόσον δεν έχει έδρα αλλά η επικοινωνία με τους ενδιαφερόμενους γίνεται μόνο μέσω των προσωπικών τηλεφώνων αυτού και της συντρόφου του. Η επιχείρηση αυτή είχε  ως αντικείμενο τον καθαρισμό κτιρίων, τον καθαρισμό οικοδομών, τον καθαρισμό γραφείων, τον καθαρισμό διαμερισμάτων, τον καθαρισμό σχολείων και φροντιστηρίων, τον καθαρισμό υαλοπινάκων, απολυμάνσεις, την έκδοση κοινοχρήστων, τον καθαρισμό τεντών, τον καθαρισμό ταρατσών, τον καθαρισμό και εξοπλισμό εστιατορίων, ξενοδοχείων, καφέ καθώς και την ανάληψη παντός τύπου επισκευών, αναπαλαιώσεων και ελαιοχρωματισμών ενώ τα εισοδήματά του και εκ της δραστηριότητάς του αυτής ο εναγόμενος δεν τα δήλωνε  στη ΔΟΥ για τους ανωτέρω λόγους. Με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής τα εισοδήματά του εκ της εργασίας του ανέρχονται μηνιαίως από το 2009 και μετά τουλάχιστον στο ποσό των 2.000€ μηνιαίως. Ακόμη, αποδεικνύεται ότι είναι κύριος ενός διαμερίσματος Α ορόφου εμβαδού 70,95τμ με ημιυπαίθριο χώρο 14,13τμ κατασκευής 2002 επί πολυώροφης οικοδομής ανεγερθείσας επί οικοπέδου κείμενου στην οδό …….. στον Πειραιά καθώς επίσης ότι είναι κύριος στην ίδια οικοδομή της υπό στοιχεία ΑΠ3 αποθήκης του υπογείου εμβαδού 12,57τμ και έχει την αποκλειστική χρήση της Σ1 ανοιχτής θέσεως στάθμευσης ισογείου εμβαδού 10,13τμ. Τα ανωτέρω ακίνητα εκμίσθωσε από 01-01-2010 έως 31-12-2011 έναντι μηνιαίου μισθώματος ανερχόμενου στο ποσό των 500 ευρώ και μετέπειτα έναντι μισθώματος τουλάχιστον 300 ευρώ.. Επίσης, είναι κύριος του υπ’αριθμ. κυκλοφορίας ……. ‘ΧΕ αυτοκινήτου εργοστασίου κατασκευής «HYUNDAI» τύπου COUPE 1.600κε με έτος πρώτης κυκλοφορίας 2003. Φιλοξενείται σε διαμέρισμα τη χρήση του οποίου, του έχει παραχωρήσει η μητέρα του, χωρίς να καταβάλει μίσθωμα και βαρύνεται, με τις λειτουργικές δαπάνες της οικίας του, ενώ έχει να αντιμετωπίσει τις δαπάνες διατροφής, ενδύσεως και ψυχαγωγίας του. Δεν αποδείχθηκε ότι αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας ενώ αποδείχθηκε ότι έχει τις συνήθεις δαπάνες ατόμων της ίδιας ηλικίας, φύλου και κοινωνικής κατάστασης. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος διαθέτει άλλα περιουσιακά στοιχεία, εισοδήματα ή πόρους από άλλη πηγή ενώ δεν αποδεικνύεται ότι αυτός δεν βαρύνεται, κατά νόμο, με την υποχρέωση διατροφής άλλων προσώπων πλην της ενάγουσας συζύγου του. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι η ενάγουσα, είναι απόφοιτη Λυκείου και εργάστηκε από 01-05-2001 έως 31-12-2006 στην ατομική επιχείρηση εμπορίας υποδημάτων, δερματίνων και ειδών ταξιδίου του ………. και έκτοτε είναι εγγεγραμμένη στον ΟΑΕΔ ως άνεργη, πλην όμως δεν προκύπτει η βούλησή της να εργαστεί. Ισχυρίζεται ότι δεν δύναται να εργαστεί διότι αντιμετωπίζει σοβαρά ψυχιατρικά προβλήματα και συγκεκριμένα αγχώδη διαταραχή και κρίσεις πανικού για την αντιμετώπιση των οποίων λαμβάνει ισχυρή φαρμακευτική αγωγή. Από τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα προκύπτει ότι της χορηγήθηκε από το 5ο ψυχιατρικό τμήμα επειγόντων του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής τον Αύγουστο του 2008 για την θεραπεία κατάθλιψης με κρίσεις πανικού φαρμακευτική αγωγή Εξάλλου, από το υπ’αριθμ. …/26-03-2014 πιστοποιητικό του υπαγόμενου στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής «ΔΡΟΜΟΚΑΪΤΕΙΟ ΝΠΔΔ» Κέντρου Ψυχικής Υγείας Κορυδαλλού προκύπτει ότι αυτή παρακολουθήθηκε σε αυτό από τον Ιούλιο του 2013 μέχρι και το Μάρτιο του 2014 πάσχουσα από αγχώδη διαταραχή και κρίσεις πανικού και λαμβάνουσα για την αντιμετώπιση της κατάστασής της φαρμακευτική αγωγή. Από τα ανωτέρω, με βάση τη φαρμακευτική αγωγή (τα σκευάσματα και τη δοσολογία) που χορηγήθηκε κατά καιρούς και χορηγείται στην ενάγουσα προκύπτει ότι η ανωτέρω πάθησή της δεν την καθιστά ανίκανη προς εργασία. Φιλοξενείται στη μίσθια οικία της μητέρας της όπου διαμένει με την αδελφή της χωρίς να καταβάλει μίσθωμα βαρύνεται, όμως, με την αναλογία της στις λειτουργικές δαπάνες αυτής (οικίας). Κατά τα λοιπά, η ενάγουσα-εναγομένη έχει τις συνήθεις δαπάνες ατόμων της ίδιας ηλικίας, φύλου και κοινωνικής κατάστασης, αυξημένες κατά το ποσό που διαθέτει για την αγορά των ανωτέρω φαρμακευτικών σκευασμάτων. Ακολούθως, δεν αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα διαθέτει περιουσιακά- στοιχεία (κινητά και ακίνητα) εισοδήματα ή πόρους από άλλη πηγή και συγχρόνως αποδείχθηκε ότι αυτή δεν επιβαρύνεται, κατά νόμο, με την υποχρέωση διατροφής άλλων προσώπων. Κατ΄ακολουθία των ανωτέρω, με βάση τις οικονομικές δυνάμεις των διαδίκων συζύγων, σε συσχετισμό των δυνάμεων του καθενός προς το άθροισμα των δυνάμεων και των δύο, κατά το διάστημα της συμβιώσεώς τους και κατά το ένδικο χρονικό διάστημα, με βάση τις διατροφικές ανάγκες των εναγόντων, όπως αυτές διαμορφώθηκαν κατά την διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης από τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής, συνεκτιμωμένων και των νέων συνθηκών και αναγκών τους, όπως αυτές διαμορφώθηκαν μετά τη διάσπαση της συμβίωσης και τη χωριστή εγκατάστασή τους, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι διάδικοι-σύζυγοι δεν συνεισέφεραν κατ’ ίσα μέρη στην αντιμετώπιση των βιοτικών τους αναγκών, αλλά ο εναγόμενος-ενάγων συνεισέφερε κατά το μεγαλύτερο μέρος με αποτέλεσμα η ενάγουσα να δικαιούται να λάβει διατροφή από το σύζυγό της, αφού υφίσταται διαφορά μεταξύ των συνεισφορών των διαδίκων η οποία πρέπει να προσδιοριστεί στο ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως και για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση της αγωγής. ΄΄ια, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλλει στην ενάγουσα ως μηνιαία διατροφή σε χρήμα το ποσό των 400€ για χρονικό διάστημα 2 ετών από την επομένη της επίδοσης της αγωγής. Συνεπώς κρίνοντας κατά τον ίδιο τρόπο και η εκκαλούμενη απόφαση, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε με το να δεχτεί, με την ίδια κατά βάση αιτιολογία, τα αυτά σε σχέση με ανωτέρω. Γι΄αυτό και οι τα αντίθετα υποστηρίζοντες σχετικοί λόγοι της των κρινομένων εφέσεων πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά ακολουθίαν των ανωτέρω αποδειχθέντων και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκανε εν μέρει δεκτή την από 20-12-2010 (αριθ. εκθ. καταθ. …../2010) αγωγή υποχρεώνοντας τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 400 ευρώ μηνιαίως για διατροφή της προκαταβαλλόμενο στο πρώτο πενθήμερο εκάστου μηνός και για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση της αγωγής, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, είναι δε αβάσιμοι και απορριπτέοι οι λόγοι των συνεκδικαζομένων εφέσεων εφέσεως καθώς και των ως άνω εφέσεων στο σύνολό τους ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα. Τέλος, η δικαστική δαπάνη του διαδίκων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφισθεί στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων λόγω της απόρριψης αμφοτέρων των εφέσεων (άρθρα 178 και  183 του Κ.Πολ.Δ.), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις από 11-10-2016 (ειδικ. αριθ. εκθ. κατάθ. ../12-10-2016) έφεση της ενάγουσας της από 22-12-2010 (αριθ. εκθ. καταθ. …/2010) αγωγής και από 12-10-2016 (ειδικ. αριθ. εκθ …/2016) έφεση του ενάγοντος της από 2-1-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. …./2015) αγωγής κατά της με αριθμό 11600/2016 οριστικής απόφασης του Μονομελούς πρωτοδικείου Πειραιά

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ουσίαν τις εφέσεις.

Συμψηφίζει στο σύνολο τους τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις  30 Μαρτίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

Ο   ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ